-
ΙσημερινόςΒιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1989
-
-
Το 1958 στάλθηκαν επίσης στον Ισημερινό δυο αδελφές οι οποίες είχαν αποφοιτήσει από τη Σχολή Γαλαάδ. Η Ουν Ράουνχολμ από τη Νορβηγία και η σύντροφός της η Τζούλια Πάρσονς από τη Νέα Γη διορίστηκαν στην Ιμπάρα, μια όμορφη πόλη που βρίσκεται σε κάποια κοιλάδα βόρεια του Κίτο. Εδώ έγινε άλλη μια θαρραλέα υπεράσπιση της ελευθερίας της λατρείας. Η Ουν έχει τις εξής ζωηρές αναμνήσεις από τα όσα συνέβηκαν:
«Καθώς αρχίσαμε να καλύπτουμε τον τομέα μας στην πόλη της Ιμπάρα, διαπιστώσαμε ότι υπήρχαν εκεί κοντά μικρές κωμοπόλεις στις οποίες δεν μπορούσαμε να εργαστούμε, όπως το Σαν Αντόνιο, όπου οι κάτοικοι κατασκεύαζαν όμορφα ξυλόγλυπτα παράλληλα με πολλές θρησκευτικές εικόνες. Αμέσως μόλις μάθαινε ο τοπικός ιερέας ότι βρισκόμασταν εκεί, κατέφτανε είτε με άλογο είτε τρέχοντας μαζί με μια ομάδα ανθρώπων πίσω του, και προκαλούσε τέτοια οχλαγωγία που ήμασταν υποχρεωμένοι να φύγουμε. Γι’ αυτό αποφασίσαμε να συγκεντρώσουμε την προσοχή σε μια άλλη μικρή κωμόπολη που βρισκόταν εκεί κοντά και λεγόταν Ατουντακί.
»Μια μέρα ενώ εργαζόμασταν κοντά στην εκκλησία, παρατηρήσαμε μια ομάδα ανθρώπων έξω από αυτήν, αλλά δεν δώσαμε προσοχή μέχρι που μας πλησίασε ο τοπικός σερίφης. Αυτός ήταν ένας φιλικός άνθρωπος που τον είχα επισκεφτεί προηγουμένως· είχε πάρει μάλιστα και μερικά έντυπα. Ωστόσο, αυτή τη φορά με παρότρυνε ανήσυχα, ‘Δεσποινίς, σας παρακαλώ να φύγετε αμέσως από την πόλη! Ο ιερέας οργανώνει μια διαδήλωση εναντίον σας και δεν έχω αρκετούς άντρες για να σας προστατέψω’. Αποδείχτηκε ότι ο ιερέας του Σαν Αντόνιο είχε μετατεθεί στο Ατουντακί και είχε ξαναρχίσει πάλι τα ίδια.
»Επειδή υπήρχαν τέσσερις από μας που κήρυτταν εκείνη τη μέρα, πέρασε κάποιος χρόνος ώσπου να συγκεντρωθούμε όλοι για να φύγουμε. Κατόπιν, μάθαμε ότι το λεωφορείο για την Ιμπάρα θα καθυστερούσε άλλη μια ώρα. Έτσι κατευθυνθήκαμε σ’ ένα ξενοδοχείο, ελπίζοντας να βρούμε προστασία εκεί μέχρι να φτάσει το λεωφορείο. Καθώς προχωρούσαμε προς τα ’κεί αρχίσαμε να ακούμε φωνές. Ο όχλος ερχόταν πίσω μας! Μπροστά από την ομάδα κυμάτιζε η κιτρινόλευκη σημαία του Βατικανού ενώ ο ιερέας φώναζε συνθήματα όπως τα ακόλουθα: ‘Ζήτω η Καθολική Εκκλησία!’ ‘Κάτω οι Προτεστάντες!’ ‘Ζήτω η παρθενικότητα της Παρθένας!’ ‘Ζήτω η εξομολόγηση!’ Κάθε φορά, ο όχλος επαναλάμβανε τα συνθήματα λέξη προς λέξη μετά τον ιερέα.
»Ακριβώς τη στιγμή που αναρωτιόμασταν τι να κάνουμε, ήρθαν προς το μέρος μας δυο άντρες και μας προσκάλεσαν στο τοπικό Εργατικό Κέντρο. Αυτό ανήκε στην ένωση και μας διαβεβαίωσαν ότι δεν θα μας πείραζε κανένας εκεί. Έτσι ενώ ο όχλος έμεινε απέξω φωνάζοντας συνθήματα όπως ‘Κάτω οι Μασόνοι!’ ‘Κάτω οι Κομμουνιστές!’ εμείς βρισκόμασταν μέσα δίνοντας μαρτυρία με ζήλο σ’ όσους περίεργους ανθρώπους έμπαιναν για να δουν τι συνέβαινε. Διαθέσαμε όλα τα έντυπα που είχαμε.
