-
«Αντικείμενα του Μίσους Όλων των Εθνών»Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά—Διαγγελείς της Βασιλείας του Θεού
-
-
Κτηνώδης Μεταχείριση στα Στρατόπεδα Συγκέντρωσης
Στο πρόσωπο του Αδόλφου Χίτλερ ο κλήρος βρήκε έναν πρόθυμο σύμμαχο. Στη διάρκεια του 1933, του έτους κατά το οποίο υπογράφτηκε ένα κονκορδάτο μεταξύ του Βατικανού και της ναζιστικής Γερμανίας, ο Χίτλερ εξαπέλυσε μια εκστρατεία για να εξοντώσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Γερμανία. Το 1935 είχαν τεθεί εκτός νόμου σε ολόκληρη τη χώρα. Αλλά ποιοι το υποκίνησαν αυτό;
Ένας Καθολικός ιερέας, που έγραφε στην Ντερ Ντόιτσε Βεγκ (Der Deutsche Weg, μια γερμανική εφημερίδα που εκδιδόταν στη Λουτζ της Πολωνίας), είπε στο τεύχος της 29ης Μαΐου 1938: «Υπάρχει τώρα μια χώρα πάνω στη γη όπου οι λεγόμενοι . . . Σπουδαστές της Γραφής [Μάρτυρες του Ιεχωβά] έχουν τεθεί υπό απαγόρευση. Αυτή είναι η Γερμανία! . . . Όταν ο Αδόλφος Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, και η Σύνοδος των Γερμανών Καθολικών Επισκόπων επανέλαβε το αίτημά της, ο Χίτλερ είπε: ‘Αυτοί οι λεγόμενοι Ειλικρινείς Σπουδαστές της Γραφής [Μάρτυρες του Ιεχωβά] είναι ταραξίες· . . . τους θεωρώ απατεώνες· δεν ανέχομαι να προσβάλλει αυτός ο Αμερικανός δικαστής Ρόδερφορντ με αυτόν τον τρόπο τους Γερμανούς Καθολικούς· καταργώ τους [Μάρτυρες του Ιεχωβά] στη Γερμανία’».—Τα πλάγια γράμματα δικά μας.
Μήπως μόνο η Σύνοδος των Γερμανών Καθολικών Επισκόπων ήθελε να ληφθεί τέτοια δράση; Όπως αναφέρθηκε στην εφημερίδα Όσατσερ Γκεμαϊνουτσίγκε (Oschatzer Gemeinnützige) της 21ης Απριλίου 1933, σε μια ραδιοφωνική του ομιλία, στις 20 Απριλίου, ο Λουθηρανός κληρικός Ότο μίλησε για τη «στενότατη συνεργασία» από πλευράς της Γερμανικής Λουθηρανικής Εκκλησίας του κρατιδίου της Σαξονίας με τους πολιτικούς ηγέτες του έθνους και κατόπιν διακήρυξε: «Τα πρώτα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας μπορούν ήδη να φανούν από την απαγόρευση που επιβλήθηκε σήμερα στο Διεθνή Σύλλογο των Ειλικρινών Σπουδαστών της Γραφής [Μάρτυρες του Ιεχωβά] και στα παραρτήματά του στη Σαξονία».
