ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w76 15/11 σ. 677-682
  • Τα Καλύτερα Σαράντα Χρόνια της Ζωής Μου

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Τα Καλύτερα Σαράντα Χρόνια της Ζωής Μου
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1976
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ, ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ;
  • ΑΚΟΛΟΥΘΩ ΤΟΝ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΔΡΟΜΟ
  • ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΡΟΦΗΣ ΕΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ
  • ΣΠΟΥΔΑΙΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
  • ΒΟΗΘΩΝΤΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
  • Επιτυγχάνοντας το Στόχο της Παιδικής μου Ηλικίας
    Ξύπνα!—1985
  • Εκαθάρισα τη Ζωή μου—Γιατί;
    Ξύπνα!—1979
  • Η Αγία Γραφή Αλλάζει Ζωές
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—2011
  • Ο Αγών μου να Είμαι Άριστος—Το Άξιζε;
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1976
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1976
w76 15/11 σ. 677-682

Τα Καλύτερα Σαράντα Χρόνια της Ζωής Μου

ΟΤΑΝ ήμουν μόνο πέντε ετών, είχα τέσσερις μικρότερους αδελφούς και αδελφές καθώς και έξη μεγαλύτερους. Η μητέρα πέθανε εκείνο το έτος—το 1907—και πιστεύω ότι οι πολλοί τοκετοί μπορεί να συνετέλεσαν στο θάνατό της.

Ο πατέρας μου, ένας ακούραστος εργάτης, μετανάστης στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Ιταλία, αναγκάσθηκε να μας βάλη τους πέντε μικρότερους σ’ ένα ορφανοτροφείο της κομητείας. Επειδή ήμουν ο μεγαλύτερος από τους πέντε, είχα την ευθύνη να επιβλέπω τους άλλους. Συχνά μ’ έδερναν με τη λουρίδα, μερικές φορές για πράγματα για τα οποία δεν ήμουν υπεύθυνος, όπως όταν το μικρό μου αδελφάκι «ύγραινε» τα ρούχα του. Υπετίθετο, ότι έπρεπε να το εμποδίσω κατά κάποιον τρόπο.

Στις τακτικές του επισκέψεις, ο Πατέρας έβλεπε πόσο δυστυχισμένα ήμαστε και αυτό του ράγιζε την καρδιά. Μετά από ένα χρόνο ξαναπαντρεύτηκε και η οικογένεια ήταν πάλι ενωμένη. Οι συνθήκες βελτιώθηκαν, εν τούτοις εκείνες οι πρώτες εμπειρίες, μ’ επηρέασαν βαθειά. Πιστεύω ότι μ’ έκαμαν πιο ευαίσθητο σ’ όλες τις μικρές αδικίες που εγίνοντο, όπως τα ψέματα και οι απάτες, που ήσαν τόσο κοινά στους ανθρώπους.

Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ, ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ;

Μολονότι ο Πατέρας και η Μητέρα πίστευαν στο Θεό, ποτέ δεν θυμάμαι να πήγαν στην εκκλησία, όπως άλλωστε κι εγώ. Ο πατέρας δεν έκανε τίποτε για ν’ αναγκάση τη μεγάλη μας οικογένεια να πάη στην εκκλησία. Αλλά πιστεύω ότι υπήρχε βαθύτερος λόγος που δεν πήγαινε ο ίδιος στην εκκλησία. Θυμάμαι ότι έλεγε: «Οι κληρικοί δεν είναι άνθρωποι με αρχές.»

Ένα πράγμα που ενωχλούσε τον Πατέρα, ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι κληρικοί πλησίαζαν την άμαξά του και διάλεγαν τα καλύτερα φρούτα. Ο πατέρας μου μετέφερε αυτά τα φρούτα στο σπίτι τους και έβλεπε ότι είχαν στο υπόγειο τα καλύτερα κρασιά και τρόφιμα. «Αυτοί ζουν από τα παχέα της γης,» συνήθιζε να λέγη. Έτσι πιστεύω ότι αυτές οι εμπειρίες έκαμαν τελικά τον πατέρα ν’ απομακρυνθή από τη θρησκεία.

Χωρίς αμφιβολία, το θρησκευτικό παρελθόν του Πατέρα τον έκαμε κατά καιρούς να ενεργή χωρίς αρχές. Ως αγόρι, εργαζόμουν μαζί του στο κατάστημα οπωρολαχανικών που διατηρούσε στο Νιού Χάβεν, στο Κοννέκτικατ. Κατά καιρούς, έλεγε, «Εμπρός γιε μου, διάλεξε αυτό, διάλεξε εκείνο και πάρ’ τα,» ακόμη κι αν ήταν ένα κιβώτιο με φρούτα τα οποία δεν είχαμε πληρώσει.

Σκεφτόμουν ότι αν αυτό ήταν εκείνο που έπρεπε να κάνωμε για να ζήσωμε, τότε ήμαστε υποχρεωμένοι να το κάνωμε. Έτσι έκανα τέτοια πράγματα, αλλά με μεγάλη δυσφορία. Ήμουν ευτυχής που αυτά τα πράγματα συνέβαιναν σπάνια. Πολλές φορές διερωτόμουν γιατί υπήρχε τόση αδικία και πονηρία στον κόσμο.

Όταν ήμουν στην πέμπτη τάξι, εργαζόμουν μετά το σχολείο για ένα ηλικιωμένο ζεύγος. Καθώς καθάριζα το σπίτι μια μέρα, μου έδωσαν μια Αγία Γραφή μεταφράσεως Βασιλέως Ιακώβου την οποία επρόκειτο να πετάξουν, καθώς και το βιβλίο Πενήντα Χρόνια στην Εκκλησία της Ρώμης του τέως ιερέως Καρόλου Τσινίκουι. Δεν είχα δει ποτέ προηγουμένως την Αγία Γραφή, αλλά ήθελα να μάθω κάτι για τη θρησκεία.

Καθώς ήμουν νέος, διάβασα αυτό το βιβλίο του πρώην ιερέως με μεγάλο ενδιαφέρον. Έκαμε τα μαλλιά της κεφαλής μου να σηκωθούν, και από τότε δεν ήθελα ούτε ν’ ακούσω για τις εκκλησίες. Αλλά ιδιαίτερα, διάβαζα και ξαναδιάβαζα την Αγία Γραφή με ζήλο και χαρά. Έγινε το αγαπημένο μου βιβλίο. Καθώς τη διάβαζα, άρχισα να σκέπτωμαι πιο πολύ σαν ενήλικος. Ανέπτυξα βαθύ ενδιαφέρον για τα πνευματικά πράγματα και τα προβλήματα της ζωής. Όταν διάβασα πώς η Αγία Γραφή περιγράφει την υπερανθρώπινη κακή επιρροή του Σατανά του Διαβόλου επάνω στους ανθρώπους βοηθήθηκα να καταλάβω γιατί υπάρχουν τόσες αδικίες στον κόσμο.

Εκείνο που μου έκαμε ιδιαίτερη εντύπωσι, ήταν η αφήγησις στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κεφάλαιο 4, όπου λέγει για τον πειρασμό στον οποίο ο Σατανάς υπέβαλε τρεις φορές τον Ιησού. Κάθε φορά ο Ιησούς απέκρουε τους πειρασμούς του Διαβόλου παραθέτοντας από τον Λόγο του Θεού και λέγοντας, «Είναι γεγραμμένον.» (Ματθ. 4:3-10· Δευτ. 8:3· 6:16· 5:9) Αυτό με εντυπωσίασε βαθειά. Σκέφθηκα, ‘Αν ο Ιησούς, ο τέλειος Υιός του Θεού αναφέρθηκε τρεις φορές στον Λόγο του Θεού για ν’ απαντήση στο Σατανά, τότε ποιο καλύτερο βιβλίο θα μπορούσε να υπάρχη; Ποιο καλύτερο βιβλίο θα μπορούσα να χρησιμοποιώ;’

Αυτή η πληροφορία ήταν αρκετή για να με κάμη να πιστέψω βαθειά στην Αγία Γραφή και ν’ αποκτήσω σφοδρή επιθυμία για Γραφική γνώσι. Αλλ’ όταν μ’ έβλεπαν στο σπίτι να διαβάζω την Αγία Γραφή, με περιγελούσαν και με κατηγορούσαν ότι ήμουν ‘θρήσκος.’ Ακόμη με προειδοποίησαν ότι αν διάβαζα την Αγία Γραφή πάρα πολύ, μπορεί να τρελλαινόμουν.

ΑΚΟΛΟΥΘΩ ΤΟΝ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΔΡΟΜΟ

Τα πράγματα δεν πήγαιναν τόσο καλά στο σπίτι με την οικογένειά μας. Έτσι όταν ο μεγαλύτερος αδελφός μου και οι δύο αδελφές μου έφυγαν από το σπίτι και παντρεύθηκαν, με προσκάλεσαν να μένω μαζί τους, πότε στον έναν και πότε στον άλλον. Από τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια, είχα αρχίσει να εξοικονομώ μόνος μου τα αναγκαία για τη ζωή.

Ποτέ δεν θα ξεχάσω την πρώτη κανονική μου εργασία. Δούλευα σ’ ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε θεραπευτικές ζώνες. Κέρδιζα 10 σεντς την ώρα και δούλευα 10 ώρες την ημέρα. Στη συνέχεια άλλαξα πολλές εργασίες, από σκαφτιάς μέχρι χειριστής κάθε είδους μηχανημάτων εργοστασίων. Με τον καιρό, ανέλαβα θέσεις, όπως επόπτης της λειτουργίας εργοστασίου, επιθεωρητής και διευθυντής πωλήσεων. Εργάσθηκα ακόμη και ως διευθυντής μιας αλυσίδας καταστημάτων και αναμίχθηκα και στην πολιτική ζωή.

Εν τούτοις οι συνθήκες εξακολουθούσαν να με ενοχλούν. Από τη μια πλευρά υπήρχε η κλοπή των υπαλλήλων κι απ’ την άλλη οι ανέντιμες συνήθειες και οι πολιτικές δολοπλοκίες. Μ’ εξερέθιζε το γεγονός ότι εκείνοι που ήθελαν να κάμουν το δίκαιο πάντοτε αδικούντο ενώ εκείνοι που έκαναν το άδικο, φαινόταν να ευημερούν. Κατόπιν υπήρχαν και καυτά ερωτήματα: Γιατί βρίσκομαι σ’ αυτή τη γη; Ποιο θα είναι το μέλλον μου;

ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΡΟΦΗΣ ΕΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ

Εν τω μεταξύ, το 1925, νυμφεύθηκα μία Καθολική από το Μέριντεν του Κοννέκτικατ. Της εξήγησα τι αισθανόμουν για την Καθολική θρησκεία και ότι πίστευα στην Αγία Γραφή σ’ αυτά τα λίγα πράγματα που γνώριζα τότε απ’ αυτήν. Στα πρώτα τέσσερα χρόνια του γάμου μας αποκτήσαμε δύο όμορφα αγόρια και το 1935 ένα ακόμη γιο. Αλλά πριν απ’ αυτό, συνέβη κάτι που απεδείχθη ότι ήταν ένα σημείο στροφής στη ζωή μου.

Το έτος 1933 η σύζυγός μου απέκτησε μερικά βιβλιάρια με Γραφικά θέματα. Επί αρκετές νύχτες παρέμενα άγρυπνος σχεδόν ολόκληρη τη νύχτα για να τα διαβάσω, αναζητώντας όλα τα εδάφια στη Γραφή μου. Αυτό ήταν ακριβώς εκείνο που αναζητούσα! Η σύζυγός μου με φώναζε για να με ρωτήση αν εγνώριζα τι ώρα είναι, αλλά ήμουν τόσο απορροφημένος ώστε δεν είχα αίσθησι ή ενδιαφέρον για το χρόνο.

Αυτά που δίδασκαν οι εκκλησίες για τον θάνατο και την κατάστασι των νεκρών ποτέ δεν μου είχαν φανή ορθά. Έλεγαν ότι έχομε μια αθάνατη ψυχή που εγκαταλείπει το σώμα μας στο θάνατο και αν το άτομο έζησε «κακή» ζωή, η ψυχή του βασανίζεται για πάντα σε μια κόλασι πυρός. Αλλά απ’ όσα διάβαζα, μπορούσα να διακρίνω ότι η Αγία Γραφή διδάσκει ότι η ψυχή πεθαίνει. Πουθενά η Αγία Γραφή δεν λέγει ότι η ψυχή είναι αθάνατη ή ότι η ψυχή συνεχίζει μια συνειδητή ύπαρξι μετά τον θάνατο.—Ιεζ. 18:4· Εκκλ. 9:5, 10.

Επίσης ήταν θαυμάσιο να μάθω ότι «άδης» της Αγίας Γραφής είναι απλώς ο κοινός τάφος του ανθρωπίνου γένους. Αυτό ήταν τόσο φανερό! Διάβασα στην Αγία Γραφή εκεί όπου ο Ιακώβ, θρηνώντας για το γιο του τον οποίο ενόμιζε νεκρό, είπε: «Θέλω καταβή προς τον υιόν μου εις τον τάφον.» Ομοίως διάβασα εκεί όπου ο πιστός άνδρας Ιώβ προσευχήθηκε στο Θεό στη διάρκεια της δοκιμασίας του: «Είθε να με έκρυπτες εν τω τάφω, να με εσκέπαζες εωσού παρέλθη η οργή σου.» (Γεν. 37:35· Ιώβ 14:13) Ήταν φανερό ότι ο άδης δεν μπορούσε να είναι ένας τόπος βασανισμού εφόσον ο Ιώβ επιθυμούσε να πάη σ’ αυτόν!

Εξ ίσου θαυμάσιο πράγμα ήταν για μένα η σαφέστερη κατανόησι που αποκτούσα για τον Θεό. Αυτός έχει ένα προσωπικό όνομα, όπως διάβασα στην Αγία Γραφή: «Και ας γνωρίσωσιν ότι συ, του οποίου το όνομα είναι ΙΕΧΩΒΑ, είσαι ο μόνος Ύψιστος επί πάσαν την γην.» (Ψαλμ. 83:18, ΜΝΚ) Ναι, το όνομα του Παντοδυνάμου Θεού είναι Ιεχωβά, ενώ ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Ιεχωβά, εκείνος τον οποίον ο Θεός έστειλε στη γη. Συνεπώς ο Ιησούς είναι ένα εντελώς διαφορετικό, εξαρτώμενο πρόσωπο. Πόσο ευτυχής ήμουν που έμαθα ότι η συγκεχυμένη δοξασία της Τριάδος, η οποία λέγει ότι ο Ιησούς και ο Θεός είναι ίσοι στην ουσία, στη δύναμι και στην αιωνιότητα, δεν στηρίζεται στην Αγία Γραφή, αλλά προέρχεται από μη Χριστιανικές θρησκείες!

Αυτές οι Γραφικές αλήθειες άλλαξαν τη ζωή μου, ιδιαίτερα καθώς άρχισα να εκτιμώ τον σκοπό του Ιεχωβά ν’ αναστήση τους νεκρούς σε ζωή όπως υπόσχεται η Αγία Γραφή: «Μέλλει να γείνη ανάστασις νεκρών, δικαίων τε και αδίκων.» (Πράξ. 24:15) Άρχισα να διακρίνω πώς θα εκπληρωθή ο αρχικός σκοπός του Θεού να κάμη τη γη παράδεισο κάτω από μια δίκαιη ουράνια κυβέρνησι και πώς ο Θεός θα δώση σ’ όλους την ευκαιρία ν’ απολαύσουν τις ευλογίες του. (Ματθ. 6:9, 10· Αποκάλ. 21:3, 4) Ήμουν πολύ ευγνώμων στο Θεό που έμαθα αυτά τα πράγματα. Αλλά πώς μπορούσα να δείξω αυτή την ευγνωμοσύνη;

ΣΠΟΥΔΑΙΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Κατ’ αρχήν, απεφάσισα να βρω τους ανθρώπους που μου είχαν φέρει αυτή την πληροφορία—τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Εικοσιπέντε περίπου Μάρτυρες συναθροίζοντο τακτικά σ’ ένα μικρό δωμάτιο στην πόλι του Νιού Χάβεν. Άρχισα να παρακολουθώ αυτές τις συναθροίσεις και σύντομα με συνώδευε και η οικογένειά μου. Επειδή εκτιμούσα τη χαρά που μου είχαν φέρει αυτά τα πράγματα, άρχισα να τα μοιράζωμαι με ανθρώπους στις πόρτες των, όπως είχαν κάμει ο Ιησούς και οι απόστολοί του.—Λουκ. 10:2-11.

Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930 ήσαν καταπιεστικά χρόνια και οι καιροί δύσκολοι. Οι τράπεζες χρεωκόπησαν κι έχασα τα χρήματά μου. Με τον καιρό άρχισαν κατασχέσεις της περιουσίας μου. Σ’ αυτό το σημείο ο αδελφός μου, ένας διακεκριμένος νομικός, μου προσέφερε ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα και μου υποσχέθηκε ένα ωραίο σπίτι στην εξοχή και αρκετές χιλιάδες δολλάρια. Αλλά μου έθεσε τον εξής όρο: ‘Θα εγκαταλείψης αυτή την ανοησία να είσαι Μάρτυς του Ιεχωβά.’

Καθώς τον άκουγα, μου ήλθε στο νου η περίπτωσι που ο Χριστός δοκιμάσθηκε από τον Σατανά. Πραγματικά, η απόφασις δεν ήταν δύσκολη. Είπα στον αδελφό μου ότι δεν μπορούσα να δεχθώ την προσφορά του διότι ο Ιησούς είπε: «Ιεχωβά τον Θεόν σου θέλεις προσκυνήσει και αυτόν μόνον θέλεις λατρεύσει.» (Ματθ. 4:10, ΜΝΚ) Πραγματικά, όλα τα χρήματα του κόσμου δεν μπορούσαν να με κάμουν ν’ αλλάξω γνώμη. Η απόφασίς μου ήταν ν’ αφιερώσω τη ζωή μου στην υπηρεσία του Θεού. Η συνέλευσις των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Ουάσιγκτων τον Μάιο—Ιούνιο 1935 μου έδωσε την ευκαιρία να συμβολίσω αυτή την αφιέρωσι με το εν ύδατι βάπτισμα.

Το επόμενο έτος διωρίσθηκα προεδρεύων επίσκοπος στη μικρή εκκλησία του Νιού Χάβεν. Τώρα αντιμετώπιζα μια άλλη απόφασι: Πώς θα χρησιμοποιούσα την υπόλοιπη ζωή μου;

Ήμουν τριάντα τεσσάρων ετών και είχα ήδη αποκτήσει πείρα στις επιχειρήσεις και γνωριμίες που θα μπορούσα να τα χρησιμοποιήσω για να εξασφαλίσω άνετη ζωή. Εν τούτοις κατανοούσα ότι πολλοί άνθρωποι ζούσαν τη ζωή που ζούσα κι εγώ κάποτε, αγνοώντας τους μεγαλειώδεις σκοπούς του Θεού. Έτσι κατέφυγα στον Ιεχωβά με προσευχή, εκφράζοντας την εγκάρδια επιθυμία μου να συμμετάσχω όσο μπορούσα στην υποβοήθησι πολλών ανθρώπων να τον γνωρίσουν και να τον υπηρετήσουν.

Μετά από εξέτασι των πραγμάτων με προσευχή, άρχισα το έργο σκαπανέως, όπως ονομάζουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά την ολοχρόνια υπηρεσία κηρύγματος. Και μπορώ να πω ότι τα περασμένα σαράντα χρόνια που δαπάνησα σ’ αυτή τη δραστηριότητα, ήσαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου. Το 1937 όταν άρχισε το έργο ειδικού σκαπανέως ήμουν ένας από τους διακόσιους περίπου σκαπανείς που εξελέγησαν για ν’ αρχίσουν αυτό το έργο και παρέμεινα σ’ αυτό επί δεκαεννέα έτη.

Δεν ήμεθα καθόλου πλούσιοι υλικώς, εν τούτοις όλα αυτά τα έτη μπορούσα να εργάζωμαι μερικές ώρες και να φροντίζω για την οικογένειά μου. Στα περασμένα δέκα χρόνια εργαζόμουν ως συντηρητής σ’ ένα μικρό εργοστάσιο κατασκευής εργαλείων. Βλέποντας τη κάπως ταπεινή οικονομική κατάστασι της οικογενείας μας, οι άνθρωποι ρωτούσαν: «Πώς μπορείτε να είσθε ευτυχισμένοι όταν έχετε τόσα λίγα υλικά αγαθά μετά από τόσα χρόνια εργασίας;»

ΒΟΗΘΩΝΤΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

Αλλά σκεφθήτε; Τι σας κάνει ευτυχείς—τα υλικά αγαθά; Βεβαίως σε κάποιο βαθμό, αλλ’ εν τούτοις υπάρχουν πολλοί δυστυχισμένοι πλούσιοι άνθρωποι. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.» (Πράξ. 20:35) Και αυτό που έκαμε τα περασμένα σαράντα χρόνια της ζωής μου τόσο ικανοποιητικά, είναι το ότι ήμουν σε θέσι να κάμω πολλά για να βοηθήσω ανθρώπους να βρουν ένα θησαυρό που τους έκαμε περισσότερο ευτυχείς απ’ όσο αν τους είχα δώσει ένα εκατομμύριο δολλάρια. Πώς είναι δυνατόν αυτό;

Είναι όπως το λέγει η Αγία Γραφή: «Μακάριος ο άνθρωπος, όστις εύρηκε σοφίαν, και ο άνθρωπος, όστις απέκτησε σύνεσιν διότι το εμπόριον αυτής είναι καλύτερον παρά το εμπόριον του αργυρίου και το κέρδος αυτής παρά χρυσίον καθαρόν.» Ήταν χαρά μου όλα αυτά τα χρόνια να γίνω το όργανο στην υποβοήθησι πολλών ανθρώπων ν’ αποκτήσουν αυτή την ανεκτίμητη σοφία και σύνεσι.—Παρ. 3:13-18.

Πολλοί άνθρωποι μ’ ευχαριστούν επειδή τους βοήθησα ν’ αποκτήσουν αυτόν τον πολύτιμο θησαυρό. Τον Φεβρουάριο του 1972 άρχισα μια Γραφική μελέτη μ’ ένα φοιτητή της ιατρικής του Πανεπιστημίου Γέηλ. Το 1970 αυτός ήταν αρχηγός της ποδοσφαιρικής ομάδος Άιβυ Ληγκ του Πανεπιστημίου. Ύστερα από λίγους μήνες Γραφικής μελέτης άρχισε ν’ αντιλαμβάνεται την αξία των όσων μάθαινε. Εν τω μεταξύ, άρχισε να μελετά και η μελλοντική του σύζυγος. Με τον καιρό αφιέρωσαν και οι δύο τη ζωή τους να υπηρετούν τον Ιεχωβά Θεό. Κάποτε ο Ρίτσαρντ μου είπε: «Αδελφέ Αρπέα είσαι κάτι περισσότερο από πατέρας για μένα. Μ’ έχεις βοηθήσει τόσο πολύ.» Πείρες σαν κι αυτήν μου έχουν φέρει μεγάλη χαρά στη ζωή μου.

Μολονότι έζησα όλη μου τη ζωή στην περιοχή του Νιού Χάβεν, είχα τη χαρά να βοηθήσω ανθρώπους ν’ αρχίσουν το έργο κηρύγματος της Βασιλείας και τώρα αυτοί υπηρετούν σε πολλά μέρη του κόσμου. Στις αρχές αυτού του έτους λειτούργησε στο Νιού Χάβεν η Σχολή Διακονίας της Βασιλείας, μια προχωρημένη εκπαίδευσι για πρεσβυτέρους των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Στις δύο τάξεις εφέτος την άνοιξι, υπήρχαν πέντε άτομα με τα οποία κάποτε είχα διεξαγάγει Γραφικές μελέτες.

Σε ποιο άλλο έργο θα μπορούσε ένα άτομο να είναι τόσο υποβοηθητικό ώστε να πραγματοποιήση μια μεγάλη κι ωφέλιμη αλλαγή στη ζωή τόσο πολλών ανθρώπων; Είναι πραγματικά χαρά να βλέπη κανείς τους ανθρώπους ν’ αρχίζουν να αλλάζουν και να υιοθετούν ένα υγιή τρόπο σκέψεως. Για να σας δώσω ένα παράδειγμα: Το 1955 ήμουν στο Λονδίνο της Αγγλίας για να παρακολουθήσω μια Χριστιανική συνέλευσι. Ο σύζυγος της οικογενείας στην οποία φιλοξενήθηκα ωμολογούσε ότι ήταν αθεϊστής. Μια νύχτα, όταν η σύζυγός του και τα δυο του παιδιά πήγαν να κοιμηθούν μου είπε: «Αν μου απαντήσης σε μια ερώτησι, ίσως να σ’ ακούσω περισσότερο.»

«Ποια είναι η ερώτησίς σου;» τον ερώτησα.

«Από που προήλθε ο Θεός;»

«Ω, αυτή είναι μια εύκολη ερώτησις» είπα.

Με κοίταξε με έκπληξι. «Εύκολη; Τι εννοείς;»

Άνοιξα την Αγία Γραφή (είχαν τη μετάφρασι Βασιλέως Ιακώβου) και διάβασα τον Ψαλμό 90:2 όπου λέγει: «Πριν γεννηθώσι τα όρη, και πλάσης την γην και την οικουμένην, και από του αιώνος έως του αιώνος, συ είσαι ο Θεός.»

Όταν τελείωσα την ανάγνωσι μού είπε ‘Μπα!’ Απογοητεύθηκε.

«Ωραία λοιπόν» του είπα, ας μιλήσωμε σαν άνδρας προς άνδρα. Η απάντησις δεν σε ικανοποίησε. Αλλά θα ήθελα να σε ρωτήσω κάτι: Ας υποθέσωμε ότι ο γιος σου ερχόταν και σε ρωτούσε κάτι και συ του απαντούσες, αλλ’ αυτός δεν εκτιμούσε την απάντησι κι απαντούσε ειρωνικά ‘Μπα!’ Θα σ’ ευχαριστούσε αυτό;»

Με κοίταξε λίγο παραξενεμένος και είπε: «Όχι, πιστεύω ότι δεν θα μου άρεσε. Αλλά που θέλεις να φθάσης;»

«Αυτό που εννοώ είναι το εξής. Μ’ ερώτησες ‘Από που προήλθε ο Θεός;’ Και εγώ σου έδωσα την απάντησι του Θεού, την απάντησι που αυτός ενέπνευσε ανθρώπους να γράψουν. Δεν την εξετίμησες. Ίσως δεν την καταλαβαίνεις. Αλλά είναι εύκολο να την αποδεχθης με μια βάσι, την πίστι.»

«Γιατί;» ερώτησε.

«Διότι ας υποθέσωμε ότι ο Θεός είπε, ‘ο Τάδε με εδημιούργησε,’ Τότε συ θα ήθελες να μάθης ποιος εδημιούργησε τον Τάδε. Κατόπιν αν υποθέσωμε ότι Αυτός έλεγε ‘ο Τάδε εδημιούργησε τον Τάδε’ αλλά ποτέ δεν θα υπήρχε τέλος σ’ αυτό. Εδώ όμως ο Θεός σού λέγει ότι αυτός πάντοτε υπήρχε και θα υπάρχη και συ δεν είσαι ικανοποιημένος μ’ αυτήν την απάντησι. Αυτός ο μικρός εγκέφαλος που έχομε, δεν μπορεί να καταλάβη πλήρως αυτό το ζήτημα, και δεν μπορεί να το δεχθή, επειδή βλέπομε τα πράγματα να έρχωνται και να παρέρχωνται, ακόμη και τους ανθρώπους. Κι επειδή δεν μπορείς να κατανοήσης ότι ο Θεός υπήρχε πάντοτε, δεν ικανοποιείσαι. Αλλ’ αυτό ακριβώς είναι ανάγκη να παραδεχθούμε με την πίστι—το γεγονός ότι βλέπομε όλη αυτή τη θαυμαστή δημιουργία και τα θαυμάσια της μας δίδει λογική βάσι για να πιστεύομε ότι υπάρχει ένας τέτοιος αιώνιος Θεός.»

Αυτός ο ιδιογνώμων αθεϊστής ανταποκρίθηκε, άλλαξε στάσι, έγινε σαν ένα μικρό παιδί και ρώτησε: «Πες μου περισσότερα για τη Γραφή.» Έτσι αρχίσαμε να μελετούμε την Αγία Γραφή και όταν έφυγα από το Λονδίνο ανέθεσα τη μελέτη σε κάποιον άλλο Μάρτυρα. Αυτή είναι μια χαρακτηριστική πείρα από εκείνες που έκαμαν τα περασμένα σαράντα χρόνια της ζωής μου τα καλύτερα μου χρόνια.

Πώς θα αισθανόσαστε αν ελαμβάνατε ένα θαυμάσιο δώρο; Ευγνώμονες; Εγώ πιστεύω ότι η γνώσις και η κατανόησις του Θεού και των μεγαλειωδών σκοπών του, είναι ένα δώρο ανεκτίμητης αξίας. Κι ένας λόγος για τον οποίο τα περασμένα σαράντα χρόνια ήσαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου, είναι ότι το έργο που έκαμα είναι αυτό που έκαμε ο Ιησούς Χριστός και αυτό που ενεθάρρυνε τους ακολούθους του να κάμουν. Η κατανόησις αυτού του πράγματος, έχει οικοδομήσει την πίστι μου και την εμπιστοσύνη μου στις υποσχέσεις του Ιεχωβά διότι όπως λέγει η Αγία Γραφή: «Δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε να λησμονήση το έργον σας και τον κόπον της αγάπης, την οποίαν εδείξατε εις το όνομα αυτού.» (Εβρ. 6:10)—Από συνεργάτη.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 678]

«Αυτή η πληροφορία ήταν αρκετή για να με κάμη να πιστέψω βαθειά στην Αγία Γραφή.»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 678]

«Αυτά που εδίδασκαν οι εκκλησίες για τον θάνατο και την κατάστασι των νεκρών ποτέ δεν μου είχαν φανή ορθά.»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 679]

«Όλα τα χρήματα του κόσμου δεν μπορούσαν να με κάμουν ν’ αλλάξω γνώμη.»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 679]

«Αυτές οι Γραφικές αλήθειες άλλαξαν τη ζωή μου.»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 682]

«Μ’ ερώτησες Από που προήλθε ο Θεός;’ Και εγώ σου έδωσα την απάντησι του Θεού.»

[Εικόνα στη σελίδα 680]

Το να βοηθώ ανθρώπους ν’ αποκτήσουν ζωοπάροχη Γραφική γνώσι μου φέρει μεγάλη χαρά

[Εικόνα στη σελίδα 681]

Ο εκπαιδευτής της Σχολής Διακονίας, εγώ, και πέντε σπουδασταί με τους οποίους είχα στο παρελθόν διεξάγει Γραφικές μελέτες

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση