Μεγαλειώδεις Προοπτικές για τον Άνθρωπο σ’ έναν Παράδεισο Ευχαρίστησης
«Ευλόγησεν αυτούς ο Θεός· και είπε προς αυτούς ο Θεός, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν, και εξουσιάζετε επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης».—ΓΕΝΕΣΙΣ 1:28.
1, 2. Για ποιο σκοπό εργάζεται ο Ιεχωβά στοργικά σχετικά με τους ανθρώπους, και ποιους διορισμούς εργασίας έδωσε στον Αδάμ;
«Ο ΘΕΟΣ είναι αγάπη», μας λέει η Αγία Γραφή. Αυτός ενδιαφέρεται στοργικά και με ανιδιοτέλεια για τους ανθρώπους, και εργάζεται ακατάπαυστα για να απολαύσουν για πάντα υγιή, ειρηνική ζωή σ’ ένα γήινο παράδεισο ευχαρίστησης. (1 Ιωάννου 4:16· παράβαλε Ψαλμός 16:11.) Ο πρώτος άνθρωπος, ο τέλειος Αδάμ, απολάμβανε ειρηνική ζωή και ενδιαφέρουσα, απολαυστική εργασία. Ο Δημιουργός του ανθρώπου τού είχε αναθέσει να καλλιεργεί τον απολαυστικό κήπο της Εδέμ. Ο Δημιουργός του ανθρώπου τού έδωσε τώρα άλλη μια δουλειά, μια ειδική δουλειά, έναν απαιτητικό διορισμό, όπως αποκαλύπτει η αφήγηση των όσων συνέβησαν:
2 ‘Έπλασε δε Ιεχωβά ο Θεός εκ της γης πάντα τα ζώα του αγρού και πάντα τα πετεινά του ουρανού, και έφερεν αυτά προς τον Αδάμ, δια να ίδη πώς να ονομάση αυτά· και ό,τι όνομα ήθελε δώσει ο Αδάμ εις παν έμψυχον, τούτο να ήναι το όνομα αυτού. Και έδωκεν ο Αδάμ ονόματα εις πάντα τα κτήνη και εις τα πτηνά του ουρανού και εις πάντα τα ζώα του αγρού’.—Γένεσις 2:19, 20.
3. Γιατί δεν υπήρχε φόβος από μέρους του Αδάμ και από μέρους της ζωικής δημιουργίας;
3 Ο άνθρωπος ονόμασε το άλογο σους, τον ταύρο σορ, το πρόβατο σεχ, το κατσίκι εζ, το πουλί οφ, το περιστέρι γιονάχ, το παγώνι τουκί, το λιοντάρι αριέχ ή αρί, την αρκούδα ντοβ, τον πίθηκο κοφ, το σκύλο κέλεβ, το φίδι ναχάς και ούτω καθεξής.a Όταν πήγε στο ποτάμι που έρεε από τον κήπο της Εδέμ, είδε ψάρια. Το ψάρι το ονόμασε νταγκάχ. Ο άοπλος άνθρωπος δεν αισθάνθηκε φόβο γι’ αυτά τα ζώα, τα κατοικίδια και τα άγρια, ούτε για τα πουλιά· ούτε κι εκείνα αισθάνθηκαν φόβο για τον άνθρωπο, τον οποίο αναγνώριζαν ενστικτωδώς ως ανώτερό τους, που ανήκε σε μια υψηλότερη μορφή ζωής. Αυτά ήταν πλάσματα του Θεού, προικισμένα με ζωή απ’ Αυτόν, κι ο άνθρωπος δεν είχε ούτε την επιθυμία ούτε την τάση να τα βλάψει, ή να τους αφαιρέσει τη ζωή.
