ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • Παπούα-Νέα Γουινέα
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2011
    • Σε αρκετά από τα χωριά που είναι διάσπαρτα στην εκτενή ακτογραμμή της Παπούας-Νέας Γουινέας και στις πολλές όχθες των ποταμών μπορεί να φτάσει κανείς μόνο με πλοιάριο ή με κανό. Ο Στιβ Μπλάντι θυμάται: «Ο αδελφός Ντάιρα Γκούμπα, από το Χανουαμπάντα του Πορτ Μόρεσμπι, ήταν ένας ηλικιωμένος που διέθετε μεγάλη πείρα στα σκάφη. Μιας και είχε δύο κούφιους κορμούς κάτω από το σπίτι του, εγώ και ο συνεργάτης μου στο σκαπανικό τον βοηθήσαμε να βρει την υπόλοιπη ξυλεία που χρειαζόταν για να κατασκευάσει ένα πουαπούα, μια ντόπια εκδοχή του καταμαράν. Το ιστίο ήταν από καραβόπανο. Με καπετάνιο τον Ντάιρα και πλήρωμα δυο τρεις άλλους αδελφούς από το Χανουαμπάντα, κάναμε αρκετά ταξίδια σε παράκτια χωριά κοντά στο Πορτ Μόρεσμπι».

      Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Μπερντ Άντερσον υπηρετούσε στη Νέα Ιρλανδία, ένα όμορφο νησί περίπου 650 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της ηπειρωτικής χώρας. Ο Μπερντ γράφει: «Έρχονταν άνθρωποι από τα κοντινά νησάκια, ζητώντας μας να τους επισκεφτούμε. Για να γίνει αυτό, όμως, χρειαζόμασταν πλοιάριο, πράγμα που έμοιαζε άπιαστο όνειρο λαβαίνοντας υπόψη το μικρό μας μηνιαίο βοήθημα. Είχαμε μερικές σανίδες φυλαγμένες σε κάποιο υπόστεγο, αλλά δεν επαρκούσαν για την κατασκευή του. Γι’ αυτό, θέσαμε το ζήτημα στον Ιεχωβά με προσευχή. Τότε, εντελώς αναπάντεχα, ένας αδελφός από το Λάε μάς έστειλε 200 δολάρια για να μας βοηθήσει να επισκεφτούμε τα πιο μακρινά νησιά. Έτσι λοιπόν, μπορέσαμε να κατασκευάσουμε ένα πλοιάριο, το οποίο ονομάσαμε Σκαπανέα. Του έλειπε, όμως, η μηχανή. Και πάλι, ο ίδιος αγαπητός αδελφός πρόσφερε τα χρήματα που χρειαζόμασταν για να αγοράσουμε αυτή τη φορά μια μικρή εξωλέμβια. Τώρα μπορούσαμε να ανταποκριθούμε στην πρόσκληση που μας είχε γίνει να επισκεφτούμε εκείνα τα ειδυλλιακά νησιά!»

  • Παπούα-Νέα Γουινέα
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2011
    • Ας ακολουθήσουμε έναν επίσκοπο περιοχής και τη σύζυγό του καθώς επισκέπτονται εκκλησίες κατά μήκος αυτής της επιβλητικής υδάτινης οδού.

      Ο Γουόρεν Ρέινολντς γράφει: «Νωρίς το πρωί, εγώ και η σύζυγός μου, η Λιάν, ξεκινάμε από την πόλη Γουέγουακ έχοντας την αλουμινένια βάρκα μας, μήκους 3,5 μέτρων, δεμένη στη σχάρα του οχήματός μας. Έπειτα από διαδρομή τριών ωρών, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας γίνεται με κίνηση στους τέσσερις τροχούς, παρκάρουμε δίπλα στο ποτάμι. Για μερικές μέρες θα ταξιδεύουμε με τη βάρκα αντίθετα στο ρεύμα προκειμένου να επισκεφτούμε τους 30 περίπου ευαγγελιζομένους σε τέσσερα χωριά κατά μήκος των παραποτάμων του Σέπικ.

      »Με τη βάρκα μας φορτωμένη προμήθειες, βάζουμε μπρος την εξωλέμβια μηχανή 25 ίππων και κατευθυνόμαστε αντίθετα στο ρεύμα. Μια ώρα μετά, μπαίνουμε στον Γιούατ, παραπόταμο του Σέπικ, και ταξιδεύουμε άλλες δύο ώρες μέχρι το χωριό Μπάιγουατ. Μας υποδέχονται θερμά οι αδελφοί και οι σπουδαστές τους, μερικοί από τους οποίους τραβούν τη βάρκα μας στη στεριά και την αποθηκεύουν σε ένα σπίτι. Αφού απολαμβάνουμε ένα γεύμα από πλαντάγο και γάλα καρύδας, ξεκινάμε όλοι μαζί μια δίωρη πεζοπορία μέσα στην ελώδη ζούγκλα. Οι ευαγγελιζόμενοι προπορεύονται και μας βοηθούν να μεταφέρουμε τις προμήθειές μας. Φτάνουμε σε ένα χωριουδάκι, το Ντιμίρι, όπου ξεδιψάμε με γάλα καρύδας, ενώ στήνουμε την κουνουπιέρα και το κρεβάτι μας σε ένα ξύλινο σπίτι στηριγμένο σε πασσάλους. Τελικά, έπειτα από ένα δείπνο με γλυκοπατάτες, πηγαίνουμε για ύπνο.

