-
Δίνουν και ΧαίρονταιΗ Σκοπιά—2002 | 1 Δεκεμβρίου
-
-
[Πλαίσιο/Εικόνες στη σελίδα 6]
Δίδαξαν οι Πρώτοι Πατέρες της Εκκλησίας την Πληρωμή Δεκάτων;
«Οι πλούσιοι ανάμεσά μας βοηθούν εκείνους που βρίσκονται σε ανάγκη . . . Όσοι ευημερούν και είναι πρόθυμοι δίνουν ό,τι θεωρεί ο καθένας κατάλληλο».—Η Πρώτη Απολογία, Ιουστίνος ο Μάρτυρας, περ. 150 Κ.Χ.
«Οι Ιουδαίοι όντως αφιέρωναν τα δέκατα των αγαθών τους σε Εκείνον, αλλά όσοι έχουν απελευθερωθεί ξεχωρίζουν όλα τα υπάρχοντά τους για τους σκοπούς του Κυρίου, . . . όπως ενήργησε εκείνη η φτωχή χήρα που έριξε ολόκληρο το βιος της στο θησαυροφυλάκιο του Θεού».—Κατά Αιρέσεων, Ειρηναίος, περ. 180 Κ.Χ.
«Αν και έχουμε το κουτί μας για τις συνεισφορές, τα χρήματα που μπαίνουν εκεί δεν έχουν σκοπό να εξαγοράσουν τη σωτηρία, σαν να πιστεύαμε σε μια θρησκεία που μπορεί να αγοραστεί. Στην ορισμένη μέρα του μήνα, ο καθένας προσφέρει αν θέλει μια μικρή δωρεά, αλλά μόνο αν ευχαριστείται να το κάνει, και μόνο αν έχει τη δυνατότητα, γιατί κανείς δεν εξαναγκάζεται. Όλες οι προσφορές είναι προαιρετικές».—Απολογητικός, Τερτυλλιανός, περ. 197 Κ.Χ.
-
-
Δίνουν και ΧαίρονταιΗ Σκοπιά—2002 | 1 Δεκεμβρίου
-
-
Ο Χριστιανικός Τρόπος για να Δίνουμε
Ωστόσο, εξακολουθούσε να υπάρχει ανάγκη συνεισφορών για την υποστήριξη της αληθινής λατρείας. Ο Ιησούς είχε αναθέσει στους μαθητές του “να είναι μάρτυρες ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης”. (Πράξεις 1:8) Καθώς αυξανόταν ο αριθμός των πιστών, μεγάλωνε και η ανάγκη που υπήρχε να επισκέπτονται Χριστιανοί δάσκαλοι και επίσκοποι τις εκκλησίες και να τις ενισχύουν. Χήρες, ορφανά και άλλα άτομα που βρίσκονταν σε ανάγκη έπρεπε κατά καιρούς να τυγχάνουν φροντίδας. Πώς κάλυπταν οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα τα έξοδα που περιλαμβάνονταν;
Περίπου το 55 Κ.Χ. απευθύνθηκε μια έκκληση στους Εθνικούς Χριστιανούς στην Ευρώπη και στη Μικρά Ασία για χάρη της φτωχής εκκλησίας στην Ιουδαία. Στις επιστολές του προς την εκκλησία της Κορίνθου, ο απόστολος Παύλος περιγράφει πώς οργανώθηκε αυτή “η συνεισφορά για τους αγίους”. (1 Κορινθίους 16:1) Ίσως εκπλαγείτε από τα όσα αποκαλύπτουν τα λόγια του Παύλου σχετικά με το Χριστιανικό τρόπο με τον οποίο μπορεί να δίνει κάποιος.
Ο απόστολος Παύλος δεν έπεισε με κολακείες τους ομοπίστους του να κάνουν προσφορές. Μάλιστα, Μακεδόνες Χριστιανοί οι οποίοι «ταλαιπωρούνταν» και βρίσκονταν σε “βαθιά φτώχεια” χρειάστηκε να “τον παρακαλέσουν με πολλές ικεσίες για το προνόμιο του να κάνουν προσφορά με καλοσύνη και για συμμετοχή στη διακονία που προοριζόταν για τους αγίους”.—2 Κορινθίους 8:1-4.
