-
ΛύτροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η λέξη «λύτρο» μεταδίδει βασικά την ιδέα ενός αντίτιμου που καλύπτει (όπως όταν καταβάλλεται ένα ποσό για αποζημίωση ή για την ικανοποίηση της δικαιοσύνης), ενώ η λέξη «απολύτρωση» δίνει έμφαση στην απαλλαγή που επιτυγχάνεται με την καταβολή του λύτρου. Το σπουδαιότερο λυτρωτικό αντίτιμο είναι το χυμένο αίμα του Ιησού Χριστού, το οποίο κατέστησε δυνατή για τους απογόνους του Αδάμ την απελευθέρωση από την αμαρτία και το θάνατο.
Η εγγενής ομοιότητα ανάμεσα στις διάφορες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου οι οποίες μεταφράζονται «λύτρο» και «απολυτρώνω» έγκειται στην ιδέα του αντίτιμου, δηλαδή του πολύτιμου πράγματος, που δίνεται για να επιτευχθεί η απολύτρωση. Η ιδέα της ανταλλαγής, καθώς επίσης της αντιστοιχίας, της ισοδυναμίας ή της αναπλήρωσης, είναι κοινή σε όλες αυτές τις λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι ένα πράγμα δίνεται αντί για κάποιο άλλο, για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της δικαιοσύνης και να αποκαταστήσει την ισορροπία.—Βλέπε ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ.
Αντίτιμο που Καλύπτει. Το εβραϊκό ουσιαστικό κόφερ προέρχεται από το ρήμα καφάρ, που βασικά σημαίνει «καλύπτω», όπως όταν ο Νώε κάλυψε την κιβωτό με πίσσα. (Γε 6:14) Ωστόσο, το ρήμα καφάρ χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για την ικανοποίηση της δικαιοσύνης μέσω της κάλυψης των αμαρτιών ή της εξιλέωσης για αυτές. (Ψλ 65:3· 78:38· 79:8, 9) Το ουσιαστικό κόφερ αναφέρεται στο πράγμα που δίνεται για να επιτευχθεί αυτό, δηλαδή στο λυτρωτικό αντίτιμο. Κάτι που πετυχαίνει την κάλυψη αντιστοιχεί σε αυτό που καλύπτει, είτε ως προς τη μορφή (όπως συμβαίνει με ένα κατά γράμμα καπάκι, παραδείγματος χάρη το «κάλυμμα [καππόρεθ]» της κιβωτού της διαθήκης· Εξ 25:17-22) είτε ως προς την αξία (όπως συμβαίνει στην καταβολή αποζημίωσης).
Ως μέσο για την εξισορρόπηση της δικαιοσύνης και για την τακτοποίηση των ζητημάτων με το λαό του τον Ισραήλ, ο Ιεχωβά, στη διαθήκη του Νόμου, καθόρισε διάφορες θυσίες και προσφορές με σκοπό να γίνεται εξιλέωση για τις αμαρτίες, δηλαδή κάλυψη των αμαρτιών, στις οποίες περιλαμβάνονταν οι αμαρτίες των ιερέων και των Λευιτών (Εξ 29:33-37· Λευ 16:6, 11), οι αμαρτίες άλλων ατόμων ή του έθνους συνολικά (Λευ 1:4· 4:20, 26, 31, 35), καθώς επίσης με σκοπό να εξαγνίζεται το θυσιαστήριο και η σκηνή της μαρτυρίας, ώστε να γίνεται εξιλέωση για αυτά εξαιτίας των αμαρτιών του λαού που τα περιέβαλλε. (Λευ 16:16-20) Στην ουσία, η ζωή του ζώου που θυσιαζόταν έπαιρνε τη θέση της ζωής του αμαρτωλού ανθρώπου, καθώς το αίμα του ζώου έκανε εξιλέωση πάνω στο θυσιαστήριο του Θεού—στον εφικτό βαθμό βέβαια. (Λευ 17:11· παράβαλε Εβρ 9:13, 14· 10:1-4.) Η «ημέρα της εξιλέωσης [γιωμ χακκιππουρίμ]» θα μπορούσε εξίσου ορθά να ονομαστεί «ημέρα των λύτρων». (Λευ 23:26-28) Αυτές οι θυσίες ήταν αναγκαίες προκειμένου να έχει και να διατηρεί το έθνος και η λατρεία του την αποδοχή και την επιδοκιμασία του δίκαιου Θεού.
Κάτι που δείχνει παραστατικά την έννοια του απολυτρωτικού ανταλλάγματος είναι ο νόμος σχετικά με τον ταύρο που ήταν γνωστό ότι κεράτιζε. Αν ο ιδιοκτήτης του άφηνε τον ταύρο να κυκλοφορεί ελεύθερος και εκείνος σκότωνε κάποιον, ο ιδιοκτήτης έπρεπε να θανατωθεί, πληρώνοντας με τη ζωή του τη ζωή του σκοτωμένου ανθρώπου. Ωστόσο, εφόσον ο ίδιος δεν είχε σκοτώσει εσκεμμένα ή άμεσα κάποιον, αν οι κριτές θεωρούσαν κατάλληλο να του επιβάλουν «λύτρο [κόφερ]» αντί της θανατικής ποινής, τότε έπρεπε να καταβάλει το απολυτρωτικό αντίτιμο. Το ποσό που καθοριζόταν και καταβαλλόταν θεωρούνταν ότι έπαιρνε τη θέση της δικής του ζωής σε αποζημίωση για τη ζωή που είχε χαθεί. (Εξ 21:28-32· παράβαλε Δευ 19:21.) Αντίθετα, κανένα λύτρο δεν γινόταν αποδεκτό για τον εκούσιο δολοφόνο. Μόνο η ζωή του μπορούσε να καλύψει το θάνατο του θύματος. (Αρ 35:31-33) Επειδή προφανώς μια απογραφή περιλάμβανε ζωές, όποτε απογράφονταν οι Ισραηλίτες, έπρεπε να δίνεται για κάθε άρρενα πάνω από 20 χρονών λύτρο (κόφερ) μισού σίκλου ($1,10) για την ψυχή του στον Ιεχωβά, το δε αντίτιμο ήταν ίδιο είτε το άτομο ήταν πλούσιο είτε φτωχό.—Εξ 30:11-16.
