-
ΓουαδελούπηΒιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1995
-
-
Οι Μάρτυρες είχαν επισκεφτεί τη Γουαδελούπη ήδη από το έτος 1936. Ωστόσο, μαρτυρία σε τακτική βάση άρχισε να δίνεται το 1938, στις αποβάθρες του λιμανιού του Πουάντ-α-Πιτρ.
Μόλις είχε αρχίσει η ηλεκτροδότηση του νησιού, και λίγα μόνο ήταν τα αυτοκίνητα που έβλεπε κανείς να κυκλοφορούν στους δρόμους. Στο λιμάνι επικρατούσε μεγάλη κίνηση. Πλοία κάθε μεγέθους είχαν αγκυροβολήσει εκεί. Οι έμποροι και οι υπάλληλοί τους πήγαιναν εδώ και εκεί, όπως έκαναν και οι λιμενεργάτες που μετακινούσαν ογκώδεις σάκους, βαριά καφάσια και τεράστια βαρέλια. Τα μεσημέρια, στη διάρκεια του διαλείμματος, ένας άντρας είχε τη συνήθεια να κάθεται στον ίσκιο, στο κατώφλι κάποιου σπιτιού, περιστοιχισμένος από εργάτες. Μιλούσε για την Αγία Γραφή. Αυτός ο άντρας, ηλικίας περίπου σαράντα χρονών, ήταν ο Σίριλ Γουίνστον. Ήταν παντρεμένος και καταγόταν από την Ντομίνικα, ένα νησί στα νότια της Γουαδελούπης. Ψηλός, με γκρίζα μάτια και καλούς τρόπους, μιλούσε ήσυχα στην κρεολή. Ήταν ολοχρόνιος κήρυκας, ή αλλιώς σκαπανέας, που εργαζόταν επίσης σκληρά για να καλύψει τις υλικές ανάγκες της οικογένειάς του.
Ο Κοντέ Μπονσάμ συγκαταλεγόταν ανάμεσα στους πρώτους που άκουγαν τον Σίριλ Γουίνστον προσεκτικά. «Εργαζόμασταν μαζί ως φορτοεκφορτωτές στο λιμάνι», ανέφερε ο ίδιος. «Το μεσημέρι, μερικοί άλλοι εργάτες και εγώ καθόμασταν γύρω από τον Σίριλ, επειδή μας άρεσε να τον ακούμε να εξηγεί την Αγία Γραφή. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, αυτός συγκέντρωσε μια μικρή ομάδα ατόμων από την Ντομίνικα τα οποία εργάζονταν μαζί μας και οργάνωσε συναθροίσεις. Πέντε άτομα τις παρακολουθούσαν».
Ως τόπο συνάθροισης, ο αδελφός Γουίνστον είχε νοικιάσει ένα δωμάτιο στο καζ του Ρενέ Σαάι και της συζύγου του. Το καζ στις Δυτικές Ινδίες είναι ένα οίκημα κατασκευασμένο από σανίδες καρφωμένες σε σκελετό από δοκάρια με στέγη από αυλακωτή λαμαρίνα. Στο εσωτερικό, τα δωμάτια χωρίζονται από τοίχους με ανοίγματα στο πάνω μέρος για να κυκλοφορεί ο αέρας. Εύκολα μπορεί να ακούσει κάποιος τις φωνές μέσα από το διαχωριστικό τοίχο, και έτσι, τις ημέρες των συναθροίσεων, η κυρία Σαάι άκουγε τις ομιλίες. Με αυτόν τον τρόπο, τόσο αυτή όσο και ο σύζυγός της άρχισαν να ενδιαφέρονται για τη Βιβλική αλήθεια.
Η Νοέμα Μισουντάν (τώρα λέγεται Απούρου) θυμάται την πρώτη της επαφή με εκείνη την ομάδα: «Με ανησυχούσε το γεγονός ότι ο σύζυγός μου είχε αρχίσει να γυρίζει αργά στο σπίτι ορισμένες ημέρες. Φοβόμουν ότι μπορεί να ενδιαφερόταν για κάποια άλλη γυναίκα. Ένα βράδυ τον παρακολούθησα. Ήταν 25 Δεκεμβρίου 1939. Μπήκε σε ένα καζ σε κάποιο προάστιο του Πουάντ-α-Πιτρ. Μερικά λεπτά αργότερα μπήκα και εγώ στο σπίτι. Τι έκπληξη ένιωσα όταν βρέθηκα ανάμεσα σε μια ομάδα περίπου 12 ατόμων! Κάθησα και άκουσα». Με αυτόν τον τρόπο, άρχισε η Νοέμα να παρακολουθεί τις συναθροίσεις. Επειδή δεν υπήρχε ηλεκτρικό φως, ο καθένας τους έπρεπε να φέρνει μαζί του ένα κερί.
