Οι Νυμφευμένοι Πιστοί Καλούνται σε Ειρήνη και Σωτηρία
«Ο αδελφός ή η αδελφή δεν είναι δεδουλωμένοι εις τα τοιαύτα· ο Θεός όμως προσεκάλεσεν ημάς εις ειρήνην.»—1 Κορ. 7:15.
1. Επειδή δεν ήταν καλό να είναι ο Αδάμ μόνος, τι εσκοπείτο να είναι ο γάμος για τον άνθρωπο;
Ο ΓΑΜΟΣ, όταν για πρώτη φορά συνεστήθη στον άνθρωπο, υπήρχε σκοπός να είναι μια ειρηνική διευθέτησις. Υπήρχε σκοπός να είναι για την ευτυχία και το καλό του ανθρώπου, επειδή ο πατρικός Δημιουργός του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ, είδε ότι δεν ήταν καλό ο άνθρωπος να παραμένη μόνος.
2. Πώς ο γάμος άρχισε ευνοϊκά για τον Αδάμ και την Εύα, και πώς θα μπορούσε να έχη συνεχισθή ειρηνικά και ευτυχισμένα;
2 Κάθε τι απέβλεπε στο να κάμη τον γάμο ειρηνικό και αρμονικό. Εκείνη, με την οποίαν ο άνδρας ενυμφεύθη, ήταν ένα θήλυ πλάσμα δημιουργημένο σε τελειότητα για να είναι βοηθός στον άνδρα, ως ένα συμπλήρωμά του. Ήταν, πολύ στενά, ένα μέρος του, διότι ήταν στην πραγματικότητα οστούν εκ των οστέων του και σαρξ εκ της σαρκός του, όπως ο ίδιος ο άνδρας είπε. Είναι πολύ σπουδαίο, ότι ο άνδρας και η σύζυγός του ήσαν της ιδίας θρησκευτικής πίστεως· ήσαν και οι δύο τέκνα του Ιεχωβά Θεού και είχαν επικοινωνία μαζί του και τον ελάτρευαν. Είχαν την ευλογία του ουρανίου Πατρός των και τους είχε σαφώς λεχθή τι έπρεπε να κάνουν μαζί στον Παραδεισιακό τους οίκο. Τα καθήκοντά τους δεν συνεκρούοντο· είχαν ένα κοινό σκοπό να εκπληρώσουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, και τούτο απαιτούσε ειρηνική συνεργασία. Είχαν την ικανότητα να αγαπούν ο ένας τον άλλο· εντελώς φυσικά, λοιπόν, αγαπούσαν ο ένας τον άλλο. Κυρίως, έπρεπε ν’ αγαπούν τον Θεό και Πατέρα των, αν και δεν μπορούσαν να τον ιδούν. Με τρυφερή υπακοή στο θέλημα του Θεού, ο γάμος των που είχε αρχίσει τόσο ευνοϊκά θα μπορούσε να έχη συνεχισθή ειρηνικά και ευτυχισμένα.—Γέν. 1:26 έως 2:25.
3. Από τι δείχνει αποστασία η απαγόρευσις του γάμου, και πώς η περίπτωσις των αποστόλων του Χριστού δείχνει αν η Γραφή απαγορεύη στους Χριστιανούς οιασδήποτε τάξεως να νυμφεύωνται;
3 Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος, μια αυθεντία όσον αφορά τον γάμο για τους πιστούς, έγραψε πολλά ενδιαφέροντα πράγματα για τον γάμο. Στον επίσκοπο ή επόπτην μιας Χριστιανικής εκκλησίας ο Παύλος έγραψε: «Το δε πνεύμα ρητώς λέγει, ότι εν υστέροις καιροίς θέλουσιν αποσπατήσει τινές από της πίστεως, προσέχοντες . . . εις διδασκαλίας δαιμονίων, . . . εμποδιζόντων τον γάμον.» (1 Τιμ. 4:1-3) Εν τούτοις, οι ίδιες οι Γραφές δεν απαγορεύουν τον γάμον, ούτε ακόμη στα δώδεκα θεμέλια της Χριστιανικής εκκλησίας, στους δώδεκα αποστόλους. Έπειτα από ολονύκτια προσευχή στον Θεό, ο Ιησούς εξέλεξε τους δώδεκα αποστόλους του, και μεταξύ αυτών περιέλαβε τον Σίμωνα, τον οποίον ο Ιησούς ωνόμασε Πέτρο ή Κηφά. Τότε ο Πέτρος ή Κηφάς ήταν έγγαμος, έχοντας πενθερά, την οποίαν ο Ιησούς εθεράπευσε από μια σωματική ασθένεια. (Λουκ. 6:12-16· Ιωάν. 1:42· Ματθ. 8:14, 15) Ο Παύλος, υπερασπίζοντας το δικαίωμα ενός αποστόλου να νυμφευθή μια αδελφή εν πίστει, έγραψε: «Δεν είμαι απόστολος; Δεν είμαι ελεύθερος; Δεν είδον τον Ιησούν Χριστόν τον Κύριον ημών; . . . Η απολογία μου εις τους ανακρίνοντάς με είναι αύτη· Μη δεν έχομεν εξουσίαν να φάγωμεν και να πίωμεν; μη δεν έχομεν εξουσίαν να συμπεριφέρωμεν αδελφήν γυναίκα, ως και οι λοιποί απόστολοι, και οι αδελφοί του Κυρίου, και ο Κηφάς;» (1 Κορ. 9:1-5) Ο λόγος του Θεού λέγει Ναι.
4. Πώς οι οδηγίες του Παύλου στον Τιμόθεο και στον Τίτο δείχνουν αν οι λεγόμενοι «επίσκοποι» και «διάκονοι» και «ιερείς» μπορούν Γραφικώς να νυμφεύωνται;
4 Ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο και στον Τίτο ότι εκείνοι τους οποίους ο «Χριστιανικός κόσμος» ονομάζει «επισκόπους» και «διακόνους» και «ιερείς» μπορούν να νυμφεύωνται. Παραθέτομε το Τίτον 1:5-7: «Να καταστήσης εν πάση πόλει πρεσβυτέρους, καθώς εγώ σε διέταξα· όστις ήναι ανέγκλητος, μιας γυναικός ανήρ, έχων τέκνα πιστά, μη κατηγορούμενα ως άσωτα, ή ανυπότακτα. Διότι πρέπει ο επίσκοπος να ήναι ανέγκλητος, ως οικονόμος του Θεού.» Επίσης το 1 Τιμόθεον 3:2-4, 12 λέγει: «Πρέπει λοιπόν ο επίσκοπος να ήναι άμεμπτος, μιας γυναικός ανήρ, . . . κυβερνών καλώς τον εαυτού οίκον, έχων τα τέκνα αυτού εις υποταγήν μετά πάσης σεμνότητος. Οι διάκονοι ας ήναι μιας γυναικός άνδρες, κυβερνώντες καλώς τα τέκνα αυτών και τους οίκους αυτών.»
5. Τι θεωρείται ότι σημαίνει η έκφρασις «μιας γυναικός ανήρ» από μερικούς μεταφραστάς και σχολιαστάς της Βίβλου, και έτσι ποιοι θα μπορούσαν να αποκλεισθούν από το να κατέχουν αξίωμα στην εκκλησία;
5 Σημειώστε το επαναλαμβανόμενο προσόν, «μιας γυναικός ανήρ». Μερικοί μεταφρασταί και σχολιασταί της Βίβλου θεωρούν ότι αυτό σημαίνει «νυμφευμένος μόνον άπαξ», όχι νυμφευμένος περισσότερες από μια φορά, εξαιρουμένων έτσι των διεζευγμένων και των χήρων που ξανανυμφεύονται. Αλλ’ ο Ιουδαίος μεταφραστής Χ. Ι. Σκόνφηλντ αποδίδει ως εξής το 1 Τιμόθεον 3:12: «οι διαχειρισταί [διάκονοι] ας παραμένουν νυμφευμένοι με μίαν γυναίκα, κυβερνώντες καλώς τα τέκνα των και τους οίκους των.» Και ο μεταφραστής της Αραμαϊκής Γ. Μ. Λάμσα αποδίδει το ίδιο εδάφιο: «οι διάκονοι ας διορίζωνται από εκείνους που δεν είναι πολύγαμοι, κυβερνώντες καλά τα τέκνα των και τους οίκους των.» Ο Ρωμαιοκαθολικός μονσινιόρ Ρ. Α. Νοξ αποδίδει την κρίσιμη έκφρασι ως «πιστός εις μίαν σύζυγον», και κάνει σε υποσημείωσι το ακόλουθο σχόλιο επάνω σ’ αυτή την έκφρασι: « Πιστός εις μίαν σύζυγον μπορεί να σημαίνη, αλλά δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην, ότι στη διάταξι της πρώτης Εκκλησίας ένας ξανανυμφευμένος χήρος δεν ήταν εκλέξιμος για την επισκοπή.»
