ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • yb96 σ. 116-185
  • Μοζαμβίκη

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Μοζαμβίκη
  • Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1996
  • Υπότιτλοι
  • Η Ομορφιά και οι Ιδιαιτερότητές Της
  • Ριζώνουν οι Σπόροι της Αλήθειας
  • Η Προσοχή Στρέφεται στον Ευρωπαϊκό Αγρό
  • Αντιμετωπίζουν Σοβαρές Δοκιμές
  • «Θα Γίνω Ποιμένας του Ποιμνίου του Θεού»
  • ‘Ζουνγκούζα, . . . Γύρισε στη Χώρα Σου’
  • Προσπάθειες για Απόκτηση Νομικής Αναγνώρισης
  • Οι Εξόριστοι Επιστρέφουν
  • Ολονύχτια Μαρτυρία
  • Βάφτισμα στο Λορένσου Μαρκέζ
  • Επίκαιρες Επισκέψεις Παρέχουν Ενθάρρυνση
  • Διακηρύττουν Θαρραλέα τα Καλά Νέα
  • Είχε Κάρτα Πρώτα στην PIDE
  • Τα Γεγονότα στη Μαλάουι Ωφελούν το Έργο στο Βορρά
  • Μια Αμφιλεγόμενη Ειδοποίηση Προκαλεί Διαιρέσεις
  • Η PIDE Καταφέρει Ισχυρό Πλήγμα
  • Το Έργο Κηρύγματος Συνεχίζεται
  • Κήρυγμα και Συναθροίσεις στη Φυλακή
  • Η Αλήθεια Κηρύττεται με Ζήλο στο Ινιαμπάνε
  • Η PIDE Κυνηγάει έναν Κήρυκα-Χτίστη
  • Πολιτικές Αλλαγές Φέρνουν Προσωρινή Ανακούφιση
  • Διατάζονται Συλλήψεις
  • Μαζική Εξορία—Πού;
  • Προορισμός—Καρίκο, Επαρχία Μιλάνζ
  • Στοργική Υποστήριξη από τη Διεθνή Αδελφότητα
  • Οι Δυσκολίες μιας Καινούριας Ζωής
  • Γιατί Έπεφταν οι Αίθουσες
  • Η Οργάνωση στα Χωριά
  • Η Θητεία του Σίνγκου—Ένας Δύσκολος Καιρός
  • «Πενθήμερο Σεμινάριο»
  • Εκείνοι που Έμειναν στις Πόλεις
  • Ανακούφιση στις Κεντρικές Φυλακές
  • Η Επιτροπή «Ο.Ν.» Επιβλέπει τα Στρατόπεδα
  • Κήρυγμα και Μαθήτευση στα Στρατόπεδα
  • «Κέντρο Παραγωγής του Ζαμπέζια»
  • Πολιτιστικές Ανταλλαγές
  • Πώς Έφτανε στα Στρατόπεδα η Πνευματική Τροφή;
  • Συνελεύσεις—Πώς Οργανώνονταν
  • Αποστασία και το Χωριό Αρ. 10
  • «Το Στρατόπεδο Είναι η Φυλακή μας, και τα Σπίτια Είναι τα Κελιά Μας»
  • Ένοπλη Εισβολή Φέρνει Πανικό και Θάνατο
  • Απελευθερώνονται από το Πύρινο Καμίνι
  • Το Φονικό στο Χωριό Αρ. 7
  • Αρχίζει ο Διασκορπισμός
  • Να Φύγουν; Πώς; Και Πού να Πάνε;
  • Μαζική Έξοδος
  • Εκείνοι που Παρέμειναν
  • Στρατόπεδα Προσφύγων στη Μαλάουι και στη Ζάμπια
  • Πίσω στη Μοζαμβίκη
  • Επιτέλους, Μεταφορά στο Μαπούτου
  • ‘Ο Ιεχωβά Είναι Μεγάλος, ο Ιεχωβά Είναι Μεγάλος!’
  • Επιστροφή στη Ζωή των Πόλεων
  • Ειδικές Επιτροπές—Νομική Αναγνώριση
  • Οι Ιεραπόστολοι Φέρνουν Χαρά στους Αδελφούς Τους
  • Ανοίγει ο Κύκλος του Καρίκο
  • Ο «Σαούλ» του Καρίκο
  • Γραφείο Τμήματος στο Μαπούτου
  • «Εξακολουθήστε να Θεωρείτε Τέτοιου Είδους Ανθρώπους Πολύτιμους»
  • Προχωρούν με Θεοσεβή Ζήλο
Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1996
yb96 σ. 116-185

Μοζαμβίκη

«ΠΡΕΠΕΙ να το καταλάβεις, Σιλαούλε: Εδώ είναι Μοζαμβίκη, και δεν πρόκειται ποτέ να νομιμοποιηθείτε σε αυτή τη χώρα. . . . Ξέχασέ το!» Όταν τα όργανα της διαλυμένης πια Αστυνομικής Διεύθυνσης Ερευνών και Άμυνας του Κράτους (PIDE) είπαν με θυμό αυτά τα λόγια σε ένα Μάρτυρα του Ιεχωβά, η αποικιακή διακυβέρνηση της Μοζαμβίκης από τους Πορτογάλους βρισκόταν στο ζενίθ της. Η κυριαρχία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας ήταν αδιαμφισβήτητη.

Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όμως, δεν σταμάτησαν να εκφράζουν ανοιχτά την πίστη τους στον Ιεχωβά ούτε σταμάτησαν να μιλάνε σε άλλους για το στοργικό σκοπό του. Η ιστορία τους στη Μοζαμβίκη αποτελεί εύγλωττη απόδειξη της ποιότητας της αφοσίωσής τους στον Ιεχωβά. Ενδυναμώνονταν από την πεποίθηση που είχαν στην αγάπη του Θεού και του Γιου του, το είδος της αγάπης που περιέγραψε ο απόστολος Παύλος όταν έγραψε: «Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Μήπως θλίψη ή στενοχώριες ή διωγμός ή πείνα ή γύμνια ή κίνδυνος ή σπαθί; Ακριβώς όπως είναι γραμμένο: ‘Για χάρη σου θανατωνόμαστε όλη την ημέρα, έχουμε λογαριαστεί ως πρόβατα για σφαγή’. . . . Είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή . . . ούτε κυβερνήσεις ούτε παρόντα πράγματα ούτε μελλοντικά πράγματα . . . ούτε ύψος ούτε βάθος ούτε καμιά άλλη δημιουργία θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού, η οποία είναι στον Χριστό Ιησού, τον Κύριό μας».—Ρωμ. 8:35-39.

Η ιστορία των υπηρετών του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη είναι το υπόμνημα ανθρώπων οι οποίοι, ακόμη και όταν τους αποστέρησαν όλα τα υλικά τους αποκτήματα, ήταν πλούσιοι λόγω της βαθιά ριζωμένης πίστης τους. Είδαν τις αποδείξεις της αγάπης του Θεού για αυτούς, και είχαν έντονη αγάπη ο ένας για τον άλλον. Αλλά προτού εξετάσουμε αυτή την ιστορία, ας ρίξουμε μια ματιά στην ίδια τη χώρα.

Η Ομορφιά και οι Ιδιαιτερότητές Της

Η Μοζαμβίκη, της οποίας ο πληθυσμός υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε 17.400.000 ανθρώπους, απλώνεται κατά μήκος 2.500 χιλιομέτρων στην ακτή της νοτιοανατολικής Αφρικής. Το κλίμα είναι κατά βάση τροπικό, και παράγονται τροπικά είδη—καρύδες, ανανάδες, φιστίκια, κασάβα και ζαχαροκάλαμα. Σημαντικό μέρος του διαιτολογίου αποτελείται επίσης από θαλασσινά.

Οι Μοζαμβικανοί είναι, ως επί το πλείστον, χαρούμενοι και ευγενικοί άνθρωποι που αγαπούν τη ζωή. Από αυτούς έχουν βγει αθλητές παγκοσμίου φήμης. Βέβαια, είναι λίγοι σε αριθμό. Αλλά υπάρχουν περισσότερα από 19.000 άτομα που έχουν βγει νικητές σε έναν αγώνα που σχετίζεται με άλλες αξίες. Αυτοί είναι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, και η ιστορία τους στη Μοζαμβίκη ανάγεται στο 1925.

Ριζώνουν οι Σπόροι της Αλήθειας

Εκείνο το έτος, ο Αλμπίνο Μελέμπε, ένας Μοζαμβικανός που εργαζόταν στα ορυχεία του Γιοχάνεσμπουργκ στη Νότια Αφρική, άκουσε τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού. Οι σπόροι της αλήθειας της Βασιλείας ρίζωσαν στην καρδιά του και σύντομα βαφτίστηκε. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, άρχισε να κηρύττει στα μέλη της εκκλησίας στην οποία ανήκε προηγουμένως, της Ελβετικής Αποστολής, στη Βίλα Λουίζα (τώρα Μαρακουένε), στη νοτιότατη επαρχία της Μοζαμβίκης. Οι νεοενδιαφερόμενοι Αφρικανοί ήταν εξαιρετικά ζηλωτές και συχνά ταξίδευαν 30 χιλιόμετρα για να πάνε στις συναθροίσεις. Σχηματίστηκαν καινούριοι όμιλοι, περιλαμβανομένου και ενός στο Λορένσου Μαρκέζ, τώρα Μαπούτου.

Περίπου την ίδια εποχή, το έργο κηρύγματος του αγγέλματος της Αγίας Γραφής άρχιζε στο βορρά. Ο Γκρέσαμ Κουαζιζίρα, ένας Αφρικανός στη Νυασαλάνδη (τωρινή Μαλάουι), είχε μελετήσει το βιβλίο Η Κιθάρα του Θεού με τη βοήθεια του Τζον και της Έστερ Χάντσον, από τη Νότια Αφρική. Το 1927, ο Γκρέσαμ, συνοδευόμενος από τον Μπιλιγιάτι Καπασίκα, μετακόμισε στη Μοζαμβίκη για να βρει εργασία. Μπήκαν στη χώρα από την περιοχή Μιλάνζ και προχώρησαν προς το νότο στο Ινιαμίνγκα του Σοφάλα. Βρήκαν και οι δυο εργασία εκεί στο Σιδηρόδρομο Τρανς-Ζαμπέζια.

Στο Ινιαμίνγκα βρήκαν επίσης μια εκκλησία του λεγόμενου κινήματος της Σκοπιάς καθώς και τον πάστορά της, τον Ρόμπινσον Καλιτέρα. Όταν ο Καλιτέρα άκουσε τις Βιβλικές διδασκαλίες που περιέχονταν στο βιβλίο Η Κιθάρα του Θεού, άνοιξαν τα μάτια του. Αναγνωρίζοντας ότι είχε κάνει λάθος, εκείνος και ολόκληρη η εκκλησία του άρχισαν να συναναστρέφονται με την οργάνωση του Ιεχωβά.

Η Προσοχή Στρέφεται στον Ευρωπαϊκό Αγρό

Το 1929, οι πρώτοι Ευρωπαίοι Μάρτυρες, ο Χένρι και η Έντιθ Μέρνταλ, έφτασαν στο Λορένσου Μαρκέζ από τη Νότια Αφρική και άρχισαν να δίνουν μαρτυρία στον πορτογαλικό πληθυσμό. Ύστερα από τέσσερα χρόνια, ενώθηκε μαζί τους το ζεύγος ντε Γιάχερ. Ως αποτέλεσμα της μετακίνησής τους, σπάρθηκαν πολλοί σπόροι της Βιβλικής αλήθειας.

Κατόπιν το 1935, δύο ακόμη σκαπανείς, ο Φρεντ Λούντικ και ο Ντέιβιντ Νόρμαν, επισκέφτηκαν το Λορένσου Μαρκέζ. Αυτοί έμειναν μαζί με την οικογένεια Μέρνταλ. Ωστόσο, την πέμπτη ημέρα της υπηρεσίας τους, ξαφνικά τους συνέλαβε η μυστική αστυνομία στο σπίτι της οικογένειας Μέρνταλ, τους φόρτωσε στη Μαύρη Μαρία (ένα φορτηγάκι με το οποίο μετέφεραν εγκληματίες) και τους πήγε σε έναν ανώτατο αξιωματούχο, κάποιον κ. Τεσέιρα. Όταν ο Ντέιβιντ δήλωσε με τόλμη ότι γνώριζε πως ο επίσκοπος της Καθολικής Εκκλησίας βρισκόταν πίσω από όλη αυτή τη συνωμοσία, ο κ. Τεσέιρα πετάχτηκε όρθιος και ούρλιαξε: «Αν ήσασταν πολίτες αυτής της χώρας, εδώ και τώρα θα σας εξόριζα στο νησί Μαδέρα, αλλά επειδή είστε πολίτες της Νότιας Αφρικής θα φροντίσω να απελαθείτε αμέσως!» Την ίδια ημέρα, δύο αυτοκίνητα γεμάτα βαριά οπλισμένους αστυνομικούς τούς συνόδευσαν στα σύνορα. Ωστόσο, μόλις έφτασαν στα σύνορα, οι αδελφοί έδωσαν μαρτυρία στους αστυνομικούς που τους φρουρούσαν, τους έδωσαν έντυπα και τους χαιρέτησαν δια χειραψίας προτού συνεχίσουν το ταξίδι τους.

Αντιμετωπίζουν Σοβαρές Δοκιμές

Ο Ζανέιρο Τζόουν Ντέντε, ένας ταπεινός Αφρικανός αγρότης, γνώρισε την αλήθεια το 1939 στο Ινιαμίνγκα. Όταν γύρισε στο σπίτι του στο Μουταράρα, μετέδωσε την αλήθεια στους συγγενείς του, οι οποίοι ήταν μέλη μιας θρησκευτικής ομάδας που ασκούσε πολυγαμία. Έγινε ειδικός σκαπανέας, και δύο σαρκικοί του αδελφοί, ο Αντόνιο και ο Ζουάο, υπηρέτησαν ως τακτικοί σκαπανείς. Ωστόσο, το 1946, ο Ζανέιρο συνελήφθη και στάλθηκε στο Τέτε, όπου υποχρεώθηκε να καθαρίζει τουαλέτες για Ευρωπαίους επί τέσσερα χρόνια. Κατόπιν μεταφέρθηκε στην κεντρική φυλακή του Μπέιρα, και από εκεί τον πήγαν στο Λορένσου Μαρκέζ με τρόπο παράξενο και απάνθρωπο. Τον έστειλαν με πλοιάριο, κλεισμένο σε ένα δοχείο γεμάτο θαλασσινό νερό, από το οποίο εξείχε μόνο το κεφάλι του. Όταν έφτασε στο Λορένσου Μαρκέζ, βγήκε από το δοχείο γυμνός· τα ρούχα του είχαν αποσυντεθεί. Του έδωσαν ένα σακί για να ντυθεί. Στη δίκη του τον διέταξαν να εγκαταλείψει τη θρησκεία του και τον Θεό του, αλλά, με τρόπο παρόμοιο με εκείνον των αποστόλων του Ιησού Χριστού, αυτός απάντησε: «Εκείνο που έχει σημασία είναι να υπακούμε στον Θεό μάλλον παρά στους ανθρώπους».—Πράξ. 5:29.

Μετά τη δίκη, έβαλαν τον Ζανέιρο σε ένα απομονωμένο κελί και μέσα σε ένα μικρό ξύλινο κιβώτιο που είχε μόνο ένα μικρό άνοιγμα, μέσω του οποίου του έριχναν κάθε ημέρα λίγα κομμάτια φρούτων. Όταν τον έβγαλαν ύστερα από μια εβδομάδα, του ήταν σχεδόν αδύνατον να σταθεί όρθιος. Μαζί με τους σαρκικούς του αδελφούς Αντόνιο και Ζουάο, εξορίστηκε στο Σάου Τομέ και Πρίνσιπε για να εκτίσει κάθειρξη εφτά ετών. Εκείνη την περίοδο οι αδελφοί Ντέντε βοήθησαν να σχηματιστεί μια εκκλησία σε αυτά τα νησιά καταδίκων. Όταν ο Πόρτσουγκαλ Ντέντε, ο οποίος βρισκόταν στη Νότια Αφρική, έμαθε ότι απελάθηκαν οι αδελφοί του, επέστρεψε στο Μουταράρα για να φροντίσει την εκκλησία μέχρι την απελευθέρωσή τους από την αποικία καταδίκων.

Τι έγινε με τους Μάρτυρες στο νότο; Υπό σκληρό διωγμό, και αυτοί επίσης αποδείχτηκαν όσιοι Μάρτυρες. Ανάμεσά τους βρισκόταν ο Αλμπίνο Μελέμπε, ο οποίος ήταν τότε προχωρημένης ηλικίας. Το 1957, εκείνος μαζί με άλλους από το Λορένσου Μαρκέζ εξορίστηκαν και αυτοί στο Σάου Τομέ, αλλά συνέχισαν να δίνουν μαρτυρία. Ο Σιονάλ Τόμου, μολονότι απελευθερώθηκε από το Σάου Τομέ ύστερα από δύο χρόνια, εξορίστηκε και πάλι, αυτή τη φορά στο Μεκόντα της επαρχίας Ναμπούλα. Πέθανε εκεί, αλλά άφησε πίσω του μια εκκλησία ως αποδεικτικό στοιχείο της διακονίας του.

«Θα Γίνω Ποιμένας του Ποιμνίου του Θεού»

Έτσι απάντησε ο Καλβίνου Μασιάνα όταν ο δάσκαλός του ρώτησε την τάξη τι θα ήθελαν να γίνουν όταν μεγαλώσουν. Αργότερα, στο Γιοχάνεσμπουργκ, ένας πρώην συμμαθητής του τού έδωσε μαρτυρία. Ωστόσο, χρειάστηκε να επιστρέψει στο Λορένσου Μαρκέζ το 1950 για να διακόψει τελικά τους δεσμούς του με την Εκκλησία της Ελβετικής Αποστολής. Όταν η αποικιακή αστυνομία, η PIDE, συνέλαβε και εξόρισε τους έμπειρους αδελφούς του ομίλου, εκείνοι που έμειναν πίσω δεν είχαν την ανάλογη επίβλεψη.

Με θεϊκή πρόνοια, η Νέλι Μουλόνγκου, μια Νοτιοαφρικανή, πήγε να επισκεφτεί τους συγγενείς της στη γειτονιά που έμενε ο Μασιάνα. Ο Μασιάνα έμαθε ότι εκείνη ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά και της μίλησε σχετικά με τους ενδιαφερομένους που υπήρχαν στην περιοχή. Εκείνη τους συγκέντρωσε και άρχισε μια ομαδική Γραφική μελέτη. Έξι άτομα συμμετείχαν σε αυτόν τον όμιλο μελέτης. Η αδελφή Μουλόνγκου ζήτησε από τον Μασιάνα να διεξαγάγει τη μελέτη, αλλά εκείνος αρνήθηκε, λέγοντας: «Δεν είμαι βαφτισμένος». Αυτή του απάντησε: «Εγώ είμαι απλώς επισκέπτρια εδώ. Όταν θα φύγω, εσύ θα πρέπει να αναλάβεις την ηγεσία». Έτσι, ο Μασιάνα έγινε «ποιμένας του ποιμνίου του Θεού» πιο γρήγορα από ό,τι περίμενε.

‘Ζουνγκούζα, . . . Γύρισε στη Χώρα Σου’

Το 1953, ο νεαρός Φρανσίσκο Ζουνγκούζα έφυγε από το Μπέιρα για το Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής. Στόχος του ήταν να πάρει υποτροφία για να σπουδάσει ιατρική στο Λονδίνο. Στις αποσκευές του είχε και το βιβλίο Τέκνα (Children), το οποίο του είχε δωρίσει ένας φίλος του. Έμεινε στην Πρετόρια με μια οικογένεια Αγγλικανών, οι οποίοι τον είδαν μια ημέρα να διαβάζει αυτό το βιβλίο και τον ρώτησαν αν ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Εκείνος απάντησε ότι δεν ήταν αλλά ότι απλώς διάβαζε το βιβλίο. Η οικογένεια εκείνη, όμως, είχε την καλοσύνη να τον φέρει σε επαφή με ένα Μάρτυρα του Ιεχωβά, ο οποίος άρχισε Γραφική μελέτη μαζί του. Δυο χρόνια αφότου πήγε στη Νότια Αφρική, βαφτίστηκε.

Ο αδελφός Ζουνγκούζα θυμάται ότι έλαβε την εξής συμβουλή από ώριμους αδελφούς της εκκλησίας: «Ζουνγκούζα, είναι καλύτερο να επιστρέψεις στη χώρα σου, τη Μοζαμβίκη, και να κάνεις έργο εκεί. Τώρα είσαι βαφτισμένος. Γιατί να επιδιώξεις άλλα πράγματα; Δεν αξίζουν τον κόπο». (Παράβαλε Ρωμαίους 11:13· Φιλιππησίους 3:7, 8· 1 Ιωάννη 2:15-17). Ο αδελφός Ζουνγκούζα δέχτηκε αυτή τη συμβουλή και χωρίς καθυστέρηση επέστρεψε στο Λορένσου Μαρκέζ, όπου ενώθηκε με το μικρό όμιλο που υπήρχε εκεί. Αργότερα παντρεύτηκε και, μαζί με τη σύζυγό του Πολίνα, χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα από την οργάνωση του Ιεχωβά στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου σε όλη τη Μοζαμβίκη. Η αγάπη του για τον Θεό έχει περάσει μέσα από μεγάλες δοκιμές εγκαρτέρησης. Παρότι δαπάνησε περίπου 14 χρόνια σε φυλακές, στρατόπεδα συγκέντρωσης και υπό κυβερνητικό περιορισμό, έχει παραμείνει πιστός. Είναι ευνόητο γιατί τον αγαπούν και τον εκτιμούν πάρα πολύ οι Μοζαμβικανοί αδελφοί του. Όπως λέει ο ίδιος ο αδελφός Ζουνγκούζα: «Ήταν καλύτερα που γύρισα στην πατρίδα μου».

Προσπάθειες για Απόκτηση Νομικής Αναγνώρισης

Επειδή ανησυχούσε για το διωγμό και τις εξορίες που επέβαλε η αποικιακή κυβέρνηση, το τμήμα της Νότιας Αφρικής έστειλε το 1954 στη Μοζαμβίκη τον Μίλτον Μπάρτλετ, απόφοιτο της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς. Κατά τη διάρκεια μιας ολιγοήμερης επίσκεψης, ο αδελφός κατάφερε να μιλήσει με τον Αμερικανό πρόξενο και με έναν ανώτατο Πορτογάλο αξιωματούχο, και αυτοί του συνέστησαν να υποβάλει αίτηση στον κυβερνήτη για νομική αναγνώριση. Ο αξιωματούχος είπε, όμως, ότι, εξαιτίας του κονκορδάτου που είχε συνάψει η κυβέρνηση με το Βατικανό, ακόμη και αν χορηγούνταν κάποιος βαθμός ελευθερίας, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν θα είχαν ποτέ την ελευθερία που απολάμβανε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.

Υπήρξε συνέχεια το επόμενο έτος όταν ο Τζον Κουκ, ένας ακόμη απόφοιτος της Γαλαάδ, επισκέφτηκε το Βρετανό πρόξενο στη Μοζαμβίκη. Μολονότι ο πρόξενος ήταν φιλικός, ανέφερε ότι ο Καθολικός καρδινάλιος είχε πρόσφατα επιτεθεί μέσω του τύπου ενάντια σε όλες τις μορφές Προτεσταντισμού. Ο πρόξενος πρόσθεσε επίσης ότι η αστυνομία θεωρούσε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά επικίνδυνους. Καταλήγοντας, εξέφρασε την άποψη ότι από όλες τις «αιρέσεις», για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του, οι Μάρτυρες είχαν τις λιγότερες πιθανότητες να αποκτήσουν νομική αναγνώριση.

Ωστόσο, η επίσκεψη του αδελφού Κουκ απέφερε καλά αποτελέσματα. Μπόρεσε να κάνει επανεπίσκεψη σε ένα νεαρό Πορτογάλο ενδιαφερόμενο ονόματι Πασκουάλ Ολιβέιρα. Ο Πασκουάλ είχε έρθει σε επαφή με την αλήθεια μερικά χρόνια νωρίτερα στη Λισαβώνα. Διευθετήθηκε να γίνει μελέτη με αυτόν και τους γονείς του. Ο Πασκουάλ αργότερα αφιερώθηκε στον Ιεχωβά.

Το 1956, το τμήμα της Νυασαλάνδης, το οποίο επέβλεπε τότε το έργο στη Μοζαμβίκη, άρχισε να στέλνει ειδικούς σκαπανείς σε εκείνη τη χώρα για να κηρύξουν στα χωριά του βόρειου τμήματος. Και άλλοι ήρθαν επίσης να υπηρετήσουν εκεί που υπήρχε ανάγκη στη Μοζαμβίκη, και το έργο τους έγινε αισθητό κυρίως στις παραμεθόριες περιοχές.

Οι Εξόριστοι Επιστρέφουν

Με τον καιρό, ο Ζανέιρο Ντέντε και οι αδελφοί του επέστρεψαν από το Σάου Τομέ. Στο Σάου Τομέ μπορούσαν να κηρύττουν ελεύθερα, αλλά όταν γύρισαν στην πατρίδα τους, τους μαστίγωσαν και τους είπαν να σταματήσουν κάθε δραστηριότητα κηρύγματος διαφορετικά θα εξορίζονταν και πάλι, αυτή τη φορά χωρίς επιστροφή. Πόσο έμοιαζε αυτό με τη μεταχείριση που επιφύλαξε για τους αποστόλους του Ιησού Χριστού το Ιουδαϊκό Σάνχεδριν!—Πράξ. 5:40-42.

Ο Ζανέιρο και οι αδελφοί του δεν επέτρεψαν σε αυτές τις απειλές να τους σταματήσουν από το να υπηρετούν τον Ιεχωβά. Το Μάρτιο του 1957, ο Ζανέιρο διορίστηκε ειδικός σκαπανέας, και αργότερα, επί δέκα και πλέον χρόνια, υπηρέτησε ως επίσκοπος περιοχής στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας.

