-
Σκοπός του Θεού Είναι να Απολαμβάνει ο Άνθρωπος Ζωή στον ΠαράδεισοΗ Σκοπιά—1989 | 1 Αυγούστου
-
-
Σκοπός του Θεού Είναι να Απολαμβάνει ο Άνθρωπος Ζωή στον Παράδεισο
‘Και έλαβε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον και έθεσεν αυτόν εν τω παραδείσω [στον κήπο, ΜΝΚ] της Εδέμ δια να εργάζηται αυτόν και να φυλάττη [φροντίζει, ΜΝΚ] αυτόν’.—ΓΕΝΕΣΙΣ 2:15.
1. Ποιος ήταν ο αρχικός σκοπός του Δημιουργού για τους υπάκουους ανθρώπους;
Ο ΑΡΧΙΚΟΣ σκοπός του Δημιουργού ήταν, και εξακολουθεί να είναι, να απολαμβάνουν οι υπάκουοι άνθρωποι μια ζωή χωρίς γηρατειά, να ξεχειλίζουν διαρκώς από νεανικό σφρίγος, να μη νιώθουν καθόλου ανία, να έχουν πάντοτε έναν αξιόλογο σκοπό να εκπληρώσουν, να αγαπούν και να αγαπιούνται μ’ έναν αληθινό και ανιδιοτελή τρόπο, τέλεια—σ’ έναν παράδεισο!—Γένεσις 2:8· παράβαλε Λουκάς 23:42, 43, ΜΝΚ.
2. (α) Τι πρέπει να συνέβη όταν απέκτησε συνειδητότητα ο πρώτος άνθρωπος; (β) Πότε δημιουργήθηκε ο πρώτος άνθρωπος, πού, και σε ποια περίοδο του έτους;
2 Για να το καταλάβετε αυτό, σκεφτείτε το νεοδημιουργημένο Αδάμ όταν έλαβε για πρώτη φορά συνειδητότητα, όταν εξέτασε το ίδιο του το σώμα και όλα όσα έβλεπε, άκουγε και άγγιζε γύρω του, όταν κατάλαβε ξαφνικά ότι ήταν ζωντανός! Αυτό συνέβη πριν από 6.000 περίπου χρόνια, το έτος 4.026 πριν από την Κοινή μας Χρονολογία, σύμφωνα με τη χρονομέτρηση που παρέχει η Αγία Γραφή. Συνέβη στην περιοχή της γης που είναι σήμερα γνωστή ως Τουρκία, δηλαδή στο νοτιοδυτικό τμήμα της σημερινής Ασίας, κάπου κοντά στον Ευφράτη Ποταμό και στον Τίγρη Ποταμό, άρα λοιπόν στο βόρειο μισό της γήινης σφαίρας μας. Ο χρόνος θα ήταν γύρω στην 1η Οκτωβρίου, αφού τα αρχαιότερα ημερολόγια του ανθρώπινου γένους αρχίζουν να μετράνε το χρόνο γύρω σ’ αυτή την ημερομηνία.
3. (α) Σε ποια κατάσταση βρισκόταν ο πρώτος άνθρωπος όταν πρωτοήρθε στη ζωή; (β) Ποιο ήταν τελικά το όνομα του πρώτου ανθρώπου, και ποια ήταν η σημασία του;
3 Ο πρώτος άνθρωπος ήρθε στη ζωή πλήρως αναπτυγμένος, τέλεια σχηματισμένος, τέλεια υγιής και τέλεια ηθικός. Το όνομα που του δίνεται επανειλημμένα στη Βιβλική αφήγηση στρέφει την προσοχή μας στην ουσία από την οποία σχηματίστηκε. Ονομαζόταν Αδάμ.a Η γη, δηλαδή το χώμα, από το οποίο αυτός σχηματίστηκε λεγόταν αδαμάχ. Θα μπορούσε λοιπόν κάλλιστα να ειπωθεί ότι το όνομά του σημαίνει «Γήινος Άνθρωπος». Τελικά, αυτό ήταν το προσωπικό όνομα αυτού του πρώτου ανθρώπου—Αδάμ. Τι υπέροχο συναίσθημα πρέπει να ένιωσε ο Αδάμ όταν ήρθε στη ζωή, κι έγινε ένα συνειδητό, νοήμον πρόσωπο!
4. Με ποιον παράξενο τρόπο δεν ήρθε στη ζωή ο πρώτος άνθρωπος, κι έτσι δεν ήταν γιος ποιου πλάσματος;
4 Όταν ήρθε στη ζωή αυτός ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, όταν αντιλήφθηκε ότι είχε νοήμονα συνειδητότητα και άνοιξε τα μάτια του, δεν βρέθηκε σε μια τριχωτή αγκαλιά, έχοντας τυλιγμένα γύρω του τα δυνατά, μακριά χέρια κάποιου θηλυκού πιθηκοειδούς πλάσματος, ενώ σφιγγόταν ο ίδιος πάνω του, κοιτάζοντάς το στα μάτια και αποκαλώντας το ‘μητέρα’ με τρυφερή στοργή. Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, δεν ήρθε στη ζωή μ’ έναν τέτοιο παράξενο τρόπο. Δεν αισθανόταν να έχει καμιά σαρκική σχέση με κάποιον πίθηκο, ούτε ακόμη κι αργότερα, όταν είδε για πρώτη φορά πίθηκο. Τη μέρα της δημιουργίας του, δεν υπήρχε τίποτα που να υπονοεί ότι αυτός ήταν απόγονος, μακρινός γιος ενός πιθήκου ή οποιουδήποτε τέτοιου πλάσματος. Ωστόσο, μήπως επρόκειτο να μείνει ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, σε σύγχυση σχετικά με το πώς ήρθε σε ύπαρξη; Όχι.
5. Τι ήξερε σίγουρα ο Αδάμ σχετικά με τον κήπο του, που έμοιαζε με πάρκο, και σχετικά με τον εαυτό του;
5 Δικαιολογημένα, αυτός μπορεί κάλλιστα να βρισκόταν σε σύγχυση σχετικά με το πώς ήρθαν σε ύπαρξη όλα τα όμορφα πράγματα που έβλεπε. Βρέθηκε σ’ έναν κήπο που έμοιαζε με πάρκο, σ’ έναν παράδεισο τον οποίο ούτε είχε σχεδιάσει, ούτε είχε φτιάξει ούτε είχε διαμορφώσει ο ίδιος. Πώς έγινε αυτός ο κήπος; Αφού ήταν τέλεια νοήμων άνθρωπος και μπορούσε να λογικεύεται, θα ήθελε να μάθει. Δεν είχε καθόλου προηγούμενη πείρα. Ήξερε ότι ήταν άνθρωπος που δεν είχε φτιαχτεί ούτε αναπτυχθεί μόνος του. Δεν είχε φτάσει σ’ αυτή την κατάσταση με τις δικές του προσπάθειες.—Παράβαλε Ψαλμός 100:3· 139:14.
6. Πώς είναι πιθανό ότι αντέδρασε ο Αδάμ στο γεγονός ότι ζούσε σ’ ένα τέλειο γήινο σπίτι;
6 Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, μπορεί αρχικά να ενθουσιάστηκε πάρα πολύ μ’ αυτή την αρχική εμπειρία τού να ζει με χαρά σ’ ένα τέλειο γήινο σπίτι, κι έτσι να μη σκέφτηκε από πού προήλθε και γιατί. Δεν θα μπορούσε παρά να φωνάξει από τη χαρά του. Διαπίστωσε ότι από το στόμα του έβγαιναν λέξεις. Άκουσε τον εαυτό του να μιλάει στη γλώσσα ανθρώπου, να κάνει σχόλια σχετικά με τα θαυμάσια πράγματα που έβλεπε και άκουγε. Πόσο καλό ήταν που ζούσε εδώ σ’ αυτόν τον παραδεισένιο κήπο! Αλλά καθώς χαιρόταν να συσσωρεύει πληροφορίες από τα πράγματα που έβλεπε, που άκουγε, που οσφραινόταν και που άγγιζε, θα υποκινούνταν να κάνει κάποιες σκέψεις. Για εμάς, αν ήμασταν στη θέση του, θα υπήρχε ένα μυστήριο σχετικά με την όλη κατάσταση, ένα μυστήριο που δεν θα μπορούσαμε να το λύσουμε μόνοι μας.
Κανένα Μυστήριο Σχετικά με την Ανθρώπινη Ύπαρξη
7. Γιατί δεν έμεινε ο Αδάμ για πολύ σε σύγχυση, σχετικά με το ότι βρέθηκε ζωντανός και μέσα σ’ έναν παραδεισένιο κήπο;
7 Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, δεν έμεινε για πολύ σε σύγχυση σχετικά με την κατάσταση στην οποία βρέθηκε, ζωντανός και μόνος, χωρίς να βλέπει κανέναν όμοιό του μέσα στον παραδεισένιο κήπο. Άκουσε μια φωνή, κάποιον να μιλάει. Ο άνθρωπος την καταλάβαινε. Αλλά πού ήταν αυτός που μιλούσε; Ο άνθρωπος δεν έβλεπε κανέναν να μιλάει. Η φωνή ερχόταν από το αόρατο βασίλειο και απευθυνόταν σ’ αυτόν. Ήταν η φωνή του Ποιητή του ανθρώπου, του Δημιουργού του! Και ο άνθρωπος μπορούσε να του απαντήσει με το ίδιο είδος ομιλίας. Βρέθηκε να μιλάει με τον Θεό, τον Δημιουργό. Ο άνθρωπος δεν χρειαζόταν κανένα σύγχρονο επιστημονικό ραδιοφωνικό δέκτη για να ακούσει τη θεϊκή φωνή. Ο Θεός συνομιλούσε μαζί του απευθείας, επειδή αυτός ήταν πλάσμα του.
