ΑΛΛΟΕΘΝΗΣ
Άτομο μη ισραηλιτικής καταγωγής, Εθνικός· στην εβραϊκή, νοχρί ή μπεννεχάρ, που σημαίνει κατά κυριολεξία «γιος (χώρας) αλλοεθνών». (Δευ 14:21· Εξ 12:43, υποσ.) Οι αλλοεθνείς που ζούσαν ανάμεσα στους Εβραίους ήταν μισθωτοί εργάτες, έμποροι, αιχμάλωτοι πολέμου, Χαναναίοι που δεν είχαν εκτελεστεί ή εκδιωχθεί από την Υποσχεμένη Γη και διαφόρων ειδών προσωρινοί επισκέπτες.—Ιη 17:12, 13· Κρ 1:21· 2Σα 12:29-31· 1Βα 7:13· Νε 13:16.
Μολονότι τα δικαιώματα των αλλοεθνών περιορίζονταν από τη διαθήκη του Νόμου, οι αλλοεθνείς έπρεπε να τυγχάνουν δίκαιης και αμερόληπτης μεταχείρισης και να γίνονται δεκτοί φιλόξενα, εφόσον δεν παραβίαζαν κατάφωρα τους νόμους του τόπου. Ο αλλοεθνής, λόγω του γεγονότος ότι δεν είχε ουσιαστικούς δεσμούς με τον Ισραήλ, διέφερε από τον περιτμημένο προσήλυτο, ο οποίος είχε γίνει μέλος της εκκλησίας του Ισραήλ αποδεχόμενος πλήρως τις ευθύνες που όριζε η διαθήκη του Νόμου. Παρόμοια, ο αλλοεθνής διέφερε από το μέτοικο που είχε εγκατασταθεί στην Υποσχεμένη Γη ημιμόνιμα και ο οποίος, ως εκ τούτου, δεσμευόταν από κάποιους νομικούς περιορισμούς, αλλά παράλληλα απολάμβανε ορισμένα δικαιώματα και προνόμια.—Βλέπε ΠΑΡΟΙΚΟΣ.
Στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία οι Ισραηλίτες ήταν πάροικοι στη Χαναάν και στην Αίγυπτο, πολλοί μη Ισραηλίτες αποτελούσαν μέρος των σπιτικών των γιων του Ιακώβ και των απογόνων τους. Αυτό είχε προκύψει από τη μίσθωση υπηρετών που ζούσαν μαζί με την οικογένεια και από την αγορά δούλων οι οποίοι, σύμφωνα με τους όρους της διαθήκης που είχε γίνει με τον Αβραάμ, έπρεπε να περιτέμνονται. (Γε 17:9-14) Μερικοί που είχαν συνάψει μεικτούς γάμους περιλαμβάνονταν μαζί με τους απογόνους τους στην τεράστια μεικτή ομάδα η οποία συνόδευσε τους Ισραηλίτες κατά την Έξοδο.—Εξ 12:38· Λευ 24:10· Αρ 11:4.
Αφότου οι Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στην Υποσχεμένη Γη ήταν αναγκασμένοι να έχουν δοσοληψίες με αλλοεθνείς, όπως ήταν οι Χαναναίοι, τους οποίους δεν είχαν εκδιώξει. (Κρ 2:2, 3) Έμποροι και τεχνίτες επίσης άρχισαν να ταξιδεύουν στη γη του Ισραήλ. (Ιεζ 27:3, 17· 2Σα 5:11· 1Βα 5:6-18) Πιθανότατα, οι μισθωτοί εργάτες αυξάνονταν καθώς οι Ισραηλίτες ευημερούσαν όλο και περισσότερο λόγω της ανάπτυξης της Υποσχεμένης Γης. (Παράβαλε Δευ 8:11-13· Λευ 22:10.) Αλλοεθνείς άρχισαν να υπηρετούν στις τάξεις του ισραηλιτικού στρατεύματος, με αποτέλεσμα να αναπτύξουν εκτίμηση για τους Εβραίους ηγέτες τους και σεβασμό για τη θρησκεία του Ισραήλ, όπως συνέβη στην περίπτωση των Γιθιτών, των Χερεθαίων και των Φαλεθαίων.—2Σα 15:18-21.