Ολονύχτια Μαρτυρία

Νεοενδιαφερόμενα άτομα συνέχισαν να ενώνονται με τον όμιλο στο Λορένσου Μαρκέζ. Ένα από τα σπίτια στα οποία διεξαγόταν μελέτη ήταν του Ερνέστο Σιλαούλε, ενός Μοζαμβικανού. Εκεί ζούσε και ο Αντόνιο Λάνγκα. Ο Λάνγκα, που είχε Καθολικό παρελθόν, αμφισβητούσε δογματικά σημεία και ζητούσε αποδείξεις, κυρίως σε σχέση με την Τριάδα. Αυτοί που ανήκαν στον όμιλο φοβούνταν ότι θα τους κατέδιδε στην PIDE (την Αστυνομική Διεύθυνση Ερευνών και Άμυνας του Κράτους). Ο Λάνγκα, όμως, είχε ειλικρινές ενδιαφέρον για την αλήθεια και συνέχισε να ακούει τη μελέτη έξω από το σπίτι, κρυμμένος στο κλιμακοστάσιο. Με βάση τα όσα άκουγε, συμπέρανε ότι αυτή ήταν η αλήθεια.

Μια ημέρα ένας αδελφός δώρισε στον Λάνγκα το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής». Όταν γύρισε σπίτι από την εργασία του την επόμενη ημέρα, ο Λάνγκα άρχισε να διαβάζει το βιβλίο στις δύο το απόγευμα και δεν το άφησε από τα χέρια του μέχρι που έφτασε στο τέλος, στις δύο το πρωί! Κατόπιν άρχισε να παρευρίσκεται στις συναθροίσεις τακτικά και επέμενε να διαβάσει το βιβλίο και ο φίλος του ο Σιλαούλε, ώστε να αρχίσουν να κηρύττουν.

Επέλεξαν για τομέα τους τις ομάδες των ανιμιστών Σιωνιστών (των Μαζιόνε) στα περίχωρα του Λορένσου Μαρκέζ. Τη νύχτα, όταν αυτές οι ομάδες συναθροίζονταν για τις τελετές τους υπό τον ήχο των τυμπάνων, με χορούς, ποτό και μουσική, οι δύο άντρες πήγαιναν εκεί και, αφού έπαιρναν άδεια από τον αρχηγό της ομάδας, εκφωνούσαν μια μικρή ομιλία. Συνήθως επέστρεφαν στο σπίτι τους τα ξημερώματα. Με τι ζήλο διέδιδαν τη νεοαποκτημένη πίστη τους!

Βάφτισμα στο Λορένσου Μαρκέζ

Όταν τα άτομα του ομίλου που έδιναν έκθεση υπηρεσίας αγρού έφτασαν τα 25, στάλθηκε μια επιστολή στο τμήμα της Νότιας Αφρικής ζητώντας να έρθει ένας εκπρόσωπος για να βαφτίσει τα καινούρια άτομα. Η απάντηση που έλαβαν ήταν ότι ο ίδιος ο αδελφός Ζουνγκούζα θα έπρεπε να φροντίσει για αυτό. Στις 24 Αυγούστου 1958, σε μια συνάθροιση που έγινε σε κάποια κατάλληλη τοποθεσία, βαφτίστηκαν 13 άτομα—τα πρώτα άτομα στο Λορένσου Μαρκέζ. Ανάμεσά τους ήταν ο Καλβίνου Μασιάνα, ο Ερνέστο Σιλαούλε και ο Αντόνιο Λάνγκα, ο καθένας μαζί με τη γυναίκα του, καθώς και η Πολίνα Ζουνγκούζα.

Το 1959, όταν ο αδελφός Ζουνγκούζα είχε μετακομίσει στο Μπέιρα, ο αδελφός Σιλαούλε κλήθηκε να παρουσιαστεί στην PIDE. Επί αρκετό διάστημα εκείνοι άνοιγαν την αλληλογραφία του και τη διάβαζαν. Τον ανέκριναν ένα ολόκληρο πρωινό. Το ίδιο απόγευμα, κάποιοι αστυνομικοί πήγαν στο σπίτι του και κατάσχεσαν όλα τα έντυπα. Οι αδελφοί και οι ενδιαφερόμενοι που είδαν το Λαντ-Ρόβερ της αστυνομίας στο σπίτι του Σιλαούλε φοβήθηκαν ότι θα τους συνελάμβαναν όλους. Προς έκπληξή τους, σε μια εβδομάδα επιστράφηκαν όλα τα βιβλία. Ο όμιλος χρειαζόταν αυτή την ενθάρρυνση.

Επίκαιρες Επισκέψεις Παρέχουν Ενθάρρυνση

Στο μεταξύ, ο Πασκουάλ Ολιβέιρα και ο μικρός όμιλος των Ευρωπαίων στο Λορένσου Μαρκέζ δέχτηκαν εποικοδομητικές επισκέψεις από τον Χαλιντέι και την Τζόις Μπέντλεϊ, ένα ζευγάρι ιεραποστόλων που στάλθηκαν από το τμήμα της Νυασαλάνδης. Οι επισκέψεις τους, δύο φορές το χρόνο, περιλάμβαναν το Μπέιρα, περίπου 720 χιλιόμετρα βόρεια της πρωτεύουσας, καθώς και άλλες πόλεις. Αργότερα, ο Μίλτον Χένσελ, από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία, τους επισκέφτηκε επίσης και τους ενθάρρυνε να συνεχίσουν να συνεργάζονται με την οργάνωση του Ιεχωβά.

Η πρώτη εκκλησία που αποτελούνταν από Μοζαμβικανούς Μάρτυρες λειτουργούσε ήδη στην πρωτεύουσα επί αρκετά έτη όταν, το 1963, σχηματίστηκε μια εκκλησία για τους Ευρωπαίους ευαγγελιζομένους που ζούσαν εκεί.

Διακηρύττουν Θαρραλέα τα Καλά Νέα

Όταν η αποικιακή αστυνομία, η PIDE, επέστρεψε τα έντυπα του Ερνέστο Σιλαούλε, ο αφρικανικός όμιλος στο Λορένσου Μαρκέζ έγινε άφοβος. Τις Κυριακές συναθροίζονταν κοντά στην πολυσύχναστη αγορά Σιπαμανίνε, κάτω από τη σκιά ενός δέντρου. Χρησιμοποιώντας ένα ηχητικό σύστημα, εξέταζαν το εδάφιο της ημέρας. Κατόπιν, ο όμιλος χωριζόταν σε ζευγάρια με σκοπό να επισκεφτούν τα σπίτια και τις επιχειρήσεις γύρω από την αγορά. Στις 11:30 π.μ., επέστρεφαν στο αρχικό τους σημείο συνάθροισης για να φάνε το πρόγευμά τους προτού αρχίσει το μεσημέρι η δημόσια διάλεξή τους, την οποία είχαν διαφημίσει παντού. Κάπου-κάπου, όταν μερικοί ευαγγελιζόμενοι αργούσαν να γυρίσουν από τη διακονία τους, τους καλούσαν από το ηχητικό σύστημα: «Ήρθε η ώρα . . . Ήρθε η ώρα . . . Γυρίστε πίσω, επειδή ήρθε η ώρα . . . »

Άρχιζε να συγκεντρώνεται μεγάλο πλήθος. Εκτός από εκείνους που είχαν λάβει προσωπική πρόσκληση καθώς και τους ίδιους τους αδελφούς, έρχονταν πολλοί περίεργοι παρατηρητές που είχαν ελκυστεί από τον ήχο των μεγαφώνων. Σχημάτιζαν ένα μεγάλο κύκλο στην πολυσύχναστη αυτή περιοχή, και τότε άρχιζε η διάλεξη. Οι οικοδεσπότες της περιοχής έβγαιναν στις βεράντες τους για να ακούσουν, και πολλοί έφερναν μαζί τους τη Γραφή τους για να παρακολουθούν τα εδάφια που διαβάζονταν. Οι αδελφοί διατήρησαν αυτή τη διευθέτηση αρκετά χρόνια, χρησιμοποιώντας εκ περιτροπής τις αγορές Σιπαμανίνε και Σαμανκούλου και τη λεωφόρο Κραβέιρο Λόπες (τώρα λεωφόρος Ακόρντος ντε Λουσάκα). Αυτό συνέβαλε στην αύξηση που σημειώθηκε τη δεκαετία του 1960—από μία εκκλησία σε τέσσερις.

Είχε Κάρτα Πρώτα στην PIDE

Ένα άτομο που ήρθε σε επαφή με την αλήθεια με αυτόν τον τρόπο ήταν ο Μίκας Εμπουλουάνε. Όταν δέχτηκε το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής» και ζήτησε να κάνει Γραφική μελέτη, ρώτησε: «Πόσα θα πρέπει να πληρώσω για αυτό;» Ποτέ δεν γίνεται χρέωση για τέτοιες μελέτες, αλλά οι αδελφοί τού πρότειναν να διαθέσει το σπίτι του την επόμενη Κυριακή για μια διάλεξη. Συμφώνησε αμέσως. Ομιλητής ήταν ο Ερνέστο Σιλαούλε, και παρευρέθηκαν περίπου 400 άτομα. Ένας πληροφοριοδότης της PIDE κατέδωσε τη συνάθροιση στην αστυνομία. Ο διοικητής της αστυνομίας κάλεσε τον Μίκας στο γραφείο του. Ο Μίκας ανησύχησε. Όπως σκέφτηκε ο ίδιος: «Εδώ εγώ είμαι διπλός Εθνικός, αφού έχω παρευρεθεί σε μία μόνο συνάθροιση. Τι θα πω;» («Εθνικός» εκεί σημαίνει άπιστος· η φράση «διπλός Εθνικός» τόνιζε πόσο ανάξιος ένιωθε). Αμέσως κάλεσε τον αδελφό ο οποίος έκανε μελέτη μαζί του ώστε να τον εκπαιδεύσει μέσα στα λίγα λεπτά που του έμεναν μέχρι να απαντήσει στην κλήση που έλαβε.

Όταν έφτασε στο αστυνομικό τμήμα, ρώτησαν τον Μίκας σε ποια θρησκεία ανήκε. Χωρίς δισταγμό απάντησε: «Μάρτυρας του Ιεχωβά». Τότε ο Μάριο Φιγκέιρα, ο διοικητής της αστυνομίας, προχώρησε στην ανάκριση: «Έγινε, λοιπόν, μια μεγάλη συνάθροιση στο σπίτι σου, υπό ξένη επιρροή, πίσω από κλειστές πόρτες, με την αστυνομία κλειδωμένη απέξω. Σίγουρα είχε να κάνει με το Φρελίμο». Αναφερόταν στο Μέτωπο Απελευθέρωσης της Μοζαμβίκης (Frente da Libertação de Moçambique), το κίνημα που τότε πολεμούσε για την ανεξαρτησία της Μοζαμβίκης. Ο Μίκας αναρωτιόταν πώς θα έπρεπε να απαντήσει· αυτό το σημείο δεν είχε καλυφτεί στην «εκπαίδευσή» του. Προσπάθησε να εξηγήσει με διπλωματικό τρόπο όλη τη διευθέτηση που είχε δει και στην οποία είχε συμμετάσχει για πρώτη φορά.

«Εντάξει, Μίκας, αρκετά», διέκοψε ο κ. Φιγκέιρα. Βάζοντας τα χέρια του γύρω από τον Μίκας, συνέχισε: «Λες την αλήθεια. Από την αρχή της ιστορίας, οι υπηρέτες του Θεού διώκονται επειδή λένε την αλήθεια, όπως και εσύ. Ένα μόνο σου ζητάω: Την επόμενη φορά που θα κάνετε τέτοια μεγάλη συνάθροιση, ειδοποιήστε μας για να μην έχουμε έκτροπα. Άντε στο καλό. Αύριο, όμως, έλα πάλι εδώ και φέρε μαζί σου δύο φωτογραφίες για να σου συμπληρώσουμε μια κάρτα Μάρτυρα του Ιεχωβά». (Τότε υπήρχε για όλα τα υπεύθυνα άτομα στην εκκλησία μια κάρτα στο αρχείο της PIDE). Ο Μίκας χαίρεται να αναφέρει, χαμογελώντας: «Εγώ, ένας διπλός Εθνικός, είχα κάρτα στην PIDE προτού αποκτήσω κάρτα στην εκκλησία!» Δυστυχώς, αυτή η καλοσυνάτη μεταχείριση εκ μέρους των αστυνομικών οργάνων δεν ήταν συνηθισμένη.

Τα Γεγονότα στη Μαλάουι Ωφελούν το Έργο στο Βορρά

Τρεις από τις Συνελεύσεις Περιφερείας «Μαθήτευσις» οι οποίες έγιναν στη Μαλάουι το 1967 διεξάχθηκαν κοντά στα σύνορα με τη Μοζαμβίκη, και έτσι ήταν ευκολότερο να παρευρεθούν μερικοί Μοζαμβικανοί αδελφοί. Αλλά τον Οκτώβριο, ο Πρόεδρος Χ. Καμούζου Μπάντα χαρακτήρισε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά απαγορευμένη οργάνωση στη Μαλάουι. Ξέσπασε βάρβαρος διωγμός εναντίον τους. Σε όλη τη χώρα, οι περιουσίες τους καταστράφηκαν, οι ίδιοι ξυλοκοπήθηκαν, μερικοί θανατώθηκαν, πάνω από χίλιες Χριστιανές γυναίκες βιάστηκαν. Σε κατάσταση απελπισίας, πολλοί επιζώντες ζήτησαν καταφύγιο στη Μοζαμβίκη. Αντίθετα με αυτό που ίσως αναμενόταν, οι πορτογαλικές αρχές τους καλοδέχτηκαν. Τους παρασχέθηκε τροφή σε δύο μεγάλα στρατόπεδα κοντά στο Μοκούμπα της επαρχίας Ζαμπέζια. Μόνο στο ένα από αυτά τα στρατόπεδα, υπήρχαν 2.234 αδελφοί μας. Η παρουσία τους συνέβαλε πάρα πολύ στη διάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας στο βορρά.

Στο Μπέιρα, τη δεύτερη σε μέγεθος πόλη της χώρας, οι Μοζαμβικανοί Μάρτυρες απολάμβαναν περισσότερη ελευθερία εκείνη την εποχή από ό,τι οι αδελφοί τους στην πρωτεύουσα. Ήταν σε θέση να διεξάγουν συναθροίσεις, αλλά αντιμετώπιζαν περιορισμούς σε σχέση με το κήρυγμα από σπίτι σε σπίτι, ιδιαίτερα στα προάστια που κατοικούσαν Ευρωπαίοι.

Μια Αμφιλεγόμενη Ειδοποίηση Προκαλεί Διαιρέσεις

Το 1968, οι πρεσβύτεροι στο Λορένσου Μαρκέζ έλαβαν μια κλήση από την PIDE. Τους επιδόθηκε μια «Ειδοποίηση» η οποία δήλωνε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά απαγορευόταν να κάνουν προσηλυτισμό και ότι θα έπρεπε να συναθροίζονται μόνο με μέλη της δικής τους οικογένειας. Αυτή την «Ειδοποίηση» έπρεπε να την υπογράψουν οι πρεσβύτεροι ως επιβεβαίωση του ότι την είχαν λάβει.

Επειδή κατανοούσαν ότι αυτό δεν αποτελούσε με κανέναν τρόπο αποκήρυξη της πίστης τους, αλλά απλώς ένδειξη του ότι είχαν λάβει γνώση κάποιας ειδοποίησης, οι πρεσβύτεροι υπέγραψαν. Ωστόσο, ήταν αποφασισμένοι να συνεχίσουν να υπακούν στις Βιβλικές παραινέσεις να συναθροίζονται και να κηρύττουν, μολονότι το έκαναν αυτό με διακριτικότητα και σε μικρότερους ομίλους. (Ματθ. 10:16· 24:14· 28:18-20· Εβρ. 10:24, 25) Ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους, προέκυψε διαίρεση ανάμεσα στους αδελφούς. Μερικοί πίστευαν ότι οι πρεσβύτεροι είχαν συμβιβαστεί υπογράφοντας αυτό το έγγραφο.

Σε μια προσπάθεια να αποδείξουν στον όμιλο των αντιφρονούντων ότι δεν είχαν ενεργήσει από φόβο και ότι δεν είχε γίνει συμβιβασμός, οι πρεσβύτεροι σχημάτισαν μια επιτροπή με επικεφαλής τον Ερνέστο Σιλαούλε. Πλησίασαν τους ιθύνοντες της PIDE για να ρωτήσουν ποια ήταν η αιτία της απαγόρευσης. «Τι το κακό υπάρχει στους Μάρτυρες του Ιεχωβά;» ρώτησαν. Τους απάντησαν: «Εμείς δεν έχουμε κανένα πρόβλημα μαζί σας, αλλά αυτή η θρησκεία είναι απαγορευμένη στη Μοζαμβίκη. Ακόμη και αν δεν κάνετε τίποτα το κακό, η κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει αυτή τη θρησκεία». Οι ιθύνοντες πρόσθεσαν ότι, αν ήθελε κάποιος να ασκεί αυτή τη θρησκεία, θα έπρεπε να πάει σε άλλη χώρα.

Η απάντηση που έδωσε ο αδελφός Σιλαούλε και οι σύντροφοί του ήταν σταθερή: «Αν η κυβέρνηση αποφασίσει ότι είναι εσφαλμένο να διδάσκουμε τους ανθρώπους να μην κλέβουν, να μη σκοτώνουν και να μην κάνουν τίποτε το κακό, τότε να μας συλλάβετε. Εμείς θα συνεχίσουμε να διδάσκουμε την αλήθεια, και αυτό ακριβώς θα κάνουμε μόλις φύγουμε από εδώ». Οι εκφράσεις τους μας θυμίζουν και πάλι το πώς μίλησε ένας από τους αποστόλους του Ιησού ενώπιον του Σάνχεδριν.—Πράξ. 4:19, 20.

Μήπως καθησύχασε αυτή η θαρραλέα πράξη τους αντιφρονούντες; Δυστυχώς, όχι. Παρ’ όλη τη βοήθεια που τους προσφέρθηκε, περιλαμβανομένων και επανειλημμένων επισκέψεων εκ μέρους ενός ειδικού εκπροσώπου από το τμήμα της Νότιας Αφρικής, εκείνοι συνέχισαν να επιδιώκουν ανεξάρτητη πορεία, αποκαλώντας τους εαυτούς τους «Ελεύθερους Μάρτυρες του Ιεχωβά». Χρειάστηκε να αποκοπούν για αποστασία. Αργότερα η Εταιρία έγραψε ότι το να υιοθετούμε προσεκτική πορεία ενεργείας όταν αντιμετωπίζουμε διωγμό δεν αποτελεί ένδειξη φόβου, αλλά βρίσκεται σε αρμονία με τη συμβουλή που έδωσε ο Ιησούς στο εδάφιο Ματθαίος 10:16.

Η PIDE Καταφέρει Ισχυρό Πλήγμα

Λιγότερο από ένα χρόνο ύστερα από αυτόν το στασιασμό, η PIDE συνέλαβε 16 αδελφούς οι οποίοι κατείχαν θέσεις ευθύνης. Ανάμεσά τους ήταν ο Ερνέστο Σιλαούλε, ο Φρανσίσκο Ζουνγκούζα και ο Καλβίνου Μασιάνα. Σε εκείνη την περίπτωση τα όργανα της PIDE είπαν στον αδελφό Σιλαούλε τα λόγια που βρίσκονται στην αρχή αυτής της αφήγησης.

Επακολούθησαν και άλλες συλλήψεις. Πώς βρήκε η PIDE τα ονόματα και τις διευθύνσεις των διορισμένων υπηρετών; Κατά τη διάρκεια μιας επιδρομής στο σπίτι του αδελφού Σιλαούλε, είχαν βρει πάνω σε κάποιο τραπέζι ένα αρχείο με τις επιστολές της Εταιρίας οι οποίες περιείχαν τα ονόματα των διορισμένων υπηρετών, καθώς και το εγχειρίδιο Κηρύττοντας Μαζί με Ενότητα. Με αυτές τις πληροφορίες στα χέρια τους, έψαξαν συγκεκριμένα για τον υπηρέτη εκκλησίας, το βοηθό υπηρέτη εκκλησίας, τον οδηγό Μελέτης Σκοπιάς, τον οδηγό Μελέτης Βιβλίου Εκκλησίας, καθώς και άλλους. Αυτούς τους έριξαν στη φυλακή Μασάβα χωρίς δίκη—καταδικάζοντάς τους σε δύο χρόνια φυλάκιση.

Το τμήμα της Νότιας Αφρικής ενθάρρυνε τους αδελφούς στη φυλακή και παρείχε βοήθεια για τα εξαρτώμενα μέλη των οικογενειών τους. Η Διεθνής Αμνηστία κατέβαλε προσπάθειες να απελευθερώσει τους αδελφούς καθώς και να παράσχει κάποια υποστήριξη στα εξαρτώμενα μέλη των οικογενειών τους. Οι αδελφοί στη Μοζαμβίκη που ήταν ελεύθεροι διευθέτησαν να παρέχουν τροφή σε εκείνους που βρίσκονταν σε ανάγκη. Η Αλίτα, η κόρη του αδελφού Σιλαούλε, λέει σχετικά με αυτή τη διευθέτηση: «Ποτέ δεν μας έλειψε το καθημερινό μας φαγητό. Μερικές φορές ήταν μάλιστα καλύτερης ποιότητας από ό,τι είχαμε συνηθίσει».

Το Έργο Κηρύγματος Συνεχίζεται

Παρά τη «δυσμενή εποχή», ο λαός του Ιεχωβά δεν μπορούσε να σταματήσει το ζωοσωτήριο έργο κηρύγματος των καλών νέων της Βασιλείας. (2 Τιμ. 4:1, 2) Ο Φερνάντο Μουτέμπα, ο οποίος έγινε ένας από τους στύλους του έργου σε αυτή τη χώρα, θυμάται ότι στην εκκλησία του είχαν συλληφθεί και ο υπηρέτης εκκλησίας και ο βοηθός υπηρέτη εκκλησίας. Εφόσον εκείνος ήταν ο υπηρέτης Γραφικών μελετών, κατέστη αναγκαίο να αναλάβει την ηγεσία. Η Εταιρία έδωσε οδηγίες να εκφωνηθεί μια σειρά διαλέξεων που ήταν βασισμένες στο βιβλίο Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή. Με την κατάλληλη προσοχή, εκείνος διευθέτησε να εκφωνηθούν αυτές οι διαλέξεις το βράδυ, στους ομίλους μελέτης βιβλίου. Ο κάθε ομιλητής εκφωνούσε τη διάλεξή του σε δύο ομίλους κάθε βράδυ. Έτσι, πολλά άτομα που είχαν προσκληθεί έλαβαν αυτή την πνευματική τροφή και αυξήθηκε η εκτίμησή τους για την αλήθεια.

Δόθηκε εντατική εκπαίδευση στα καινούρια άτομα ώστε να μπορούν να είναι αποτελεσματικοί στη διακονία τους και θαρραλέοι στην αντιμετώπιση του διωγμού. Ο Φιλίπε Ματόλα περιγράφει πώς ωφελήθηκε από την αρχική εκπαίδευση που έλαβε: «Εκπαιδευτήκαμε να μεταδίδουμε σε άλλους αυτά που μαθαίναμε, αποδεικνύοντας επιδέξια από την Αγία Γραφή όλα όσα διδασκόμασταν. Ύστερα από δυο εβδομάδες μελέτης, αρχίζαμε να κηρύττουμε ανεπίσημα. Την τρίτη εβδομάδα, αρχίζαμε να φέρνουμε άλλα ενδιαφερόμενα άτομα για να συμμετέχουν στη μελέτη. Την τέταρτη εβδομάδα, αρχίζαμε να κηρύττουμε από σπίτι σε σπίτι. Τα καινούρια άτομα λάβαιναν την ενθάρρυνση να εγκαρτερούν στις δοκιμές και στη φυλάκιση και να είναι άφοβοι. Μόνο ένας αδελφός που είχε θέση ευθύνης στην εκκλησία ήταν ελεύθερος, και εκείνος έλεγε: ‘Δεν ξέρω πότε θα με φυλακίσουν. Γι’ αυτό, όλοι σας θα πρέπει να μάθετε πώς να φροντίζετε την εκκλησία’». Όταν και ο αδελφός Ματόλα στάλθηκε στη φυλακή Μασάβα, ο ζήλος του δεν μειώθηκε.

Κήρυγμα και Συναθροίσεις στη Φυλακή

Το συντομότερο δυνατόν, αυτοί που ανήκαν στον όμιλο στη φυλακή Μασάβα οργάνωσαν όλες τις συναθροίσεις, με σκοπό να παραμείνουν πνευματικά ισχυροί. Πώς μπόρεσαν να το καταφέρουν αυτό, εφόσον βρίσκονταν υπό φρούρηση; Ως εξής, όπως εξηγεί ο Φιλίπε Ματόλα: «Επωφελούμασταν από τις περιπτώσεις που βγαίναμε στο προαύλιο της φυλακής. Εκείνος που είχε διοριστεί να εκφωνήσει ομιλία στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας βάδιζε μαζί με άλλους τέσσερις, σαν να έκαναν βόλτα και να συζητούσαν. Κατόπιν, άφηνε αυτόν τον όμιλο και έκανε το ίδιο με ένα δεύτερο όμιλο, κ.ο.κ., μέχρι να εκφωνήσει την ομιλία σε ολόκληρη την ομάδα».

Αρχικά προσπάθησαν να διεξάγουν τη μελέτη βιβλίου στα κελιά με τη βοήθεια κάποιου εντύπου, αλλά η μελέτη τους ανακαλύφτηκε και τους απαγόρευσαν να τη συνεχίσουν. Άλλαξαν τη μέθοδό τους. Ο Λουίς Βίλα, ένας άλλος κρατούμενος, θυμάται: «Προετοιμαζόμασταν ο καθένας μόνος του, και κατόπιν σε προκαθορισμένη ημέρα και ώρα, χωρίς να έχουμε στα χέρια μας κάποιο έντυπο, κάναμε βόλτες χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο όπως για τη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας, και ο καθένας παρουσίαζε τα κύρια σημεία της ύλης. Αυτή η μέθοδος ήταν αρκετά αποδοτική επειδή έπρεπε να απομνημονεύσουμε την ύλη, ώστε να μην την ξεχάσουμε ποτέ».