Αντιξοότητες σε Καιρό Πολέμου
Μετά την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία, η Γαλλία κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας στις 3 Σεπτεμβρίου 1939. Οι Γαλλικές Αντίλες ένιωσαν τις συνέπειες, επειδή σύντομα, στην ουσία, σταμάτησε το εμπόριο με τη Γαλλία. Το 1940, η Γουαδελούπη τέθηκε υπό την εξουσία της γαλλικής κυβέρνησης του Βισί, η οποία συνεργαζόταν με τους Ναζί. Η επικοινωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες είχε διακοπεί. Η Γουαδελούπη δεν μπορούσε πια να εξάγει το ρούμι και τις μπανάνες της ούτε μπορούσε να εισάγει τρόφιμα και άλλα προϊόντα. Μάλιστα, ένα φορτίο με Βιβλικά έντυπα που είχε σταλεί από τη Νέα Υόρκη κάηκε στην αποβάθρα του λιμανιού του Πουάντ-α-Πιτρ.
Ωστόσο, το 1940, η μικρή ομάδα που συναθροιζόταν για μελέτη της Αγίας Γραφής σε κάποιο προάστιο του Πουάντ-α-Πιτρ άρχισε να λειτουργεί ως απομονωμένος όμιλος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, υπό τη διεύθυνση της Εταιρίας Σκοπιά. Αυτός ήταν ο πρώτος όμιλος στη Γουαδελούπη.
Ζήλος Μαζί με Ελευθερία από το Φόβο του Ανθρώπου
Μερικά άτομα που παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις εκείνου του ομίλου σύντομα έκαναν την αλήθεια κτήμα τους. Έτσι, το Σεπτέμβριο του 1940, ο αδελφός Γουίνστον βάφτισε εφτά άτομα στον ποταμό Λεζάρντ, κοντά στο Πετί-Μπουρ. Αλλά, γιατί βαφτίστηκαν αυτά τα άτομα σε ποτάμι, εφόσον υπάρχουν πολλές παραλίες στις οποίες εύκολα μπορεί να φτάσει κανείς; Οι αδελφοί πίστευαν ότι αυτό ήταν πιο κατάλληλο. Δεν αληθεύει ότι και ο ίδιος ο Ιησούς βαφτίστηκε στον Ιορδάνη Ποταμό; Φυσικά, το μόνο πράγμα που όντως χρειάζεται είναι επαρκής ποσότητα νερού για να μπορεί να γίνει το βάφτισμα.a
Εκείνοι οι πρώτοι μαθητές στη Γουαδελούπη εκδήλωσαν ειλικρίνεια και ζήλο, μαζί με έλλειψη φόβου του ανθρώπου. Αναπολώντας τις πρώτες εκείνες ημέρες, ο αδελφός Μπονσάμ είπε: «Τις Κυριακές βγαίναμε στο έργο κηρύγματος. Δεν είχαμε εκπαιδευτεί και η γνώση μας ήταν ελάχιστη· ο καθένας έλεγε ό,τι του φαινόταν καλύτερο. Πεπεισμένος ότι είχα την ευθύνη να μεταστρέψω όσο γίνεται περισσότερα άτομα, πήρα θέση μπροστά από την Καθολική εκκλησία του Πουάντ-α-Πιτρ μόλις τελείωσε η λειτουργία και φώναξα: ‘Κάτοικοι του Πουάντ-α-Πιτρ, ακούστε το Λόγο του Ιεχωβά . . .’ Είχα διαβάσει ότι με αυτόν τον τρόπο συνήθιζαν να κηρύττουν οι προφήτες της αρχαιότητας. Αφού μίλησα για λίγο, συγκεντρώθηκε πλήθος. Μερικοί άκουγαν, ενώ άλλοι άρχισαν να κάνουν φασαρία. Το αρχηγείο της χωροφυλακής ήταν κοντά, και συνέλαβαν τη σύζυγό μου και εμένα. Περάσαμε τη νύχτα στο κρατητήριο». Αλλά αυτό δεν τους αποθάρρυνε από τη μελλοντική τους υπηρεσία.