Είναι αλήθεια ότι ο Παύλος πρότρεψε τους Κορινθίους οι οποίοι ήταν πιο εύποροι να μιμηθούν τους γενναιόδωρους αδελφούς τους στη Μακεδονία. Εντούτοις, όπως παρατηρεί ένα σύγγραμμα, “απέφυγε να δώσει εντολές, προτιμώντας μάλλον να παρακαλέσει, να προτείνει, να προτρέψει ή να κάνει έκκληση. Ο αυθορμητισμός και η θέρμη θα απουσίαζαν από την προσφορά των Κορινθίων αν υπήρχε εξαναγκασμός”. Ο Παύλος γνώριζε ότι «ο Θεός αγαπάει το χαρωπό δότη», όχι εκείνον που δίνει «απρόθυμα ή αναγκαστικά».—2 Κορινθίους 9:7.
Η αφθονία στην πίστη και στη γνώση μαζί με τη γνήσια αγάπη για τους συγχριστιανούς θα υποκινούσαν τους Κορινθίους να δώσουν αυθόρμητα.—2 Κορινθίους 8:7, 8.
“ Όπως Έχει Αποφασίσει στη Δική του Καρδιά”
Αντί να καθορίσει κάποιο ποσό ή ποσοστό, ο Παύλος απλώς εισηγήθηκε ότι «την πρώτη ημέρα κάθε εβδομάδας, ο καθένας . . . θα πρέπει να ξεχωρίζει ένα ποσό χρημάτων ανάλογα με το εισόδημά του». (Τα πλάγια γράμματα δικά μας· 1 Κορινθίους 16:2, Νέα Διεθνής Μετάφραση [New International Version]) Προγραμματίζοντας και ξεχωρίζοντας ένα ποσό σε τακτική βάση, οι Κορίνθιοι δεν θα ένιωθαν ότι πιέζονταν να δώσουν με βαριά καρδιά ή από συναισθηματική παρόρμηση όταν ερχόταν ο Παύλος. Για τον κάθε Χριστιανό, η απόφαση όσον αφορά το πόσα θα έδινε έπρεπε να είναι προσωπικό ζήτημα, κάτι που “είχε αποφασίσει στη δική του καρδιά”.—2 Κορινθίους 9:5, 7.
Για να θερίσουν με αφθονία, οι Κορίνθιοι έπρεπε να σπείρουν με αφθονία. Δεν τους έγινε ποτέ η πρόταση να δίνουν πέρα από τις δυνατότητές τους. “Δεν θέλω να είναι αυτό δύσκολο για εσάς”, τους διαβεβαίωσε ο Παύλος. Οι συνεισφορές ήταν “ιδιαίτερα ευπρόσδεκτες σύμφωνα με ό,τι είχε κανείς, όχι σύμφωνα με ό,τι δεν είχε”. (2 Κορινθίους 8:12, 13· 9:6) Σε μεταγενέστερη επιστολή, ο απόστολος προειδοποίησε: «Αν κάποιος δεν προμηθεύει . . . για εκείνους που είναι μέλη του σπιτικού του, έχει απαρνηθεί την πίστη και είναι χειρότερος από έναν άπιστο». (1 Τιμόθεο 5:8) Ο Παύλος δεν ενθάρρυνε το να δίνει κάποιος έτσι ώστε να παραβιάζει αυτή την αρχή.
Είναι σημαντικό το ότι ο Παύλος επέβλεπε όταν έγινε μια “συνεισφορά για τους αγίους” που βρίσκονταν σε ανάγκη. Δεν διαβάζουμε στις Γραφές ότι ο Παύλος ή οι άλλοι απόστολοι οργάνωναν συνεισφορές ή ότι λάβαιναν δέκατα για να χρηματοδοτούν τη δική τους διακονία. (Πράξεις 3:6) Λαβαίνοντας πάντοτε με ευγνωμοσύνη τα δώρα που του έστελναν οι εκκλησίες, ο Παύλος ευσυνείδητα απέφευγε να επιβάλλει «δαπανηρή επιβάρυνση» στους αδελφούς του.—1 Θεσσαλονικείς 2:9· Φιλιππησίους 4:15-18.
Προαιρετικές Προσφορές Σήμερα
Είναι φανερό ότι στη διάρκεια του πρώτου αιώνα οι ακόλουθοι του Χριστού έδιναν προαιρετικές προσφορές, όχι δέκατα.
-