Αναλάβετε τις Χριστιανικές σας Υποχρεώσεις
«Όστις λέγει ότι μένει εν αυτώ, χρεωστεί, καθώς εκείνος περιεπάτησε, και αυτός ούτω να περιπατή.»—1 Ιωάν. 2:6.
1. (α) Ποια ερωτήματα προβάλλουν, όταν ομιλούμε για Χριστιανικές υποχρεώσεις; (β) Τι σημαίνει υποχρέωσις, και πώς μπορεί να λεχθή ότι οι Χριστιανοί βρίσκονται κάτω από υποχρέωσι στον Θεό;
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ υποχρεώσεις! Μπορεί να γίνεται λόγος για Χριστιανικές υποχρεώσεις; Δεν είναι εκουσία η λατρεία και η υπηρεσία του Χριστιανού; Πραγματικά, η λατρεία του Χριστιανού είναι εκουσία. Η προσέλευσίς του στον Θεό, η αφιέρωσις της ζωής του στον Θεό και η απόδοσις σ’ αυτόν ευπροσδέκτου υπηρεσίας γίνονται εκουσίως και προκύπτουν από την ελευθέρα άσκησι της ελευθέρας βουλήσεώς του, ακριβώς όπως ήσαν και οι θυσίες των αρχαίων Ισραηλιτών. (2 Χρον. 29:31· Ψαλμ. 110:3· Αποκάλ. 22:17) Ωστόσο ο Χριστιανός έχει υποχρέωσι να κάμη το θέλημα του Θεού. Πώς αυτό; Σύμφωνα με το Πλήρες Λεξικό του Ουέμπστερ, υποχρέωσις είναι «εκείνο που ένα άτομο υποχρεούται να κάμη ή ν’ αποφύγη· κάθε καθήκον που επιβάλλεται δια νόμου, υποσχέσεως, συμβολαίου, όρκου, ή ευχής . . . κατάστασις του να είναι ένας υπόχρεος για μια πράξι ευνοίας ή αγαθότητος.» Βρίσκονται κάτω από υποχρεώσεις οι Χριστιανοί; Ασφαλώς! Εν πρώτοις, όλοι οι άνθρωποι, περιλαμβανομένων και των μη Χριστιανών, είναι οφειλέται στον Θεό για την εύνοια ή αγαθότητα του δώρου της ζωής που έχουν λάβει. Σημειώστε τη δήλωσι στην Αποκάλυψι 4:11, ΜΝΚ: «Άξιος είσαι, Ιεχωβά, [ο Θεός ημών, Κείμενον] να λάβης την δόξαν και την τιμήν και την δύναμιν· διότι συ έκτισας τα πάντα, και δια το θέλημά σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν.» Το ότι ο Δημιουργός είναι άξιος να λάβη δόξα και τιμή διότι μας έπλασε δημιουργεί για όλους τους ανθρώπους την υποχρέωσι ν’ αποδίδουν αυτή τη δόξα.
2, 3. (α) Με ποιους άλλους τρόπους είναι οι Χριστιανοί κάτω από υποχρεώσεις; (β) Ποια εδάφια το αποδεικνύουν αυτό;
2 Οι Χριστιανοί, όμως, είναι ακόμη περισσότερο υποχρεωμένοι. Πώς αυτό; Με το να δεχθούν την απολύτρωσι από τον θάνατο σε αιώνια ζωή, την οποία ο Θεός επρομήθευσε μέσω του Χριστού Ιησού—μια εξαιρετικά πολύτιμη εύνοια. (1 Πέτρ. 1:18, 19· 1 Κορ. 7:23) Θα μπορούσε έτσι ο Ιεχωβά να μας κρατήση κάτω από υποχρέωσι με αυτή τη βάσι και μόνο· αλλά, αντίθετα, με την εκδήλωσι της αγάπης του κάνει έκκλησι σ’ εμάς με βάσι την αγάπη. «Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι αυτός ηγάπησεν ημάς, και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών. Αγαπητοί, επειδή ούτως ηγάπησεν ημάς ο Θεός, και ημείς χρεωστούμεν να αγαπώμεν αλλήλους.» (1 Ιωάν. 4:10, 11) Εφόσον το χρέος μας της αμαρτίας έχει συγχωρηθή από τον Θεό, χρεωστούμε να συγχωρούμε εκείνους οι οποίοι αμαρτάνουν σ’ εμάς. (Ματθ. 18:32-35) Λόγω τούτου είμεθα χρεώσται στον πλησίον μας· του οφείλομε αγάπη.—Ρωμ. 13:8.
3 Επί πλέον, υποχρέωσις μπορεί να είναι ‘κάθε καθήκον που επιβάλλεται δια νόμου,’ ή εντολής, και οι Χριστιανοί, παραδείγματος χάριν, βρίσκονται κάτω από εντολή ν’ αγαπούν. (Ιωάν. 15:9-11· 13:34, 35· Ματθ. 22:37) Εκτός από τις υποχρεώσεις μας λόγω της οφειλής μας προς τον Θεό, και λόγω των εντολών του, μας βαρύνουν και καθήκοντα που μας επεβλήθησαν λόγω της ευχής μας αφιερώσεως στον Θεό βάσει της προμηθείας του μέσω του Χριστού Ιησού. «Όστις λέγει ότι μένει εν αυτώ, χρεωστεί καθώς εκείνος περιεπάτησε, και αυτός ούτω να περιπατή.» (1 Ιωάν. 2:6) «Απόδος εις τον Ύψιστον τας ευχάς σου.»—Ψαλμ. 50:14· 61:8· Λουκ. 9:23.