Από τότε και έπειτα, το ναζιστικό κράτος εξαπέλυσε έναν από τους πιο βάρβαρους, στη γνωστή ιστορία, διωγμούς Χριστιανών. Χιλιάδες Μάρτυρες του Ιεχωβά—από τη Γερμανία, την Αυστρία, την Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία, την Ολλανδία, τη Γαλλία και άλλες χώρες—ρίχτηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εκεί υποβλήθηκαν στην πιο απάνθρωπη και σαδιστική μεταχείριση που μπορεί να φανταστεί κανείς. Δεν ήταν ασυνήθιστο να τους βρίζουν και να τους κλωτσούν, κατόπιν να τους αναγκάζουν να κάνουν κάμψεις των γονάτων, να πηδούν και να έρπουν επί ώρες ασταμάτητα, μέχρι που λιποθυμούσαν ή κατέρρεαν από εξάντληση, ενώ οι φύλακες γελούσαν ικανοποιημένοι. Μερικούς τους ανάγκαζαν μεσοχείμωνα να στέκονται γυμνοί ή ελαφρά ντυμένοι στον περίβολο. Πολλούς τους μαστίγωναν μέχρι που έχαναν τις αισθήσεις τους και η πλάτη τους ήταν βουτηγμένη στο αίμα. Άλλους τους χρησιμοποιούσαν σαν ινδικά χοιρίδια σε ιατρικά πειράματα. Μερικούς τους έδεναν τα χέρια πίσω από την πλάτη και τους κρεμούσαν από τους καρπούς. Αν και ήταν αδύναμοι από την πείνα και ανεπαρκώς ντυμένοι για την παγωνιά που επικρατούσε, τους ανάγκαζαν να κάνουν βαριές εργασίες, δουλεύοντας ατέλειωτες ώρες, συχνά χρησιμοποιώντας τα ίδια τους τα χέρια εκεί που χρειάζονταν φτυάρια και άλλα εργαλεία. Τόσο άντρες όσο και γυναίκες κακοποιούνταν με αυτόν τον τρόπο. Η ηλικία τους κυμαινόταν από την εφηβεία μέχρι και πάνω από τα 70. Οι βασανιστές τους χλεύαζαν τον Ιεχωβά.
Προσπαθώντας να κάμψει το πνεύμα των Μαρτύρων, ο διοικητής του στρατοπέδου στο Σαξενχάουζεν διέταξε να εκτελεστεί ο Άουγκουστ Ντίκμαν, ένας νεαρός Μάρτυρας, παρουσία όλων των κρατουμένων, με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στις πρώτες σειρές για να τους εντυπωθεί βαθιά το θέαμα. Έπειτα από αυτό, άφησαν τους υπόλοιπους κρατουμένους να φύγουν, αλλά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έπρεπε να παραμείνουν. Ο διοικητής τούς ρώτησε σε πολύ υψηλό τόνο: ‘Ποιος είναι τώρα έτοιμος να υπογράψει τη δήλωση;’—μια δήλωση με την οποία κάποιος αποκήρυττε την πίστη του και έδειχνε την προθυμία του να γίνει στρατιώτης. Ούτε ένας από τους 400 και πλέον Μάρτυρες δεν ανταποκρίθηκε. Ύστερα, δυο άτομα προχώρησαν μπροστά! Όχι για να υπογράψουν, αλλά για να ζητήσουν να ακυρωθεί η υπογραφή την οποία είχαν βάλει περίπου ένα χρόνο προηγουμένως.
Στο στρατόπεδο Μπούχενβαλντ χρησιμοποιήθηκε παρόμοια πίεση. Ο ναζιστής αξιωματικός Ρεντλ είπε στους Μάρτυρες: «Αν κάποιος από εσάς αρνηθεί να πολεμήσει εναντίον της Γαλλίας ή της Αγγλίας, θα πεθάνετε όλοι σας!» Στο φυλάκιο της πύλης περίμεναν δυο πάνοπλοι λόχοι των Ες-Ες. Ωστόσο, ούτε ένας Μάρτυρας δεν υποχώρησε. Επακολούθησε βάναυση μεταχείριση, αλλά η απειλή του αξιωματικού δεν εκτελέστηκε. Με τον καιρό έγινε πασίγνωστο το γεγονός ότι οι Μάρτυρες στα στρατόπεδα, μολονότι θα έκαναν σχεδόν οποιοδήποτε είδος εργασίας τους ανέθεταν, εντούτοις, ακόμα και αν τους τιμωρούσαν με συστηματική λιμοκτονία και εξαντλητική εργασία, θα αρνούνταν σταθερά να κάνουν οτιδήποτε για να υποστηρίξουν τον πόλεμο ή οτιδήποτε στρεφόταν εναντίον κάποιου συγκρατουμένου τους.