Τα μέλη των οικογενειών τους που ήταν ελεύθερα βοηθούσαν κρύβοντας τα έντυπα κάτω από τα τρόφιμα και περνώντας τα κρυφά στη φυλακή στη διάρκεια των επισκέψεών τους. Με αυτόν τον τρόπο οι αδελφοί τρέφονταν σωματικά και πνευματικά.

Υπήρχαν επίσης περιπτώσεις κατά τις οποίες άλλοι κρατούμενοι μπορούσαν να ωφεληθούν από τις συναθροίσεις. Σε μια περίπτωση, όταν 3 αδελφοί μοιράζονταν μια πτέρυγα της φυλακής μαζί με 70 άλλους κρατουμένους, εκφωνήθηκε μια δημόσια διάλεξη. Ένας αδελφός υπηρέτησε ως εισηγητής και κάποιος άλλος έκανε προσευχή. Κατόπιν έψαλαν οι τρεις τους και εκφωνήθηκε η διάλεξη. Παρευρέθηκαν 73 άτομα.

Ο Ερνέστο Σιλαούλε μοιραζόταν το κελί του με ένα μέλος του Φρελίμο το οποίο είχε συλληφθεί από την PIDE επειδή πολεμούσε για την ανεξαρτησία. Είχε φιλικές συζητήσεις μαζί του και του έδωσε μαρτυρία γύρω από την ελπίδα της Βασιλείας του Θεού. Αυτοί επρόκειτο να ξανασυναντηθούν αργότερα κάτω από διαφορετικές περιστάσεις.

Η Αλήθεια Κηρύττεται με Ζήλο στο Ινιαμπάνε

Το Ινιαμπάνε, μια από τις νότιες επαρχίες, έγινε πεδίο έντονης δράσης για έναν ταπεινό χτίστη. Αυτός ο άντρας, ο Αράου Φρανσίσκο, όταν άκουσε μια διάλεξη το 1967 στο Λορένσου Μαρκέζ, δεν αμφέβαλε καθόλου πως είχε βρει την αλήθεια. Ένιωσε την έντονη επιθυμία να μιλήσει στους συγχωριανούς του για τα πράγματα που είχε ακούσει. Αυτό και έκανε. Όταν επέστρεψε στο Λορένσου Μαρκέζ, βαφτίστηκε περίπου την ίδια εποχή που η PIDE συνέλαβε τη μεγάλη ομάδα των πρεσβυτέρων. Ο Αράου ένιωθε ότι είχε ευθύνη να καλλιεργήσει το ενδιαφέρον που είχε αναπτύξει ανάμεσα στους συγχωριανούς του και φοβόταν ότι θα τον φυλάκιζαν πριν προλάβει να τους βοηθήσει περαιτέρω. Μερικοί από τους αδελφούς προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, λέγοντας ότι ήταν ακόμη πολύ καινούριος στην αλήθεια για να κηρύττει μόνος του. Περίμενε λίγους μήνες, αλλά δεν μπορούσε πια να αντισταθεί στην έντονη επιθυμία που είχε να δώσει μαρτυρία στους συγχωριανούς του. Πήρε τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά του και ξεκίνησαν για το Ινιαμπάνε. Με παρόντες μόνο τα μέλη της οικογένειάς του, άρχισε να διεξάγει όλες τις συναθροίσεις.

Έσπειρε τους σπόρους της αλήθειας στο Ινιαμπάνε, στο Μακίκε, και σε άλλες πόλεις της περιοχής, θέτοντας το θεμέλιο για τις εκκλησίες που βρίσκονται σήμερα εκεί. Όταν ένας Καθολικός ιερέας προσπάθησε να παρέμβει, λέγοντας: «Δεν μπορείς να σχηματίσεις ομίλους εδώ», ο Αράου απάντησε με θάρρος: «Δεν υπάρχουν όρια για τα καλά νέα που φέρνω. Μπορούν να μεταδοθούν οπουδήποτε». Πράγματι, όπως φαίνεται στο εδάφιο Πράξεις 1:8, αυτό είπε ο Ιησούς ότι θα συνέβαινε.

Ο τοπικός ιερέας συγκάλεσε μια σύσκεψη για να αποφασιστεί αν θα έπρεπε να εκδιωχτεί ο Αράου από την περιοχή. Ο Αράου επέμεινε ότι δεν επρόκειτο να πάει πουθενά. Όπως αναμενόταν, ο ιερέας κάλεσε τον αγαπημένο του σύμμαχο, την PIDE.

Η PIDE Κυνηγάει έναν Κήρυκα-Χτίστη

Μια Κυριακή, όταν ο Αράου επισκεπτόταν άλλους πιο απομακρυσμένους ομίλους, τέσσερα όργανα της PIDE παρακολούθησαν τη συνάθροιση στο Ινιαμπάνε. Ισχυρίστηκαν ότι είναι περαστικοί Μάρτυρες του Ιεχωβά. Στο τέλος της συνάθροισης, όμως, αποκάλυψαν την ταυτότητά τους και απαίτησαν να δουν τον Αράου. Επειδή δεν τον έβρισκαν, συνέλαβαν οχτώ από τους παρόντες αδελφούς.

Επειδή ο Αράου έχτιζε ένα σπίτι για το διοικητή του Ενγκουένι, οι αστυνομικοί πήγαν να τον βρουν εκεί. Ο Αράου άκουσε το διοικητή να τους λέει: «Δεν μπορώ να τον διώξω για θρησκευτικούς λόγους. Πρέπει πρώτα να τελειώσει τις εργασίες στο σπίτι μου». Τότε οι αστυνομικοί ρώτησαν: «Θέλεις να πεις ότι αυτός χτίζει τούτο το σπίτι;» «Ναι», απάντησε ο διοικητής, «και έχτισε επίσης το σπίτι στο Μακίκε, και πολλά άλλα. Τη δουλειά που κάνει στο σπίτι μου κανένας άλλος εδώ δεν ξέρει να την κάνει. Έχτισε το ληξιαρχείο στο Μακίκε και έχει να χτίσει ακόμη το πανδοχείο». Αφού άκουσαν αυτή την απαρίθμηση των προσόντων του, οι αστυνομικοί είπαν: «Θα γυρίσουμε για να πάρουμε τον Αράου και να τον βάλουμε να χτίσει το σπίτι του υπευθύνου των δημοσίων έργων».

Ο Αράου συνελήφθη και χρησιμοποιήθηκε για την οικοδόμηση διαφόρων έργων της κυβέρνησης. Ακόμη και ως κρατούμενος, όμως, είχε πολλές ευκαιρίες να δώσει μαρτυρία.

Ένας αξιωματικός της PIDE καλούσε τον Αράου στο γραφείο του τα βράδια για να τον βοηθήσει να μελετήσει το βιβλίο Αλήθεια. Όταν έρχονταν άλλοι, ο αξιωματικός, ο κ. Νέβες, έπιανε στα γρήγορα μερικά έγγραφα και προσποιούνταν ότι έκανε ανάκριση. Μια ημέρα του είπε: «Αράου, με αυτά που με διδάσκεις, έχω μεταστραφεί. Όλη μου τη ζωή, από τότε που ήμουν στη Λισαβώνα μέχρι τώρα, μιλάω με Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τώρα κοντά που θα πάρω σύνταξη, θα γίνω και εγώ Μάρτυρας. Αλλά προτού φύγω, πρέπει να σε ελευθερώσω. Τελείωσε την εργασία που έχεις τώρα, και θα πω στο γενικό επιθεωρητή να πάρει άλλο χτίστη. Για να μην έχω προβλήματα, δεν θα γυρίσω στη Λισαβώνα, αλλά θα πουλήσω ό,τι έχω και θα πάω στην Αμερική. Με ακούς, Αράου; Μην πεις τίποτα σε κανέναν».

Ο κ. Νέβες ήθελε να κρατήσει την υπόσχεσή του, και μάλιστα απελευθέρωσε τους αδελφούς που ήταν φυλακισμένοι στο Ινιαμπάνε. Ωστόσο, η απελευθέρωση του Αράου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Η PIDE τον θεωρούσε δικό της χτίστη. Ο κ. Νέβες είχε πάρει πια σύνταξη, αλλά κάθε ημέρα πήγαινε να δει το φίλο του και να ζητήσει από το γενικό επιθεωρητή να απελευθερώσει τον Αράου. Όπως είχε υποσχεθεί, ο κ. Νέβες δεν έφυγε παρά μόνο αφού απελευθερώθηκε ο Αράου. Αναρωτιόμαστε πού να είναι τώρα ο κ. Νέβες. Κράτησε άραγε και την υπόλοιπη υπόσχεσή του; Ελπίζουμε ειλικρινά να την κράτησε.

Πολιτικές Αλλαγές Φέρνουν Προσωρινή Ανακούφιση

Την 1η Μαΐου 1974, μια ιαχή χαράς ακούστηκε σε ολόκληρη τη φυλακή Μασάβα. Η «Επανάσταση των Γαριφάλων» της 25ης Απριλίου είχε θέσει τέλος στη δικτατορία της Πορτογαλίας, επιφέροντας συνταρακτικές αλλαγές στις υπερπόντιες αποικίες της. Την 1η Μαΐου, χορηγήθηκε αμνηστία σε όλους τους πολιτικούς κρατουμένους. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, επειδή είχαν φυλακιστεί λόγω της πολιτικής τους ουδετερότητας, συμπεριλήφθηκαν σε αυτή την αμνηστία. Η Μοζαμβίκη ετοιμαζόταν τώρα να γίνει ανεξάρτητο κράτος.

Όταν απελευθερώθηκαν, οι αδελφοί ενθαρρύνθηκαν βλέποντας τις αυξήσεις στον αριθμό των υπηρετών του Ιεχωβά. Χάρηκαν, επίσης, όταν παρατήρησαν πόσο ισχυροί πνευματικά ήταν εκείνοι που είχαν μείνει ελεύθεροι. (Παράβαλε Φιλιππησίους 1:13, 14). Επωφελούμενοι από τη νεοαποκτημένη ελευθερία τους, διεξήγαγαν μια πολύ επιτυχημένη συνέλευση περιοχής. Κάτι που αύξησε τη χαρά τους ήταν η παρουσία δύο Νοτιοαφρικανών αδελφών που τους ήταν αγαπητοί—του Φρανς Μούλερ, συντονιστή της Επιτροπής του Τμήματος της Νότιας Αφρικής, ο οποίος είχε δείξει ζωηρό ενδιαφέρον για την ευημερία των αδελφών στη Μοζαμβίκη, και του Έλιας Μαχένιε, ο οποίος είχε υπηρετήσει πολλά χρόνια ως επίσκοπος περιοχής στη νότια Μοζαμβίκη.

Σε αυτή τη συνέλευση, εκείνοι που είχαν φυλακιστεί παροτρύνθηκαν να εργαστούν σε ενότητα με την οργάνωση του Ιεχωβά η οποία προχωράει γοργά. Ο αδελφός Μαχένιε θύμισε στους αδελφούς: «Η PIDE έχει εξαφανιστεί, αλλά ο παππούς της, ο Σατανάς ο Διάβολος, είναι ακόμη εδώ. Να ενδυναμωθείτε και να πάρετε θάρρος». Ζήτησε να σηκωθούν όρθιοι όσοι ήταν στη φυλακή. Αρκετές δεκάδες αδελφοί σηκώθηκαν. Κατόπιν, ζήτησε να σηκωθούν εκείνοι που είχαν έρθει στην αλήθεια κατά τη διάρκεια της φυλάκισης των αδελφών. Σηκώθηκαν οι μισοί από το ακροατήριο που έφτανε περίπου τους 2.000. Ο αδελφός Μαχένιε κατέληξε: «Δεν υπάρχει λόγος να φοβάστε».

Αυτά τα λόγια ενθάρρυνσης ήταν επίκαιρα. Βαριά σύννεφα σχηματίζονταν στον ορίζοντα, και μια ύστατη δοκιμή της αγάπης τους για τον Θεό περίμενε όλα τα μέλη του λαού του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη.

Το έτος 1974 πέρασε γρήγορα. Εκείνο το έτος, βαφτίστηκαν 1.209 άτομα· το 1975, 2.303 άτομα. Πολλοί που είναι πρεσβύτεροι σήμερα βαφτίστηκαν τότε.

Ο επαναστατικός πυρετός, όμως, σάρωνε τη χώρα. Το σύνθημα «Βίβα Φρελίμο» (Ζήτω το Φρελίμο) έγινε σύμβολο του δεκάχρονου αγώνα για ελευθερία και ανεξαρτησία. Υπήρχε μια κατάσταση γενικής ευφορίας στο έθνος, και η πλειονότητα το θεωρούσε αδιανόητο να μη συμμετέχει κάποιος σε αυτήν. Τα αισθήματα που επικρατούσαν σύντομα θα κάλυπταν με ένα παραπέτασμα τη βραχύβια ελευθερία των αδελφών, και επρόκειτο για ένα «σιδηρούν παραπέτασμα».

Διατάζονται Συλλήψεις

Καθώς άρχισαν οι προετοιμασίες για τη γιορτή της ανεξαρτησίας, την 25η Ιουνίου 1975, η ουδέτερη στάση των Μαρτύρων του Ιεχωβά έγινε ακόμη πιο φανερή. Οι υπεύθυνοι αδελφοί προσπάθησαν να κανονίσουν μια συνάντηση με την καινούρια κυβέρνηση, αλλά χωρίς επιτυχία. Ο πρόεδρος που είχε πρόσφατα ανέλθει στην εξουσία έδωσε στην ουσία μια διαταγή όταν κραύγασε σε μια ραδιοφωνική διάλεξη: «Θα θέσουμε οριστικό τέλος σε αυτούς τους Μάρτυρες του Ιεχωβά . . . Πιστεύουμε ότι είναι εναπομείναντες πράκτορες της πορτογαλικής αποικιοκρατίας· είναι πρώην μέλη της PIDE . . . Γι’ αυτό, συστήνουμε στους ανθρώπους να τους συλλάβουν αμέσως».

Η καταιγίδα ξέσπασε. Λεγόμενες «ομάδες κρούσης» κινητοποιήθηκαν στις γειτονιές, με κοινό αντικειμενικό σκοπό να συλλάβουν όλους τους Μάρτυρες του Ιεχωβά—στην εργασία, στο σπίτι, στους δρόμους, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας, σε όλη τη χώρα. Όλοι υποχρεώνονταν να εμφανίζονται σε συναντήσεις της γειτονιάς, οι οποίες διεξάγονταν σε χώρους εργασίας και σε δημόσιους χώρους, και όποιος δεν φώναζε μαζί με το πλήθος «Βίβα Φρελίμο» χαρακτηριζόταν εχθρός. Αυτό το πνεύμα κυριαρχεί όταν οργιάζουν τα εθνικιστικά πάθη.

Ωστόσο, είναι πασίγνωστο ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, μολονότι παραμένουν ουδέτεροι στα πολιτικά ζητήματα, υποστηρίζουν το νόμο και την τάξη, φέρονται στους αξιωματούχους με σεβασμό, είναι έντιμοι και πληρώνουν ευσυνείδητα τους φόρους. Στο διάβα των ετών, η κυβέρνηση της Μοζαμβίκης μπορεί να επιβεβαιώσει αυτό το γεγονός. Στο μεταξύ, όμως, η κατάσταση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη αποδείχτηκε όμοια με εκείνη των πρώτων Χριστιανών οι οποίοι θανατώνονταν στις ρωμαϊκές αρένες επειδή αρνούνταν να κάψουν θυμίαμα στον αυτοκράτορα, και με εκείνη των αδελφών τους στη Γερμανία οι οποίοι ρίχτηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης επειδή αρνούνταν να φωνάξουν «Χάιλ Χίτλερ». Παγκόσμια, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι γνωστοί για το ότι αρνούνται να συμβιβάσουν την υπακοή τους στον Ιεχωβά και στον Ιησού Χριστό, ο οποίος είπε για τους ακολούθους του: «Δεν είναι μέρος του κόσμου, όπως ακριβώς εγώ δεν είμαι μέρος του κόσμου».—Ιωάν. 17:16.

Μαζική Εξορία—Πού;

Πολύ σύντομα, οι φυλακές της Μοζαμβίκης γέμισαν ασφυκτικά με χιλιάδες Μάρτυρες του Ιεχωβά. Πολλά άτομα χωρίστηκαν από την οικογένειά τους. Η έντονη προπαγάνδα δημιούργησε τέτοια εχθρότητα εναντίον των Μαρτύρων ώστε, μολονότι οι πρεσβύτεροι δεν το ενθάρρυναν αυτό, πολλοί προτίμησαν να παραδοθούν μόνοι τους στις αρχές, αισθανόμενοι περισσότερο ασφαλείς με τους αδελφούς τους και τους συγγενείς τους που ήταν ήδη στη φυλακή.

Από τον Οκτώβριο του 1975, τα τμήματα της Ζιμπάμπουε (τότε Ροδεσία) και της Νότιας Αφρικής λάβαιναν χείμαρρο εκθέσεων από επισκόπους περιοχής, διάφορες αρμόδιες επιτροπές και μεμονωμένους αδελφούς, οι οποίες μετέδιδαν μια τραγική εικόνα. Αυτές οι εκθέσεις στέλνονταν κατόπιν στο Κυβερνών Σώμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Μόλις η παγκόσμια αδελφότητα ενημερώθηκε για τη θλιβερή κατάσταση των αδελφών στη Μοζαμβίκη, από όλα τα μέρη της γης αναπέμφθηκαν στον ουρανό ακατάπαυστες προσευχές για χάρη εκείνων των διωκόμενων αδελφών, σε αρμονία με τη συμβουλή που βρίσκεται στο εδάφιο Εβραίους 13:3. Μόνο ο Ιεχωβά μπορούσε να τους στηρίξει, και το έκανε αυτό με το δικό του τρόπο.

Το πιθανότερο είναι πως δεν ήταν πρόθεση των ανώτερων κυβερνητικών αρχών να επιβάλουν στους Μάρτυρες του Ιεχωβά την κτηνώδη μεταχείριση που στην πραγματικότητα υπέστησαν. Αλλά μερικοί από τους κατώτερους αξιωματούχους, οι οποίοι επιχείρησαν επισταμένα να αλλάξουν βαθιά ριζωμένες, ενσυνείδητες πεποιθήσεις, προσπαθούσαν με βίαια μέσα να αποσπάσουν πάση θυσία ένα «Βίβα». Ένα από τα πολλά παραδείγματα είναι του Ζουλιάου Κόζα, από το Βιλανκούλους, τον οποίο έδερναν επί τρεις ώρες σε μια προσπάθεια να τον αναγκάσουν να συμβιβάσει την πίστη του, αλλά μάταια. Ακόμη και όταν αυτοί οι βασανιστές επιτύγχαναν κάπου-κάπου να αποσπάσουν δια της βίας ένα «Βίβα» από κάποιον, αυτό δεν τους ικανοποιούσε. Απαιτούσαν να φωνάξει επίσης ο Μάρτυρας «Κάτω ο Ιεχωβά» και «Κάτω ο Ιησούς Χριστός». Οι ωμότητες που υπέφεραν οι αδελφοί μας είναι τόσο πολυάριθμες ώστε δεν μπορούμε να τις αφηγηθούμε, και τόσο φρικαλέες ώστε δεν μπορούμε να τις περιγράψουμε. (Βλέπε Ξύπνα! 8 Ιουνίου 1976, σελίδες 16-26). Ωστόσο, γνώριζαν ότι, όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος στους Χριστιανούς του πρώτου αιώνα στους Φιλίππους, η θαρραλέα στάση τους μπροστά στις θλίψεις και στο διωγμό αποτελούσε απόδειξη του βάθους της αγάπης τους για τον Θεό και παρείχε διαβεβαίωση ότι Εκείνος θα τους αντάμειβε με σωτηρία.—Φιλιπ. 1:15-29.

Οι ασφυκτικές συνθήκες που προέκυψαν από την υπερπλήρωση των φυλακών, οι οποίες χειροτέρευαν εξαιτίας της βρωμιάς και της έλλειψης τροφής, προκάλεσαν το θάνατο 60 και πλέον παιδιών σε μια περίοδο τεσσάρων μηνών στις φυλακές του Μαπούτου (πρώην Λορένσου Μαρκέζ). Οι αδελφοί που ήταν ακόμη ελεύθεροι έκαναν το καλύτερο που μπορούσαν στην προσπάθειά τους να στηρίξουν τους αδελφούς τους στη φυλακή. Τους τελευταίους μήνες του 1975, μερικοί Μάρτυρες πούλησαν τα υπάρχοντά τους προκειμένου να συνεχίσουν να παρέχουν τροφή στους κρατούμενους αδελφούς τους. Ωστόσο, το να φανερώνουν ότι ανήκαν στην ίδια ομάδα με εκείνους που ήταν στη φυλακή σήμαινε ότι διακινδύνευαν τη δική τους ελευθερία, και πολλοί συνελήφθησαν ενόσω φρόντιζαν για τις ανάγκες των αδελφών τους. Αυτό ήταν το είδος της αγάπης που είπε ο Ιησούς ότι θα είχαν μεταξύ τους οι αληθινοί ακόλουθοί του.—Ιωάν. 13:34, 35· 15:12, 13.

Κατά παράδοξο τρόπο, την ίδια περίοδο, μερικοί Μάρτυρες στην επαρχία Σοφάλα είχαν εντελώς διαφορετική μεταχείριση. Όταν τους συνέλαβαν, τους πήγαν στο πολυτελές Γκραντ Οτέλ στην πόλη Μπέιρα και τους έδιναν τροφή ενώ περίμεναν να μεταφερθούν στον τελικό τους προορισμό.

Ποιος ήταν αυτός; Επρόκειτο για μυστήριο, ακόμη και για τους οδηγούς των πολλών λεωφορείων και φορτηγών που θα τους μετέφεραν.

Προορισμός—Καρίκο, Επαρχία Μιλάνζ

Μεταξύ του Σεπτεμβρίου του 1975 και του Φεβρουαρίου του 1976, όλοι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά που ήταν υπό κράτηση, είτε σε φυλακές είτε σε ανοιχτούς χώρους, μεταφέρθηκαν. Ο μυστικός προορισμός αποτελούσε ένα ακόμη όπλο που χρησιμοποίησε η αστυνομία και άλλες τοπικές αρχές στην προσπάθειά τους να εκφοβίσουν τους αδελφούς. «Θα σας φάνε άγρια θηρία», τους έλεγαν. «Είναι ένα άγνωστο μέρος στο βορρά, από το οποίο δεν θα επιστρέψετε ποτέ». Τα μέλη των οικογενειών που δεν ήταν ομόπιστα ενώθηκαν σε έναν ομαδικό κλαυθμό και οδυρμό, επιμένοντας να υποχωρήσουν οι πιστοί. Πολύ λίγοι, όμως, συμβιβάστηκαν. Ακόμη και νεοενδιαφερόμενα άτομα τάχθηκαν θαρραλέα με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτό συνέβη με τον Αουζίνιου Μασιτέλα, έναν ένθερμο υποστηρικτή των πολιτικών ιδανικών. Το ενδιαφέρον του κεντρίστηκε όταν άκουσε ότι οι φυλακές ήταν γεμάτες Μάρτυρες του Ιεχωβά. Για να διαπιστώσει ποιοι ήταν αυτοί, είχε ζητήσει να κάνει Γραφική μελέτη, μόνο και μόνο για να συλληφθεί και να εξοριστεί ύστερα από μια εβδομάδα. Ήταν ανάμεσα στους πρώτους που βαφτίστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, και σήμερα υπηρετεί ως επίσκοπος περιοχής.

Οι Μάρτυρες δεν έδειξαν κανένα σημάδι φόβου ή δειλίας όταν τους πήραν από τις φυλακές και τους φόρτωσαν σε λεωφορεία, σε φορτηγά, ακόμη και σε αεροπλάνα. Μια από τις πιο εντυπωσιακές φάλαγγες έφυγε από το Μαπούτου στις 13 Νοεμβρίου 1975. Αποτελούνταν από 14 λεωφορεία, ή ματσιμπόμπο, όπως τα ονομάζουν εδώ. Η φαινομενικά ανεξήγητη χαρά των αδελφών υποκίνησε τους επικεφαλής στρατιώτες να ρωτήσουν: «Πώς μπορείτε να είστε τόσο ευτυχισμένοι όταν δεν ξέρετε καν πού πάτε; Εκεί που θα πάτε δεν είναι καθόλου καλά». Αλλά η χαρά των αδελφών δεν μειώθηκε. Ενώ οι μη ομόπιστοι συγγενείς έκλαιγαν, φοβούμενοι για το μέλλον των αγαπητών τους προσώπων, οι Μάρτυρες έψαλλαν ύμνους της Βασιλείας, όπως εκείνον που έχει τίτλο «Προχωρήστε Θαρραλέα».

Σε κάθε πόλη κατά μήκος της διαδρομής, οι οδηγοί τηλεφωνούσαν στους ανωτέρους τους για να τους ρωτήσουν ποιος ήταν ο προορισμός, και εκείνοι τους διέταζαν να προχωρήσουν μέχρι την επόμενη στάση. Μερικοί οδηγοί έχασαν το δρόμο τους. Τελικά, όμως, έφτασαν στο Μιλάνζ, πόλη και έδρα περιφέρειας στην επαρχία Ζαμπέζια, 1.800 χιλιόμετρα από το Μαπούτου. Εκεί τους αδελφούς τους περίμενε ο διοικητής με μια «ομιλία υποδοχής», ένα λίβελλο διανθισμένο με απειλές.

Τους πήγαν 30 χιλιόμετρα προς τα ανατολικά, κάπου στις όχθες του ποταμού Μεντούζι, σε μια περιοχή γνωστή ως Καρίκο, μέσα στην επαρχία Μιλάνζ. Χιλιάδες Μάρτυρες του Ιεχωβά από τη Μαλάουι, οι οποίοι είχαν φύγει από τη χώρα τους εξαιτίας του κύματος διωγμού, ζούσαν εκεί ως πρόσφυγες από το 1972. Η απροσδόκητη άφιξη των Μοζαμβικανών αδελφών αποτέλεσε έκπληξη για τους αδελφούς από τη Μαλάουι. Και οι Μοζαμβικανοί ένιωσαν έκπληξη όταν τους υποδέχτηκαν αδελφοί που μιλούσαν μια άγνωστη γλώσσα. Ήταν, όμως, μια αρκετά ευχάριστη έκπληξη, και οι αδελφοί από τη Μαλάουι υποδέχτηκαν τους Μοζαμβικανούς Μάρτυρες με τέτοια θέρμη και φιλοξενία, ώστε οι οδηγοί εντυπωσιάστηκαν.—Παράβαλε Εβραίους 13:1, 2.

