ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • Αγωνιστήκαμε να Παραμείνουμε Πνευματικά Ισχυροί
    Η Σκοπιά—2006 | 1 Δεκεμβρίου
    • Βιογραφία

      Αγωνιστήκαμε να Παραμείνουμε Πνευματικά Ισχυροί

      Αφήγηση από τον Ρολφ Μπριγκεμάιερ

      Το πρώτο γράμμα που έλαβα αφού φυλακίστηκα ήταν από έναν φίλο. Αυτός με πληροφόρησε ότι η μητέρα μου και τα μικρότερα αδέλφια μου—ο Πέτερ, ο Γιόχεν και ο Μάνφρεντ—είχαν επίσης συλληφθεί. Ως εκ τούτου, οι δύο μικρές αδελφές μας έμειναν χωρίς γονείς και αδέλφια. Γιατί δίωκαν την οικογένειά μας οι αρχές της Ανατολικής Γερμανίας; Τι μας βοήθησε να παραμείνουμε πνευματικά ισχυροί;

  • Αγωνιστήκαμε να Παραμείνουμε Πνευματικά Ισχυροί
    Η Σκοπιά—2006 | 1 Δεκεμβρίου
    • Υπηρεσία υπό Απαγόρευση

      Εξαιτίας της απαγόρευσης, χρειαζόταν να εισάγουμε κρυφά τα Γραφικά έντυπα στην Ανατολική Γερμανία. Ως σύνδεσμος, έπαιρνα κάποιες ποσότητες από το δυτικό τμήμα του Βερολίνου, όπου τα έντυπά μας δεν ήταν απαγορευμένα, και τις περνούσα από τα σύνορα. Γλίτωσα από την αστυνομία περισσότερες από μία φορές, αλλά το Νοέμβριο του 1950 με συνέλαβαν.

      Η Στάζι με έβαλε σε ένα υπόγειο κελί χωρίς παράθυρο. Την ημέρα δεν με άφηναν να κοιμηθώ και τη νύχτα με ανέκριναν και μερικές φορές με ξυλοκοπούσαν. Δεν είχα καμία επαφή με την οικογένειά μου μέχρι το Μάρτιο του 1951 οπότε η μητέρα μου, ο Πέτερ και ο Γιόχεν ήρθαν στη δίκη μου. Καταδικάστηκα σε εξαετή φυλάκιση.

      Ο Πέτερ, ο Γιόχεν και η μητέρα μου συνελήφθησαν έξι μέρες μετά τη δίκη μου. Έκτοτε, ένας ομόπιστος φρόντιζε την αδελφή μου, τη Χανελόρε, η οποία ήταν 11 ετών, ενώ μια θεία μου ανέλαβε τη φροντίδα της Ζαμπίνε, η οποία ήταν 7 ετών. Οι φρουροί της Στάζι μεταχειρίζονταν τη μητέρα μου και τα αδέλφια μου σαν επικίνδυνους εγκληματίες, και μάλιστα τους έβγαλαν τα κορδόνια των παπουτσιών τους. Τους ανάγκαζαν να μένουν όρθιοι στη διάρκεια των ανακρίσεων. Καταδικάστηκαν και αυτοί σε έξι χρόνια φυλάκιση ο καθένας.

      Το 1953 ανατέθηκε σε μερικούς άλλους Μάρτυρες κρατούμενους και σε εμένα να κατασκευάσουμε έναν στρατιωτικό διάδρομο προσγείωσης, κάτι που αρνηθήκαμε να κάνουμε. Οι αρχές μάς τιμώρησαν με 21 ημέρες στην απομόνωση, πράγμα που σήμαινε πως δεν θα εργαζόμασταν, δεν θα λαβαίναμε γράμματα και θα είχαμε ελάχιστο φαγητό. Μερικές Χριστιανές αδελφές φύλαγαν ψωμί από τις δικές τους πενιχρές μερίδες και μας το έδιναν κρυφά. Αυτό οδήγησε στο να γνωρίσω την Άνι, μία από αυτές τις αδελφές, και να την παντρευτώ αφού αποφυλακιστήκαμε, εκείνη το 1956 και εγώ το 1957. Έναν χρόνο μετά το γάμο μας γεννήθηκε η κόρη μας, η Ρουτ. Ο Πέτερ, ο Γιόχεν και η Χανελόρε παντρεύτηκαν περίπου τον ίδιο καιρό.