4, 5. (α) Με ποιον τρόπο έγιναν οι Χριστιανοί χρεώσται σε άλλους; (β) Πώς απέδειξε ο απόστολος Παύλος ότι ήταν κάτω από υποχρέωσι;
4 Εφόσον έχομε δεχθή τα οφέλη της απολυτρωτικής θυσίας του Χριστού, είμεθα, επίσης, υπόχρεοι να βοηθήσωμε άλλους να λάβουν αυτά τα οφέλη. «Εκ τούτου γνωρίζομεν την αγάπην, ότι εκείνος υπέρ ημών την ψυχήν αυτού έβαλε· και ημείς χρεωστούμεν υπέρ των αδελφών να βάλλωμεν τας ψυχάς ημών.» (1 Ιωάν. 3:16) Ναι, με το να φροντίζωμε για τα συμφέροντα των αδελφών μας και να κηρύττωμε τ’ αγαθά νέα σε άλλους είναι πιθανόν να θέσωμε σε κίνδυνο την ελευθερία μας ακόμη δε και αυτή την ίδια τη ζωή μας, αλλά αυτό χρεωστούμεν τώρα να κάνωμε. Επί πλέον, ελάβαμε τ’ αγαθά νέα διότι κάποιος άλλος κατέβαλε προσπάθεια να κηρύξη σ’ εμάς, πιθανώτατα δαπανώντας πολλές ώρες για να μας επανεπισκέπτεται και να μελετά μαζί μας. Τώρα είμεθα κάτω από υποχρέωσι να συνεισφέρωμε για την πρόοδο του έργου της Βασιλείας με το να κηρύττωμε, να βοηθούμε οικονομικώς και με το να δείχνωμε φιλοξενία. «Διότι υπέρ του ονόματος αυτού εξήλθον, χωρίς να λαμβάνωσι μηδέν από των εθνών. Ημείς λοιπόν χρεωστούμεν να υποδεχώμεθα τους τοιούτους, δια να γινώμεθα συνεργοί εις την αλήθειαν.»—3 Ιωάν. 7, 8.
5 Ο απόστολος Παύλος είπε ότι ήταν κάτω από υποχρέωσι να κηρύττη σ’ εκείνους που ήσαν εκ των εθνών. «Χρεώστης είμαι προς Έλληνάς τε και βαρβάρους . . . ούτω πρόθυμος είμαι, το κατ’ εμέ, να κηρύξω το ευαγγέλιον και προς εσάς τους εν Ρώμη.» (Ρωμ. 1:14, 15) Και ομιλώντας για τους εθνικούς, οι οποίοι είχαν λάβει την αλήθεια από τους μαθητάς στην Ιερουσαλήμ, ο Παύλος έγραψε: «Είναι οφείλεται αυτών· διότι εάν τα έθνη έγειναν συγκοινωνοί αυτών εις τα πνευματικά, χρεωστούσι να υπηρετήσωσιν αυτούς και εις τα σωματικά.» (Ρωμ. 15:27) Ώστε ο Παύλος εγνώριζε ότι ήταν κάτω από υποχρέωσι να κηρύττη. Δεν εκάθησε αναπαυτικά και να πη ότι θα εκήρυττε μόνο όταν και εφόσον θα είχε διάθεσι γι’ αυτό, και ότι, εν πάση περιπτώσει, το κήρυγμά του ήταν απλώς εθελοντικό. Η συναίσθησις της υποχρεώσεώς του τον ώθησε ν’ αγωνίζεται εναντίον της τάσεως της σαρκός που ζητούσε ανάπαυσι. Εγνώριζε ότι, για να κερδίση ζωή, ώφειλε να καταβάλλη εντατικές προσπάθειες. (Λουκ. 13:24) Απέδειξε το αίσθημα της υποχρεώσεως που είχε, όταν έγραψε: «Εάν κηρύττω το ευαγγέλιον, δεν είναι εις εμέ καύχημα· επειδή ανάγκη επίκειται εις εμέ· ουαί δε είναι εις εμέ εάν δεν κηρύττω.»—1 Κορ. 9:16.
