ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • Δανία
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1993
    • Μερικοί ήταν βιβλιοπώλες (ολοχρόνιοι κήρυκες). Μεταξύ αυτών ήταν ο Καρλ Λουτιχάου, ο οποίος ταξίδεψε για πολλές εβδομάδες το καλοκαίρι του 1899 από τη μια άκρη της Σγιέλαν στην άλλη, δίνοντας πολλά βιβλία σε αρκετές πόλεις, περιλαμβανομένων και της Ρόσκιλε και του Χόλμπεγκ.

      Ο Λουτιχάου μόλις είχε επιστρέψει από τη Νότια Αφρική, όπου υπέστη ένα ατύχημα στο οποίο τραυματίστηκε σοβαρά. Είχε πάρει την απόφαση πως, αν ζούσε, θα χρησιμοποιούσε τη ζωή του στην υπηρεσία του Θεού και τήρησε την υπόσχεσή του—σύντομα άρχισε να κάνει έργο μαζί με τον Σόφους Βίντερ. Το 1900 άρχισαν να εκδίδουν από κοινού τη Σκοπιά της Σιών στη δανική με τον τίτλο Ζίονς Βακτ-Τορν (Zions Vagt-Taarn).

      Όμως, ο Σόφους Βίντερ άρχισε να απομακρύνεται από την αλήθεια. Έπαψε να εκδίδει τη Ζίονς Βακτ-Τορν το φθινόπωρο του 1901, και το 1902 με 1903 βυθίστηκε στο σκοτάδι της ψεύτικης θρησκείας.

      Έτσι το 1903, ο Καρλ Λουτιχάου ανέλαβε την ηγεσία. Αυτός είχε γεννηθεί στο Βίγκεγκο της Γιουτλάνδης, το οποίο συμπεριλαμβανόταν στην κτηματική περιουσία Τσιέλε και ανήκε στον πατέρα του, ο οποίος είχε διατελέσει υπουργός οικονομικών στην κυβέρνηση της Δανίας επί αρκετά χρόνια. Ο Καρλ τελείωσε το σχολείο με πολύ καλούς βαθμούς, πήρε πτυχίο στη φιλοσοφία και πήγε να συνεχίσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου στη Σκοτία μέχρι που έφυγε για τη Νότια Αφρική το 1896. Με αυτό το παρελθόν και τον εξευγενισμένο τρόπο του, ήταν αρκετά συμπαθής και είχε τα προσόντα για το έργο που έπρεπε να γίνει.

      Το πρώτο σημαντικό γεγονός που έλαβε χώρα αφότου ανέλαβε την επίβλεψη του έργου ήταν η επίσκεψη του Κάρολου Τέιζ Ρώσσελ τον Απρίλιο του 1903. Στη διάρκεια αυτής της επίσκεψης έγιναν πολλές συναθροίσεις, τη μεγαλύτερη από τις οποίες παρακολούθησαν 200 άτομα. Τον Οκτώβριο, ο Καρλ πήρε την πρωτοβουλία να επανεκδώσει τη Σκοπιά στη δανική, και από τον Ιούλιο του 1904 κυκλοφορούσε τακτικά κάθε μήνα.

      Ένας Κατασκευαστής Επιγραφών Γνωρίζει την Αλήθεια

      Στην Κοπενχάγη, ένας όμιλος πέντε με έξι ατόμων παρακολουθούσε τις συναθροίσεις, και μεταξύ αυτών ήταν δυο φτωχές μοδίστρες. Όμως, ο όμιλος επρόκειτο σύντομα να ενισχυθεί.

      Στο Μπρόνσχοϊ, που βρίσκεται στη βόρεια άκρη της Κοπενχάγης, έμενε ένας Νορβηγός κατασκευαστής επιγραφών, ο Τζον Ράινσετ. Αυτός και η σύζυγός του, η Αογκούστα, προσπαθούσαν ειλικρινά να αναθρέψουν τα παιδιά τους σύμφωνα με το Λόγο του Θεού. Συχνά, ο Τζον διάβαζε την Αγία Γραφή στην οικογένειά του και προσπαθούσε να την εξηγήσει ώστε να την καταλαβαίνουν ακόμη και τα παιδιά. Αν και παρακολούθησαν διάφορες θρησκευτικές συναθροίσεις, δεν έβρισκαν ικανοποίηση. Κατόπιν, ένα βράδυ έπεσαν στα γόνατα και ο πατέρας προσευχήθηκε ειλικρινά στον Θεό να ανοίξει τα μάτια τους για να βρουν την αλήθεια. Την άλλη μέρα το πρωί στο κατώφλι τους στεκόταν μια βιβλιοπώλισσα κρατώντας τον Α΄ Τόμο της σειράς Χαραυγή της Χιλιετηρίδος! Ποια είχε πάει για να κηρύξει; Η Άννα Χάνσεν, μια από τις δυο φτωχές μοδίστρες.