      »Σε τρία χωριά αυτής της περιοχής ζουν 14 ευαγγελιζόμενοι. Τις επόμενες μέρες, δίνουμε μαρτυρία σε κάθε χωριό και βρίσκουμε πολλά ενδιαφερόμενα άτομα. Επίσης, χαιρόμαστε βλέποντας δύο σπουδαστές της Γραφής να νομιμοποιούν το γάμο τους και να αποκτούν τα προσόντα ώστε να υπηρετούν ως ευαγγελιζόμενοι της Βασιλείας. Οι άλλοι ευαγγελιζόμενοι ετοιμάζουν ένα λιτό γαμήλιο γεύμα με γλυκοπατάτες, σάγο, μερικά εδώδιμα φύλλα και δύο κοτόπουλα.

      »Την Κυριακή, βλέπουμε με ενθουσιασμό 93 χωρικούς να παρακολουθούν τη δημόσια ομιλία! Μετά τη συνάθροιση, το καταμεσήμερο, ξεκινάμε με γεμάτους τους σάκους μας για το ταξίδι της επιστροφής στο Μπάιγουατ, όπου αφήνουμε τα πράγματά μας στο σπίτι ενός σπουδαστή και αρχίζουμε να δίνουμε μαρτυρία. Αρκετοί δέχονται έντυπα, και μερικοί ξεκινούν Γραφική μελέτη. Εκείνο το βράδυ, τρώμε στο σπίτι ενός σπουδαστή μαζεμένοι γύρω από τη φωτιά, ενώ ο καπνός κρατάει μακριά τα σμήνη των κουνουπιών.

      »Νωρίς την επομένη, επιστρέφουμε στη βάρκα μας, την ξαναρίχνουμε στο ποτάμι και ξεκινάμε μέσα στην πρωινή ομίχλη συνεπαρμένοι από την ποικιλία των πουλιών γύρω μας και από τα ψάρια που τσαλαβουτούν στο νερό. Συναντούμε οικογένειες που ταξιδεύουν νωχελικά προς την αντίθετη κατεύθυνση, πάνω σε σχεδίες από μπαμπού, μεταφέροντας αγαθά για την τοπική αγορά.

      »Όταν επιστρέφουμε στο όχημά μας, ανεφοδιαζόμαστε με καύσιμα, πόσιμο νερό και άλλες προμήθειες. Κατόπιν, ξεκινάμε ξανά το ταξίδι στο ποτάμι, για να επισκεφτούμε τους 14 ευαγγελιζομένους στο Κάμποτ. Φτάνουμε έπειτα από δύο ώρες, μουσκεμένοι μέχρι το κόκαλο λόγω μιας τροπικής νεροποντής. Από το Κάμποτ πλέουμε αντίθετα στο ρεύμα​—αυτή τη φορά με τη βάρκα μας γεμάτη ευαγγελιζομένους—​με προορισμό ένα μεγάλο χωριό που απλώνεται και στις δύο όχθες του ποταμού. Εκεί δίνουμε μαρτυρία μέχρι αργά το απόγευμα σε όσους ανταποκρίνονται. Στο γυρισμό, κηρύττουμε σε κάποιους που στέκονται στις πλωτές εξέδρες τους από μπαμπού. Το πρωί μάς είχαν δει να ανεβαίνουμε τον ποταμό και τώρα περιμένουν να επιστρέψουμε. Εφόσον τα χρήματα είναι σπάνια σε αυτή την απομακρυσμένη περιοχή, οι χωρικοί δείχνουν την ευγνωμοσύνη τους για την επίσκεψή μας και για τα φυλλάδια που τους δίνουμε προσφέροντας τρόφιμα​—καρύδες, κολοκύθες, καπνιστά ψάρια και μπανάνες. Το δειλινό μάς βρίσκει πίσω στο Κάμποτ να μαγειρεύουμε αυτά τα τρόφιμα.

      »Στο Κάμποτ, ο χώρος των συναθροίσεων είναι στηριγμένος σε πασσάλους, όπως και όλα τα σπίτια της περιοχής. Την περίοδο των βροχών, όταν πλημμυρίζουν τα πάντα, όλοι κωπηλατούν με τα κανό τους μέχρι τα σκαλιά του χώρου συναθροίσεων. Η επίσκεψή μας ολοκληρώνεται με 72 παρόντες στη δημόσια ομιλία, μεταξύ των οποίων είναι κάποιοι που έχουν περπατήσει πέντε ώρες για να έρθουν.

      »Επιστρέφουμε στο όχημα που χρησιμοποιούμε για το έργο περιοχής και δένουμε τη βάρκα στη σχάρα. Η διαδρομή μέχρι το σπίτι κρατάει τρεις ώρες. Στο δρόμο, συλλογιζόμαστε τους αγαπητούς αδελφούς και αδελφές μας που ζουν στις όχθες του ποταμού Σέπικ. Σκεφτόμαστε επίσης πόσο τους αγαπάει ο Ιεχωβά, όπως φαίνεται από τις προσπάθειες που καταβάλλει η οργάνωσή του για να τρέφονται καλά από πνευματική άποψη. Είναι μεγάλο προνόμιο να αποτελούμε μέρος μιας τόσο θαυμάσιας οικογένειας!»

  • Παπούα-Νέα Γουινέα
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2011
    • [Εικόνα στη σελίδα 128]

      Πουαπούα με φουσκωμένα πανιά

      [Εικόνα στη σελίδα 128]

      Το πλοιάριο Σκαπανέας που κατασκεύασε ο Μπερντ Άντερσον

Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
Αποσύνδεση
Σύνδεση
  • Ελληνική
  • Κοινή Χρήση
  • Προτιμήσεις
  • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
  • Όροι Χρήσης
  • Πολιτική Απορρήτου
  • Ρυθμίσεις Απορρήτου
  • JW.ORG
  • Σύνδεση
Κοινή Χρήση