Ποια Είναι η Αιτία του Προβλήματος;
«ΟΙ ΧΩΡΕΣ έχουν μπλεχτεί σε μια γεωπολιτική κοκορομαχία», ανάφερε η The New York Times στις αρχές αυτού του χρόνου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέτρεψαν να διολισθήσει περισσότερο το δολάριό τους έναντι του ιαπωνικού γιεν και του γερμανικού μάρκου εξαιτίας του ελλείμματος του εμπορικού τους ισοζυγίου που συνεχίζει να αυξάνει. Γι’ αυτό, η έκθεση της Times συνεχίζει ως εξής: «Ο καθένας προσπαθεί να αναγκάσει τους υπόλοιπους να αλλάξουν την εσωτερική τους πολιτική . . . [για να] μπορέσει να επιτευχθεί καλύτερη ισορρόπιση στο εμπορικό ισοζύγιο».
Γιατί η συρρίκνωση του δολαρίου δεν έφερε την αναμενόμενη βελτίωση στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές; Τι βρίσκεται πίσω από τη συνεχιζόμενη αύξηση του ήδη μεγάλου ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο των Ηνωμένων Πολιτειών; Και γιατί χώρες όπως η Ιαπωνία και η Δυτική Γερμανία συνεχίζουν να απολαμβάνουν αυξανόμενα πλεονάσματα στα εμπορικά τους ισοζύγια με τις Ηνωμένες Πολιτείες παρά την αυξανόμενη αξία των νομισμάτων τους;
Οι κορυφαίοι οικονομολόγοι προσπαθούν επίπονα να βρουν απαντήσεις γι’ αυτά τα ερωτήματα. Πάντως, είναι σαφές ότι για να λυθούν τα μεγάλα προβλήματα των παγκόσμιων συναλλαγών χρειάζονται περισσότερα από τα ψευτομπαλώματα που έχουν να κάνουν με την αυξομείωση της τιμής του δολαρίου. Στο μεταξύ, οι κατηγόριες και οι αντικατηγόριες μεταξύ των συναλλασσόμενων μερών έχουν φτάσει σε εκρηκτική ένταση και στον πολιτικό και στον οικονομικό τομέα.
Αυξανόμενες Προστριβές στις Συναλλαγές
Πολλοί στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, πιστεύουν ότι ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ανοίξει την αγορά τους στο εξωτερικό εμπόριο, άλλες χώρες—η Ιαπωνία και, σε μικρότερο βαθμό η Δυτική Γερμανία και άλλες—δεν έχουν ανταποδώσει με παρόμοιο άνοιγμα. Αντίθετα, λένε ότι αυτές οι χώρες χρησιμοποιούν αθέμιτες εμπορικές μεθόδους για να προωθήσουν τις εξαγωγές τους και να προστατέψουν τη δική τους αγορά από τις εισαγωγές. Πιστεύουν ότι, σαν αποτέλεσμα, οι Αμερικανοί χάνουν τις δουλειές τους και καταστρέφεται το εισόδημά τους. Αυτό έχει δημιουργήσει αξιοσημείωτες διενέξεις, ακόμα και εχθρότητα, ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και στους εμπορικούς της εταίρους.
Κατόπιν διατυπώνεται το παράπονο ότι οι ιαπωνικές επιχειρήσεις πληρώνουν στους εργάτες τους τόσο χαμηλούς μισθούς, σε σύγκριση μ’ εκείνους των αντίστοιχων εργατών στις Η.Π.Α., ώστε είναι σε θέση να πουλούν τα προϊόντα τους φτηνότερα απ’ ό,τι οι ανταγωνιστές τους στο εξωτερικό. Από την άλλη μεριά, στην προσπάθειά τους να εισδύσουν στην ιαπωνική αγορά, οι ξένες επιχειρήσεις αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν τα παραδοσιακά και ιδιάζοντα έθιμα εμπορικών συναλλαγών, τα περίπλοκα συστήματα διανομής και φορολογίας, τα ποιοτικά τους πρότυπα, το γλωσσικό φραγμό, την ιαπωνική αίσθηση των αρεσκειών και απαρεσκειών και την απροθυμία των Ιαπώνων να αγοράσουν εισαγόμενα προϊόντα. Όλα αυτά, λένε οι ξένοι επιχειρηματίες, τους φέρνουν σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση.
Αυτά τα παράπονα συνοψίστηκαν από τον υπουργό εμπορίου των Η.Π.Α., Μάλκομ Μπάλντριτζ, όταν διακήρυξε σε μια ομιλία που απεύθυνε σε μια ομάδα κορυφαίων Ιαπώνων επιχειρηματιών στο Τόκιο: «Αν η Ιαπωνία εμμείνει στη αρχή των συνεχώς αυξανόμενων εξαγωγών και των χαμηλών ή στάσιμων εισαγωγών δεν θα μπορέσει να συνεχίσει να συμβιώνει με τους εμπορικούς της εταίρους. Σε όλους σχεδόν τους τομείς, η Ιαπωνία έχει μεγάλη δύναμη στην παγκόσμια οικονομία, αλλά δεν έχει αναλάβει ακόμα την ευθύνη που συνεπάγεται μια τέτοια δύναμη».
