Κατέπνιξα την Υπερηφάνεια μου και Βρήκα την Ευτυχία
ΤΟ 1970, ήμουν 23 χρονών και φιλόδοξη. Στο χώρο της εργασίας μου, μια αυτοκινητική λέσχη στην Ιβρέα της Ιταλίας, έγινα υπεύθυνη λογιστηρίου. Ήμουν αποφασισμένη να γίνω σπουδαία. Και όμως ήμουν πολύ καταθλιμμένη και απαισιόδοξη. Γιατί;
Ο σύζυγός μου δαπανούσε τον περισσότερο από το χρόνο του χαρτοπαίζοντας στα μπαρ με τους φίλους του, και άφηνε εμένα να επωμίζομαι τις πιο πολλές ευθύνες της οικογένειας. Η σχέση μας άρχισε να φθείρεται. Καβγαδίζαμε για τα πιο μικρά πράγματα. Ως αποτέλεσμα, το μυαλό μου γέμισε με αρνητικές σκέψεις.
‘Κανείς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για εσένα’, έλεγα. ‘Το μόνο που θέλουν είναι να επωφεληθούν από τη θέση σου’. Έλεγα στον εαυτό μου: ‘Δεν μπορεί να υπάρχει Θεός, επειδή αν υπήρχε δεν θα επέτρεπε να υπάρχουν τόσα παθήματα και τόση πονηρία. Η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας αγώνας δρόμου προς το θάνατο’. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί συνέβαινε αυτό.
Η Αρχή μιας Αλλαγής
Κάποια μέρα του 1977, δυο Μάρτυρες του Ιεχωβά χτύπησαν την πόρτα μας. Ο σύζυγός μου, ο Τζιανκάρλο, τους κάλεσε μέσα, και πήγαν στο καθιστικό για να συζητήσουν. Σκοπός του ήταν να τους κάνει να γίνουν οπαδοί της θεωρίας της εξέλιξης όπως ήταν και εκείνος, αλλά αυτοί ήταν εκείνοι που άλλαξαν το δικό του τρόπο σκέψης!
Σύντομα ο Τζιανκάρλο άρχισε επίσης να κάνει αλλαγές στη ζωή του. Έγινε πιο υπομονετικός και αφιέρωνε περισσότερο χρόνο και προσοχή σε εμένα και στην κόρη μας. Προσπαθούσε να μου μιλήσει για τα πράγματα που μάθαινε, αλλά εγώ πάντοτε έκλεινα τη συζήτηση κάνοντας κάποιο πικρόχολο σχόλιο.
Κατόπιν, όταν μια μέρα μας επισκέφτηκαν οι Μάρτυρες, κάθησα και άκουσα πραγματικά. Μίλησαν για το τέλος αυτού του συστήματος πραγμάτων και για τη Βασιλεία του Θεού, την Παραδεισένια γη και την ανάσταση των νεκρών. Έμεινα έκπληκτη! Δεν κοιμήθηκα τις τρεις επόμενες νύχτες! Ήθελα να μάθω περισσότερα, αλλά η υπερηφάνεια δεν με άφηνε να ρωτήσω το σύζυγό μου. Τότε μια μέρα μου είπε αυστηρά: «Σήμερα θα ακούσεις. Έχω τις απαντήσεις σε όλες σου τις ερωτήσεις». Κατόπιν απλώς με κατέκλυσε με Βιβλικές αλήθειες.
Ο Τζιανκάρλο μου είπε ότι το όνομα του Δημιουργού είναι Ιεχωβά, ότι η εξέχουσα ιδιότητά Του είναι η αγάπη, ότι έστειλε τον Γιο Του ως λύτρο για να μπορέσουμε να έχουμε αιώνια ζωή και ότι, μετά την καταστροφή των πονηρών στον Αρμαγεδδώνα, ο Ιησούς Χριστός θα αναστήσει τους νεκρούς στη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας του. Είπε ότι οι αναστημένοι θα φτάσουν σε διανοητική και σωματική τελειότητα και ότι θα έχουν την ευκαιρία να ζήσουν για πάντα στη γη, στον Παράδεισο.
Την επόμενη μέρα, συνόδευσα το σύζυγό μου στην Αίθουσα Βασιλείας για πρώτη φορά. Κατόπιν του είπα: «Αυτοί οι άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλον. Θέλω να συνεχίσω να έρχομαι εδώ επειδή αυτοί είναι πραγματικά ευτυχισμένοι». Άρχισα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις τακτικά, και άρχισα να κάνω Γραφική μελέτη. Έκανα πολλές σκέψεις σχετικά με αυτά που μάθαινα και σύντομα πείστηκα ότι είχα βρει τον αληθινό λαό του Θεού. Το 1979 ο σύζυγός μου και εγώ συμβολίσαμε την αφιέρωσή μας στον Ιεχωβά με το να βαφτιστούμε.