Ο Όλγκε Λαάλαντ, ένας νεαρός ηλικίας 20 χρονών, ήταν άλλος ένας από εκείνους που δεν δίσταζαν να κηρύξουν από τη στιγμή που γνώρισαν την αλήθεια. Τη δεύτερη Κυριακή που συναθροίστηκε με το μικρό όμιλο Μαρτύρων, ενώθηκε μαζί τους στο έργο μαρτυρίας. Έγινε πολύ ζηλωτής και προοδευτικός αδελφός, άτομο που δεν είχε καθόλου το φόβο του ανθρώπου. Προικισμένος με στεντόρεια φωνή, δεν περνούσε απαρατήρητος.
Εντούτοις, οι δοκιμές της πιστότητας τις οποίες αντιμετώπισαν εκείνοι οι Χριστιανοί περιλάμβαναν περισσότερα από τη δημόσια μαρτυρία.
Δοκιμή της Ταπεινοφροσύνης στη Διάρκεια της Απομόνωσης
Οι αδελφοί είχαν μόνο μια περιορισμένη ποσότητα έντυπης ύλης για μελέτη της Αγίας Γραφής. Τα περισσότερα από τα 30 άτομα που ήταν συνταυτισμένα με τον απομονωμένο όμιλο των Μαρτύρων εδώ δεν είχαν φτάσει ακόμη σε πνευματική ωριμότητα. Οι περιορισμοί που είχαν επιβληθεί τον καιρό του πολέμου τούς είχαν στερήσει την περαιτέρω επαφή με τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας. Επιπλέον, την ίδια εποχή, ο Σίριλ Γουίνστον αρρώστησε και επέστρεψε στην Ντομίνικα, όπου πέθανε τρεις μήνες αργότερα. Οι αδελφοί τον αγαπούσαν, αλλά τώρα άφησαν να αναπτυχτούν σοβαρές δυσκολίες μεταξύ τους. Ήθελαν να υπηρετούν τον Ιεχωβά, αλλά έβλεπαν την οργάνωση κυρίως από ανθρώπινη σκοπιά. Ο αδελφός Σαάι, στο σπίτι του οποίου διεξάγονταν οι συναθροίσεις, πίστευε πως αυτός ήταν ο υπεύθυνος. Άλλοι διαφωνούσαν. Οι εσωτερικές συγκρούσεις αποκορυφώθηκαν στις 29 Νοεμβρίου 1942, οπότε η συντριπτική πλειονότητα, με επικεφαλής τον αδελφό Μισουντάν, αποφάσισε να αποσυρθεί και να συναθροίζεται σε άλλο χώρο. Ο αδελφός Σαάι εξακολουθούσε να διεξάγει συναθροίσεις στο σπίτι του. Αυτές οι διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων δεν ήταν δογματικής φύσης· είχαν να κάνουν με προσωπικότητες.
Παρά τη ρήξη, και οι δύο ομάδες συμμετείχαν στη μαρτυρία, και οι άνθρωποι άκουγαν. Και στις δύο πλευρές υπήρχαν ειλικρινείς αδελφοί και αδελφές. Αλλά όταν δεν εφαρμόζονται οι Γραφικές αρχές, αναπτύσσονται συνθήκες που δεν αρμόζουν σε Χριστιανούς. «Να μην υπάρχουν διαιρέσεις μεταξύ σας», προτρέπει η Αγία Γραφή. ‘Να προσπαθείτε ένθερμα να τηρείτε την ενότητα του πνεύματος με τον ενωτικό δεσμό της ειρήνης’.—1 Κορ. 1:10· Εφεσ. 4:1-3.
Κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσιμης περιόδου, ο αδελφός Σαάι κατάφερε να αποκαταστήσει την επικοινωνία με τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας. Η Εταιρία εκτίμησε τις προσπάθειές του στον τομέα αυτό, καθώς και τις επίμονες προσπάθειες που κατέβαλε για να εξασφαλίσει την προμήθεια Γραφικών εντύπων στο νησί κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στάλθηκε μια επιστολή στη Γουαδελούπη στις 16 Φεβρουαρίου 1944, η οποία διόριζε τον αδελφό Σαάι ως υπηρέτη ομάδας (προεδρεύοντα επίσκοπο). Αυτός ήταν τότε 30 χρονών. Παρά την ταπεινή κοινωνική του θέση και την ασθενική του όψη, ήταν πολύ ειλικρινής και αποφασιστικός άντρας.
Αφού διόρισε τον αδελφό Σαάι να υπηρετεί την εκκλησία, η Εταιρία έγραψε στην άλλη ομάδα, λέγοντας: «Εσείς αδελφοί που έχετε αποχωριστεί . . . θα πρέπει στο εξής να ενωθείτε και να συνεργαστείτε μαζί του στην προώθηση των συμφερόντων της βασιλείας. Όπως δεν είναι διαιρεμένος ο Χριστός . . . έτσι και το σώμα του Χριστού στη γη πρέπει να είναι ενωμένο . . . Πιστεύουμε ότι η αφοσίωσή σας στον Κύριο και στη βασιλεία θα υποκινήσει όλους όσους περιλαμβάνονται να παραμερίσουν τα προσωπικά αισθήματα που μπορεί να έχουν σε σχέση με το ζήτημα και να περιμένουν να αποδώσει ο Κύριος τις κρίσεις τις οποίες μπορεί αυτός να θεωρεί ότι πρέπει να εκτελεστούν εναντίον οποιουδήποτε ατόμου διαπράττει αδικία, και ο καθένας να συνεχίσει και να υπηρετεί τον Κύριο». Ωστόσο, οι προσπάθειες συμφιλίωσης παρουσίαζαν κάποιες δυσκολίες. Δεν συμφωνούσαν όλοι ότι ο αδελφός Σαάι είχε τα απαραίτητα προσόντα για το διορισμό που είχε λάβει. Μολονότι πολλοί επιθυμούσαν να ενωθούν οι ομάδες, δυσκολεύονταν να παραμερίσουν τα προσωπικά αισθήματα. Επειδή οι αδελφοί στερούνταν πνευματικής ωριμότητας, το ρήγμα εξακολουθούσε να υπάρχει μέχρι το 1948.
Το 1944 η εκκλησία που είχε την αναγνώριση της Εταιρίας ανέφερε μόνο εννιά ευαγγελιζομένους.
Συναθροίσεις που Ήταν Αναντίρρητα Δημόσιες
Προκειμένου να διαδοθεί το Γραφικό άγγελμα της αλήθειας, οι Μάρτυρες εκφωνούσαν ομιλίες στους δρόμους τις γλυκιές τροπικές βραδιές. Ο ομιλητής μιλούσε αρκετά δυνατά, όχι μόνο για να τον ακούει το άμεσο ακροατήριό του, αλλά και για να προσελκύει την προσοχή των περαστικών. Ο αδελφός Λαάλαντ, με τη βροντερή φωνή του, συμμετείχε πολλές φορές σε αυτό το προνόμιο υπηρεσίας. Το σκηνικό που θυμάται είναι το εξής: «Μετά τη δύση του ήλιου, συγκεντρωνόμασταν κάτω από ένα δέντρο ή στη γωνιά κάποιου δρόμου, σχηματίζοντας κύκλο. Στη μέση της ομάδας στεκόταν ο ομιλητής· οι άλλοι φώτιζαν τον τόπο με πυρσούς. Το πρόγραμμα άρχιζε με ύμνο και προσευχή. Αυτή καθαυτήν η ομιλία διαρκούσε 30 λεπτά ή μια ώρα, ανάλογα με τα όσα είχε προετοιμάσει ο ομιλητής. Τα θέματα δεν διέφεραν πολύ, αφού ο κύριος σκοπός τους ήταν να ‘χτυπήσουν’ την ψεύτικη θρησκεία».