8, 9. (α) Σε ποια ερωτήματα μπορούσε να πάρει απάντηση ο Αδάμ, και ποια πατρική φροντίδα και ενδιαφέρον του δείχτηκαν; (β) Ποια απάντηση έλαβε ο Αδάμ από τον ουράνιο Πατέρα του;
8 Τώρα ο άνθρωπος ήξερε ότι δεν ήταν μόνος, και γι’ αυτό θα πρέπει να αισθάνθηκε καλύτερα. Το μυαλό του ήταν γεμάτο ερωτήσεις. Θα μπορούσε να κάνει αυτές τις ερωτήσεις στον Αόρατο που του μιλούσε. Ποιος έφτιαξε τον ίδιο, καθώς και τον κήπο της ευχαρίστησης; Γιατί είχε τοποθετηθεί εκεί, και τι επρόκειτο να κάνει στη ζωή του; Υπήρχε κανένας σκοπός στη ζωή; Σ’ αυτόν τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ, δείχτηκε πατρική φροντίδα και ενδιαφέρον, γιατί πήρε απαντήσεις στα ερωτήματά του, οι οποίες ικανοποίησαν το περίεργο μυαλό του. Τι ευχαρίστηση πρέπει να αισθάνθηκε ο Ποιητής του, ο Ζωοδότης του, ο ουράνιος Πατέρας του, όταν άκουσε τον πρώτο άνθρωπο να αρχίζει να μιλάει και να λέει τα πρώτα του λόγια! Πόση ευτυχία ένιωσε ο ουράνιος Πατέρας όταν άκουσε το γιο του να κουβεντιάζει μαζί του! Φυσιολογικά, η πρώτη ερώτηση θα ήταν: «Πώς ήρθα σε ύπαρξη;» Ο ουράνιος Πατέρας απάντησε με χαρά σ’ αυτή την ερώτηση, κι έτσι αναγνώρισε ότι αυτός ο πρώτος άνθρωπος ήταν γιος Του. Ήταν ‘γιος του Θεού’. (Λουκάς 3:38, ΚΔΤΚ) Ο Ιεχωβά προσδιόρισε τον εαυτό του ως τον Πατέρα αυτού του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ. Η ουσία της απάντησης που πήρε στην ερώτησή του ο Αδάμ, από τον ουράνιο Πατέρα του, και την οποία μεταβίβασε στους απογόνους του, ήταν η εξής:
9 ‘Και έπλασε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης· και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν. Και εφύτευσε Ιεχωβά ο Θεός παράδεισον [κήπον, ΜΝΚ] εν τη Εδέμ κατά ανατολάς και έθεσεν εκεί τον άνθρωπον, τον οποίον έπλασε. Και Ιεχωβά ο Θεός έκαμε να βλαστήση εκ της γης παν δένδρον ωραίον εις την όρασιν και καλόν εις την γεύσιν· και το ξύλον της ζωής εν μέσω του παραδείσου και το ξύλον της γνώσεως του καλού και του κακού. Ποταμός δε εξήρχετο εκ της Εδέμ δια να ποτίζη τον παράδεισον· και εκείθεν εμερίζετο εις τέσσαρας κλάδους’.—Γένεσις 2:7-10.b
10, 11. (α) Ποια γεγονότα έμαθε με σαφήνεια ο Αδάμ, αλλά σε ποια άλλα ερωτήματα ήταν ανάγκη να πάρει απαντήσεις; (β) Ποιες απαντήσεις έδωσε ο ουράνιος Πατέρας στον Αδάμ;
10 Το λαμπρό, ξάστερο μυαλό του Αδάμ απορρόφησε με προθυμία αυτές τις ικανοποιητικές πληροφορίες. Τώρα ήξερε ότι δεν προήλθε από το αόρατο βασίλειο, από το οποίο μιλούσε ο Ποιητής και Πλάστης του. Μάλλον, πλάστηκε από τη γη στην οποία ζούσε κι έτσι ήταν γήινος. Ζωοδότης και Πατέρας του ήταν ο Ιεχωβά Θεός. Ο ίδιος ήταν ‘ζωντανή ψυχή’. Αφού είχε λάβει τη ζωή του από τον Ιεχωβά Θεό, ήταν ‘γιος του Θεού’. Τα δέντρα που βρίσκονταν γύρω του, στον κήπο της Εδέμ, παρήγαν καρπούς που ήταν καλοί για τροφή, προκειμένου να τρώει και να διατηρείται στη ζωή, ως ζωντανή ψυχή. Αλλά, γιατί έπρεπε να παραμείνει στη ζωή, και γιατί τοποθετήθηκε στη γη, σ’ αυτόν τον κήπο της Εδέμ; Ήταν ένας πλήρως αναπτυγμένος άνθρωπος με νοημοσύνη και με σωματικές ικανότητες, κι έτσι άξιζε να ξέρει. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να εκπληρώσει το σκοπό που είχε στη ζωή κι έτσι να ευαρεστήσει τον Ποιητή και Πατέρα του κάνοντας το θεϊκό θέλημα; Οι απαντήσεις σ’ αυτά τα κατάλληλα ερωτήματα, δόθηκαν μέσω των ακόλουθων πληροφοριών:
11 ‘Και έλαβε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον και έθεσεν αυτόν εν τω παραδείσω [στον κήπο, ΜΝΚ] της Εδέμ δια να εργάζηται αυτόν και να φυλάττη [φροντίζει, ΜΝΚ] αυτόν. Προσέταξε δε Ιεχωβά ο Θεός εις τον Αδάμ λέγων, Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου [δέντρου, ΜΝΚ] της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει’.—Γένεσις 2:15-17.
12. Για ποιο πράγμα πρέπει να ευχαριστούσε ο Αδάμ τον Δημιουργό του, και πώς θα μπορούσε λοιπόν ο άνθρωπος να δοξάζει τον Θεό;
12 Ο Αδάμ πρέπει να ευχαριστούσε τον Δημιουργό του που του έδωσε μια χρήσιμη απασχόληση σ’ αυτόν τον όμορφο κήπο της Εδέμ. Τώρα ήξερε το θέλημα του Δημιουργού του και μπορούσε να κάνει κάτι στη γη γι’ Αυτόν. Τώρα είχε πάνω του μια ευθύνη, το να καλλιεργεί τον κήπο της Εδέμ και να τον φροντίζει, αλλ’ αυτή θα ήταν μια ευχάριστη απασχόληση. Κάνοντάς το αυτό, θα διατηρούσε τον κήπο της Εδέμ σε τέτοια κατάσταση που να φέρνει δόξα και αίνο στον Ποιητή του, τον Ιεχωβά Θεό. Οποτεδήποτε πεινούσε ο Αδάμ από την εργασία που έκανε, μπορούσε να τρώει από τα δέντρα του κήπου μέχρι να χορτάσει. Μ’ αυτόν τον τρόπο μπορούσε να ανανεώνει τη δύναμή του και να διατηρεί την ευτυχισμένη ζωή του για πάντα—χωρίς τέλος.—Παράβαλε Εκκλησιαστής 3:10-13, ΛΧ.
Προοπτική για Αιώνια Ζωή
13. Ποια προοπτική είχε ο πρώτος άνθρωπος, και γιατί;
13 Χωρίς τέλος; Αυτή θα πρέπει να ήταν μια σκέψη σχεδόν απίστευτη για τον τέλειο άνθρωπο! Αλλά γιατί όχι; Ο Δημιουργός του δεν σκεφτόταν ούτε σκόπευε να καταστρέψει αυτόν τον αριστοτεχνικά σχεδιασμένο κήπο της Εδέμ. Γιατί να καταστρέψει το ίδιο του το έργο, αφού αυτό ήταν τόσο καλό και εξέφραζε τόσο ωραία την καλλιτεχνική του δημιουργικότητα; Λογικά, δεν θα σκόπευε να το κάνει αυτό. (Ησαΐας 45:18) Κι αφού αυτός ο απαράμιλλος κήπος επρόκειτο να συνεχίσει να καλλιεργείται, θα χρειαζόταν έναν καλλιεργητή και φροντιστή, σαν τον τέλειο άνθρωπο, τον Αδάμ. Και αν ο άνθρωπος που τον φρόντιζε δεν έτρωγε ποτέ από τον καρπό του απαγορευμένου δέντρου «της γνώσεως του καλού και του κακού», δεν θα πέθαινε ποτέ. Ο τέλειος άνθρωπος θα μπορούσε να ζει για πάντα!
14. Πώς μπορούσε να απολαύσει ο Αδάμ αιώνια ζωή στον Παράδεισο;
14 Ο Αδάμ είχε μπροστά του αιώνια ζωή στον παραδεισένιο κήπο της Εδέμ! Θα μπορούσε να την απολαμβάνει για πάντα, με την προϋπόθεση ότι θα παρέμενε τέλεια υπάκουος στον Δημιουργό του και δεν θα έτρωγε ποτέ τον καρπό που είχε απαγορέψει ο Δημιουργός του ανθρώπου. Επιθυμία Του ήταν να παραμείνει υπάκουος ο τέλειος άνθρωπος και να εξακολουθήσει να ζει αιώνια. Η απαγόρευση του καρπού του δέντρου «της γνώσεως του καλού και του κακού» δεν ήταν κάτι το θανατηφόρο. Αποτελούσε απλώς δοκιμασία της τέλειας υπακοής του ανθρώπου προς τον Πατέρα του. Έδινε στον άνθρωπο μια ευκαιρία να αποδείξει την αγάπη του για τον Θεό, τον Δημιουργό του.
15. Γιατί μπορούσε να προσβλέπει ο Αδάμ σ’ ένα λαμπρό μέλλον, και να εμπιστεύεται στον Δημιουργό του για να μάθει το καλό;
15 Αφού ένιωθε στην καρδιά του την ικανοποίηση ότι δεν αποτελούσε απλώς ένα ακούσιο συμβάν αλλά είχε έναν ουράνιο Πατέρα, αφού το μυαλό του είχε διαφωτιστεί με την κατανόηση του σκοπού που είχε στη ζωή κι αφού είχε μπροστά του αιώνια ζωή στον Παράδεισο, ο τέλειος άνθρωπος προσέβλεπε στο λαμπρό μέλλον. Έτρωγε από τα δέντρα που ήταν καλά για τροφή κι απέφευγε το δέντρο «της γνώσεως του καλού και του κακού». Ήθελε να μαθαίνει το καλό στα χέρια του Δημιουργού του. Η εργασία—όχι καταστροφικού είδους, αλλά καλλιέργεια του κήπου της Εδέμ—ήταν καλή, κι έτσι ο τέλειος άνθρωπος εργαζόταν.
Δεν Αισθανόταν Υποχρεωμένος να Εξηγήσει τα Διάφορα Ζητήματα
16-18. Ποια λεγόμενα μυστήρια δεν αισθανόταν υποχρεωμένος να λύσει ο Αδάμ, και γιατί;
16 Το φως της μέρας άρχισε να χάνεται, καθώς έδυε ο μεγάλος ‘φωστήρας’ της μέρας, τον οποίο μπορούσε να διακρίνει ο Αδάμ να κινείται στον ουρανό. Έπεφτε το σκοτάδι, κι αυτός μπορούσε πια να διακρίνει τη νύχτα και το φεγγάρι. Αυτό δεν τον γέμισε μ’ ένα αίσθημα φόβου· ήταν ο μικρότερος ‘φωστήρας’ που ‘εξουσίαζε’ τη νύχτα. (Γένεσις 1:14-18) Πιθανότατα, πετούσαν μέσα στον κήπο πυγολαμπίδες και με το ψυχρό τους φως σπινθηροβολούσαν σαν μικροί λαμπτήρες.