6. Γιατί αυτό το προσόν ήταν κατάλληλο στους αποστολικούς χρόνους;
6 Βασικά η Ελληνική έκφρασις «μιας γυναικός ανήρ» σημαίνει σύζυγος μιας γυναικός εν ζωή. Στους αποστολικούς χρόνους η πολυγαμία εσυνηθίζετο μεταξύ των μη Χριστιανών, και ακόμη μεταξύ των Εβραίων ή Ιουδαίων (μέσα από τους οποίους είχαν ληφθή τα πρώτα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας) υπήρχαν αξιοσημείωτες περιπτώσεις πολυγαμίας.
7. Ποια αξιοσημείωτα παραδείγματα πολυγαμίας έχομε στον Ισραήλ και στην Αφρική, και ποιος κανών γάμου ισχύει για τους Χριστιανούς στη νέα διαθήκη του Θεού με τον λαό του;
7 Κανείς πολύγαμος δεν μπορούσε να γίνη εκκλησιαστικός επόπτης ή επίσκοπος, ή διακονικός υπηρέτης ενός επισκόπου. Κανένα πολύγαμο άτομο δεν μπορούσε ακόμη να γίνη Χριστιανός και ως Χριστιανός να γίνη μέλος της αφιερωμένης, βαπτισμένης Χριστιανικής εκκλησίας. Κάτω από τη διαθήκη του Μωσαϊκού νόμου που ο Θεός έκαμε με τους Ιουδαίους, η πολυγαμία επετρέπετο, αλλά ήταν αυστηρά ρυθμισμένη στο προχριστιανικό έθνος του Ισραήλ. Η πιο εξέχουσα περίπτωσις πολυγαμίας σε όλη την ιστορία του Ισραήλ ήταν η περίπτωσις του Βασιλέως Σολομώντος στην Ιερουσαλήμ. Αυτός είχε επτακόσιες συζύγους και τριακόσιες παλλακές, αλλά στο τέλος υπέστη θρησκευτική πτώσι για τούτο. (1 Βασ. 11:3) Την περίπτωσι πολυγάμου νυμφεύσεως του Σολομώντος την υπερέβησαν δύο αρχηγοί στην Αφρική τον περασμένον αιώνα. Οι δύο αυτοί, ο αρχηγός του Λοάνγκο (εκεί που τώρα βρίσκεται η Δημοκρατία του Κογκό) και ο αρχηγός της Μουτέσα, στην Ουγκάντα, είχαν περίπου 7.000 συζύγους ο καθένας. (Τάιμς Μαγκαζίν της Νέας Υόρκης, 24 Απριλίου 1960, σελίς 114) Εν τούτοις, μέσω του θυσιαστικού θανάτου του Χριστού, η διαθήκη του Μωσαϊκού νόμου με τον Ισραήλ κατηργήθη· και μέσω του Ιησού Χριστού ως Μεσίτου, ο Ιεχωβά Θεός ίδρυσε μια νέα διαθήκη με την εκκλησία των ακολούθων του Χριστού. Κάτω από αυτή τη νέα διαθήκη καμμιά διγαμία ή πολυγαμία δεν επιτρέπεται στην αφιερωμένη, βαπτισμένη Χριστιανική εκκλησία. Το παραδεισιακό υπόδειγμα του πρώτου ανδρός και της μιας συζύγου του έχει αποκατασταθή. Σε τούτο, οι επίσκοποι της εκκλησίας πρέπει να είναι παραδείγματα.
8. Τι θα έπρεπε να κάμη ένας πολύγαμος για να γίνη βαπτισμένο μέλος της κοινωνίας Νέου Κόσμου;
8 Πώς θα μπορούσε ένας πολύγαμος να γίνη ένας αφιερωμένος, βαπτισμένος Χριστιανός και έπειτα να συνταυτισθή με την κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά; Με το να εγκαταλείψη όλες τις γαμηλίους συντρόφους του εκτός μιας. Εν τούτοις, θα ήταν υποχρεωμένος να κάμη κατόπιν προμήθεια για τις απολυμένες συντρόφους του και για τα τέκνα του μ’ αυτές· αλλά δεν θα μπορούσε πια να έχη σεξουαλικές σχέσεις μ’ αυτές ως συζύγους ή ως παλλακές. Πρέπει ν’ αναγνωρίζη μόνο μια σύντροφο ως αληθινή σύζυγό του και να της δίνη αποκλειστικά τη γαμήλια οφειλή.
9. Τι πρέπει να κάμη ένας πολύγαμος για να επιζήση από τον Αρμαγεδδώνα στον νέο κόσμο του Θεού, και πού υπάρχουν πολλοί πιστοί που αντιμετωπίζουν αυτή τη δοκιμασία;
9 Τούτο θέτει σε πλήρη δοκιμασία έναν πολύγαμο ο οποίος εκτιμά το Βιβλικό άγγελμα του νέου κόσμου της δικαιοσύνης, στον οποίον η βασιλεία του Θεού θα επιτρέπη μόνο μιας συζύγου γάμον επάνω στην Παραδείσια γη. Αλλ’ ο πολύγαμος πρέπει ν’ αντιμετωπίση επιτυχώς αυτή τη δοκιμασία αν θέλη να επιζήση από τον ερχόμενο παγκόσμιο πόλεμο του Θεού στον Αρμαγεδδώνα και να εισέλθη στη «νέα γη» υπό τους «νέους ουρανούς», στη βασιλεία του Θεού δια του Χριστού. Μια τέτοια δοκιμασία εξηγεί γιατί ο Μωαμεθανισμός αναφέρεται ότι κάνει μεγαλύτερη εξάπλωσι στην Αφρική από τη θρησκεία του «Χριστιανικού κόσμου». Ο Μωαμεθανισμός επιτρέπει την πολυγαμία σ’ ένα βαθμό και για τούτο ένας από τους ευαγγελιστάς του «Χριστιανικού κόσμου» που επέστρεψε προσφάτως από μια περιοδεία κηρύγματος στην Αφρική είπε: «Απέναντι τριών προσηλύτων στη Χριστιανοσύνη υπάρχουν επτά στο Ισλάμ.» (Τάιμς Νέας Υόρκης, 30 Μαρτίου 1960) Εν τούτοις, πολλές χιλιάδες ιθαγενών Αφρικανών γίνονται αφιερωμένοι, βαπτισμένοι μάρτυρες του Ιεχωβά κάθε έτος, μολονότι αυτό σημαίνει παραίτησι από την πολυγαμία σε πολυάριθμες περιπτώσεις.
10. Ποια εκφρασμένη επιθυμία και παραγγελία του Παύλου αποδεικνύει ότι δεν απηγορεύετο να ξανανυμφευθούν οι Χριστιανοί που εχήρευσαν;
10 Τώρα όσον αφορά το να έχη κανείς ένα σύντροφο γάμου εν ζωή, είναι σαφές ότι ο Χριστός και οι απόστολοί του δεν απηγόρευσαν το να ξανανυμφεύωνται Χριστιανοί που εχήρευσαν. Σχετικά με τις νεώτερες χήρες, των οποίων έγιναν έκδηλες οι σεξουαλικές παρορμήσεις, ο Παύλος είπε στον επίσκοπο Τιμόθεο: «Θέλω λοιπόν αι νεώτεραι να υπανδρεύωνται, να τεκνοποιώσι.» (1 Τιμ. 5:14) Ήταν καλύτερο να ξανανυμφεύωνται παρά να πορνεύουν όταν κατελαμβάνοντο από το πάθος. Σύμφωνα με τούτο, ο Παύλος περαιτέρω είπε: «Λέγω δε προς τους αγάμους και προς τας χήρας, καλόν είναι εις αυτούς, εάν μείνωσι καθώς και εγώ· αλλ’ εάν δεν εγκρατεύωνται, ας νυμφευθώσι· διότι καλήτερον είναι να νυμφευθώσι παρά να εξάπτωνται.»—1 Κορ. 7:8, 9.
