-
ΑδελφόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας έχουν κοινή πνευματική συγγένεια ανάλογη με τη συγγένεια των αδελφών. Ο Ιησούς αποκάλεσε τους μαθητές του αδελφούς. (Ματ 25:40· 28:10· Ιωα 20:17) Τόνισε ιδιαίτερα αυτή τη συγγένεια, λέγοντας: «Όποιος κάνει το θέλημα του Πατέρα μου . . . αυτός είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα μου». (Ματ 12:48-50) Επομένως, πρέπει κανείς να αγαπάει τους εξ αίματος συγγενείς του λιγότερο από τον Χριστό και να τους αφήνει πίσω για χάρη του, αν αυτό είναι απαραίτητο. (Ματ 10:37· 19:29· Λου 14:26) Στην πραγματικότητα, αδελφός μπορεί να παραδώσει αδελφό στο θάνατο. (Μαρ 13:12) Ο όρος «αδελφός», πέραν των άμεσων συντρόφων του Ιησού, περιλαμβάνει ολόκληρη την εκκλησία των πιστών (Ματ 23:8· Εβρ 2:17), «ολόκληρη την αδελφότητα» “η οποία έχει το έργο της επίδοσης μαρτυρίας για τον Ιησού”. (1Πε 2:17· 5:9· Απ 19:10) Μια τέτοια πνευματική αδελφότητα εκδηλώνει «αδελφική αγάπη» στον πληρέστερο βαθμό.—Ρω 12:10· Εβρ 13:1.
Την Πεντηκοστή, ο Πέτρος απευθύνθηκε σε άτομα από μακρινές χώρες, μεταξύ των οποίων και σε προσήλυτους, αποκαλώντας τους όλους “αδελφούς”. (Πρ 2:8-10, 29, 37) Μερικές φορές οι άρρενες Χριστιανοί πιστοί διακρίνονταν από τις γυναίκες όταν αποκαλούνταν «αδελφοί», ενώ εκείνες αποκαλούνταν αντίστοιχα «αδελφές» (1Κο 7:14, 15), αλλά γενικά ο όρος «αδελφοί» ήταν ο αποδεκτός χαιρετισμός που απευθυνόταν προς μεικτές ομάδες και δεν περιοριζόταν στους άρρενες. (Πρ 1:15· Ρω 1:13· 1Θε 1:4) Ο εν λόγω όρος χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια σε όλες τις θεόπνευστες Χριστιανικές επιστολές εκτός από τρεις (Τίτο, 2 Ιωάννη και Ιούδα), καθώς και στα έργα των πρώτων εκκλησιαστικών συγγραφέων. Οι απόστολοι έδιναν προειδοποιήσεις σχετικά με τους “ψευδαδέλφους” που παρεισέφρεαν στις εκκλησίες.—2Κο 11:26· Γα 2:4.
-
-
ΑδελφόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΕΛΦΟΣ
Άντρας που έχει τον ίδιο γονέα ή τους ίδιους γονείς με άλλο άτομο. Ο όρος του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου είναι ’αχ και ο αντίστοιχος όρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ἀδελφός. Μερικοί από τους αμφιθαλείς αδελφούς που αναφέρονται στην Αγία Γραφή—γιοι του ίδιου πατέρα και της ίδιας μητέρας—είναι ο Κάιν και ο Άβελ, γιοι του Αδάμ και της Εύας (Γε 4:1, 2· 1Ιω 3:12), ο Ιακώβ και ο Ησαύ, δίδυμοι γιοι του Ισαάκ και της Ρεβέκκας (Γε 25:24-26), καθώς επίσης ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, γιοι του Ζεβεδαίου και της συζύγου του (Ματ 4:21· 27:56· παράβαλε Κρ 8:19). Ο Μωυσής και ο Ααρών ήταν αδελφοί της Μαριάμ (Αρ 26:59), ο δε Λάζαρος ήταν αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας. (Ιωα 11:1, 19) Ο όρος «αδελφοί» προσδιορίζει επίσης τους ετεροθαλείς αδελφούς, άτομα από τον ίδιο πατέρα αλλά από διαφορετική μητέρα, όπως οι 12 γιοι που απέκτησε ο Ιακώβ από τέσσερις διαφορετικές γυναίκες (Γε 35:22-26· 37:4· 42:3, 4, 13), καθώς επίσης παιδιά από την ίδια μητέρα αλλά από διαφορετικούς πατέρες, όπως ο Ιησούς και οι αδελφοί του, πιθανόν δε και ο Δαβίδ με τις αδελφές του.—Ματ 13:55· 1Χρ 2:13-16· 2Σα 17:25· βλέπε «Οι Αδελφοί του Ιησού» πιο κάτω.