6. (α) Πώς μερικοί Χριστιανοί απεθαρρύνθησαν στην υπηρεσία τους προς τον Θεό λόγω εσφαλμένης κατανοήσεως του εδαφίου 1 Κορινθίους 9:17; (β) Ποιο επιχείρημα αποδεικνύει ότι είναι κατάλληλο για τον Χριστιανό ν’ αναγκάση τον εαυτό του να κάμη αυτό που είναι ορθό;
6 Μερικοί, όμως, μπορεί να ισχυρισθούν, «Δεν είναι η Γραφή εναντίον της υποχρεωτικής υπηρεσίας; Δεν λέγει, επίσης, ο Παύλος σ’ αυτό το κεφάλαιο ότι θα ελάμβανε την αμοιβή του μόνο αν η υπηρεσία του ήταν εθελοντική, δηλαδή, τελείως ελευθέρα από κάθε έννοια υποχρεώσεως; Και, επομένως, αν ένας δεν αισθάνεται την ώθησι και την επιθυμία να κηρύξη, δεν είναι μάταιο ν’ αναγκάζη τον εαυτό του να το κάμη απλώς επειδή γνωρίζει ότι είναι ορθό; Δεν πρέπει η επιθυμία να προέρχεται από την καρδιά;» Ναι, η επιθυμία πρέπει να προέρχεται από την καρδιά, αλλά γνωρίζομε ότι η καρδιά του ανθρώπου είναι συχνά ιδιοτελής και απατηλή. (Ιερεμ. 17:9, 10) Συχνά απαιτείται πολλή μελέτη του Λόγου του Θεού, πολλές προσευχές και εντατική προσπάθεια της διανοίας και της θελήσεως για να υπερνικηθούν οι ιδιοτελείς τάσεις της σαρκός. (Ρωμ. 7:18-25) Μερικοί Χριστιανοί μάρτυρες άκουσαν το ανωτέρω επιχείρημα κι αισθάνθηκαν αποθάρρυνσι και στενοχώρια στην υπηρεσία τους, μερικοί μάλιστα εσταμάτησαν επειδή δεν είχαν ένα αίσθημα φυσικής ωθήσεως ή επιθυμίας να κηρύξουν. Νομίζουν ότι, αν πρέπει ν’ αναγκάσουν τον εαυτό τους να κάμη το ορθό, θα είναι μάταιο. Αλλ’ αυτό δεν αληθεύει. Είμεθα υποχρεωμένοι να εκπαιδεύωμε τον εαυτό μας ν’ αποφεύγη το εσφαλμένο. «Άρα λοιπόν, αδελφοί, είμεθα χρεώσται, ουχί εις την σάρκα, ώστε να ζώμεν κατά σάρκα.» (Ρωμ. 8:12) Και οφείλομε να εκπαιδεύσωμε τον εαυτό μας να κάμη το ορθό χρησιμοποιώντας τη δύναμι της λογικής μας.—Ρωμ. 12:1.
7. Ποιο ήταν αυτό που είπε ο Παύλος ότι εκτελούσε εκουσίως, και για ποιο μισθό μιλούσε στο εδάφιο 1 Κορινθίους 9:17; Τι ήταν κάτω από υποχρέωσι να κάμη;
7 Αλλά τι εννοούσε ο απόστολος Παύλος στην 1 Κορινθίους 9:17, όταν έγραφε: «Εάν κάμνω τούτο εκουσίως, έχω μισθόν.» Ποια ήταν αυτή η ‘εκουσία’ εκτέλεσις, για την οποία ωμιλούσε, και ποιος ήταν ο ‘μισθός’; Μήπως ήταν η εκτέλεσις του κηρύγματος, και ο ‘μισθός’ αιωνία ζωή; Ας εξετάσωμε τα συμφραζόμενα λίγο. Ο Παύλος αναγνωρίζει στην επιστολή του προς Ρωμαίους (1:14) ότι ήταν χρεώστης προς τους Έλληνας, έτσι ήταν υποχρεωμένος να κηρύττη τα αγαθά νέα στους Ελληνοφώνους Κορινθίους, και το επιβεβαιώνει όταν λέγη: «Ουαί δε είναι εις εμέ εάν δεν κηρύττω.» (1 Κορ. 9:16) Στο ένατο κεφάλαιο αυτής της επιστολής ο Παύλος υπερασπίζεται την ιδιότητά του ως αποστόλου εναντίον των επικριτών του με το να ‘καυχάται’ ότι εκήρυττε με ιδική του δαπάνη· δεν έκανε χρήσι του δικαιώματός του να δέχεται οικονομική βοήθεια σχετικά με αυτό. (1 Κορ. 9:15) Ώστε αυτό που εκτελούσε εκουσίως, από δική του εκλογή, ήταν, όχι το κήρυγμα καθ’ εαυτό, αλλά η εκτέλεσις του κηρύγματος με ιδική του δαπάνη. Ο ‘μισθός’ που αναφέρει είναι απλώς το δικαίωμά του να καυχάται για κάτι που έκανε από δική του εκλογή, δίχως υποχρέωσι. Ήταν υποχρεωμένος να κάνη το έργον του κηρύγματος· δεν ήταν ζήτημα δικής του εκλογής, και για να το κάνη αυτό δεν μπορούσε ν’ απαιτήση «μισθόν» με την έννοια του δικαιώματος για καύχησι. (Λουκ. 17:10) Γι’ αυτό γράφει: «Τις λοιπόν είναι ο μισθός μου; Το να κάμω αδάπανον το ευαγγέλιον του Χριστού δια της κηρύξεώς μου, ώστε να μη κάμνω κατάχρησιν της εξουσίας μου εν τω ευαγγελίω.»—1 Κορ. 9:18.
ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ
8. Σε ποιον οφείλεται η κυριωτέρα υποχρέωσις του Χριστιανού, και τι περιλαμβάνει;
8 Ώστε είναι Γραφικώς εξακριβωμένο ότι οι Χριστιανοί βρίσκονται κάτω από πολλές υποχρεώσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν το κήρυγμα των αγαθών νέων. Αυτά είναι κατάλληλα φορτία που οφείλουν να φέρουν οι Χριστιανοί. (Ματθ. 11:30· Γαλ. 5:6) Για ν’ αναλάβωμε όλες τις Χριστιανικές μας υποχρεώσεις, οφείλομε να γνωρίζωμε ποιες ακριβώς είναι, και με ποια σειρά πρέπει να φροντίζωμε γι’ αυτές. Η επιτυχία στην από μέρους μας εκτέλεσι απαιτεί τα εξής από ωρισμένες βασικές αρχές. Πρώτον, η κυριωτέρα υποχρέωσίς μας είναι προς τον Ιεχωβά. «Φοβού τον Θεόν, και φύλαττε τας εντολάς αυτού, επειδή τούτο είναι το παν του ανθρώπου.» (Εκκλησ. 12:13· Ματθ. 22:37) Όλες οι εντολές του Θεού αποτελούν υποχρεώσεις για τους Χριστιανούς, και περιλαμβάνουν κήρυγμα, διακράτησι της ακεραιότητός μας και εφαρμογή των θείων αρχών σε κάθε περίπτωσι. (Γαλ. 5:22, 23) Αυτές οι κυριώτερες υποχρεώσεις βαρύνουν εξίσου όλους τους αφιερωμένους Χριστιανούς άσχετα με τη θέσι που έχουν μέσα στην οργάνωσι του Θεού.
9, 10. (α) Είναι ένας ελεύθερος από μερικές Χριστιανικές υποχρεώσεις επειδή έχει αναλάβει άλλες; Εξηγήστε. (β) Πώς πρέπει να βλέπη ο Χριστιανός τις πρόσθετες υποχρεώσεις από τον Θεό;
9 Κατόπιν, όλες οι Χριστιανικές μας υποχρεώσεις πρέπει να τυγχάνουν φροντίδος. Δεν απαλλάσσεται κανείς από μερικές Χριστιανικές υποχρεώσεις με το αιτιολογικό ότι έχει αναλάβει άλλες. Ο Ιησούς απέδειξε σαφώς αυτή την αρχή, όταν είπε στους Φαρισαίους, οι οποίοι ήσαν κάτω από τον Μωσαϊκό νόμο, που ίσχυε την εποχή εκείνη: «Αποδεκατίζετε το ηδύοσμον και το πήγανον και παν λάχανον, και παραβλέπετε την κρίσιν και την αγάπην του Θεού. Ταύτα έπρεπε [είσθε κάτω από υποχρέωσιν, ΜΝΚ] να κάμητε, και εκείνα να μη αφήσητε.» (Λουκ. 11:42· Ματθ. 23:23) Σημειώστε ότι η εκπλήρωσις της υποχρεώσεως του να δίνουν το ένα δέκατο από τον ηδύοσμο και τα άλλα πράγματα δεν τους απήλλασσε από το να εκτελούν τα «βαρύτερα» του νόμου, και το αντίθετο ήταν, επίσης, ορθό.
10 Μια τρίτη αρχή είναι ότι η αφιέρωσις στον Θεό υποχρεώνει τον Χριστιανό να κάμη το θέλημα του Θεού όπως αυτό αποκαλύπτεται· πρόσθετες υποχρεώσεις από τον Θεό πρέπει ν’ αναλαμβάνωνται καθώς έρχονται. Ο Θεός μπορεί να επεκτείνη τις υποχρεώσεις σε έκτασι, ν’ αυξήση τις λεπτομέρειές των ή να προσθέση νέες υποχρεώσεις όπως είναι θέλημά του. Ο Χριστιανός έχει υποχρέωσι να δοκιμάζη τι είναι «το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον.» (Ρωμ. 12:2) Η αυξημένη γνώσις και κατανόησις μπορούν να μας κάνουν άγρυπνους για πρόσθετες υποχρεώσεις.—Φιλιππησ. 1:9, 10· 3:15, 16.
11, 12. (α) Πώς μπορεί να δημιουργηθή ‘σύγκρουσις συμφερόντων’ για τον Χριστιανό, όταν αναλαμβάνη υποχρεώσεις, και ποιες Βιβλικές αρχές πρέπει να έχη υπ’ όψιν; (β) Πώς μπορεί ο Χριστιανός να κάμη χώρο για τις αυξανόμενες υποχρεώσεις;
11 Μια τετάρτη αρχή είναι ότι δεν πρέπει να υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα. Εφόσον η όλη υποχρέωσις του ανθρώπου είναι να τηρή τις εντολές του Θεού, ο Χριστιανός δεν είναι ελεύθερος ν’ αναλάβη άλλες υποχρεώσεις, οι οποίες συγκρούονται με τις πρώτιστες υποχρεώσεις στον Θεό ή βρίσκονται σε αντίθεσι προς αυτές. Εφόσον είμεθα δούλοι αγορασμένοι με το πολύτιμο αίμα του Χριστού, κανείς μας δεν μπορεί ν’ αφήση τον εαυτό του να γίνη δούλος ενός άλλου κυρίου. «Ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται εις τας βιωτικάς υποθέσεις, δια να αρέση εις τον στρατολογήσαντα.» (2 Τιμ. 2:4· Ματθ. 6:24) Ένας Χριστιανός θα κάμη καλά να λαμβάνη υπ’ όψιν αυτό, όταν εκλέγη κοσμική εργασία ή αναλαμβάνη μια επιχείρησι ή άλλες υποχρεώσεις.