Τα όσα πέρασαν δεν περιγράφονται. Εκατοντάδες από αυτούς πέθαναν. Στο τέλος του πολέμου, αφού απελευθερώθηκαν από τα στρατόπεδα όσοι επέζησαν, ένας Μάρτυρας από τη Φλάνδρα έγραψε: «Μόνο η ακλόνητη επιθυμία για ζωή, η ελπίδα και η εμπιστοσύνη σε Εκείνον, στον Ιεχωβά, που είναι παντοδύναμος, και η αγάπη για τη Θεοκρατία, μας κατέστησε ικανούς να τα υπομείνουμε όλα και να κερδίσουμε τη νίκη.—Ρωμαίους 8:37».
Απέσπασαν παιδιά από τους γονείς τους δια της βίας. Χώρισαν αντρόγυνα, και μερικά άτομα δεν έμαθαν ποτέ τι απέγινε ο σύντροφός τους. Τον Μάρτιν Πέτσιγκερ τον συνέλαβαν λίγο καιρό μετά το γάμο του και τον πήγαν στο διαβόητο στρατόπεδο του Νταχάου και κατόπιν στο Μαουτχάουζεν. Η σύζυγός του, η Γκέρτρουτ, φυλακίστηκε στο Ράβενσμπρικ. Πέρασαν εννιά χρόνια για να δουν ο ένας τον άλλον. Αναπολώντας τις εμπειρίες του στο Μαουτχάουζεν, εκείνος έγραψε αργότερα: «Η Γκεστάπο δοκίμασε κάθε μέθοδο για να μας κάνει να διαρρήξουμε την πίστη μας στον Ιεχωβά. Διαιτολόγιο λιμοκτονίας, δόλιες φιλίες, κτηνωδίες, ορθοστασία σε ένα συγκεκριμένο σημείο επί μέρες, κρέμασμα σε έναν πάσσαλο τριών μέτρων από τους καρπούς με τα χέρια πίσω από την πλάτη, μαστιγώσεις—τα δοκίμασαν όλα αυτά, καθώς και άλλα που είναι πολύ εξευτελιστικά για να αναφερθούν». Αλλά αυτός παρέμεινε όσιος στον Ιεχωβά. Ήταν επίσης ανάμεσα σε εκείνους που επέζησαν και αργότερα υπηρέτησε ως μέλος του Κυβερνώντος Σώματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Φυλακισμένοι Λόγω της Πίστης Τους
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν βρίσκονταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης επειδή ήταν εγκληματίες. Όταν οι αξιωματικοί ήθελαν κάποιον να τους ξυρίσει, εμπιστεύονταν το ξυράφι στους Μάρτυρες, επειδή ήξεραν ότι κανένας Μάρτυρας δεν θα χρησιμοποιούσε ποτέ ένα τέτοιο όργανο ως όπλο για να κάνει κακό σε άλλον άνθρωπο. Όταν οι αξιωματικοί των Ες-Ες στο στρατόπεδο εξόντωσης Άουσβιτς ήθελαν κάποιον να καθαρίζει το σπίτι τους ή να φροντίζει τα παιδιά τους, διάλεγαν Μάρτυρες, επειδή ήξεραν ότι εκείνοι δεν θα προσπαθούσαν να τους δηλητηριάσουν ή να επιχειρήσουν να δραπετεύσουν. Όταν εκκενώθηκε το στρατόπεδο Σαξενχάουζεν στο τέλος του πολέμου, οι φύλακες τοποθέτησαν ένα βαγόνι, μέσα στο οποίο είχαν τα λάφυρά τους, στο κέντρο μιας σειράς βαγονιών που μετέφεραν Μάρτυρες. Γιατί; Επειδή ήξεραν ότι οι Μάρτυρες δεν θα τους έκλεβαν.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν φυλακιστεί λόγω της πίστης τους. Επανειλημμένα τους υπόσχονταν απελευθέρωση από τα στρατόπεδα αν απλώς υπέγραφαν μια δήλωση με την οποία θα αποκήρυτταν το πιστεύω τους. Οι Ες-Ες έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να δελεάσουν ή να εξαναγκάσουν τους Μάρτυρες να υπογράψουν μια τέτοια δήλωση. Αυτό ήθελαν πάνω από όλα.