Ο περιφερειακός διοικητής ήταν ένας άντρας που είχε βρεθεί στη φυλακή Μασάβα μαζί με τους αδελφούς πριν από χρόνια. Όταν υποδεχόταν την κάθε ομάδα, ρωτούσε: «Πού είναι ο Σιλαούλε και ο Ζουνγκούζα; Ξέρω ότι θα έρθουν». Όταν έφτασε τελικά ο αδελφός Σιλαούλε, ο διοικητής του είπε: «Σιλαούλε, στ’ αλήθεια δεν ξέρω πώς να σε υποδεχτώ. Τώρα βρισκόμαστε σε διαφορετικά στρατόπεδα». Εκείνος έμεινε προσκολλημένος στην ιδεολογία του και δεν διευκόλυνε με κανέναν τρόπο τα πράγματα για τους πρώην συγκρατούμενούς του. Ήταν, όπως χαρακτήρισε τον εαυτό του, «ένα κατσίκι που κυβερνούσε ανάμεσα σε πρόβατα».

Στοργική Υποστήριξη από τη Διεθνή Αδελφότητα

Η διεθνής αδελφότητα των Μαρτύρων του Ιεχωβά εξέφρασε το στοργικό της ενδιαφέρον για τους αδελφούς στη Μοζαμβίκη. Κατέκλυσαν τις ταχυδρομικές υπηρεσίες της χώρας με μηνύματα που περιείχαν εκκλήσεις προς τις αρχές της Μοζαμβίκης. Οι συνάδελφοι του Αουγκούστου Νοβέλα, ενός Μάρτυρα ο οποίος εργαζόταν σε κάποια τηλεπικοινωνιακή εταιρία, συνήθιζαν να τον χλευάζουν, λέγοντας ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι απλώς μια ντόπια αίρεση. Αποστομώθηκαν, όμως, όταν τα τέλεξ άρχισαν να παίρνουν μηνύματα από όλα τα μέρη του κόσμου. Η καταπληκτική ανταπόκριση πιστοποίησε το γεγονός ότι ο λαός του Ιεχωβά είναι πραγματικά ενωμένος με αγάπη.

Περίπου δέκα μήνες αργότερα, ένας υπουργός της κυβέρνησης, όταν επισκέφτηκε τα στρατόπεδα για να τα ελέγξει, παραδέχτηκε ότι οι αδελφοί είχαν φυλακιστεί εξαιτίας ψευδών κατηγοριών. Ωστόσο, ήταν πολύ νωρίς ακόμη για να περιμένουν την ελευθερία τους.

Οι Δυσκολίες μιας Καινούριας Ζωής

Ένα καινούριο κεφάλαιο είχε ανοίξει για την ιστορία του λαού του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη. Οι αδελφοί από τη Μαλάουι που ήταν εκεί είχαν οργανωθεί σε οχτώ χωριά. Είχαν αποκτήσει μεγάλη πείρα στον τομέα της προσαρμογής σε έναν καινούριο τρόπο ζωής στη ζούγκλα, και είχαν αναπτύξει τις ικανότητές τους στην κατασκευή σπιτιών, Αιθουσών Βασιλείας, ακόμη και Αιθουσών Συνελεύσεων. Επίσης, εκείνοι που δεν είχαν προηγούμενη πείρα στη γεωργία έμαθαν πολλά για αυτό το είδος εργασίας. Πολλοί από τους Μοζαμβικανούς, όμως, οι οποίοι ποτέ δεν είχαν καλλιεργήσει μασάμπα (χωράφι), επρόκειτο να δοκιμάσουν για πρώτη φορά τι σήμαινε σκληρή εργασία στα χωράφια. Τους πρώτους λίγους μήνες, οι νεοφερμένοι ωφελήθηκαν από τη στοργική φιλοξενία των αδελφών τους από τη Μαλάουι, οι οποίοι τους πήραν στα σπίτια τους και μοιράστηκαν μαζί τους το φαγητό τους. Τώρα, όμως, ήταν καιρός να κατασκευάσουν οι Μοζαμβικανοί αδελφοί τα δικά τους χωριά.

Αυτό δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Είχε αρχίσει η περίοδος των βροχών, και η περιοχή είχε ευλογηθεί με νερό από τον ουρανό όσο ποτέ προηγουμένως. Ωστόσο, όταν ο ποταμός Μεντούζι, ο οποίος κυλούσε μέσα από το κέντρο του στρατοπέδου, ξεχείλισε σε μια περιοχή που συνήθως πλήττεται από ξηρασία, οι αδελφοί το εξέλαβαν ως δείγμα τού πώς θα φρόντιζε ο Ιεχωβά για αυτούς. Πράγματι, στα 12 χρόνια που ακολούθησαν, το ποτάμι δεν στέρεψε ούτε μια φορά όπως είχε συμβεί στο παρελθόν. Από την άλλη μεριά, «το λασπώδες, γλιστερό έδαφος, το οποίο δημιουργούνταν από το βροχερό καιρό, έκανε πιο δύσκολα τα πράγματα για τους πρώην κατοίκους της πόλης», όπως θυμάται ο αδελφός Μουτέμπα. Επιπλέον, δεν ήταν εύκολο για τις γυναίκες να διασχίζουν το ποτάμι ενώ ισορροπούσαν σε αυτοσχέδιες γέφυρες οι οποίες δεν ήταν τίποτα παραπάνω από κορμούς δέντρων. «Για εμάς τους άντρες που ήμασταν συνηθισμένοι σε γραφεία, η δυσκολία ήταν να πάμε στα πυκνά δάση και να κόψουμε δέντρα για να χτίσουμε τα σπίτια μας», θυμάται ο Σαβιέρ Ντένγκο. Αυτές οι συνθήκες αποδείχτηκαν μια δοκιμή για την οποία μερικοί δεν ήταν προετοιμασμένοι.

Θυμόμαστε ότι στις ημέρες του Μωυσή ο γογγυσμός άρχισε ανάμεσα στο ‘σύμμικτο πλήθος’ που συνόδευσε τους Ισραηλίτες καθώς έφυγαν από την Αίγυπτο και πήγαν στην έρημο, και ότι κατόπιν διαδόθηκε και στους ίδιους τους Ισραηλίτες. (Αριθ. 11:4) Παρόμοια, ανάμεσα σε εκείνους που δεν ήταν βαφτισμένοι Μάρτυρες, από την αρχή κιόλας εμφανίστηκε μια ομάδα γογγυστών, και μερικοί βαφτισμένοι ενώθηκαν μαζί τους. Αυτοί πλησίασαν το διοικητή και του γνωστοποίησαν ότι ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν οποιοδήποτε τίμημα προκειμένου να σταλούν σπίτι τους το συντομότερο δυνατόν. Αυτό, ωστόσο, δεν είχε ως αποτέλεσμα να τους στείλουν αμέσως σπίτι τους όπως ήλπιζαν. Κρατήθηκαν στο Μιλάνζ, και πολλοί από αυτούς έγιναν σαν αγκάθι στο πλευρό των πιστών ατόμων. Έγιναν γνωστοί ως «οι στασιαστές». Ζούσαν ανάμεσα στους πιστούς αδελφούς αλλά ήταν πάντα έτοιμοι να τους προδώσουν. Η αγάπη τους για τον Θεό δεν άντεξε υπό δοκιμή.

Γιατί Έπεφταν οι Αίθουσες

Οι αδελφοί από τη Μαλάουι που ήταν στα στρατόπεδα απολάμβαναν αρκετή ελευθερία λατρείας. Όταν έφτασαν οι Μοζαμβικανοί αδελφοί, αρχικά ωφελήθηκαν από αυτή την κατάσταση. Κάθε ημέρα, συγκεντρώνονταν σε μια από τις μεγάλες Αίθουσες Συνελεύσεων για να εξετάσουν το εδάφιο της ημέρας. Συνήθως, προΐστατο κάποιος επίσκοπος περιοχής από τη Μαλάουι. «Ήταν ενισχυτικό», θυμάται ο Φιλίπε Ματόλα, «ύστερα από μήνες φυλάκισης και μετακινήσεων, να ακούμε πνευματικές παροτρύνσεις μαζί με τόσο πολλούς αδελφούς». Ωστόσο, αυτή η σχετική ελευθερία δεν κράτησε πολύ.

Στις 28 Ιανουαρίου 1976, κυβερνητικές αρχές, συνοδευόμενες από στρατιώτες, πέρασαν μέσα από τα χωριά και ανήγγειλαν: «Απαγορεύεται να λατρεύετε ή να προσεύχεστε σε αυτές τις αίθουσες ή οπουδήποτε αλλού στα χωριά. Οι αίθουσες θα εθνικοποιηθούν και θα χρησιμοποιηθούν από την κυβέρνηση όπως εκείνη κρίνει σκόπιμο». Διέταξαν τους αδελφούς να βγάλουν έξω όλα τα βιβλία τους, και κατόπιν τα κατάσχεσαν. Βέβαια, οι αδελφοί έκρυψαν όσα μπορούσαν. Ύστερα, υψώθηκαν σημαίες μπροστά σε κάθε αίθουσα, και τοποθετήθηκαν στρατιώτες ως φρουροί για να διασφαλίσουν ότι θα εφαρμοζόταν η διαταγή.

Μολονότι οι αίθουσες ήταν φτιαγμένες από πασσάλους και είχαν ρουστίκ εμφάνιση, ήταν αρκετά ανθεκτικές. Σε σχετικά σύντομο διάστημα, όμως, όλες τους άρχισαν να διαλύονται. Ο Σαβιέρ Ντένγκο θυμάται ότι σε μια περίπτωση εκείνος και ο διοικητής είχαν μόλις φτάσει σε ένα από τα χωριά όταν η αίθουσα άρχισε να καταρρέει, αν και δεν έβρεχε ούτε φυσούσε αέρας. Ο διοικητής φώναξε: «Τι συμβαίνει; Είστε κακοί άνθρωποι εσείς. Τώρα που εθνικοποιήσαμε τις αίθουσες, αρχίζουν όλες να πέφτουν!» Αργότερα, ο διοικητής είπε σε έναν πρεσβύτερο: «Πρέπει να προσευχηθήκατε να πέσουν οι αίθουσες, . . . και ο Θεός σας τις έκανε να πέσουν».

Η Οργάνωση στα Χωριά

Παράλληλα και απέναντι από τα οχτώ υπάρχοντα χωριά των αδελφών από τη Μαλάουι φύτρωσαν εννέα χωριά των αδελφών από τη Μοζαμβίκη. Αυτές οι δυο ομάδες, ενωμένες με την ‘καθαρή γλώσσα’, επρόκειτο να ζήσουν μαζί για τα επόμενα 12 χρόνια. (Σοφ. 3:9) Η εδαφική περιοχή κάθε χωριού χωρίστηκε σε οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία περιβάλλονταν από καλοσυντηρημένους δρόμους, και το κάθε τετράγωνο περιλάμβανε οχτώ οικόπεδα διαστάσεων 25 επί 35 μέτρα περίπου. Οι εκκλησίες ομαδοποιήθηκαν κατά τετράγωνα. Όταν ανακοινώθηκε η απαγόρευση στα στρατόπεδα, δεν μπορούσαν να κατασκευάσουν εμφανείς Αίθουσες Βασιλείας. Έτσι, αντί για αυτό, κατασκεύασαν ειδικά σπίτια σε σχήμα Γ για να χρησιμοποιηθούν ως αίθουσες. Μια χήρα ή κάποιο άγαμο άτομο ζούσε σε αυτά για να δίνεται η εντύπωση ότι επρόκειτο για κατοικίες. Κατόπιν, όταν διεξάγονταν συναθροίσεις, ο ομιλητής στεκόταν στη γωνία του «Γ» και έτσι μπορούσε να βλέπει το ακροατήριο και στις δυο πλευρές.

Γύρω από την περίμετρο κάθε χωριού βρίσκονταν τα μασάμπα. Κάθε εκκλησία φρόντιζε επίσης ένα «εκκλησιαστικό μασάμπα», στην καλλιέργεια του οποίου συμμετείχαν όλοι, ως συνεισφορά για τις ανάγκες της εκκλησίας.

Το μέγεθος κάθε χωριού διέφερε ανάλογα με τον πληθυσμό. Μια απογραφή του 1979 έδειξε ότι το Χωριό Αρ. 7 για Άτομα από τη Μοζαμβίκη ήταν το μικρότερο, με 122 ευαγγελιζομένους και 2 εκκλησίες, ενώ το Αρ. 9, το μεγαλύτερο και το πιο απομακρυσμένο, είχε 1.228 ευαγγελιζομένους και 34 εκκλησίες. Όλο το στρατόπεδο είχε 11 περιοχές. Ολόκληρο αυτό το στρατόπεδο, το οποίο αποτελούνταν από τα χωριά των αδελφών από τη Μαλάουι και τη Μοζαμβίκη καθώς και τις εξαρτώμενες περιοχές, έγινε γνωστό στους αδελφούς ως ο Κύκλος του Καρίκο. Η τελευταία απογραφή που έχουμε στα αρχεία μας είναι εκείνη του 1981, όταν ο πληθυσμός ολόκληρου του Κύκλου του Καρίκο ήταν 22.529 άτομα, από τα οποία 9.000 ήταν δραστήριοι ευαγγελιζόμενοι. Αργότερα σημειώθηκε περαιτέρω αύξηση. (Ο τότε πρόεδρος, Σαμόρα Ματσέλ, δήλωσε ότι ο πληθυσμός ήταν 40.000, σύμφωνα με το βιβλιάριο Ας Εδραιώσουμε Αυτά που μας Ενώνουν [Consolidemos Aquilo Que nos Une], σελίδες 38, 39).

Η Θητεία του Σίνγκου—Ένας Δύσκολος Καιρός

Βέβαια, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν οδηγήθηκαν στο Μιλάνζ απλώς και μόνο για να γίνουν μια γεωργική αποικία. Σκόπιμα η κυβέρνηση ονόμασε το στρατόπεδο Κέντρο Αναμόρφωσης του Καρίκο, όπως αποδεικνυόταν και από το διοικητικό κέντρο που βρισκόταν στη μέση του Στρατοπέδου Αρ. 4 για Άτομα από τη Μαλάουι, το οποίο ήταν επανδρωμένο με κυβερνητικούς υπαλλήλους και είχε γραφεία και κατοικίες. Υπήρχε επίσης ένας διοικητής στρατοπέδου, οι στρατιώτες του, καθώς και μια φυλακή στην οποία πολλοί από τους αδελφούς μας κρατούνταν διάφορα χρονικά διαστήματα, ανάλογα με τις αποφάσεις του διοικητή.

Ο πιο διαβόητος διοικητής από όλους ήταν ο Σίνγκου. Τα δυο χρόνια κατά τα οποία υπηρέτησε ως διοικητής έγιναν γνωστά ως η θητεία του Σίνγκου. Αποφασισμένος να διαρρήξει την ασυμβίβαστη στάση των Μαρτύρων του Ιεχωβά και να τους «αναμορφώσει», κατέφυγε σε κάθε μέθοδο ψυχολογικού πολέμου που γνώριζε, καθώς επίσης και στη βία, προκειμένου να επιτύχει το στόχο του. Μολονότι στην ουσία ήταν εντελώς αμόρφωτος, ήταν ευφραδής και πειστικός ομιλητής, με ειδικότητα στα παραδείγματα. Χρησιμοποίησε το χάρισμά του κάνοντας προσπάθεια να μυήσει τους αδελφούς στην πολιτική του φιλοσοφία και να εξασθενίσει την αγάπη τους για τον Θεό. Μια από τις επινοήσεις του ήταν το «πενθήμερο σεμινάριο».

«Πενθήμερο Σεμινάριο»

Ο διοικητής ανακοίνωσε ότι είχε προγραμματιστεί να γίνει ένα «πενθήμερο σεμινάριο» και ότι οι Μάρτυρες θα έπρεπε να επιλέξουν τους πιο ικανούς άντρες από τα χωριά, εκείνους που θα μπορούσαν να μεταδώσουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Αυτοί θα στέλνονταν σε ένα σεμινάριο που θα διεξαγόταν σε κάποιο μακρινό μέρος. Οι αδελφοί αρνήθηκαν, αμφιβάλλοντας για τις προθέσεις του. «Οι στασιαστές», όμως, οι οποίοι ήταν παρόντες υπέδειξαν τους αδελφούς που είχαν θέσεις ευθύνης, περιλαμβανομένων και των επισκόπων περιοχής. Ανάμεσά τους ήταν οι Φρανσίσκο Ζουνγκούζα, Σαβιέρ Ντένγκο και Λουίς Βίλα. Ένα φορτηγό έφυγε φορτωμένο με 21 άντρες και 5 γυναίκες. Ταξίδεψαν εκατοντάδες χιλιόμετρα προς το βορρά, σε μια περιοχή στα βόρεια του Λιτσίνγκα, στην επαρχία Νιάσα. Εκεί τους άντρες τους έριξαν σε ένα «στρατόπεδο αναμόρφωσης» μαζί με εγκληματίες, ενώ οι γυναίκες οδηγήθηκαν σε ένα στρατόπεδο για πόρνες.

Εδώ τους υπέβαλλαν σε άγρια βασανιστήρια, περιλαμβανομένου και εκείνου που οι βασανιστές τους χαρακτήριζαν «τα πάθη του Χριστού». Τέντωναν τα χέρια του θύματος στα πλάγια, σαν να ήταν πάνω σε σταυρό, και κατόπιν τοποθετούσαν έναν πάσσαλο παράλληλα στα χέρια. Έδεναν νάιλον κλωστή σφιχτά γύρω από τα χέρια και τον πάσσαλο σε όλο του το μήκος, από τα δάχτυλα του ενός χεριού μέχρι τα δάχτυλα του άλλου. Ενώ η κυκλοφορία του αίματος είχε σταματήσει τελείως στα χέρια, στα μπράτσα και στους ώμους, το θύμα παρέμενε σε αυτή τη θέση αρκετό διάστημα σε μια μάταιη προσπάθεια να του αποσπάσουν ένα «Βίβα Φρελίμο». Εξαιτίας αυτής της κτηνώδους και απάνθρωπης μεταχείρισης, ο Λουίς Βίλα, ένας πιστός πρεσβύτερος, έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε.

Οι αδελφές υποβάλλονταν σε «ασκήσεις», στις οποίες οι βασανιστές απαιτούσαν από αυτές να τρέχουν σχεδόν συνεχώς, μερικές φορές μέσα και έξω από νερά· να κάνουν τούμπες ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας βουνά χωρίς σταματημό· επίσης, υποβάλλονταν σε αμέτρητους άλλους εξευτελισμούς. Τι σεμινάριο! Τι «αναμόρφωση»!

Παρ’ όλη την απάνθρωπη μεταχείριση, η πλειονότητα αυτών των αδελφών τήρησαν την ακεραιότητά τους· μόνο δύο συμβιβάστηκαν. Κάποιος αδελφός κατάφερε να στείλει μια επιστολή στον υπουργό εσωτερικών στο Μαπούτου, εκθέτοντας αυτή τη μεταχείριση. Αυτό έφερε αποτέλεσμα. Ο κυβερνήτης του Νιάσα πήγε αυτοπροσώπως με ελικόπτερο. Αμέσως αφαίρεσε από το διοικητή και από τους βοηθούς του κάθε εξουσία και διακήρυξε: «Αυτοί συλλαμβάνονται επειδή επιδόθηκαν σε ενέργειες που ποτέ δεν περιλαμβάνονταν στις προθέσεις του Φρελίμο». Όταν οι άλλοι φυλακισμένοι, οι οποίοι είχαν υποστεί παρόμοια μεταχείριση, το άκουσαν αυτό, φώναξαν από χαρά, λέγοντας: «Χάρη σε εσάς, απελευθερωθήκαμε», αλλά οι αδελφοί απάντησαν: «Να ευχαριστήσετε τον Ιεχωβά».

Ύστερα από λίγο μεταφέρθηκαν σε άλλα στρατόπεδα, όπου η μεταχείριση περιλάμβανε μόνο καταναγκαστικά έργα. Συνολικά, πέρασαν σχεδόν δυο χρόνια προτού επιστρέψουν στο Καρίκο—και ο Σίνγκου ήταν εκεί να τους υποδεχτεί. Αυτός συνέχισε να κάνει ανεπιτυχείς προσπάθειες να εξασθενίσει την οσιότητά τους στον Ιεχωβά διεξάγοντας παρόμοια «σεμινάρια». Τελικά, όταν κόντευε να φύγει από το Καρίκο, εκφώνησε μια διάλεξη γεμάτη παραδείγματα, όπως συνήθιζε. Παραδεχόμενος την ήττα, είπε: «Κάποιος μπορεί να χτυπήσει πολλές φορές ένα δέντρο, και λίγο πριν το δέντρο πέσει, έρχεται και τον αντικαθιστά κάποιος άλλος, ο οποίος με ένα μόνο χτύπημα τελειώνει τη δουλειά. Εγώ έριξα πολλά χτυπήματα, αλλά δεν τα κατάφερα να τελειώσω. Άλλοι θα έρθουν έπειτα από εμένα. Εκείνοι θα χρησιμοποιήσουν άλλες μεθόδους. Μην υποχωρήσετε. . . . Συνεχίστε να παραμένετε σταθεροί. . . . Αν δεν το κάνετε αυτό, εκείνοι θα πάρουν όλη τη δόξα». Βέβαια, οι αδελφοί, με το να κρατούν ισχυρή την αγάπη τους για τον Ιεχωβά, προσπαθούσαν να διασφαλίσουν το ότι μόνο ο Ιεχωβά θα λάβαινε τη δόξα.—Αποκ. 4:11.

Εκείνοι που Έμειναν στις Πόλεις

Ήταν όλοι οι Μοζαμβικανοί Μάρτυρες στη φυλακή ή σε στρατόπεδα εκείνη την εποχή; Μολονότι οι εχθροί τους χτένιζαν εξονυχιστικά τους χώρους εργασίας και στην ουσία κάθε γειτονιά για να τους βρουν, υπήρχαν μερικοί που διέφυγαν. Δεν επιδίωκαν όλοι να σταλούν οι Μάρτυρες στη φυλακή ή να τιμωρηθούν με άλλον τρόπο. Αλλά οι Μάρτυρες αντιμετώπιζαν συνεχώς τον κίνδυνο να συλληφθούν. Καθημερινές δραστηριότητες, όπως είναι η αγορά τροφίμων ή η προμήθεια νερού σε δημόσια βρύση, ήταν ριψοκίνδυνα πράγματα.

Η Λιζέτ Μιέντε, η οποία παρέμεινε στο Μπέιρα, θυμάται: «Αρνούνταν να μου δώσουν μια ταυτότητα που ήταν απαραίτητη για να αγοράζω τρόφιμα επειδή δεν πήγαινα στις υποχρεωτικές πολιτικές συναντήσεις. Ευτυχώς, ένας φιλικός καταστηματάρχης με φώναζε κατ’ ιδίαν και μου πουλούσε μερικά κιλά αλεύρι». (Παράβαλε Αποκάλυψη 13:16, 17). Ο αδελφός Μιέντε απολύθηκε από την εργασία του στο λιμάνι του Μπέιρα έξι φορές, αλλά κάθε φορά, οι εργοδότες του έψαχναν να τον βρουν επειδή τα επαγγελματικά του προσόντα ήταν εξαιρετικά πολύτιμα για την εταιρία του.

Μολονότι η επίδοση μαρτυρίας και οι συναθροίσεις ήταν ιδιαίτερα ριψοκίνδυνες υποθέσεις, το φως δεν έσβησε σε καμιά από τις κύριες πόλεις της χώρας. Με την οικογένεια Μιέντε στο Μπέιρα ενώθηκε μια ομάδα νεαρών από τη γειτονιά Εστούρο οι οποίοι ήταν θαρραλέοι και διψούσαν για την αλήθεια. Μαζί φρόντισαν να φέγγει το φως στην πρωτεύουσα της επαρχίας Σοφάλα. Ο ζήλος του ομίλου στο Μπέιρα ήταν τόσο μεγάλος ώστε, παρά τον κίνδυνο, διέσχιζαν τα σύνορα και πήγαιναν στη Ροδεσία (τώρα Ζιμπάμπουε) για να προμηθευτούν πνευματική τροφή.

Το γραφείο τμήματος στο Σόλζμπερι (τώρα Χαράρε) εργαζόταν θαρραλέα και ακούραστα προκειμένου να φροντίζει για όλους τους αδελφούς που ήταν διασκορπισμένοι στο βόρειο τμήμα της χώρας. Έτσι, όταν έφτασαν στο γραφείο τα νέα ότι ένας όμιλος εξακολουθούσε να συναθροίζεται στο Τέτε, το τμήμα έστειλε δυο αδελφούς προκειμένου να φροντίσουν για τις ανάγκες εκείνου του ομίλου, εφόσον, σαν τον Επαφρόδιτο, ένα συνεργάτη του αποστόλου Παύλου, λαχταρούσαν να δουν τους αδελφούς. (Φιλιπ. 2:25-30) Ένας από αυτούς τους αδελφούς ήταν ο πολυαγαπητός Ρέντσον Ζούλου, ο οποίος ήταν γνωστός σε όλο το βορρά για τις υποκινητικές ομιλίες του στη γλώσσα τσιτσέουα. Με μεγάλο κίνδυνο, αυτός και ο σύντροφός του ταξίδευαν μέσα από τη ζούγκλα με ποδήλατο για να διακονήσουν τους απομονωμένους Μοζαμβικανούς αδελφούς τους.

