-
Η Δίκη και η Εκτέλεση ενός «Αιρετικού»Ξύπνα!—1997 | Μάιος 8
-
-
ΣΤΗ μια πλευρά της καταθλιπτικής αίθουσας του δικαστηρίου βρίσκεται η υπερυψωμένη, επιβλητική έδρα των δικαστών. Πάνω από τη θέση του προέδρου στο κέντρο υπάρχει ένας σκούρος υφασμάτινος θόλος, πάνω από τον οποίο βρίσκεται ένας μεγάλος ξύλινος σταυρός που δεσπόζει σε ολόκληρη την αίθουσα. Μπροστά του, βρίσκεται το εδώλιο του κατηγορουμένου.
Έτσι περιγράφονταν συνήθως τα δικαστήρια της απαίσιας Καθολικής Ιεράς Εξέτασης. Η τρομακτική κατηγορία που βάραινε τους δυστυχείς κατηγορουμένους ήταν «αιρετικός», μια λέξη που φέρνει στο νου εικόνες βασανιστηρίων και εκτελέσεων στην πυρά. Η Ιερά Εξέταση ήταν ένα ειδικό εκκλησιαστικό δικαστήριο που θεσπίστηκε για να εξαλείψει τις αιρέσεις, δηλαδή τις απόψεις ή τα δόγματα που δεν ευθυγραμμίζονταν με τις επίσημες Ρωμαιοκαθολικές διδασκαλίες.
-
-
Η Δίκη και η Εκτέλεση ενός «Αιρετικού»Ξύπνα!—1997 | Μάιος 8
-
-
Η Δίκη και η Άουτο-ντα-φε
Η ιστορία αποδεικνύει ότι οι ιεροεξεταστές βασάνιζαν όσους κατηγορούνταν ως αιρετικοί για να αποσπάσουν μια ομολογία. Σε μια προσπάθεια να μικροποιήσουν την ενοχή της Ιεράς Εξέτασης, οι Καθολικοί σχολιαστές έχουν γράψει ότι τότε τα βασανιστήρια ήταν συνηθισμένα και στα κοσμικά δικαστήρια. Αλλά μήπως αυτό δικαιολογεί τέτοιες πράξεις από διακόνους που ισχυρίζονταν ότι ήταν εκπρόσωποι του Χριστού; Δεν θα έπρεπε να δείξουν τη συμπόνια που έδειχνε ο Χριστός στους εχθρούς του; Για να το δούμε αντικειμενικά, θα μπορούσαμε να κάνουμε σκέψεις γύρω από ένα απλό ερώτημα: Θα υπέβαλλε ο Χριστός Ιησούς σε βασανιστήρια εκείνους που διαφωνούσαν με τις διδασκαλίες του; Ο Ιησούς είπε: «Συνεχίστε να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να κάνετε καλό σε εκείνους που σας μισούν».—Λουκάς 6:27.
Η Ιερά Εξέταση δεν εγγυόταν δικαιοσύνη για τον κατηγορούμενο. Στην πράξη, ο ιεροεξεταστής είχε απεριόριστη εξουσία. «Υποψίες, κατηγορίες, ακόμη και φήμες, αρκούσαν για να καλέσει ο ιεροεξεταστής κάποιον να εμφανιστεί ενώπιόν του». (Καθολική Εγκυκλοπαίδεια [Enciclopedia Cattolica]) Ο Ίταλο Μιρόι, ιστορικός δικαίου, επιβεβαιώνει ότι η ίδια η Καθολική ιεραρχία συνέλαβε και υιοθέτησε το ιεροεξεταστικό δικαστικό σύστημα, εγκαταλείποντας το αρχαίο κατηγορητικό σύστημα που ίδρυσαν οι Ρωμαίοι. Ο ρωμαϊκός νόμος απαιτούσε από τον κατήγορο να αποδείξει τους ισχυρισμούς του. Αν υπήρχε οποιαδήποτε αμφιβολία, ήταν καλύτερο να αθωωθεί κάποιος παρά να υπάρξει ο κίνδυνος να καταδικαστεί κάποιος αθώος. Η Καθολική ιεραρχία αντικατέστησε αυτή τη θεμελιώδη αρχή με την ιδέα ότι η υποψία προϋπέθετε ενοχή, και ο κατηγορούμενος ήταν αυτός που έπρεπε να αποδείξει την αθωότητά του. Τα ονόματα των μαρτύρων κατηγορίας (καταδοτών) έμεναν μυστικά, και ο συνήγορος, αν υπήρχε, διέτρεχε τον κίνδυνο να ατιμαστεί δημόσια και να χάσει τη θέση του αν υπερασπιζόταν επιτυχώς τον υποτιθέμενο αιρετικό. Ως αποτέλεσμα, παραδέχεται η Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, «οι κατηγορούμενοι ήταν ουσιαστικά ανυπεράσπιστοι. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ο δικηγόρος ήταν να συμβουλέψει τον ένοχο να ομολογήσει!»