Εκτός από λίγες εξαιρέσεις, οι Μάρτυρες απέδειξαν ότι είχαν άρρηκτη ακεραιότητα. Ωστόσο, έκαναν περισσότερα από το να υποφέρουν απλώς λόγω της οσιότητάς τους στον Ιεχωβά και της αφοσίωσής τους στο όνομα του Χριστού. Έκαναν περισσότερα από το να υπομένουν τα ιεροεξεταστικά βασανιστήρια που τους επέβαλλαν. Διατηρούσαν ισχυρούς δεσμούς πνευματικής ενότητας.
Εκείνοι δεν είχαν το πνεύμα της ατομικής επιβίωσης πάση θυσία. Έδειχναν αυτοθυσιαστική αγάπη ο ένας για τον άλλον. Όταν εξασθενούσε κάποιος από αυτούς, οι άλλοι μοιράζονταν με αυτόν την πενιχρή μερίδα του φαγητού τους. Όταν τους αποστερούσαν από κάθε ιατρική περίθαλψη, εκείνοι φρόντιζαν στοργικά ο ένας τον άλλον.
Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έκαναν οι διώκτες τους για να το εμποδίσουν, οι Μάρτυρες αποκτούσαν ύλη για μελέτη της Γραφής—κρυμμένη σε πακέτα δώρων που έρχονταν από έξω, δια στόματος νεοφερμένων κρατουμένων, ακόμα και κρυμμένη στο ξύλινο πόδι ενός καινούριου τροφίμου ή την αποκτούσαν με άλλους τρόπους όταν τους έστελναν για εργασία έξω από τα στρατόπεδα. Τα αντίγραφα περνούσαν από χέρι σε χέρι· μερικές φορές τα πολυγραφούσαν κρυφά στα ίδια τα μηχανήματα που βρίσκονταν μέσα στα γραφεία των αξιωματικών του στρατοπέδου. Μολονότι ήταν πολύ επικίνδυνο, μερικές Χριστιανικές συναθροίσεις διεξάγονταν ακόμα και μέσα στα στρατόπεδα.
Οι Μάρτυρες συνέχισαν να κηρύττουν ότι η Βασιλεία του Θεού είναι η μόνη ελπίδα της ανθρωπότητας—και αυτό το έκαναν εκεί, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης! Μέσα στο Μπούχενβαλντ, ως αποτέλεσμα της οργανωμένης δράσης, χιλιάδες τρόφιμοι άκουσαν τα καλά νέα. Στο στρατόπεδο στο Νόιενγκαμε, κοντά στο Αμβούργο, σχεδίασαν προσεκτικά και έθεσαν σε εφαρμογή μια εκστρατεία εντατικής μαρτυρίας στις αρχές του 1943. Ετοίμασαν κάρτες μαρτυρίας σε διάφορες γλώσσες που μιλιούνταν στο στρατόπεδο. Κατέβαλαν προσπάθειες για να προσεγγίσουν κάθε έγκλειστο. Διευθέτησαν να κάνουν τακτική προσωπική μελέτη της Αγίας Γραφής με τα ενδιαφερόμενα άτομα. Τόσο ζηλωτές ήταν οι Μάρτυρες στο κήρυγμά τους ώστε κάποιοι πολιτικοί κρατούμενοι παραπονιούνταν: «Όπου και να πας, το μόνο που ακούς είναι συζητήσεις για τον Ιεχωβά!» Όταν έφτασαν διαταγές από το Βερολίνο να διασκορπίσουν τους Μάρτυρες ανάμεσα στους άλλους κρατουμένους προκειμένου να τους αποδυναμώσουν, αυτό στην πραγματικότητα τους επέτρεψε να δώσουν μαρτυρία σε περισσότερους ανθρώπους.
