Η Άποψη της Αγίας Γραφής
Μπορεί ένας Ομοφυλόφιλος να Είναι Διάκονος του Θεού;
ΗΤΑΝ Ιανουάριος του 1987, και ο Ρόμπερτ Άρπιν πέθαινε από AIDS. Το γεγονός αυτό καθαυτό δεν αποτελούσε πια σπουδαία είδηση. Όμως ο Ρόμπερτ Άρπιν ήταν ιερέας, ένας από τους ολοένα και περισσότερους κληρικούς που δηλώνουν ανοιχτά ότι είναι ομοφυλόφιλοι.
Στα πρόσφατα χρόνια οι ομοφυλόφιλοι δεν βγαίνουν μόνο «από το καβούκι τους», βγαίνουν και από τις ιερατικές σχολές. Ένας πρωτοετής φοιτητής στη Θεολογική Σχολή του Καθολικού Πανεπιστημίου στις Ηνωμένες Πολιτείες είπε στην εφημερίδα National Catholic Reporter: «Υπολογίζω ότι στην τάξη μου το 60 ως 70 τοις εκατό είναι ομοφυλόφιλοι και ότι άλλοι τόσοι είναι στην ιερατική σχολή». Σχολιάζοντας το ρεύμα της ομοφυλοφιλίας στις ιερατικές σχολές, ο Άντονι Κόσνικ, συντάκτης του Human Sexuality (Ανθρώπινη Σεξουαλικότητα), είπε: «Είναι πολύ πιο διαδεδομένο απ’ ό,τι μπορούσα να φανταστώ».
Διάφορες θρησκείες έχουν εκφράσει ένα ευρύ φάσμα απόψεων σχετικά με το αν ένας ομοφυλόφιλος μπορεί ή δεν μπορεί να είναι διάκονος. Ωστόσο, πολλούς ανθρώπους δεν τους ενδιαφέρουν οι γνώμες που διαμορφώνονται από τα σύγχρονα ρεύματα, τους ενδιαφέρει τι λέει η Αγία Γραφή. Ποιες είναι λοιπόν οι απαιτήσεις του Θεού για τους διακόνους; Πληρεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις το ομοφυλόφιλο άτομο;
Ιερείς στον Ισραήλ
Στον αρχαίο Ισραήλ οι απαιτήσεις για τους ιερείς του Ιεχωβά Θεού ήταν υψηλές. (Λευιτικόν, κεφάλαιο 21) Εφόσον εκπροσωπούσαν τον Αγιότατο, έπρεπε να παραμένουν πνευματικά, σωματικά και ηθικά καθαροί. «Παν το εγγίζον το θυσιαστήριον θέλει είσθαι άγιον», ήταν η εντολή του Θεού. Γι’ αυτό, όταν ο πρώτος αρχιερέας του Ισραήλ, ο Ααρών, και οι γιοι του διορίστηκαν ιερείς, έγινε μια επταήμερη τελετή προκειμένου να καθαγιαστούν για τα ιερά τους καθήκοντα.—Έξοδος 29:37.
Επίσης, οι ιερείς είχαν την ευθύνη να διδάσκουν το Νόμο του Θεού και, παράλληλα με τους κριτές, να φροντίζουν να τηρείται. (Μαλαχίας 2:7) Σ’ εκείνο το Νόμο περιλαμβανόταν και μια ξεκάθαρη καταδίκη της ομοφυλοφιλίας. Ο Θεός όριζε: «Εάν δε τις κοιμηθή μετά άρρενος, καθώς κοιμάται μετά γυναικός, βδέλυγμα έπραξαν αμφότεροι· εξάπαντος θέλουσι θανατωθή». (Λευιτικόν 20:13) Συνεπώς, οι ιερείς έπρεπε να ζουν σε αρμονία με τον ίδιο εκείνο Νόμο.
Όταν οι ιερείς δεν υποστήριζαν το θεϊκό νόμο, κρίνονταν αξιόμεμπτοι, όπως έγινε στην περίπτωση ενός αρχιερέα, του Ηλεί, και των δυο ανήθικων γιων του. (1 Σαμουήλ 2:12-35· 4:17, 18) Αργότερα, στην εποχή του προφήτη Ιεζεκιήλ, ο Ιεχωβά είπε: ‘Οι ίδιοι οι ιερείς [του Ισραήλ] παραβίασαν το νόμο μου και εξακολουθούν να βεβηλώνουν τους άγιους τόπους μου’. Εξαιτίας αυτού, ο Θεός τους απέρριψε.—Ιεζεκιήλ 22:26, 31, ΜΝΚ.