Διατάξεις της Διαθήκης του Νόμου. Στη διαθήκη του Νόμου, ο Ιεχωβά προμήθευσε μια βασική νομοθεσία που ρύθμιζε τις δοσοληψίες με τους αλλοεθνείς και περιφρουρούσε την ισραηλιτική κοινοπολιτεία και την ακεραιότητα των πολιτών της, καθώς και όσων τελούσαν υπό την προστασία της, από οικονομική, θρησκευτική και πολιτική άποψη. Οι Ισραηλίτες δεν έπρεπε να έχουν συναναστροφή, ιδίως θρησκευτικής φύσης, με τους αλλοεθνείς (Εξ 23:23-25· Δευ 7:16-26· Ιη 23:6, 7), και δεν έπρεπε να συνάπτουν διαθήκες με αυτούς ή με τους θεούς τους. (Εξ 34:12-15· 23:32· Δευ 7:2) Κατ’ επανάληψη ο Ιεχωβά τόνιζε ότι ήταν απόλυτα αναγκαίο να μην προσκυνούν τους θεούς των αλλοεθνών (Εξ 20:3-7· 23:31-33· 34:14), και μάλιστα δεν έπρεπε καν να ζητούν να μάθουν για τις θρησκευτικές τους συνήθειες ή να εκδηλώνουν ενδιαφέρον για αυτές.—Δευ 12:29-31.
Απαγορευόταν να συμπεθερεύουν με αλλοεθνείς, πρωτίστως λόγω του κινδύνου που υπήρχε να διαφθαρεί η αγνή λατρεία. (Εξ 34:16· Δευ 7:3, 24· Ιη 23:12, 13) Όλοι οι κάτοικοι των πόλεων που ανήκαν στα εφτά έθνη της Χαναάν έπρεπε να εξολοθρευτούν. (Δευ 7:1· 20:15-18) Σε περίπτωση, όμως, που εκπορθούνταν μια πόλη η οποία δεν ανήκε στα εφτά έθνη της Χαναάν που υπόκειντο σε εξάλειψη, θα μπορούσε ένας Ισραηλίτης στρατιώτης να πάρει μια παρθένα από την πόλη ως σύζυγό του, αφού πρώτα αυτή υποβαλλόταν σε μια περίοδο καθαρισμού. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο Ισραηλίτης δεν συμπεθέρευε στην πραγματικότητα με κάποια φυλή ή οικογένεια αλλοεθνών, εφόσον οι γονείς της κοπέλας είχαν θανατωθεί κατά την κατάκτηση της πόλης της.—Δευ 21:10-14· Αρ 31:17, 18· Δευ 20:14.
Ένας επιπρόσθετος περιορισμός ήταν ότι κανένας απερίτμητος αλλοεθνής δεν μπορούσε να φάει από το Πάσχα. (Εξ 12:43) Εντούτοις, φαίνεται πως οι αλλοεθνείς είχαν τη δυνατότητα να προσφέρουν θυσίες μέσω της ιερατικής διευθέτησης, με την προϋπόθεση ότι η προσφορά αυτή καθαυτήν πληρούσε τους θεϊκούς κανόνες. (Λευ 22:25) Φυσικά, τέτοια άτομα δεν θα μπορούσαν ποτέ να μπουν στο αγιαστήριο (Ιεζ 44:9), αλλά μπορούσαν να έρθουν στην Ιερουσαλήμ και να “προσευχηθούν προς τον οίκο του Θεού”, πράγμα που πιθανότατα δεν θα έκαναν με άδεια χέρια, δηλαδή χωρίς μια συνοδευτική θυσιαστική προσφορά.—1Βα 8:41-43.
Σε διοικητικά θέματα, ο αλλοεθνής δεν είχε πολιτική υπόσταση ούτε και ήταν δυνατόν να γίνει ποτέ βασιλιάς. (Δευ 17:15) Μολονότι ο Ισραηλίτης, ο πάροικος και ο μέτοικος στη γη μπορούσαν να επωφεληθούν από το άσυλο που πρόσφεραν οι πόλεις καταφυγίου στον ακούσιο ανθρωποκτόνο, δεν γίνεται μνεία τέτοιας μέριμνας για τον αλλοεθνή.—Αρ 35:15· Ιη 20:9.
Παρότι απαγορευόταν να φάνε οι Ισραηλίτες κάποιο ζώο που είχε πεθάνει χωρίς να έχει στραγγίσει το αίμα του, μπορούσαν να το πουλήσουν νόμιμα σε έναν αλλοεθνή. (Δευ 14:21) Στη διάρκεια των σαββατιαίων ετών, δεν μπορούσαν να πιέσουν έναν Ισραηλίτη για την πληρωμή των χρεών του, ενώ ο αλλοεθνής δεν υπόκειτο σε αυτή τη διευθέτηση και μπορούσαν να τον πιέσουν για να πληρώσει. (Δευ 15:1-3) Μολονότι σε έναν ομοεθνή Ισραηλίτη δεν έπρεπε να χρεώσουν τόκο, στον αλλοεθνή θα μπορούσαν να χρεώσουν.—Δευ 23:20.
Πηγή Δυσκολιών. Την εποχή του Ιησού του Ναυή και, στη συνέχεια, των Κριτών, υπήρχαν πολλοί αλλοεθνείς στον τόπο οι οποίοι ήταν πηγή μόνιμων δυσκολιών. (Ιη 23:12, 13) Οι Χαναναίοι αλλοεθνείς, οι οποίοι είχαν απομείνει μετά την ισραηλιτική κατάκτηση, υποβλήθηκαν σε δουλική καταναγκαστική εργασία (Ιη 16:10· 17:13· Κρ 1:21, 27-35), αλλά επειδή οι Ισραηλίτες δεν τους εκδίωξαν από τη γη και δεν ξερίζωσαν τη λατρεία τους, όπως είχε διατάξει ο Ιεχωβά (Κρ 2:1, 2), οι Χαναναίοι γενικά συνέχισαν να ασκούν τις ειδωλολατρικές και εξαχρειωτικές θρησκείες τους. Ως αποτέλεσμα, οι Ισραηλίτες οδηγούνταν συνεχώς στην ψεύτικη λατρεία (Ψλ 106:34-39), ιδιαίτερα στη λατρεία των Βάαλ και των εικόνων της Αστορέθ. (Κρ 2:11-13) Αυτοί οι Χαναναίοι αλλοεθνείς συνέχισαν να κατοικούν στον Ισραήλ καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ καθώς και του Σολομώντα, οπότε εξακολουθούσαν να υποβάλλονται σε καταναγκαστική εργασία στο ναό και σε άλλα οικοδομικά προγράμματα του Σολομώντα.—1Βα 9:20, 21· βλέπε ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.
Παρά τη θεϊκή εντολή, ο Σολομών πήρε πολλές αλλοεθνείς συζύγους, οι οποίες απομάκρυναν σταδιακά την καρδιά του από την αγνή λατρεία του Ιεχωβά και την έστρεψαν στη λατρεία θεών αλλοεθνών. (1Βα 11:1-8) Η εισχώρηση της ψεύτικης θρησκείας στα ανώτατα κυβερνητικά στρώματα είχε μοιραίες συνέπειες. Κατέληξε στη διχοτόμηση του έθνους και τελικά σε εξορία στη Βαβυλώνα, καθώς διαδοχικοί βασιλιάδες τόσο στον Ιούδα όσο και στον Ισραήλ οδηγούσαν το λαό στην ψεύτικη λατρεία. Σε αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης, επήλθαν στο έθνος οι κατάρες που είχαν προλεχθεί ως αναπόφευκτες κυρώσεις για την παραβίαση του Νόμου.—1Βα 11:9-11· 2Βα 15:27, 28· 17:1, 2· 23:36, 37· 24:18, 19· Δευ 28:15-68.
Αφότου αποκαταστάθηκε ένα πιστό υπόλοιπο Ισραηλιτών από την εξορία στη Βαβυλώνα, πολλοί Ισραηλίτες πήραν αλλοεθνείς συζύγους. (Εσδ 9:1, 2· Νε 13:23-25) Αυτή η εσφαλμένη πορεία κατέστησε επιτακτική μια δυναμική κάθαρση με την αποβολή των αλλοεθνών συζύγων και των γιων τους, υπό την κατεύθυνση του Έσδρα και του Νεεμία. (Εσδ 10:2-4, 10-19, 44· Νε 13:1-3, 27-30) Επίσης, λήφθηκαν μέτρα εναντίον άλλων αλλοεθνών που ήταν ένοχοι ανάρμοστων πράξεων.—Νε 13:7, 8, 16-21.
Οι Βαβυλώνιοι κατακτητές μεταχειρίστηκαν πολύ σκληρά τους Ιουδαίους κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. (Θρ 2:5-12, 19-22) Μετά την απελευθέρωση, οι Ιουδαίοι βρίσκονταν σε μόνιμη διαμάχη με τους αλλοεθνείς που τους περιέβαλλαν στην Υποσχεμένη Γη, και ταλαιπωρήθηκαν ιδιαίτερα από τους Έλληνες ηγεμόνες της Συρίας. Στην προσπάθειά τους να διαφυλάξουν την αποκαταστημένη τους λατρεία, χρειάστηκε να αντισταθούν στους σφοδρούς διωγμούς του Αντίοχου Δ΄ του Επιφανούς ο οποίος επιχείρησε να εξελληνίσει τους Ιουδαίους. Καθ’ όλη τη διάρκεια των μεταιχμαλωσιακών αιώνων, οι Ισραηλίτες έδιναν μονίμως αγώνα για την ανεξαρτησία τους, πράγμα που γέννησε ζήλο για τον Ιουδαϊσμό και έντονο εθνικιστικό πνεύμα σε μερικούς. Αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό με το φόβο μήπως αλλοτριωθεί η φυλή τους από την επιμειξία με αλλοεθνείς, πιθανότατα συνέβαλαν στην απομάκρυνση από το φιλελεύθερο πνεύμα απέναντι στους αλλοεθνείς το οποίο είναι τόσο φανερό στις Εβραϊκές Γραφές.—Παράβαλε 1Βα 8:41-43· 2Χρ 6:32, 33· Ησ 56:6, 7.
Στη Διάρκεια του Πρώτου Αιώνα Κ.Χ. Η τάση αποστασιοποίησης και απόλυτης απομόνωσης που υπήρχε μεταξύ των Ιουδαίων του πρώτου αιώνα Κ.Χ. οφειλόταν κυρίως στην επιρροή των θρησκευτικών ηγετών τους. Αυτή η στάση γίνεται φανερή στην περιφρόνηση με την οποία αντιμετώπιζαν τους Σαμαρείτες, έναν λαό που προήλθε από την επιμειξία Ισραηλιτών και αλλοεθνών. Κατά κανόνα, οι Ιουδαίοι “δεν είχαν δοσοληψίες με τους Σαμαρείτες”, σε σημείο που θα απέφευγαν να τους ζητήσουν ακόμη και νερό για να πιουν. (Ιωα 4:9) Ωστόσο, ο Ιησούς κατέστησε σαφές πόσο λανθασμένη ήταν μια τέτοια ακραία άποψη.—Λου 10:29-37.
Η θέσπιση της νέας διαθήκης, με βάση τη λυτρωτική θυσία του Χριστού, τερμάτισε το νομικό διαχωρισμό μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών. (Εφ 2:11-16) Ωστόσο, ακόμη και μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., οι πρώτοι μαθητές χρειάστηκαν χρόνο για να κατανοήσουν αυτό το γεγονός. Ο Πέτρος εξέφρασε στον Εθνικό Κορνήλιο την κοινή, ή καθιερωμένη, Ιουδαϊκή άποψη: «Γνωρίζετε καλά πόσο παράνομο είναι για έναν Ιουδαίο να προσκολλάται ή να πλησιάζει σε αλλόφυλο». (Πρ 10:28) Το εδάφιο Ιωάννης 18:28 δείχνει ότι το να μπει κανείς σε σπίτι Εθνικού θεωρούνταν από τους Ιουδαίους πράξη που επέφερε τελετουργικό μολυσμό. Ενώ ο Νόμος που είχε δοθεί μέσω του Μωυσή δεν περιείχε συγκεκριμένες εντολές που καταδίκαζαν μια τόσο ασήμαντη επαφή, αυτή η άποψη ήταν διαδεδομένη μεταξύ των Ιουδαίων και ιδιαίτερα μεταξύ των θρησκευτικών τους ηγετών. Οι πρώτοι Ιουδαίοι Χριστιανοί χρειάστηκαν κάποιον χρόνο προκειμένου να απελευθερωθούν από τους περιορισμούς που είχε επιβάλει η επικρατούσα νοοτροπία και να αναγνωρίσουν το γεγονός που τόνισε ο απόστολος Παύλος ότι, για όσους έχουν τη “νέα Χριστιανική προσωπικότητα”, «δεν υπάρχει Έλληνας ή Ιουδαίος, περιτομή ή μη περιτομή, ξένος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά ο Χριστός είναι τα πάντα και σε όλους».—Γα 2:11-14· Κολ 3:10, 11.
Το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, αναφερόμενο στους αλλοεθνείς, χρησιμοποιεί τη λέξη βάρβαρος, με την οποία εννοούνταν κατά βάση όποιος δεν μιλούσε την ελληνική.—Βλέπε ΒΑΡΒΑΡΟΣ.