Άστεγοι—Ποιες Είναι οι Αιτίες;
ΗΤΑΝ μια κρύα χειμωνιάτικη νύχτα. Η Λουίζα και η οικογένειά της ξύπνησαν απότομα από κάτι διαπεραστικές κραυγές. Είχε ξεσπάσει πυρκαγιά σ’ ένα γειτονικό διαμέρισμα. Οι δυνατές ριπές του χειμωνιάτικου ανέμου φούντωσαν τις φλόγες κι αυτές απλώθηκαν στο εξαώροφο κτίριο. Μέσα στον πανικό και στη σύγχυση, καθώς η μητέρα της Λουίζας προσπαθούσε να βγει από το διαμέρισμά τους που βρισκόταν στον πέμπτο όροφο, έπεσε από τη σκάλα κινδύνου και σκοτώθηκε. Λίγα λεπτά αργότερα, οι φλόγες είχαν κατακάψει το εσωτερικό του κτιρίου και όλα τα διαμερίσματα είχαν καταστραφεί.
Ο χαμός της μητέρας της και του σπιτιού της μέσα σε μια νύχτα ήταν ένα τρομερό πλήγμα για τη Λουίζα. Ευτυχώς, είχε συγγενείς και φίλους που τη φιλοξένησαν μέχρις ότου να μπορέσει να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Κατά τους κοινωνιολόγους αυτό είναι το δίκτυο αλληλεγγύης της κοινότητας, το οποίο έχει λειτουργήσει σαν δίχτυ ασφαλείας σε καιρούς έκτακτης ανάγκης, για γενιές και γενιές.
Τότε γιατί σε κάθε μεγάλη πόλη υπάρχουν ‘κάτοικοι του δρόμου’ και άσυλα αστέγων; Γιατί υπάρχουν όλοι αυτοί που εγκαθίστανται παράνομα; Γιατί υπάρχουν οι φτωχογειτονιές και οι οικισμοί με τις παράγκες; Και, στ’ αλήθεια, γιατί να υπάρχουν αυτές οι άσχημες στεγαστικές συνθήκες και το πρόβλημα των αστέγων;
Όταν το Δίχτυ Ασφαλείας Σπάει
Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες το δίκτυο των συγγενών και των φίλων λειτουργεί καλά και παρέχει την αναγκαία βοήθεια σε κρίσιμες για κάποιο άτομο περιόδους. Ωστόσο, το δίκτυο αυτό έχει τρωτά. Τι γίνεται όταν η ανάγκη είναι τόσο μεγάλη ή τόσο δαπανηρή ώστε ξεπερνάει αυτά που μπορεί να προσφέρει το δίκτυο; Ή, τι γίνεται αν κάποια κοινωνική αναταραχή μεγάλης κλίμακας διασπάσει τη συνοχή του ίδιου του δικτύου; Όταν το δίχτυ ασφαλείας σπάει, οι άνθρωποι πέφτουν σε τρομερό αδιέξοδο.
Αυτό συμβαίνει σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες. Στην Ινδία, για παράδειγμα, για αρκετά χρόνια στο παρελθόν οι ετήσιες βροχές των μουσώνων αποδεικνύονται ανεπαρκείς. Το καλοκαίρι του 1987, ένας στους τρεις Ινδούς δεν είχε αρκετό νερό να πιει. Η έλλειψη νερού είχε αποτέλεσμα να μη μεγαλώνουν οι σοδειές και να μην μπορούν να επιζήσουν τα βοοειδή. Αφού δεν υπήρχαν σοδειές, οι εργάτες που δούλευαν στα χωράφια δεν είχαν ούτε δουλειά ούτε τα αναγκαία για να θρέψουν τις οικογένειές τους. Δεν είχαν άλλη εκλογή, από το να παρατήσουν τα χωριά και να πάνε στις πόλεις, όπου ίσως μπορούσαν να βρουν κάποια δουλειά.
