-
Παπούα-Νέα ΓουινέαΒιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2011
-
-
Το 1957, ο Ντέιβιντ Γουόκερ, ένας 26χρονος Αυστραλός αδελφός που ζούσε στο Πορτ Μόρεσμπι, άκουσε ότι κάποια άτομα στο γειτονικό χωριό Μάνου Μάνου και στην επαρχία Γκαμπάντι ενδιαφέρονταν για την αλήθεια. Ο Ντέιβιντ παραιτήθηκε από την εργασία του, έγινε ειδικός σκαπανέας και κήρυττε ολομόναχος σε εκείνη την περιοχή επί έναν χρόνο. Αργότερα, πήραν άλλοι τη σκυτάλη, και τώρα το Μάνου Μάνου έχει εκκλησία και Αίθουσα Βασιλείας.
Στο μεταξύ, ενόσω ο Ντον Φίλντερ κήρυττε στην αγορά Κόκι στο Πορτ Μόρεσμπι, γνώρισε αρκετούς ψαράδες που έδειξαν ενδιαφέρον για την αλήθεια. Οι άνθρωποι αυτοί κατάγονταν από τη Χούλα, ένα παράκτιο χωριό περίπου 100 χιλιόμετρα προς τα ανατολικά. Για να βοηθήσουν τους ίδιους και τις οικογένειές τους ακόμη περισσότερο, ο Ντον μαζί με τον Άθελ (Νταπ) Ρόμπσον και μερικούς από αυτούς τους ενδιαφερομένους έβαλαν πλώρη για τη Χούλα με το καινούριο κανό του Ντον, μήκους 8 μέτρων, το οποίο διέθετε διπλό κύτος. Έμειναν στη Χούλα τρεις ημέρες και σχημάτισαν έναν μικρό όμιλο μελέτης.
Σε λίγο καιρό, ο Ντον μετακόμισε στη Χούλα ως ειδικός σκαπανέας, μαζί με τη σύζυγό του, τη Σίρλεϊ, και τη δίχρονη κόρη τους, την Ντέμπι. «Φτιάξαμε μια μικρή καλύβα και αρχίσαμε να κηρύττουμε στα πέντε χωριά της περιοχής», αφηγείται ο Ντον. «Αυτό σήμαινε ότι κάθε μέρα έπρεπε να κάνουμε με τα πόδια έναν κύκλο περίπου 12 χιλιομέτρων. Ήταν εξαντλητικό από σωματική άποψη, αλλά αναζωογονητικό από πνευματική, δεδομένου ότι ξεκινήσαμε πολλές Γραφικές μελέτες και σύντομα συνεργάζονταν μαζί μας οχτώ καινούριοι ευαγγελιζόμενοι».
Το κήρυγμα του Ντον και της Σίρλεϊ εξόργισε τον τοπικό ιερέα της Ενωμένης Εκκλησίας, ο οποίος έβαλε τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου όπου είχαν στήσει την καλύβα τους να τους διώξει. «Όταν το έμαθαν αυτό οι κάτοικοι ενός κοντινού χωριού, θύμωσαν πολύ επειδή δεν ήθελαν να φύγουμε», λέει ο Ντον. «Περίπου 20 από αυτούς μας βοήθησαν να μεταφέρουμε ολόκληρη την καλύβα μας—έτσι όπως ήταν—σε άλλη έκταση που ανήκε στο χωριό τους».
Ο εξοργισμένος κληρικός δεν το έβαλε κάτω. Πίεσε παρασκηνιακά τις αρχές του Πορτ Μόρεσμπι να απαγορεύσουν στο ζεύγος Φίλντερ να τοποθετήσει την καλύβα του οπουδήποτε σε εκείνη την επαρχία. «Εμείς δεν φύγαμε από το διορισμό μας», λέει ο Ντον. «Απλώς ζητήσαμε από τον Αλφ Γκριν, που ήταν καλός ξυλουργός, να φτιάξει με ξύλα από την καλύβα μας ένα μικρό δωμάτιο πάνω στο κανό μας. Μετά, αγκυροβολήσαμε το κανό σε ένα μαγκρόβιο έλος, δίπλα στις εκβολές ενός κοντινού ποταμού. Εκεί, ανάμεσα σε σμήνη κουνουπιών και κροκοδείλους που παραμόνευαν, ζήσαμε επί δυόμισι χρόνια, κάνοντας παράλληλα σκαπανικό». Όταν γεννήθηκε η δεύτερη κόρη τους, η Βίκι, η οικογένεια Φίλντερ επέστρεψε στο Πορτ Μόρεσμπι.