Σχετικά με τις περίπου 500 πιστές Μάρτυρες που βρίσκονταν στο Ράβενσμπρικ, μια ανιψιά του Γάλλου στρατηγού Σαρλ ντε Γκολ έγραψε μετά τη δική της απελευθέρωση: «Τρέφω αληθινό θαυμασμό για αυτές. Ανήκαν σε διάφορες εθνικότητες: Γερμανίδες, Πολωνές, Ρωσίδες και Τσέχες, και υπέφεραν μεγάλα βάσανα για το πιστεύω τους. . . . Όλες τους έδειξαν πολύ μεγάλο θάρρος και η στάση τους επέβαλε τελικά το σεβασμό και σε αυτά τα Ες-Ες. Θα μπορούσαν να αφεθούν αμέσως ελεύθερες αν αποκήρυτταν την πίστη τους. Αντίθετα, όμως, δεν έπαψαν να αντιστέκονται, και κατάφεραν μάλιστα να περάσουν βιβλία και φυλλάδια μέσα στο στρατόπεδο».
Σαν τον Ιησού Χριστό, βγήκαν νικητές επί του κόσμου που επιδίωκε να τους κάνει να συμμορφωθούν με το σατανικό του καλούπι. (Ιωάν. 16:33) Η Κριστίν Κινγκ, στο βιβλίο Νέα Θρησκευτικά Κινήματα: Προοπτική για Κατανόηση της Κοινωνίας (New Religious Movements: A Perspective for Understanding Society), λέει σχετικά με αυτούς: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτέλεσαν μια πρόκληση για την αντίληψη του ολοκληρωτισμού που χαρακτήριζε τη νέα κοινωνία, και αυτή η πρόκληση, καθώς και η επιμονή της για επιβίωση, ενοχλούσε φανερά τους αρχιτέκτονες της νέας τάξης. . . . Οι καθιερωμένες μέθοδοι διωγμού, βασανισμού, φυλάκισης και γελοιοποίησης δεν κατέληγαν στο να καταφέρουν οποιονδήποτε από τους Μάρτυρες να γίνει σαν τους Ναζί, και στην πραγματικότητα απέβαιναν εις βάρος αυτών που τις χρησιμοποιούσαν. . . . Μεταξύ αυτών των δυο αντιπάλων που διεκδικούσαν την οσιότητα των ανθρώπων η μάχη ήταν σκληρή, και γινόταν ακόμα σκληρότερη, αφού οι σωματικά δυνατότεροι Ναζί είχαν από πολλές απόψεις μικρότερη σιγουριά, λιγότερο σταθερά θεμέλια για τις πεποιθήσεις τους, ήταν λιγότερο βέβαιοι για το αν θα επιζούσε το 1.000ετές τους Ράιχ. Οι Μάρτυρες δεν είχαν αμφιβολία για τα θεμέλιά τους, επειδή η πίστη τους είχε γίνει φανερή από τον καιρό του Άβελ. Ενώ οι Ναζί ήταν αναγκασμένοι να καταπνίγουν την αντίσταση και να πείθουν τους υποστηρικτές τους, συχνά με το να δανείζονται το λεξιλόγιο και τους συμβολισμούς της σχισματικής Χριστιανοσύνης, οι Μάρτυρες ήταν βέβαιοι για την απόλυτη, αλύγιστη οσιότητα των μελών τους, ακόμα και μέχρι το θάνατο».—Εκδόθηκε το 1982.