      Στη συνέχεια ο Καρλ Λουτιχάου επισκέφτηκε αυτή την οικογένεια για να τους διδάξει γύρω από την Αγία Γραφή. Ύστερα από διάφορες μακροσκελείς συζητήσεις, ο Τζον άρχισε να παρακολουθεί τις συναθροίσεις στο Όλε Σούας Κέδε, τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στη Δανία. Έπειτα από κάθε συνάθροιση, επέστρεφε τρέχοντας στο σπίτι του για να πει στη σύζυγό του όλα τα θαυμάσια πράγματα που είχε ακούσει. Μολονότι εκείνη ήταν κατάκοιτη επί πολλά χρόνια, μόλις επανέκτησε τις δυνάμεις της πήγαινε γεμάτη ζήλο στις συναθροίσεις με τις πατερίτσες της.

      Η οικογένεια γνώρισε την αλήθεια πολύ σύντομα. Ο Τζον κήρυττε από πόρτα σε πόρτα σε κάθε ελεύθερη στιγμή. Συχνά, σηκωνόταν από τις 4:30 το πρωί προκειμένου να προετοιμαστεί για τις συναθροίσεις. Όταν κουραζόταν, στη διάρκεια της ημέρας, βυθιζόταν σε μια πολυθρόνα για να πάρει έναν υπνάκο, κρατώντας από συνήθεια το μπρελόκ του χαλαρά στο χέρι. Μόλις αποκοιμιόταν και του έπεφταν τα κλειδιά, ξυπνούσε χάρη στο αυτοσχέδιο ξυπνητήρι του. Αναζωογονημένος, ήταν έτοιμος να βγει ξανά στην υπηρεσία.

      Η σύζυγός του παρά το γεγονός ότι ήταν φιλάσθενη, ήθελε να διαδώσει την αλήθεια στην περιοχή του Χέλεμπεκ, στη βόρεια Σγιέλαν, όπου γεννήθηκε. Έτσι, γέμισε ένα μεγάλο μπαούλο με βιβλία και το έστειλε σιδηροδρομικώς στο Χελσενγκέρ. Επειδή δεν μπορούσε να κουβαλήσει παρά μόνο ένα-δυο βιβλία στην τσάντα της, έραψε μια ειδική ζώνη για τη μέση της, με μεγάλες επίπεδες τσέπες. Εξοπλισμένη κατ’ αυτόν τον τρόπο, με την τσάντα της στο ένα χέρι, το μπαστούνι στο άλλο και αρκετά βιβλία στη ζώνη, την οποία έκρυβε το ριχτό παλτό της, η θαρραλέα Αογκούστα περπατούσε και κήρυττε από βίλα σε βίλα κατά μήκος της βόρειας ακτής. Πριν πεθάνει το 1925, τα τελευταία της λόγια ήταν: «Υπάρχει τόσο έργο που πρέπει να γίνει εκεί στη βόρεια Σγιέλαν, και ήθελα τόσο πολύ να το κάνω».

      Τρία από τα παιδιά τους έγιναν και αυτοί ζηλωτές ευαγγελιζόμενοι των καλών νέων, και ο γιος τους Πόουλ είχε το προνόμιο να υπηρετήσει ως επίσκοπος τμήματος για κάποιο χρονικό διάστημα.