Με παρόμοιο τρόπο, το φως της αλήθειας συνέχισε να φέγγει στην επαρχία Ναμπούλα. Ένας όμιλος αβάφτιστων ατόμων παρέμεινε εκεί και, με το δικό τους τρόπο, συνέχισαν να διεξάγουν συναθροίσεις. Στην αρχή, οι παρόντες ήταν 8, αλλά σύντομα αυξήθηκαν σε 50. Όταν ένας αδελφός στάλθηκε από το Καρίκο για να νοσηλευτεί σε κάποιο νοσοκομείο στο Ναμπούλα, ήρθε σε επαφή με ένα μέλος του ομίλου των αβάφτιστων, κάποιο άτομο που εργαζόταν στο νοσοκομείο. Ο αδελφός ειδοποίησε την Εταιρία, και το γραφείο τμήματος του έδωσε την οδηγία να κάνει μελέτη με τον όμιλο για να προετοιμάσει για βάφτισμα εκείνους που ήταν έτοιμοι. Βαφτίστηκαν πέντε άτομα. Έλαβαν περαιτέρω βοήθεια όταν ένας Μάρτυρας από την Ολλανδία, ο οποίος είχε πάει στο Ναμπούλα για την κοσμική εργασία του, άνοιξε το σπίτι του για τη διεξαγωγή συναθροίσεων. Αργότερα, μερικοί από αυτόν τον όμιλο απέκτησαν τα προσόντα να επωμιστούν ευθύνες ως πρεσβύτεροι.

Ανακούφιση στις Κεντρικές Φυλακές

Το 1975, ο ένας όμιλος φυλακισμένων μετά τον άλλον οδηγούνταν στο βορρά από τις φυλακές στο Μαπούτου, ενώ άλλοι συνέχισαν να παίρνουν τη θέση τους στη φυλακή. Κατόπιν, γύρω στο τέλος του Φεβρουαρίου του 1976, η κυβέρνηση αποφάσισε να σταματήσει την αδιάκοπη μεταφορά των κρατουμένων Μαρτύρων.

Λίγους μήνες αργότερα, ο Πρόεδρος Σαμόρα Ματσέλ επισκέφτηκε τις κεντρικές φυλακές του Μαπούτου. Η αδελφή Σελέστ Μουτέμπα, μια κρατούμενη, επωφελήθηκε από την ευκαιρία και έδωσε μαρτυρία στον πρόεδρο. Εκείνος άκουσε με φιλική διάθεση, αλλά μετά την αναχώρησή του οι υπεύθυνοι της φυλακής επέπληξαν αυστηρά την αδελφή. Ωστόσο, μια εβδομάδα αργότερα ήρθε διαταγή για την απελευθέρωσή της, μαζί με ένα έγγραφο το οποίο εγγυόταν την προστασία της από περαιτέρω παρενόχληση για πολιτικούς λόγους και το δικαίωμα να προσληφθεί στην προηγούμενη εργασία της στο κεντρικό νοσοκομείο. Επιπλέον, δόθηκε εξουσιοδότηση για την απελευθέρωση όλων των Μαρτύρων του Ιεχωβά από εκείνη τη φυλακή.

Αυτοί που ήταν στο Μαπούτου οργανώθηκαν σε εκκλησίες. Σύντομα, 24 εκκλησίες σχημάτισαν μια περιοχή που εκτεινόταν από το Μαπούτου βορειοανατολικά ως το Ινιαμπάνε. Ο Φιντελίνο Ντένγκο διορίστηκε να τους επισκέπτεται. Επιπλέον, το τμήμα της Νότιας Αφρικής διόρισε μια επιτροπή πρεσβυτέρων προκειμένου να φροντίζει για τις πνευματικές ανάγκες εκείνων των ομίλων. Αυτοί ανέπτυξαν προσεκτικές μεθόδους ανεπίσημου κηρύγματος. Έκαναν διευθετήσεις ώστε οι αδελφοί να παρευρίσκονται σε συνελεύσεις στη γειτονική Σουαζιλάνδη. Και μέσα στην ίδια τη Μοζαμβίκη, όταν κάποιος επέστρεφε από το Καρίκο, οι αδελφοί διεξήγαν συνελεύσεις με το πρόσχημα ότι ήταν πάρτι «καλωσορίσματος».

Τι γινόταν στο Καρίκο; Ποιες ήταν οι διευθετήσεις για πνευματικές δραστηριότητες εκεί;

Η Επιτροπή «Ο.Ν.» Επιβλέπει τα Στρατόπεδα

Οι αδελφοί από τη Μαλάουι, υπό την επίβλεψη του τμήματος της Ζιμπάμπουε, είχαν σχηματίσει μια ειδική επιτροπή για τη φροντίδα των πνευματικών αναγκών στα στρατόπεδα. Όταν οι αδελφοί από τη νότια Μοζαμβίκη μεταφέρθηκαν στο Καρίκο, και αυτοί επίσης ωφελήθηκαν από τη διευθέτηση που ήδη λειτουργούσε εκεί. Δύο αδελφοί από το νότο, ο Φερνάντο Μουτέμπα και ο Φιλίπε Ματόλα, προστέθηκαν στην επιτροπή.

Η Επιτροπή Ο.Ν. (Γραφείο Υπηρεσίας [Ofisi ya Ntchito], στη γλώσσα τσιτσέουα) αλληλογραφούσε με την Εταιρία και οργάνωνε συνελεύσεις περιοχής και περιφερείας. Συνέτασσαν εκθέσεις για ολόκληρο το στρατόπεδο και κατά περιόδους συναθροίζονταν με τους πρεσβυτέρους στα χωριά. Επίσης επέβλεπαν το έργο των 11 περιοχών. Είχαν μια βαριά ευθύνη, ειδικά λόγω της επισφαλούς σχέσης των αδελφών με τις κυβερνητικές αρχές.

Κήρυγμα και Μαθήτευση στα Στρατόπεδα

Πολυάριθμοι ενδιαφερόμενοι, καθώς και άτομα που έκαναν Γραφική μελέτη, οι οποίοι συνόδευσαν τους αδελφούς στο Μιλάνζ το 1975 βαφτίστηκαν το Νοέμβριο του 1976.

Πολλοί που ήταν τακτικοί σκαπανείς συνέχισαν να κηρύττουν καθ’ όλη τη διάρκεια της φυλάκισής τους και της μεταφοράς τους στα στρατόπεδα. Αλλά σε ποιους κήρυτταν; Στην αρχή μελετούσαν με εκείνους που δεν είχαν βαφτιστεί ακόμη, περιλαμβανομένων και παιδιών των αδελφών. Μια οικογένεια με πολλά παιδιά θεωρούνταν «καλός τομέας». Οι γονείς μελετούσαν με μερικά παιδιά, και τα υπόλοιπα μοιράζονταν στους άγαμους ευαγγελιζομένους. Με αυτόν τον τρόπο πολλοί παρέμειναν δραστήριοι στο έργο μαθήτευσης.

Ωστόσο, αυτό δεν ήταν αρκετό για εκείνους που πραγματικά είχαν το ευαγγελιστικό πνεύμα. Ένας ζηλωτής σκαπανέας άρχισε να επιδιώκει να βρει τομέα έξω από τα στρατόπεδα. Ασφαλώς, αυτό εγκυμονούσε κινδύνους, εξαιτίας των περιορισμών που επέβαλλαν οι υπεύθυνοι των στρατοπέδων. Αυτός κατάλαβε πως έπρεπε να βρει κάποια πρόφαση για να φεύγει από τα στρατόπεδα. Τι θα μπορούσε να βρει; Αφού προσευχήθηκε στον Ιεχωβά για κατεύθυνση, αποφάσισε να πουλάει αλάτι και άλλα καταναλωτικά αγαθά σε ανθρώπους έξω από τα στρατόπεδα. Είχε βάλει πολύ υψηλή τιμή ώστε να αποφύγει κάθε είδους πραγματική συναλλαγή, ενώ δημιουργούσε ευκαιρίες για να δίνει μαρτυρία. Η μέθοδος αυτή έγινε δημοφιλής. Σε λίγο, μπορούσε να δει κανείς πολλούς τέτοιους «πωλητές» να προσφέρουν τα προϊόντα τους έξω από τα στρατόπεδα. Η κάλυψη του διασκορπισμένου τομέα σήμαινε ότι οι αδελφοί έπρεπε να ταξιδεύουν μεγάλες αποστάσεις, να φεύγουν το ξημέρωμα και να γυρίζουν τη νύχτα. Η «βλάστηση» ήταν ελάχιστη για τόσο πολλές «ακρίδες». Αλλά με αυτόν τον τρόπο, πολλά άτομα που ζούσαν στην περιοχή γνώρισαν την αλήθεια.

«Κέντρο Παραγωγής του Ζαμπέζια»

Λόγω της επιμελούς εργασίας αυτών των φιλόπονων «σπουδαστών της αναμόρφωσης» και των ευλογημένων βροχών που πότιζαν την περιοχή, η γεωργική παραγωγή άκμαζε. Οι Μάρτυρες στα στρατόπεδα συγκέντρωναν άφθονη σοδειά από καλαμπόκι, ρύζι, μανιόκα, κεχρί, γλυκοπατάτες, ζαχαροκάλαμο, όσπρια και τοπικά φρούτα, όπως είναι το μαφούρα. Οι αποθήκες δημητριακών του Κύκλου του Καρίκο ξεχείλιζαν. Η εκτροφή πουλερικών και μικρών ζώων, όπως είναι τα κοτόπουλα, οι πάπιες, τα περιστέρια, τα κουνέλια και τα γουρούνια, εμπλούτιζε το διαιτολόγιό τους με πρωτεΐνες. Η πείνα που δοκίμασαν στην αρχή αποτελούσε παρελθόν. Σε αντίθεση, η υπόλοιπη χώρα αντιμετώπιζε τη μεγαλύτερη έλλειψη τροφίμων στην ιστορία της.—Παράβαλε Αμώς 4:7.

Αναγνωρίζοντας αυτή τη γεωργική επιτυχία, η κυβέρνηση άρχισε να αποκαλεί την περιοχή αυτών των στρατοπέδων «Κέντρο Παραγωγής του Ζαμπέζια». Με τα έσοδα που αποκόμιζαν από την πώληση των προϊόντων που περίσσευαν, οι αδελφοί μπορούσαν να αγοράσουν ρούχα και, μάλιστα, μερικά ραδιόφωνα και ποδήλατα. Μολονότι ήταν φυλακισμένοι, ήταν καλά εξοπλισμένοι λόγω της φιλοπονίας τους. Συμμορφώνονταν σχολαστικά με τους φορολογικούς νόμους της κυβέρνησης· στην ουσία, ήταν μεταξύ των πιο καλοπληρωτών φορολογουμένων της περιοχής. Σε αρμονία με τους Βιβλικούς κανόνες, η ευσυνείδητη πληρωμή φόρων, ακόμη και κάτω από αυτές τις περιστάσεις, αποτελούσε προϋπόθεση προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα να αναλάβει κάποιος οποιαδήποτε προνόμια μέσα στην εκκλησία.—Ρωμ. 13:7· 1 Τιμ. 3:1, 8, 9.

Πολιτιστικές Ανταλλαγές

Στο Καρίκο έλαβε χώρα αμοιβαία ανταλλαγή τεχνικών και πολιτιστικών γνώσεων. Πολλοί έμαθαν καινούριες ειδικότητες, όπως είναι η τέχνη του χτίστη, του ξυλουργού και του ξυλογλύπτη. Μαζί ανέπτυξαν ικανότητες στην κατασκευή εργαλείων, στη σιδηρουργία, στην κατασκευή επίπλων ποιότητας, καθώς και σε άλλες τέχνες. Εκτός του ότι οι αδελφοί ωφελήθηκαν προσωπικά από τις ειδικότητες που έμαθαν ή βελτίωσαν, απέκτησαν μια επιπρόσθετη πηγή εσόδων λόγω αυτών των δραστηριοτήτων.

Η μεγαλύτερη δυσκολία στον τομέα των πολιτιστικών ανταλλαγών περιλάμβανε τη γλώσσα. Οι Μοζαμβικανοί έμαθαν την τσιτσέουα, την οποία μιλούσαν εκείνοι που ήταν από τη Μαλάουι. Αυτή έγινε η κύρια γλώσσα που μιλιόταν στα στρατόπεδα, και τα περισσότερα έντυπα ήταν διαθέσιμα στην τσιτσέουα. Αργά και με περίσκεψη, εκείνοι που ήταν από τη Μαλάουι έμαθαν την τσόνγκα και τις διαλέκτους της, η οποία μιλιέται στη νότια Μοζαμβίκη. Πολλοί έμαθαν επίσης αγγλικά και πορτογαλικά, τα οποία αργότερα θα αποδεικνύονταν πολύτιμα για αυτούς σε σχέση με ειδικά προνόμια υπηρεσίας. Ένας πρεσβύτερος θυμάται: «Μπορεί να συναντούσες έναν αδελφό ή μια αδελφή που μιλούσε με ευχέρεια τη γλώσσα σου, και δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις αν ήταν από τη Μοζαμβίκη ή από τη Μαλάουι».

Πώς Έφτανε στα Στρατόπεδα η Πνευματική Τροφή;

Ερχόταν από τη Ζάμπια μέσω της Μαλάουι. Με ποια μέσα; Ένας επίσκοπος περιοχής απάντησε: «Μόνο ο Ιεχωβά ξέρει». Στα στρατόπεδα η Επιτροπή Ο.Ν. διόριζε νεαρούς αδελφούς από τη Μαλάουι, πολλοί από τους οποίους ήταν σκαπανείς, να διασχίσουν τα σύνορα με ποδήλατα και, σε ένα προκαθορισμένο μέρος, να συναντήσουν εκείνους που είχαν σταλεί να μεταφέρουν αλληλογραφία και έντυπα. Με αυτόν τον τρόπο οι εκκλησίες εφοδιάζονταν με την πρόσφατη πνευματική τροφή.

Εκτός από αυτό, τα μέλη της Επιτροπής Ο.Ν. διέσχιζαν τα σύνορα και πήγαιναν στη Ζάμπια ή στη Ζιμπάμπουε για να ωφεληθούν από τις ετήσιες επισκέψεις των επισκόπων ζώνης που αποστέλλονταν από το Κυβερνών Σώμα. Με αυτά και άλλα μέσα, οι αδελφοί στο Καρίκο διατήρησαν ισχυρούς δεσμούς με την ορατή οργάνωση του Ιεχωβά και έτσι παρέμειναν ενωμένοι στη λατρεία Του.

Οι εκκλησιαστικές συναθροίσεις απαιτούσαν ειδικές διευθετήσεις. Επειδή οι αδελφοί παρακολουθούνταν συνεχώς, πολλές από τις συναθροίσεις διεξάγονταν τα ξημερώματα ή και νωρίτερα. Οι παρόντες συγκεντρώνονταν έξω, και έκαναν ότι έτρωγαν κουάκερ στην αυλή, ενώ ο ομιλητής στεκόταν μέσα στο σπίτι. Μερικές συναθροίσεις διεξάγονταν στις κοίτες ποταμών ή μέσα σε φυσικούς κρατήρες. Οι προετοιμασίες για συνελεύσεις, όμως, περιλάμβαναν πολύ περισσότερη εργασία.

Συνελεύσεις—Πώς Οργανώνονταν

Όταν λάβαιναν από την Εταιρία όλη την ύλη για το πρόγραμμα, τα μέλη της Επιτροπής Ο.Ν. αποσύρονταν στο Χωριό Αρ. 9 για αρκετές εβδομάδες. Σε αυτό το σχετικά απομακρυσμένο σημείο, εργάζονταν τις νύχτες με το φως του φαναριού, μεταφράζοντας τα σχέδια των ομιλιών, ηχογραφώντας τα δράματα και διορίζοντας ομιλητές. Εξαιρετικά χρήσιμος ήταν ένας χειροκίνητος πολύγραφος που είχαν λάβει από τη Ζιμπάμπουε. Δεν σταματούσαν να εργάζονται μέχρι να ολοκληρωθεί όλο το πρόγραμμα για τη σειρά των έξι συνελεύσεων.

Εκτός από αυτό, ανέθεταν σε μια ομάδα να βρει και να ετοιμάσει έναν κατάλληλο χώρο για τη συνέλευση. Αυτός ο χώρος θα μπορούσε να είναι στην πλαγιά ενός βουνού ή στο δάσος, αλλά όχι λιγότερο από 10 χιλιόμετρα μακριά από τα στρατόπεδα. Τα πάντα έπρεπε να γίνονται χωρίς να το πάρουν είδηση οι αρχές ή «οι στασιαστές». Δανείζονταν μικρά φορητά ραδιόφωνα, και με αυτά έφτιαχναν ένα ηχητικό σύστημα για ακροατήρια μεγαλύτερα των 3.000 ατόμων. Πάντοτε υπήρχε εκεί κοντά ένα ρυάκι, στο οποίο θα μπορούσε να ετοιμαστεί κάποια «πισίνα» βαφτίσματος με τη δημιουργία ενός φράγματος. Το βήμα, ο χώρος του ακροατηρίου, η καθαριότητα και η συντήρηση διευθετούνταν όλα εκ των προτέρων. Τελικά, ο χώρος της συνέλευσης ήταν έτοιμος—σε διαφορετική τοποθεσία κάθε χρόνο.

Εφαρμοζόταν μια διευθέτηση που επέτρεπε σε όλους τους κατοίκους των χωριών να παρευρίσκονται. Λειτουργούσε καλά επειδή οι αδελφοί εκδήλωναν θαυμάσιο πνεύμα συνεργασίας. Δεν γινόταν να παρευρεθούν όλοι ταυτόχρονα· ένα εγκαταλειμμένο χωριό θα έλκυε την προσοχή των αρχών. Γι’ αυτό, οι γείτονες πήγαιναν εκ περιτροπής—το ένα σπιτικό παρευρισκόταν τη μια ημέρα, ενώ το άλλο παρευρισκόταν την επομένη. Η οικογένεια που έμενε πίσω τριγυρνούσε στο σπίτι των γειτόνων της· έτσι, κανένας δεν πρόσεχε την απουσία της οικογένειας. Μήπως αυτό σήμαινε ότι μερικοί έχαναν μέρη της συνέλευσης; Όχι, επειδή το πρόγραμμα κάθε ημέρας παρουσιαζόταν δύο φορές. Έτσι, μια τριήμερη συνέλευση διαρκούσε έξι ημέρες· μια διήμερη συνέλευση, τέσσερις ημέρες.

Ένα δίκτυο άγρυπνων ταξιθετών παρείχε αλυσίδα επικοινωνίας. Εκτεινόταν από το διοικητικό κέντρο του στρατοπέδου μέχρι το χώρο της συνέλευσης, με έναν άντρα κάθε 500 μέτρα. Οποιαδήποτε ύποπτη κίνηση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για τη συνέλευση έθετε σε λειτουργία αυτή τη γραμμή επικοινωνίας, η οποία μετέδιδε ένα μήνυμα 30 ή 40 χιλιόμετρα μακριά μέσα σε 30 μόνο λεπτά. Αυτό έδινε αρκετό χρόνο για να πάρει μια απόφαση η διεύθυνση της συνέλευσης. Μπορούσε να σημαίνει ότι έπρεπε να σταματήσει η συνέλευση και να κρυφτούν οι παρόντες στα δάση.

Ο Ζοζέ Μπάνα, πρεσβύτερος από το Μπέιρα, θυμάται: «Σε μια περίπτωση κάποιος αστυνομικός μας προειδοποίησε το προηγούμενο βράδυ ότι γνώριζαν ήδη τα περί της συνέλευσής μας και ότι επρόκειτο να τη διαλύσουν. Το ζήτημα φέρθηκε στους υπεύθυνους αδελφούς. Μήπως θα έπρεπε να ακυρώσουν τη συνέλευση; Εκείνοι προσευχήθηκαν στον Ιεχωβά και αποφάσισαν να περιμένουν μέχρι το πρωί. Η απάντηση ήρθε—μια δυνατή βροχόπτωση τη νύχτα έκανε τον ποταμό Μεντούζι να ξεχειλίσει, μετατρέποντάς τον σε ‘θάλασσα’. Εφόσον η αστυνομία ήταν στην άλλη όχθη του ποταμού, όλοι μπόρεσαν να πάνε στη συνέλευση χωρίς να υπάρχει ανάγκη να μείνει κανένας πίσω και χωρίς να υπάρχει ανάγκη για την ανθρώπινη αλυσίδα επικοινωνίας. Ψάλαμε όσους ύμνους της Βασιλείας θέλαμε».

Αποστασία και το Χωριό Αρ. 10

Ένα κίνημα που δημιούργησε πολλά προβλήματα ξεκίνησε από μια αποστατική ομάδα που αυτοαποκαλούνταν «οι χρισμένοι». Αυτή η ομάδα, που προερχόταν κυρίως από τα χωριά για άτομα από τη Μαλάουι, ισχυριζόταν ότι η «εποχή των πρεσβυτέρων» είχε τελειώσει το 1975 και ότι εκείνοι, ως «οι χρισμένοι», θα έπρεπε να αναλάβουν την ηγεσία. Η ύλη από το βιβλίο της Εταιρίας Ζωή Αιώνιος—Εν τη Ελευθερία των Υιών του Θεού (Life Everlasting—In Freedom of the Sons of God) βοήθησε σε μεγάλο βαθμό μερικούς που είχαν αμφιβολίες να κατανοήσουν τι περιλαμβανόταν στο γνήσιο χρίσμα. Αλλά η επιρροή των αποστατών εξαπλώθηκε, και πολλοί που τους άκουσαν παρέκκλιναν. Ως μέρος των διδασκαλιών τους, έλεγαν ότι δεν ήταν απαραίτητο να στέλνονται εκθέσεις στην Εταιρία. Απλώς ανέπεμπαν μια προσευχή και πετούσαν τις εκθέσεις στον αέρα.

Υπολογίζεται ότι περίπου 500 άτομα αποκόπηκαν ως αποτέλεσμα αυτής της αποστατικής επιρροής. Αποφάσισαν μόνοι τους, και με την άδεια των αρχών, να χτίσουν το δικό τους χωριό. Αυτό έγινε το Χωριό Αρ. 10. Αργότερα, ο ηγέτης αυτού του κινήματος απέκτησε μια συνοδεία από νεαρές γυναίκες, πολλές από τις οποίες του γέννησαν παιδιά.

Το Χωριό Αρ. 10 και η ομάδα του συνέχισαν να υπάρχουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής στα στρατόπεδα. Προξένησαν πολλές δυσκολίες στους πιστούς αδελφούς. Μερικοί οι οποίοι αρχικά επηρεάστηκαν και ενώθηκαν με την ομάδα αυτή αργότερα μετανόησαν και επέστρεψαν στην οργάνωση του Ιεχωβά. Η κοινότητα των αποστατών τελικά διαλύθηκε, όταν τερματίστηκε η ζωή στα στρατόπεδα.

«Το Στρατόπεδο Είναι η Φυλακή μας, και τα Σπίτια Είναι τα Κελιά Μας»

Μέχρι τις αρχές του 1983, η ζωή στα στρατόπεδα είχε αρχίσει να μοιάζει κάπως φυσιολογική. Ωστόσο, οι αδελφοί μας δεν ξεχνούσαν ότι ήταν φυλακισμένοι. Είναι αλήθεια ότι μερικοί κατάφεραν μόνοι τους να επιστρέψουν στις πόλεις τους. Άλλοι πηγαινοέρχονταν. Ωστόσο, η κοινότητα ως σύνολο παρέμενε. Ήταν εντελώς φυσιολογικό να λαχταρούν να γυρίσουν στα σπίτια τα οποία είχαν αφήσει. Αντάλλασσαν επιστολές είτε μέσω του ταχυδρομείου είτε μέσω των λίγων αδελφών που τολμούσαν να επισκεφτούν τα στρατόπεδα για να δουν συγγενείς και παλιούς φίλους—μολονότι μερικοί από αυτούς τους αδελφούς συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν.

Ο Σαβιέρ Ντένγκο συνήθιζε να χαριτολογεί: «Εσείς από τη Μαλάουι είστε πρόσφυγες, αλλά εμείς είμαστε φυλακισμένοι. Το στρατόπεδο είναι η φυλακή μας, και τα σπίτια είναι τα κελιά μας». Στην ουσία, όμως, η κατάσταση των αδελφών μας από τη Μαλάουι ήταν σχεδόν η ίδια. Όσο φυσιολογικά και αν φαινόταν ότι ήταν τα χωριά, αυτό επρόκειτο να τερματιστεί απότομα.

Ένοπλη Εισβολή Φέρνει Πανικό και Θάνατο

Στις αρχές του 1983, ένοπλα μέλη του κινήματος της αντίστασης άρχισαν να εισβάλλουν στην περιοχή του Καρίκο, αναγκάζοντας τον ανώτατο αξιωματούχο του διοικητικού κέντρου να αναζητήσει καταφύγιο στην έδρα της επαρχίας, το Μιλάνζ, 30 χιλιόμετρα μακριά. Για σχετικά σύντομο διάστημα, οι αδελφοί φαινόταν ότι μπορούσαν να αναπνέουν πιο ελεύθερα, αν και εξακολουθούσαν να βρίσκονται κάτω από κάποιο είδος επιτήρησης από τις αρχές.

Ωστόσο, συνέβη κάτι το τραγικό στις 7 Οκτωβρίου 1984, ενόσω οριστικοποιούνταν οι προετοιμασίες για τη συνέλευση περιφερείας. Μια ένοπλη ομάδα πλησίασε από τα ανατολικά. Καθώς πέρασαν μέσα από το Χωριό Αρ. 9, άφησαν πίσω τους ένα κύμα πανικού, αίματος και θανάτου. Αφού σκότωσαν τον αδελφό Μουτόλα στο Χωριό Αρ. 7 για Άτομα από τη Μαλάουι, κατόπιν σκότωσαν τον Αουγκούστου Νοβέλα στο Χωριό Αρ. 4 για Άτομα από τη Μοζαμβίκη. Στο Χωριό Αρ. 5 για Άτομα από τη Μοζαμβίκη, ο αδελφός Μουτέμπα ανησύχησε από τον ήχο των πυροβολισμών. Όταν είδε το πτώμα ενός αδελφού στο έδαφος, φώναξε στον Ιεχωβά για βοήθεια. Οι ένοπλοι άντρες έκαιγαν και λαφυραγωγούσαν σπίτια. Άντρες, γυναίκες και παιδιά έτρεχαν πανικόβλητοι προς κάθε κατεύθυνση, ψάχνοντας απεγνωσμένα για καταφύγιο. Αυτή η βίαιη επίθεση αποτελούσε απλώς προοίμιο όσων θα ακολουθούσαν. Αφού η ένοπλη ομάδα διέσχισε τα στρατόπεδα, επέλεξε μια τοποθεσία βόρεια από το Χωριό Αρ. 1 για να στήσει το αρχηγείο της.