12 Μια πέμπτη αρχή είναι ότι, εφόσον οι υποχρεώσεις μπορούν ν’ αυξήσουν και εφόσον δεν μπορούμε να περικόψωμε μερικές Χριστιανικές υποχρεώσεις για να κάνωμε χώρο για άλλες, είναι ανάγκη να βρούμε την κατάλληλη ισορροπία για να ‘διακρίνωμε τα διαφέροντα [τα σπουδαιότερα, ΜΝΚ].’ (Φιλιππησ. 1:9, 10) Σημαίνει ότι θα ελευθερωθούμε από το να κάνωμε πράγματα που δεν είμεθα υποχρεωμένοι να κάνωμε για να υπάρχη χώρος για τ’ αυξανόμενα συμφέροντα της Βασιλείας. (Εφεσ. 5:15, 16) Έτσι με αυτές τις πέντε αρχές υπ’ όψιν, ας ιδούμε τι ακριβώς περιλαμβάνουν οι Χριστιανικές υποχρεώσεις.
ΟΙ ΠΡΩΤΙΣΤΕΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
13. (α) Περιγράψτε λεπτομερώς μερικές από τις πρωταρχικές υποχρεώσεις που βαρύνουν όλους τους Χριστιανούς. (β) Ποια εδάφια υποστηρίζουν αυτά;
13 Κατ’ αρχήν, η πρωτίστη υποχρέωσις που βαρύνει όλους τους Χριστιανούς είναι να είναι καλά εξηρτισμένοι διάκονοι του Θεού, για να υποστηρίζουν το όνομα και το σκοπό του Ιεχωβά με έργο και με λόγο. Εφόσον αυτό περιλαμβάνει την εκτέλεσι συγκεκριμένων εντολών, που εκδηλώνει ο Θεός σε συγκεκριμένες εποχές, αυτό περιλαμβάνει τώρα, στη ‘συντέλεια του αιώνος’, το κήρυγμα τούτου του ευαγγελίου της Βασιλείας σε όλη τη γη ως μαρτυρία σε όλα τα έθνη. (Ματθ. 24:14) «Απόδοτε εις τον Ιεχωβά την δόξαν του ονόματος αυτού.» (Ψαλμ. 96:2-4, 8, 10, ΜΝΚ· Αποκάλ. 14:6, 7) Αυτό σημαίνει να πηγαίνωμε από σπίτι σε σπίτι, να χρησιμοποιούμε κατάλληλα τον Λόγο του Θεού στη διδασκαλία μας, να κρατούμε κατάλληλες σημειώσεις ώστε να μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι εδόθη μαρτυρία στους ενοίκους κάθε κατοικίας, και να μπορούμε να παρακολουθήσωμε κατάλληλα εκεί όπου εκδηλώνεται ενδιαφέρον. Αυτό σημαίνει να ετοιμάζωμε ομιλίες, να κάνωμε επανεπισκέψεις, να διεξάγωμε Γραφικές μελέτες, καθώς, επίσης, και να εκπαιδεύωμε άλλους για να γίνουν αποτελεσματικοί σ’ αυτό το έργο. «Σπούδασον να παραστήσης σεαυτόν δόκιμον εις τον Θεόν, εργάτην ανεπαίσχυντον, ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας . . . [να είσαι] πράος προς πάντας, διδακτικός.» (2 Τιμ. 2:15, 24) Η πρωτίστη υποχρέωσις όλων των Χριστιανών περιλαμβάνει προσωπική μελέτη του Λόγου του Θεού καθώς και παρακολούθησι και συμμετοχή σε όλες τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι συνελεύσεις. (Εβρ. 10:24, 25· 2 Πέτρ. 1:19-21· 3:2, 18) Με άλλα λόγια, κάθε τι που είναι αναγκαίο για τη σωτηρία τη δική μας και εκείνων που μας ακούουν.—2 Τιμ. 3:14-17· Ρωμ. 15:4· 1 Τιμ. 4:16.