      Οι «Αδελφοί της Τετάρτης» στο Όλμπορ

      Το 1910 ένας μικρός όμιλος ανθρώπων από το Όλμπορ της βόρειας Γιουτλάνδης αποσύρθηκε από διάφορες εκκλησίες επειδή δεν έβρισκαν πνευματική τροφή σε αυτές. Κάθε Τετάρτη συγκεντρώνονταν σε κάποιο σπίτι για να διαβάσουν και να συζητήσουν την Αγία Γραφή μόνοι τους. Μεταξύ αυτών ήταν ένα αντρόγυνο, ο Πέτερ και η Γιοχένε Γιένσεν. Ο γιος τους ο Άτουα, αν και ήταν ανένταχτος από θρησκευτικής πλευράς, παρακολουθούσε κάπου-κάπου και αυτός τις συναθροίσεις αυτές.

      Όταν η Άννα Χάνσεν—η μοδίστρα που είχε επισκεφτεί την οικογένεια Ράινσετ—πήγε και τους πρόσφερε τον Α΄ Τόμο της σειράς Χαραυγή της Χιλιετηρίδος, η Γιοχένε Γιένσεν δέχτηκε το βιβλίο. Ο Άτουα το διάβασε με αμείωτη λαχτάρα στη διάρκεια της νύχτας. Ωστόσο, θα χρειαζόταν να περιμένει προκειμένου να ικανοποιήσει περαιτέρω την πνευματική του πείνα. Πριν καταφέρει να εξετάσει περισσότερο τα πράγματα, χρειάστηκε να ταξιδέψει στην Κοπενχάγη, αλλά ενώ βρισκόταν εκεί προσβλήθηκε ξαφνικά από τυφοειδή πυρετό. Το χρονικό διάστημα που παρέμεινε στο νοσοκομείο τού έδωσε τον καιρό που χρειαζόταν για πνευματική διατροφή. Ειδοποίησε το γραφείο στο Όλε Σούας Κέδε. Ήθελε όλες τις εκδόσεις της Εταιρίας που ήταν διαθέσιμες. Όταν βγήκε από το νοσοκομείο, παρακολουθούσε όλες τις συναθροίσεις. Αλλά ούτε αυτό ικανοποίησε την πνευματική του πείνα. Μετά τις συναθροίσεις, πολλές φορές συνόδευε τον Πόουλ Ράινσετ ως το σπίτι του, και κατόπιν ο Πόουλ συνόδευε τον Άτουα ως το δικό του. Πολλές φορές περνούσαν όλη τη νύχτα περπατώντας πέρα-δώθε από το ένα σπίτι στο άλλο, κάνοντας ζωηρές συζητήσεις για την αλήθεια. Παρέμειναν φίλοι για όλη τους τη ζωή.

      Στη συνέχεια, ο Άτουα άρχισε να αλληλογραφεί τακτικά με τη μητέρα του στο Όλμπορ και χαιρόταν με τη σκέψη και μόνο ότι θα μιλούσε στους «Αδελφούς της Τετάρτης» για τις Βιβλικές αλήθειες που βρήκε. Όταν πήγε στο σπίτι των γονέων του τα Χριστούγεννα, πήρε μαζί του και τον Πόουλ. Εκεί, ζήτησαν από τον Άτουα να διεξαγάγει μια συνάθροιση Τετάρτης η οποία προκάλεσε πολλές συζητήσεις όταν εκείνος συγκέντρωσε την προσοχή στο έτος 1914 ως το τέλος των Καιρών των Εθνών. Δεν παρέμειναν όλοι οι «Αδελφοί της Τετάρτης» στον όμιλο συζήτησης του Άτουα. Όμως, ένας πιστός όμιλος έμεινε προσκολλημένος στην αλήθεια, και το 1912 σχηματίστηκε μια εκκλησία στο Όλμπορ. Μια νεαρή γυναίκα από τον όμιλο, η Τίρα Λάρσεν, έγινε βιβλιοπώλισσα, και οι δυο αδελφές της, Γιοχένε και Ντάουμα, ήταν μεταξύ εκείνων που παρέμειναν πιστοί υποστηρικτές της εκκλησίας.

  • Δανία
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1993
    • [Εικόνα στη σελίδα 74]

      Η Τίρα Λάρσεν από το Όλμπορ υπηρετούσε ως βιβλιοπώλισσα το 1915

Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
Αποσύνδεση
Σύνδεση
  • Ελληνική
  • Κοινή Χρήση
  • Προτιμήσεις
  • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
  • Όροι Χρήσης
  • Πολιτική Απορρήτου
  • Ρυθμίσεις Απορρήτου
  • JW.ORG
  • Σύνδεση
Κοινή Χρήση