      Γύρω στα τρία χρόνια μετά την αποφυλάκισή μου, με συνέλαβαν ξανά. Ένας αξιωματικός της Στάζι προσπάθησε να με πείσει να γίνω καταδότης, λέγοντας: «Αγαπητέ κ. Μπριγκεμάιερ, σας παρακαλώ, λογικευτείτε. Ξέρετε τι σημαίνει φυλακή, και εμείς δεν θέλουμε να τα ξαναπεράσετε όλα αυτά. Μπορείτε να παραμείνετε Μάρτυρας, να συνεχίσετε να μελετάτε και να μιλάτε για τη Γραφή όπως επιθυμείτε. Εμείς θέλουμε απλώς να μας κρατάτε ενήμερους. Σκεφτείτε τη σύζυγό σας και την κορούλα σας». Αυτή η τελευταία φράση με χτύπησε εκεί που πονούσα. Εντούτοις, γνώριζα ότι ενόσω θα ήμουν στη φυλακή ο Ιεχωβά θα φρόντιζε την οικογένειά μου καλύτερα από εμένα, και όντως το έκανε!

      Οι αρχές προσπάθησαν να αναγκάσουν την Άνι να εργάζεται πλήρες ωράριο και να αφήνει σε άλλους τη φροντίδα της Ρουτ στη διάρκεια της εβδομάδας. Η Άνι αρνήθηκε και εργαζόταν τη νύχτα ώστε να μπορεί να φροντίζει τη Ρουτ στη διάρκεια της ημέρας. Οι πνευματικοί αδελφοί μας ήταν πάρα πολύ στοργικοί και έδιναν στη σύζυγό μου τόσα πράγματα ώστε αυτή μπορούσε να τα μοιράζεται και με άλλους. Στο μεταξύ, εγώ πέρασα σχεδόν έξι και πλέον χρόνια πίσω από τα σίδερα της φυλακής.

      Πώς Διατηρήσαμε την Πίστη μας στη Φυλακή

      Όταν επέστρεψα στη φυλακή, οι Μάρτυρες συγκρατούμενοί μου ανυπομονούσαν να μάθουν ποια πράγματα είχαν δημοσιευτεί πρόσφατα. Πόσο χαρούμενος ήμουν που πριν από την επιστροφή μου μελετούσα προσεκτικά το περιοδικό Η Σκοπιά και παρακολουθούσα τακτικά τις συναθροίσεις, ώστε να μπορώ να αποτελώ πηγή πνευματικής ενθάρρυνσης για αυτούς!

      Όταν ζητήσαμε από τους φρουρούς μια Αγία Γραφή, εκείνοι απάντησαν: «Το να δίνεις στους Μάρτυρες του Ιεχωβά Αγία Γραφή είναι εξίσου επικίνδυνο με το να δίνεις σε κάποιον κρατούμενο εργαλεία διάρρηξης για να αποδράσει». Κάθε μέρα, οι αδελφοί που αναλάμβαναν την ηγεσία επέλεγαν ένα Γραφικό εδάφιο για εξέταση. Κατά τη διάρκεια των καθημερινών ημίωρων περιπάτων που κάναμε στην αυλή, δεν μας ενδιέφερε τόσο η άσκηση και ο φρέσκος αέρας όσο το να ωφεληθούμε από το Γραφικό εδάφιο της ημέρας. Μολονότι μας υποχρέωναν να είμαστε σε απόσταση περίπου πέντε μέτρων ο ένας από τον άλλον και δεν μας άφηναν να μιλάμε, εξακολουθούσαμε να βρίσκουμε τρόπους για να μεταδίδουμε το εδάφιο από στόμα σε στόμα. Όταν επιστρέφαμε στα κελιά μας, συγκεντρώναμε ό,τι είχε καταφέρει να ακούσει ο καθένας και μετά κάναμε την καθημερινή μας Γραφική συζήτηση.