Στο τέλος του πολέμου, πάνω από χίλιοι επιζήσαντες Μάρτυρες βγήκαν από τα στρατόπεδα, έχοντας την πίστη τους ακέραιη και με ισχυρή αγάπη ο ένας για τον άλλον. Καθώς πλησίαζαν τα ρωσικά στρατεύματα, οι φύλακες εκκένωσαν βιαστικά το Σαξενχάουζεν. Κατέταξαν τους κρατουμένους κατά εθνικότητα. Αλλά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έμειναν μαζί ως μια ομάδα—ήταν 230 από εκείνο το στρατόπεδο. Με τους Ρώσους να τους ακολουθούν κατά πόδας, οι φύλακες ήταν ανάστατοι. Δεν υπήρχε καθόλου τροφή και οι κρατούμενοι ήταν αδύναμοι· παρ’ όλα αυτά, αν κάποιος έμενε πίσω ή έπεφτε κάτω λόγω εξάντλησης, οι φύλακες τον πυροβολούσαν. Ο δρόμος που ακολούθησε η πορεία στρώθηκε με χιλιάδες τέτοια πτώματα. Όμως, οι Μάρτυρες βοηθούσαν ο ένας τον άλλον και έτσι δεν έμεινε στο δρόμο ούτε καν ο πιο αδύναμος! Και όμως, μερικοί από αυτούς είχαν ηλικία μεταξύ 65 και 72 ετών. Άλλοι κρατούμενοι προσπαθούσαν να κλέψουν τροφή στη διάρκεια της πορείας και πολλοί πυροβολήθηκαν καθώς το έκαναν αυτό. Απεναντίας, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εκμεταλλεύτηκαν τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν για να μιλήσουν στους ανθρώπους που έβρισκαν κατά τη διάρκεια της πορείας εκκένωσης σχετικά με τους στοργικούς σκοπούς του Ιεχωβά, και μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους, νιώθοντας ευγνωμοσύνη για το παρηγορητικό άγγελμα, τους έδωσαν τρόφιμα τόσο για τους ίδιους όσο και για τους Χριστιανούς αδελφούς τους.
-
-
«Αντικείμενα του Μίσους Όλων των Εθνών»Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά—Διαγγελείς της Βασιλείας του Θεού
-
-
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 661]
Μετάφραση της Δήλωσης που Προσπαθούσαν οι Ες-Ες να Αναγκάσουν τους Μάρτυρες να Υπογράψουν
Στρατόπεδο συγκέντρωσης .......................................
Τμήμα ΙΙ
ΔΗΛΩΣΗ
Εγώ, ο/η ......................................................
γεννημένος/η στις .............................................
στην ..........................................................
κάνω με το παρόν έγγραφο την ακόλουθη δήλωση:
1. Έχω αντιληφθεί ότι ο Διεθνής Σύλλογος Σπουδαστών της Γραφής διακηρύττει εσφαλμένες διδασκαλίες και υπό το επένδυμα της θρησκείας ακολουθεί εχθρικούς σκοπούς εναντίον του κράτους.
2. Για αυτόν το λόγο, εγκατέλειψα ολοκληρωτικά την οργάνωση και απελευθερώθηκα εντελώς από τις διδασκαλίες αυτής της αίρεσης.
3. Με το παρόν έγγραφο βεβαιώνω ότι δεν πρόκειται ποτέ να ξαναπάρω μέρος στη δράση του Διεθνούς Συλλόγου Σπουδαστών της Γραφής. Θα αποκηρύξω αμέσως οποιουσδήποτε με πλησιάσουν με τις διδασκαλίες των Σπουδαστών της Γραφής ή με οποιονδήποτε τρόπο αποκαλύψουν τις σχέσεις τους με αυτούς. Όλα τα έντυπα από τους Σπουδαστές της Γραφής τα οποία τυχόν σταλούν στη διεύθυνσή μου θα τα παραδώσω αμέσως στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα.
4. Θα σέβομαι στο εξής τους νόμους του κράτους και, ιδιαίτερα σε περίπτωση πολέμου, θα υπερασπιστώ με το όπλο στο χέρι τη μητέρα πατρίδα και θα ενωθώ από κάθε άποψη με το κοινωνικό σύνολο.
5. Έχω πληροφορηθεί ότι, στην περίπτωση που θα ενεργήσω αντίθετα με τη δήλωση που κάνω σήμερα, θα τεθώ αμέσως υπό προστατευτική κράτηση.
.............................., Ημερομηνία ..................... ..................................................................