14, 15. (α) Εκτός από τις υποχρεώσεις του κηρύγματος, ποιες άλλες υποχρεώσεις έχει ένας Χριστιανός; (β) Ποια θέσι κατέχουν αυτές οι υποχρεώσεις σε συσχετισμό με την υποχρέωσι του κηρύγματος;
14 Για να είναι άξιος της πρωταρχικής υποχρεώσεως ένας Χριστιανός οφείλει, επίσης, να περιλάβη κάθε μορφή της προσωπικής και οικογενειακής του ζωής, των σχέσεών του με τον γαμήλιο σύντροφό του, τα τέκνα, τους γονείς, τους Χριστιανούς αδελφούς του, τους επισκόπους εκκλησίας, τον κοσμικό εργοδότη ή τους υπαλλήλους, τους γείτονες, συγγενείς, συναδέλφους καθώς, επίσης, και προς την κοσμική κυβερνητική εξουσία. (Εφεσ. 5:2, 28· 6:1, 4-9· Κολ. 3:22-4:1· Ρωμ. 12:17· 1 Τιμ. 5:8· Ρωμ. 13:1-7) Επομένως, αν είσθε ένας σύζυγος και πατέρας, περιλαμβάνεται και η υποχρέωσίς σας να φροντίζετε για τις υλικές και πνευματικές ανάγκες της οικογενείας σας. Αν είσθε μια νυμφευμένη γυναίκα, έχετε τη συζυγική και Χριστιανική υποχρέωσι να είσθε μια βοηθός στο σύζυγό σας και να φροντίζετε για τα παιδιά σας. Το ότι εγίνατε μια Χριστιανή μάρτυς αφιερωμένη στον Ιεχωβά με υποχρεώσεις να κηρύττετε και να παρακολουθήτε συναθροίσεις δεν πρέπει να έχη ως αποτέλεσμα την παραμέλησι των οικογενειακών σας υποχρεώσεων, αλλά, μάλλον, την καλύτερη φροντίδα γι’ αυτές. Πώς αυτό; Επειδή η φροντίδα για τις οικογενειακές σας υποχρεώσεις έγινε τώρα περισσότερο από απλώς μια ανθρωπίνη και κοινωνική υποχρέωσις. Έγινε τώρα μια Χριστιανική υποχρέωσις, ένα μέρος της τηρήσεως των εντολών του Θεού. Αλλά ούτε και η φροντίδα για τις οικογενειακές υποχρεώσεις πρέπει να έχη ως αποτέλεσμα την παραμέλησι των υποχρεώσεων να κηρύττετε και να συμμετέχετε στις εκκλησιαστικές συναθροίσεις.
15 Η εκπλήρωσις των οικογενειακών και εκκλησιαστικών υποχρεώσεων δεν σας ελευθερώνει ούτε σας απαλλάσσει από τις υποχρεώσεις να είσθε έντιμος και αξιόπιστος με τον εργοδότη σας, τους υπαλλήλους, συναδέλφους, κυβερνητικούς λειτουργούς ή άλλους. Εκτός του ότι αυτές είναι νόμιμες υποχρεώσεις, είναι ακόμη πιο επιτακτικές ως Χριστιανικές υποχρεώσεις. Ο Χριστιανός είναι υποχρεωμένος να διάγη μια ζωή ηθικώς καθαρά και δικαία. Όσα πράττει και όσα λέγει πρέπει να είναι υποδειγματικά. «Είτε λοιπόν τρώγετε, είτε πίνετε, είτε πράττετέ τι, πάντα πράττετε εις δόξαν Θεού.»—1 Κορ. 10:31· Κολ. 3:17· Τίτον 2:1-10.
16. (α) Ποια εσφαλμένη στάσι είναι πιθανόν να έχουν μερικοί όσον αφορά τις υποχρεώσεις των; (β) Γιατί ο Χριστιανός είναι υποχρεωμένος ν’ αναλαμβάνη κάθε επιπρόσθετη υποχρέωσι από τον Θεό;
16 Όχι μόνο υπάρχουν πολλές υποχρεώσεις που βαρύνουν τώρα τους Χριστιανούς, αλλά εφόσον ζούμε στη ‘συντέλεια του αιώνος’, που οικοδομείται η κοινωνία Νέου Κόσμου, οι υποχρεώσεις είναι βέβαιο ότι θ’ αυξάνουν. Δεν μπορεί να πη ένας, «Όταν εβαπτίσθηκα δεν είχαμε όλες αυτές τις υποχρεώσεις για ομιλίες, διδασκαλία, εκπαιδευτικό πρόγραμμα, όρια ωρών, και άλλα όμοια, ώστε δεν με δεσμεύουν σήμερα. Είμαι υποχρεωμένος να κάμω μόνο ό,τι συνεφώνησα να κάμω όταν εβαπτίσθηκα.» Εκείνον που σκέπτεται έτσι μπορούμε να τον ερωτήσωμε, «Τι έχετε συμφωνήσει; Μήπως μόνο το να κηρύττετε τ’ αγαθά νέα με μια κάρτα ή με γραμμόφωνο, ή ίσως με μια ομιλία; Καθόλου! Η αφιέρωσίς σας ήταν στο θέλημα του Ιεχωβά όπως αυτό αποκαλύπτεται μέσω του Χριστού Ιησού, του αγίου πνεύματος και της Γραφής.» Ώστε με την ευχή της αφιερώσεώς μας είμεθα υποχρεωμένοι να εκτελέσωμε οποιεσδήποτε πρόσθετες υποχρεώσεις που θέτει επάνω μας ο Ιεχωβά. Και όταν αντιλαμβανόμεθα ότι είμεθα υποχρεωμένοι στον Θεό, τότε υπάρχει ένας ακόμη πιο αναγκαστικός λόγος για μας ν’ αναλάβωμε πρόσθετες υποχρεώσεις. Να ενθυμήσθε, ‘χρεωστούμεν, καθώς εκείνος περιεπάτησε, και ημείς ούτω να περιπατώμεν’.—1 Ιωάν. 2:6· Λουκ. 24:48.