11. Γιατί θα εξυπηρετούσε καλά τις νέες χήρες το να ξανανυμφευθούν, και γιατί ένας ξανανυμφευμένος χήρος δεν θα ήταν ακατάλληλος να γίνη επίσκοπος;
11 Ο γάμος θα εμπόδιζε έτσι το να αποσπασθή η προσοχή των από το να υπηρετούν τον Θεό με δραστηριότητα· θα τους επροστάτευε από κακή διαγωγή που έδινε «αφορμήν εις τον εναντίον να λοιδορή» τη Χριστιανική εκκλησία, στην οποίαν οι γεμάτες πάθος χήρες ανήκαν. Εκείνο που θα επετρέπετο στις χήρες θα επετρέπετο δικαίως και στους χήρους. Δεν υπάρχει ανηθικότης σε τούτο· διότι ο Παύλος εξηγεί: «Εάν, ζώντος του ανδρός, [μια γυναίκα] συζευχθή με άλλον άνδρα, θέλει είσθαι μοιχαλίς· εάν όμως αποθάνη ο ανήρ, είναι ελευθέρα από του νόμου, ώστε να μη ήναι μοιχαλίς, εάν συζευχθή με άλλον άνδρα.» (Ρωμ. 7:3) Επομένως, γιατί ένας ξανανυμφευμένος χήρος θα ήταν ακατάλληλος να γίνη επίσκοπος;
ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ
12. Όταν ο Παύλος συνιστούσε να μένη κανείς σε ωρισμένη κατάστασι στην οποίαν εκλήθη, ανεφέρετο μήπως στο να παραμένη άγαμος, ή σε τι γενικά, και γιατί;
12 Τα προηγούμενα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν όταν διαβάζωμε τα λόγια του Παύλου: «Έκαστος, αδελφοί, εις ό,τι εκλήθη, εν τούτω ας μένη παρά τω Θεώ.» (1 Κορ. 7:24) Ο Παύλος δεν εννοούσε ότι ένα άτομο που εκλήθη όταν ήταν ακόμη άγαμο ή σε χηρεία πρέπει να παραμείνη ανύμφευτο. Ο Παύλος λέγει ότι θα ήταν καλύτερα γι’ αυτούς ως Χριστιανούς να παραμείνουν ανύμφευτοι· αλλά ωρισμένες συνθήκες ή εξελίξεις μπορεί να καταστήσουν τον γάμο σκόπιμο γι’ αυτούς, για ηθικούς λόγους. Ο Παύλος, λοιπόν, ανεφέρετο πραγματικά σε ωρισμένες αμετάβλητες συνθήκες, θέσεις ή επαγγέλματα, στα οποία ευρίσκοντο οι πιστοί όταν ο Θεός τους εκάλεσε να γίνουν ακόλουθοι του Χριστού. Αν ο Θεός ο ίδιος παρέβλεψε αυτά τα αμετάβλητα χαρακτηριστικά, τότε ο πιστός δεν ήταν ανάγκη να στενοχωρήται επειδή παραμένει σε τέτοια κατάστασι. Αν, με την εκλογή του Θεού, άρχισε να είναι Χριστιανός σ’ αυτή την κατάστασι, θέσι ή επάγγελμα, τότε θα μπορούσε να εξακολουθήση να είναι Χριστιανός παραμένοντας «εις ό,τι εκλήθη».
13. Ποιες ειδικές θέσεις, συνθήκες ή καταστάσεις μνημονεύει ο Παύλος στην 1 Κορινθίους 7:17-23;
13 Για να το καταστήση σαφές, ο Παύλος λέγει: «Αλλά καθώς ο Ιεχωβά εμοίρασεν εις έκαστον, και καθώς ο Κύριος προσεκάλεσεν έκαστον, ούτως ας περιπατή· και ούτω διατάττω εις πάσας τας εκκλησίας. Προσεκλήθη τις εις την πίστιν περιτετμημένος [επειδή ήταν Ιουδαίος, Σαμαρείτης, προσήλυτος ή Αιγύπτιος]; Ας μη καλύπτη την περιτομήν. Προσεκλήθη τις απερίτμητος; Ας μη περιτέμνηται. Η περιτομή είναι ουδέν, και η ακροβυστία είναι ουδέν· αλλ’ η τήρησις των εντολών του Θεού. Έκαστος εν τη κλήσει [ή καταστάσει] καθ’ ην εκλήθη, εν ταύτη ας μένη. Εκλήθης δούλος; Μη σε μέλη· αλλ’ εάν δύνασαι να γείνης ελεύθερος, μεταχειρίσου τούτο καλήτερα. Διότι όστις δούλος εκλήθη εις τον Κύριον, είναι απελεύθερος του Κυρίου· ομοίως και όστις ελεύθερος εκλήθη, δούλος είναι του Χριστού. Δια τιμής ηγοράσθητε· μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων.»—1 Κορ. 7:17-23, ΜΝΚ.
14. Στην 1 Κορινθίους 7:25-28 τι είπε ο Παύλος στους νυμφευμένους ή σ’ εκείνους που δεν ενυμφεύθησαν ακόμη;
14 Αλλά τι έχεις να πης, Παύλε, για άτομα που καλούνται όταν είναι νυμφευμένα ή ποτέ ακόμη δεν ενυμφεύθησαν; «Περί δε των παρθένων, προσταγήν Κυρίου δεν έχω· αλλά γνώμην δίδω, ως ηλεημένος υπό του Κυρίου να ήμαι πιστός [και επομένως ως ένας που θα ήταν ελεήμων και επίσης πιστός στο να εκφέρη τη γνώμη του]. Τούτο λοιπόν νομίζω ότι είναι καλόν δια την παρούσαν ανάγκην, ότι καλόν είναι εις τον άνθρωπον να ήναι ούτως [όσον αφορά τον γάμον]. Είσαι δεδεμένος με γυναίκα; Μη ζήτει λύσιν. Είσαι λελυμένος από γυναικός; Μη ζήτει γυναίκα. Πλην και εάν νυμφευθής, δεν ημάρτησας· και εάν η παρθένος νυμφευθή, δεν ημάρτησεν· αλλ’ οι τοιούτοι θέλουσιν έχει θλίψιν εν τη σαρκί.»—1 Κορ. 7:25-28.
15. Σε ποιο βαθμό ο γάμος λύει τα προβλήματα ενός ατόμου;
15 Δεν υπάρχει αμαρτία στο να νυμφεύεται κανείς έντιμα και μπορεί να υπάρξη αποφυγή της πορνείας με τούτο. Υπάρχει, όμως, ‘θλίψις εν τη σαρκί’, η οποία συνδέεται με τον γάμο «δια την παρούσαν ανάγκην», έξω από τον Παράδεισο της Εδέμ. Ο γάμος δεν λύει όλα τα προβλήματα. Ενώ λύει ένα πρόβλημα, δημιουργεί περισσότερα στον παρόντα καιρό.