Απ’ ό,τι αποδεικνύεται, αυτές οι μετακινήσεις είναι μεγάλο φορτίο για τις πόλεις, που πλήττονται ήδη από τη γοργή πληθυσμιακή αύξηση. Χωρίς χρήματα ή δουλειά, αυτοί που μετακινούνται δεν έχουν τη δυνατότητα να νοικιάσουν ούτε ένα μικρό δωμάτιο σε μια φτωχογειτονιά. Εφόσον δε, έχουν μετοικήσει σ’ ένα εντελώς καινούριο περιβάλλον, ελάχιστοι έχουν να πάνε σε κάποιον. Αναγκαστικά λοιπόν ενώνονται με τους αναρίθμητους άλλους ανθρώπους που έχουν τόπο διαμονής το πεζοδρόμιο κι έτσι η στεγαστική κρίση επιδεινώνεται.
Άλλα αναπτυσσόμενα έθνη αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα. «Το 1950, υπήρχε μόνο μια πόλη στην Αφρική με περισσότερους από 1.000.000 ανθρώπους, το Κάιρο», λέει το βιβλίο Africa in Crisis (Η Αφρική σε Κρίση). «Το 1980, υπήρχαν 19 πόλεις με περισσότερους από ένα εκατομμύριο κατοίκους. Μέχρι το έτος 2000, αναμένεται ότι θα υπάρχουν πάνω από 60 τέτοιες πόλεις». Ο αγροτικός πληθυσμός συρρέει στις πόλεις με την ελπίδα να βρει πόρους για μια καλύτερη ζωή. Αυτό όμως φέρνει τις φτωχογειτονιές και την αθλιότητα, συνθήκες που συχνά είναι χειρότερες από εκείνες που άφησαν πίσω τους.
Το Κόστος Αυξάνεται και η Προσφορά Μειώνεται
Στα πιο εύπορα ή αναπτυγμένα έθνη, οι αιτίες της ύπαρξης αστέγων διαφέρουν αρκετά. Οι υπερασπιστές των αστέγων, συχνά, θεωρούν την οικονομία ως τον κυριότερο παράγοντα. Στον Καναδά, για παράδειγμα, «αν και στις περασμένες δυο δεκαετίες, οι τιμές των καινούριων σπιτιών έχουν ήδη φτάσει στα ύψη, εξαιτίας του συνεχώς αυξανόμενου κόστους των οικοδομών», αναφέρει το καναδικό ειδησεογραφικό περιοδικό Maclean’s, «τα τελευταία χρόνια η εμφάνιση οικογενειών με διπλό εισόδημα στον τομέα της αγοράς κατοικίας έχει ανεβάσει τις τιμές ακόμη πιο ψηλά—μόνο τον τελευταίο χρόνο, μέχρι και 50 τοις εκατό σε μερικές γειτονιές των πόλεων.
Κάτι άλλο που συντελεί στο αυξανόμενο κόστος στέγασης σε πολλές πόλεις, είναι η διαδικασία αναβάθμισης των αστικών περιοχών. Όλο και πιο πολλές παλιότερες κατοικίες χαμηλού κόστους, στο εσωτερικό της πόλης, ανακαινίζονται ή μετατρέπονται σε οικήματα υψηλού κόστους, μ’ όλες τις σύγχρονες ανέσεις που ικανοποιούν τους νεόπλουτους ή τους νεαρούς επαγγελματίες οι οποίοι προτιμούν να ζουν στην πόλη και όχι στα προάστια. Αυτό, όχι μόνο αυξάνει το κόστος, αλλά μειώνει σημαντικά τον αριθμό των κατοικιών, τις οποίες θα είχαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν οι οικογένειες με χαμηλό ή και με μέσο εισόδημα.
Για παράδειγμα, στην Πόλη της Νέας Υόρκης διαπιστώθηκε από μια πρόσφατη μελέτη ότι μια οικογένεια θα ’πρεπε να κερδίζει 58.000 δολάρια (περ. 8,1 εκατ. δρχ.) το χρόνο, για να μπορέσει να κατοικήσει σε διαμέρισμα μ’ ένα υπνοδωμάτιο και με μέτρια τιμή. Μια έρευνα που έγινε στη χώρα δείχνει ότι το Μανχάταν είναι η πόλη με τα πιο ακριβά ενοίκια σ’ όλο το έθνος. Ένα διαμέρισμα 130 τετραγωνικών μέτρων, με δύο υπνοδωμάτια, σε μια καλή περιοχή, νοικιάζεται συνήθως με 2.555 δολάρια (περ. 350.000 δρχ.) το μήνα. Έτσι, μια οικογένεια θα ’πρεπε να κερδίζει 73.000 δολάρια (περ. 10,2 εκατ. δρχ.) το χρόνο για να μπορέσει να το νοικιάσει· με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα θέλει να ξοδεύει περισσότερο από το 40 τοις εκατό του εισοδήματός της, μόνο για στέγαση.
