Οι Ινδιάνοι Γκουαχίρο Ανταποκρίνονται Ευνοϊκά
Η ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΗ κυρία, που καθόταν στη σκιά κάποιου πελώριου δέντρου και ήταν ντυμένη μ’ ένα μαύρο ρούχο μακρύ μέχρι το έδαφος, έμοιαζε να ανήκει σε άλλον κόσμο. Επίσης, μιλούσε μια γλώσσα που μας ήταν άγνωστη. «Να ξανάρθετε», είπε με ενθουσιασμό. Δείχνοντας προς το μέρος άλλων 50 ατόμων της φυλής της που κάθονταν γύρω της, πρόσθεσε: «Όλοι μας θέλουμε να ξανάρθετε. Να έρχεστε κάθε εβδομάδα!»
Ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι; Γιατί ανυπομονούσαν τόσο πολύ να επιστρέψουμε αν και δεν μας γνώριζαν από πριν; Επιτρέψτε μας να σας πούμε σχετικά με τη μέρα που περάσαμε ανάμεσα στους Ινδιάνους Γκουαχίρο, οι οποίοι κατοικούν στη χερσόνησο Λα Γκουαχίρα, στη βορειοανατολική Κολομβία και στη γειτονική βορειοδυτική Βενεζουέλα.
Πρώτες Εντυπώσεις
Ξεκινώντας από την πρωτεύουσα της Βενεζουέλας, το Καράκας, η πρώτη μας στάση ήταν το Μαρακαΐβο. Μόλις μπήκαμε με το αυτοκίνητο στην πόλη, παρατηρήσαμε τρεις νεαρές γυναίκες που περπατούσαν κατά μήκος του δρόμου φορώντας μακριά, ζωηρόχρωμα ενδύματα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους ήταν διαφορετικά απ’ αυτά του συνηθισμένου Βενεζουελανού—ανυψωμένα ζυγωματικά, σκούρο δέρμα, ίσια, μαύρα μαλλιά. Οι Ινδιάνοι Γκουαχίρο με το αργό, χαριτωμένο περπάτημά τους τράβηξαν την προσοχή μας με την πρώτη ματιά.
Η μέρα που θα ταξιδεύαμε προς τη χερσόνησο Λα Γκουαχίρα ξημέρωσε καθαρή και γαλήνια. Προτού ο πρωινός ήλιος γίνει πολύ ζεστός, 50 από εμάς επιβιβαστήκαμε σ’ ένα λεωφορείο, ενθουσιασμένοι που θα συμμετείχαμε στην ειδική εκστρατεία η οποία γινόταν σε όλη τη χώρα για να μεταδοθεί το άγγελμα της Αγίας Γραφής στις απομακρυσμένες περιοχές εδώ στη Βενεζουέλα. Κατευθυνόμασταν προς την πόλη Παραγκουακόν, στα σύνορα με την Κολομβία.
Αφήνοντας πίσω μας την πόλη Μαρακαΐβο, περάσαμε από πολλές μικρές πόλεις και χωριά, και σε καθένα απ’ αυτά τα μέρη υπήρχε μια αγορά και μερικοί υπαίθριοι πάγκοι όπου πουλούσαν πλεγμένα πέδιλα καθώς και τα μακριά, ζωηρόχρωμα ενδύματα που ονομάζονται μάντα. Σε κάθε χωριό υπήρχε μια φροντισμένη, κεντρική πλατεία και μια εκκλησία με απαλά χρώματα, πράγματα που έδιναν στην όλη εικόνα όμορφη όψη. Όλοι οι άνθρωποι είχαν ινδιάνικα χαρακτηριστικά προσώπου. Αν και η εμφάνισή τους ήταν τόσο διαφορετική από τη δική μας, χρειαζόταν να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι αυτοί ήταν από τους πρώτους Βενεζουελανούς.
Η Αναζήτησή μας για Σπίτια
Τελικά φτάσαμε στον προορισμό μας. Ο οδηγός κατηύθυνε το λεωφορείο μας στην άκρη του δρόμου και το πάρκαρε δίπλα σ’ ένα χαμηλό τοίχο στη σκιά κάποιου τεράστιου δέντρου. Από την άλλη πλευρά του τοίχου ήταν το τοπικό σχολείο του χωριού—κλειστό γιατί ήταν Κυριακή.