Υπογραφή
[Πλαίσιο στη σελίδα 662]
Επιστολές από Άτομα που Καταδικάστηκαν σε Θάνατο
Από τον Φραντς Ράιτερ (ο οποίος αντιμετώπιζε το θάνατο με λαιμητόμο) στη μητέρα του, στις 6 Ιανουαρίου 1940, από τη φυλακή στο Πλέτσενσε του Βερολίνου:
«Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ενεργώ σωστά. Ενώ βρίσκομαι εδώ, θα μπορούσα ακόμα να αλλάξω γνώμη, αλλά αυτό θα ήταν έλλειψη οσιότητας απέναντι στον Θεό. Όλοι μας εδώ θέλουμε να φανούμε πιστοί στον Θεό, για δική του τιμή. . . . Σύμφωνα με αυτά που γνωρίζω, αν έδινα το [στρατιωτικό] όρκο, θα διέπραττα μια αμαρτία που θα με έκανε άξιο θανάτου. Αυτό θα μου έκανε κακό. Δεν θα είχα ανάσταση. Αλλά εμμένω σε αυτό που είπε ο Χριστός: ‘Όποιος θα σώσει τη ζωή του θα τη χάσει· αλλά όποιος θα χάσει τη ζωή του για χάρη μου θα τη λάβει’. Και τώρα αγαπητή μου μητέρα και όλοι εσείς αδελφοί και αδελφές μου, σήμερα μου είπαν την ποινή μου, και μην τρομάζετε, είναι θάνατος και πρόκειται να εκτελεστώ αύριο το πρωί. Αντλώ δύναμη από τον Θεό, όπως συνέβαινε ανέκαθεν με όλους τους αληθινούς Χριστιανούς στο παρελθόν. Οι απόστολοι έγραψαν: ‘Όποιος γεννιέται από τον Θεό δεν μπορεί να αμαρτήσει’. Το ίδιο ισχύει και για εμένα. Αυτό σου το απέδειξα και εσύ μπορούσες να το δεις. Αγαπητή μου, μην έχεις βαριά καρδιά. Θα ήταν καλό για όλους σας να γνωρίσετε ακόμα καλύτερα τις Άγιες Γραφές. Αν μείνετε σταθεροί μέχρι το θάνατο, θα ξανασυναντηθούμε στην ανάσταση. . . .
»Ο Φραντς σου
»Μέχρι να ξανασυναντηθούμε».
Από τον Μπέρτολτ Σάμπο, που θανατώθηκε από εκτελεστικό απόσπασμα στο Κιόρμεντ της Ουγγαρίας στις 2 Μαρτίου 1945:
«Αγαπημένη μου αδελφούλα, Μαρίκα!
»Αυτή τη μιάμιση ώρα που μου απομένει θα προσπαθήσω να σου γράψω, ώστε να μπορείς να μιλήσεις στους γονείς μας για την κατάστασή μου, το ότι αντιμετωπίζω άμεσο θάνατο.
»Τους εύχομαι την ίδια ειρήνη διάνοιας που έχω αυτές τις τελευταίες στιγμές σε αυτόν τον κόσμο που είναι γεμάτος καταστροφή. Τώρα είναι δέκα η ώρα και θα εκτελεστώ στις εντεκάμισι· αλλά είμαι πολύ ήρεμος. Την περαιτέρω ζωή μου την αφήνω στα χέρια του Ιεχωβά και του Αγαπημένου του Γιου, του Ιησού Χριστού του Βασιλιά, οι οποίοι δεν θα ξεχάσουν ποτέ εκείνους που τους αγαπούν ειλικρινά. Ξέρω, επίσης, ότι σύντομα θα γίνει η ανάσταση εκείνων που έχουν πεθάνει, ή μάλλον που έχουν κοιμηθεί, εν Χριστώ. Θα ήθελα, επίσης, να αναφέρω ιδιαίτερα ότι σου εύχομαι τις πιο πλούσιες ευλογίες του Ιεχωβά για την αγάπη που μου έδωσες. Σε παρακαλώ να φιλήσεις τον μπαμπά και τη μαμά από εμένα, καθώς και την Άνους. Δεν πρέπει να ανησυχούν για εμένα· σύντομα θα ξαναειδωθούμε. Το χέρι μου είναι ήρεμο τώρα, και θα αναπαυτώ μέχρι να με ξανακαλέσει ο Ιεχωβά. Ακόμα και τώρα θα τηρήσω την υπόσχεση που έδωσα για αυτόν.