Σε άλλες πόλεις τα έξοδα στέγασης μπορεί να είναι χαμηλότερα, αλλά είναι χαμηλότερη και η μέση αμοιβή των εργαζομένων. Όταν η στέγαση απορροφά τόσο μεγάλο μέρος του οικογενειακού εισοδήματος, οποιαδήποτε δυσμενής οικονομική μεταβολή θα μπορούσε άνετα να φέρει τη συμφορά. Αυτό συνέβη με τον Τζον, ο οποίος ψάχνοντας για δουλειά πριν από μερικά χρόνια, μετακόμισε με την πενταμελή οικογένειά του από το Σικάγο του Ιλινόις στο Χιούστον του Τέξας. Για κάποιο χρονικό διάστημα, συντηρούσε την οικογένειά του με τα ποσοστά που κέρδιζε ως πωλητής αυτοκινήτων. Κάποτε, λόγω της οικονομικής ύφεσης, δεν πούλησε τίποτα για δυο μήνες. Επειδή δεν μπορούσε να πληρώσει το ενοίκιο του διαμερίσματός του, που έφτανε τα 595 δολάρια (περ. 83.000 δρχ.) το μήνα, τους έκαναν έξωση και σ’ αυτόν και στην οικογένειά του. Εφόσον δεν είχαν να πάνε σε κάποιον, κατέφυγαν σ’ ένα άσυλο για άστεγες οικογένειες. Μολονότι είχε εξασφαλίσει κάποιο μέρος για να μένει, ο Τζον αναρωτιόταν αν θα μπορούσε ποτέ να ξανασταθεί στα πόδια του, αφού λίγοι εργοδότες προσλαμβάνουν κάποιον που δεν έχει διεύθυνση.
Βέβαια οι περισσότεροι άνθρωποι στις μεγάλες πόλεις μπορεί να μην είναι άστεγοι, ζουν όμως σε μέρη κάθε άλλο παρά ευχάριστα. Μια έρευνα αποκαλύπτει ότι ακόμη και σε μια τόσο σύγχρονη πόλη όπως η Νέα Υόρκη, το 10 τοις εκατό των οικημάτων είναι διαμερίσματα κατασκευασμένα σύμφωνα με παλιούς κανονισμούς· κατοικίες που ακόμη και στις αρχές του αιώνα μας θεωρούνταν ακατάλληλες, επειδή δεν είχαν ούτε αρκετό αέρα ούτε αρκετό φως ούτε επαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής. Κάποια άλλα διαμερίσματα, που αποτελούν το 30 τοις εκατό, είναι κατασκευασμένα σύμφωνα με τους νεότερους κανονισμούς και κάπως βελτιωμένα· ωστόσο μέχρι και με τα πρότυπα του 1929 θεωρούνται παλιά. Κάθε χρόνο, κάπου 30.000 άνθρωποι αναγκάζονται να φύγουν από τα σπίτια τους όταν τα κτίρια στα οποία μένουν παλιώνουν, και τελικά κρίνονται ακατάλληλα ή εγκαταλείπονται.
