Το Παρελθόν της Θρησκείας Δείχνει το Μέλλον Της
Μέρος 7ο: περ. 1500 π.Χ. κι Έπειτα—Ινδουισμός—Ένα και το Αυτό με την Ανεκτικότητα
«Κάθε άνθρωπος θα πρέπει να ακολουθεί τη δική του θρησκεία».—Ραμακρίσνα, Ινδουιστής μεταρρυθμιστής του 19ου αιώνα
Η ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ θεωρείται φυσιολογικά ως αρετή. Αλλά όπως κι αν έχουν τα πράγματα, αυτή η λέξη περιγράφει κατάλληλα τη γιγαντιαία παγκόσμια θρησκεία που είναι γνωστή ως Ινδουισμός. Το 1985, αναφέρθηκε ότι το 13,5 τοις εκατό του παγκόσμιου πληθυσμού, περίπου 650.000.000 άτομα, ομολογούσαν ότι είναι Ινδουιστές.
Ο Ινδουισμός έχει οριστεί ως «περίπλοκη εθνική θρησκεία, που αποτελείται από πολλά διαφορετικά συστατικά», και απλώς ως «γενικός όρος που περιλαμβάνει όλες τις θρησκείες της Ινδίας». Η The New Encyclopædia Britannica δεν διευκρινίζει και πολύ το ζήτημα, τη στιγμή που παραδέχεται ότι «όλες οι απόπειρες να δοθεί συγκεκριμένος ορισμός στον Ινδουισμό έχουν καταλήξει σε αποτέλεσμα μη ικανοποιητικό από μία ή άλλη άποψη, αφού μάλιστα οι αρμοδιότεροι ειδικοί του Ινδουισμού—στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι ίδιοι οι Ινδουιστές—έχουν τονίσει πάντα με σαφήνεια τις ποικίλες όψεις ενός ενιαίου όλου».
Οπωσδήποτε, ο Ινδουισμός είναι παλιά θρησκεία. Προήλθε από την κοιλάδα του Ινδού ποταμού, που αποτελεί σήμερα μέρος του Πακιστάν. Ένας Ινδοευρωπαϊκός λαός, γνωστός ως Άριοι, ήρθε σ’ αυτή την περιοχή, περίπου το 1500 π.Χ. Εφόσον αυτοί θεωρούσαν ορισμένα έργα ως ιερή γνώση (βέδα), η θρησκεία τους έγινε γνωστή ως Βεδισμός. Αυτή περιείχε ορισμένα στοιχεία παρμένα από τη θρησκεία των προγόνων των σημερινών Ιρανών. Υπάρχει ακόμη πιθανότητα να ασκήθηκε επιρροή από τους Βαβυλώνιους, όπως εξηγεί η Encyclopædia of Religion and Ethics (Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας και της Ηθικής), μιλώντας για «διάφορες ομοιότητες μεταξύ του Βαβυλωνιακού και του αρχαίου Ινδουιστικού πολιτισμού». Η θρησκεία των αρχικών εποίκων αναπτύχτηκε με βάση αυτά τα ξένα στοιχεία, ενώ, με το πέρασμα του χρόνου και καθώς επηρεαζόταν από άλλες θρησκείες, πρόσθετε ή αφαιρούσε δοξασίες και συνήθειες. Έτσι, ο Ινδουισμός είναι το αποτέλεσμα μιας συνεχούς προσάρτησης πολυάριθμων στοιχείων, τα οποία προήλθαν από πολλές πηγές.
Διδασκαλίες και Συνήθειες
Οι Άριοι βοήθησαν να τοποθετηθεί η βάση για το Ινδουιστικό σύστημα των καστών. Οι τέσσερις αρχικές κάστες πολλαπλασιάστηκαν και περιέλαβαν αργότερα αρκετές χιλιάδες υποδιαιρέσεις. Αυτές οι τέσσερις κάστες υποτίθεται ότι προήλθαν από διαφορετικά μέρη του σώματος του πουρούσα—σανσκριτική λέξη που σημαίνει «άτομο» ή «άνθρωπος» και αναφέρεται στον αρχικό πατέρα του ανθρώπινου γένους.