      Τελικά, κάποιος καταδότης μάς πρόδωσε και με έβαλαν στην απομόνωση. Τι ευλογία ήταν το γεγονός ότι μέχρι τότε είχα απομνημονεύσει αρκετές εκατοντάδες εδάφια! Μπορούσα να γεμίζω εκείνες τις άδειες ημέρες στοχαζόμενος ποικίλα Γραφικά θέματα. Κατόπιν με μετέφεραν σε άλλη φυλακή, όπου κάποιος φρουρός με έβαλε σε ένα κελί με δύο άλλους Μάρτυρες και—το καλύτερο—μας έδωσε μια Αγία Γραφή. Έπειτα από έξι μήνες στην απομόνωση, χαιρόμουν που μπορούσα να συζητώ ξανά Γραφικά θέματα με ομοπίστους μου.

      Ο αδελφός μου, ο Πέτερ, περιγράφει τι τον βοήθησε να υπομείνει σε κάποια άλλη φυλακή: «Σκεφτόμουν τη ζωή στο νέο κόσμο και κρατούσα το νου μου απασχολημένο με Γραφικές σκέψεις. Εμείς οι Μάρτυρες ενισχύαμε ο ένας τον άλλον κάνοντας Γραφικές ερωτήσεις ή δοκιμάζοντας τις γνώσεις μας γύρω από τις Γραφές. Η ζωή δεν ήταν εύκολη. Μερικές φορές ήμασταν 11 άνθρωποι περιορισμένοι σε έναν χώρο περίπου 12 τετραγωνικών μέτρων. Εκεί έπρεπε να κάνουμε τα πάντα—να τρώμε, να κοιμόμαστε, να πλενόμαστε, ακόμη και να κάνουμε τη φυσική μας ανάγκη. Τα νεύρα μας είχαν φτάσει στα όριά τους».

      Ο Γιόχεν, άλλος ένας αδελφός μου, θυμάται τις εμπειρίες που είχε στη φυλακή: «Έψαλλα όσους ύμνους μπορούσα να θυμηθώ από το υμνολόγιό μας. Κάθε μέρα στοχαζόμουν ένα εδάφιο που είχα απομνημονεύσει. Μετά την αποφυλάκισή μου, συνέχισα να έχω ένα καλό πρόγραμμα πνευματικής εκπαίδευσης. Κάθε μέρα, διάβαζα το εδάφιο της ημέρας με την οικογένειά μου. Προετοιμαζόμασταν επίσης για όλες τις συναθροίσεις».

      Η Αποφυλάκιση της Μητέρας Μου

      Ύστερα από δύο και πλέον χρόνια στη φυλακή, η μητέρα μου αποφυλακίστηκε. Χρησιμοποιούσε την ελευθερία της για να μελετάει τη Γραφή με τη Χανελόρε και τη Ζαμπίνε, βοηθώντας τες να θέσουν καλό θεμέλιο για την πίστη τους. Τις δίδασκε επίσης να χειρίζονται ζητήματα τα οποία εγείρονταν στο σχολείο λόγω της πίστης τους στον Θεό. Η Χανελόρε παρατηρεί: «Δεν μας ένοιαζαν οι συνέπειες επειδή στο σπίτι ενθαρρύναμε η μία την άλλη. Οι ισχυροί οικογενειακοί μας δεσμοί αντιστάθμιζαν οποιοδήποτε πρόβλημα αντιμετωπίζαμε».

      Η Χανελόρε συνεχίζει: «Προμηθεύαμε επίσης πνευματική τροφή στους φυλακισμένους αδελφούς μας. Αντιγράφαμε με το χέρι, με μικρά γράμματα, σε κερωμένο χαρτί ένα ολόκληρο τεύχος της Σκοπιάς. Κατόπιν τυλίγαμε τις σελίδες σε αδιάβροχο χαρτί και τις κρύβαμε ανάμεσα σε ξερά δαμάσκηνα που στέλναμε με το μηνιαίο δέμα. Πόσο χαιρόμασταν όταν μας ειδοποιούσαν ότι τα δαμάσκηνα ήταν “πολύ εύγευστα”. Ήμασταν τόσο απορροφημένες στην εργασία μας ώστε οφείλω να πω ότι εκείνος ήταν υπέροχος καιρός».

Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
Αποσύνδεση
Σύνδεση
  • Ελληνική
  • Κοινή Χρήση
  • Προτιμήσεις
  • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
  • Όροι Χρήσης
  • Πολιτική Απορρήτου
  • Ρυθμίσεις Απορρήτου
  • JW.ORG
  • Σύνδεση
Κοινή Χρήση