17 Καθώς έπεφτε η νύχτα και τον κυρίευε το σκοτάδι, αισθάνθηκε την ανάγκη να κοιμηθεί, όπως έκαναν και τα ζώα που βρίσκονταν γύρω του. Όταν ξύπνησε, άρχισε να πεινάει, κι έφαγε με όρεξη από τα καρποφόρα δέντρα από τα οποία επιτρεπόταν να φάει—απόλαυσε, όπως θα λέγαμε, το πρωινό του.
18 Με ανανεωμένη δύναμη και αναζωογονημένος καθώς ήταν από τη νυχτερινή ξεκούραση, έστρεψε την προσοχή του στην εργασία της μέρας. Καθώς παρατηρούσε όλο εκείνο το πράσινο που υπήρχε γύρω του, δεν αισθάνθηκε ότι έπρεπε να ερευνήσει σε βάθος το μυστήριο που, χιλιετίες αργότερα, οι άνθρωποι θα ονόμαζαν φωτοσύνθεση—αυτή την αινιγματική λειτουργία με την οποία η πράσινη χρωστική ουσία των φυτών, η χλωροφύλλη τους, δαμάζει την ενέργεια του ηλιακού φωτός, προκειμένου να παράγει τροφή για να φάει ο άνθρωπος και τα ζώα, ενώ ταυτόχρονα παίρνει το διοξείδιο του άνθρακα που εκπνέουν οι άνθρωποι και τα ζώα και τους προμηθεύει οξυγόνο για να αναπνέουν. Ο άνθρωπος θα μπορούσε να το ονομάσει αυτό μυστήριο, αλλά ο Αδάμ δεν ήταν ανάγκη να το λύσει. Αυτό ήταν ένα θαύμα του Δημιουργού του ανθρώπου. Αυτός το κατανοούσε και το έθετε σε λειτουργία προς όφελος των πλασμάτων που ζούσαν στη γη. Άρα λοιπόν, ήταν αρκετό για την τέλεια νοημοσύνη του πρώτου ανθρώπου το ότι ο Θεός, ο Δημιουργός, έκανε τα πράγματα να αναπτύσσονται, και το θεόδοτο έργο του ανθρώπου ήταν να φροντίζει γι’ αυτά τα είδη φυτικής ζωής που αναπτύσσονταν στον κήπο της Εδέμ.—Βλέπε Γένεσις 1:12.
Μόνος—Αλλά Δεν του Έλειπε η Χαρά
19. Μολονότι καταλάβαινε ότι ήταν μόνος, χωρίς κανέναν άλλον όμοιό του στη γη, τι δεν έκανε ο Αδάμ;
19 Η εκπαίδευση του ανθρώπου από τον ουράνιο Πατέρα του δεν είχε τελειώσει. Ο άνθρωπος φρόντιζε τον κήπο της Εδέμ, χωρίς να υπάρχει κανένας άλλος όμοιός του στη γη, για να είναι μαζί του και να τον βοηθάει. Αναφορικά με το είδος του, το ανθρώπινο είδος, ήταν μόνος. Δεν άρχισε να ψάχνει για να βρει κάποιον όμοιό του, με τον οποίο να απολαμβάνει συντροφιά στη γη. Δεν ζήτησε από τον Θεό, τον ουράνιο Πατέρα του, να του δώσει έναν αδελφό ή μια αδελφή. Το γεγονός ότι ήταν ο μόνος άνθρωπος δεν τον έκανε τελικά να τρελαθεί και να χάσει τη χαρά της ζωής και της εργασίας. Είχε για συντροφιά τον Θεό.—Παράβαλε Ψαλμός 27:4.
20. (α) Με τι έβρισκε τη μεγαλύτερη χαρά και ευχαρίστηση ο Αδάμ; (β) Γιατί δεν αποτελούσε εξοντωτική δοκιμασία για τον Αδάμ το να συνεχίσει να ζει μ’ αυτόν τον τρόπο; (γ) Τι θα εξετάσει το επόμενο άρθρο;
20 Ο Αδάμ ήξερε ότι ο ουράνιος Πατέρας του επιθεωρούσε τον ίδιο και το έργο του. Έβρισκε τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση με το να ευαρεστεί τον Θεό και Δημιουργό του, ο οποίος ήταν θαυμάσιος, όπως το αποκάλυπταν αυτό όλα τα όμορφα έργα της δημιουργίας που περιέβαλλαν τον άνθρωπο. (Παράβαλε Αποκάλυψις 15:3.) Το να συνεχίσει να ζει μ’ αυτόν τον τρόπο δεν αποτελούσε εξοντωτική δοκιμασία ή βαρετή ευθύνη γι’ αυτόν τον τέλεια ισορροπημένο άνθρωπο που μπορούσε να συνομιλεί με τον Θεό του. Και ο Θεός είχε δώσει στον Αδάμ ενδιαφέρουσα εργασία, συναρπαστική εργασία, που θα του έδινε μεγάλη ικανοποίηση και ευχαρίστηση. Το επόμενο άρθρο θα μας πει περισσότερα σχετικά με τις Παραδεισιακές ευλογίες και τις προοπτικές που απολάμβανε ο Αδάμ στα χέρια του στοργικού του Δημιουργού.
[Υποσημειώσεις]
a Αυτή είναι η λέξη στην αρχική γλώσσα της αφήγησης για τη δημιουργία, που βρίσκεται στην Αγία Γραφή.—Γένεσις 1:26, Μετάφραση Νέου Κόσμου με Παραπομπές (στην αγγλική), υποσημείωση.
b Ο προφήτης Μωυσής, που κατέγραψε τις πληροφορίες του βιβλίου της Γένεσης τον 16ο αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία, πρόσθεσε τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά μ’ αυτόν τον Εδεμικό ποταμό, σύμφωνα με τη γνώση που υπήρχε στις μέρες του:
«Το όνομα του ενός, Φισών· ούτος είναι ο περικυκλόνων πάσαν την γην Αβιλά· όπου ευρίσκεται το χρυσίον· το δε χρυσίον της γης εκείνης είναι καλόν· εκεί είναι το βδέλλιον και ο λίθος ο ονυχίτης. Και το όνομα του ποταμού του δευτέρου, Γιών· ούτος είναι ο περικυκλόνων πάσαν την γην Χους. Και το όνομα του ποταμού του τρίτου, Τίγρις· ούτος είναι ο ρέων προς ανατολάς της Ασσυρίας. Ο δε ποταμός ο τέταρτος, ούτος είναι ο Ευφράτης».—Γένεσις 2:11-14.
-
-
Μεγαλειώδεις Προοπτικές για τον Άνθρωπο σ’ έναν Παράδεισο ΕυχαρίστησηςΗ Σκοπιά—1989 | 1 Αυγούστου
-
-
Μεγαλειώδεις Προοπτικές για τον Άνθρωπο σ’ έναν Παράδεισο Ευχαρίστησης
«Ευλόγησεν αυτούς ο Θεός· και είπε προς αυτούς ο Θεός, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν, και εξουσιάζετε επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης».—ΓΕΝΕΣΙΣ 1:28.
1, 2. Για ποιο σκοπό εργάζεται ο Ιεχωβά στοργικά σχετικά με τους ανθρώπους, και ποιους διορισμούς εργασίας έδωσε στον Αδάμ;
«Ο ΘΕΟΣ είναι αγάπη», μας λέει η Αγία Γραφή. Αυτός ενδιαφέρεται στοργικά και με ανιδιοτέλεια για τους ανθρώπους, και εργάζεται ακατάπαυστα για να απολαύσουν για πάντα υγιή, ειρηνική ζωή σ’ ένα γήινο παράδεισο ευχαρίστησης. (1 Ιωάννου 4:16· παράβαλε Ψαλμός 16:11.) Ο πρώτος άνθρωπος, ο τέλειος Αδάμ, απολάμβανε ειρηνική ζωή και ενδιαφέρουσα, απολαυστική εργασία. Ο Δημιουργός του ανθρώπου τού είχε αναθέσει να καλλιεργεί τον απολαυστικό κήπο της Εδέμ. Ο Δημιουργός του ανθρώπου τού έδωσε τώρα άλλη μια δουλειά, μια ειδική δουλειά, έναν απαιτητικό διορισμό, όπως αποκαλύπτει η αφήγηση των όσων συνέβησαν:
2 ‘Έπλασε δε Ιεχωβά ο Θεός εκ της γης πάντα τα ζώα του αγρού και πάντα τα πετεινά του ουρανού, και έφερεν αυτά προς τον Αδάμ, δια να ίδη πώς να ονομάση αυτά· και ό,τι όνομα ήθελε δώσει ο Αδάμ εις παν έμψυχον, τούτο να ήναι το όνομα αυτού. Και έδωκεν ο Αδάμ ονόματα εις πάντα τα κτήνη και εις τα πτηνά του ουρανού και εις πάντα τα ζώα του αγρού’.—Γένεσις 2:19, 20.
3. Γιατί δεν υπήρχε φόβος από μέρους του Αδάμ και από μέρους της ζωικής δημιουργίας;
3 Ο άνθρωπος ονόμασε το άλογο σους, τον ταύρο σορ, το πρόβατο σεχ, το κατσίκι εζ, το πουλί οφ, το περιστέρι γιονάχ, το παγώνι τουκί, το λιοντάρι αριέχ ή αρί, την αρκούδα ντοβ, τον πίθηκο κοφ, το σκύλο κέλεβ, το φίδι ναχάς και ούτω καθεξής.a Όταν πήγε στο ποτάμι που έρεε από τον κήπο της Εδέμ, είδε ψάρια. Το ψάρι το ονόμασε νταγκάχ. Ο άοπλος άνθρωπος δεν αισθάνθηκε φόβο γι’ αυτά τα ζώα, τα κατοικίδια και τα άγρια, ούτε για τα πουλιά· ούτε κι εκείνα αισθάνθηκαν φόβο για τον άνθρωπο, τον οποίο αναγνώριζαν ενστικτωδώς ως ανώτερό τους, που ανήκε σε μια υψηλότερη μορφή ζωής. Αυτά ήταν πλάσματα του Θεού, προικισμένα με ζωή απ’ Αυτόν, κι ο άνθρωπος δεν είχε ούτε την επιθυμία ούτε την τάση να τα βλάψει, ή να τους αφαιρέσει τη ζωή.