Οι Βραχμάνοι, που υποτίθεται ότι γεννήθηκαν από το στόμα του, ήταν οι θρησκευτικοί ηγέτες· οι Ξατρίγια, που γεννήθηκαν από τους βραχίονές του, ήταν στρατιωτικοί και πολιτικοί ηγέτες· οι Βαϊσία, που γεννήθηκαν από τους μηρούς του, ήταν αγρότες, τεχνίτες και έμποροι· και οι Σούντρα, που γεννήθηκαν από τα πόδια του, ήταν δούλοι. Οι «άθικτοι» ήταν άτομα χαμηλής κάστας, στων οποίων τα καθήκοντα ή τον τρόπο ζωής περιλαμβάνονταν θρησκευτικά ακάθαρτες δραστηριότητες. Μολονότι, πριν από 40 περίπου χρόνια, η Ινδία και το Πακιστάν κήρυξαν εκτός νόμου τις πιο αυστηρές μορφές του Ινδουιστικού συστήματος των καστών, υπάρχουν ακόμη στοιχεία αυτού του συστήματος.
Για κάποια χρονική περίοδο, οι θυσίες ζώων αποτελούσαν σπουδαίο μέρος της λατρείας, πράγμα που απαιτούσε την ύπαρξη ενός ιερατείου για την εκτέλεση των αναγκαίων τελετών. Οι Βραχμάνοι έγιναν τόσο ισχυροί ώστε ένα παρακλάδι της θρησκείας έγινε γνωστό ως Βραχμανισμός. «Τους ιερείς τους φοβούνταν και τους τιμούσαν περισσότερο από τους θεούς», λέει ο Τ. Γ. Όργκαν, «επειδή οι ιερείς μπορούσαν να καταστρέψουν τους εχθρούς αλλάζοντας απλώς την ιεροτελεστία». Καθώς οι τελετουργίες των θυσιών έγιναν πιο περίπλοκες, ξεκίνησε μια τάση που έδινε έμφαση στον ασκητισμό, δηλαδή την αυτοτιμωρία της σάρκας.
Η σαμσάρα αποτελούσε βασική δοξασία. Παρουσιάστηκε, το αργότερο, στις Ουπανισάδες—σ’ αυτή την ομάδα Ινδουιστικών συγγραμμάτων που χρονολογούνται πιθανότατα από το πρώτο μισό της πρώτης χιλιετίας π.Χ. Αυτά τα συγγράμματα δίδασκαν ότι μετά το θάνατο, και μετά από μια ενδιάμεση παραμονή στον παράδεισο ή στην κόλαση, τα άτομα ξαναγεννιούνται ως άνθρωποι ή ως ζώα σ’ ένα επίπεδο υψηλότερο ή κατώτερο από εκείνο στο οποίο βρίσκονταν προηγουμένως, κι αυτό σε αρμονία με το νόμο του Κάρμα. Ο στόχος της ζωής είναι η επίτευξη του μοκσά, δηλαδή η απελευθέρωση από τον αμείλικτο κύκλο της γέννησης και της αναγέννησης, η απορρόφηση στην απόλυτη πηγή της τάξης που ονομάζεται Βράχμα.
Ο Βεδισμός αναγνώριζε πολλούς θεούς. Αλλά σύμφωνα με το βιβλίο Concepts of Indian Philosophy (Αντιλήψεις της Ινδικής Φιλοσοφίας), οι πιστοί του δεν ήταν ικανοποιημένοι μ’ αυτό, κι έτσι «σιγά-σιγά στράφηκαν προς μια μονοθεϊστική αντίληψη του θεού-κεφαλής. . . . Μια μέθοδος ήταν να συγχωνεύσουν όλους τους προηγούμενους θεούς . . . [για να] παραγάγουν έναν αντιληπτό θεό». Ο Βράχμα λοιπόν κατέληξε να γίνει ένας απρόσωπος θεός χωρίς χαρακτηριστικά και ιδιότητες, αλλά προσωποποιημένος σε διάφορες θεότητες.