»Τώρα τελείωσε ο χρόνος που είχα. Είθε ο Θεός να είναι μαζί σου και μαζί μου.
»Με πολλή αγάπη, . . .
»Μπέρτι»
[Πλαίσιο στη σελίδα 663]
Διακρίνονταν ως Άνθρωποι Θάρρους και Πεποιθήσεων
◆ «Παρ’ όλες τις δυσκολίες, οι Μάρτυρες στα στρατόπεδα συναθροίζονταν και προσεύχονταν μαζί, παρήγαν έντυπα και έκαναν προσηλύτους. Έχοντας στήριγμα τη μεταξύ τους συναναστροφή και, ανόμοια με πολλούς άλλους κρατουμένους, ξέροντας καλά τους λόγους για τους οποίους υπήρχαν τέτοια μέρη και το γιατί υπέφεραν με αυτόν τον τρόπο, οι Μάρτυρες αποδείχτηκαν μια μικρή αλλά αξιομνημόνευτη ομάδα κρατουμένων, που αναγνωρίζονταν από το μοβ τρίγωνο και διακρίνονταν ως άνθρωποι θάρρους και πεποιθήσεων». Έτσι έγραψε η Δρ Κριστίν Κινγκ, στο βιβλίο «Το Ναζιστικό Κράτος και οι Νέες Θρησκείες: Πέντε Περιπτώσεις Μη Συμμόρφωσης» (The Nazi State and the New Religions: Five Case Studies in Non-Conformity).
◆ Το βιβλίο «Αξίες και Βιαιότητες στο Άουσβιτς» (Values and Violence in Auschwitz) της Άννας Παβιουσίνσκα δηλώνει: «Αυτή η ομάδα κρατουμένων αποτελούσαν μια συμπαγή ιδεολογική δύναμη και κέρδισαν τη μάχη τους κατά του ναζισμού. Η γερμανική ομάδα αυτής της αίρεσης ήταν ένα μικρό νησάκι άκαμπτης αντίστασης στους κόλπους ενός τρομοκρατημένου έθνους και με αυτό το ίδιο ατρόμητο πνεύμα ενεργούσαν στο στρατόπεδο του Άουσβιτς. Κατόρθωσαν να κερδίσουν το σεβασμό των συγκρατουμένων τους . . . των κρατουμένων που είχαν υπεύθυνες θέσεις, ακόμα και των αξιωματικών των Ες-Ες. Όλοι ήξεραν ότι κανένας ‘Μπιμπελφόρσερ’ [Μάρτυρας του Ιεχωβά] δεν θα εκτελούσε κάποια διαταγή που ήταν αντίθετη με το θρησκευτικό του πιστεύω».
◆ Ο Ρούντολφ Χες, στην αυτοβιογραφία του, που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Διοικητής του Άουσβιτς» (Commandant of Auschwitz), αναφέρθηκε στην εκτέλεση ορισμένων Μαρτύρων του Ιεχωβά λόγω της άρνησής τους να παραβιάσουν τη Χριστιανική τους ουδετερότητα. Είπε τα εξής: «Έτσι φαντάζομαι ότι πρέπει να έμοιαζαν οι πρώτοι Χριστιανοί μάρτυρες καθώς περίμεναν στην αρένα να τους ξεσκίσουν τα άγρια θηρία. Με τα πρόσωπά τους πλήρως μεταμορφωμένα, τα μάτια τους στραμμένα στον ουρανό και τα χέρια τους ενωμένα και υψωμένα σε προσευχή, προχωρούσαν προς το θάνατό τους. Όλοι όσοι τους είδαν να πεθαίνουν συγκινήθηκαν βαθιά, και ακόμα και το ίδιο το εκτελεστικό απόσπασμα επηρεάστηκε». (Αυτό το βιβλίο εκδόθηκε στην Πολωνία με τον τίτλο «Αυτοβιογραφία του Ρούντολφ Χες—Διοικητή του Άουσβιτς» [Autobiografia Rudolfa Hössa-komendanta obozu oświęcimskiego]).
-