4. Τι θα μπορούσαμε να υποθέσουμε σχετικά με το ότι ο Αδάμ έδωσε ονόματα σ’ όλα τα ζώα και τα πουλιά, και τι είδους εμπειρία πρέπει να ήταν αυτή;
4 Η αφήγηση δεν μας λέει ακριβώς πόσο καιρό παρουσιάζονταν στον άνθρωπο τα κατοικίδια και άγρια ζώα, και τα πτηνά του ουρανού. Όλα αυτά γίνονταν με θεϊκή κατεύθυνση και διευθέτηση. Προφανώς, ο Αδάμ θα αφιέρωσε χρόνο για να μελετήσει κάθε διαφορετικό ζώο, παρατηρώντας τις ξεχωριστές του συνήθειες και την ξεχωριστή του διάπλαση· κατόπιν θα επέλεγε ένα όνομα που θα ήταν ιδιαίτερα ταιριαστό γι’ αυτό. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να πέρασε αρκετός χρόνος. Αποτελούσε λοιπόν άκρως ενδιαφέρουσα εμπειρία για τον Αδάμ το να εξοικειωθεί με τα πολλά είδη πλασμάτων που ζούσαν σ’ αυτή τη γη, και θα απαιτήθηκε από μέρους του μεγάλη διανοητική ικανότητα και δύναμη ομιλίας για να ξεχωρίσει το καθένα απ’ αυτά τα είδη ζωντανών πλασμάτων μ’ ένα κατάλληλο όνομα.
5-7. (α) Ποια ερωτήματα είναι πιθανό να ανέκυψαν; (β) Τι είδους απαντήσεις δόθηκαν με την αφήγηση της δημιουργίας που βρίσκεται στα εδάφια Γένεσις 1:1-25;
5 Αλλά ποια ήταν η σειρά με την οποία δημιουργήθηκαν όλα αυτά τα ζωντανά πλάσματα; Δημιουργήθηκαν τα χερσαία ζώα πριν από τα πουλιά ή όχι, και πού βρισκόταν ο άνθρωπος—αναφορικά με το χρόνο και τη σειρά—σε σχέση με όλα αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα; Πώς προετοίμασε ο Θεός την επιφάνεια της γης για μια τόσο ευρεία ποικιλία ζωντανών πλασμάτων· πώς προμήθευσε τον αέρα όπου θα μπορούσαν να πετάνε τα πουλιά σε τέτοια ύψη· πώς παρείχε το νερό για να πίνουν και τη φυτική ζωή για να χρησιμεύει ως τροφή· πώς έφτιαξε το μεγάλο ‘φωστήρα’ για να φωτίζει τη μέρα και να δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να βλέπει· και πώς έφτιαξε το μικρότερο ‘φωστήρα’ για να ομορφαίνει τη νύχτα; Γιατί ήταν ο καιρός τόσο ήπιος και θερμός, ώστε μπορούσε ο άνθρωπος να κινείται, να εργάζεται και να κοιμάται ενώ ήταν εκτεθειμένος στα στοιχεία της φύσης και γυμνός;
6 Ο άνθρωπος δεν αφέθηκε να μαντέψει τις απαντήσεις. Το περίεργο μυαλό του άξιζε να πάρει νοήμονες απαντήσεις από μια αυθεντική πηγή που ήξερε ακριβώς. Αυτός δεν εγκαταλείφθηκε, σαν ένας αμαθής γιος του Θεού, αλλά η υψηλή νοημοσύνη του προφανώς ικανοποιήθηκε με τη θαυμαστή ιστορία της δημιουργίας που βρίσκεται στα εδάφια Γένεσις 1:1-25.
7 Ο Αδάμ θα ήταν πολύ ευγνώμων γι’ αυτή τη συναρπαστική αφήγηση της δημιουργίας. Αυτή η αφήγηση εξήγησε πολλά πράγματα. Από τη φρασεολογία της, ο Αδάμ κατάλαβε ότι υπήρχαν τρεις μεγάλες χρονικές περίοδοι—τις οποίες ο Θεός αποκαλούσε μέρες, σύμφωνα με το δικό Του τρόπο χρονομέτρησης—πριν από την τέταρτη δημιουργική περίοδο, κατά την οποία ο Θεός έκανε να εμφανιστούν στο εκπέτασμα του ουρανού οι δυο μεγάλοι ‘φωστήρες’, προκειμένου να προσδιορίζουν την πολύ μικρότερη, 24ωρη μέρα του ανθρώπου. Αυτή η μικρότερη ανθρώπινη μέρα της γης ήταν ο χρόνος από τότε που έπεφτε ο μεγαλύτερος ‘φωστήρας’ μέχρι την επόμενη δύση του. Ο Αδάμ έμαθε επίσης ότι επρόκειτο να υπάρχουν χρονικά έτη μπροστά του και, χωρίς αμφιβολία, άρχισε αμέσως να μετράει τα έτη της ζωής του. Ο μεγαλύτερος ‘φωστήρας’, που βρισκόταν στο εκπέτασμα του ουρανού, θα τον καθιστούσε ικανό να το κάνει αυτό. Αλλά, όσον αφορά τις μεγαλύτερες δημιουργικές μέρες του Θεού, ο πρώτος άνθρωπος συνειδητοποιούσε ότι ζούσε τότε στην έκτη μέρα του γήινου δημιουργικού έργου του Θεού. Δεν του είχε ειπωθεί ακόμη ότι είχε τελειώσει αυτή η έκτη μέρα, κατά την οποία δημιουργήθηκαν όλα εκείνα τα χερσαία ζώα κι έπειτα ο άνθρωπος ξεχωριστά. Τώρα θα καταλάβαινε τη σειρά με την οποία δημιουργήθηκαν τα φυτά, τα υδρόβια είδη ζωής, τα πτηνά και τα χερσαία ζώα. Αλλά όσο ήταν μόνος του στον κήπο της Εδέμ, ο Αδάμ δεν αποτελούσε την πλήρη, τέλεια έκφραση του στοργικού σκοπού που είχε ο Θεός για τον άνθρωπο στο γήινο Παράδεισό του.
Η Δημιουργία της Πρώτης Γυναίκας
8, 9. (α) Τι παρατήρησε ο τέλειος άνθρωπος σχετικά με τη ζωική δημιουργία, αλλά τι συμπέρανε για τον εαυτό του; (β) Γιατί ήταν κατάλληλο να μη ζητήσει ο τέλειος άνθρωπος σύντροφο από τον Θεό; (γ) Πώς περιγράφει η Βιβλική αφήγηση τη δημιουργία της πρώτης ανθρώπινης συζύγου;
8 Ο πρώτος άνθρωπος, με το τέλειο μυαλό και τις τέλειες δυνάμεις αντίληψης που είχε, διέκρινε ότι στο βασίλειο των πτηνών και των ζώων υπήρχαν αρσενικά και θηλυκά κι ότι αυτά αναπαρήγαν το είδος τους. Αλλά δεν συνέβαινε τότε το ίδιο και με τον άνθρωπο. Αν αυτή η παρατήρηση τον υποκίνησε να κάνει σκέψεις σχετικά με το να απολαμβάνει ένα σύντροφο, δεν βρήκε κανένα κατάλληλο σύντροφο στο ζωικό βασίλειο, ούτε ακόμη κι ανάμεσα στους πιθήκους. Ο Αδάμ θα συμπέρανε ότι δεν υπήρχε σύντροφος γι’ αυτόν, επειδή, αν υπήρχε κάποιος, δεν θα του τον έφερνε ο Θεός; Ο άνθρωπος είχε δημιουργηθεί ξεχωριστά απ’ όλα αυτά τα είδη ζώων, και προφανώς επρόκειτο να είναι διαφορετικός! Δεν είχε την τάση να παίρνει μόνος του αποφάσεις για τα διάφορα ζητήματα και να γίνει αυθάδης, ζητώντας από τον Θεό, τον Δημιουργό του, να του δώσει σύντροφο. Ήταν κατάλληλο για τον τέλειο άνθρωπο να αφήσει το ζήτημα εξ ολοκλήρου στον Θεό, γιατί λίγο αργότερα διαπίστωσε ότι ο Θεός είχε βγάλει τα δικά Του συμπεράσματα σχετικά μ’ αυτή την κατάσταση. Σχετικά μ’ αυτό και με το τι συνέβη τώρα, η αφήγηση μας λέει:
9 ‘Εις δε τον Αδάμ δεν ευρίσκετο βοηθός όμοιος με αυτόν [ως συμπλήρωμά του, ΜΝΚ]. Και επέβαλε Ιεχωβά ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ, και εκοιμήθη· και έλαβε μίαν εκ των πλευρών αυτού και έκλεισε με σάρκα τον τόπον αυτής. Και κατεσκεύασε Ιεχωβά ο Θεός την πλευράν, την οποίαν έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα και έφερεν αυτήν προς τον Αδάμ. Και είπεν ο Αδάμ, Τούτο είναι τώρα [επιτέλους, ΜΝΚ] οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου· αύτη θέλει ονομασθή ανδρίς διότι εκ του ανδρός αύτη ελήφθη. Δια τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού· και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν. Ήσαν δε και οι δύο γυμνοί, ο Αδάμ και η γυνή αυτού, και δεν ησχύνοντο’.—Γένεσις 2:20-25.
10. Πώς αντέδρασε ο τέλειος άντρας όταν του παρουσιάστηκε η τέλεια γυναίκα, και τι μπορεί να δείχνουν τα λόγια του;
10 Τα λόγια που είπε αυτός, όταν του παρουσιάστηκε η τέλεια γυναίκα ως βοηθός και συμπλήρωμα, εξέφραζαν πλήρη ικανοποίηση: ‘Τούτο είναι επιτέλους οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου’. Με βάση αυτά τα λόγια που είπε όταν είδε τελικά τη νεοδημιουργημένη σύζυγό του, συμπεραίνουμε ότι ο Αδάμ μπορεί να περίμενε αρκετό καιρό για να λάβει αυτό το γοητευτικό ανθρώπινο ταίρι του. Περιγράφοντας το συμπλήρωμά του, ο Αδάμ ονόμασε τη σύζυγό του «Ανδρίς» (ισάχ, δηλαδή κατά γράμμα «θηλυκός άντρας»), «διότι εκ του ανδρός αύτη ελήφθη». (Γένεσις 2:23, Μετάφραση Νέου Κόσμου με Παραπομπές, υποσημείωση) Ο Αδάμ δεν ένιωσε καμιά σαρκική συγγένεια με τα πτηνά και τα χερσαία ζώα, τα οποία του είχε παρουσιάσει ο Θεός για να τα ονομάσει. Η σάρκα του ήταν διαφορετική από τη δική τους. Αλλά αυτή η γυναίκα είχε στ’ αλήθεια το ίδιο είδος σάρκας μ’ αυτόν. Το οστό που πάρθηκε από τα πλευρά του παρήγαγε το ίδιο είδος αίματος μ’ εκείνο που βρισκόταν στο δικό του σώμα. (Βλέπε Ματθαίος 19:4-6.) Τώρα αυτός είχε κάποιον, στον οποίο μπορούσε να ενεργεί ως προφήτης του Θεού και με τον οποίο μπορούσε να συμμεριστεί το θαυμαστό ιστορικό της δημιουργίας.
11-13. (α) Ποια ερωτήματα θα μπορούσαν να ανακύψουν σχετικά με το γεγονός ότι έλαβε ο Αδάμ σύζυγο; (β) Ποιος ήταν ο σκοπός του Θεού για το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι; (γ) Τι θα χρησίμευε ως τροφή για την τέλεια ανθρώπινη οικογένεια;
11 Αλλά ποιος ήταν ο σκοπός για τον οποίον ο Δημιουργός του ανθρώπου τού έδωσε σύζυγο; Απλώς για να του παρέχει ένα βοηθό κι ένα συμπλήρωμα, ένα σύντροφο του είδους του για να μη νιώθει μοναξιά; Η αφήγηση εξηγεί το σκοπό του Θεού, καθώς μας περιγράφει την ευλογία που απηύθυνε ο Θεός στο γάμο τους:
12 «Και είπεν ο Θεός, Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών· και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί των κτηνών και επί πάσης της γης και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γης. Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα εαυτού· κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν· άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς· και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός· και είπε προς αυτούς ο Θεός, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν, και εξουσιάζετε επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης.
13 »Και είπεν ο Θεός, Ιδού, σας έδωκα πάντα χόρτον κάμνοντα σπόρον, όστις είναι επί του προσώπου πάσης της γης, και παν δένδρον, το οποίον έχει εν εαυτώ καρπόν δένδρου κάμνοντος σπόρον· ταύτα θέλουσιν είσθαι εις εσάς προς τροφήν· και εις πάντα τα ζώα της γης και εις πάντα τα πετεινά του ουρανού και εις παν ερπετόν έρπον επί της γης και έχον εν εαυτώ ψυχήν ζώσαν, έδωκα πάντα χλωρόν χόρτον εις τροφήν. Και έγεινεν ούτω».—Γένεσις 1:26-30.
Προοπτικές που Είχε το Πρώτο Ανθρώπινο Ζευγάρι
14. Με την ευλογία του Θεού, τι μέλλον είχαν μπροστά τους, ο τέλειος άντρας και η τέλεια γυναίκα, και τι θα μπορούσαν δικαιολογημένα να οραματιστούν;
14 Τι θαυμάσιο πράγμα που ήταν για εκείνον τον τέλειο άντρα και την τέλεια σύζυγό του να ακούνε τη φωνή του Θεού να τους μιλάει, να τους λέει τι να κάνουν και να τους ευλογεί! Με την ευλογία του Θεού, η ζωή δεν θα ήταν μάταιη, αλλά αυτοί θα ήταν ικανοί να κάνουν όσα τους είχε ειπωθεί να κάνουν. Τι θαυμάσιο μέλλον που υπήρχε μπροστά τους! Καθώς το ευτυχισμένο αντρόγυνο βρίσκονταν εκεί στο σπίτι τους, στον κήπο της Εδέμ, πιθανόν να συλλογίζονταν τι θα συνέβαινε τελικά, καθώς θα εκτελούσαν το θέλημα που είχε ο Θεός γι’ αυτούς. Καθώς ατένιζαν νοερά στο απώτερο μέλλον, δεν έβλεπαν μονάχα τον ‘κήπο της Εδέμ, προς την ανατολή’, αλλά ολόκληρη τη γη γεμάτη ανθρώπους με λαμπερά πρόσωπα. (Γένεσις 2:8) Η καρδιά του άντρα και της γυναίκας θα σκιρτούσε με τη σκέψη ότι όλοι αυτοί θα ήταν παιδιά τους, απόγονοί τους. Όλοι ήταν τέλειοι, αψεγάδιαστοι σ’ ό,τι αφορά τη γραμμή του σώματος και την κατασκευή, θα ήταν διαρκώς νέοι, θα απολάμβαναν με αφθονία καλή υγεία και τη χαρά της ζωής, θα εκδήλωναν όλοι τους τέλεια αγάπη ο ένας για τον άλλον, θα λάτρευαν όλοι ενωμένα τον μεγαλειώδη Δημιουργό, τον ουράνιο Πατέρα τους, και θα το έκαναν αυτό μαζί με τον πρώτο ανθρώπινο πατέρα και την πρώτη ανθρώπινη μητέρα. Τι αγαλλίαση πρέπει να ένιωσαν στην καρδιά τους, ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα, με τη σκέψη ότι θα είχαν μια τέτοια οικογένεια!
15, 16. (α) Γιατί θα υπήρχε άφθονη τροφή για την ανθρώπινη οικογένεια; (β) Καθώς θα μεγάλωνε σε αριθμό η ευτυχισμένη οικογένεια, ποια εργασία θα είχαν να κάνουν έξω από τον κήπο της Εδέμ;
15 Θα υπήρχε άφθονη τροφή για κάθε μέλος αυτής της ανθρώπινης οικογένειας που θα γέμιζε ολόκληρη τη γη. Υπήρχε άφθονη τροφή από την αρχή, εκεί στον κήπο της Εδέμ. Ο Θεός είχε προμηθεύσει γι’ αυτούς και τους είχε δώσει κάθε φυτό που είχε σπόρο, για να χρησιμεύει ως τροφή που ήταν υγιεινή και συντηρούσε τη ζωή, μαζί με τα καρποφόρα δέντρα.—Παράβαλε Ψαλμός 104:24.
16 Καθώς θα μεγάλωνε σε αριθμό η ευτυχισμένη τους οικογένεια, αυτοί θα επέκτειναν τον κήπο στα μέρη που βρίσκονταν πέρα από τα όρια της Εδέμ, γιατί τα λόγια του Θεού καταδεικνύουν ότι έξω από τον κήπο της Εδέμ η γη βρισκόταν σε απροετοίμαστη κατάσταση. Τουλάχιστο, δεν τη φρόντιζε κανείς και δεν ήταν καλλιεργημένη στο ίδιο υψηλό επίπεδο όσο και ο κήπος της Εδέμ. Γι’ αυτό τους είπε ο Δημιουργός τους να ‘κυριεύσουν’ τη γη καθώς θα τη γέμιζαν.—Γένεσις 1:28.
17. Γιατί θα υπήρχε άφθονη τροφή για τον αυξανόμενο πληθυσμό, και τι θα επικρατούσε τελικά, καθώς θα μεγάλωνε ο κήπος;
17 Καθώς ο κήπος θα επεκτεινόταν από τέλειους καλλιεργητές και φροντιστές, η κυριευμένη γη θα απέδιδε άφθονη παραγωγή για τον αυξανόμενο πληθυσμό. Τελικά, ο σταθερά επεκτεινόμενος κήπος θα κάλυπτε ολόκληρη τη γη, και θα επικρατούσε ένας παγγήινος παράδεισος, που θα ανθούσε και θα αποτελούσε το αιώνιο σπίτι του ανθρώπινου γένους. Από τον ουρανό, θα ήταν σαν ένα όμορφο στολίδι, και ο ουράνιος Δημιουργός θα το χαρακτήριζε ‘καλό λίαν’.—Παράβαλε Ιώβ 38:7.
18. Γιατί δεν θα υπήρχε καμιά ενόχληση στον παγγήινο κήπο της Εδέμ, και ποια ειρηνική κατάσταση θα επικρατούσε;
18 Θα επικρατούσε παντού ειρήνη και δεν θα υπήρχε καμιά ενόχληση, ακριβώς όπως συνέβαινε σ’ εκείνο τον κήπο της Εδέμ, όπου βρέθηκε ο νιόπαντρος άντρας και η νιόπαντρη γυναίκα. Δεν θα ήταν ανάγκη να φοβούνται οι άνθρωποι ότι θα κινδυνεύουν ή ότι θα υποστούν κάποια βλάβη απ’ όλα εκείνα τα ζώα και τα πτηνά που είχε επιθεωρήσει και ονομάσει, ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ. Σαν τον πρώτο ανθρώπινο πατέρα τους και την πρώτη ανθρώπινη μητέρα τους, αυτοί οι τέλειοι κάτοικοι του παγγήινου Παράδεισου θα είχαν σε υποταγή τα ψάρια της θάλασσας, τα πτηνά του ουρανού και κάθε ζωντανό πλάσμα που κινείται πάνω στη γη, ακόμη και τα άγρια θηρία του αγρού. Αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα θα υποτάσσονταν ενστικτωδώς στον άνθρωπο, που δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα Θεού», κι έτσι θα είχαν ειρήνη μαζί του. Καθώς θα είχαν σε υποταγή αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα, οι τρυφεροί, τέλειοι ανθρώπινοι κύριοί τους θα προωθούσαν ένα ειρηνικό κλίμα στη ζωική δημιουργία. Η ειρηνική επιρροή αυτών των θεοειδών ανθρώπινων κυρίων θα απλωνόταν προστατευτικά πάνω σ’ αυτά τα κατώτερα ζωντανά πλάσματα, που θα ένιωθαν ικανοποιημένα. Πάνω απ’ όλα, το τέλειο ανθρώπινο γένος θα είχε ειρήνη με τον Θεό, του οποίου η ευλογία δεν θα αφαιρούνταν ποτέ από πάνω τους.—Παράβαλε Ησαΐας 11:9.