Η επιθυμία για την επίτευξη του μοκσά βασίζεται σ’ αυτό που ο ιστορικός Γουίλ Ντουράν αποκαλεί «αποστροφή για τη ζωή . . . , που ρίχνει τη σκιά της σ’ ολόκληρη την Ινδουιστική σκέψη». Αυτή η μελαγχολική και απαισιόδοξη στάση φαίνεται παραστατικά στην Ουπανισάδα Μαΐτρι, η οποία θέτει το ερώτημα: «Σ’ αυτό το σώμα—που βασανίζεται από την επιθυμία, την οργή, την πλεονεξία, την αυταπάτη, το φόβο, την αποθάρρυνση, το φθόνο, τον αποχωρισμό από το επιθυμητό, την ένωση με το ανεπιθύμητο, την πείνα, τη δίψα, τα γηρατειά, το θάνατο, την αρρώστια, τη θλίψη και τα παρόμοια—τι καλό θα προκύψει από την ικανοποίηση των επιθυμιών;»
Ένας τρόπος για την αποφυγή αυτής της δυστυχούς κατάστασης προτείνεται στις Πουράνες, που είναι μια σειρά από κείμενα τα οποία γράφτηκαν προφανώς στη διάρκεια των πρώτων αιώνων μ.Χ. Οι Πουράνες, λέξη που σημαίνει «αρχαίες ιστορίες», ήταν διαθέσιμες σε πολλούς ανθρώπους και έφτασαν στο σημείο να γίνουν γνωστές ως οι γραφές του κοινού ανθρώπου. Η Πουράνα Γκαρούντα ισχυρίζεται: «Η αληθινή ευτυχία έγκειται στην εξάλειψη όλων των συναισθημάτων. . . . Όπου υπάρχει αγάπη, υπάρχει μιζέρια. . . . Αποκήρυξε την αγάπη και θα είσαι ευτυχισμένος». Δυστυχώς, αυτή η λύση φαίνεται σχεδόν το ίδιο ζοφερή όσο και η κατάσταση της δυστυχίας την οποία έχει σκοπό να απαλύνει.
Προηγουμένως, η Μπαγκαβάντ Γκίτα, που σημαίνει «Ύμνος προς τον Κύριο» και αποκαλείται μερικές φορές «το σπουδαιότερο βιβλίο που γράφτηκε ποτέ στην Ινδία», πρότεινε τρεις δρόμους για την επίτευξη απελευθέρωσης. «Η οδός των καθηκόντων» τόνιζε την εκπλήρωση των τελετουργικών και κοινωνικών υποχρεώσεων, «η οδός της γνώσης» περιλάμβανε την άσκηση πνευματικής περισυλλογής και Γιόγκα, και «η οδός της αφιέρωσης» περιλάμβανε την αφιέρωση σε κάποιον προσωπικό θεό. Η Μπαγκαβάντ Γκίτα έχει παρομοιαστεί με την «Καινή Διαθήκη» του Χριστιανικού κόσμου. Οι περισσότεροι Ινδοί ξέρουν μερικά εδάφιά της απέξω και πολλοί απ’ αυτούς ψέλνουν καθημερινά ορισμένες περικοπές της που έχουν απομνημονεύσει.
Η Μπαγκαβάντ Γκίτα αποτελεί στην πραγματικότητα ένα μικρό τμήμα του Ινδουιστικού έπους που ονομάζεται Μαχαμπαράτα, το οποίο περιέχει εκατό χιλιάδες εδάφια, κι έτσι μπορεί να χαρακτηριστεί άνετα ως το μεγαλύτερο ποίημα του κόσμου. Με την ενσωμάτωση της Μπαγκαβάντ Γκίτα στο Μαχαμπαράτα (προφανώς τον τρίτο αιώνα π.Χ.), ο Ινδουισμός έγινε τελικά ξεχωριστή θρησκεία, που διακρινόταν από το Βεδισμό και το Βραχμανισμό.