Η δίκη κατέληγε στην άουτο-ντα-φε, μια πορτογαλική έκφραση που σημαίνει «πράξη πίστης». Τι ήταν αυτό; Σκίτσα της περιόδου δείχνουν ότι οι δύσμοιροι άνθρωποι που κατηγορούνταν ως αιρετικοί γίνονταν θύματα ενός απαίσιου θεάματος. Το Εκκλησιαστικό Λεξικό (Dizionario Ecclesiastico) ορίζει την άουτο-ντα-φε ως «δημόσια πράξη συμβιβασμού από καταδικασμένους και μετανοημένους αιρετικούς» αφού είχε διαβαστεί η καταδίκη τους.
Η καταδίκη και η εκτέλεση των αιρετικών αναβάλλονταν ώστε να συνδυάζονται αρκετές μαζί σε ένα φρικιαστικό θέαμα δυο φορές το χρόνο ή και πιο συχνά. Μια μακριά πομπή αιρετικών παρέλαυνε μπροστά στους θεατές, οι οποίοι συμμετείχαν νιώθοντας τρόμο και σαδιστική ικανοποίηση. Οι καταδικασμένοι αναγκάζονταν να ανέβουν σε ένα ικρίωμα στο μέσο μιας μεγάλης πλατείας, και οι καταδίκες τους διαβάζονταν δυνατά. Εκείνοι που αποκήρυσσαν, δηλαδή αποποιούνταν, τα αιρετικά δόγματα, γλίτωναν τον αφορισμό και καταδικάζονταν σε διάφορες ποινές μεταξύ των οποίων ήταν και τα ισόβια δεσμά. Όσοι δεν αποκήρυσσαν, αλλά την τελευταία στιγμή εξομολογούνταν σε κάποιον ιερέα, παραδίδονταν στις πολιτικές αρχές για να στραγγαλιστούν, να κρεμαστούν ή να αποκεφαλιστούν και στη συνέχεια να καούν. Οι αμετανόητοι καίγονταν ζωντανοί. Η εκτέλεση λάβαινε χώρα αργότερα, έπειτα από ένα ακόμη δημόσιο θέαμα.
Η δράση της ρωμαϊκής Ιεράς Εξέτασης περιβαλλόταν από ύψιστη μυστικότητα. Ακόμη και σήμερα, οι λόγιοι δεν έχουν άδεια να εξετάσουν τα αρχεία της. Ωστόσο, υπομονετικές έρευνες έφεραν στο φως αρκετά έγγραφα ρωμαϊκών ιεροδικείων. Τι αποκαλύπτουν αυτά;
Η Δίκη ενός Επισκόπου
Ο Πιέτρο Καρνεσέκι, που γεννήθηκε στη Φλωρεντία στις αρχές του 16ου αιώνα, σημείωσε γοργή πρόοδο στην εκκλησιαστική του σταδιοδρομία στην αυλή του Πάπα Κλήμεντα Ζ΄, ο οποίος τον διόρισε προσωπικό του γραμματέα. Η σταδιοδρομία του Καρνεσέκι τερματίστηκε απότομα, όμως, όταν πέθανε ο πάπας. Αργότερα, γνωρίστηκε με αριστοκράτες και κληρικούς, οι οποίοι, σαν και αυτόν, αποδέχονταν ορισμένα δόγματα που δίδασκε η Προτεσταντική Μεταρρύθμιση. Ως αποτέλεσμα, πέρασε από δίκη τρεις φορές. Καταδικάστηκε σε θάνατο, αποκεφαλίστηκε και το σώμα του κάηκε.
Σχολιαστές περιέγραψαν τη φυλάκιση του Καρνεσέκι ως ζωντανό θάνατο. Για να κάμψουν την αντίστασή του, τον βασάνιζαν και τον άφηναν νηστικό. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1567 διεξάχθηκε η επίσημη άουτο-ντα-φε του, παρουσία όλων σχεδόν των καρδιναλίων στη Ρώμη. Η καταδίκη του Καρνεσέκι τού διαβάστηκε στο ικρίωμα μπροστά στο πλήθος. Κατέληγε με μια στερεότυπη διατύπωση και προσευχή προς τα μέλη του πολιτικού δικαστηρίου, στο οποίο επρόκειτο να παραδοθεί ο αιρετικός, ώστε να ‘μετριάσουν την ποινή του και να μην προκαλέσουν θάνατο ούτε αιματοχυσία’. Δεν ήταν αυτό το αποκορύφωμα της υποκρισίας; Οι ιεροεξεταστές ήθελαν να εξαλείψουν τους αιρετικούς, αλλά ταυτόχρονα προσποιούνταν ότι ζητούσαν από τις κοσμικές αρχές να δείξουν έλεος, σώζοντας έτσι το γόητρό τους και μετατοπίζοντας το βάρος της ενοχής αίματος. Αφού διαβάστηκε η ποινή του Καρνεσέκι, τον ανάγκασαν να φορέσει το σανμπενίτο—ένα σάκο που ήταν είτε κίτρινος με κόκκινους σταυρούς για τον μετανοημένο είτε μαύρος με φλόγες και διαβόλους για τον αμετανόητο. Η ποινή εκτελέστηκε δέκα ημέρες αργότερα.
