Θάνατος—Η Παγκόσμια Μάστιγα
ΚΑΘΕ χρόνο περίπου 50 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν σε όλη την υδρόγειο. Αυτό μεταφράζεται σε 137.000 θανάτους τη μέρα, 5.700 την ώρα, περίπου 100 το λεπτό, δηλαδή, 3 και πλέον άτομα κάθε δυο δευτερόλεπτα. Καμιά οικογένεια δεν εξαιρείται από τη μάστιγα του θανάτου. Βασιλιάδες και κοινοί άνθρωποι, πλούσιοι και φτωχοί, άντρες και γυναίκες—όλοι πεθαίνουν.
«Σε αυτόν τον κόσμο τίποτα δεν είναι σίγουρο παρά μόνο ο θάνατος και οι φόροι», έγραψε σε ένα φίλο του ο διάσημος Αμερικανός εκδότης, εφευρέτης και διπλωμάτης Βενιαμίν Φραγκλίνος το 1789. Η παρατήρηση που έκανε, ωστόσο, δεν ήταν μοναδική στο είδος της. Περίπου 2.800 χρόνια πιο πριν, ο σοφός Βασιλιάς Σολομών του αρχαίου έθνους Ισραήλ είχε δηλώσει: «Οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει». Αλλά και αυτός απλώς επιβεβαίωνε αυτό που είχε λεχθεί περίπου 3.000 χρόνια πιο πριν, στον πρώτο άνθρωπο εδώ στη γη: «Γη είσαι, και εις γην θέλεις επιστρέψει».—Εκκλησιαστής 9:5· Γένεσις 3:19.
Ο θάνατος παρότι ήταν αναπόφευκτος σε όλο το διάβα της ανθρώπινης ιστορίας, εξακολουθεί να αποτελεί πηγή μεγάλης λύπης. Σωστά έχει λεχθεί ότι η φυσιολογική επιθυμία μας είναι να ζούμε, όχι να πεθαίνουμε. Οι σχέσεις που έχουμε με την οικογένειά μας και με τους φίλους μας είναι δυνατοί δεσμοί που θέλουμε πάση θυσία να διατηρήσουμε. Αλλά, καθώς τα χρόνια περνούν, ο ένας μετά τον άλλον, αυτοί οι δεσμοί κόβονται με το θάνατο. Οι παππούδες μας, οι γονείς μας και οι φίλοι μας πεθαίνουν.
«Είναι γεγονός ότι οι αιωνόβιοι που έχουν περάσει τα 113 χρόνια τους είναι εξαιρετικά σπάνιοι και το αποδεδειγμένο απόλυτο όριο μακροβιότητας του ανθρώπου για τις μέρες μας δεν επιτρέπει σε κανέναν να γιορτάσει περισσότερα από 120 γενέθλια», δηλώνει το Βιβλίο των Παγκόσμιων Ρεκόρ, Γκίνες (Guinness Book of World Records). Επομένως, κανείς από όσους ζουν σήμερα δεν πρόλαβε τη γέννηση του Ουίνστον Τσόρτσιλ (1874) ή του Μαχάτμα Γκάντι (1869), την πώληση της Αλάσκας στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη Ρωσία το 1867 ή τη δολοφονία του Αβραάμ Λίνκολν το 1865—για να μην αναφερθούμε και σε όλα τα ιστορικά γεγονότα που προηγήθηκαν αυτών του 19ου αιώνα.
Πραγματικά, παρά τις σύγχρονες ιατρικές και επιστημονικές ανακαλύψεις, η διάρκεια ζωής του ανθρώπου εξακολουθεί να κυμαίνεται στα όρια που ανέφερε ο Μωυσής, ένας άντρας των αρχαίων χρόνων: «Αι ημέραι της ζωής ημών είναι καθ’ εαυτάς εβδομήκοντα έτη, και εάν εν ευρωστία, ογδοήκοντα έτη· πλην και το καλήτερον μέρος αυτών είναι κόπος και πόνος, διότι ταχέως παρέρχεται και ημείς πετώμεν». (Ψαλμός 90:10) Αυτή η δήλωση αποτελούσε γενίκευση. Ο ίδιος ο Μωυσής έζησε 120 χρόνια.
Όσα προβλήματα και αν έχει η ζωή, η απώλεια ενός ανθρώπου προκαλεί ασύγκριτο πόνο και θλίψη. Πολλές φορές έχει δυσμενή επίδραση στην υγεία εκείνων που μένουν πίσω και είναι γνωστό μάλιστα ότι επισπεύδει τις αρρώστιες και το θάνατο. Ανεξάρτητα από το ποιο μέλος της οικογένειας πεθαίνει, το αίσθημα της απώλειας είναι πολύ μεγάλο. Ένας ψυχίατρος το τοποθέτησε ως εξής: «Όταν πεθαίνουν οι γονείς σου, χάνεις το παρελθόν σου. Όταν πεθαίνει το παιδί σου, χάνεις το μέλλον σου». Η απελπισία και η συναισθηματική ένταση που ακολουθούν ίσως ξεπερνούν κάθε περιγραφή. Οι οικονομικοί πόροι πολλές φορές περιορίζονται δραστικά, πράγμα που επιδεινώνει την κατάσταση. Η πίεση που δέχονται τα άτομα να ακολουθήσουν πιστά κάποια επικήδεια έθιμα και συνήθειες μπορεί να συμβάλει στη θλίψη.
Παρ’ όλα αυτά, μπορούμε άραγε με κάποιον τρόπο να ελαφρύνουμε την ψυχολογική πίεση και τα βάρη που πέφτουν επάνω μας όταν πεθαίνει ένα αγαπημένο πρόσωπο;