Ως αποτέλεσμα αυτών των συναθροίσεων, αρκετά άτομα βοηθήθηκαν να γνωρίσουν την αλήθεια. Αλλά δεν εκτιμούσαν όλοι τις ομιλίες. Μερικές φορές, κάτω από το κάλυμμα του σκοταδιού, ορισμένοι άνθρωποι έριχναν πέτρες στην ομάδα. Παρ’ όλα αυτά, οι αδελφοί δεν έφευγαν προτού τελειώσει η συνάθροιση. Έκαναν την εξής σκέψη: «Αν οι στρατιώτες είναι πρόθυμοι να αντιμετωπίσουν τα πυρά σε καιρό πολέμου, γιατί να μην είμαστε και εμείς πρόθυμοι να δεχτούμε μερικές πέτρες για χάρη των καλών νέων;» (2 Τιμ. 2:3) Μερικοί ευαγγελιζόμενοι, μάλιστα, τραυματίστηκαν στο κεφάλι. Ένα βράδυ, ενώ μια αδελφή κρατούσε μια μεγάλη λάμπα πετρελαίου για τον ομιλητή, κάποιος έριξε μια πέτρα προς τη λάμπα, αλλά αστόχησε και, αντί για τη λάμπα, χτύπησε το κεφάλι ενός ακροατή. Όταν, αργότερα, αυτό το άτομο πέθανε στο νοσοκομείο, ο δράστης πέρασε από δίκη και τιμωρήθηκε αυστηρά.
-
-
ΓουαδελούπηΒιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1995
-
-
Καλλιεργώντας Ενότητα Πνεύματος
Στο μεταξύ, η Εταιρία ήταν ενήμερη των επικίνδυνων συνθηκών που επικρατούσαν στη Γουαδελούπη, εφόσον δύο ομάδες προσπαθούσαν να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά αλλά δεν είχαν ενότητα μεταξύ τους. Το 1947, ο Τζόσουα Στίλμαν, ένας αγγλόφωνος επίσκοπος περιοχής, στάλθηκε από κάποιο γειτονικό νησί για να επισκεφτεί την Εκκλησία Πουάντ-α-Πιτρ. Η εκκλησία υποδέχτηκε τον αδελφό Στίλμαν με μεγάλη χαρά, και 26 άτομα—στα οποία προφανώς περιλαμβάνονταν άτομα και των δύο ομάδων—συμμετείχαν μαζί του στην υπηρεσία αγρού την εβδομάδα της επίσκεψής του. Ωστόσο, αυτός δεν μπορούσε να μιλήσει γαλλικά, και όπως εξήγησε στην έκθεσή του, οι αδελφοί δεν μπορούσαν να διαβάσουν και να μεταφράσουν οδηγίες που λάβαιναν στην αγγλική. Υπήρχε απελπιστική έλλειψη οργάνωσης. Οι αδελφοί μελετούσαν ένα από τα βιβλία της Εταιρίας τρεις φορές την εβδομάδα, αλλά δεν υπήρχαν καθόλου Σκοπιές. Παρ’ όλα αυτά, ο αδελφός Στίλμαν ανέφερε ότι υπήρχε ισχυρή επιθυμία για συμμετοχή στην υπηρεσία αγρού. Εντούτοις, η νουθεσία που έδωσε με σκοπό την επανένωση των δύο ομάδων δεν έφερε άμεσα αποτελέσματα.
Στη συνέχεια, έπειτα από παράκληση της Εταιρίας, ο αδελφός Λαάλαντ επέστρεψε στη Γουαδελούπη το 1948. Μόλις έφτασε εκεί, άρχισε αμέσως να εργάζεται με στόχο τη συμφιλίωση των δύο ομάδων. Μερικοί από τους αδελφούς ένιωθαν τέτοια σφοδρή επιθυμία για επανένωση που σηκώνονταν στις 4:00 π.μ. και πήγαιναν σε ένα λόφο για να προσευχηθούν να ευλογήσει ο Ιεχωβά τις προσπάθειες για επίτευξη ενότητας. Την ίδια χρονιά, γύρω στο Μάρτιο, η ενότητα αποκαταστάθηκε έπειτα από ρήξη που διήρκεσε πάνω από πέντε χρόνια. Ο μέσος όρος ευαγγελιζομένων αυξήθηκε ραγδαία από 13 το 1947 σε 28 το 1948, φτάνοντας έναν ανώτατο αριθμό από 46 ευαγγελιζομένους. Όπως αναφέρει το εδάφιο Ψαλμός 133:1, ΜΝΚ: «Να! Πόσο ωραίο και πόσο ευχάριστο είναι να συγκατοικούν οι αδελφοί με ενότητα!»