Γιατί κατηγορήθηκε ως αιρετικός αυτός ο πρώην γραμματέας του πάπα; Τα πρακτικά της δίκης του, τα οποία ανακαλύφτηκαν στα τέλη του περασμένου αιώνα, αποκαλύπτουν ότι βρέθηκε ένοχος για 34 κατηγορίες που αντιστοιχούσαν στα δόγματα που αμφισβητούσε. Μεταξύ αυτών ήταν οι διδασκαλίες του καθαρτηρίου, η αγαμία των ιερέων και των καλογριών, η μετουσίωση, το χρίσμα, η εξομολόγηση, η απαγόρευση τροφών, τα συγχωροχάρτια και οι προσευχές στους «αγίους». Η όγδοη κατηγορία παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. (Βλέπε πλαίσιο, σελίδα 21.) Καταδικάζοντας σε θάνατο εκείνους οι οποίοι δέχονταν ως βάση της πίστης μόνο «το λόγο του Θεού που εκφράζεται στις Άγιες Γραφές», η Ιερά Εξέταση έδειξε σαφώς ότι η Καθολική Εκκλησία δεν θεωρεί την Αγία Γραφή τη μόνη θεόπνευστη πηγή. Δεν εκπλήσσει λοιπόν το γεγονός ότι πολλά από τα δόγματα της εκκλησίας βασίζονται, όχι στις Γραφές, αλλά στην εκκλησιαστική παράδοση.
Η Εκτέλεση ενός Νεαρού Σπουδαστή
Η σύντομη και συγκινητική ιστορία του Πομπόνιο Αλζιέρι, ο οποίος γεννήθηκε κοντά στη Νάπολη το 1531, δεν είναι ευρέως γνωστή, αλλά έχει εμφανιστεί μέσα από την ομίχλη του χρόνου, χάρη στις επιμελείς ιστορικές έρευνες μερικών λογίων. Όταν ήρθε σε επαφή με δασκάλους και σπουδαστές από διάφορα μέρη της Ευρώπης ενώ σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο της Πάδουα, ο Αλζιέρι γνώρισε τους λεγόμενους αιρετικούς και τα δόγματα της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης. Το ενδιαφέρον του για τις Γραφές αυξήθηκε.
Άρχισε να πιστεύει ότι μόνο η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη, και ως εκ τούτου, απέρριψε αρκετά Καθολικά δόγματα, όπως είναι η εξομολόγηση, το χρίσμα, το καθαρτήριο, η μετουσίωση και η μεσολάβηση των «αγίων», καθώς και τη διδασκαλία ότι ο πάπας είναι ο εκπρόσωπος του Χριστού.
Ο Αλζιέρι συνελήφθη και δικάστηκε από την Ιερά Εξέταση στην Πάδουα. Είπε στους ιεροεξεταστές του: «Επιστρέφω πρόθυμα στη φυλακή, ίσως και μέχρι να πεθάνω αν αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Με το μεγαλείο του, ο Θεός θα φωτίσει περισσότερο τον καθένα. Θα υποστώ κάθε βασανιστήριο χαρωπά επειδή ο Χριστός, ο τέλειος Παρηγορητής των ταλαιπωρημένων ψυχών, ο οποίος είναι ο φωτισμός μου και το αληθινό φως, είναι ικανός να διώξει κάθε σκοτάδι». Στη συνέχεια, η ρωμαϊκή Ιερά Εξέταση ζήτησε την έκδοσή του και τον καταδίκασε σε θάνατο.
Ο Αλζιέρι ήταν 25 ετών όταν πέθανε. Την ημέρα που επρόκειτο να θανατωθεί στη Ρώμη, αρνήθηκε να εξομολογηθεί ή να μεταλάβει. Το μέσο της εκτέλεσής του ήταν πιο απάνθρωπο από ό,τι συνήθως. Δεν τον έκαψαν πάνω από ένα σωρό με ξύλα. Αντίθετα, τοποθέτησαν στο ικρίωμα, για να βλέπει καλά ο όχλος, ένα μεγάλο καζάνι γεμάτο εύφλεκτα υλικά—λάδι, κατράμι και ρετσίνι. Το νεαρό άντρα τον κατέβασαν μέσα στο καζάνι δεμένο, και έβαλαν φωτιά στο περιεχόμενό του. Αργά-αργά κάηκε ζωντανός.
-