17. Πώς ο Ιεχωβά αύξησε τις υποχρεώσεις των Ισραηλιτών καθώς εισήρχοντο στη Γη της Επαγγελίας, και σε ποιους τομείς ειδικά;
17 Το ότι ο Ιεχωβά μπορεί να επεκτείνη τις υποχρεώσεις μας σε έκτασι, ν’ αυξήση συγκεκριμένες λεπτομέρειες ή να προσθέση νέες υποχρεώσεις μπορεί ν’ αποδειχθή από την πολιτεία του με το έθνος Ισραήλ. Είχαν λάβει μια βασική συλλογή νόμων και υποχρεώσεων στο Όρος Σινά, που κατεγράφη στα βιβλία Έξοδος, Λευιτικόν και Αριθμοί. Αλλά, όταν ήσαν έτοιμοι να εισέλθουν στη Γη της Επαγγελίας, τους εδόθησαν αυξημένες υποχρεώσεις, μερικές πλατύτερες σε έκτασι, άλλες ευρύτερες σε λεπτομέρειες και, επίσης, μερικές τελείως νέες υποχρεώσεις. Αυτό μπορεί να φανή από μια σύγκρισι του νόμου στο Όρος Σινά και του βιβλίου του Δευτερονομίου, που σημαίνει «Δεύτερος Νόμος». Παραδείγματος χάριν, μολονότι η διδασκαλία και η σπουδαιότης της ανεφέροντο στο νόμο του Όρους Σινά, εν τούτοις στο βιβλίο του Δευτερονομίου η ευθύνη της διδασκαλίας—πότε, πώς και γιατί—εκτίθεται με λεπτομέρειες. Όχι μόνο η σπουδαιότης επιδείξεως αγάπης, αλλά και οι πολλοί τρόποι με τους οποίους έπρεπε η αγάπη να εκδηλώνεται στην πράξι, και οι πολλές πράξεις, οι οποίες ρυθμίζονται με το ελατήριο της αγάπης, εκτίθενται λεπτομερώς στο Δευτερονόμιο. Προσδιορίζονται αυξημένες υποχρεώσεις σχετικά με την κοινωνική των ζωή, την οικογενειακή ζωή, τις θρησκευτικές εορτές, την αυστηρότητα για την αγνή λατρεία και τις πολλές προειδοποιήσεις εναντίον της ψευδούς λατρείας. Οδηγίες εδίδοντο με λεπτομέρειες για την αναγνώρισι και την εκκαθάρισι των αποστατών. Έτσι εδώ ο Ιεχωβά κατέδειξε ότι μπορούσε ν’ αυξήση και πράγματι αύξησε τις δίκαιες απαιτήσεις του ή υποχρεώσεις επάνω στο λαό του.
18-20. Πώς παρετηρήθη αύξησις των Χριστιανικών υποχρεώσεων μέσα στην κοινωνία Νέου Κόσμου (α) στη γνώσι και διδασκαλία του αγρού; (β) στη διακονία μας; (γ) στην ανάπτυξι αγάπης και πνευματικότητος; (δ) στην αυστηρότητα για αγνή λατρεία;
18 Σήμερα στη Χριστιανική κοινωνία Νέου Κόσμου παρατηρούμε, επίσης, ότι ο Ιεχωβά κατά τη σοφία και τη φροντίδα του για το λαό του αύξησε βαθμιαίως τις υποχρεώσεις μας και μας ετοίμασε για ζωή στη νέα του τάξι. Πάρτε το ζήτημα της γνώσεως και της διδασκαλίας. Με την πάροδο των ετών ο αριθμός των συναθροίσεων, που διεξάγονται κάθε εβδομάδα από την εκκλησία, αύξησε και έγιναν πιο συγκεκριμένες όσον αφορά το σκοπό τους, διότι απαιτούν πιο πολλή προπαρασκευή και πιο μεγάλη προσωπική συμμετοχή, κι έτσι προκύπτει μεγαλύτερη προσωπική ωφέλεια. Υπάρχουν, επίσης, οι συνελεύσεις περιοχής και περιφερείας, καθώς, επίσης, εθνικές και διεθνείς συνελεύσεις, που όλες τους αποτελούν ένα μέρος του προτύπου των συναθροίσεών μας για αυξημένη γνώσι και ειδικευμένη εκπαίδευσι. Όσον αφορά τη διακονία μας, κι εδώ, επίσης, αποκτήσαμε περισσότερο ειδικευμένη εκπαίδευσι, η οποία μας έδωσε πιο μεγάλη προσωπική ευθύνη. Η προσωπική διδασκαλία από σπίτι σε σπίτι, στις επανεπισκέψεις και Γραφικές μελέτες, τη διανομή περιοδικών, την κατάλληλη κάλυψι του τομέως με το από σπίτι σε σπίτι αρχείο, τη χρήσι ομιλιών και το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, όλ’ αυτά θέτουν μεγαλύτερες υποχρεώσεις επάνω στον καθένα μας ατομικώς. Και σ’ αυτόν τον τομέα, επίσης, οι υποχρεώσεις μας θα εξακολουθούν ν’ αυξάνουν. Ο χρόνος μόνο μπορεί να φέρη επιπρόσθετες υποχρεώσεις. «Ως προς τον καιρόν έπρεπε να ήσθε διδάσκαλοι.»—Εβρ. 5:12.