16. Ως προς την έκφρασι «έκαστος, αδελφοί, εις ό,τι εκλήθη, εν τούτω ας μένη», γιατί αυτή αναφέρεται ή δεν αναφέρεται στην αγαμία ενός ατόμου ή σε μια ανήθικη ή άδικη ζωή που ζη;
16 Ένας άνδρας μπορεί ν’ αλλάξη την κατάστασι της παρθενίας ή αγαμίας του χωρίς ν’ αλλάξη την κατάστασί του ή τη θέσι του ως ατόμου περιτετμημένου ή μη περιτετμημένου, ως δούλου ή ελευθέρου, αλλά παραμένοντας σ’ αυτήν. Η κλήσις από τον Θεό είναι εκείνη που καθορίζει αν ένας μπορή να παραμείνη στη θέσι ή κατάστασι στην οποία βρίσκεται τότε. Σημειώστε ότι ο Παύλος λέγει: «Έκαστος, αδελφοί, εις ό,τι εκλήθη, εν τούτω ας μένη παρά τω Θεώ.» (1 Κορ. 7:24) Δεν λέγει, Σε οποιαδήποτε κατάστασι ήταν ο καθένας όταν τον βρήκε η αλήθεια ή τα νέα της Βασιλείας, ας μένη σ’ αυτήν. Αλλιώς, αν η αλήθεια παρουσιάσθηκε σ’ ένα άτομο για πρώτη φορά όταν αυτό ήταν μια πόρνη ή ένας καταθλιπτικός τελώνης (φοροσυλλέκτης) ή ένας που ζούσε σε γάμο κοινή συναινέσει ή σε γάμο του αγράφου νόμου, τότε το άτομο αυτό θα ήταν εξουσιοδοτημένο να παραμείνη σ’ αυτή την κατάστασι και συγχρόνως να επαγγέλλεται την αληθινή Χριστιανοσύνη.
17. Πώς ο Παύλος εξήγησε τους λόγους του Ιησού ότι οι τελώναι και οι πόρνες θα επήγαιναν στη βασιλεία του Θεού πριν από τους θρησκευτικούς ιερείς και πρεσβυτέρους;
17 Είναι αλήθεια ότι ο Ιησούς είπε στους αρχιερείς και στους θρησκευτικούς πρεσβυτέρους της Ιερουσαλήμ: «οι τελώναι και αι πόρναι υπάγουσι πρότεροι υμών εις την βασιλείαν του Θεού.» Αλλά δεν επήγαιναν στη Βασιλεία ως άπληστοι, εκβιαστικοί τελώναι ή ως πόρναι· διότι ο Παύλος λέγει: «Ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται, ούτε κλέπται, ούτε πλεονέκται, ούτε μέθυσοι, ούτε λοίδοροι, ούτε άρπαγες, δεν θέλουσι κληρονομήσει την βασιλείαν του Θεού. Και τοιούτοι υπήρχετε τινές· αλλά απελούσθητε, αλλά αγιάσθητε, αλλ’ εδικαιώθητε, δια του ονόματος του Κυρίου Ιησού, και δια του πνεύματος του Θεού ημών.» (1 Κορ. 6:9-11) Όχι, εκείνες οι πόρνες και οι τελώναι έπρεπε να καθαρισθούν πρώτα και ν’ αφιερωθούν στον Θεό μέσω του Χριστού και έπειτα να βαπτισθούν, προτού ο Θεός τους καλέση.
18. Όπως δείχνουν τα λόγια του Ιησού όσον αφορά τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, καλεί ο Θεός πόρνες και τελώνας, και υπό ποιους όρους σήμερα έχουν ευκαιρία οι ανήθικοι να κληθούν;
18 Γι’ αυτό ακριβώς ο Ιησούς προσέθεσε: «Διότι ήλθε προς υμάς ο Ιωάννης εν οδώ δικαιοσύνης, και δεν επιστεύσατε εις αυτόν· οι τελώναι όμως και αι πόρναι επίστευσαν εις αυτόν· σεις δε ιδόντες, δεν μετεμελήθητε ύστερον, ώστε να πιστεύσητε εις αυτόν.» (Ματθ. 21:31, 32) Ο Θεός δεν καλεί πόρνες και τελώνας και τους ομοίους· αλλά εκάλεσε εκείνους που ήσαν τέτοιοι προηγουμένως, αλλά δεν παρέμειναν τέτοιοι. Εκείνοι, λοιπόν, που ζουν σήμερα σε πορνεία, μοιχεία, γάμο κοινή συναινέσει ή γάμο του αγράφου νόμου, πρέπει πρώτα να διακόψουν την πορεία αυτή ή πρέπει να νυμφευθούν νομίμως. Κατόπιν θα μπορούσαν να κάμουν μια ευπρόσδεκτη αφιέρωσι στον Θεό, να βαπτισθούν και να κληθούν στη διακονία του.
19. Όσον αφορά την ανεξαρτησία και την αρχηγία, σε ποια κατάστασι μπαίνει μια γυναίκα που νυμφεύεται;
19 Με τον γάμο αναλαμβάνει κανείς σοβαρούς περιορισμούς και υποχρεώσεις. Αυτές τις ευθύνες πρέπει να τις μεταχειρίζεται με αξιοπρέπεια. Όταν νυμφεύεται μια γυναίκα, μπαίνει σε μια κατάστασι ανεξαρτησίας από τους γονείς της, αλλά μπαίνει επίσης σε μια κατάστασι υποτελείας, και τούτο στον σύζυγό της. Έρχεται κάτω από μια αρχηγία, την αρχηγία του συζύγου της.
20. Για να είναι Χριστιανή σύζυγος, τι πρέπει ν’ αναγνωρίζη μια γυναίκα που νυμφεύεται, όπως τονίζεται από τον Παύλο στην 1 Κορινθίους 11:3, 7-12;
20 Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το εξετάση προτού νυμφευθή, μάλλον παρά να στασιάση εναντίον του αφού νυμφευθή. Πρέπει να μην επιχειρή να αγνοή ή να είναι αδιάφορη στην αρχηγία. «Θέλω δε να εξεύρητε», λέγει ο απόστολος Παύλος, «ότι η κεφαλή παντός ανδρός είναι ο Χριστός· κεφαλή δε της γυναικός, ο ανήρ· κεφαλή δε του Χριστού, ο Θεός» Και ο Θεός δεν έχει κεφαλή επάνω από τον εαυτό του. Γι’ αυτό ακριβώς, μια γυναίκα, σε ωρισμένες περιπτώσεις, κάτω από ωρισμένες περιστάσεις, και όταν εκτελή ωρισμένα λειτουργήματα, πρέπει να έχη επάνω στο κεφάλι της κάποιο είδος καλύμματος ως σημείο του ότι είναι κάτω από την εξουσία του ανδρός. «Διότι ο μεν ανήρ δεν χρεωστεί να καλύπτη την κεφαλήν αυτού, επειδή είναι εικών και δόξα του Θεού· η δε γυνή είναι δόξα του ανδρός. Διότι ο ανήρ δεν είναι εκ της γυναικός [αφού ο ανήρ εδημιουργήθη πρώτος], αλλ’ η γυνή εκ του ανδρός· επειδή δεν εκτίσθη ο ανήρ δια την γυναίκα, αλλ’ η γυνή δια τον άνδρα. Δια τούτο η γυνή χρεωστεί να έχη εξουσίαν επί της κεφαλής αυτής, δια τους αγγέλους . . . . η γυνή είναι εκ του ανδρός.» (1 Κορ. 11:3, 7-12) Έτσι, αν μια νέα δεν θέλη την αρχηγία ενός ανδρός άλλου εκτός από τον πατέρα της, δεν πρέπει να νυμφευθή. Για να είναι μια Χριστιανή σύζυγος, πρέπει ν’ αναγνωρίζη τη συζυγική αρχηγία.
21. Γιατί οι Εβραϊκές Γραφές αναφέρονται σε μια σύζυγο ως «βεουλάχ» και σ’ ένα σύζυγο ως «βάαλ»;
21 Σύμφωνα με τη Γραφή, μια σύζυγος είναι ιδιοκτησία του συζύγου της, ιδιαίτερα στην περίπτωσι που καταβάλλεται νυμφικό τίμημα γι’ αυτήν. Γι’ αυτό μια νυμφευμένη γυναίκα ονομάζεται Γραφικώς «βεουλάχ», λέξις που πραγματικά σημαίνει «κατεχόμενη» ως σύζυγος. Η αρσενική μορφή της λέξεως αυτής είναι «βάαλ», που ακόμη και σήμερα στον σύγχρονον Ισραήλ είναι η εβραϊκή λέξις που αποδίδει το «σύζυγος». Ο τίτλος πράγματι σημαίνει «κάτοχος, αυθέντης, κύριος.»
22. Ποια Γραφικά παραδείγματα δίδονται, στα οποία γίνεται λόγος για τον σύζυγο ως τον ιδιοκτήτη και τη σύζυγο ως την κατεχόμενη γυναίκα;
22 Έτσι το Δευτερονόμιο 22:22 (ΜΝΚ) μιλεί περί «γυναικός εξουσιαζομένης [βεουλάχ], από ένα κύριον [βάαλ]». Οι Παροιμίες 30:23 (ΜΝΚ) μιλούν για «γυναίκα όταν κατέχεται ως σύζυγος». Η Έξοδος 21:3 (ΜΝΚ) μιλεί για τον «κύριον [βάαλ] μιας γυναικός.» Στο αρχαίο έθνος Ισραήλ ο Ιεχωβά είπε: «Εγώ ο ίδιος έγινα ο συζυγικός σας κύριος [βάαλ].» (Ιερεμ. 3:14, ΜΝΚ) Στη συμβολική του «γυναίκα,» τη μητέρα του υποσχεμένου Μεσσιανικού Σπέρματος, ο Ιεχωβά λέγει: «Θέλεις ονομασθή Η Ευφροσύνη μου εν Αυτή, και η γη σου Κατεχομένη ως Σύζυγος [Βεουλάχ]. Διότι ο Ιεχωβά θα ευφρανθή εν σοι και η γη σου θα κατέχεται ως σύζυγος. Διότι καθώς ο νέος γίνεται κύριος [βάαλ] μιας παρθένου ως συζύγού του, ούτως οι υιοί σου θα είναι κύριοι [βάαλ] σού ως συζύγου.» (Ησ. 62:4, 5, ΜΝΚ) Γι’ αυτό το λόγο ο Βοόζ, ο πρόπαππος του Δαβίδ, είπε ενώπιον μαρτύρων στη Βηθλεέμ: «Την Ρουθ . . . αγοράζω εις εμαυτόν ως σύζυγον.»—Ρουθ 4:10, ΜΝΚ· βλέπε επίσης Έξοδος 20:17.
23. Κάτω από ποιον νέο νόμο έρχεται μια γυναίκα, καθώς δείχνει ο Παύλος;
23 Μια γυναίκα που νυμφεύεται έρχεται κάτω από ένα νέο νόμο. Ποιον νόμο, ή τίνος νόμο; Η αποστολική απάντησις είναι αυτή: «Η ύπανδρος γυνή είναι δεδεμένη δια του νόμου με τον άνδρα ζώντα· εάν δε αποθάνη ο ανήρ, απαλλάττεται από του νόμου του ανδρός . . . . Εάν όμως αποθάνη ο ανήρ, είναι ελευθέρα από του νόμου.» (Ρωμ. 7:2, 3) Σε αρμονία με αυτή τη διάταξι η ίδια αποστολική αυθεντία παραγγέλλει: «Υποτασσόμενοι εις αλλήλους εν φόβω Θεού. Αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας σας ως εις τον Κύριον, διότι ο ανήρ είναι κεφαλή της γυναικός, καθώς και ο Χριστός κεφαλή της εκκλησίας, και αυτός είναι σωτήρ του σώματος, Αλλά καθώς η εκκλησία υποτάσσεται εις τον Χριστόν, ούτω και αι γυναίκες ας υποτάσσωνται εις τους άνδρας αυτών κατά πάντα . . . η δε γυνή ας σέβηται τον άνδρα.»—Εφεσ. 5:21-24, 33.
24. Γιατί αυτός ο κανών συζυγικής υποταγής σ’ ένα σύζυγο εφαρμόζεται παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει ούτε θήλυ ούτε άρρεν στο ζήτημα της ενώσεως με τον Χριστό;
24 Οι γυναίκες πρέπει να το κάνουν αυτό με φόβο Χριστού. Ο θεοκρατικός κανών εφαρμόζεται παράπλευρα στη θαυμαστή αυτή αλήθεια: «Όσοι εβαπτίσθητε εις Χριστόν, Χριστόν ενεδύθητε. Δεν είναι πλέον Ιουδαίος ουδέ Έλλην· δεν είναι δούλος ουδέ ελεύθερος· δεν είναι άρσεν και θήλυ· διότι πάντες σεις είσθε είς εν Χριστώ Ιησού. Εάν δε ήσθε του Χριστού, άρα είσθε σπέρμα του Αβραάμ, και κατά την επαγγελίαν κληρονόμοι.» (Γαλ. 3:26-29) Το ότι όλοι είναι όμοιοι αφορά τη νέα αναπτυσσόμενη προσωπικότητα ή άνθρωπον: «Και ενδύθητε τον νέον [άνθρωπον] . . . όπου δεν είναι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσιν είναι ο Χριστός.» Επειδή αυτό δεν εξαλείφει τη γαμήλια σχέσι και την ορθή συναρμογή της γυναικός προς τον άνδρα, ο Παύλος αργότερα προσθέτει: «Αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας σας, καθώς πρέπει εν Κυρίω.»—Κολ. 3:10, 11, 18.
ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΑΣΚΗΣΙΣ ΑΡΧΗΓΙΑΣ
25. Έχοντας υπ’ όψι την αρχηγία και τον νόμο ενός συζύγου, πώς προστατεύει πνευματικώς τον εαυτό της μια Χριστιανή γυναίκα που νυμφεύεται, και γιατί αυτό;
25 Αν μια αφιερωμένη, βαπτισμένη Χριστιανή είναι σοφή και θεοκρατική και ευθυγραμμίζεται με την οδηγία του αποστόλου να νυμφευθή «μόνον . . . εν Κυρίω», τότε προστατεύει τα πνευματικά της συμφέροντα. Διευκολύνεται περισσότερο ως σύζυγος, επειδή νυμφεύεται έναν άνδρα σε ενότητα με τον Κύριο, έναν άνδρα που υπόκειται σε διαταγές να διατηρή τη συζυγική του κυριότητα και να εξασκή την αρχηγία του και τον νόμο του σύμφωνα με τον Χριστιανικόν «νέον άνθρωπον». Έχει κυριότητα επάνω της, αλλ’ ως Χριστιανός μπορεί να μην καταχράται ή κακομεταχειρίζεται αυτή τη Χριστιανική ιδιοκτησία, επειδή ανήκει επίσης στον Χριστό, ο οποίος την ηγόρασε με την τιμή της τελείας ανθρωπίνης ζωής του. Ένεκα τούτου, αυτή είναι μια συγκληρονόμος, μαζί με τον σύζυγό της, της επαγγελίας αιωνίου ζωής στον νέο κόσμο του Θεού. Έτσι ο σύζυγός της θα έκανε μεγάλη αδικία εμποδίζοντας ή παρακωλύοντάς την ν’ αποκτήση αυτή την πολύτιμη κληρονομία, κατασυντρίβοντας, να το πούμε έτσι, την μέλλουσα αιώνια ζωή της.
26. Ο Πέτρος λέγει στους συζύγους να αποδίδουν τιμή στις γυναίκες των ως τι είδους σκεύη, και επομένως τι είδους ενδιαφέρον θα εξεδήλωνε ένας Χριστιανός για τη σύζυγό του;
26 Ο νυμφευμένος απόστολος Πέτρος (Κηφάς) λέγει στους Χριστιανούς άνδρες όσον αφορά τις συζύγους των: «Οι άνδρες ομοίως, συνοικείτε με τας γυναίκας σας εν φρονήσει, αποδίδοντες τιμήν εις το γυναικείον γένος ως εις σκεύος ασθενέστερον, και ως εις συγκληρονόμους της χάριτος της ζωής, δια να μη εμποδίζωνται αι προσευχαί σας. Τελευταίον δε γίνεσθε πάντες ομόφρονες, συμπαθείς, φιλάδελφοι, εύσπλαγχνοι, φιλόφρονες.» (1 Πέτρ. 3:7, 8) Αν ένας σύζυγος τιμά την σύζυγό του ως φυσικώς ασθενέστερο σκεύος επειδή είναι γυναικείο σκεύος, θα την μεταχειρίζεται με προσοχή και τρυφερότητα, για να έχη συνεχή πολύτιμη χρησιμότητα σ’ αυτόν. Δεν θα θέλη να την ραγίση ή να την συτρίψη και να καταστρέψη την πολύτιμη υποβοήθησι που παρέχει σ’ αυτόν. Θα προσπαθή να διατηρήση τη ζωή της, όχι μόνο την παρούσα ζωή της σ’ αυτόν τον κόσμο αλλά, πιο σπουδαίο ακόμη, την κληρονομία ζωής στον νέο κόσμο της δικαιοσύνης. Θα προσεύχεται μαζί της και γι’ αυτήν.
27. Εξασκώντας την οικιακή αρχηγία του, πώς θα συμπεριφέρεται ένας Χριστιανός σύζυγος προς τη σύζυγό του αφού αυτός είναι «εικών και δόξα του Θεού» και αυτή είναι «δόξα του ανδρός»;
27 Ο Χριστιανός σύζυγος θα κρατή τη σύζυγό του, με όμοιο φρόνημα μαζί του, σε Βιβλική γνώσι και κατανόησι και σε πρακτική σοφία. Θα της δείχνη συντροφικό αίσθημα. Ενώ εξασκεί την αρχηγία στον οίκον, δεν θα γίνη αυταρχικός, αλλά θα είναι «ταπεινόφρων». Καθώς δεν πρέπει ο άνδρας να έχη καλυμμένο το κεφάλι του επειδή «είναι εικών και δόξα του Θεού», θα είναι προσεκτικός να εξασκή την αρχηγία του όπως ο Θεός εξασκεί τη δική Του, μ’ έναν τρόπο που να εικονίζη τον Θεό σ’ αυτή την αρχηγία και να δοξάζη έτσι τον Θεό απέναντι της συζύγου του. Καθώς «η γυνή είναι δόξα του ανδρός», ο σύζυγος θ’ αποφεύγη να την υποβιβάση σε μια άδοξη κατάστασι, όπου δεν θα είναι τιμή ή δόξα σ’ αυτόν και δεν θ’ αντανακλά το τι έξοχος, θεοσεβής σύζυγος είναι γι’ αυτήν και στο σπίτι και στην εκκλησία. Αν αυτός είναι επίσκοπος εκκλησίας ή διακονικός υπηρέτης, θα θέλη ειδικά να είναι η σύζυγός του μια πνευματική «δόξα» που να τον αντανακλά.
28, 29. (α) Όσον αφορά τη σύζυγό του, πώς ένας Χριστιανός προσπαθεί να είναι δόξα σ’ εκείνον που είναι η πνευματική του Κεφαλή; (β) Στο Εφεσίους 5:25-33, πώς ο Παύλος παρακινεί τους πιστούς να μεταχειρίζωνται τις συζύγους μ’ έναν τρόπο υποβοηθητικό στη σωτηρία;
28 «Η κεφαλή παντός ανδρός είναι ο Χριστός», και ο σύζυγος φοβάται μήπως ‘καταισχύνη την κεφαλήν εαυτού’. (1 Κορ. 11:3, 4) Θα προσπαθή, επομένως, να είναι δόξα σ’ εκείνον που είναι η πνευματική του Κεφαλή. Ως σύζυγος μπορεί να το κάμη αυτό μεταχειριζόμενος τη σύζυγό του, ιδιαίτερα την αφιερωμένη, βαπτισμένη σύζυγό του, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίον ο Ιησούς Χριστός μεταχειρίζεται την εκκλησία ως τη μνηστευμένη του παρθένο. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί αυτή τη σύγκρισι για να παρακινήση πιστούς ανθρώπους να μεταχειρίζωνται τις συζύγους των μ’ έναν τρόπο που βοηθεί στη σωτηρία, λέγοντας:
29 «Οι άνδρες, αγαπάτε τας γυναίκας σας, καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν, και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ αυτής, δια να αγιάση αυτήν, καθαρίσας με το λουτρόν του ύδατος δια του λόγου· δια να παραστήση αυτήν εις εαυτόν ένδοξον εκκλησίαν, μη έχουσαν κηλίδα, ή ρυτίδα, ή τι των τοιούτων, αλλά δια να ήναι αγία και άμωμος. Ούτω χρεωστούσιν οι άνδρες να αγαπώσι τας εαυτών γυναίκας ως τα εαυτών σώματα. Όστις αγαπά την εαυτού γυναίκα, εαυτόν αγαπά· διότι ουδείς εμίσησε ποτέ την εαυτού σάρκα, αλλ’ εκτρέφει και περιθάλπει αυτήν, καθώς και ο Κύριος την εκκλησίαν. Επειδή μέλη είμεθα του σώματος αυτού . . .. “Δια τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού, και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν.” Το μυστήριον τούτο είναι μέγα· εγώ δε λέγω τούτο περί Χριστού και περί της εκκλησίας. Πλην και σεις οι καθ’ ένα, έκαστος την εαυτού γυναίκα ούτως ας αγαπά ως εαυτόν.»—Εφεσ. 5:25-33.
ΦΕΡΟΝΤΑΣ ΑΝΙΣΟ ΖΥΓΟ
30. Πώς πρέπει ένας σύζυγος και μια σύζυγος ν’ αποδίδουν τη γαμήλια οφειλή, και τι έλεγε ο Παύλος κατά συγγνώμην στους νυμφευμένους πιστούς σχετικά με τούτο;
30 Όταν ο σύζυγος με πιστότητα και νομιμοφροσύνη αγαπά τη γυναίκα του μ’ ένα Χριστιανικό τρόπο και η γυναίκα του, εξ άλλου, εκδηλώνη βαθύν σεβασμό για τον σύζυγό της, τούτο παράγει ειρήνη, αρμονία και ευτυχία στο σπίτι. Μ’ ένα αξιοπρεπή, έντιμο, υγιεινό τρόπο θ’ αποδίδουν με αγάπη ο ένας στον άλλο τη γαμήλια οφειλή, επειδή είναι ‘μία σαρξ’. «Ο ανήρ ας αποδίδη εις την γυναίκα την οφειλομένην εύνοιαν· ομοίως δε και η γυνή εις τον άνδρα. Η γυνή δεν εξουσιάζει το εαυτής σώμα, αλλ’ ο ανήρ· ομοίως δε και ο ανήρ δεν εξουσιάζει το εαυτού σώμα, αλλ’ η γυνή. Μη αποστερείτε αλλήλους [της οφειλομένης ευνοίας], εκτός εάν ήναί τι εκ συμφώνου προς καιρόν, δια να καταγίνησθε εις την νηστείαν και εις την προσευχήν· και πάλιν συνέρχεσθε επί το αυτό, δια να μη σας πειράζη ο Σατανάς δια την ακράτειάν σας. Λέγω δε τούτο κατά συγγνώμην, ουχί κατά προσταγήν.» (1 Κορ. 7:3-6) Ο Παύλος τα έλεγε αυτά κατά συγγνώμην επειδή η πορνεία επικρατούσε στον ειδωλολατρικό εκείνο κόσμο.
31. Αντί να χωρίζουν, τι πρέπει ν’ αγωνίζωνται να πράξουν οι νυμφευμένοι Χριστιανοί, αλλά στη διάρκεια μιας συμφωνημένης χωριστής ζωής, πώς πρέπει ο καθένας να συμπεριφέρεται στην ατομική του ζωή;
31 Τα αφιερωμένα, βαπτισμένα έγγαμα ζεύγη πρέπει σοβαρά ν’ αγωνίζωνται να μένουν ενωμένα με μια καρδιά, ένα νου και έναν αντικειμενικό σκοπό. «Εις δε τους νενυμφευμένονς παραγγέλλω», συνεχίζει ο Παύλος, «ουχί εγώ, αλλ’ ο Κύριος, να μη χωρισθή η γυνή από του ανδρός αυτής. Αλλ’ εάν και χωρισθή, ας μένη άγαμος, ή ας συνδιαλλαγή με τον άνδρα και ο ανήρ να μη αφίνη την εαυτού γυναίκα.» Η αποχωρούσα σύζυγος, αν και κατοικεί χωριστά, πρέπει να θυμάται τον εξής θείο νόμο: «Η γυνή είναι δεδεμένη δια του νόμου εφ’ όσον καιρόν ζη ο ανήρ αυτής· εάν δε ο ανήρ αυτής αποθάνη, είναι ελευθέρα να υπανδρευθή με όντινα θέλει, μόνον να γίνηται τούτο εν Κυρίω.» (1 Κορ. 7:10, 11, 39) Δεσμευμένη από τον νόμον του ανδρός της, δεν θα αισθάνεται ότι είναι ελεύθερη να συνεχίση σχέσεις με το αντίθετο φύλο όπως θα μπορούσε να το κάμη αυτό ή το κάμνει μια ανύπανδρη γυναίκα, διακινδυνεύοντας έτσι την ηθική της καθαρότητα. Αν επικρατήση η καλύτερη κρίσις της, θα ζητήση αιτίες και τρόπους να κάμη ειρήνη με τον ζώντα σύζυγό της και να επιστρέψη σ’ αυτόν. Θα είναι προσεκτική να μη συμπεριφέρεται με τέτοιον χαλαρό ή ανήθικο τρόπο στη διάρκεια του χωρισμού της απ’ αυτόν, ώστε να είναι γεμάτος από αηδία και να μην είναι πρόθυμος, ναι, γεμάτος επιθυμία να την έχη πάλι μαζί του, χωρίς αιτίες για να την επικρίνη ή να είναι ύποπτος γι’ αυτήν. Ο ίδιος κανών εφαρμόζεται, εξ άλλου, στον σύζυγο ο οποίος εγκαταλείπει τη γυναίκα του χωρίς νόμιμο διαζύγιο.
32. Τι υψηλότερο πρέπει να θυμούνται ότι αντιπροσωπεύουν τα χωρισμένα Χριστιανικά ζεύγη, και επομένως από ποια πορεία πρέπει ν’ απέχουν;
32 Σχετικά με τούτο, και οι δύο χωρισμένοι σύντροφοι πρέπει να θυμούνται ότι αντιπροσωπεύουν κάτι υψηλότερο, μεγαλειωδέστερο και πιο σπουδαίο από τη γαμήλια ένωσί τους. Τούτο είναι η Χριστιανική εκκλησία, με την οποίαν είναι συνταυτισμένοι και στην οποίαν είναι υποχρεωμένοι να είναι δραστήριοι διάκονοι του λόγου του Θεού. Επομένως οφείλουν να οπισθοχωρούν έντρομοι από κάθε πορεία που θα παρείχε βάσι για να εκσφενδονισθή ο βόρβορος του ονείδους και της ύβρεως στην έντιμη οργάνωσι του Θεού.
33, 34. (α) Όταν ένα ζεύγος είναι άνισα συνεζευγμένο θρησκευτικώς, πρέπει ο πιστός να εγκαταλείψη τον άπιστο; (β) Τι πρέπει να θυμάται ο πιστός ως προς το αποτέλεσμα της αποδοχής της αληθείας από μέρους του και της αφιερώσεώς του;
33 Εν τούτοις, τι θα γίνη όταν ένα ζεύγος βρίσκεται σε άνισο ζυγό θρησκευτικώς, όταν ο ένας είναι αφιερωμένος, βαπτισμένος πιστός, χειροτονημένος διάκονος του Ιεχωβά Θεού, ο δε άλλος είναι ένας άπιστος προς την κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά επειδή είναι άθεος ή επειδή διακρατεί κάποια άλλη θρησκευτική ομολογία; Μια τέτοια θρησκευτική ανισότης θα μπορούσε συνήθως να αναμένεται ότι θα παραγάγη ασυμφωνία.
34 Επιδιώκοντας ειρήνη, πρέπει μήπως ο πιστός να εγκαταλείψη τον άπιστον; Όχι κατ’ ανάγκην. Ούτε είναι ο πιστός αυτομάτως ελεύθερος να εγκαταλείψη τον άπιστον. Πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν ότι όταν κανείς παραδέχεται την αλήθεια αφιερώνοντας τον εαυτό του στον Θεό και βαπτιζόμενος, τούτο δεν εκμηδενίζει ούτε διασπά τον προηγούμενο δεσμό του γάμου. Το ότι πιστεύει και δέχεται κανείς την αλήθεια της Βασιλείας μπορεί να προκαλέση διαίρεσι στο σπίτι, όπως ακριβώς προείπε ο Ιησούς Χριστός και αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 10:34-36. Αλλ’ αυτό δεν σημαίνει διάσπασι του γάμου. Ο Ιησούς δεν είναι αφανιστής του γάμου. Ο σοφός και αισιόδοξος τρόπος για τον χειρισμό ενός ανίσου ζυγού εκτίθεται για τον πιστό από τον Παύλο:
35. Ποιον σοφό και αισιόδοξο τρόπο εκθέτει ο Παύλος για τον χειρισμό της περιπτώσεως ενός ανίσου ζυγού;
35 «Προς δε τους λοιπούς [νυμφευμένους] εγώ λέγω, ουχί ο Κύριος, Εάν τις αδελφός έχη γυναίκα άπιστον, και αυτή συγκατανεύη να συνοική μετ’ αυτού, ας μη αφίνη αυτήν. Και γυνή ήτις έχει άνδρα άπιστον, και αυτός συγκατανεύει να συνοική μετ’ αυτής, ας μη αφίνη αυτόν. Διότι ο ανήρ ο άπιστος ηγιάσθη δια της γυναικός· και η γυνή η άπιστος ηγιάσθη δια του ανδρός· επειδή άλλως τα τέκνα σας ήθελον είσθαι ακάθαρτα· αλλά τώρα είναι άγια. Εάν δε ο άπιστος χωρίζηται, ας χωρισθή. Ο αδελφός ή η αδελφή δεν είναι δεδουλωμένοι εις τα τοιαύτα· ο Θεός όμως προσεκάλεσεν ημάς εις ειρήνην. Διότι τι εξεύρεις, γύναι, αν μέλλης να σώσης τον άνδρα; ή τι εξεύρεις, άνερ, αν μέλλης να σώσης την γυναίκα;»—1 Κορ. 7:12-16.
36. Λόγω του αποτελέσματος της αληθείας επάνω στον γαμήλιο σύντροφο, τι πρέπει μάλλον να θέλη να κάμη ο άπιστος;
36 Αν εξαιρέσωμε ό,τι αφορά τη θρησκεία του ή την πίστι του, ένας αφιερωμένος, βαπτισμένος λάτρης του Θεού δεν πρέπει να δίνη στην άπιστη σύζυγό του καμμιά αφορμή για να θέλη να χωρισθή απ’ αυτόν. Λόγω του βελτιωτικού αποτελέσματος της πίστεως του συζύγου της επάνω σ’ αυτόν, πρέπει αυτή να βλέπη κάθε αιτία για να είναι ευχαριστημένη να συγκατοική μαζί του όπως ακριβώς και πριν γίνη χειροτονημένος διάκονος του Θεού. Το αντίστοιχο πρέπει να είναι αληθινό στην περίπτωσι μιας πιστής συζύγου και του απίστου συζύγου της.
37. Πώς η μητέρα του Τιμοθέου έδειξε σεβασμό για τον ειδωλολάτρη σύζυγό της, και όμως πώς εξεπλήρωσε τη θρησκευτική της υποχρέωσι στον γυιο τους;
37 Πάρτε την περίπτωσι της Ιουδαίας συζύγου Ευνίκης και του Έλληνος ειδωλολάτρου συζύγου της. Αυτοί είχαν ένα γυιο που ωνομάζετο Τιμόθεος. Στην πορεία του χρόνου, περίπου το 44 μ.Χ., ο απόστολος Παύλος και ο Βαρνάβας εκήρυτταν στην πόλι των, και η Ευνίκη και η μητέρα της Λωίς επίστεψαν και έγιναν Χριστιανές. Μήπως η Ευνίκη τώρα εγκατέλειψε τον Έλληνα σύζυγό της επειδή αυτός παρέμεινε ειδωλολάτρης; Όχι· διότι ήταν ακόμη ευχαριστημένος να συγκατοική μαζί της. Η Ευνίκη ήταν πειθήνια σ’ αυτόν· και επειδή αυτός αντέτεινε, η Ευνίκη δεν είχε καν περιτάμει τον γυιο τους Τιμόθεο. Αν ο πατέρας του έπαιρνε τον Τιμόθεο σε εθνικούς ναούς λατρείας, δεν αναγράφεται. Αλλ’ η μητέρα του Τιμοθέου Ευνίκη και η μάμμη του Λωίς εφρόντισαν να λάβη τη Βιβλική θρησκευτική εκπαίδευσι, διότι τον εδίδασκαν οι ίδιες στο σπίτι. Έτσι από τη βρεφική ηλικία ο Τιμόθεος ο εκ μητρός Ιουδαίος εγνώριζε τα ιερά γράμματα που μπορούσαν να τον σοφίσουν για σωτηρία μέσω πίστεως στον Μεσσία. (2 Τιμ. 3:14, 15· 1:5· Πράξ. 14:4-18) Αυτή η οικιακή θρησκευτική εκπαίδευσις του Τιμοθέου εκυριάρχησε επάνω σε οποιαδήποτε ειδωλολατρική επιρροή του Έλληνος πατρός του. Όταν λοιπόν ο Παύλος ήλθε στην πόλι για πρώτη φορά, ο Τιμόθεος ενώθηκε με την Ιουδαία μητέρα του και τη μάμμη του στο να γίνη Χριστιανός. Επομένως ο Παύλος μπορούσε να μιλή για τον Τιμόθεο ως «γνήσιον τέκνον εις την πίστιν», «αγαπητόν τέκνον».—1 Τιμ. 1:1, 2· 2 Τιμ. 1:1, 2.
38. Ποια ήταν η διάθεσις της Ευνίκης για μια ιεραποστολική σταδιοδρομία για τον Τιμόθεο, και γιατί τότε για πρώτη φορά έγινε περιτομή στον Τιμόθεο;
38 Ο Παύλος, στην επανεπίσκεψί του στην πόλι, βρήκε τον Τιμόθεο να είναι «μαθητής . . . όστις είχε καλήν μαρτυρίαν υπό των εν Λύστροις και Ικονίω αδελφών.» Η μητέρα του Τιμοθέου Ευνίκη ήταν, βέβαια, ευχαριστημένη και ο ειδωλολάτρης πατέρας του δεν εμπόδισε μια ιεραποστολική σταδιοδρομία για τον γυιο του και έτσι ο Παύλος έκαμε διευθετήσεις για να πάρη τον Τιμόθεο μαζί του και με τον Σίλα. Για να αφαιρέση ένα λίθον προσκόμματος μπροστά από τους Ιουδαίους στα γειτονικά εκείνα μέρη στα οποία θα εκήρυτταν, ο Παύλος περιέτεμε τον Τιμόθεο, ο οποίος ήταν τώρα ένας νεανίας «επειδή εγνώριζον πάντες τον πατέρα αυτού ότι ήτο Έλλην.» (Πράξ. 16:1-3) Αν η Ευνίκη, η μητέρα του, εκέρδισε ποτέ τον ειδωλαλάτρη Έλληνα σύζυγό της στη Χριστιανοσύνη εξακολουθώντας να συγκατοική μαζί του εφ’ όσον του ήταν ευάρεστο, δεν ξέρομε. Εν τούτοις, λίγο πριν από το μαρτύριό του ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο μια τελευταία επιστολή και μίλησε για την πίστι που κατώκησε στη μητέρα του Ευνίκη.—2 Τιμ. 1:5.
39. Σε ποιες ιδιαίτερα Χριστιανές γυναίκες είναι η Ευνίκη παράδειγμα και πώς ο πιστός μεταχειρίζεται τον άπιστο σύντροφο ως σχετικώς ηγιασμένο και οποιαδήποτε τέκνα ως άγια;
39 Έτσι η Ευνίκη είναι ένα παράδειγμα για εκείνους τους αφιερωμένους Χριστιανούς πιστούς που είναι νυμφευμένοι μ’ έναν ειδωλολάτρη ή μ’ ένα άτομο διαφορετικού θρησκευτικού συστήματος. Η προτίμησις του απίστου συντρόφου να εξακολουθή να συγκατοική μ’ έναν αφιερωμένο Χριστιανό μάρτυρα του Ιεχωβά προσφέρει μια λαμπρή ευκαιρία στον πιστόν, δηλαδή, να προσπαθήση στην πλησιέστερη γειτνίασι να «σώση» τον γαμήλιο σύντροφο. Συνεπώς, ο πιστός πρέπει να λάβη μια θετική πορεία, δηλαδή, να μεταχειρισθή τον άπιστον σύντροφον ως ‘ηγιασμένον δια’ του πιστού. Τούτο σημαίνει ότι ο πιστός πρέπει να κάνη κάθε τι στον άπιστο σύντροφο ωσάν στον Κύριο τον ίδιο. Κύριος ο Θεός είναι ένα αγιασμένο Πρόσωπο. (Εφεσ. 6:7· Κολ. 3:22-24) Επίσης, οποιαδήποτε ανήλικα, εξηρτημένα τέκνα στον γάμο πρέπει τώρα να θεωρούνται ως «άγια» και επομένως να τα μεταχειρίζεται ο πιστός ως καθαρά. Ο πιστός θ’ ακολουθήση το παράδειγμα της Ευνίκης και θα προσπαθήση να δώση σε τέτοια «άγια» τέκνα Βιβλική εκπαίδευσι, για να εξακολουθήσουν να είναι καθαρά και πιθανώς να κάμουν τελικά προσωπική αφιέρωσι του εαυτού των στον Θεό μέσω του Χριστού. Διακυβεύεται όχι μόνο η σωτηρία των, αλλά και η σωτηρία του απίστου γαμηλίου συντρόφου. Είναι, επομένως, κατάλληλη η συγκατοίκησις μαζί του.
40, 41. (α) Σε περίπτωσι που ο άπιστος σύντροφος είναι δύστροπος, ποια πρέπει να είναι η πορεία του πιστού; (β) Ποια συμβουλή δίνει ο Πέτρος στις άνισα συνεζευγμένες Χριστιανές γυναίκες σε αρμονία με την αρχή αυτή;
40 Ακόμη και αν ο γαμήλιος σύντροφος εναντιώνεται και είναι δύστροπος, ο πιστός δεν πρέπει να αισθάνεται τον εαυτό του υποχρεωμένο ν’ αποχωρισθή. Ο πιστός πρέπει να υπομένη τον διωγμό και την εναντίωσι, όπως υποφέρει τον διωγμό και την εναντίωσι στον τομέα, στον οποίο κηρύττει από σπίτι σε σπίτι. Με την πορεία αυτή η σωτηρία του απίστου συντρόφου είναι δυνατή. Αυτό υποστηρίζει ο απόστολος Πέτρος γράφοντας στους διωκομένους Χριστιανούς. Ο Πέτρος λέγει:
41 «Οι οικέται, υπατάσσεσθε εν παντί φόβω εις τους κυρίους σας, ου μόνον εις τους αγαθούς και επιεικείς, αλλά και εις τους διεστραμμένους . . . εάν όμως αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομένητε, τούτο είναι χάρις παρά τω Θεώ. Διότι εις τούτο [το να πάσχητε αδίκως] προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού . . . . Ομοίως αι γυναίκες, υπατάσσεσθε εις τους άνδρας [βάαλς, Εβραϊκή Γραφή] υμών, ίνα και εάν τινες απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου δια της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας [απέναντι των συζύγων σας]. Των οποίων ο στολισμός ας ήναι ουχί ο εξωτερικός, ο του πλέγματος των τριχών και της περιθέσεως των χρυσίων ή της ενδύσεως των ιματίων [ο οποίος εξωτερικός στολισμός δεν θα κερδίση συζύγους που δεν είναι ακόμη ευπειθείς στον λόγον του Θεού], αλλ’ [ο στολισμός σας ας είναι] ο κρυπτός άνθρωπος της καρδίας κεκοσμημένος με την αφθαρσίαν του πράου και ησυχίου πνεύματος, το οποίον ενώπιον του Θεού είναι πολύτιμον. Διότι ούτω ποτέ και αι άγιαι γυναίκες, αι ελπίζουσαι επί τον Θεόν, εστόλιζον εαυτάς υποτασσόμεναι εις τους άνδρας αυτών. Καθώς η Σάρρα υπήκουσεν εις τον Αβραάμ, καλούσα αυτόν κύριον· της οποίας σεις [γυναίκες] εγεννήθητε τέκνα, αγαθοποιούσαι και μη φοβούμεναι μηδεμίαν πτόησιν [απέναντι των συζύγων σας].»—1 Πέτρ. 2:18 έως 3:6.