Ωστόσο, ο όρος «αδελφός» δεν περιοριζόταν στην άμεση σαρκική συγγένεια. Ο Αβραάμ και ο Λάβαν αναφέρθηκαν στους ανιψιούς τους, τον Λωτ και τον Ιακώβ αντίστοιχα, ως αδελφούς. (Γε 11:27· 13:8· 14:14, 16· 29:10, 12, 15· παράβαλε Λευ 10:4.) Τα μέλη της ίδιας φυλής στον Ισραήλ είχαν αδελφική συγγένεια (2Σα 19:12, 13· Αρ 8:26), και με ακόμη ευρύτερη έννοια ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ ήταν αδελφοί, δεδομένου ότι ήταν απόγονοι ενός κοινού πατέρα, του Ιακώβ, και ήταν ενωμένοι στη λατρεία του ίδιου Θεού, του Ιεχωβά. (Εξ 2:11· Δευ 15:12· Ματ 5:47· Πρ 3:17, 22· 7:23· Ρω 9:3) Ακόμη και οι Εδωμίτες, οι οποίοι κατάγονταν από τον Αβραάμ μέσω του δίδυμου αδελφού του Ιακώβ, του Ησαύ, και επομένως συγγένευαν με τον Ισραήλ, αποκαλούνταν αδελφοί. (Αρ 20:14) Μετά την επανένωσή τους, τα βασίλεια του Ιούδα και του Ισραήλ αναφέρθηκε ότι βρίσκονταν σε «αδελφοσύνη» (εβρ., ’αχαβάχ).—Ζαχ 11:14.
Ο όρος «αδελφός» εφαρμόζεται επίσης σε εκείνους οι οποίοι είναι ενωμένοι σε μια κοινή προσπάθεια και έχουν παρόμοιους στόχους και σκοπούς. Παραδείγματος χάρη, ο Βασιλιάς Χιράμ της Τύρου αποκάλεσε τον Βασιλιά Σολομώντα αδελφό του, όχι μόνο επειδή ήταν ίσοι από πλευράς αξιώματος και θέσης, αλλά και, ενδεχομένως, επειδή είχαν κοινά συμφέροντα όσον αφορά την προμήθεια ξυλείας και άλλων υλικών για το ναό. (1Βα 9:13· 5:1-12) «Δείτε! Τι καλό και τι ευχάριστο που είναι να κατοικούν μαζί οι αδελφοί με ενότητα!» έγραψε ο Δαβίδ, υπονοώντας ότι στην ειρήνη και στην ενότητα μεταξύ σαρκικών αδελφών δεν συμβάλλουν μόνο οι σχέσεις αίματος. (Ψλ 133:1) Στην πραγματικότητα, η αμοιβαία στοργή και το ενδιαφέρον, και όχι η κοινή οικογενειακή καταγωγή, υποκίνησαν τον Δαβίδ να αποκαλέσει τον Ιωνάθαν αδελφό του. (2Σα 1:26) Οι σύντροφοι που έχουν παρόμοιες ιδιοσυγκρασίες και διαθέσεις, ακόμη και όταν αυτές είναι κακές, χαρακτηρίζονται εύστοχα αδελφοί.—Παρ 18:9.
-