19 Αυτή η αύξησις δεν ήταν μονόπλευρη, ένα είδος οργανωτικής και αποδοτικής αυξήσεως εις βάρος της αγάπης και της πνευματικότητος. Όχι, διότι συγχρόνως διδαχθήκαμε με μεγαλύτερη έμφασι και λεπτομέρειες την ανάγκη της προσευχής και το πώς να παραμένουμε κοντά στον Θεό, πώς να δείχνωμε αγάπη προς τον Θεό, τις οικογένειές μας και τους συγ-Χριστιανούς μας. Εδόθη καλή συμβουλή για την εκδήλωσι περισσοτέρας αγάπης στο κήρυγμα καθώς, επίσης, και στην υποβοήθησι άλλων μέσα στην εκκλησία ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε ατόμου.
20 Ταυτοχρόνως, στη συμβουλή που εδόθη από τις σελίδες αυτού του περιοδικού παρετηρήθη ένας τόνος αυξημένης αυστηρότητος σχετικά με την ορθή λατρεία, την τοποθέτησι προσθέτων υποχρεώσεων επάνω στον καθένα ατομικώς, αυστηρή συμβουλή για την ηθική, την εντιμότητα, την ουδετερότητα και τις απαιτήσεις για την εκδήλωσι σεβασμού για την ιερότητα του αίματος. Οι εκκλησίες ετηρήθησαν καθαρές από ανάπτυξι αποστασίας με την εφαρμογή κυρώσεων, όπως είναι η περίοδος δοκιμασίας και η αποκοπή από την επικοινωνία, όταν παρίσταται ανάγκη. Αλλά ακόμη και αυτή η αυστηρότης γίνεται ισορροπημένα ασκουμένη με έλεος και αγάπη.
21, 22. (α) Πώς πρέπει να βλέπη ένας Χριστιανός την αύξησι των υποχρεώσεων; (β) Πώς μπορεί ένας ν’ αναλάβη αυτές τις υποχρεώσεις έτσι ώστε να μην έχη το αίσθημα υπερβαρύνσεως;
21 Αν επρόκειτο να ιδούμε όλες αυτές τις υποχρεώσεις από μια καθαρώς ανθρωπίνη άποψι, πιθανόν να είχαμε το αίσθημα υπερβαρύνσεως, αλλά δεν υπάρχει ανάγκη για κάτι τέτοιο. Ο Ιεχωβά γνωρίζει τις ανάγκες και τις ικανότητές μας, και αυτός οδηγεί το λαό του ως ένας προσεκτικός, στοργικός ποιμήν, ενήμερος των περιορισμών μας. Οφείλομε, όμως, ν’ αναλαμβάνωμε κάθε υποχρέωσι καθώς έρχεται και μ’ αυτό τον τρόπο η αύξησις των υποχρεώσεων δεν θα είναι ένα πολύ μεγάλο φορτίο. Αν μείνωμε πίσω, τότε το συσσωρευμένο φορτίο των υποχρεώσεων που δεν θελήσαμε ν’ αναλάβωμε μπορεί να γίνη πάρα πολύ βαρύ για να βασταχθή. Ώστε μάθετε ότι οι πρωταρχικές σας υποχρεώσεις είναι να κηρύττετε τ’ αγαθά νέα της Βασιλείας του Θεού και να διάγετε μια υποδειγματική Χριστιανική ζωή. Κατόπι καθορίστε αν η θέσις σας μέσα στην εκκλησία δίνη πρόσθετες υποχρεώσεις, και ποιες είναι αυτές. Έπειτα, καταρτίστε ένα πρακτικό πρόγραμμα για να δαπανάτε λίγη ώρα για καθεμιά και τηρήστε το. Καμμία δεν είναι δυνατόν να παραμερίζεται. Ακολουθήστε το παράδειγμα του Ιησού, διότι χρεωστούμεν ‘καθώς εκείνος περιεπάτησε, και ημείς να περιπατήσωμεν’.—1 Ιωάν. 2:6.
22 Αλλά πώς μπορεί ένας να λάβη πρόσθετες υποχρεώσεις; Τι περιλαμβάνουν αυτές, και πώς μπορεί ένας να φροντίση γι’ αυτές; Αυτό θα εξετασθή στο επόμενο άρθρο.
[Εικόνα στη σελίδα 360]
Κήρυξις του Ευαγγελίου
[Εικόνα στη σελίδα 361]
Φροντίδα για τις Ανάγκες της Οικογενείας