4. Τι θα μπορούσαμε να υποθέσουμε σχετικά με το ότι ο Αδάμ έδωσε ονόματα σ’ όλα τα ζώα και τα πουλιά, και τι είδους εμπειρία πρέπει να ήταν αυτή;
4 Η αφήγηση δεν μας λέει ακριβώς πόσο καιρό παρουσιάζονταν στον άνθρωπο τα κατοικίδια και άγρια ζώα, και τα πτηνά του ουρανού. Όλα αυτά γίνονταν με θεϊκή κατεύθυνση και διευθέτηση. Προφανώς, ο Αδάμ θα αφιέρωσε χρόνο για να μελετήσει κάθε διαφορετικό ζώο, παρατηρώντας τις ξεχωριστές του συνήθειες και την ξεχωριστή του διάπλαση· κατόπιν θα επέλεγε ένα όνομα που θα ήταν ιδιαίτερα ταιριαστό γι’ αυτό. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να πέρασε αρκετός χρόνος. Αποτελούσε λοιπόν άκρως ενδιαφέρουσα εμπειρία για τον Αδάμ το να εξοικειωθεί με τα πολλά είδη πλασμάτων που ζούσαν σ’ αυτή τη γη, και θα απαιτήθηκε από μέρους του μεγάλη διανοητική ικανότητα και δύναμη ομιλίας για να ξεχωρίσει το καθένα απ’ αυτά τα είδη ζωντανών πλασμάτων μ’ ένα κατάλληλο όνομα.
5-7. (α) Ποια ερωτήματα είναι πιθανό να ανέκυψαν; (β) Τι είδους απαντήσεις δόθηκαν με την αφήγηση της δημιουργίας που βρίσκεται στα εδάφια Γένεσις 1:1-25;
5 Αλλά ποια ήταν η σειρά με την οποία δημιουργήθηκαν όλα αυτά τα ζωντανά πλάσματα; Δημιουργήθηκαν τα χερσαία ζώα πριν από τα πουλιά ή όχι, και πού βρισκόταν ο άνθρωπος—αναφορικά με το χρόνο και τη σειρά—σε σχέση με όλα αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα; Πώς προετοίμασε ο Θεός την επιφάνεια της γης για μια τόσο ευρεία ποικιλία ζωντανών πλασμάτων· πώς προμήθευσε τον αέρα όπου θα μπορούσαν να πετάνε τα πουλιά σε τέτοια ύψη· πώς παρείχε το νερό για να πίνουν και τη φυτική ζωή για να χρησιμεύει ως τροφή· πώς έφτιαξε το μεγάλο ‘φωστήρα’ για να φωτίζει τη μέρα και να δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να βλέπει· και πώς έφτιαξε το μικρότερο ‘φωστήρα’ για να ομορφαίνει τη νύχτα; Γιατί ήταν ο καιρός τόσο ήπιος και θερμός, ώστε μπορούσε ο άνθρωπος να κινείται, να εργάζεται και να κοιμάται ενώ ήταν εκτεθειμένος στα στοιχεία της φύσης και γυμνός;
6 Ο άνθρωπος δεν αφέθηκε να μαντέψει τις απαντήσεις. Το περίεργο μυαλό του άξιζε να πάρει νοήμονες απαντήσεις από μια αυθεντική πηγή που ήξερε ακριβώς. Αυτός δεν εγκαταλείφθηκε, σαν ένας αμαθής γιος του Θεού, αλλά η υψηλή νοημοσύνη του προφανώς ικανοποιήθηκε με τη θαυμαστή ιστορία της δημιουργίας που βρίσκεται στα εδάφια Γένεσις 1:1-25.
7 Ο Αδάμ θα ήταν πολύ ευγνώμων γι’ αυτή τη συναρπαστική αφήγηση της δημιουργίας. Αυτή η αφήγηση εξήγησε πολλά πράγματα. Από τη φρασεολογία της, ο Αδάμ κατάλαβε ότι υπήρχαν τρεις μεγάλες χρονικές περίοδοι—τις οποίες ο Θεός αποκαλούσε μέρες, σύμφωνα με το δικό Του τρόπο χρονομέτρησης—πριν από την τέταρτη δημιουργική περίοδο, κατά την οποία ο Θεός έκανε να εμφανιστούν στο εκπέτασμα του ουρανού οι δυο μεγάλοι ‘φωστήρες’, προκειμένου να προσδιορίζουν την πολύ μικρότερη, 24ωρη μέρα του ανθρώπου. Αυτή η μικρότερη ανθρώπινη μέρα της γης ήταν ο χρόνος από τότε που έπεφτε ο μεγαλύτερος ‘φωστήρας’ μέχρι την επόμενη δύση του. Ο Αδάμ έμαθε επίσης ότι επρόκειτο να υπάρχουν χρονικά έτη μπροστά του και, χωρίς αμφιβολία, άρχισε αμέσως να μετράει τα έτη της ζωής του. Ο μεγαλύτερος ‘φωστήρας’, που βρισκόταν στο εκπέτασμα του ουρανού, θα τον καθιστούσε ικανό να το κάνει αυτό. Αλλά, όσον αφορά τις μεγαλύτερες δημιουργικές μέρες του Θεού, ο πρώτος άνθρωπος συνειδητοποιούσε ότι ζούσε τότε στην έκτη μέρα του γήινου δημιουργικού έργου του Θεού. Δεν του είχε ειπωθεί ακόμη ότι είχε τελειώσει αυτή η έκτη μέρα, κατά την οποία δημιουργήθηκαν όλα εκείνα τα χερσαία ζώα κι έπειτα ο άνθρωπος ξεχωριστά. Τώρα θα καταλάβαινε τη σειρά με την οποία δημιουργήθηκαν τα φυτά, τα υδρόβια είδη ζωής, τα πτηνά και τα χερσαία ζώα. Αλλά όσο ήταν μόνος του στον κήπο της Εδέμ, ο Αδάμ δεν αποτελούσε την πλήρη, τέλεια έκφραση του στοργικού σκοπού που είχε ο Θεός για τον άνθρωπο στο γήινο Παράδεισό του.
Η Δημιουργία της Πρώτης Γυναίκας
8, 9. (α) Τι παρατήρησε ο τέλειος άνθρωπος σχετικά με τη ζωική δημιουργία, αλλά τι συμπέρανε για τον εαυτό του; (β) Γιατί ήταν κατάλληλο να μη ζητήσει ο τέλειος άνθρωπος σύντροφο από τον Θεό; (γ) Πώς περιγράφει η Βιβλική αφήγηση τη δημιουργία της πρώτης ανθρώπινης συζύγου;
8 Ο πρώτος άνθρωπος, με το τέλειο μυαλό και τις τέλειες δυνάμεις αντίληψης που είχε, διέκρινε ότι στο βασίλειο των πτηνών και των ζώων υπήρχαν αρσενικά και θηλυκά κι ότι αυτά αναπαρήγαν το είδος τους. Αλλά δεν συνέβαινε τότε το ίδιο και με τον άνθρωπο. Αν αυτή η παρατήρηση τον υποκίνησε να κάνει σκέψεις σχετικά με το να απολαμβάνει ένα σύντροφο, δεν βρήκε κανένα κατάλληλο σύντροφο στο ζωικό βασίλειο, ούτε ακόμη κι ανάμεσα στους πιθήκους. Ο Αδάμ θα συμπέρανε ότι δεν υπήρχε σύντροφος γι’ αυτόν, επειδή, αν υπήρχε κάποιος, δεν θα του τον έφερνε ο Θεός; Ο άνθρωπος είχε δημιουργηθεί ξεχωριστά απ’ όλα αυτά τα είδη ζώων, και προφανώς επρόκειτο να είναι διαφορετικός! Δεν είχε την τάση να παίρνει μόνος του αποφάσεις για τα διάφορα ζητήματα και να γίνει αυθάδης, ζητώντας από τον Θεό, τον Δημιουργό του, να του δώσει σύντροφο. Ήταν κατάλληλο για τον τέλειο άνθρωπο να αφήσει το ζήτημα εξ ολοκλήρου στον Θεό, γιατί λίγο αργότερα διαπίστωσε ότι ο Θεός είχε βγάλει τα δικά Του συμπεράσματα σχετικά μ’ αυτή την κατάσταση. Σχετικά μ’ αυτό και με το τι συνέβη τώρα, η αφήγηση μας λέει:
9 ‘Εις δε τον Αδάμ δεν ευρίσκετο βοηθός όμοιος με αυτόν [ως συμπλήρωμά του, ΜΝΚ]. Και επέβαλε Ιεχωβά ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ, και εκοιμήθη· και έλαβε μίαν εκ των πλευρών αυτού και έκλεισε με σάρκα τον τόπον αυτής. Και κατεσκεύασε Ιεχωβά ο Θεός την πλευράν, την οποίαν έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα και έφερεν αυτήν προς τον Αδάμ. Και είπεν ο Αδάμ, Τούτο είναι τώρα [επιτέλους, ΜΝΚ] οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου· αύτη θέλει ονομασθή ανδρίς διότι εκ του ανδρός αύτη ελήφθη. Δια τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού· και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν. Ήσαν δε και οι δύο γυμνοί, ο Αδάμ και η γυνή αυτού, και δεν ησχύνοντο’.—Γένεσις 2:20-25.
10. Πώς αντέδρασε ο τέλειος άντρας όταν του παρουσιάστηκε η τέλεια γυναίκα, και τι μπορεί να δείχνουν τα λόγια του;
10 Τα λόγια που είπε αυτός, όταν του παρουσιάστηκε η τέλεια γυναίκα ως βοηθός και συμπλήρωμα, εξέφραζαν πλήρη ικανοποίηση: ‘Τούτο είναι επιτέλους οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου’. Με βάση αυτά τα λόγια που είπε όταν είδε τελικά τη νεοδημιουργημένη σύζυγό του, συμπεραίνουμε ότι ο Αδάμ μπορεί να περίμενε αρκετό καιρό για να λάβει αυτό το γοητευτικό ανθρώπινο ταίρι του. Περιγράφοντας το συμπλήρωμά του, ο Αδάμ ονόμασε τη σύζυγό του «Ανδρίς» (ισάχ, δηλαδή κατά γράμμα «θηλυκός άντρας»), «διότι εκ του ανδρός αύτη ελήφθη». (Γένεσις 2:23, Μετάφραση Νέου Κόσμου με Παραπομπές, υποσημείωση) Ο Αδάμ δεν ένιωσε καμιά σαρκική συγγένεια με τα πτηνά και τα χερσαία ζώα, τα οποία του είχε παρουσιάσει ο Θεός για να τα ονομάσει. Η σάρκα του ήταν διαφορετική από τη δική τους. Αλλά αυτή η γυναίκα είχε στ’ αλήθεια το ίδιο είδος σάρκας μ’ αυτόν. Το οστό που πάρθηκε από τα πλευρά του παρήγαγε το ίδιο είδος αίματος μ’ εκείνο που βρισκόταν στο δικό του σώμα. (Βλέπε Ματθαίος 19:4-6.) Τώρα αυτός είχε κάποιον, στον οποίο μπορούσε να ενεργεί ως προφήτης του Θεού και με τον οποίο μπορούσε να συμμεριστεί το θαυμαστό ιστορικό της δημιουργίας.
11-13. (α) Ποια ερωτήματα θα μπορούσαν να ανακύψουν σχετικά με το γεγονός ότι έλαβε ο Αδάμ σύζυγο; (β) Ποιος ήταν ο σκοπός του Θεού για το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι; (γ) Τι θα χρησίμευε ως τροφή για την τέλεια ανθρώπινη οικογένεια;
11 Αλλά ποιος ήταν ο σκοπός για τον οποίον ο Δημιουργός του ανθρώπου τού έδωσε σύζυγο; Απλώς για να του παρέχει ένα βοηθό κι ένα συμπλήρωμα, ένα σύντροφο του είδους του για να μη νιώθει μοναξιά; Η αφήγηση εξηγεί το σκοπό του Θεού, καθώς μας περιγράφει την ευλογία που απηύθυνε ο Θεός στο γάμο τους:
12 «Και είπεν ο Θεός, Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών· και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί των κτηνών και επί πάσης της γης και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γης. Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα εαυτού· κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν· άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς· και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός· και είπε προς αυτούς ο Θεός, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν, και εξουσιάζετε επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης.
13 »Και είπεν ο Θεός, Ιδού, σας έδωκα πάντα χόρτον κάμνοντα σπόρον, όστις είναι επί του προσώπου πάσης της γης, και παν δένδρον, το οποίον έχει εν εαυτώ καρπόν δένδρου κάμνοντος σπόρον· ταύτα θέλουσιν είσθαι εις εσάς προς τροφήν· και εις πάντα τα ζώα της γης και εις πάντα τα πετεινά του ουρανού και εις παν ερπετόν έρπον επί της γης και έχον εν εαυτώ ψυχήν ζώσαν, έδωκα πάντα χλωρόν χόρτον εις τροφήν. Και έγεινεν ούτω».—Γένεσις 1:26-30.
Προοπτικές που Είχε το Πρώτο Ανθρώπινο Ζευγάρι
14. Με την ευλογία του Θεού, τι μέλλον είχαν μπροστά τους, ο τέλειος άντρας και η τέλεια γυναίκα, και τι θα μπορούσαν δικαιολογημένα να οραματιστούν;
14 Τι θαυμάσιο πράγμα που ήταν για εκείνον τον τέλειο άντρα και την τέλεια σύζυγό του να ακούνε τη φωνή του Θεού να τους μιλάει, να τους λέει τι να κάνουν και να τους ευλογεί! Με την ευλογία του Θεού, η ζωή δεν θα ήταν μάταιη, αλλά αυτοί θα ήταν ικανοί να κάνουν όσα τους είχε ειπωθεί να κάνουν. Τι θαυμάσιο μέλλον που υπήρχε μπροστά τους! Καθώς το ευτυχισμένο αντρόγυνο βρίσκονταν εκεί στο σπίτι τους, στον κήπο της Εδέμ, πιθανόν να συλλογίζονταν τι θα συνέβαινε τελικά, καθώς θα εκτελούσαν το θέλημα που είχε ο Θεός γι’ αυτούς. Καθώς ατένιζαν νοερά στο απώτερο μέλλον, δεν έβλεπαν μονάχα τον ‘κήπο της Εδέμ, προς την ανατολή’, αλλά ολόκληρη τη γη γεμάτη ανθρώπους με λαμπερά πρόσωπα. (Γένεσις 2:8) Η καρδιά του άντρα και της γυναίκας θα σκιρτούσε με τη σκέψη ότι όλοι αυτοί θα ήταν παιδιά τους, απόγονοί τους. Όλοι ήταν τέλειοι, αψεγάδιαστοι σ’ ό,τι αφορά τη γραμμή του σώματος και την κατασκευή, θα ήταν διαρκώς νέοι, θα απολάμβαναν με αφθονία καλή υγεία και τη χαρά της ζωής, θα εκδήλωναν όλοι τους τέλεια αγάπη ο ένας για τον άλλον, θα λάτρευαν όλοι ενωμένα τον μεγαλειώδη Δημιουργό, τον ουράνιο Πατέρα τους, και θα το έκαναν αυτό μαζί με τον πρώτο ανθρώπινο πατέρα και την πρώτη ανθρώπινη μητέρα. Τι αγαλλίαση πρέπει να ένιωσαν στην καρδιά τους, ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα, με τη σκέψη ότι θα είχαν μια τέτοια οικογένεια!
15, 16. (α) Γιατί θα υπήρχε άφθονη τροφή για την ανθρώπινη οικογένεια; (β) Καθώς θα μεγάλωνε σε αριθμό η ευτυχισμένη οικογένεια, ποια εργασία θα είχαν να κάνουν έξω από τον κήπο της Εδέμ;
15 Θα υπήρχε άφθονη τροφή για κάθε μέλος αυτής της ανθρώπινης οικογένειας που θα γέμιζε ολόκληρη τη γη. Υπήρχε άφθονη τροφή από την αρχή, εκεί στον κήπο της Εδέμ. Ο Θεός είχε προμηθεύσει γι’ αυτούς και τους είχε δώσει κάθε φυτό που είχε σπόρο, για να χρησιμεύει ως τροφή που ήταν υγιεινή και συντηρούσε τη ζωή, μαζί με τα καρποφόρα δέντρα.—Παράβαλε Ψαλμός 104:24.
16 Καθώς θα μεγάλωνε σε αριθμό η ευτυχισμένη τους οικογένεια, αυτοί θα επέκτειναν τον κήπο στα μέρη που βρίσκονταν πέρα από τα όρια της Εδέμ, γιατί τα λόγια του Θεού καταδεικνύουν ότι έξω από τον κήπο της Εδέμ η γη βρισκόταν σε απροετοίμαστη κατάσταση. Τουλάχιστο, δεν τη φρόντιζε κανείς και δεν ήταν καλλιεργημένη στο ίδιο υψηλό επίπεδο όσο και ο κήπος της Εδέμ. Γι’ αυτό τους είπε ο Δημιουργός τους να ‘κυριεύσουν’ τη γη καθώς θα τη γέμιζαν.—Γένεσις 1:28.
17. Γιατί θα υπήρχε άφθονη τροφή για τον αυξανόμενο πληθυσμό, και τι θα επικρατούσε τελικά, καθώς θα μεγάλωνε ο κήπος;
17 Καθώς ο κήπος θα επεκτεινόταν από τέλειους καλλιεργητές και φροντιστές, η κυριευμένη γη θα απέδιδε άφθονη παραγωγή για τον αυξανόμενο πληθυσμό. Τελικά, ο σταθερά επεκτεινόμενος κήπος θα κάλυπτε ολόκληρη τη γη, και θα επικρατούσε ένας παγγήινος παράδεισος, που θα ανθούσε και θα αποτελούσε το αιώνιο σπίτι του ανθρώπινου γένους. Από τον ουρανό, θα ήταν σαν ένα όμορφο στολίδι, και ο ουράνιος Δημιουργός θα το χαρακτήριζε ‘καλό λίαν’.—Παράβαλε Ιώβ 38:7.
18. Γιατί δεν θα υπήρχε καμιά ενόχληση στον παγγήινο κήπο της Εδέμ, και ποια ειρηνική κατάσταση θα επικρατούσε;
18 Θα επικρατούσε παντού ειρήνη και δεν θα υπήρχε καμιά ενόχληση, ακριβώς όπως συνέβαινε σ’ εκείνο τον κήπο της Εδέμ, όπου βρέθηκε ο νιόπαντρος άντρας και η νιόπαντρη γυναίκα. Δεν θα ήταν ανάγκη να φοβούνται οι άνθρωποι ότι θα κινδυνεύουν ή ότι θα υποστούν κάποια βλάβη απ’ όλα εκείνα τα ζώα και τα πτηνά που είχε επιθεωρήσει και ονομάσει, ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ. Σαν τον πρώτο ανθρώπινο πατέρα τους και την πρώτη ανθρώπινη μητέρα τους, αυτοί οι τέλειοι κάτοικοι του παγγήινου Παράδεισου θα είχαν σε υποταγή τα ψάρια της θάλασσας, τα πτηνά του ουρανού και κάθε ζωντανό πλάσμα που κινείται πάνω στη γη, ακόμη και τα άγρια θηρία του αγρού. Αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα θα υποτάσσονταν ενστικτωδώς στον άνθρωπο, που δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα Θεού», κι έτσι θα είχαν ειρήνη μαζί του. Καθώς θα είχαν σε υποταγή αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα, οι τρυφεροί, τέλειοι ανθρώπινοι κύριοί τους θα προωθούσαν ένα ειρηνικό κλίμα στη ζωική δημιουργία. Η ειρηνική επιρροή αυτών των θεοειδών ανθρώπινων κυρίων θα απλωνόταν προστατευτικά πάνω σ’ αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα, που θα ένιωθαν ικανοποιημένα. Πάνω απ’ όλα, το τέλειο ανθρώπινο γένος θα είχε ειρήνη με τον Θεό, του οποίου η ευλογία δεν θα αφαιρούνταν ποτέ από πάνω τους.—Παράβαλε Ησαΐας 11:9.