Οι Αντικατηγόριες
Οι Ιάπωνες επιχειρηματίες, από την άλλη μεριά, επισημαίνουν τη φιλοκέρδεια των Αμερικανών ανταγωνιστών τους. Ενώ οι Ιάπωνες είναι πρόθυμοι να ακολουθήσουν μακροπρόθεσμα προγράμματα, οι Αμερικανοί επιχειρηματίες πρέπει να βγάλουν αμέσως κέρδη για να ικανοποιήσουν τους μετόχους τους. Για παράδειγμα, το 1970, εταιρίες τόσο από τις Η.Π.Α. όσο και από την Ιαπωνία, άρχισαν δαπανηρές έρευνες για την πρακτική εφαρμογή της ιδέας να χρησιμοποιηθεί το λέιζερ στην αναπαραγωγή μουσικής και εικόνας. Σύντομα, οι εταιρίες από τις Η.Π.Α. εγκατάλειψαν το πρόγραμμα επειδή δεν έβλεπαν αποτελέσματα. Ωστόσο, μια ιαπωνική εταιρία συνέχισε εντατικά και έφτασε να είναι ένας ισχυρός παράγοντας στο κύκλωμα των ψηφιακών δίσκων—μια επιχείρηση δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σύμφωνα με τους Ιάπωνες, ένας σημαντικός παράγοντας στο ζήτημα της ανισότητας του εμπορικού ισοζυγίου είναι το γεγονός ότι η δική τους κοινωνία είναι αποταμιευτική, ενώ η κοινωνία των Η.Π.Α. είναι καταναλωτική. Κατά μέσο όρο, οι Ιάπωνες αποταμιεύουν τετραπλάσια χρήματα απ’ ό,τι οι Αμερικανοί και το σύνολο των αποταμιεύσεών τους ξεπερνάει το 30 τοις εκατό του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος της Ιαπωνίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Ιάπωνες πιστεύουν ότι η ανταγωνιστικότητά τους οφείλεται, όχι στο χαμηλότερο κόστος παραγωγής, αλλά στην υψηλότερη παραγωγικότητα και στην καλύτερη διοίκηση. Για παράδειγμα, ένας Αμερικανός παρατηρητής σημειώνει ότι «η παραγωγικότητα ενός εργάτη στις πέντε μεγαλύτερες επιχειρήσεις χάλυβα των Η.Π.Α., είναι σχεδόν κατά ένα τρίτο χαμηλότερη από εκείνη στις αντίστοιχες ιαπωνικές επιχειρήσεις. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα κι αν οι μισθοί στις δυο χώρες ήταν ίσοι, η αμερικανική βιομηχανία χάλυβα θα συνέχιζε να μην μπορεί να ανταγωνιστεί την ιαπωνική σε μια πραγματικά ελεύθερη αγορά. Και για τον ίδιο λόγο, ούτε η αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία θα μπορούσε να το καταφέρει αυτό».
Σχετικά με την κατηγόρια ότι αντιδρούν στην εισαγωγή ξένων προϊόντων, πολλοί Ιάπωνες πιστεύουν ότι αυτό απλούστατα δεν είναι αλήθεια. Ισχυρίζονται ότι πάντοτε καλωσορίζουν τα εισαγόμενα αγαθά με την προϋπόθεση ότι οι ξένοι κατασκευαστές θα έχουν προσαρμόσει τα προϊόντα τους σύμφωνα με τα ιαπωνικά γούστα. Για παράδειγμα, ένας κατασκευαστής παιχνιδιών από τις Η.Π.Α. ξανασχεδίασε μια κούκλα, δίνοντάς της λιγότερο εξεζητημένη εμφάνιση, κοντύτερα πόδια και σκούρα καφετιά μάτια. Πούλησε εκατομμύρια τέτοιες κούκλες. Παρόμοια, μια εταιρία αναψυκτικών από τις Η.Π.Α. κατάκτησε το 60 τοις εκατό της αγοράς αναψυκτικών της Ιαπωνίας με το να κάνει το αναψυκτικό της πιο γλυκό—ακριβώς όπως το ήθελαν οι Ιάπωνες. Οι ξένες επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τέτοιες μεθόδους προώθησης των προϊόντων τους έχουν τεράστια επιτυχία.