Τις επόμενες ημέρες έκαναν καθημερινές εκστρατείες στα στρατόπεδα—ληστεύοντας, καίγοντας σπίτια και σκοτώνοντας. Σε μια από αυτές σκότωσαν έξι Μάρτυρες από τη Μαλάουι, περιλαμβανομένης και της γυναίκας του Φιντέλι Ενταλάμα, ενός επισκόπου περιοχής.

Άλλοι φυλακίστηκαν στο αρχηγείο της ομάδας. Οι νεαροί άντρες κυρίως έγιναν στόχος προσπαθειών να καταταγούν δια της βίας στο στρατιωτικό κίνημα. Πολλοί από τους νεαρούς διέφυγαν από τα χωριά και κρύφτηκαν στα μασάμπα (τα χωράφια που καλλιεργούσαν), και μέλη της οικογένειάς τους τούς πήγαιναν εκεί φαγητό. Νεαρές γυναίκες στρατολογούνταν ως μαγείρισσες, αλλά κατόπιν οι εισβολείς προσπαθούσαν δια της βίας να τις κάνουν «ερωμένες». Η Χίλντα Μπάνζι αρνήθηκε να υποκύψει σε τέτοιου είδους πιέσεις, και ως αποτέλεσμα ξυλοκοπήθηκε τόσο άγρια ώστε την εγκατέλειψαν νομίζοντας πως είναι νεκρή. Ευτυχώς, ανέρρωσε.

Η ένοπλη ομάδα απαιτούσε από τον πληθυσμό να τους συντηρεί και να μεταφέρει τον εξοπλισμό τους. Οι αδελφοί θεωρούσαν ότι αυτή η απαίτηση ήταν ασυμβίβαστη με τη θέση Χριστιανικής ουδετερότητας που διακρατούσαν, και επομένως αρνήθηκαν. Η ένοπλη ομάδα αντιμετώπισε με οργή την άρνησή τους. Η ουδετερότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είχαν θέση σε έναν απομονωμένο κόσμο στον οποίο ο μόνος αναγνωρισμένος νόμος ήταν οι ξυλοδαρμοί και τα όπλα. Περίπου 30 αδελφοί πέθαναν στη διάρκεια αυτής της ταραχώδους περιόδου. Ένας από αυτούς ήταν ο Αλμπέρτο Σιζάνου, ο οποίος αρνήθηκε να παράσχει οποιαδήποτε υποστήριξη και προσπάθησε να εξηγήσει: «Δεν συμμετέχω στην πολιτική, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο με έφεραν εδώ από το Μαπούτου. Αρνήθηκα στο παρελθόν, και δεν πρόκειται να αλλάξουν τα πράγματα τώρα». (Παράβαλε Ιωάννης 18:36). Αυτή η αντίδραση ήταν απαράδεκτη για τους καταπιεστές, οι οποίοι τον έσυραν με μανία μακριά. Γνωρίζοντας τι επρόκειτο να συμβεί, ο αδελφός Σιζάνου αποχαιρέτησε τους αδελφούς με την ακλόνητη πίστη έκδηλη στο πρόσωπό του. «Μέχρι το νέο κόσμο» ήταν τα τελευταία του λόγια προτού τον δείρουν άγρια και τον τραυματίσουν θανάσιμα. Οι αδελφοί της ιατρικής ομάδας προσπάθησαν να τον σώσουν, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Θα ήταν πράγματι «μέχρι το νέο κόσμο», επειδή ούτε ακόμη και η απειλή του θανάτου δεν μπόρεσε να τον κάνει να διαρρήξει την πίστη του.—Πράξ. 24:15.

Απελευθερώνονται από το Πύρινο Καμίνι

Έπρεπε να γίνει κάτι για να χαλαρώσει η ανυπόφορη ένταση. Η Επιτροπή Ο.Ν. συναντήθηκε με τους πρεσβυτέρους και τους διακονικούς υπηρέτες για να συζητήσουν πώς θα μπορούσαν να επιχειρήσουν να κάνουν διάλογο με τα μέλη του κινήματος της αντίστασης. Ωστόσο, άντρες από το κίνημα της αντίστασης είχαν ήδη προσκαλέσει όλους τους κατοίκους της περιοχής να πάνε στο αρχηγείο τους. Οι πρεσβύτεροι αποφάσισαν να πάνε, μαζί με μια μεγάλη ομάδα αδελφών που προσφέρθηκαν να τους συνοδεύσουν. Δόθηκε σε δυο αδελφούς η οδηγία να μιλήσουν εκ μέρους όλων των χωριών. Ο Ιζάκ Μερούλι, ένας από τους διορισμένους εκπροσώπους, πέρασε από το σπίτι του για να ενημερώσει τη νεαρή γυναίκα του και να την αποχαιρετήσει. Ανήσυχη σχετικά με το τι θα μπορούσε να συμβεί, εκείνη προσπάθησε να τον μεταπείσει. Αυτός της μίλησε παρηγορητικά, και τη ρώτησε: «Νομίζεις ότι έχουμε επιζήσει μέχρι τώρα επειδή είμαστε έξυπνοι; Νομίζεις, επίσης, ότι είμαστε πιο σπουδαίοι από τους άλλους αδελφούς;» Εκείνη έδωσε σιωπηλά τη συγκατάθεσή της. Προσευχήθηκαν μαζί και κατόπιν αποχαιρέτησαν ο ένας τον άλλον.

Παρόντες στη συνάντηση δεν ήταν μόνο οι Μάρτυρες αλλά επίσης μη Μάρτυρες που ήταν πρόθυμοι να υποστηρίξουν το ένοπλο κίνημα. Οι αδελφοί, όμως, που αριθμούσαν γύρω στους 300, υπερείχαν αριθμητικά των άλλων. Επρόκειτο για μια οξυμένη συνάντηση, στην οποία μερικοί φώναζαν πολιτικά συνθήματα και τραγουδούσαν στρατιωτικά εμβατήρια. Έγινε η εξής ανακοίνωση: «Σήμερα θα φωνάξουμε ‘Βίβα Ρενάμο’ [Εθνική Αντίσταση της Μοζαμβίκης (Resistência Nacional de Moçambique)], το κίνημα που πολεμούσε εναντίον της κυβέρνησης του Φρελίμο] μέχρι να πέσουν τα φύλλα από αυτά τα δέντρα». Ο διοικητής, οι στρατιώτες και ο πληθυσμός των μη Μαρτύρων άρχισαν να γίνονται ανυπόμονοι με τη σιωπή των αδελφών. Ένας πολιτικός κομισάριος ο οποίος προήδρευε στη συνάντηση εξήγησε την ιδεολογία του κινήματος. Μίλησε για την απόφαση των ανωτέρων του να διαλύσουν τα χωριά, να διασκορπίσουν όλους τους κατοίκους και να τους αφήσουν να ζήσουν ανάμεσα στα μασάμπα. Κατόπιν έδωσε την ευκαιρία στους παρόντες να εκφραστούν. Οι αδελφοί μας εξήγησαν την ουδέτερη θέση τους. Έλπιζαν ότι οι λόγοι για τους οποίους δεν συμμετείχαν στην παροχή τροφής, στη μεταφορά του εξοπλισμού, κτλ., θα γίνονταν κατανοητοί. Όσο δε για το διασκορπισμό από τα χωριά, είχαν ήδη αναγκαστεί δια της βίας να διασκορπιστούν.

Στο διοικητή δεν άρεσε καθόλου η θαρραλέα απάντηση των αδελφών, αλλά, με θεϊκή πρόνοια, ο κομισάριος έδειξε περισσότερη κατανόηση. Ηρέμησε το διοικητή και άφησε τους αδελφούς να φύγουν ειρηνικά. Έτσι, βγήκαν ζωντανοί από αυτό που οι ίδιοι περιέγραψαν ως ‘πύρινο καμίνι’. (Παράβαλε Δανιήλ 3:26, 27). Ωστόσο, η ειρήνη δεν ήταν εγγυημένη. Το πιο συγκλονιστικό γεγονός επρόκειτο να συμβεί λίγες ημέρες αργότερα.

Το Φονικό στο Χωριό Αρ. 7

Μολονότι ο ήλιος έλαμπε, η Κυριακή 14 Οκτωβρίου 1984 αποδείχτηκε σκοτεινή ημέρα στο Καρίκο. Νωρίς το πρωί, οι αδελφοί είχαν διεξαγάγει την εκκλησιαστική τους συνάθροιση, ύστερα από την οποία μερικοί επισκέφτηκαν τα χωριά για να πάρουν τις προμήθειες που είχαν απομείνει προτού επιστρέψουν γρήγορα στα καινούρια σπίτια τους στα χωράφια. Χωρίς προειδοποίηση, μια ένοπλη ομάδα έφυγε από τη βάση της και προχώρησε προς την κατεύθυνση του Χωριού Αρ. 7 για Άτομα από τη Μοζαμβίκη. Έπιασαν έναν αδελφό στα περίχωρα του Χωριού Αρ. 5 και του είπαν με αυστηρότητα: «Δείξε μας το δρόμο για το Χωριό Αρ. 7· τώρα θα δεις τι σημαίνει πόλεμος». Όταν έφτασαν στο χωριό, συγκέντρωσαν όλους όσους συνέβη να βρίσκονται εκεί. Τους έβαλαν να καθήσουν σε κύκλο, με τη σειρά με την οποία ήταν αριθμημένα τα χωριά τους. Τότε άρχισε η ανάκριση.

«Ποιος χτύπησε και λήστεψε τον μουτζίμπα μας [έναν άοπλο σκοπό, δηλαδή πληροφοριοδότη];» ρώτησαν άγρια. Οι αδελφοί, έχοντας άγνοια για ποιο πράγμα μιλούσαν, απάντησαν πως δεν γνώριζαν. «Καλά, αν δεν μιλήσει κανείς, θα δείτε τι θα κάνουμε σε αυτόν τον άντρα που κάθεται εδώ μπροστά». Και πυροβόλησαν έναν αδελφό στο μέτωπο εξ επαφής. Όλοι συγκλονίστηκαν. Επανέλαβαν αρκετές φορές την ερώτηση, και κάθε φορά ένα καινούριο θύμα περίμενε τον πυροβολισμό. Γυναίκες, που κρατούσαν σφιχτά τα μωρά τους, αναγκάστηκαν να δουν με τα μάτια τους τη βάρβαρη εκτέλεση των αντρών τους, όπως συνέβη με την αδελφή Σαλομίνα, η οποία είδε να πεθαίνει ο άντρας της, ο Μπερναρντίνο. Δολοφονήθηκαν και γυναίκες επίσης. Η Λία Βίλα, γυναίκα του Λουίς Βίλα, ο οποίος είχε πεθάνει από καρδιακή προσβολή στο στρατόπεδο κοντά στο Λιτσίνγκα, ήταν ανάμεσά τους, και έτσι τα μικρά παιδιά της έμειναν ορφανά. Από τις εκτελέσεις δεν γλίτωσαν ούτε οι νεαροί, όπως ήταν ο Φερνάντο Τιμπάνε, ο οποίος, ακόμη και όταν είχε πυροβοληθεί, προσευχήθηκε στον Ιεχωβά και προσπάθησε να ενθαρρύνει τους άλλους.

Όταν δέκα θύματα είχαν εκτελεστεί με αυτόν τον κτηνώδη τρόπο, δημιουργήθηκε διαφωνία ανάμεσα στους εκτελεστές, θέτοντας τέλος στον εφιάλτη. Ύστερα από διαταγή τους, ο αδελφός Ενγκουένια, ο οποίος θα ήταν το 11ο θύμα, σηκώθηκε από την «καρέκλα του θανάτου». Ο ίδιος αφηγείται: «Είχα προσευχηθεί στον Ιεχωβά να φροντίσει την οικογένειά μου που άφηνα πίσω, επειδή οι ημέρες μου είχαν τελειώσει. Τότε σηκώθηκα και ένιωσα ασυνήθιστο θάρρος. Αργότερα μόνο ένιωσα το συναισθηματικό σοκ».

Τους επιζώντες τους υποχρέωσαν κατόπιν να κάψουν τα σπίτια που είχαν απομείνει στα χωριά. Προτού φύγουν, οι ένοπλοι άντρες προειδοποίησαν: «Ήρθαμε έχοντας τη διαταγή να σκοτώσουμε 50 από εσάς, αλλά αυτοί φτάνουν. Δεν θα πρέπει να τους θάψετε. Θα σας παρακολουθούμε, και αν εξαφανιστεί κάποιο πτώμα, δέκα θα πεθάνουν για κάθε πτώμα που θα λείπει». Τι παράξενη και αποτρόπαιη διαταγή!

Καθώς ο ήχος των πυροβολισμών αντηχούσε στην περιοχή, και καθώς τα νέα διαδόθηκαν από εκείνους που είχαν καταφέρει να διαφύγουν, ένα νέο κύμα πανικού σάρωσε τα χωριά. Απελπισμένοι οι αδελφοί κατέφυγαν στα δάση και στα βουνά. Αργότερα ανακαλύφτηκε ότι οι ενοχοποιητικές ερωτήσεις που είχαν υποκινήσει το φονικό είχαν ξεκινήσει από ένα αποκομμένο άτομο το οποίο ήθελε να προσχωρήσει στο κίνημα της αντίστασης. Επίσης, είχε γίνει κλέφτης. Είχε διατυπώσει τις ψεύτικες κατηγορίες εναντίον των αδελφών του δικού του χωριού σε μια προσπάθεια να κερδίσει την εύνοια και την εμπιστοσύνη της ένοπλης ομάδας. Αργότερα, όταν τα μέλη της ομάδας ανακάλυψαν ότι τους είχε κοροϊδέψει, συνέλαβαν αυτό το άτομο που διέδωσε τα ψέματα και τον σκότωσαν με τον πιο βάρβαρο τρόπο.

Αρχίζει ο Διασκορπισμός

Ολόκληρος ο Κύκλος του Καρίκο πενθούσε και βρισκόταν σε σύγχυση. Οι πρεσβύτεροι, και εκείνοι με δάκρυα, προσπαθούσαν να παρηγορήσουν τις οικογένειες που πενθούσαν για την απώλεια των αγαπητών τους προσώπων στο φονικό. Τους ήταν αδιανόητο να παραμείνουν στην περιοχή. Επομένως, άρχισε ο διασκορπισμός, όπως ήταν φυσικό. Ολόκληρες εκκλησίες αναζήτησαν καταφύγιο σε μακρινά μέρη, μέχρι και 30 χιλιόμετρα μακριά, όπου μπορούσαν να αισθάνονται πιο ασφαλείς. Μερικοί αποφάσισαν να μείνουν κοντά στα μασάμπα. Έτσι, η εργασία των πρεσβυτέρων της Επιτροπής Ο.Ν. διπλασιάστηκε. Χρειαζόταν να περπατούν πολλά χιλιόμετρα για να διασφαλίζουν την ενότητα, καθώς και τη σωματική και την πνευματική ασφάλεια του ποιμνίου σε όλες τις ευρέως διασκορπισμένες εκκλησίες.

Τα νέα για αυτή τη θλιβερή κατάσταση έφτασαν στο τμήμα της Ζιμπάμπουε, το οποίο διευθέτησε να επισκεφτούν τους αδελφούς μέλη του γραφείου τμήματος και να τους εποικοδομήσουν. Συμβουλεύτηκαν επίσης το Κυβερνών Σώμα στο Μπρούκλιν σχετικά με την ανάγκη που υπήρχε για τρόφιμα, ρουχισμό και φάρμακα στα στρατόπεδα στο Μιλάνζ. Το Κυβερνών Σώμα, με βαθύ ενδιαφέρον για την ευημερία των αδελφών, έδωσε οδηγίες να χρησιμοποιήσουν τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους για να καλύψουν τις ανάγκες των αδελφών, και επίσης να φροντίσουν, αν φαινόταν σκόπιμο, να φύγουν οι αδελφοί από την περιοχή του Μιλάνζ και να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Αυτή η επιλογή φαινόταν πράγματι σοφή.

Στις αρχές του 1985, τα μέλη της Επιτροπής Ο.Ν., όπως έκαναν κάθε χρόνο, έφυγαν από το Μιλάνζ για να συναντηθούν με τον επίσκοπο ζώνης, ο οποίος είχε σταλεί από το Κυβερνών Σώμα. Ο Ντον Άνταμς είχε έρθει από το Μπρούκλιν. Σε μια συνάντηση που περιλάμβανε τις Επιτροπές των Τμημάτων της Ζάμπιας και της Ζιμπάμπουε, τα μέλη της Επιτροπής Ο.Ν. παρουσίασαν τις ανησυχίες τους σε σχέση με τον Κύκλο του Καρίκο. Τους δόθηκε η συμβουλή να σκεφτούν αν ήταν σοφό να παραμείνουν στο Καρίκο. Στράφηκε η προσοχή τους στη Βιβλική αρχή που βρίσκεται στο εδάφιο Παροιμίαι 22:3: «Ο φρόνιμος προβλέπει το κακόν και κρύπτεται». Έχοντας αυτό κατά νου, επέστρεψαν στα στρατόπεδα.

Να Φύγουν; Πώς; Και Πού να Πάνε;

Η συμβουλή μεταφέρθηκε αμέσως στις εκκλησίες. Μερικοί ενήργησαν γοργά σε αρμονία με αυτήν, όπως συνέβη με τον Ζουάου Ζοζέ, έναν άγαμο αδελφό που αργότερα συμμετείχε στην οικοδόμηση των τμημάτων στη Ζάμπια και στη Μοζαμβίκη. Μαζί με μια ομάδα άλλων αδελφών, διέσχισε τα σύνορα και πήγε στη Μαλάουι και κατόπιν στη Ζάμπια χωρίς μεγάλα προβλήματα.

Η κατάσταση, όμως, δεν ήταν εύκολη για άλλους. Πολλές οικογένειες είχαν μικρά παιδιά που έπρεπε να λάβουν υπόψη τους. Τα μέλη του κινήματος της αντίστασης παρακολουθούσαν συνεχώς τους δρόμους, και οποιοσδήποτε ταξίδευε σε αυτούς απειλούνταν με επίθεση. Τα σύνορα με τη Μαλάουι παρουσίαζαν ακόμη μια δυσκολία, ειδικά για τους αδελφούς από τη Μαλάουι, εφόσον εκεί εξακολουθούσαν να απεχθάνονται και να κυνηγούν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Έτσι, τα ανησυχητικά ερωτήματα ήταν: Πώς θα μπορούσαν να φύγουν; Πού θα πήγαιναν; Έχοντας ζήσει όλα αυτά τα χρόνια στη ζούγκλα και χωρίς χαρτιά, πώς θα μπορούσαν να διασχίσουν τα σύνορα; «Ούτε εμείς ξέρουμε», ήταν η απάντηση των μελών της Επιτροπής Ο.Ν., σε μια συνάντηση με όλους τους πρεσβυτέρους στην οποία επικρατούσε τρομερή ένταση. «Ένα πράγμα είναι βέβαιο—πρέπει να διασκορπιστούμε», τόνισαν. Κατέληξαν: «Ο καθένας ας κάνει μια προσευχή, κάντε τα σχέδιά σας και ενεργήστε ανάλογα».—Παράβαλε 2 Χρονικών 20:12.

Στους μήνες που ακολούθησαν, αυτό έγινε το κύριο θέμα στις συναθροίσεις. Η πλειονότητα των πρεσβυτέρων υποστήριξε την ιδέα να φύγουν και ενθάρρυνε τους αδελφούς να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο. Άλλοι αποφάσισαν να μείνουν. Τελικά, άρχισε μια σποραδική έξοδος. Οι αδελφοί από τη Μαλάουι οι οποίοι επιχείρησαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους εμποδίστηκαν στα σύνορα εξαιτίας των παλιών προβλημάτων και χρειάστηκε να επιστρέψουν. Αυτό μείωσε τον ενθουσιασμό εκείνων που είχαν αποφασίσει να φύγουν και ενίσχυσε τα επιχειρήματα εκείνων που ευνοούσαν την παραμονή. Η «πρόσκληση» για μια ακόμη «σημαντική συνάντηση» στη στρατιωτική βάση αποτέλεσε τον αποφασιστικό παράγοντα για τους περισσότερους.

Μαζική Έξοδος

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1985, ακριβώς δύο ημέρες πριν από την προγραμματισμένη συνάντηση, οι αδελφοί Μουτέμπα, Ματόλα και Σισόμου, τα τρία εναπομείναντα μέλη της Επιτροπής Ο.Ν., συναθροίστηκαν για μια ακόμη φορά. Τι θα έπρεπε να συστήσουν στους αδελφούς να κάνουν σε σχέση με την «πρόσκληση»; Η συνάθροιση κράτησε όλη νύχτα. Ύστερα από πολλή προσευχή και στοχασμό, αποφάσισαν: «Πρέπει να φύγουμε αύριο βράδυ». Αμέσως, όσο ήταν αυτό δυνατόν, διέδωσαν τα νέα σχετικά με την απόφαση, καθώς και το χρόνο και τον τόπο της συνάντησης. Οι εκκλησίες που συμφώνησαν να φύγουν έφτασαν εκεί. Αυτή ήταν η τελευταία πράξη της Επιτροπής Ο.Ν. στα στρατόπεδα.

Αρχίζοντας από τις 8:30 μ.μ., αφού έκαναν προσευχή, οι αδελφοί ξεκίνησαν μια συντονισμένη έξοδο. Η έξοδός τους ήταν ένα μυστικό που το είχαν αποκρύψει καλά τόσο από τους στρατιώτες όσο και από «τους στασιαστές». Αν τους έπιαναν, αυτό θα σήμαινε καταστροφή. Υπό το κάλυμμα της νύχτας, η κάθε εκκλησία είχε 15 λεπτά να φύγει, ενώ σε κάθε οικογένεια είχαν δοθεί 2 λεπτά. Η μακρόστενη γραμμή ελισσόταν σιωπηλά μέσα από τη ζούγκλα, χωρίς κανένας να γνωρίζει τι θα φέρει η αυγή στα σύνορα με τη Μαλάουι, αν έφταναν ποτέ εκεί. Οι πνευματικοί ποιμένες της Επιτροπής Ο.Ν. ήταν οι τελευταίοι που έφυγαν, στη 1:00 π.μ.—Πράξ. 20:28.

Ενώ είχαν περπατήσει 40 περίπου χιλιόμετρα, ο Φιλίπε Ματόλα κατέρρευσε από την υπερκόπωση, εφόσον είχε μείνει δυο νύχτες χωρίς ύπνο. Αποκοιμήθηκε δίπλα στο μονοπάτι ενώ περίμενε τον τελευταίο από τους ηλικιωμένους να περάσει. Μπορούμε να φανταστούμε τι χαρά πρέπει να ένιωσε όταν ο «ανιψιός» του, ο Ερνέστο Μουσάνγκα, ήρθε τρέχοντας από το μέτωπο της γραμμής με τα εξής καλά νέα: «‘Θείε’, κάνουν δεκτούς τους αδελφούς στη Μαλάουι!» «Αυτό είναι ένα παράδειγμα», αναφώνησε ο Ματόλα, «για το πώς ανοίγει ο Ιεχωβά το δρόμο, όταν δεν φαίνεται να υπάρχει διέξοδος, όπως έγινε στην Ερυθρά Θάλασσα».—Έξοδ. 14:21, 22· βλέπε Ψαλμός 31:21-24.

Στη διάρκεια των επόμενων αρκετών μηνών, δοκίμασαν πώς ήταν η ζωή στα στρατόπεδα προσφύγων στη Μαλάουι και στη Ζάμπια, προτού επιστρέψουν στη Μοζαμβίκη και φτάσουν ο καθένας στην πόλη του. Αλλά τι συνέβη σε εκείνους που παρέμειναν στην περιοχή του Καρίκο;

Εκείνοι που Παρέμειναν

Η απόφαση της Επιτροπής Ο.Ν. δεν έφτασε σε όλες τις διασκορπισμένες εκκλησίες προτού αρχίσει η έξοδος. Μερικά άτομα που άκουσαν την ανακοίνωση αποφάσισαν να μείνουν και να πάνε στη συνάντηση στη στρατιωτική βάση. Η Εκκλησία Μασακένε, μαζί με άλλες, δεν είχε ακούσει την ανακοίνωση αλλά είχε ήδη αποφασίσει να φύγει. Προτού πάνε στη συνάντηση, εκείνοι οι αδελφοί άφησαν τις οικογένειές τους προετοιμασμένες για φυγή. Περίπου 500 αδελφοί εμφανίστηκαν στη συνάντηση. Ήταν σύντομη και επί του σημείου. Ο διοικητής είπε: «Οι ανώτεροί μας αποφάσισαν ότι όλοι όσοι είναι εδώ παρόντες θα πρέπει να έρθουν στην κύρια βάση που έχουμε σε αυτή την περιοχή. Το ταξίδι θα είναι μακρύ. Εκεί θα μείνετε τρεις μήνες». Και το ταξίδι άρχισε επί τόπου.

Επωφελούμενοι από τη χαλαρή επιτήρηση εκ μέρους των στρατιωτών, οι αδελφοί που είχαν αποφασίσει να φύγουν ξεγλίστρησαν και απομακρύνθηκαν. Ενώθηκαν με τις οικογένειές τους και διέφυγαν με όποιον τρόπο μπορούσαν κατευθυνόμενοι προς τα σύνορα με τη Μαλάουι. Άλλοι, είτε επειδή συμμορφώθηκαν με τις εντολές του ένοπλου κινήματος είτε επειδή δεν τους δόθηκε η ευκαιρία, άρχισαν να ταξιδεύουν προς τα νοτιοδυτικά, στη βάση του Μορουμπάλα, και έφτασαν εκεί ύστερα από αρκετές ημέρες. Όταν έφτασαν εκεί, τους πίεσαν ακόμη περισσότερο να υποστηρίξουν το κίνημα. Η άρνησή τους είχε ως αποτέλεσμα άγρια βασανιστήρια και αμέτρητους ξυλοδαρμούς, κατά τα οποία τουλάχιστον ένας αδελφός πέθανε. Τρεις μήνες αργότερα, τους άφησαν τελικά να γυρίσουν στα σπίτια τους.