Εφόσον οποιαδήποτε ανισορροπία στη δικαιοσύνη δυσαρεστεί τον Θεό, αλλά και τους ανθρώπους, το λύτρο, ή αλλιώς αυτό που δινόταν προς κάλυψη, μπορούσε επιπλέον να αποτρέψει ή να κατευνάσει το θυμό. (Παράβαλε Ιερ 18:23· επίσης Γε 32:20, όπου η λέξη «εξευμενίσω» αποδίδει το ρήμα καφάρ.) Ωστόσο, ο σύζυγος που είναι εξοργισμένος με τον άντρα ο οποίος μοίχευσε με τη σύζυγό του αρνείται οποιοδήποτε «λύτρο [κόφερ]». (Παρ 6:35) Η ίδια λέξη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε σχέση με εκείνους που θα έπρεπε να εκτελέσουν κρίση αλλά, αντιθέτως, δέχονται “χρήματα για να δωροδοκηθούν [κόφερ]” ώστε να καλύψουν την αδικοπραγία που συνέβη μπροστά στα μάτια τους.—1Σα 12:3· Αμ 5:12.
Η Απολύτρωση ή Απελευθέρωση. Το εβραϊκό ρήμα παδάχ σημαίνει «απολυτρώνω», το δε συγγενικό ουσιαστικό πιδγιών σημαίνει «απολυτρωτικό αντίτιμο». (Εξ 21:30) Αυτές οι λέξεις προφανώς δίνουν έμφαση στην απελευθέρωση που επιτυγχάνεται με το απολυτρωτικό αντίτιμο, ενώ το ρήμα καφάρ τονίζει την ποιότητα ή το περιεχόμενο του αντίτιμου και την αποτελεσματικότητά του στην εξισορρόπηση της πλάστιγγας της δικαιοσύνης.
-
-
ΛύτροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Ο Ρόλος του Χριστού Ιησού ως Λυτρωτή. Οι παραπάνω πληροφορίες θέτουν τη βάση για την κατανόηση του λύτρου που παρασχέθηκε για το ανθρώπινο γένος μέσω του Γιου του Θεού, του Χριστού Ιησού. Η ανάγκη του ανθρωπίνου γένους για λύτρο προέκυψε λόγω του στασιασμού στην Εδέμ. Ο Αδάμ πούλησε τον εαυτό του στο να κάνει το κακό για να συνεχίσει να απολαμβάνει ιδιοτελώς τη συντροφιά της συζύγου του, η οποία ήταν τώρα αμαρτωλή παραβάτισσα, και ως εκ τούτου απέκτησε και αυτός την ίδια καταδικασμένη υπόσταση με εκείνη ενώπιον του Θεού. Με αυτόν τον τρόπο, πούλησε τον εαυτό του και τους απογόνους του σε δουλεία στην αμαρτία και στο θάνατο—το αντίτιμο που απαιτούσε η δικαιοσύνη του Θεού. (Ρω 5:12-19· παράβαλε Ρω 7:14-25.) Αν και προηγουμένως κατείχε ανθρώπινη τελειότητα, ο Αδάμ έχασε αυτό το πολύτιμο απόκτημα για τον εαυτό του και για όλους τους απογόνους του.
Ο Νόμος, ο οποίος είχε «σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων», προέβλεπε θυσίες ζώων για την κάλυψη των αμαρτιών. Αυτή η κάλυψη, όμως, ήταν απλώς συμβολική ή ενδεικτική, εφόσον αυτά τα ζώα ήταν κατώτερα από τον άνθρωπο και επομένως δεν ήταν «δυνατόν το αίμα ταύρων και τράγων να αφαιρεί [πραγματικά] αμαρτίες», όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος. (Εβρ 10:1-4) Για αυτές τις εξεικονιστικές θυσίες έπρεπε να χρησιμοποιούνται ζώα άψογα και τέλεια. (Λευ 22:21) Επομένως, η πραγματική λυτρωτική θυσία, ο άνθρωπος που θα ήταν όντως ικανός να απομακρύνει τις αμαρτίες, θα έπρεπε να είναι επίσης τέλειος και άψογος. Ο άνθρωπος αυτός θα έπρεπε να αντιστοιχεί στον τέλειο Αδάμ και να κατέχει ανθρώπινη τελειότητα προκειμένου να πληρώσει το απολυτρωτικό αντίτιμο που θα ελευθέρωνε τους απογόνους του Αδάμ από το χρέος, την ανεπάρκεια και τη δουλεία στην οποία τους πούλησε ο πρώτος πατέρας τους, ο Αδάμ. (Παράβαλε Ρω 7:14· Ψλ 51:5.) Μόνο έτσι θα μπορούσε να ικανοποιήσει την τέλεια δικαιοσύνη του Θεού η οποία απαιτεί ανταπόδοση των ίσων, «ψυχή αντί ψυχής».—Εξ 21:23-25· Δευ 19:21.
Η αυστηρότητα της δικαιοσύνης του Θεού καθιστούσε αδύνατον για την ανθρωπότητα να προμηθεύσει η ίδια τον λυτρωτή της. (Ψλ 49:6-9)
-