Ο Θεός Αναπαύεται από τα Δημιουργικά Του Έργα
19. (α) Σε σχέση με το σκοπό του Θεού, τι πρέπει να συνειδητοποίησε ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα; (β) Τι έδειξε ο Θεός σε σχέση με το χρόνο;
19 Καθώς το τέλειο ανθρώπινο ζευγάρι θα συλλογιζόταν την ολοκληρωμένη γήινη σκηνή σύμφωνα με το σκοπό του Θεού, θα συνειδητοποιούσε κάτι. Για να εκτελέσουν αυτή τη θαυμάσια αποστολή που τους είχε αναθέσει ο Θεός, θα χρειάζονταν χρόνο. Πόσο χρόνο; Ο Δημιουργός και ουράνιος Πατέρας τους ήξερε. Εκείνος τους έδειξε ότι η μεγάλη σειρά των δημιουργικών ημερών είχε φτάσει τώρα σ’ ένα ακόμη τέλος και ότι βρίσκονταν στο ‘βράδυ’, στο αρχικό σημείο μιας νέας μέρας, σύμφωνα με το πώς ο Θεός υπολόγιζε τις δημιουργικές μέρες. Αυτή επρόκειτο να είναι μια μέρα ευλογημένη και αγιασμένη για τον αγνό, δίκαιο σκοπό του Θεού. Ο τέλειος άνθρωπος, ο προφήτης του Θεού, ενημερώθηκε γι’ αυτό. Το θεόπνευστο ιστορικό μάς λέει:
20. Τι λέει η Βιβλική αφήγηση σχετικά με την ‘έβδομη μέρα’;
20 ‘Και είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν. Και έγεινεν εσπέρα και έγεινε πρωί, ημέρα έκτη. Και συνετελέσθησαν ο ουρανός και η γη και πάσα η στρατιά αυτών. Και είχε συντετελεσμένα ο Θεός εν τη ημέρα τη εβδόμη τα έργα αυτού, τα οποία έκαμε· και ανεπαύθη την ημέραν την εβδόμην από πάντων των έργων αυτού, τα οποία έκαμε. Και ευλόγησεν ο Θεός την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν· διότι εν αυτή ανεπαύθη από πάντων των έργων αυτού, τα οποία έκτισε και έκαμεν ο Θεός. Αύτη είναι η γένεσις [ιστορία, ΜΝΚ] του ουρανού και της γης, ότε εκτίσθησαν αυτά, καθ’ ην ημέραν εποίησε Ιεχωβά ο Θεός γην και ουρανόν’.—Γένεσις 1:31–2:4.
21. (α) Λέει η Αγία Γραφή ότι τερμάτισε ο Θεός τη μέρα ανάπαυσής του και ότι αυτή ήταν ‘καλή λίαν’; Εξηγήστε. (β) Ποια ερωτήματα ανακύπτουν;
21 Η αφήγηση δεν λέει ότι ο Θεός τερμάτισε τη μέρα ανάπαυσής του κι ότι είδε πως ήταν ‘καλή λίαν’, και ότι έγινε βράδυ και πρωί, μέρα έβδομη. Για να αντιστοιχεί με τις προηγούμενες έξι δημιουργικές μέρες, η έβδομη μέρα αναμένεται ακόμη να ανακηρυχθεί ‘καλή λίαν’, γιατί δεν έχει τελειώσει ακόμη. Μπορεί μέχρι στιγμής ο Ιεχωβά Θεός να ανακηρύξει αυτή τη μέρα ‘καλή λίαν’; Είναι αυτή μέχρι στιγμής μέρα ειρηνικής ανάπαυσης γι’ αυτόν; Τι μπορούμε να πούμε για τη συναρπαστικότατη προοπτική που οραματίστηκαν, ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα, τη μέρα του γάμου τους στον Παράδεισο; Ας το δούμε αυτό, καθώς εκτυλίσσεται η σκηνή στο επόμενο άρθρο.
[Υποσημειώσεις]
a Αυτά είναι ονόματα που βρίσκονται στο εβραϊκό κείμενο της Γένεσης και άλλων θεόπνευστων βιβλίων των Εβραϊκών Γραφών.
-
-
Οι Προοπτικές για τον Παράδεισο Ισχύουν Παρά την Ανυπακοή του ΑνθρώπουΗ Σκοπιά—1989 | 1 Αυγούστου
-
-
Οι Προοπτικές για τον Παράδεισο Ισχύουν Παρά την Ανυπακοή του Ανθρώπου
1. Με το πέρασμα του χρόνου, πού βρίσκεται ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα, και μέσα σε τι περιβάλλον;
ΕΧΕΙ περάσει καιρός. Ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα δεν νιώθουν πια αθώα με τη γύμνια τους. Είναι ντυμένοι με μακριά ενδύματα από δέρματα ζώων. Βρίσκονται ακριβώς έξω από την είσοδο του τέλειου κήπου της Εδέμ. Έχουν γυρισμένη την πλάτη τους προς τον κήπο. Κοιτάζουν τη σκηνή που βρίσκεται μπροστά τους. Βλέπουν μονάχα ακαλλιέργητο έδαφος. Είναι ολοφάνερο ότι αυτό το έδαφος δεν έχει την ευλογία του Θεού. Μπορούν να δουν μπροστά τους αγκάθια και τριβόλια. Δεν είναι αυτή η γη την οποία τους είχε ανατεθεί η αποστολή να κυριεύσουν; Ναι, αλλά ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα δεν βρίσκονται τώρα εκεί έξω με σκοπό να επεκτείνουν τον κήπο της Εδέμ σ’ αυτή την αφρόντιστη γη.
2. Γιατί δεν προσπαθούν, ο άντρας και η γυναίκα, να ξαναμπούν στον παραδεισένιο κήπο;
2 Αφού αντικρίζουν ένα τόσο διαφορετικό θέαμα, γιατί δεν γυρίζουν πίσω να ξαναμπούν στον παραδεισένιο κήπο; Αυτό είναι εύκολο να το προτείνει κανείς, αλλά κοιτάξτε τι υπάρχει πίσω τους, στην είσοδο του κήπου. Υπάρχουν κάποια πλάσματα που ποτέ δεν τα είχαν ξαναδεί, ούτε ακόμη και μέσα στον κήπο, τα χερουβείμ, και η φλογισμένη λεπίδα μιας ρομφαίας που περιστρέφεται διαρκώς. Ο άντρας και η γυναίκα ποτέ δεν θα μπορούσαν να περάσουν από εκεί και να μπουν ζωντανοί στον κήπο.—Γένεσις 3:24.
3. Τι είχε συμβεί, που άλλαξε τόσο δραστικά την κατάσταση του πρώτου ζευγαριού;
3 Τι είχε συμβεί; Δεν πρόκειται για κανένα μυστήριο, τόσο περίπλοκο που να φέρνει σε αμηχανία την επιστήμη επί χιλιάδες χρόνια. Η εξήγηση δίνεται απλά. Ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα θα δοκίμαζαν την πραγματοποίηση των θαυμάσιων προοπτικών τις οποίες τους πρόσφερε η αποστολή που τους είχε αναθέσει ο Θεός τη μέρα του γάμου τους, αλλά με τον όρο ότι θα υπήκουαν στον ουράνιο Πατέρα τους στο πιο μικρό ζήτημα. Η τέλεια υπακοή τους επρόκειτο να δοκιμαστεί με την απαγόρευση ενός και μόνο είδους τροφής: Δεν έπρεπε να φάνε τον καρπό του δέντρου «της γνώσεως του καλού και του κακού». (Γένεσις 2:16, 17) Αν έτρωγαν παραβιάζοντας τις εντολές του Θεού, θα πέθαιναν οπωσδήποτε. Αυτό είπε ο Αδάμ, ως προφήτης του Θεού, στη γυναίκα του, το νεότερο ανθρώπινο πλάσμα. Αλλά ξαφνικά, εκείνο το ναχάς, το φίδι, αρνήθηκε την αληθινότητα όσων είχε πει ο Θεός στον Αδάμ, όταν τον προειδοποίησε να μη φάει από το απαγορευμένο δέντρο «της γνώσεως του καλού και του κακού». Το φίδι εξαπάτησε τη γυναίκα και την έκανε να πιστέψει ότι αν παρέβαινε το νόμο του Θεού και έτρωγε από τον απαγορευμένο καρπό θα γινόταν η ίδια σαν τον Θεό και θα καθόριζε ανεξάρτητα από τον Θεό τι είναι καλό και τι είναι κακό.—Γένεσις 3:1-5.
Δεν Πρόκειται για Μυθική Αφήγηση
4, 5. Πώς δείχνει ο απόστολος Παύλος ότι η αφήγηση για την εξαπάτηση της πρώτης γυναίκας από το φίδι δεν ήταν μύθος;
4 Απίστευτο; Μήπως μοιάζει αυτό πολύ με μύθο, με θρύλο που δεν βασίζεται σε γεγονότα, και συνεπώς δεν είναι αποδεκτός από το διαφωτισμένο μυαλό των σύγχρονων ενηλίκων; Όχι, δεν είχαν έτσι τα πράγματα, σύμφωνα με την άποψη ενός συγγραφέα που διαβάζεται πολύ ακόμη και σήμερα, ενός αξιόπιστου συγγραφέα, ενός ειδικά εκλεγμένου αποστόλου, ο οποίος γνώριζε την ορθότητα των όσων έγραφε. Αυτός ο απόστολος, ο Παύλος, έγραψε στην εκκλησία των ενήλικων Χριστιανών που ζούσαν στη γεμάτη κοσμική σοφία πόλη της Κορίνθου: «Φοβούμαι όμως μήπως, καθώς ο όφις εξηπάτησε την Εύαν δια της πανουργίας αυτού, διαφθαρή ούτως ο νους σας, εκπεσών από της απλότητος της εις τον Χριστόν».—2 Κορινθίους 11:3.
5 Ο Παύλος δεν θα αναφερόταν σ’ ένα μύθο, σ’ ένα παραμύθι, δεν θα χρησιμοποιούσε ένα τέτοιο φανταστικό πράγμα για να τονίσει κάποιο ζήτημα σ’ εκείνους τους Κορινθίους, οι οποίοι ήταν καλά εξοικειωμένοι με τους μύθους της ειδωλολατρικής ελληνικής θρησκείας. Παραθέτοντας από τις θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές, οι οποίες δήλωσε ότι είναι ο ‘λόγος του Θεού’, ο απόστολος Παύλος επιβεβαίωσε ότι «ο όφις εξηπάτησε την Εύαν δια της πανουργίας αυτού». (1 Θεσσαλονικείς 2:13) Επιπλέον, όταν έγραφε σ’ ένα Χριστιανό πρεσβύτερο που είχε επωμιστεί το καθήκον να διδάσκει «το υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων», ο απόστολος Παύλος είπε: «Ο Αδάμ πρώτος επλάσθη, έπειτα η Εύα· και ο Αδάμ δεν ηπατήθη, αλλ’ η γυνή απατηθείσα [πλήρως, ΜΝΚ] έγεινε παραβάτις».—2 Τιμόθεον 1:13· 1 Τιμόθεον 2:13, 14.