Χωριστήκαμε σε δυο ομάδες και πήγαμε σε αντίθετες κατευθύνσεις ψάχνοντας για σπίτια. Σκοπός μας ήταν να προσκαλέσουμε όλα τα άτομα σε μια Γραφική ομιλία, η οποία θα εκφωνούνταν στη γλώσσα γκουαχίρο, στις τρεις η ώρα εκείνο το απόγευμα στην αυλή του σχολείου. Μαζί μας είχαμε την Εβελίντα, μια ιθαγενή Ινδιάνα Γκουαχίρο. Ελπίζαμε πως έτσι θα μας δέχονταν πιο εύκολα επειδή, αν και μιλούσαμε ισπανικά, δεν ξέραμε καθόλου τη γλώσσα γκουαχίρο.
Όταν βγήκαμε από το χωριό, έπρεπε να περπατούμε αρκετή απόσταση από το ένα σπίτι στο άλλο. Καθώς κατηφορίζαμε κάποιο μακρύ, ευθύ δρόμο, με πυκνή χαμηλή βλάστηση και στις δυο πλευρές, ένα μικρό αγόρι περίπου δέκα χρονών προχωρούσε δίπλα μας και μας κοίταζε επίμονα με εμφανή περιέργεια. Η Εβελίντα τού χαμογέλασε και του εξήγησε στη γλώσσα γκουαχίρο το σκοπό της επίσκεψής μας στην περιοχή. Το όνομά του ήταν Ομάρ, και έπειτα από την πρόσκληση που του κάναμε για την ομιλία έφυγε τρέχοντας.
Βγαίνοντας από τον κύριο δρόμο, ακολουθήσαμε ένα χωματόδρομο που ήταν ακόμη υγρός από τις πρόσφατες βροχές. Μάθαμε ότι αυτά ήταν περάσματα λαθρεμπόρων μεταξύ Κολομβίας και Βενεζουέλας. Ο αέρας ήταν βαρύς από τη μυρωδιά της πλούσιας βλάστησης. Μολονότι η ζεστή και υγρή ατμόσφαιρα ήταν κάπως αποπνικτική, αυτό δεν μείωσε τον ενθουσιασμό μας. Όπως κι αν είχαν τα πράγματα, κάθε ταλαιπωρία ξεχάστηκε όταν το μονοπάτι μέσα από την πυκνή, τροπική βλάστηση μας έβγαλε ξαφνικά σ’ ένα μεγάλο ξέφωτο—σε μια τυπική αγροικία των Γκουαχίρο.
Πρόσωπο με Πρόσωπο με τους Γκουαχίρο
Περίπου δώδεκα κατσίκες με υπέροχα άσπρα, μαύρα και καφετιά στίγματα είχαν ξαπλώσει στη σκιά μασώντας με ευχαρίστηση. Ξαπλωμένη σε μια αιώρα που εκτεινόταν μεταξύ δυο δέντρων, κάποια γυναίκα τάιζε το μωρό της. Δυο παιδάκια έπαιζαν εκεί κοντά. Η γυναίκα βρισκόταν ακριβώς έξω από το φράχτη, ο οποίος ήταν φτιαγμένος από ξύλα και σύρμα και περιέβαλλε ένα σπίτι χτισμένο από λάσπη και καλάμια με αχυρένια στέγη. Υπήρχαν μερικά υπόστεγα στην περιοχή. Το ένα ήταν προφανώς η κουζίνα, όπου στο έδαφος έκαιγε μια φωτιά από ξύλα, ανάμεσα σε μερικά μεγάλα δοχεία που έμοιαζαν με καζάνια. Εκεί κοντά ήταν κρεμασμένα για να ξεραθούν μερικά δέρματα κατσίκας.