Πολλοί συνέχισαν να κατοικούν στην περιοχή του Καρίκο, βρισκόμενοι πλήρως υπό τον έλεγχο του κινήματος της αντίστασης. Ήταν απομονωμένοι από την υπόλοιπη οργάνωση του Ιεχωβά για τα επόμενα εφτά χρόνια. Επρόκειτο για μια αρκετά μεγάλη ομάδα, αποτελούμενη από 40 περίπου εκκλησίες. Επέζησαν πνευματικά; Θα ήταν η αγάπη τους για τον Θεό αρκετά δυνατή για να τους εμποδίσει να υποκύψουν στην απελπισία; Θα επιστρέψουμε σε αυτούς αργότερα.

Στρατόπεδα Προσφύγων στη Μαλάουι και στη Ζάμπια

Δεν έγιναν με ευχαρίστηση δεκτοί στη Μαλάουι όλοι όσοι έφυγαν από το Καρίκο. Τα μέλη της Εκκλησίας Μασακένε, αφού είχαν διασχίσει τα σύνορα και ξεκουράζονταν, τα ανακάλυψε η αστυνομία της Μαλάουι και τα διέταξε να γυρίσουν πίσω. Οι αδελφοί έκαναν έκκληση στους αστυνομικούς, εξηγώντας ότι είχαν φύγει από την περιοχή στην οποία ζούσαν επειδή εκεί μαινόταν πόλεμος. Οι αστυνομικοί ήταν ασυγκίνητοι. Εφόσον φαινόταν ότι δεν υπήρχε λύση, και η κατάσταση ήταν απελπιστική, κάποιος φώναξε: «Αδελφοί, να κλάψουμε!» Αυτό και έκαναν· κλαίγοντας τόσο δυνατά ώστε προσέλκυσαν την προσοχή της γειτονιάς. Οι αστυνομικοί, σε δύσκολη πια θέση, τους παρακαλούσαν να σταματήσουν. Μια αδελφή ικέτεψε: «Αφήστε μας τουλάχιστον να ετοιμάσουμε λίγο φαγητό για τα παιδιά». Οι αστυνομικοί συμφώνησαν με το αίτημά της, λέγοντας ότι θα επέστρεφαν αργότερα. Ευτυχώς, δεν επέστρεψαν ποτέ. Αργότερα, κάποιο άτομο που βρισκόταν σε θέση εξουσίας βοήθησε τους Μάρτυρες, φέρνοντας φαγητό και κατευθύνοντάς τους στο στρατόπεδο προσφύγων στο οποίο βρίσκονταν οι υπόλοιποι αδελφοί.

Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά από τη Μοζαμβίκη κατέκλυζαν τώρα τα στρατόπεδα προσφύγων στη Μαλάουι. Η κυβέρνηση της Μαλάουι τους δέχτηκε ως πρόσφυγες πολέμου. Ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός πρόσφερε βοήθεια, φέρνοντας εφόδια για να ανακουφίσει τους αδελφούς από τις κακουχίες και τις δυσχέρειες που δημιουργούνταν εξαιτίας των άσχημων καιρικών συνθηκών στα υπαίθρια στρατόπεδα. Μερικοί πήγαν στη Ζάμπια, όπου τους φιλοξένησαν σε άλλα στρατόπεδα προσφύγων. Ο Φιλίπε Ματόλα και ο Φερνάντο Μουτέμπα συνεργάζονταν τώρα με την Επιτροπή Χώρας της Μαλάουι, ψάχνοντας για τους Μοζαμβικανούς αδελφούς σε αυτά τα στρατόπεδα, προκειμένου να τους παράσχουν πνευματική παρηγοριά καθώς και την οικονομική βοήθεια που είχε εγκρίνει το Κυβερνών Σώμα.

Στις 12 Ιανουαρίου 1986, ο Α. Ντ. Σρόντερ, μέλος του Κυβερνώντος Σώματος, έδωσε πνευματική ενθάρρυνση και μετέφερε τη θερμή αγάπη από το Κυβερνών Σώμα σε εκείνους τους αδελφούς. Μολονότι δεν μπορούσε να μπει στα στρατόπεδα, εκφώνησε μια διάλεξη στη Ζάμπια η οποία μεταφράστηκε στη γλώσσα τσιτσέουα, μαγνητοφωνήθηκε και κατόπιν στάλθηκε στα στρατόπεδα στα οποία βρίσκονταν Μοζαμβικανοί αδελφοί.

Σταδιακά, αυτοί οι πρόσφυγες βοηθήθηκαν να φτάσουν στον επόμενο σταθμό τους—τη Μοζαμβίκη. Για πολλούς ο επόμενος σταθμός ήταν το Μουατίσε, στην επαρχία Τέτε. Ναι, στη Μοζαμβίκη λάβαινε χώρα μια αλλαγή στη στάση της κυβέρνησης απέναντι στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, μολονότι δεν εκδήλωναν αυτή την αλλαγή όλοι οι τοπικοί αξιωματούχοι.

Πίσω στη Μοζαμβίκη

Η μια ομάδα μετά την άλλη άρχισαν να συνωστίζονται στις κωμοπόλεις ανατολικά της πόλης Τέτε. Εγκαταλειμμένα βαγόνια τρένων, τα οποία προηγουμένως χρησιμοποιούνταν ως δημόσιες τουαλέτες, χρησιμοποιήθηκαν για να τους στεγάσουν. Αφού πρώτα καθαρίστηκαν, πολλά από αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως τόποι συνάθροισης για την Ανάμνηση του θανάτου του Χριστού, στις 24 Μαρτίου 1986.

Αδελφοί από όλα τα μέρη της Μοζαμβίκης περίμεναν εκεί επί μήνες, χωρίς να γνωρίζουν πώς θα μεταφέρονταν πίσω στον τόπο της καταγωγής τους. Αυτή η αναμονή συνεπαγόταν τα δικά της προβλήματα. Προσπάθησαν να επινοήσουν κάποιο είδος απασχόλησης για να συντηρήσουν τον εαυτό τους ή για να μαζέψουν λίγα χρήματα για ένα αεροπορικό εισιτήριο, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία. Εξαιτίας του πολέμου, η οδική μεταφορά δεν ήταν δυνατή. Οι τοπικές αρχές δεν τους φέρονταν πάντοτε με καλό τρόπο, αλλά προσπαθούσαν ακόμη να τους εξαναγκάσουν να επαναλάβουν πολιτικά συνθήματα. Σε αυτή την πίεση οι αδελφοί απαντούσαν με θάρρος: «Μας πήγαν στο Καρίκο εξαιτίας αυτού του ζητήματος. Εκεί εκτίσαμε την ποινή μας και κατόπιν μας εγκατέλειψαν στο έλεος ένοπλων ανταρτών. Διαφύγαμε με δικά μας μέσα. Τι παραπάνω θέλετε από εμάς;» Όταν έδιναν αυτή την απάντηση, τους άφηναν ήσυχους. Ωστόσο, συνέχιζαν να παρενοχλούν και να φυλακίζουν τους νεαρούς σε μια προσπάθεια να τους στρατολογήσουν στον κυβερνητικό στρατό με σκοπό να πολεμήσουν εναντίον της συνεχιζόμενης ένοπλης εξέγερσης στην περιοχή. Πολλοί νεαροί αδελφοί χρησιμοποίησαν όποιο φρόνιμο μέσο μπορούσαν για να ξεφύγουν και να κρυφτούν.

Η επιτροπή στη Μαλάουι αποφάσισε ότι ο Φερνάντο Μουτέμπα θα έπρεπε να πάει στο Τέτε για να παράσχει βοήθεια στους αδελφούς εκεί. Όταν ο αδελφός Μουτέμπα έφτασε στο Μουατίσε, οι αρχές αποφάσισαν να ελέγξουν τις αποσκευές του. Ακριβώς πάνω στην ώρα, οι αδελφοί πρόλαβαν να διασώσουν τα έντυπα που είχε στην κατοχή του. Έτσι, όταν η αστυνομία ερεύνησε τις τσάντες του, τι βρήκε; «Μόνο λίγα κουρέλια», λέει ο ίδιος. Οι απογοητευμένοι αστυνομικοί ρώτησαν: «Αυτά είναι όλα;» Ναι, αυτά ήταν. Αυτές ήταν όλες οι αποσκευές ενός άντρα που είχε επωμιστεί τόσο βαριές ευθύνες στα στρατόπεδα. Όπως συνέβαινε με όλους τους υπολοίπους, είχε επιστρέψει απογυμνωμένος από όλα τα αποκτήματά του. Στην πραγματικότητα, τότε, η σωματική εμφάνιση των αδελφών δεν ήταν καθόλου ευχάριστη—ήταν βρώμικοι, ντυμένοι με κουρέλια, πεινασμένοι και καταφανώς θύματα κακομεταχείρισης. Ταίριαζαν απόλυτα με τη θεόπνευστη περιγραφή πολλών υπηρετών του Θεού που έζησαν στο παρελθόν: «Περιφέρθηκαν με δέρματα προβάτων, με δέρματα κατσικιών, ενώ περνούσαν στερήσεις, . . . κακομεταχείριση· και ο κόσμος δεν ήταν άξιός τους. Περιπλανήθηκαν σε ερήμους . . . και σπηλιές και φωλιές της γης».—Εβρ. 11:37, 38.

Επιτέλους, Μεταφορά στο Μαπούτου

Στο Μαπούτου, μια επιτροπή που διορίστηκε από την Εταιρία ήρθε σε επαφή με διάφορες κυβερνητικές και μη κυβερνητικές υπηρεσίες, προσπαθώντας να εξασφαλίσει τη μεταφορά των αδελφών που ήταν στο Τέτε και στη Ζάμπια. Πόσο ευτυχείς ένιωσαν ο Ιζάκ Μαλάτε και ο Φρανσίσκο Ζουνγκούζα όταν, κατά την επίσκεψή τους στο Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, τους είπαν: «Έχει ήδη δοθεί η εξουσιοδότηση για 50 και πλέον πτήσεις προκειμένου να φέρουμε πίσω τους Μάρτυρες του Ιεχωβά»! Οι αδελφοί ήταν ευγνώμονες που η κυβέρνηση είχε δώσει την εξουσιοδότηση.

Χωρίς να γνωρίζουν αυτή τη διευθέτηση, οι αδελφοί στο Τέτε, οι οποίοι ήταν όλοι σε στρατόπεδα κοντά στο αεροδρόμιο, πήγαιναν κάθε ημέρα στο αεροδρόμιο με την ελπίδα ότι κάποιο αεροπλάνο μεταφοράς εμπορευμάτων θα έπαιρνε έστω και λίγους από αυτούς. Γεμάτος συγκίνηση, ο Φερνάντο Μουτέμπα μιλάει για τα γεγονότα της 16ης Μαΐου 1987: «Ήταν 7:30 π.μ. Όταν κοίταξα στο αεροδρόμιο, είδα δύο μεγάλα Μπόινγκ τα οποία επρόκειτο να ξεκινήσουν την ‘αερογέφυρα’ προκειμένου να μεταφέρουν όλους τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Μαπούτου». Τι συγκινητική προοπτική! Ύστερα από 12 χρόνια—επιστροφή στις πόλεις τους!

Δυστυχώς, η εμφάνισή τους δεν ήταν καθόλου κατάλληλη. Ο Εμίντιο Μάτε, πρεσβύτερος της Εκκλησίας Μασακένε, δανείστηκε ένα παντελόνι από κάποιον που είχε περισσότερα από ένα παντελόνια, έτσι ώστε να μπορεί να φτάσει στο Μαπούτου στοιχειωδώς ντυμένος. Και οι αδελφοί που περίμεναν την άφιξη των προσφύγων στο Μαπούτου πήραν επίσης ρούχα μαζί τους, ώστε να μπορούν οι πρόσφυγες να αποβιβαστούν με κάποια αξιοπρέπεια. Μήπως ντρέπονταν; «Όχι», απαντάει ο Εμίντιο, «μολονότι είχαμε απογυμνωθεί υλικά, είχαμε την ελπίδα ότι ο Ιεχωβά θα μας χρησιμοποιούσε κάποια ημέρα για να εξυψώσουμε το όνομά του. Δεν ανησυχούσαμε για τα υλικά αγαθά· δεν ντρεπόμασταν. Κυκλοφορούσαμε ντυμένοι με κουρέλια, αλλά η πίστη μας στον Ιεχωβά ήταν ακατάβλητη». Οι αδελφοί στη Νότια Αφρική και στη Ζιμπάμπουε συνεισέφεραν με χαρά τόνους τροφίμων και ρουχισμού στους Μοζαμβικανούς αδελφούς τους που επέστρεψαν.

Η κυβέρνηση διέθεσε επιπλέον μεταφορικά μέσα για τους Μάρτυρες που επέστρεφαν σε άλλες επαρχίες. Για εκείνους που επέστρεφαν στην επαρχία Σοφάλα, στην περιοχή που είναι γνωστή ως Διάδρομος Μπέιρα (επειδή προστατεύεται από στρατιώτες της Ζιμπάμπουε), υπήρχαν ακόμη προβλήματα. Δεκαοχτώ από αυτούς, περιλαμβανομένου και ενός πρεσβυτέρου, τους έπιασαν και τους οδήγησαν σε μια βάση του κινήματος της αντίστασης.

‘Ο Ιεχωβά Είναι Μεγάλος, ο Ιεχωβά Είναι Μεγάλος!’

Όταν τους ανέκριναν και διαπίστωσαν ότι ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά, ο διοικητής της βάσης κάλεσε έναν ιερέα κάποιας εκκλησίας της περιοχής η οποία βρισκόταν υπό τον έλεγχο του κινήματος της αντίστασης. Είπε σε αυτόν τον άντρα: «Αυτοί εδώ είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά, και τώρα θα προσευχηθούν μαζί σου. Να τους φερθείς καλά». Προς έκπληξη των αδελφών, αυτός ο πάστορας (ο οποίος πριν από καιρό είχε πάρει έντυπα της Σκοπιάς ενόσω ήταν στη Ζιμπάμπουε) κούνησε το κεφάλι του και αναφώνησε: «Ο Ιεχωβά είναι μεγάλος . . . ο Ιεχωβά είναι μεγάλος!» Συνέχισε λέγοντας: «Είχαμε προσευχηθεί στον Ιεχωβά να μας στείλει τουλάχιστον ένα άτομο να μας διδάξει».

Την επομένη συγκέντρωσε την εκκλησία του, η οποία αποτελούνταν από 62 μέλη, και ζήτησε από τον πρεσβύτερο να τους μιλήσει. Ο αδελφός άρχισε λέγοντας ότι θα έπρεπε να απομακρύνουν όλες τις εικόνες τους. (Δευτ. 7:25· 1 Ιωάν. 5:21) Αμέσως συμμορφώθηκαν. Επίσης τους έδειξε ότι ο Ιεχωβά ούτε επιδοκιμάζει ούτε εξουσιοδοτεί την εκβολή δαιμόνων εκ μέρους των υπηρετών του σήμερα, και ότι το τελετουργικό χτύπημα των τυμπάνων δεν αποτελεί μέρος της αληθινής λατρείας όπως αυτή περιγράφεται στην Αγία Γραφή. (Ματθ. 7:22, 23· 1 Κορ. 13:8-13) Τελικά, ο ηγέτης της ομάδας σηκώθηκε και είπε: «Από σήμερα, η οικογένειά μου και εγώ είμαστε Μάρτυρες του Ιεχωβά». Ολόκληρη η εκκλησία, με εξαίρεση ένα ζευγάρι, εξέφρασε την ίδια επιθυμία.

Τους τέσσερις μήνες που έμειναν εκεί οι αδελφοί, διεξήγαν καθημερινά συναθροίσεις. Όταν ήρθε η ώρα να φύγουν, πήραν μαζί τους αρκετά άτομα από αυτή την ομάδα, πολλά από τα οποία προηγουμένως ήταν ενεργά μέλη των αντιμαχόμενων παρατάξεων.

Πολλοί ενώθηκαν με το λαό του Ιεχωβά εκείνη την περίοδο, επειδή, παρά τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, οι αδελφοί ποτέ δεν έπαψαν να κηρύττουν τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού και να κάνουν μαθητές.—Ματθ. 24:14· 28:19, 20.

Επιστροφή στη Ζωή των Πόλεων

Οι αδελφοί ήταν ευγνώμονες που επέστρεψαν στις πόλεις. Αλλά χωρίς χαρτιά, τόπο για να μείνουν ή κοσμική εργασία, η ζωή εξακολουθούσε να είναι σκληρή για αυτούς. Αυτό αποτελούσε μια καινούρια φάση στη γεμάτη δυσκολίες ζωή τους. Το ίδιο το έθνος υπέφερε από τις αναταραχές, καθώς υφίστατο τις μάστιγες του εμφύλιου πολέμου, της πείνας, της ξηρασίας και της ανεργίας. Θα μπορούσε να ανορθωθεί ο λαός του Ιεχωβά μέσα σε αυτές τις δυσχερείς συνθήκες;

Η κυβέρνηση έσπευσε προς βοήθειά τους, δημιουργώντας το Τμήμα Κοινωνικής Επανένταξης. Πολλοί Μάρτυρες αποκαταστάθηκαν στην εργασία που είχαν πριν, καταλαμβάνοντας σημαντικές θέσεις σε εταιρίες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Άλλοι έγιναν επιχειρηματίες.

Πολλοί μπόρεσαν να επιστρέψουν στις πρώην κατοικίες τους, επειδή ορισμένοι συγγενείς τους τις χρησιμοποιούσαν ακόμη. Για άλλους, όμως, η κατάσταση δεν ήταν εύκολη. Τα σπίτια τους είχαν περιέλθει στην κυριότητα ξένων ή εχθρικών συγγενών, ή είχαν εθνικοποιηθεί από το Κράτος. Εκδηλώνοντας πραότητα, οι Μάρτυρες που επέστρεψαν επέλεξαν να μη δημιουργήσουν φασαρίες, σε αντίθεση με αυτό που πιθανόν φοβόταν η κυβέρνηση. Οι Μάρτυρες που δεν είχαν σταλεί στα στρατόπεδα άνοιξαν τα σπίτια τους για να φιλοξενήσουν τους άστεγους αδελφούς τους. Σταδιακά βρήκαν ή έχτισαν σπίτια στα οποία εγκαταστάθηκαν. Καθώς ο Ιεχωβά ευλόγησε τη φιλοπονία τους, πολλοί σήμερα έχουν ένα καλό σπίτι, προς έκπληξη εκείνων που είχαν παρατηρήσει την οικτρή κατάσταση στην οποία ήταν όταν επέστρεψαν. Είναι αξιοσημείωτο ότι, ανάμεσα στη διαδεδομένη φτώχεια, ούτε ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά δεν χρειάστηκε να καταφύγει στη ζητιανιά. Ύστερα από λίγα χρόνια, όταν άνοιξε ο δρόμος για να έχουν οι άνθρωποι το δικό τους σπίτι αγοράζοντάς το από το Κράτος, το πρώτο άτομο σε ολόκληρη τη χώρα που το έκανε αυτό ήταν ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά ο οποίος ήταν στο Καρίκο. Η αποθήκη εντύπων στο Μαπούτου λειτουργεί τώρα από αυτή την τοποθεσία.

Ωστόσο, δεν αποτελούσε κύριο μέλημα των αδελφών το να αποκτήσουν κάποιο σπίτι ή άλλο υλικό όφελος. Ήταν πιο σημαντικό να βρουν χώρους για να διεξάγουν συναθροίσεις για λατρεία. Στο κάτω-κάτω, αυτός δεν ήταν ο κύριος λόγος για τον οποίο ο Ιεχωβά τους είχε φέρει ασφαλείς στα σπίτια τους; Αυτό ήταν βεβαίως εκείνο που πίστευαν ακλόνητα οι αδελφοί. (Παράβαλε Αγγαίος 1:8). Αμέσως αυτοσχεδίασαν δημιουργώντας Αίθουσες Βασιλείας σε κάθε είδους χώρο—σε αυλές, σε σαλόνια και κουζίνες, σε καλύβες από λαμαρίνα και άχυρο· μερικές φορές—κάτι που θεωρούνταν πολυτέλεια—συναθροίζονταν σε νοικιασμένες σχολικές αίθουσες ή σε αίθουσες νοσοκομείων. Οι περισσότερες από τις 438 εκκλησίες στη Μοζαμβίκη συναθροίζονται ακόμη και τώρα σε αυτές τις αυτοσχέδιες Αίθουσες Βασιλείας. Οι εξαιρέσεις είναι σπάνιες. Μια τέτοια εξαίρεση είναι στο Μπέιρα, όπου, με τη βοήθεια του τμήματος της Ζιμπάμπουε και της ισχυρής ομάδας οικοδόμησης που έχει, οι αδελφοί ξεπέρασαν πολλά εμπόδια και τελικά, στις 19 Φεβρουαρίου 1994, αφιέρωσαν τις πρώτες δύο Αίθουσες Βασιλείας στη Μοζαμβίκη οι οποίες είναι χτισμένες με τούβλα.

Ειδικές Επιτροπές—Νομική Αναγνώριση

Για να καλυφτούν οι υλικές και οι πνευματικές ανάγκες των αδελφών, καθώς αυτοί αναδιοργάνωναν τη ζωή τους, το Κυβερνών Σώμα διόρισε ειδικές επιτροπές στο Τέτε, στο Μπέιρα και στο Μαπούτου, τις οποίες επέβλεπαν τα τμήματα στη Ζιμπάμπουε και στη Νότια Αφρική. Με αυτή τη διευθέτηση, οι εκκλησίες θα μπορούσαν να λάβουν πιο επισταμένη προσοχή. Για να γίνουν διαθέσιμα τα Βιβλικά έντυπα που ήταν τόσο αναγκαία, δημιουργήθηκαν αποθήκες εντύπων σε αυτές τις πόλεις. Αυτές εξυπηρέτησαν επίσης ως κέντρα διανομής για την υλική βοήθεια που αποτελούνταν από τρόφιμα και ρουχισμό. Οργανώθηκαν συνελεύσεις περιοχής και περιφερείας, μολονότι χρειαζόταν ακόμη να ξεπεραστούν ορισμένα εμπόδια προτού μπορέσουν να γίνουν ελεύθερα αυτές οι συνελεύσεις.

Στις 11 Φεβρουαρίου 1991, συγκινητικές ειδήσεις αντήχησαν σε όλη τη χώρα, φέρνοντας χαρά στο λαό του Ιεχωβά παγκόσμια. Η κυβέρνηση της Μοζαμβίκης είχε χορηγήσει νομική αναγνώριση στο Σωματείο των Μαρτύρων του Ιεχωβά της Μοζαμβίκης (Associação das Testemunhas de Jeová de Moçambique). Ο Φερνάντο Μουτέμπα, ο οποίος είχε βοηθήσει όσια στη φροντίδα για τους αδελφούς στο Καρίκο, θα υπηρετούσε ως ο πρώτος πρόεδρος του σωματείου. Τα μέλη του λαού του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη χαίρονταν επίσης που είχαν ανάμεσά τους τούς πρώτους ιεραποστόλους που ήταν εκπαιδευμένοι στη Γαλαάδ. Αυτοί βρίσκονταν σε ιεραποστολικούς οίκους στο Μαπούτου και στο Μπέιρα. Άλλος ένας οίκος ετοιμαζόταν στο Τέτε για να δεχτεί περισσότερους ιεραποστόλους οι οποίοι θα έφταναν σύντομα.

Οι Ιεραπόστολοι Φέρνουν Χαρά στους Αδελφούς Τους

Ένας αληθινός ιεραποστολικός αγρός άνοιξε στη Μοζαμβίκη. Απόφοιτοι της Γαλαάδ και έμπειροι ειδικοί σκαπανείς οι οποίοι υπηρετούσαν προηγουμένως σε άλλους αγρούς, με αυτοθυσιαστικό πνεύμα και γεμάτοι επιθυμία να συμμετάσχουν στην πνευματική ανοικοδόμηση και στο έργο θερισμού στη Μοζαμβίκη, αποδέχτηκαν πρόθυμα την πρόσκληση να υπηρετήσουν εδώ. Προέρχονταν από πέντε ηπείρους, πολλοί από αυτούς από πορτογαλόφωνες χώρες όπως είναι η Βραζιλία και η Πορτογαλία. Ο καινούριος διορισμός τους είχε τις δυσκολίες του επειδή, το 1990 και το 1991, η χώρα μόλις άρχιζε να αναδύεται από το οικονομικό τέλμα που είχε δημιουργηθεί εξαιτίας του πολέμου και της ξηρασίας. Ο Χανς Γέσπερσεν, ένας Δανός ιεραπόστολος, ο οποίος είχε υπηρετήσει στη Βραζιλία και ο οποίος τώρα υπηρετεί ως επίσκοπος περιφερείας, θυμάται: «Ουσιαστικά δεν υπήρχε τίποτα στα καταστήματα, και τα σημάδια του πολέμου καθώς και οι συνέπειές του ήταν ολοφάνερα». Ωστόσο, είναι ήδη εμφανής μια σταθερή οικονομική ανάκαμψη. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί από τους αδελφούς μας στις βόρειες περιοχές και στην ύπαιθρο εξακολουθούν να ζουν υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.

Οι ιεραπόστολοι αντιμετώπισαν πολλά πράγματα που ήταν καινούρια για αυτούς. Για παράδειγμα, πριν από την υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης του Φρελίμο και του Ρενάμο, οι διορισμοί των ιεραποστόλων απαιτούσαν μερικές φορές να ταξιδεύουν σε μεγάλες φάλαγγες που συνοδεύονταν από κυβερνητικές ένοπλες δυνάμεις, και σε μερικές περιπτώσεις δέχονταν επίθεση. Αλλά ένιωθαν μεγάλη χαρά καθώς γνώριζαν τους αδελφούς τους· και για πολλούς από αυτούς τους αδελφούς, το να συναντήσουν Μάρτυρες άλλης φυλής και εθνικότητας ήταν ένα όνειρο που γινόταν πραγματικότητα.