Διαρκής Μεταρρύθμιση
Από το ξεκίνημά του, τον Ινδουισμό τον χαρακτηρίζει διαρκής μεταρρύθμιση. Οι πιο σπουδαίοι από τους μεταρρυθμιστές του έκτου αιώνα π.Χ. ήταν ο Σιντάρτα Γκαουτάμα και ο Βαρνταμάνα Μαχαβίρα, ιδρυτές του Βουδισμού και του Ζαϊνισμού αντίστοιχα.
Ο Μαχαβίρα θεωρούσε τον εαυτό του τον 24ο στη γραμμή των Ζάινα (νικητών), στων οποίων τη ζωή βασίζεται ο Ζαϊνισμός. Αυτή η θρησκεία διαφέρει από τον Ινδουισμό, λόγω του γεγονότος ότι απορρίπτει την ύπαρξη ενός δημιουργού και διδάσκει πως ο κόσμος υπήρχε ανέκαθεν. Δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο δόγμα αχίμσα. Η πορεία της μη βίας που ακολούθησε στη διάρκεια του αγώνα του για την ανεξαρτησία της Ινδίας ο Ινδός ηγέτης Μοχάντας Γκάντι, ο οποίος έζησε τον 20ό αιώνα, αποτελούσε στην πραγματικότητα πολιτική εφαρμογή αυτού του θρησκευτικού δόγματος.
Σύμφωνα με το Ζαϊνισμό, η σωστή δοξασία, η σωστή γνώση και η σωστή διαγωγή, σε συνδυασμό με την άσκηση της Γιόγκα, οδηγούν στην απελευθέρωση. Ταυτόχρονα, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι το καθετί εξαρτάται στην ουσία από την άποψη του καθενός, κι έτσι αποκλείει την ύπαρξη απόλυτων κανόνων σχετικά με το τι είναι σωστό και τι λάθος. Αυτό τονίζει την ανεκτική στάση του Ινδουισμού, από τον οποίο προήλθε ο Ζαϊνισμός.
Περίπου 2.000 χρόνια αργότερα, το 15ο αιώνα, εμφανίστηκε ένας άλλος μεταρρυθμιστής. Αυτός ονομαζόταν Νάνακ και επιχείρησε να σχηματίσει μια θρησκεία, αποδεκτή τόσο από τους Ινδουιστές όσο και από τους Μουσουλμάνους. Το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας ήταν ο Σιχισμός—η λέξη «Σιχ» προέρχεται από μια σανσκριτική λέξη που σημαίνει «μαθητής». Ο Νάνακ ήταν ο πρώτος από δέκα γκουρού, ο δέκατος από τους οποίους ίδρυσε το 1699 μια αδελφότητα που ονομάστηκε Χάλσα (αγνοί). Για να εξαλείψουν τις διακρίσεις των καστών και να τονίσουν το γεγονός ότι ήταν στρατιώτες της πίστης τους, τα μέλη έπαιρναν το κοινό επίθετο Σινγκ (λιοντάρι). Απαιτούνταν απ’ αυτούς να τηρούν τα πέντε Κ: να μην κόβουν τα μαλλιά και τα γένια τους (κες)· να στερεώνουν τα καλυμμένα με τουρμπάνι μαλλιά τους μ’ ένα χτένι (κάνγκα)· να φορούν κοντό παντελόνι (κατς), ίσως και κάτω από το μακρύ παντελόνι· να έχουν πάνω τους ένα σπαθί (κιρπάν)· και να φοράνε ένα ατσάλινο βραχιόλι (κάρα). Η γραμμή αυτή των γκουρού τερματίστηκε με τον δέκατο. Τους αντικατέστησε το ιερό βιβλίο του Σιχισμού, το Γκουρού Γκραντ Σαχίμπ. Γράφτηκε το 1604 και αναθεωρήθηκε μετά από έναν αιώνα.a
Στο τελευταίο μέρος του 19ου αιώνα, ο ιερέας Ραμακρίσνα από την Καλκούτα προσπάθησε να αναμείξει τον Ινδουισμό με όσα θεωρούσε ως τα καλύτερα στοιχεία της Δυτικής θρησκευτικής σκέψης. Υποστήριζε ότι, όπως το νερό έχει διαφορετικά ονόματα σε διαφορετικές γλώσσες, έτσι και το «Σατ-χιτ-αμάντα, την αιώνια-νοήμονα-μακαριότητα, μερικοί την επικαλούνται ως Θεό, μερικοί ως Αλάχ, μερικοί ως Ιεχωβά, μερικοί ως Χάρι και άλλοι ως Βράχμαν». Όπως «μπορεί κάποιος να ανεβεί στην κορυφή ενός σπιτιού με μια φορητή σκάλα ή με μπαμπού ή με κανονικά σκαλοπάτια ή μ’ ένα σκοινί, τόσο πολύ μπορεί να διαφέρουν οι τρόποι και τα μέσα για την προσέγγιση του Θεού. . . . Τα διαφορετικά σύμβολα πίστης δεν είναι τίποτα άλλο παρά διαφορετικά μονοπάτια για να φτάσει κανείς στον Παντοδύναμο».
Μια τέτοια ανεκτική στάση αφήνει περιθώρια για μεγάλες ελευθερίες στην Ινδουιστική λατρεία. Επιτρέπει σε μερικές αιρέσεις να κατευθύνουν τη λατρεία τους κυρίως στον Βράχμα (Βραχμανισμός), άλλες στον Βισνού (Βαϊσναβισμός) και κάποιες τρίτες στον Σίβα (Σιβαϊσμός). Επιτρέπει στο λαϊκό Ινδουισμό, στο Σακτισμό και στον Ταντρισμό να κηρύττουν τον Ινδουισμό ο καθένας με τη δική του μορφή. Για παράδειγμα, ο Ταντρισμός περιλαμβάνει φυλετικές και λαϊκές συνήθειες, και τονίζει τη λατρεία θηλυκών θεοτήτων που εμφανίστηκαν νωρίς στην ιστορία του Ινδουισμού. Οι Ινδοί μιλάνε για τη χώρα τους ως τη «Μητέρα Ινδία», και αυτή αντιπροσωπεύεται από μια θεά που ονομάζεται Μπάρατ Μα.
Ανεκτικότητα—Καλή ή Κακή;
«Αποδεικνύεται διαρκώς ότι ο Ινδουισμός είναι ικανός να ενσωματώνει νέες διδασκαλίες», γράφει ο Τζέφρι Πάριντερ, Βρετανός θεολόγος και λέκτορας ειδικός της συγκριτικής θρησκειολογίας. «Αυτή η συγχώνευση, ή ανάμειξη, θρησκειών», προσθέτει ο ίδιος, «ίσως να είναι το πιο κοινό σύστημα Ινδουιστικής διδασκαλίας σήμερα». Πολλοί άνθρωποι συμφωνούν προφανώς μ’ αυτή την Ινδουιστική φιλοσοφία της ανεκτικότητας, λέγοντας κάτι σαν το εξής: ‘Να υπηρετείς τον Θεό με τον τρόπο που είναι σωστός για εσένα’.
Αλλά ο Πάριντερ τονίζει ότι «αν κάποιος εξισώνει όλες τις δοξασίες», υπάρχει ο «κίνδυνος να μην καταφέρει να ξεχωρίσει το καλό από το κακό». Και μήπως δεν γίνεται ολοένα και πιο φανερό ότι η θρησκεία μπορεί να είναι κακή, καθώς και καλή; Υπάρχει καμιά αρετή στο να εισάγει κανείς ορισμένα στοιχεία της κακής θρησκείας στη δική του;
Σήμερα, πολλοί άνθρωποι είναι απογοητευμένοι με τη θρησκεία τους. Αυτό συνέβηκε μ’ έναν Ινδουιστή, που ανήκε στην άρχουσα κάστα των Ξατρίγια και έζησε περίπου πριν από δυόμισι χιλιετίες. Ο Ινδουισμός δεν κατάφερε να δώσει απάντηση στα ερωτήματά του. Αυτός έψαχνε να βρει διαφώτιση. Το επόμενο άρθρο της σειράς μας, με τίτλο «Μια Διαφώτιση που Υποσχόταν Απελευθέρωση», θα μας πει περισσότερα.