Ο Θεός Αναπαύεται από τα Δημιουργικά Του Έργα
19. (α) Σε σχέση με το σκοπό του Θεού, τι πρέπει να συνειδητοποίησε ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα; (β) Τι έδειξε ο Θεός σε σχέση με το χρόνο;
19 Καθώς το τέλειο ανθρώπινο ζευγάρι θα συλλογιζόταν την ολοκληρωμένη γήινη σκηνή σύμφωνα με το σκοπό του Θεού, θα συνειδητοποιούσε κάτι. Για να εκτελέσουν αυτή τη θαυμάσια αποστολή που τους είχε αναθέσει ο Θεός, θα χρειάζονταν χρόνο. Πόσο χρόνο; Ο Δημιουργός και ουράνιος Πατέρας τους ήξερε. Εκείνος τους έδειξε ότι η μεγάλη σειρά των δημιουργικών ημερών είχε φτάσει τώρα σ’ ένα ακόμη τέλος και ότι βρίσκονταν στο ‘βράδυ’, στο αρχικό σημείο μιας νέας μέρας, σύμφωνα με το πώς ο Θεός υπολόγιζε τις δημιουργικές μέρες. Αυτή επρόκειτο να είναι μια μέρα ευλογημένη και αγιασμένη για τον αγνό, δίκαιο σκοπό του Θεού. Ο τέλειος άνθρωπος, ο προφήτης του Θεού, ενημερώθηκε γι’ αυτό. Το θεόπνευστο ιστορικό μάς λέει:
20. Τι λέει η Βιβλική αφήγηση σχετικά με την ‘έβδομη μέρα’;
20 ‘Και είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν. Και έγεινεν εσπέρα και έγεινε πρωί, ημέρα έκτη. Και συνετελέσθησαν ο ουρανός και η γη και πάσα η στρατιά αυτών. Και είχε συντετελεσμένα ο Θεός εν τη ημέρα τη εβδόμη τα έργα αυτού, τα οποία έκαμε· και ανεπαύθη την ημέραν την εβδόμην από πάντων των έργων αυτού, τα οποία έκαμε. Και ευλόγησεν ο Θεός την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν· διότι εν αυτή ανεπαύθη από πάντων των έργων αυτού, τα οποία έκτισε και έκαμεν ο Θεός. Αύτη είναι η γένεσις [ιστορία, ΜΝΚ] του ουρανού και της γης, ότε εκτίσθησαν αυτά, καθ’ ην ημέραν εποίησε Ιεχωβά ο Θεός γην και ουρανόν’.—Γένεσις 1:31–2:4.
21. (α) Λέει η Αγία Γραφή ότι τερμάτισε ο Θεός τη μέρα ανάπαυσής του και ότι αυτή ήταν ‘καλή λίαν’; Εξηγήστε. (β) Ποια ερωτήματα ανακύπτουν;
21 Η αφήγηση δεν λέει ότι ο Θεός τερμάτισε τη μέρα ανάπαυσής του κι ότι είδε πως ήταν ‘καλή λίαν’, και ότι έγινε βράδυ και πρωί, μέρα έβδομη. Για να αντιστοιχεί με τις προηγούμενες έξι δημιουργικές μέρες, η έβδομη μέρα αναμένεται ακόμη να ανακηρυχθεί ‘καλή λίαν’, γιατί δεν έχει τελειώσει ακόμη. Μπορεί μέχρι στιγμής ο Ιεχωβά Θεός να ανακηρύξει αυτή τη μέρα ‘καλή λίαν’; Είναι αυτή μέχρι στιγμής μέρα ειρηνικής ανάπαυσης γι’ αυτόν; Τι μπορούμε να πούμε για τη συναρπαστικότατη προοπτική που οραματίστηκαν, ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα, τη μέρα του γάμου τους στον Παράδεισο; Ας το δούμε αυτό, καθώς εκτυλίσσεται η σκηνή στο επόμενο άρθρο.
[Υποσημειώσεις]
a Αυτά είναι ονόματα που βρίσκονται στο εβραϊκό κείμενο της Γένεσης και άλλων θεόπνευστων βιβλίων των Εβραϊκών Γραφών.
Πώς θα Απαντούσατε;
◻ Ποια δουλειά ανέθεσε ο Θεός στον Αδάμ, εκτός από το να φροντίζει τον κήπο, και τι συνεπαγόταν αυτό;
◻ Τι αποκάλυψε η αφήγηση της δημιουργίας που βρίσκεται στα εδάφια Γένεσις 1:1-25;
◻ Πώς δημιουργήθηκε η πρώτη ανθρώπινη σύζυγος, και πώς αντέδρασε ο Αδάμ τη μέρα του γάμου τους;
◻ Ποιες προοπτικές είχε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι;
◻ Πώς έδειξε ο Θεός ότι η μεγάλη σειρά των δημιουργικών ημερών είχε φτάσει σ’ ένα ακόμη τέλος;