Όταν ένας άντρας που στεκόταν στο άνοιγμα του φράχτη μάς είδε να πλησιάζουμε, έτρεξε μπροστά και έβαλε δυο σκαμνιά για εμάς κοντά στη γυναίκα που ήταν στην αιώρα. Η Εβελίντα χαιρέτησε τον άντρα και τη γυναίκα στη γλώσσα τους και εξήγησε τη Γραφική ελπίδα για το μέλλον, χρησιμοποιώντας το εικονογραφημένο ειδικό βιβλιάριο Απολαύστε Ζωή στη Γη για Πάντα! Από τις ειρηνικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή καταλάβαμε ότι η διεθνής κρίση ή η αύξηση των ληστρικών επιθέσεων στα κέντρα των πόλεων δεν θα ήταν κατάλληλα θέματα εδώ. Μια Μάρτυρας στην ομάδα είχε εξηγήσει ότι, εφόσον οι Ινδιάνοι Γκουαχίρο είναι κάπως συνεσταλμένοι εκ φύσεως, είναι σημαντικό να δείχνουμε θέρμη και γνήσιο προσωπικό ενδιαφέρον στην αρχή. «Συχνά ρωτάμε για την υγεία της οικογένειας, για το θερισμό, αν έβρεξε τελευταία και τα λοιπά», είπε εκείνη. «Αυτό μας δίνει την ευκαιρία να τους πούμε σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού και να τους δείξουμε ότι ο Ιεχωβά σύντομα θα απομακρύνει όλα τα παθήματα και τον Σατανά τον Διάβολο, τον οποίο φοβούνται ιδιαίτερα».
Όσο μιλούσε η Εβελίντα, οι ακροατές της συμφωνούσαν, και σύντομα ήρθε κοντά μας μια άλλη γυναίκα καθώς και μερικά παιδιά. Είχαμε μάθει νωρίτερα ότι, σύμφωνα με το νόμο των Γκουαχίρο, ένας άντρας επιτρέπεται να έχει περισσότερες από μια συζύγους. Μήπως βρισκόμασταν μπροστά σε μια τέτοια περίπτωση; Αυτό μας έκανε να σκεφτούμε τη Γιένι, μια ελκυστική 21χρονη Γκουαχίρο που ζούσε στο Μαρακαΐβο. Κάποιος εύπορος Γκουαχίρο πρόσφερε ένα καλό νυφικό τίμημα γι’ αυτήν. Αλλά οι γονείς της, που δεν είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά, είχαν διχασμένη γνώμη. Αν και η μητέρα της συμφώνησε με το γάμο, ο πατέρας της Γιένι είπε όχι. Ο υποψήφιος ήταν ήδη παντρεμένος με την αδελφή της Γιένι!
Όταν η Εβελίντα τελείωσε την παρουσίασή της, ο άντρας πήρε ένα ειδικό βιβλιάριο. Η γυναίκα που στεκόταν πίσω του ζήτησε επίσης ένα, κι εμείς ευχαρίστως ικανοποιήσαμε την επιθυμία της. Μέχρι τότε οι υπόλοιποι φίλοι μας μάς είχαν περάσει. Έτσι, προσκαλέσαμε την οικογένεια στην απογευματινή ομιλία και φύγαμε, γιατί δεν θέλαμε να χαθούμε σ’ εκείνη την άγνωστη αγροτική περιοχή.
Ένας Μάρτυρας από την ομάδα διηγήθηκε κάτι που είχε συμβεί στον ίδιο. Κάποιος άντρας σε μια αιώρα άκουγε προσεκτικά ενώ η σύζυγός του έφερε μερικά αναψυκτικά—δυο ποτήρια τσίτσα, φτιαγμένο από αλεσμένο καλαμπόκι. Ο αδελφός μας δέχτηκε ευγενικά το ποτό και το ήπιε. Αργότερα, η Γκουαχίρο που τον συνόδευε, η Μαγκάλι, εξήγησε πώς έφτιαχναν εκείνο το ποτό. Συνήθως, το καλαμπόκι το άλεθαν με τα δόντια! Και μετά δεν κρατήθηκε και ξέσπασε σε γέλια όταν τον είδε να χλωμιάζει.
Ένας άλλος Ινδιάνος κύριος, φανερά εντυπωσιασμένος από την προσπάθεια των αδελφών μας να φτάσουν στο σπίτι του με το άγγελμα της Αγίας Γραφής, κατέβηκε από την αιώρα του. Αφού φόρεσε ένα πουκάμισο, τους οδήγησε ο ίδιος προσωπικά σε κάποιον κρυμμένο οικισμό που δεν είχαν δει.
Περνώντας από κάποιο άλλο ξέφωτο, όπου μερικοί από τους φίλους μας συνομιλούσαν με τα ενήλικα άτομα της οικογένειας, είδαμε μια ομάδα από μικρά, γυμνά παιδιά με διογκωμένες κοιλιές να στέκονται ήσυχα κάτω από κάποιο δέντρο. Μάθαμε ότι αυτή η κατάσταση υπήρχε εξαιτίας ενός συνδυασμού ανεπαρκούς διατροφής και παράσιτων. Πολλοί απ’ αυτούς τους ανθρώπους δεν έχουν τρεχούμενο νερό και ηλεκτρισμό. Αυτό, φυσικά, σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ψυγεία, ανεμιστήρες ή φώτα.