Η Ολοχρόνια Διακονία
Σε μια συνέλευση περιοχής αργότερα τον ίδιο χρόνο, εκφωνήθηκε μια ομιλία που ενθάρρυνε την ολοχρόνια δραστηριότητα στο κήρυγμα. Αισθάνθηκα την ανάγκη να αναλάβω αυτή την υπηρεσία, και στράφηκα στον Ιεχωβά με προσευχή για αυτό το ζήτημα. Αλλά τότε έμεινα έγκυος, και τα σχέδιά μου ματαιώθηκαν. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, αποκτήσαμε τρία παιδιά. Σε δυο από αυτά, σε διαφορετικές περιπτώσεις, αναπτύχθηκαν σωματικά ελαττώματα που απείλησαν τη ζωή τους. Ευτυχώς, και στις δυο περιπτώσεις, ανέρρωσαν πλήρως.
Τώρα ένιωσα ότι δεν μπορούσα να αναβάλω άλλο πια τα σχέδια που είχα για την ολοχρόνια διακονία. Παραιτήθηκα από την κοσμική μου εργασία για να συγκεντρωθώ καλύτερα στις ευθύνες που είχα ως σύζυγος και μητέρα. Ο σύζυγός μου και εγώ κάναμε σχέδια για να ζήσουμε με ένα εισόδημα, πράγμα που σήμαινε να εγκαταλείψουμε καθετί που δεν ήταν αναγκαίο. Ωστόσο, ο Ιεχωβά μάς ευλόγησε πλούσια και ποτέ δεν μας άφησε να πέσουμε σε φτώχεια ή να βρεθούμε σε ανάγκη.
Το 1984 η κόρη μου, η οποία ήταν τότε 15 χρονών και είχε πρόσφατα βαφτιστεί, άρχισε την ολοχρόνια διακονία ως σκαπάνισσα. Συγχρόνως, ο σύζυγός μου διορίστηκε πρεσβύτερος. Και εγώ; Νιώθοντας ότι δεν μπορούσα ακόμα να κάνω σκαπανικό, έθεσα ως στόχο να αφιερώνω 30 ώρες το μήνα στο έργο κηρύγματος. Έφτασα αυτόν το στόχο και είπα στον εαυτό μου: ‘Μπράβο! Κάνεις πάρα πολλά’.
Άλλη μια φορά, όμως, η υπερηφάνεια μού δημιούργησε πρόβλημα. (Παροιμίαι 16:18) Σκεφτόμουν συνεχώς πόσο καλά τα κατάφερνα και πως δεν χρειαζόταν να κάνω περαιτέρω πνευματική πρόοδο. Η πνευματικότητά μου άρχισε να ελαττώνεται, μάλιστα άρχισα να χάνω ακόμα και τις καλές ιδιότητες που είχα αποκτήσει. Κατόπιν έλαβα τη διαπαιδαγώγηση που χρειαζόμουν.
Το 1985 δυο περιοδεύοντες επίσκοποι και οι σύζυγοί τους ήταν φιλοξενούμενοι στο σπίτι μας καθώς έκαναν την τακτική τους επίσκεψη στην εκκλησία μας. Παρατηρώντας αυτούς τους ταπεινούς, αυτοθυσιαστικούς Χριστιανούς υποκινήθηκα πράγματι να κάνω στοχασμούς γύρω από τα ζητήματα. Έκανα έρευνα για το θέμα της ταπεινοφροσύνης, χρησιμοποιώντας τις εκδόσεις της Εταιρίας Σκοπιά. Σκέφτηκα τη μεγάλη ‘αγαθότητα [ταπεινοφροσύνη, ΜΝΚ]’ που δείχνει ο Ιεχωβά στην πολιτεία του με εμάς τους αμαρτωλούς ανθρώπους. (Ψαλμός 18:35) Ήξερα ότι έπρεπε να αλλάξω τον τρόπο σκέψης μου.
Εκλιπάρησα τον Ιεχωβά να με βοηθήσει να καλλιεργήσω ταπεινοφροσύνη ώστε να τον υπηρετώ με τον τρόπο που εκείνος ήθελε και να με καθοδηγήσει να χρησιμοποιώ τα χαρίσματα που έχω προς δόξα του. Συμπλήρωσα μια αίτηση για υπηρεσία σκαπανέα, και άρχισα να τον υπηρετώ στην ολοχρόνια διακονία το Μάρτιο του 1989.
Τώρα μπορώ να πω ότι είμαι αληθινά ευτυχισμένη, και το γεγονός ότι παραμέρισα την υπερηφάνεια μου είναι αυτό που έχει συμβάλει στην ευτυχία μου. Έχω βρει έναν πραγματικό λόγο για να ζω—το να βοηθάω εκείνους που έχουν ανάγκη να γνωρίσουν ότι ο Ιεχωβά, ο αληθινός Θεός, δεν είναι μακριά από εκείνους που τον εκζητούν.—Όπως το αφηγήθηκε η Βέρα Μπραντολίνι.