Ψυχιατρικός Παράγοντας
Πολλοί ειδήμονες πιστεύουν ότι η οικονομία μπορεί να αποτελεί τη μια μόνο πλευρά του προβλήματος των αστέγων. Αυτό περιπλέκει τα πράγματα. Διατείνονται ότι ένα μεγάλο ποσοστό αστέγων καταλήγει σ’ αυτή την κατάσταση, επειδή είναι άτομα ψυχασθενή και δεν είναι πια σε θέση να φροντίσουν τον εαυτό τους.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, πολλά δημόσια ψυχιατρικά ιδρύματα, σε μια προσπάθεια να μειώσουν τις δαπάνες, υιοθέτησαν τη μέθοδο της κοινοτικής υποβοήθησης για την ψυχική υγεία. Οι ψυχασθενείς νοσηλεύονται με ορισμένα ψυχοδραστικά φάρμακα κι έπειτα αφήνονται ελεύθεροι. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, εφόσον τα φάρμακα θα κρατούσαν τα σοβαρότερα συμπτώματα κάτω από έλεγχο, η υγεία των ασθενών θα μπορούσε να αποκατασταθεί, ενόσω αυτοί θα ζούσαν μέσα στην κοινότητα και θα υποστηρίζονταν απ’ αυτήν. Σαν αποτέλεσμα, λόγου χάριν στον Καναδά, η δυναμικότητα των ψυχιατρικών ιδρυμάτων έχει πέσει από 47.600 κλίνες το 1960, σε λιγότερες από 10.000 σήμερα, και στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο αριθμός των ατόμων που βρίσκονται σήμερα σε ψυχιατρεία είναι μικρότερος από το ένα τέταρτο του αντίστοιχου αριθμού το 1955· τότε είχε σημειωθεί το ανώτατο όριο των 559.000 τροφίμων.
«Ωστόσο η μέθοδος της απελευθέρωσης των ψυχασθενών έχει κλονιστεί σε μεγάλο βαθμό, εξαιτίας της αποτυχίας των διαφόρων επαρχιών να παράσχουν επαρκείς κοινοτικές υπηρεσίες και τα αναγκαία για τη ζωή στους πρώην ψυχασθενείς», αναφέρει το Maclean’s. Πολλοί απ’ αυτούς αναγκάζονται να ζήσουν σε ερειπωμένους ξενώνες και σε σπίτια όπου νοικιάζονται δωμάτια. Άλλοι, ανίκανοι να βάλουν τη ζωή τους σε μια σειρά, καταλήγουν είτε σε άσυλα είτε στο δρόμο. Οι αξιωματούχοι της πρόνοιας σε πολλές καναδικές πόλεις έχουν τη γνώμη ότι το ένα τρίτο περίπου των αστέγων υποφέρει από κάποια μορφή ψυχιατρικής διαταραχής. Από μια έρευνα που έκανε η Έλεν Μπάσουκ της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ, διαπιστώθηκε ότι «το 90 τοις εκατό» των τροφίμων ενός τυπικού άσυλου αστέγων στη Βοστώνη, «εμφανίζει διαγνώσιμη ψυχασθένεια».
Η κατάσταση των άστεγων οικογενειών, που έχουν τοποθετηθεί σε ξενοδοχεία της πρόνοιας και σ’ άλλα παρόμοια μέρη, δεν είναι και πολύ καλύτερη. Μολονότι πολλοί απ’ αυτούς δεν έπασχαν από ψυχασθένεια, ο συνωστισμός και οι ανθυγιεινές συνθήκες μαζί με την ανία και την απελπισία, συχνά οδηγούν στην οικογενειακή βία και σε συναισθηματικές διαταραχές, κυρίως στα παιδιά.
Αναζήτηση Λύσης στο Τραγικό Πρόβλημα
Παρ’ όλο που οι ειδικοί δεν μπορούν να συμφωνήσουν σχετικά με το αν η ύπαρξη αστέγων οφείλεται στην οικονομική ύφεση, στο υψηλό κόστος στέγασης, σε ψυχιατρικά προβλήματα ή σε κάτι άλλο, αρκετές πλευρές του προβλήματος εξακολουθούν να είναι ανησυχητικές. Πρώτα απ’ όλα, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι το στεγαστικό πρόβλημα επιδεινώνεται παγκόσμια. Έπειτα, στον αριθμό των αστέγων προστίθενται συνεχώς όχι μόνο ανύπαντρα άτομα, αλλά και οικογένειες. Και τέλος, όλο και νεότερα σε ηλικία άτομα περιλαμβάνονται στον πληθυσμό των αστέγων. Απεγνωσμένα, ζητούνται λύσεις γι’ αυτά τα τραγικά γεγονότα. Γίνεται τίποτα για να λυθεί το πρόβλημα; Πόσο αποτελεσματικά είναι όσα γίνονται; Και θα υπάρξει ποτέ επαρκής στέγαση για όλους;
[Εικόνα στη σελίδα 9]
Αυτοσχέδια στέγη στη σκιά πολυτελών κατοικιών
[Ευχαριστίες]
Mark Edwards/UNCHS