Παρ’ όλα αυτά, δεν ήταν όλοι ευχαριστημένοι με την επανένωση. Λίγα άτομα έδειξαν σαφώς ότι δεν ήθελαν να έχουν καμιά σχέση με αυτήν. Μερικοί ίδρυσαν μια αίρεση που ονομαζόταν «Ο Αγγελιοφόρος της Σιών» και, κατόπιν, ετοίμασαν φυλλάδια και τα διένεμαν μπροστά στον τόπο συνάθροισης των πρώην Χριστιανών αδελφών τους. Ένας από τους ηγέτες τους αγόρασε μια μοτοσικλέτα ώστε να μπορεί να ακολουθεί τους Μάρτυρες και να υποσκάπτει το έργο τους καθώς συμμετείχαν στην υπηρεσία αγρού. Εντούτοις, στη διάρκεια μιας τέτοιας εξόρμησης, αυτός συγκρούστηκε με μια βοϊδάμαξα φορτωμένη με ζαχαροκάλαμο και πέθανε στο νοσοκομείο. Ύστερα από αυτό, δεν ακούστηκε πια τίποτα για την ομάδα του.
Η καλλιέργεια ενότητας πνεύματος, όμως, περιλάμβανε περισσότερα από συναθροίσεις και κοινή συμμετοχή στην υπηρεσία αγρού. (Εφεσ. 4:1-3) Στην τοπική εκκλησία, εκείνη την περίοδο, απαγορευόταν οι αδελφές να φορούν κοσμήματα, να κόβουν τα μαλλιά τους ή να παρακολουθούν συναθροίσεις στην Αίθουσα Βασιλείας χωρίς κάλυμμα στο κεφάλι. Αυτό ήταν αποτέλεσμα παρανόησης ορισμένων συμβουλών των Γραφών. Οι αδελφοί χρειάζονταν περαιτέρω βοήθεια προκειμένου να είναι σε πλήρη ενότητα με την παγκόσμια αδελφότητα του λαού του Ιεχωβά. Εν μέρει, αυτή η βοήθεια ήρθε προς τα τέλη του 1948, όταν η Εταιρία έστειλε στη Γουαδελούπη δύο ιεραποστόλους που ήταν απόφοιτοι της Σχολής Γαλαάδ.
Οι Πρώτοι Δύο Ιεραπόστολοι
Οι γαλλικές αρχές χορήγησαν στον Κένεθ Τσαντ και στον Γουόλτερ Έβανς, που ήταν και οι δύο Καναδοί, μονοετή άδεια παραμονής στη Γουαδελούπη. Με την παρουσία τους, αυτοί συντέλεσαν στο να υπάρχει αυξημένη δραστηριότητα στην εκκλησία. Αλλά, αυτό προκάλεσε επίσης εναντίωση, η οποία προφανώς υποκινούνταν από τον κλήρο. Στις αρχές του 1949 οι δύο ιεραπόστολοι ειδοποιήθηκαν επίσημα ότι έπρεπε να φύγουν αμέσως από το νησί.
Παρ’ όλα αυτά, η σύντομη παραμονή τους ενίσχυσε πνευματικά τους αδελφούς. Οι τοπικοί αδελφοί κατανόησαν με μεγαλύτερη σαφήνεια τις Γραφικές αρχές, και άρχισαν να σημειώνουν πρόοδο στην εφαρμογή των ίδιων οργανωτικών διευθετήσεων που χρησιμοποιούσαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ανά τον κόσμο.
Μια Εκκλησία στο Ντεμπόν
Σταδιακά, οι σπόροι της αλήθειας άρχισαν να φυτρώνουν έξω από τα όρια του Πουάντ-α-Πιτρ, της μεγαλύτερης πόλης της Γουαδελούπης. Το θεμέλιο για μια δεύτερη εκκλησία τέθηκε το 1941, όταν ο Ντούβερβαλ Νέστορ νοσηλευόταν στο νοσοκομείο του Πουάντ-α-Πιτρ. Εκεί άκουσε αρχικά για την αλήθεια και τη δέχτηκε.
-