-
-
Παπούα-Νέα ΓουινέαΒιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2011
-
-
Λίγο αργότερα, δύο νεαροί Αυστραλοί, ο Τζιμ Σμιθ και ο Λάιονελ Ντινγκλ, διορίστηκαν στην Κέρεμα ως ειδικοί σκαπανείς. Άρχισαν αμέσως να μαθαίνουν την ταρούμα, την τοπική γλώσσα. «Λέγαμε κάθε λέξη στη μότου, και οι σπουδαστές μας μάς έλεγαν την αντίστοιχη λέξη στην ταρούμα, την οποία και γράφαμε», εξηγεί ο Τζιμ. «Έτσι καταφέραμε να μάθουμε μερικές λέξεις και να αποστηθίσουμε μια απλή Γραφική παρουσίαση. Οι ντόπιοι έμεναν έκπληκτοι όταν μας άκουγαν να μιλάμε τη γλώσσα τους, επειδή δεν την ήξερε κανένας άλλος λευκός σε εκείνη την επαρχία. Έπειτα από τρεις μήνες, διεξήγαμε στην ταρούμα εβδομαδιαίες συναθροίσεις και στις δύο πλευρές του Κόλπου Κέρεμα».
-
-
Παπούα-Νέα ΓουινέαΒιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2011
-
-
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΜΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
Το 1960, δύο άλλοι Αυστραλοί ειδικοί σκαπανείς, ο Στίβεν Μπλάντι και ο Άλεν Χόσκινγκ, μετακόμισαν στο Σαβαϊβίρι, ένα χωριό γύρω στα 50 χιλιόμετρα ανατολικά της Κέρεμα. Αφού έμειναν τρεις μήνες σε σκηνή, εγκαταστάθηκαν σε ένα σπιτάκι που βρισκόταν μέσα σε μια φυτεία με κοκκοφοίνικες, στη μέση ενός τεράστιου έλους.
Το Σαβαϊβίρι ήταν φημισμένο προπύργιο μιας λατρείας εμπορευμάτων. Πώς ξεκίνησε αυτή η λατρεία; Στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ντόπιοι θαύμαζαν τον τεράστιο πλούτο, ή αλλιώς τα εμπορεύματα, που έφερναν μαζί τους οι ξένοι στρατιώτες. Μετά, ο πόλεμος τελείωσε, και οι στρατιώτες μάζεψαν τα πράγματά τους και έφυγαν. Ορισμένοι χωρικοί νόμισαν ότι, εφόσον τα εμπορεύματα είχαν έρθει πέρα από τον ορίζοντα—από τον κόσμο των πνευμάτων—πρέπει να τους τα έστελναν οι νεκροί πρόγονοί τους, αλλά τα έπαιρναν οι στρατιώτες. Για να κάνουν τα πνεύματα να αντιληφθούν τις ανάγκες τους, επιδίδονταν σε δήθεν στρατιωτικές ασκήσεις και έφτιαξαν γερές αποβάθρες ώστε να είναι έτοιμοι για τη λαμπρή ημέρα κατά την οποία θα έφταναν άφθονα καινούρια εμπορεύματα.
Προτού περάσει πολύς καιρός, ο Στίβεν και ο Άλεν έκαναν μελέτη με περίπου 250 οπαδούς αυτής της λατρείας, μεταξύ των οποίων ήταν ο αρχηγός τους και μερικοί από τους «δώδεκα αποστόλους» του. «Πολλοί από αυτούς γνώρισαν την αλήθεια», αφηγείται ο Στίβεν. «Μάλιστα, ο τοπικός αξιωματούχος που περιπολούσε στην περιοχή μάς είπε αργότερα ότι το κήρυγμά μας συνέβαλε αποφασιστικά στην εξάλειψη της λατρείας των εμπορευμάτων στο Σαβαϊβίρι».
-