[Υποσημειώσεις]
a Το 1985, ζούσαν περίπου 3.300.300 Ζαϊνιστές σε 5 διαφορετικές χώρες και περίπου 16.000.000 Σιχ σε 19 χώρες.
[Πλαίσιο στη σελίδα 25]
Μπορεί να Έχετε Αναρωτηθεί
Πώς εξηγούν οι Ινδουιστές τη σαμσάρα; Η Μπαγκαβάντ Γκίτα λέει: «Όπως ένας άνθρωπος που βγάζει τα φθαρμένα ρούχα του φοράει καινούρια, έτσι και ο κάτοικος του σώματος που ‘βγάζει’ τα φθαρμένα σώματα μπαίνει σε άλλα που είναι καινούρια». Η Πουράνα Γκαρούντα εξηγεί ότι «είναι τα έργα του ίδιου του προσώπου σε μια προηγούμενη ύπαρξη που καθορίζουν τη φύση του οργανισμού του στη συνέχεια . . . Ο άνθρωπος λαβαίνει στη ζωή ό,τι είναι γραμμένο να λάβει, κι αυτό δεν μπορεί να το αλλάξει ακόμη κι ένας θεός». Δίνοντας ένα παράδειγμα σχετικά μ’ αυτό, Η Πουράνα Μαρκαντέγια παραθέτει τα εξής λόγια ενός ατόμου: «Γεννήθηκα ως Βραχμάνος, Ξατρίγια, Βαϊσία και Σούντρα, και πάλι ως κτήνος, σκουλήκι, ελάφι και πουλί».
Θεωρούν οι Ινδουιστές τις αγελάδες ιερές; Τόσο η Ριγκ-Βέδα, όσο και η Αβέστα αναφέρονται στις αγελάδες ως «όντα που δεν πρέπει να θανατώνονται». Αλλά φαίνεται ότι αυτό βασίζεται στην τακτική της αχίμσα και όχι στη δοξασία της μετενσάρκωσης. Εντούτοις, Η Πουράνα Μαρκαντέγια τονίζει τη σοβαρότητα της ανυπακοής σ’ αυτόν το νόμο, λέγοντας ότι «εκείνος που σκοτώνει μια αγελάδα πάει στην κόλαση για τρεις διαδοχικές γεννήσεις».
Πώς θεωρούν οι Ινδουιστές τον ποταμό Γάγγη; «Οι άγιοι, που εξαγνίζονται όταν λούζονται στα νερά αυτού του ποταμού και των οποίων ο νους είναι αφιερωμένος στον Κεσάβα [Βισνού], εξασφαλίζουν τελειωτική απελευθέρωση. Ο ιερός ποταμός—όταν τον ακούνε, τον επιθυμούν, τον βλέπουν, τον αγγίζουν, λούζονται σ’ αυτόν ή τον υμνούν—μέρα με τη μέρα εξαγνίζει όλα τα όντα. Κι εκείνοι που μπορεί να ζουν σε απόσταση μέχρι και εκατό γιογιάνα [1.400 χιλιόμετρα], όταν φωνάζουν ‘Γάγγη και Γάγγη’, απαλλάσσονται από τις αμαρτίες που έχουν διαπράξει στη διάρκεια των προηγούμενων τριών υπάρξεων».—Η Πουράνα Βισνού.
Ποιοι είναι οι Χέαρ Κρίσνα; Είναι μέλη της Διεθνούς Εταιρίας Επίγνωσης του Κρίσνα, μιας ιεραποστολικής μορφής λατρευτικού Ινδουισμού. Ο ιδρυτής της που έχει πεθάνει, ο Α. Κ. Βακτιβεντάντα Σβάμι Πραμπουπάντα, έφερε το άγγελμά του στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1965. Αυτή διατηρεί ορισμένα στοιχεία του Ινδουιστικού ασκητισμού, περιστρέφεται γύρω από τη λατρεία του θεού Κρίσνα και τονίζει το ψάλσιμο του μάντρα Χέαρ Κρίσνα. Ο Βακτιβεντάντα πίστευε ότι η απλή αναφορά του ονόματος του Θεού είναι αρκετή για σωτηρία.