6. (α) Πώς διέφερε η παράβαση που διέπραξε ο Αδάμ κατά του Θεού από εκείνη που διέπραξε η γυναίκα; (β) Γιατί μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η γυναίκα δεν έπλασε κάποια ιστορία σχετικά με το φίδι;
6 Το ότι εξαπατήθηκε η γυναίκα από το φίδι είναι γεγονός, όχι μύθος, ακριβώς όπως και οι συνέπειες του ότι παρήκουσε και έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό είναι αδιαμφισβήτητα ιστορικά γεγονότα. Αφού λοιπόν διέπραξε η ίδια παράβαση κατά του Θεού, παρέσυρε το σύζυγό της και τον έκανε να φάει μαζί της, αλλά το γεγονός ότι αυτός έφαγε δεν οφειλόταν στο ότι εξαπατήθηκε πλήρως. (Γένεσις 3:6) Το ιστορικό, που αναφέρει πώς λογοδότησαν έπειτα αυτοί στον Θεό, λέει: ‘Και είπεν ο Αδάμ, Η γυνή την οποίαν έδωκας να ήναι μετ’ εμού, αυτή μοι έδωκεν από του δένδρου, και έφαγον. Και είπε Ιεχωβά ο Θεός προς την γυναίκα, Τι είναι τούτο το οποίον έκαμες; Και η γυνή είπεν, Ο όφις με ηπάτησε, και έφαγον’. (Γένεσις 3:12, 13) Η γυναίκα δεν έπλασε κάποια ιστορία σχετικά μ’ εκείνο το ναχάς, το φίδι, και ο Ιεχωβά Θεός δεν εξέλαβε την εξήγησή της ως επινόημα, ως μύθο. Χειρίστηκε το φίδι ως το όργανο που εξαπάτησε τη γυναίκα και την έκανε να διαπράξει παράβαση κατά του Ίδιου, του Θεού και Δημιουργού της. Θα ήταν αναξιοπρεπές για τον Θεό το να ασχοληθεί μ’ ένα απλώς μυθολογικό φίδι.
7. (α) Πώς περιγράφει η Βιβλική αφήγηση τη δικαστική διαδικασία που ακολούθησε ο Θεός σχετικά με το φίδι; (β) Πώς θα μπορούσε να εξαπατήσει κι εμάς το φίδι που εξαπάτησε την πρώτη γυναίκα; (Να περιλάβετε το σχόλιο της υποσημείωσης.)
7 Περιγράφοντας τη δικαστική διαδικασία που ακολούθησε ο Θεός σχετικά μ’ εκείνο το φίδι στον κήπο της Εδέμ, η αφήγηση λέει: ‘Και είπε Ιεχωβά ο Θεός προς τον όφιν, Επειδή έκαμες τούτο, επικατάρατος να ήσαι μεταξύ πάντων των κτηνών, και πάντων των ζώων του αγρού· επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί, και χώμα θέλεις τρώγει, πάσας τας ημέρας της ζωής σου· και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού’. (Γένεσις 3:14, 15) Κάθε σοβαρό δικαστήριο ασχολείται με γεγονότα και σταθμίζει πραγματικές αποδείξεις, όχι θρύλους. Ο Ιεχωβά Θεός δεν γελοιοποιούσε τον εαυτό του απευθύνοντας τη δικαστική του καταδίκη σ’ ένα μυθικό φίδι, αλλά εξέδιδε κρίση για ένα πραγματικό, υπαρκτό πλάσμα που ήταν υπόλογο. Θα ήταν, όχι γελοίο, αλλά οικτρό αν αυτό το ίδιο φίδι κατάφερνε να μας εξαπατήσει και να μας κάνει να πιστεύουμε ότι ποτέ δεν υπήρξε, ότι ήταν απλώς ένας μύθος, ότι δεν ήταν υπόλογο για τίποτα το εσφαλμένο εδώ πάνω στη γη.a
8. Ποια κρίση εξέδωσε ο Θεός για τη γυναίκα, και με ποιες συνέπειες για τις θυγατέρες και τις εγγονές της;
8 Αντιμετωπίζοντας ως γεγονός τη δήλωση της γυναίκας σχετικά με το φίδι, η αφήγηση που αναφέρεται στη σύζυγο του άντρα λέει: «Προς δε την γυναίκα είπε, Θέλω υπερπληθύνει τας λύπας σου και τους πόνους της κυοφορίας σου· με λύπας θέλεις γεννά τέκνα· και προς τον άνδρα σου θέλει είσθαι η επιθυμία σου, και αυτός θέλει σε εξουσιάζει». (Γένεσις 3:16) Τίποτα παρόμοιο δεν περιλαμβανόταν στην ευλογία που είχε δώσει ο Θεός όταν αυτή παντρεύτηκε τον Αδάμ, τότε που τους είπε ο Θεός: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γην». (Γένεσις 1:28) Εκείνη η ευλογημένη αποστολή που ανατέθηκε στο τέλειο ανθρώπινο ζευγάρι έδειχνε ότι η γυναίκα θα είχε πολλές εγκυμοσύνες, αλλά δεν έδειχνε ότι θα υπέφερε από υπερβολικές ωδίνες και ακραίους πόνους στον τοκετό, ούτε ότι θα την καταπίεζε ο σύζυγός της. Αυτή η κρίση που εξαγγέλθηκε στην παραβάτισσα γυναίκα επρόκειτο να επηρεάσει τις θυγατέρες και τις εγγονές της, στη μια γενιά μετά την άλλη.
Ο Νόμος του Θεού Μεγαλύνεται με την Καταδίκη που Επιβάλλεται στον Αδάμ
9, 10. (α) Ποια προειδοποίηση είχε δώσει ο Θεός απευθείας στον Αδάμ, και ποιες θα ήταν οι συνέπειες αν έθετε σε εφαρμογή ο Θεός μια τέτοια τιμωρία; (β) Ποια κρίση εξέδωσε ο Θεός κατά του Αδάμ;
9 Αλλά ποιες αλλαγμένες καταστάσεις επρόκειτο να δοκιμάσει η γυναίκα μαζί με τον άντρα, τον οποίο είχε παρασύρει κάνοντάς τον να διαπράξει κι αυτός παράβαση; Ο Θεός είχε πει απευθείας σ’ αυτόν τον άντρα: «Από δε του ξύλου [δέντρου, ΜΝΚ] της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει». (Γένεσις 2:17) Θα έθετε σε εφαρμογή ο Θεός, ο Κριτής, μια τέτοια τελεσίδικη ποινή, απλώς επειδή έφαγε ο Αδάμ έναν καρπό; Αναλογιστείτε τι θα σήμαινε η εκτέλεση μιας τέτοιας ποινής! Θα κατέστρεφε από μόνη της τη συναρπαστική προοπτική που έτρεφαν ο Αδάμ και η Εύα τη μέρα του γάμου τους, την προοπτική να γεμίσουν ολόκληρη τη γη με τους απογόνους τους, με μια τέλεια ανθρώπινη φυλή που θα κατοικούσε για πάντα, ειρηνικά σε μια παραδεισένια γη, με αιώνια νεότητα, απολαμβάνοντας ειρηνικές σχέσεις με τον Θεό και ουράνιο Πατέρα τους! Είναι βέβαιο ότι ο Θεός δεν θα ματαίωνε το θαυμαστό σκοπό που είχε για το ανθρώπινο γένος και για το γήινο σπίτι του ανθρώπου, επιβάλλοντας με αυστηρότητα τη θανατική ποινή στους πρώτους γονείς όλου του ανθρώπινου γένους! Αλλά ακούστε τη θεϊκή απόφαση, όπως καταγράφηκε με σαφήνεια στη Βιβλική αφήγηση:
10 «Προς δε τον Αδάμ είπεν, Επειδή υπήκουσας εις τον λόγον της γυναικός σου, και έφαγες από του δένδρου, από του οποίου προσέταξα εις σε λέγων, Μη φάγης απ’ αυτού, κατηραμένη να ήναι η γη εξ αιτίας σου· με λύπας θέλεις τρώγει τους καρπούς αυτής πάσας τας ημέρας της ζωής σου· και ακάνθας και τριβόλους θέλει βλαστάνει εις σε· και θέλεις τρώγει τον χόρτον του αγρού· εν τω ιδρώτι του προσώπου σου θέλεις τρώγει τον άρτον σου, εωσού επιστρέψης εις την γην, εκ της οποίας ελήφθης· επειδή γη είσαι, και εις γην θέλεις επιστρέψει».—Γένεσις 3:17-19.
11. Ποια γεγονότα σχετικά με την υπακοή δείχνουν παραστατικά την ορθότητα της κρίσης που εξέδωσε ο Θεός κατά του Αδάμ;
11 Αυτή η κρίση σήμαινε την εκτέλεση της θανατικής ποινής στον άντρα, άσχετα με τις συνέπειες που θα επέφερε αυτό στο σκοπό τον οποίο είχε ο Θεός να γεμίσει μια παραδεισένια γη με τέλειους άντρες και τέλειες γυναίκες, που να συγκατοικούν ειρηνικά, και να καλλιεργούν και να φροντίζουν για πάντα τον παγγήινο παραδεισένιο κήπο. Ο άντρας είχε ακούσει τη φωνή της γυναίκας του αντί για τη φωνή του Θεού, που του είχε πει να μη φάει από το απαγορευμένο δέντρο «της γνώσεως του καλού και του κακού». Κι αν δεν υπήκουσε ο ίδιος στη φωνή του Θεού και Δημιουργού του, θα δίδασκε με συνέπεια τα παιδιά του να το κάνουν αυτό; Θα μπορούσε να τους μιλάει για το δικό του παράδειγμα, προκειμένου να τα διδάσκει να υπακούνε στον Ιεχωβά Θεό;—Παράβαλε 1 Σαμουήλ 15:22.
12, 13. (α) Πώς θα επηρεάζονταν τα παιδιά του Αδάμ από την αμαρτία του; (β) Γιατί δεν άξιζε ο Αδάμ να ζει για πάντα στον Παράδεισο ή έστω οπουδήποτε στη γη;
12 Θα μπορούσαν τα παιδιά του Αδάμ να τηρούν το νόμο του Θεού τέλεια, όπως μπορούσε κάποτε να κάνει ο ίδιος όταν βρισκόταν σε ανθρώπινη τελειότητα; Με τη λειτουργία των νόμων της κληρονομικότητας, δεν θα μετέδιδε στα παιδιά του την αδυναμία του, καθώς και την τάση που είχε να παρακούει τη φωνή του Θεού και να ακούει κάποια άλλη φωνή; Η τεκμηριωμένη ιστορία παρέχει τις απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα.—Ρωμαίους 5:12.
13 Άξιζε να ζει για πάντα στον Παράδεισο, ή έστω οπουδήποτε στη γη, ένας τέτοιος άνθρωπος, που για χάρη κάποιου ανθρώπινου πλάσματος απομακρύνθηκε από την τέλεια υπακοή στον Θεό, η οποία αποτελούσε έκφραση της τέλειας αγάπης προς τον Θεό; Θα ήταν καν ασφαλές να του επιτραπεί να ζει στη γη για πάντα; Αν του επιτρεπόταν να ζει στη γη για πάντα παρ’ όλη την παράβασή του, θα μεγάλυνε αυτό το νόμο του Θεού και θα επιδείκνυε την απόλυτη δικαιοσύνη Του ή θα δίδασκε έλλειψη σεβασμού για το νόμο του Θεού και θα υπονοούσε ότι ο λόγος του Θεού είναι αναξιόπιστος;
Εκδιώκονται Από τον Κήπο της Εδέμ
14. Πώς περιγράφει η Βιβλική αφήγηση τις ενέργειες που έκανε ο Θεός κατά του Αδάμ και της συζύγου του;
14 Η Βιβλική αφήγηση μας λέει με ποιο τρόπο διευθέτησε αυτά τα ζητήματα ο Θεός: ‘Και έκαμε Ιεχωβά ο Θεός εις τον Αδάμ και εις την γυναίκα αυτού χιτώνας δερματίνους [μακριά δερμάτινα ενδύματα, ΜΝΚ], και ενέδυσεν αυτούς. Και είπε Ιεχωβά ο Θεός, Ιδού, έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν· και τώρα μήπως εκτείνη την χείρα αυτού, και λάβη και από του ξύλου της ζωής, και φάγη, και ζήση αιωνίως· όθεν Ιεχωβά ο Θεός εξαπέστειλεν αυτόν εκ του παραδείσου της Εδέμ, δια να εργάζηται την γην εκ της οποίας ελήφθη. Και εξεδίωξε τον Αδάμ· και κατά ανατολάς του παραδείσου της Εδέμ έθεσε τα Χερουβείμ, και την ρομφαίαν την φλογίνην, την περιστρεφομένην, δια να φυλάττωσι την οδόν του ξύλου της ζωής’.—Γένεσις 3:21-24.
15. (α) Πώς έδειξε ο Θεός κατανόηση για το αίσθημα ντροπής που ένιωθαν ο Αδάμ και η σύζυγός του επειδή ήταν γυμνοί; (β) Πώς εκδιώχθηκε το πρώτο ζευγάρι από τον κήπο της Εδέμ; (γ) Ποιες αλλαγμένες καταστάσεις αντιμετώπισε ο Αδάμ και η σύζυγός του έξω από τον κήπο της Εδέμ;
15 Ο θεϊκός Κριτής έδειξε κατανόηση για το αίσθημα ντροπής που ένιωθαν οι αμαρτωλοί Αδάμ και Εύα, επειδή ήταν γυμνοί. Με κάποιο τρόπο που δεν αναφέρεται, τους έδωσε μακριά δερμάτινα ενδύματα, για να αντικαταστήσουν τα φύλλα συκιάς που είχαν ράψει μόνοι τους και με τα οποία κάλυπταν τις λαγόνες τους. (Γένεσις 3:7) Τα δερμάτινα ενδύματα θα κρατούσαν περισσότερο και θα τους παρείχαν μεγαλύτερη προστασία από τα αγκάθια και τα τριβόλια, και από ό,τι άλλο βρισκόταν έξω από τον κήπο της Εδέμ το οποίο θα μπορούσε να τους τραυματίσει. Επειδή είχαν κακή συνείδηση αφότου αμάρτησαν, είχαν προσπαθήσει να κρυφτούν από τα μάτια του Θεού, ανάμεσα στα δέντρα του κήπου της Εδέμ. (Γένεσις 3:8) Τώρα, αφού καταδικάστηκαν, δοκίμασαν κάποια μορφή θεϊκής πίεσης καθώς τους εκδίωξε ο Θεός από τον κήπο. Οδηγήθηκαν προς τα ανατολικά, και μετά από λίγο βρέθηκαν έξω από τον κήπο, ενώ τους είχε απαγορευτεί για πάντα η είσοδος σ’ αυτόν. Δεν θα εργάζονταν πια για να μεγαλώσουν εκείνο τον κήπο και να επεκτείνουν τις παραδεισένιες συνθήκες του στα άκρα της γης. Έκτοτε θα έτρωγαν ψωμί φτιαγμένο από τα φυτά του αγρού, αλλά αυτό δεν θα τους έτρεφε έτσι ώστε να απολαμβάνουν αιώνια ανθρώπινη ζωή. Αποκόπηκαν από το δέντρο «της ζωής». Μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα—πόσο διάστημα;—έπρεπε να πεθάνουν!
Ο Αρχικός Σκοπός του Ιεχωβά Δεν Ματαιώθηκε
16. Τι δεν σκόπευε να κάνει ο Θεός, και γιατί;
16 Μήπως αποφάσισε τώρα ο Θεός να καταστρέψει τη γη, μαζί με το φεγγάρι και τον ήλιο και τα αστέρια, σ’ ένα παγκόσμιο ολοκαύτωμα, επειδή αμάρτησαν εναντίον του αυτά τα δυο χωμάτινα πλάσματα; Αν έκανε κάτι τέτοιο, δεν θα σήμαινε αυτό ότι είχε ματαιωθεί ο ένδοξος σκοπός του, απλώς και μόνο εξαιτίας των όσων ξεκίνησε ένα ναχάς; Μπορούσε ένα απλό φίδι να ανατρέψει ολόκληρο το σκοπό του Θεού; Αυτός είχε εξαγγείλει το σκοπό του στον Αδάμ και στην Εύα τη μέρα του γάμου τους, όταν τους ευλόγησε και τους είπε ποιο ήταν το θέλημά του γι’ αυτούς: να γεμίσει ολόκληρη η γη με μια τέλεια ανθρώπινη φυλή, να κυριευθεί όλη η γη ώστε να αποκτήσει την τελειότητα του κήπου της Εδέμ και να έχει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος σε ειρηνική υποταγή όλα τα κατώτερα πλάσματα που ζούσαν στη γη και στα νερά της. Αυτή ήταν μια εκθαμβωτική όραση της εκπλήρωσης του σκοπού του Θεού, τις προετοιμασίες για την οποία είχε κάνει ο ίδιος μέσω έξι δημιουργικών ημερών εργασίας που διήρκεσαν χιλιάδες χρόνια! Επρόκειτο τώρα να μείνει απραγματοποίητος αυτός ο αξιέπαινος σκοπός, απλώς και μόνο εξαιτίας ενός φιδιού και της διαστροφής του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού; Όχι βέβαια!—Παράβαλε Ησαΐας 46:9-11.
17. Τι ήταν αποφασισμένος να κάνει ο Θεός σχετικά με την έβδομη μέρα, κι έτσι πώς θα τελειώσει αυτή η μέρα;
17 Ήταν ακόμη η μέρα ανάπαυσης, η έβδομη μέρα, του Ιεχωβά Θεού. Αυτός ήταν αποφασισμένος να ευλογήσει αυτή τη μέρα και την είχε αγιάσει. Δεν θα άφηνε τίποτα να την κάνει καταραμένη μέρα, και κάθε κατάρα που θα σχεδίαζε να φέρει ο οποιοσδήποτε πάνω σ’ αυτή τη μέρα της ανάπαυσής του εκείνος θα την εξουδετέρωνε και θα την μετέτρεπε σε ευλογία, κάνοντας τούτη τη μέρα να τελειώσει ευλογημένα. Έτσι τελικά, ολόκληρη η γη θα ήταν ένας άγιος τόπος, και το θέλημα του Θεού θα γινόταν εδώ στη γη όπως γίνεται στον ουρανό, κι αυτό θα το έκανε μια φυλή τέλειων ανθρώπων.—Παράβαλε Ματθαίος 6:10.
18, 19. (α) Γιατί μπορούν να αναθαρρήσουν οι πάσχοντες απόγονοι του αμαρτωλού πρώτου ζευγαριού; (β) Τι θα εξετάσουν μετέπειτα στήλες της Σκοπιάς;
18 Ο Θεός δεν αισθάνθηκε ότι απέτυχε. Δεν εγκατέλειψε το σκοπό του. Ήταν αποφασισμένος να αποδείξει ότι αυτός ήταν το απόλυτα αξιόπιστο Πρόσωπο, ο οποίος και θέτει σκοπούς και τους εκτελεί πλήρως, κι έτσι όλη η αναγνώριση ανήκει σ’ αυτόν. (Ησαΐας 45:18) Οι ατελείς, πάσχοντες απόγονοι του αμαρτωλού πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού μπορούν να αναθαρρήσουν και να αποβλέπουν στην από μέρους του Θεού πιστή εκπλήρωση του αρχικού του σκοπού, που θα τους φέρει αιώνιο όφελος. Ήδη, έχουν περάσει χιλιετίες αυτής της μέρας ανάπαυσής του, και το τελικό μέρος αυτής της μέρας που θα έχει την ειδική του ευλογία πρέπει να είναι κοντά. Το ‘βράδυ’ της μέρας ανάπαυσής του περνάει, κι όπως συνέβη με όλες τις προηγούμενες έξι δημιουργικές μέρες, το ‘πρωί’ πρέπει να έρθει. Όταν αυτό το ‘πρωί’ φτάσει στην τελειότητά του και κάνει πλήρως ορατή σ’ όλους τους παρατηρητές την ένδοξη εκπλήρωση του αναλλοίωτου σκοπού του Θεού, τότε θα είναι δυνατό να καταγραφεί: ‘Και έγεινεν εσπέρα και έγεινε πρωί, ημέρα εβδόμη’. Πράγματι, μια θαυμαστή προοπτική!
19 Όλα αυτά είναι εξαιρετικά συναρπαστικό να τα σκέφτεται κανείς! Και σε μετέπειτα στήλες της Σκοπιάς, θα ειπωθούν περισσότερα σχετικά με τις εκπληκτικές προοπτικές για τον Παράδεισο, οι οποίες βρίσκονται μπροστά στους υπάκουους ανθρώπους, που αγαπούν το νόμο του Θεού.
[Υποσημειώσεις]
a Στο εδάφιο Αποκάλυψις 12:9, ο Σατανάς ο Διάβολος προσδιορίζεται ως «ο όφις ο αρχαίος» και στο εδάφιο Ιωάννης 8:44, ο Ιησούς Χριστός τον αποκαλεί ‘πατέρα του ψεύδους’.
-