Οι Χριστιανικές Απαιτήσεις
Οι απαιτήσεις για εκείνους που αναλαμβάνουν την ηγεσία όσον αφορά τη λατρεία στη Χριστιανική εκκλησία είναι επίσης υψηλές. Μεταξύ των απαραίτητων προϋποθέσεων που καταγράφονται στην Αγία Γραφή, σημειώστε τις εξής: ‘ανεπίληπτος’, ‘μετριοπαθής στις συνήθειες’, ‘υγιής στο νου’, ‘να διαθέτει τα προσόντα να διδάσκει’, ‘[να έχει] καλή μαρτυρία από τους έξω ανθρώπους’. (1 Τιμόθεον 3:1-7, ΜΝΚ) Άρα, ο Χριστιανός επίσκοπος πρέπει να είναι άψογος. Οι απόψεις του σχετικά με το ποιες συνήθειες είναι κατάλληλες και ποιες ακατάλληλες πρέπει να βασίζονται στην Αγία Γραφή, και η διαγωγή του ίδιου δεν πρέπει να κλείνει τα αφτιά εκείνων τους οποίους επιδιώκει να διδάξει. Πληρεί το ομοφυλόφιλο άτομο αυτές τις Γραφικές απαιτήσεις;
Προτού ο απόστολος Παύλος γράψει τις παραπάνω κατευθυντήριες γραμμές, προειδοποίησε τον Τιμόθεο σχετικά με κάποια μέλη που επιθυμούσαν «να ήναι νομοδιδάσκαλοι». Ο Τιμόθεος έπρεπε να παραγγείλει σ’ αυτούς που διατάραζαν την πίστη «να μη ετεροδιδασκαλώσι». Κατόπιν, προειδοποίησε τον Τιμόθεο για «τους ανόμους και ανυποτάκτους, τους ασεβείς και αμαρτωλούς», κι έπειτα προσδιόρισε συγκεκριμένα τους «αρσενοκοίτας» ως άτομα που η διαγωγή τους «αντιβαίνει εις την υγιαίνουσαν διδασκαλίαν». (1 Τιμόθεον 1:3-11) Σίγουρα, κάποιος που ηγείται της εκκλησίας στη λατρεία δεν πρέπει να επηρεάζει αρνητικά τις ωφέλιμες διδασκαλίες της Αγίας Γραφής ούτε με τα λόγια του ούτε με τον τρόπο της ζωής του.—Παράβαλε Ρωμαίους 2:21.
Το κύρος αυτής της προειδοποίησης φαίνεται επίσης απ’ αυτά που έγραψε ο Παύλος προς τον Τίτο στην Κρήτη. Καθορίζοντας τις απαιτήσεις για το διορισμό ‘πρεσβυτέρων’, όρισε ρητά ότι αυτοί έπρεπε να είναι ‘ανέγκλητοι’, ‘δίκαιοι’, ‘εγκρατείς’, ‘προσκεκολλημένοι εις τον πιστόν λόγον της διδασκαλίας’. (Τίτον 1:5-9) Σ’ αυτόν «τον πιστόν λόγον» περιλαμβανόταν και η επιστολή που είχε στείλει ο Παύλος νωρίτερα στους Χριστιανούς που ζούσαν στην Κόρινθο, επιστολή που δήλωνε ότι οι «αρσενοκοίται» δεν θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού. (1 Κορινθίους 6:9, 10) Η προσκόλληση στον ‘πιστό λόγο’ θα καθιστούσε το διάκονο ικανό «να εξελέγχη τους αντιλέγοντας». (Τίτον 1:9) Πώς μπορεί ο ομοφυλόφιλος διάκονος να ελέγχει άλλους όταν ο δικός του τρόπος ζωής έρχεται σε αντίθεση με τον ‘πιστό λόγο’; Απεναντίας, ο απόστολος Πέτρος μίλησε για ‘ψευτοδιδάσκαλους’ που ‘πολλοί θα ακολουθούσαν τις πράξεις της χαλαρής τους διαγωγής’.—2 Πέτρου 2:1, 2, ΜΝΚ.
‘Θα σε Απορρίψω’
Σκεφτείτε κι αυτό: Σ’ ένα όραμα, ο προφήτης Ζαχαρίας, που έζησε τον έκτο αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία (Π.Κ.Χ.), είδε τον αρχιερέα Ιησού ντυμένο με ρυπαρά ενδύματα. Πώς ήταν δυνατό να καθαριστούν αυτά ώστε να μπορέσει να συνεχίσει ως ιερέας; «Αν υπακούς στους νόμους μου και εκτελείς τα καθήκοντα στα οποία σε έχω διορίσει», είπε ο Θεός, «τότε θα συνεχίσεις να είσαι επικεφαλής στο Ναό μου». (Ζαχαρίας 3:7, Today’s English Version [Σημερινή Αγγλική Μετάφραση]) Στα άτομα που δεν υπακούν στους θεϊκούς νόμους, περιλαμβανομένων και των νόμων που απαγορεύουν τις ομοφυλοφιλικές πράξεις, ο Θεός λέει: «Επειδή συ απέρριψας την γνώσιν και εγώ απέρριψα σε [θα σε απορρίψω, ΜΝΚ] από του να ιερατεύης εις εμέ».—Ωσηέ 4:6.
Μπορεί λοιπόν ένα ομοφυλόφιλο άτομο να είναι διάκονος του Ιεχωβά Θεού; Όχι. Άτομα τα οποία δεν πληρούν τα προσόντα, σύμφωνα με την ‘υγιή διδασκαλία’ που περιέχεται στην Αγία Γραφή, δεν είναι αληθινοί διάκονοι του Θεού.—Τίτον 2:1· 1 Τιμόθεον 1:10· βλέπε επίσης Ρωμαίους 1:24-27, 32.
[Εικόνα στη σελίδα 13]
Πώς μπορεί ένας διάκονος να διδάσκει ορθά άλλους όταν ο δικός του τρόπος ζωής έρχεται σε αντίθεση με τον ‘πιστό λόγο’;