Μερικοί στην Ιαπωνία φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν ότι ολόκληρη αυτή η υπόθεση με το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μεγαλοποιείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες με σκοπό να δικαιολογηθεί η χαμηλή απόδοση της οικονομίας τους. Τονίζουν, ότι αφού η Ιαπωνία έχει το μισό πληθυσμό απ’ ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες, προφανώς οι Ιάπωνες ποτέ δεν θα φτάσουν να καταναλώνουν αμερικανικά προϊόντα στο βαθμό που οι Αμερικανοί καταναλώνουν τα ιαπωνικά προϊόντα. Επιπλέον, πιστεύουν ότι οι αριθμοί που αναφέρονται συχνά είναι παροδηγητικοί, επειδή δεν περιλαμβάνουν την αξία των αγαθών και των υπηρεσιών που προέρχονται από εταιρίες που ανήκουν ή που ελέγχονται από τις Η.Π.Α. και βρίσκονται στην Ιαπωνία. Μια εταιρία συμβούλων σε θέματα διοίκησης αναφέρει ότι υπάρχουν 3.000 τέτοιες επιχειρήσεις στην Ιαπωνία και ότι το 1984 οι 300 μεγαλύτερες απ’ αυτές πούλησαν στην Ιαπωνία προϊόντα αξίας 44 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Αυτή η μετακίνηση των αμερικανικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό, με σκοπό να επωφεληθούν από τα φτηνά εργατικά χέρια, επιδεινώνει την ανισορροπία του εμπορικού ισοζυγίου. Όλο και περισσότερο, τηλεοράσεις, κομπιούτερ, αυτοκίνητα και άλλα προϊόντα που έχουν πάνω τους αμερικανικές μάρκες, κατασκευάζονται στην Ιαπωνία, στο Μεξικό, στην Ταϊβάν και αλλού, και πουλιούνται στην αγορά των Η.Π.Α. Αυτό, όπως λένε οι Ιάπωνες, σημαίνει για τις Η.Π.Α. όχι μόνο ανεργία, αλλά και φουσκωμένους αριθμούς «εισαγωγών».
Έτσι, φαίνεται ότι η κάθε πλευρά έχει βάσιμους λόγους να παραπονιέται ενάντια στην άλλη ή να δικαιολογεί τις δικές της ενέργειες. Ωστόσο, ενώ αυτές οι κατηγόριες και οι αντικατηγόριες συνεχίζουν να εκτοξεύονται, δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που να δείχνουν ότι μειώνεται η ένταση του εμπορικού πολέμου ή η ανισορροπία του εμπορικού ισοζυγίου. Μάλλον, οι χώρες καταπιάνονται μόνο με τα συμπτώματα. Η πραγματική αιτία των τεταμένων εμπορικών σχέσεων βρίσκεται βαθύτερα.
Ποια Είναι η Πραγματική Αιτία;
Υποθέστε ότι σε μια πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών συγκεντρώνονταν περισσότεροι έμποροι απ’ ό,τι σε μια άλλη και ότι το ίδιο συνέβαινε και σε μια από τις επαρχίες της Ιαπωνίας. Μήπως αυτό θα προκαλούσε εμπορικό πόλεμο ή οικονομική κρίση; Όχι, επειδή οι καταναλωτές δεν νοιάζονται από πού προέρχονται τα προϊόντα, εφόσον ικανοποιούνται από την ποιότητα και την τιμή. Πού βρίσκεται, λοιπόν, η διαφορά όταν πρόκειται για το διεθνές εμπόριο;
«Ο οικονομικός εθνικισμός»· έτσι το θέτει η Asahi Shimbun, μια κορυφαία ιαπωνική εφημερίδα. Το κάθε έθνος, αντί να ενδιαφέρεται για την υγεία της παγκόσμιας οικονομίας, νοιάζεται κυρίως για τη δική του ευημερία. «Η ιαπωνική αντίληψη ότι μόνο τα προϊόντα που κατασκευάζονται στην Ιαπωνία είναι ποιοτικά . . . είναι βαθιά και θεμελιώδης», παρατήρησε ο διοικητής της American Telephone and Telegraph International στο Τόκιο. Το ίδιο μπορεί να λεχτεί για τους Αμερικανούς, τους Γερμανούς, τους Βρετανούς και σχεδόν για οποιονδήποτε άλλο λαό. Τα έθνη είναι διχασμένα με πολλούς τρόπους.
Στην πραγματικότητα, τα μεγάλα προβλήματα του εμπορίου και η συρρίκνωση του δολαρίου, δεν είναι παρά συμπτώματα ενός συστήματος που πλήττεται από πολέμους, βία, εθνικισμό, ιδιοτελείς φιλοδοξίες, και πάνω απ’ όλα, απελπισία. Υπάρχει κάποιος που μπορεί να απαλλάξει τον κόσμο απ’ αυτούς τους τρομακτικούς φραγμούς και να αποκαταστήσει την υγεία, όχι μόνο στην παγκόσμια οικονομία αλλά και σε κάθε άλλη πλευρά της ζωής μας;
[Εικόνα στη σελίδα 7]
Μήπως η υψηλότερη παραγωγικότητα των Ιαπώνων συμβάλλει στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου με την Ιαπωνία;