Απρόσμενη Προσέλευση
Το πρωινό είχε περάσει πολύ γρήγορα. Καθώς επιστρέφαμε στο λεωφορείο για να φάμε το μεσημεριανό μας, αναρωτιόμασταν πόσοι απ’ αυτούς που προσκαλέσαμε θα έρχονταν στην απογευματινή Γραφική ομιλία.
Στις 2:45 μ.μ. αναρωτιόμασταν αν οι επιβάτες του λεωφορείου θα ήταν το μοναδικό ακροατήριο του Γκουαχίρο αδελφού, ο οποίος είχε ετοιμάσει μια 45λεπτη ομιλία στην τοπική γλώσσα. Αλλά όχι! Η πρώτη μικρή οικογένεια ήρθε διστακτικά στην αυλή του σχολείου. Θα πρέπει να έμειναν έκπληκτοι που όλοι τούς έκαναν να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι. Τα επόμενα λίγα λεπτά, έφτασαν πολύ περισσότεροι, και ήταν εμφανές ότι μερικοί είχαν περπατήσει πολύ. Ακόμη ήρθε και η οικογένεια που έμενε στο ξέφωτο όπου βρίσκονταν οι δώδεκα κατσίκες! Πόσο διαφορετική φαινόταν η κυρία την οποία είχαμε δει στην αιώρα, τώρα που φορούσε το κομψό της μαύρο μάντα! Ακόμη και ο μικρός Ομάρ, στον οποίο είχαμε μιλήσει στο δρόμο, ήρθε, προφανώς μόνος του. Καθώς έρχονταν κι άλλοι, το μακρύ, τσιμεντένιο σκαλί που υπήρχε στην αυλή του σχολείου και ήταν το μοναδικό χρησιμοποιήθηκε σαν παγκάκι και γέμισε. Τότε, ο φιλικός οδηγός του λεωφορείου μας άρχισε να βγάζει καθίσματα από το λεωφορείο για να καθήσουν τα άτομα στη διάρκεια της ομιλίας.
Συνολικά 55 Ινδιάνοι Γκουαχίρο κάθονταν και άκουγαν καθώς ο Εντουάρντο εκφωνούσε τη Γραφική ομιλία. Ωστόσο, δεν κάθονταν τελείως ήσυχοι. Εάν συμφωνούσαν μ’ ένα σημείο που έλεγε ο ομιλητής, μουρμούριζαν ή ψιθύριζαν για να εκφράσουν την επιδοκιμασία τους. Όταν αυτός μίλησε σχετικά με το επερχόμενο τέλος της πονηρίας, ακούστηκε η φωνή της ηλικιωμένης κυρίας που αναφέρθηκε στην αρχή: «Ναι, υπάρχει πολλή πονηρία», είπε αρκετά δυνατά ώστε να την ακούσουν όλοι. «Και μάλιστα, υπάρχουν μερικά πονηρά άτομα που κάθονται εδώ, τώρα. Ελπίζω λοιπόν να ακούν!» Ο αδελφός Εντουάρντο ευχαρίστησε με διακριτικότητα για το σχόλιο και συνέχισε την ομιλία του.
Αφού τελείωσε η ομιλία, κάποιος από την ομάδα μας μάς πήρε μια φωτογραφία. Αυτό άρεσε στους Γκουαχίρο και ρώτησαν αν θα έπρεπε να κρατούν τα ειδικά βιβλιάριά τους Απολαύστε Ζωή για την επόμενη φωτογραφία. Στη συνέχεια μερικοί άρχισαν σιγά-σιγά να φεύγουν, αλλά περίπου οι μισοί έμειναν και μας παρακολουθούσαν καθώς επιβιβαζόμασταν στο λεωφορείο. Μας έβαλαν να τους υποσχεθούμε ότι θα επιστρέψουμε, και κατόπιν στάθηκαν και χαιρετούσαν ώσπου δεν έβλεπαν πια το λεωφορείο.
Καθώς απομακρυνόμασταν, αισθανόμασταν έντονα ότι ήταν προνόμιο να φέρουμε τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού σ’ αυτούς τους ανθρώπους. Σε πολλές περιπτώσεις ήταν η πρώτη φορά που τα άτομα άκουγαν γι’ αυτή τη Βασιλεία. Οι Μάρτυρες από το Μαρακαΐβο συζητούσαν ήδη για την επόμενη επίσκεψή τους. Θα είχε συνέχεια αυτή η ιστορία;
Επιτυχία και στη Συνέχεια
Οι αδελφοί επέστρεψαν έπειτα από δυο εβδομάδες. Έδωσαν μεγάλη ποσότητα Βιβλικών εντύπων, έκαναν επανεπισκέψεις σε ενδιαφερόμενα άτομα και άρχισαν οικιακές Γραφικές μελέτες. Επιπλέον, 79 Ινδιάνοι παρακολούθησαν τη δεύτερη δημόσια συνάθροιση που έγινε σε ανοιχτό χώρο. Σ’ εκείνη την περίπτωση οι αδελφοί εξήγησαν ότι θα επέστρεφαν σε τρεις εβδομάδες αντί σε δυο, λόγω μιας συνέλευσης περιοχής. Οι Ινδιάνοι θορυβήθηκαν! «Μπορεί να έχουμε πεθάνει μέχρι τότε!» είπε ένας απ’ αυτούς. Ρώτησαν τι ήταν η συνέλευση περιοχής. Τους άρεσε τόσο πολύ εκείνο το οποίο άκουσαν ώστε αποφάσισαν να παρευρεθούν κι αυτοί εκεί! Έγιναν διευθετήσεις, και 34 από εκείνους μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τη συνέλευση στο Μαρακαΐβο, όπου οι αδελφοί που μιλούσαν την γκουαχίρο τούς βοήθησαν να καταλάβουν το ισπανικό πρόγραμμα.
Το θέλημα του Ιεχωβά είναι «πάντες οι άνθρωποι . . . να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας». (1 Τιμόθεον 2:3, 4) Τι χαρά είναι να βλέπει κανείς τέτοια ευνοϊκή ανταπόκριση απ’ αυτούς τους Ινδιάνους που αναζητούν την αλήθεια, στη χερσόνησο Λα Γκουαχίρα!
[Πλαίσιο στη σελίδα 26]
Ζωές Εμπλουτίζονται Μέσω της Βιβλικής Αλήθειας
Η Ίρις και η Μαργκαρίτα, δυο έφηβες Γκουαχίρο, χάρηκαν όταν είδαν το ειδικό βιβλιάριο Απολαύστε Ζωή στη Γη για Πάντα! Αλλά είχαν ένα πρόβλημα. Δεν ήξεραν να διαβάζουν. Η Μάρτυρας που τις επισκέφτηκε προσφέρθηκε να τις βοηθήσει μέσω του βιβλιαρίου Μάθετε να Διαβάζετε και να Γράφετε (Learn to Read and Write). Σύντομα τα κορίτσια ένιωθαν έντονη συγκίνηση που μπορούσαν να γράφουν και να προφέρουν σωστά το όνομα Ιεχωβά.
Καθώς προόδευαν, τους φαινόταν θαυμάσια η υπέροχη ελπίδα που προσφέρει η Αγία Γραφή. Τις άγγιξε ιδιαίτερα η υπόσχεση ότι όλο το ανθρώπινο γένος θα απολαμβάνει ελευθερία. «Η ζωή εδώ είναι πολύ καταθλιπτική για εμάς τους εφήβους», εξήγησαν. «Συνήθως μας παντρεύουν σε πολύ νεαρή ηλικία, και ο βιασμός είναι ένας διαρκής κίνδυνος».
Κάτι σημαντικό για την Ίριδα και τη Μαργκαρίτα ήταν η παρακολούθηση μιας συνέλευσης περιοχής στο Μαρακαΐβο. Τα πρόσωπά τους αντανακλούσαν τη χαρά που ένιωθαν στην καρδιά τους, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της υμνολογίας. Αυτές περίμεναν πάντοτε ανυπόμονα στην πόρτα όταν η Μάρτυρας ερχόταν για τη Γραφική τους μελέτη, και δεν έχασαν ποτέ κάποια δημόσια ομιλία που έγινε στο χωριό τους. Αυτά τα νεαρά κορίτσια αισθάνονται ότι η ζωή τους έχει πράγματι εμπλουτιστεί μέσω της γνώσης για τον Ιεχωβά Θεό και το σκοπό του.