»Έχοντας στο νου μας το θαυμάσιο ενδιαφέρον που είχαμε βρει στο Ατουντακί, αποφασίσαμε να το επισκεφτούμε και πάλι, αλλά αυτή τη φορά σκοπεύαμε να αρχίσουμε να εργαζόμαστε προσεκτικά από τα περίχωρα της κωμόπολης. Ωστόσο, κάποιος πρέπει να μας κατήγγειλε, γιατί οι καμπάνες της εκκλησίας άρχισαν να χτυπούν ξέφρενα και σύντομα ακούσαμε μια δυνατή φωνή να μας προειδοποιεί ότι ο ιερέας ερχόταν προς τα ’κεί μ’ έναν όχλο πίσω του. Ο ιερέας ήρθε σε μένα και ξεστόμισε τα εξής: ‘Δεσποινίς, πώς τολμάς και ξανάρχεσαι μετά από αυτά που συνέβηκαν την τελευταία φορά!’ Προσπάθησα να συζητήσω λογικά μαζί του, εξηγώντας ότι το σύνταγμα της χώρας εγγυάται ανεξιθρησκεία. ‘Αλλά αυτή είναι δική μου πόλη!’ είπε. ‘Ναι’, του είπα, ‘αλλά έχω το δικαίωμα να μιλάω σ’ αυτούς τους ανθρώπους και αυτοί έχουν το δικαίωμα να ακούσουν αν θέλουν. Γιατί δεν λες απλώς στους ανθρώπους σου ότι αν δεν θέλουν να ακούσουν, δεν είναι υποχρεωμένοι να ανοίξουν την πόρτα τους όταν κάνουμε επισκέψεις κι εμείς τότε θα συνεχίσουμε στο επόμενο άτομο’.
»Ο ιερέας γύρισε τότε προς τον όχλο και είπε: ‘Αν αυτοί οι άνθρωποι κάνουν ένα ακόμη βήμα προς τα μπρος, θα φύγω σίγουρα από την πόλη!’ Στο σημείο αυτό αρκετοί από εκείνους που άκουγαν μας παρότρυναν να συνεχίσουμε το έργο μας και υποσχέθηκαν να μας υποστηρίξουν ενάντια στον ιερέα. Ωστόσο, επειδή δεν θέλαμε να αρχίσουμε εμφύλιο πόλεμο, αποφασίσαμε ότι θα ήταν καλύτερα να φύγουμε και να επιστρέψουμε μια άλλη μέρα».
Πίσω στο Σαν Αντόνιο
«Βλέποντας ότι αυτός ο εμπρηστικός ιερέας είχε μετατεθεί σ’ αυτή την κωμόπολη, αποφασίσαμε να ξαναεπισκεφτούμε την άλλη κωμόπολη, το Σαν Αντόνιο», συνεχίζει η αδελφή Ράουνχολμ. «Πριν προλάβουμε να κάνουμε πολλές επισκέψεις, άρχισαν να χτυπούν οι καμπάνες της εκκλησίας και μαζεύτηκαν στους δρόμους αρκετές γυναίκες με ξύλα και σκούπες στα χέρια. Ένας οικοδεσπότης μας προσκάλεσε να μπούμε και καθώς συζητούσαμε, ακούστηκε ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα. Ήταν ο τοπικός σερίφης. Μας παρότρυνε να φύγουμε από την κωμόπολη και είπε τα εξής: ‘Γνωρίζετε τι συνέβηκε στο Ατουντακί και ξέρετε ότι δεν υπάρχει ανάγκη να έρχεστε εδώ επειδή εμείς είμαστε ήδη Χριστιανοί’. Τον ρώτησα αν πίστευε ότι το να έρχονται εναντίον μας άνθρωποι με ξύλα στα χέρια ήταν κάτι που θα το έκαναν οι αληθινοί Χριστιανοί. Του πρότεινα να βγει έξω και να ζητήσει από τους ανθρώπους να πάνε στα σπίτια τους. Είπε ότι θα προσπαθούσε, αλλά ξαναγύρισε σχεδόν αμέσως λέγοντας ότι δεν τον άκουγαν.
»Τότε, ένας άλλος γείτονας μας προσκάλεσε στο σπίτι του για να μιλήσουμε στην οικογένειά του, συνοδεύοντάς μας μάλιστα μέχρι εκεί. Ενώ βρισκόμασταν μέσα, ακούσαμε ένα άλλο χτύπημα στην πόρτα και αποδείχτηκε ότι ήταν αστυνομικοί οπλισμένοι με τουφέκια. Τους είχε καλέσει ο σερίφης από την Ιμπάρα. Αυτοί μας είπαν τα εξής: ‘Έχουμε πληροφορηθεί για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζετε. Συνεχίστε λοιπόν να πηγαίνετε από σπίτι σε σπίτι κι εμείς θα είμαστε ακριβώς πίσω σας’. Τους ευχαριστήσαμε για την καλοσύνη τους και τους προτείναμε να επισκεφτούν τον τοπικό ιερέα, εφόσον αυτός ήταν ο υποκινητής του όλου ζητήματος».
Οι αστυνομικοί το έκαναν αυτό. Από τότε και στο εξής, οι αδελφές μας δεν είχαν πια προβλήματα καθώς έδιναν μαρτυρία στην κωμόπολη του Σαν Αντόνιο.
-
-
ΙσημερινόςΒιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1989
-
-
[Εικόνα στη σελίδα 220]
Η Ουν Ράουνχολμ στάλθηκε στον Ισημερινό ως ιεραπόστολος το 1958
-