Σε κάποιο απομακρυσμένο μέρος του βορρά, ένα παιδί περπατούσε μια ολόκληρη ημέρα με τον πατέρα του για να δει έναν ιεραπόστολο από την Αυστραλία. Παρατηρώντας την απορία που ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του παιδιού, ο πατέρας είπε: «Δεν σου είπα ότι έχουμε λευκούς αδελφούς;» Πολλοί, όταν χαιρέτησαν τους ιεραποστόλους, εξέφρασαν τη χαρά τους, λέγοντας: «Σας γνωρίζαμε μόνο από τις εμπειρίες στο Βιβλίο Έτους». Οι Μοζαμβικανοί Μάρτυρες που το 1993 ήταν ακόμη σε στρατόπεδα προσφύγων στη Ζάμπια είπαν: «Όταν ακούσαμε στη Ζάμπια ότι υπήρχε ιεραποστολικός οίκος στο Τέτε, κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να επιστρέψουμε ώστε να το δούμε αυτό με τα ίδια μας τα μάτια και για να συνεχίσουμε να υπηρετούμε εδώ, 18 χρόνια ύστερα από τότε που μας πήγαν στο Καρίκο».

Ο κύριος σκοπός αυτών των ιεραποστόλων στη Μοζαμβίκη είναι να κηρύξουν τα καλά νέα σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού. Η επιτέλεση αυτού του έργου είναι πολύ ικανοποιητική. Οι πρώτοι ιεραπόστολοι στο Μαπούτου και στο Μπέιρα θυμούνται: «Η πνευματική πείνα ήταν τόσο μεγάλη ώστε κάθε ημέρα δίναμε τεράστιες ποσότητες εντύπων». Τα τετράχρωμα έντυπα της Εταιρίας είναι τα μοναδικά σε αυτή τη χώρα και ελκύουν πολύ την προσοχή του κοινού. Οι ιεραποστολικοί οίκοι χρησιμοποιούνται συνήθως ως κέντρα διεξαγωγής Γραφικών μελετών, εφόσον πολλοί σπουδαστές φαίνεται να το προτιμούν αυτό.

Τώρα υπάρχουν έξι ιεραποστολικοί οίκοι σε όλη τη χώρα, με 50 ιεραποστόλους που υπηρετούν σε διάφορους διορισμούς. Μερικοί ιεραπόστολοι κάνουν κάθε μήνα δρομολόγια που έχουν αποφασιστεί από το τμήμα για να συγκεντρώνουν τις εκθέσεις και να παραδίδουν την αλληλογραφία, τα περιοδικά και τα έντυπα. Σε ένα από αυτά τα δρομολόγια περιλαμβάνεται και η πρώην τοποθεσία του Κύκλου του Καρίκο, στο Μιλάνζ.

Τι απέγινε με τους Μάρτυρες που παρέμειναν σε εκείνη την περιοχή και απομονώθηκαν από τους υπόλοιπους αδελφούς τους;

Ανοίγει ο Κύκλος του Καρίκο

Στις 4 Οκτωβρίου 1992, η Γενική Ειρηνευτική Συμφωνία μεταξύ του Φρελίμο και του Ρενάμο υπογράφηκε στη Ρώμη, θέτοντας επισήμως τέλος σε 16 χρόνια εμφύλιου πολέμου στη Μοζαμβίκη. Αυτό το γεγονός, που γιορτάστηκε εκτενώς, κατέστησε δυνατό να απομακρυνθεί το «παραπέτασμα» που είχε απομονώσει την περιοχή του πρώην Κύκλου του Καρίκο. Και τι ήρθε στην επιφάνεια; Περισσότερες από 50 εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά, οι οποίες αναδύθηκαν από την απομόνωση που διήρκεσε εφτά χρόνια. Πώς είχαν επιζήσει πνευματικά στη διάρκεια αυτής της τόσο αυστηρής απομόνωσης;

Το Φεβρουάριο του 1994 πάρθηκε μια συνέντευξη από 40 υπεύθυνους αδελφούς στο Μιλάνζ. Παρόντες επίσης ήταν χίλιοι ακόμη αδελφοί οι οποίοι είχαν καλύψει πάνω από 30 χιλιόμετρα με τα πόδια μόνο και μόνο για να δουν τους ιεραποστόλους. Οι πρεσβύτεροι που είχαν παραμείνει μετά την έξοδο ανέφεραν: «Αφού πρώτα ξυλοκόπησαν πολλούς από εμάς στη στρατιωτική βάση, μας επέτρεψαν να επιστρέψουμε και να ζήσουμε στα μασάμπα των ανύπαρκτων πλέον χωριών. Αργότερα, το Ρενάμο μάς εξουσιοδότησε να κατασκευάσουμε Αίθουσες Βασιλείας και να διεξάγουμε τις συναθροίσεις μας. Μας υποσχέθηκαν—και τήρησαν την υπόσχεσή τους—ότι, ενόσω ήμασταν μέσα στις αίθουσές μας ή καθ’ οδόν προς το χώρο λατρείας μας, δεν επρόκειτο να μας κακοποιήσουν. Ωστόσο, είπαν πως δεν θα ήταν υπεύθυνοι για ό,τι θα συνέβαινε αν κάποια ημέρα συνάθροισης ένα άτομο βρισκόταν στο σπίτι του ή ακόμη και έξω από την Αίθουσα Βασιλείας». Τι έγινε με το κήρυγμα; Η απάντησή τους είναι συγκινητική: «Χωρίς ρούχα και έχοντας χάσει τα πάντα, ζούσαμε σαν τα ζώα, αλλά δεν ξεχάσαμε ότι ήμασταν Μάρτυρες του Ιεχωβά και ότι είχαμε την υποχρέωση να κηρύττουμε τη Βασιλεία». Τι εύγλωττη εκδήλωση εκτίμησης και αγάπης για τον Θεό!

Το 1993 ο επίσκοπος περιφερείας και η σύζυγός του παρέστησαν μάρτυρες ενός μοναδικού γεγονότος σε μια συνέλευση περιοχής που διεξάχθηκε στο Μιλάνζ, ενός γεγονότος που επιβεβαίωσε το ότι αυτοί οι αδελφοί είχαν πράγματι συνεχίσει να κάνουν μαθητές. Όταν ο ομιλητής που εκφώνησε την ομιλία βαφτίσματος ζήτησε από τους υποψηφίους να σηκωθούν, 505 άτομα από ένα ακροατήριο 2.023 ατόμων σηκώθηκαν για να παρουσιάσουν τον εαυτό τους για βάφτισμα! Αλλά υπήρχαν και άλλα.

Ο «Σαούλ» του Καρίκο

Ο Σαούλ από την Ταρσό, ένας αμείλικτος διώκτης των ακολούθων του Ιησού Χριστού τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., έγινε ζηλωτής υπηρέτης του Ιεχωβά. Το Καρίκο επίσης είχε το δικό του «Σαούλ». Πρόκειται για έναν άντρα με λεπτά χαρακτηριστικά προσώπου και ήρεμη εμφάνιση, ο οποίος τώρα υπηρετεί ως διακονικός υπηρέτης και τακτικός σκαπανέας. Δεν φαίνεται να υπάρχει τίποτα που να τον ξεχωρίζει από τους συναδέλφους του, καθώς χύνουν πολύ ιδρώτα κερδίζοντας τα προς το ζην με σκληρή χειρωνακτική εργασία. Αλλά ακούστε τον, καθώς διακόπτει την εργασία του για να μας πει την ιστορία του:

«Τον Ιούνιο του 1981, η περιοχή στην οποία ζούσα καταλήφθηκε από το κίνημα της αντίστασης. Μαζί με τους άλλους άντρες με πήγαν στο στρατώνα τους. Μας εξήγησαν τους ευγενείς σκοπούς του αγώνα τους και το πόσο σημαντικό ήταν να υποστηρίξουμε την απελευθέρωση του λαού μας. Έλαβα στρατιωτική εκπαίδευση και συμμετείχα σε επιτυχημένες μάχες. Αυτή ήταν η καθημερινή μου ‘απασχόληση’ για τα επόμενα εφτά χρόνια. Λόγω της οσιότητάς μου στο κίνημα, με προήγαγαν στη θέση του διοικητή. Διοικούσα εφτά μικρούς στρατούς. Πολλές περιοχές περιήλθαν στον έλεγχό μας, και μια από αυτές ήταν το Καρίκο. Έστειλα ένα απόσπασμα αντρών να εισχωρήσει στα χωριά στα οποία βρίσκονταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, με σκοπό να εξασφαλίσουμε την υποστήριξή τους. Διέταξα το κάψιμο των σπιτιών τους και τη θανάτωση μερικών από αυτούς. Οι κομάντος που έστειλα μου είπαν: ‘Μπορεί να τους σκοτώσουμε όλους, αλλά ποτέ δεν θα τους αλλάξουμε’. Αργότερα, με έστειλαν σε άλλες βάσεις».

Μολονότι αυτός ο διοικητής δεν είχε τύψεις που δίωκε το λαό του Ιεχωβά, ο Ιεχωβά, με το έλεός Του, του έδωσε μια ευκαιρία να αλλάξει. Ο ίδιος εξηγεί: «Ύστερα από εφτά χρόνια κατά τα οποία δεν είχα δει τη γυναίκα μου, ζήτησα να πάρω άδεια να την επισκεφτώ. Σε ένα στρατόπεδο προσφύγων στη Μαλάουι είχα την πρώτη μου προσωπική επαφή με την αλήθεια. Αρχικά την απέρριψα. Αργότερα, όταν άκουσα για το νέο κόσμο, για τη Βασιλεία του Θεού και για έναν κόσμο χωρίς πολέμους, αναρωτήθηκα: ‘Μπορεί κάποιος που έχει κάνει τόσα άσχημα πράγματα να ωφεληθεί από αυτά για τα οποία ακούω;’ Η απάντηση που μου δόθηκε από την Αγία Γραφή ήταν: ‘Ναι, αν έχει πίστη και υπακούει στον Θεό’. Δέχτηκα να κάνω Γραφική μελέτη, και τον Ιούνιο του 1990 βαφτίστηκα. Από τότε κάνω σκαπανικό, βοηθώντας πολλούς από τους πρώην συναγωνιστές μου. Σε ένα στρατόπεδο και μόνο, βοήθησα 14 άτομα να γίνουν υπηρέτες του Ιεχωβά. Έχω υπηρετήσει εκεί που η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη, και επίσης αντιμετώπισα και εγώ ορισμένα παθήματα για λόγους ουδετερότητας. Είμαι πολύ ευγνώμων στον Ιεχωβά για το έλεός του και για το ότι παρέβλεψε τους καιρούς στους οποίους βρισκόμουν σε άγνοια, συγχωρώντας με μέ βάση τη θυσία του Ιησού Χριστού». (Πράξ. 17:30) Αυτό είναι μόνο ένα από τα πολλά παραδείγματα που δείχνουν γιατί οι Μοζαμβικανοί αδελφοί λένε συχνά, με βαθιά εκτίμηση: ‘Ο Ιεχωβά είναι μεγάλος’.—Ψαλμ. 145:3.

Γραφείο Τμήματος στο Μαπούτου

Ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί; Συνέβη συντομότερα από ό,τι αναμενόταν. Το Κυβερνών Σώμα ενέκρινε την ίδρυση γραφείου τμήματος στη Μοζαμβίκη. Από το 1925, όταν ο εργάτης ορυχείων Αλμπίνο Μελέμπε έφερε την αλήθεια από το Γιοχάνεσμπουργκ, το έργο στη Μοζαμβίκη βρισκόταν υπό τη φροντίδα των τμημάτων της Νότιας Αφρικής, της Μαλάουι και της Ζιμπάμπουε. Τελικά, στο Μαπούτου, από την 1η Σεπτεμβρίου 1992, σε ένα μεγάλο σπίτι που απέκτησε και ανακαίνισε η Εταιρία, σε μια περιοχή όπου υπήρχαν πολλές πρεσβείες, το τμήμα της Μοζαμβίκης άρχισε το έργο της επίβλεψης αυτού του τεράστιου αγρού. Ξεκινώντας με μια μικρή οικογένεια εφτά μελών, η νεοδιορισμένη Επιτροπή του Τμήματος είχε μπροστά της μια εργασία γεμάτη προκλήσεις. Θα έπρεπε να οργανώσουν το έργο στον αγρό, να φροντίσουν για τις πνευματικές—ακόμη και τις υλικές—ανάγκες των αδελφών, να βοηθήσουν στην κατασκευή Αιθουσών Βασιλείας και να οικοδομήσουν τις καινούριες εγκαταστάσεις του τμήματος. Μεγάλη εργασία, πράγματι. Αλλά άρχισε να φτάνει βοήθεια.

Ομάδες διεθνών εθελοντών που έχουν έρθει από διάφορα μέρη του κόσμου εργάζονται τώρα μαζί με τους Μοζαμβικανούς αδελφούς τους για να οικοδομήσουν τις καινούριες εγκαταστάσεις του τμήματος σε μια όμορφη παραθαλάσσια τοποθεσία. Η ίδια η οικογένεια Μπέθελ έχει αυξηθεί σε 26 μόνιμα μέλη. Βοηθούν και οι αδελφοί και οι αδελφές από την περιοχή του Μαπούτου. Ως ενωμένη ομάδα, όλοι εργάζονται με σκοπό να εξυψώσουν τη λατρεία του αληθινού Θεού, του Ιεχωβά, σε αυτό το μέρος της γης.—Ησ. 2:2.

«Εξακολουθήστε να Θεωρείτε Τέτοιου Είδους Ανθρώπους Πολύτιμους»

Εδώ, και οι περιοδεύοντες επίσκοποι κάνουν ένα δύσκολο έργο. Υπάρχουν άντρες σαν τον Άντσον Εμπεντέρα, ο οποίος επισκεπτόταν τις εκκλησίες στο βορρά και αργότερα υπηρέτησε ως μέλος της Επιτροπής Ο.Ν. στα στρατόπεδα· τον Λάμεκ Νιαβικόντου, τον οποίο θυμούνται με εκτίμηση οι αδελφοί στο Σοφάλα· τον Έλιας Μαχένιε, ο οποίος ήρθε να υπηρετήσει από τη Νότια Αφρική, υπέφερε ωμότητες και προειδοποίησε: «Η PIDE [η αποικιοκρατική αστυνομία] έχει εξαφανιστεί, αλλά ο παππούς της, ο Σατανάς ο Διάβολος, είναι ακόμη εδώ. Να ενδυναμωθείτε και να πάρετε θάρρος». (1 Πέτρ. 5:8) Χωρίς να αναμένουν να έχουν οποιεσδήποτε ευκολίες, αυτοί εγκατέλειψαν τις ανέσεις που μπορεί να είχαν προκειμένου να υπηρετήσουν τους αδελφούς τους.

Μόλις πρόσφατα, στην περιοχή Μιλάνζ, εκεί που υπήρχαν κάποτε τα χωριά «φυλακές», σχηματίστηκε μια περιοχή. Οι αδελφοί που ζουν σε εκείνα τα μέρη είναι ιδιαίτερα ευγνώμονες στον Ιεχωβά για το ότι ωφελούνται πληρέστερα από τη φροντίδα που παρέχεται μέσω της ορατής του οργάνωσης. Ο Ορλάντου Πένγκα και η σύζυγός του το θεωρούν προνόμιο που έφυγαν από το Μαπούτου για να υπηρετήσουν εκεί, όπου αυτός και χιλιάδες άλλοι έπαιξαν κάποιο ρόλο στη «Σκηνή του Καρίκο». Δυτικά της πόλης Τέτε, βοηθώντας να αποκατασταθούν άλλοι που ήταν απομονωμένοι επί χρόνια λόγω του πολέμου, ο Μπένζαμιν Τζερεμάια και η σύζυγός του ταξιδεύουν ημέρες ολόκληρες με τα πόδια σε τόπους όπου πολλοί άνθρωποι δεν έχουν δει ποτέ αυτοκίνητο. Ο Ρέιμοντ Πίρι, ένας αυτοθυσιαστικός άγαμος αδελφός, χρειάστηκε να κοιμηθεί στην κορυφή ενός βουνού, μαζί με την υπόλοιπη εκκλησία την οποία υπηρετούσε, για να διαφύγει από πιθανές επιθέσεις, και εκεί ετοίμασε τις εκθέσεις του για το γραφείο. Επίσης, ο Χανς και η Ανίτα Γέσπερσεν υπηρετούν την περιφέρεια που καλύπτει ολόκληρη τη χώρα, και έχουν φτάσει στο σημείο να γνωρίσουν τόσο τα πνευματικά πλούτη όσο και την υλική φτώχεια των αδελφών τους.

Όλοι αυτοί οι αδελφοί εκδηλώνουν το είδος του πνεύματος που υποκίνησε τον απόστολο Παύλο να γράψει σχετικά με τον Επαφρόδιτο: «Εξακολουθήστε να θεωρείτε τέτοιου είδους ανθρώπους πολύτιμους».—Φιλιπ. 2:29.

Προχωρούν με Θεοσεβή Ζήλο

Εκτός του ότι διακράτησαν ακεραιότητα μέσα από σκληρές δοκιμασίες, οι πιστοί αδελφοί στη Μοζαμβίκη εκδηλώνουν την αγάπη τους για τον Θεό και το συνάνθρωπό τους με έναν άλλον τρόπο επίσης. Στη δημόσια διακονία, χρησιμοποιούν απλόχερα τη νεοαποκτημένη ελευθερία τους και τις άφθονες προμήθειες που κάνει ο Ιεχωβά με τα περιοδικά και άλλα έντυπα. Μπορεί να τους δει κανείς να κηρύττουν ελεύθερα στους δρόμους, στις πλατείες και στις αγορές, όπως είναι το Σιπαμανίνε. Τα αποτελέσματα είναι ολοφάνερα καθώς ο αριθμός των υμνητών του Ιεχωβά αυξάνει γοργά.

Εκτός από τους καινούριους ευαγγελιζομένους, η αύξηση έχει ενισχυθεί από την επιστροφή αδελφών από τα στρατόπεδα προσφύγων στις γειτονικές χώρες. Έχουν επιστρέψει ολόκληρες περιοχές. Σε σύντομο χρονικό διάστημα κατασκευάζουν Αίθουσες Βασιλείας με οποιαδήποτε υλικά είναι διαθέσιμα. Αυτό το κάνουν ακόμη και σε προσωρινές προσφυγικές κοινότητες, όπως το Ζουμπουέ, στα σύνορα με τη Μαλάουι, και το Καμπόα-2, έξω από τη Βίλα Ολόνγκουε. Χωρίς να περιμένουν να έρθουν καλύτεροι καιροί, πολλοί εντάσσονται στις τάξεις των σκαπανέων. Υπάρχουν τώρα πάνω από 1.900 αδελφοί που συμμετέχουν σε αυτή τη μορφή ολοχρόνιας υπηρεσίας. Αυτοί εκδηλώνουν μεγάλη εκτίμηση για την εκπαίδευση που έχουν λάβει στις Σχολές Υπηρεσίας Σκαπανέα, οι οποίες άρχισαν να λειτουργούν εδώ το 1992.

Μπορείτε να μαντέψετε ποιοι ήταν οι εκπαιδευτές σε μια πρόσφατη σχολή στο Μαπούτου, στην οποία σχεδόν ολόκληρη η τάξη αποτελούνταν από άτομα που ήταν στον Κύκλο του Καρίκο; Ο Φρανσίσκο Ζουνγκούζα, ο Μοζαμβικανός αδελφός που κατέχει ρεκόρ στον αριθμό των φυλακίσεων που υπέστη εξαιτίας της πίστης του, και ο Αουζίνιου Μασιτέλα, ο οποίος συνελήφθη και στάλθηκε στο Μιλάνζ ενώ είχε μελετήσει μόνο μια εβδομάδα. Και οι δυο υπηρετούν τώρα ως επίσκοποι περιοχής. Ένας δε από τους σπουδαστές ήταν ο Ερνέστο Σιλαούλε. Αυτός θυμάται κάτι που θέλει να το αναφέρει: «Όταν περνάω από το δρόμο στον οποίο υπάρχει το κτίριο της ανύπαρκτης πλέον PIDE, κοιτάζω εκείνο το παράθυρο και θυμάμαι—εκεί ήταν που τα αστυνομικά όργανα μου είπαν: ‘Πρέπει να το καταλάβεις, Σιλαούλε: Εδώ είναι Μοζαμβίκη, και δεν πρόκειται ποτέ να νομιμοποιηθείτε σε αυτή τη χώρα’. Και, να! Λίγο πιο κάτω στον ίδιο δρόμο βρίσκεται το νόμιμο γραφείο του τμήματός μας!»

Πόσο θα πρέπει να νιώθει ότι έχει ανταμειφτεί ο αδελφός Σιλαούλε καθώς βλέπει τη μικρή του Αλίτα, η οποία του πήγαινε φαγητό από τις προμήθειες της εκκλησίας τον καιρό που ο πατέρας της βρισκόταν στη φυλακή Μασάβα, να είναι τώρα σύζυγος του Φρανσίσκο Κοάνα, ενός από τα μέλη της Επιτροπής του Τμήματος! Ο αδελφός Κοάνα ήταν ο ζηλωτής σκαπανέας στο Καρίκο ο οποίος με επινοητικότητα «πουλούσε» αγαθά έξω από τα στρατόπεδα για να μπορεί να κηρύττει στους ανθρώπους. Ασφαλώς ο Ιεχωβά έχει ευλογήσει τους χιλιάδες πιστούς οι οποίοι, στη βόρεια επαρχία Μιλάνζ, στον Κύκλο του Καρίκο, απέδωσαν έναν υπέροχο φόρο αγάπης, πίστης και ακεραιότητας προς τιμή και δόξα του Ιεχωβά.—Παρ. 27:11· Αποκ. 4:11.

Αλλά η μάχη δεν έχει τελειώσει. Υπάρχουν καινούριοι κίνδυνοι και δυσκολίες. Το κοσμικό πνεύμα της ανεκτικότητας που έχει εξαπλωθεί σε όλη τη γη μπορεί να θερίσει θύματα και εδώ επίσης, και ήδη το έχει κάνει αυτό. Η ανηθικότητα, ο υλισμός και η αδιαφορία που δημιουργούνται εξαιτίας των φαινομενικά ευκολότερων καιρών έχουν το δικό τους τίμημα. Ωστόσο, οι πιστοί υπηρέτες του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη εξακολουθούν με ζήλο να παραμένουν συνεχώς άγρυπνοι. Έχουν επιζήσει από τεράστιες δοκιμές της πίστης. Η απόφασή τους είναι, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, να συνεχίσουν να αποδεικνύουν ότι αγαπούν τον Ιεχωβά με όλη την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη δύναμή τους, και ότι αγαπούν τους πλησίον τους σαν τον εαυτό τους. Έχουν την ακλόνητη πίστη ότι η Βασιλεία του Θεού σύντομα θα μεταμορφώσει τη γη σε παράδεισο, στον οποίο, όχι μόνο θα εκλείψει ο πόλεμος και η πείνα, αλλά θα έχουν και τη μεγάλη χαρά να υποδεχτούν από τους νεκρούς τα αγαπητά τους πρόσωπα, περιλαμβανομένων και όλων εκείνων που αποδείχτηκαν πιστοί στον Θεό ακόμη και μέχρι θανάτου στον Κύκλο του Καρίκο.—Παρ. 3:5, 6· Ιωάν. 5:28, 29· Ρωμ. 8:35-39.

[Χάρτης στη σελίδα 123]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

ΖΑΜΠΙΑ

ΜΑΛΑΟΥΙ

ΜΟΖΑΜΒΙΚΗ

ΖΙΜΠΑΜΠΟΥΕ

ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ

Τέτε

Μιλάνζ

Καρίκο

Μοκούμπα

Ινιαμίνγκα

Μπέιρα

Μακίκε

Ινιαμπάνε

Μαπούτου

Ένθετος χάρτης: Πολλοί αδελφοί εξορίστηκαν στο Σάου Τομέ, περίπου 3.900 χιλιόμετρα μακριά, στον Ατλαντικό Ωκεανό

[Ολοσέλιδη εικόνα στη σελίδα 116]

[Εικόνα στη σελίδα 131]

Είπαν στον Ερνέστο Σιλαούλε: «Δεν πρόκειται ποτέ να νομιμοποιηθείτε σε αυτή τη χώρα. . . . Ξέχασέ το!»

[Εικόνες στη σελίδα 140, 141]

Στο στρατόπεδο προσφύγων Καρίκο, οι αδελφοί μας (1) έκοβαν ξύλα και (2) πατούσαν πηλό για πλίθους, ενώ (3) οι αδελφές κουβαλούσαν νερό. (4) Βρήκαν τρόπους να διεξάγουν συνελεύσεις. (5) Ο Σαβιέρ Ντένγκο, (6) ο Φιλίπε Ματόλα και (7) ο Φρανσίσκο Ζουνγκούζα βοήθησαν στην πνευματική επίβλεψη εδώ ως επίσκοποι περιοχής. (8) Μια Αίθουσα Βασιλείας την οποία κατασκεύασαν εδώ οι Μάρτυρες από τη Μαλάουι χρησιμοποιείται ακόμη

[Εικόνα στη σελίδα 175]

Οι Μάρτυρες συνάχθηκαν για τη Συνέλευση Περιφερείας «Θεοσεβής Αφοσίωση» κοντά στο Μαπούτου το 1989, λίγο μετά την επιστροφή τους από τα στρατόπεδα

[Εικόνες στη σελίδα 177]

Επάνω: Πρεσβύτεροι και επίσκοποι περιοχής σε μια τοποθεσία όπου οι ιεραπόστολοι παραδίδουν έντυπα και αλληλογραφία κάθε μήνα

Κάτω: Ιεραπόστολοι στο Τέτε λαβαίνουν μαθήματα στην τσιτσέουα

[Εικόνες στη σελίδα 184]

Η Επιτροπή του Τμήματος (από αριστερά: Εμίλ Κρίτσινγκερ, Φρανσίσκο Κοάνα, Στίβεν Γκέμπχαρντ) μαζί με εικόνα των εγκαταστάσεων του τμήματος που οικοδομούνται τώρα στο Μαπούτου

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση