ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • Ο Ιεχωβά μάς Φρόντιζε ενώ Ήμασταν υπό Απαγόρευση—Μέρος 1ο
    Η Σκοπιά—1992 | 15 Απριλίου
    • Ο Ιεχωβά μάς Φρόντιζε ενώ Ήμασταν υπό Απαγόρευση—Μέρος 1ο

      Επί δεκαετίες οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αναρωτιούνταν για τις συνθήκες που αντιμετώπιζαν οι αδελφοί τους σε χώρες όπου οι Χριστιανικές δραστηριότητες ήταν υπό περιορισμό. Έχουμε τη χαρά να σας παρουσιάσουμε το πρώτο από τρία άρθρα τα οποία αποκαλύπτουν μερικά από τα πράγματα που συνέβηκαν. Πρόκειται για προσωπικές αφηγήσεις πιστών Χριστιανών από τη χώρα που τότε ήταν γνωστή ως Ανατολική Γερμανία.

      ΤΟ 1944, ήμουν Γερμανός αιχμάλωτος πολέμου και εργαζόμουν ως νοσοκόμος στο στρατόπεδο Κάμνοκ, κοντά στο Έιρ της Σκοτίας. Μπορούσα να βγαίνω έξω από το στρατόπεδο, αν και δεν επιτρέπονταν οι στενές επαφές με τους κατοίκους της περιοχής. Μια Κυριακή, καθώς έκανα βόλτα, συνάντησα έναν άνθρωπο που κατέβαλε ειλικρινείς προσπάθειες να μου εξηγήσει ορισμένα πράγματα από την Αγία Γραφή. Κατόπιν κάναμε τακτικά περιπάτους μαζί.

      Έπειτα από λίγο καιρό, με προσκάλεσε σε μια συγκέντρωση που γινόταν σ’ ένα σπίτι. Αυτό ήταν ριψοκίνδυνο από μέρους του, επειδή ήμουν μέλος ενός εχθρικού κράτους. Δεν είχα αντιληφθεί τότε ότι ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά—αυτή η συνάθροιση ήταν προφανώς μια από τις μικρές τους ομάδες για μελέτη της Αγίας Γραφής. Αν και δεν κατάλαβα πολλά πράγματα, θυμάμαι καθαρά την εικόνα ενός παιδιού που φορούσε ένα μακρύ, άσπρο ένδυμα και ήταν μαζί μ’ ένα λιοντάρι και ένα αρνί. Αυτή η απεικόνιση του νέου κόσμου, όπως περιγράφεται στην Αγία Γραφή στο βιβλίο του Ησαΐα, με εντυπωσίασε βαθιά.

      Το Δεκέμβριο του 1947 αποφυλακίστηκα από το στρατόπεδο. Όταν επέστρεψα στη Γερμανία, παντρεύτηκα τη Μάργκιτ, την οποία είχα γνωρίσει πριν από τον πόλεμο. Ανοίξαμε το σπιτικό μας στο Τσίταου, το οποίο βρίσκεται κοντά στα σύνορα με την Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία. Μέσα σε μερικές μέρες, ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά χτύπησε την πόρτα μας. «Αν πρόκειται για την ίδια ομάδα που γνώρισα στη Σκοτία», είπα στη σύζυγό μου, «τότε πρέπει να ενωθούμε μαζί τους». Την ίδια εκείνη εβδομάδα παρακολουθήσαμε την πρώτη μας συνάθροιση με τους Μάρτυρες.

      Σύντομα μάθαμε μέσα από την Αγία Γραφή ότι ήταν ανάγκη να παρακολουθούμε τακτικά τις Χριστιανικές συναθροίσεις και να συμμετέχουμε στο έργο κηρύγματος. Στην πραγματικότητα, αυτά που μας δίδασκαν οι Μάρτυρες από την Αγία Γραφή έγιναν πολύ γρήγορα το πιο σπουδαίο πράγμα στη ζωή μας. Με τον καιρό άρχισα να ηγούμαι σε μια ομάδα μελέτης της Αγίας Γραφής. Κατόπιν, το Φεβρουάριο του 1950, δυο περιοδεύοντες Χριστιανοί επίσκοποι μας ρώτησαν: «Δεν θα πρέπει κάποτε να βαφτιστείτε;» Το ίδιο εκείνο απόγευμα η Μάργκιτ κι εγώ συμβολίσαμε την αφιέρωσή μας στον Θεό με το βάφτισμα.

      Αρχίζουν τα Προβλήματα

      Το Τσίταου βρισκόταν στη σοβιετική ζώνη της Γερμανίας, και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τής εκεί περιοχής αντιμετώπιζαν προβλήματα από το 1949. Μόνο έπειτα από μεγάλες δυσκολίες μάς παραχωρήθηκαν κάποιες εγκαταστάσεις για να κάνουμε μια μικρή συνέλευση στο Μπάουτσεν. Κατόπιν, το καλοκαίρι, ακυρώθηκαν ξαφνικά τα ειδικά τρένα που είχαν ναυλωθεί για να μας μεταφέρουν σε μια μεγαλύτερη συνέλευση περιφερείας στο Βερολίνο. Παρ’ όλα αυτά, χιλιάδες άτομα την παρακολούθησαν.

      Ορισμένοι παρεμπόδιζαν, επίσης, τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις. Αυτοί οι ταραχοποιοί έρχονταν μόνο και μόνο για να φωνάζουν και να σφυρίζουν. Σε μια περίπτωση, παραλίγο να αναγκαστούμε να διακόψουμε την ομιλία ενός περιοδεύοντα επισκόπου. Ο τύπος μάς αποκαλούσε προφήτες της καταστροφής. Μερικά άρθρα εφημερίδων ισχυρίζονταν μάλιστα ότι είχαμε μαζευτεί στις κορυφές λόφων περιμένοντας να αρπαχτούμε στα σύννεφα. Οι εφημερίδες παρέθεταν, επίσης, τα λόγια κάποιων κοριτσιών που έλεγαν ότι οι Μάρτυρες προσπάθησαν να διαπράξουν ανηθικότητα μαζί τους. Η εξήγηση ότι ‘όσοι αφιερώνονται στον Ιεχωβά θα λάβουν αιώνια ζωή’ διαστρεβλώθηκε με το να λεχτεί ότι όσοι θα έχουν σεξουαλικές σχέσεις με τους Μάρτυρες θα αποκτήσουν αιώνια ζωή.

      Αργότερα κατηγορηθήκαμε επίσης ως υποκινητές πολέμου. Οι άνθρωποι παρερμήνευσαν αυτά που λέγαμε για τον πόλεμο του Θεού, τον Αρμαγεδδώνα, και έλεγαν ότι ενθαρρύνουμε τους εξοπλισμούς και τον πόλεμο. Μεγάλος παραλογισμός! Ωστόσο, τον Αύγουστο του 1950, όταν έφτασα για τη νυχτερινή μου βάρδια στην τοπική εφημερίδα όπου εργαζόμουν ως τυπογράφος, με σταμάτησαν στην πύλη. «Απολύθηκες», μου είπε ο φύλακας που συνοδευόταν από αστυνομικούς. «Εσείς είστε άνθρωποι που υποστηρίζετε τον πόλεμο».

      Όταν γύρισα στο σπίτι, η Μάργκιτ ανακουφίστηκε. «Τέρμα η δουλειά αργά τη νύχτα», είπε. Δεν μας έπιασε ανησυχία. Σύντομα βρήκα μια άλλη εργασία. Εμπιστευόμασταν στον Θεό για φροντίδα, και εκείνος πράγματι μας φρόντιζε.

      Το Έργο μας Τίθεται υπό Απαγόρευση

      Στις 31 Αυγούστου 1950, οι δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας τέθηκαν υπό απαγόρευση. Επακολούθησε ένα κύμα συλλήψεων. Οι Μάρτυρες περνούσαν από δίκη, μερικοί μάλιστα καταδικάζονταν σε ισόβια κάθειρξη. Δυο αδελφοί από το Τσίταου, οι οποίοι είχαν υποφέρει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης υπό τους ναζί, φυλακίστηκαν από τους κομουνιστές.

      Ο επίσκοπος της εκκλησίας μας συλλήφθηκε μαζί με τη σύζυγό του. Εκείνοι που τους συνέλαβαν εγκατέλειψαν τα δυο μικρά παιδιά του αντρογύνου στο σπίτι για να φροντίσουν μόνα τους τον εαυτό τους. Οι γονείς τής μητέρας πήραν τα παιδιά, και σήμερα οι δυο κοπέλες μιλούν με ζήλο σε άλλους για τη Βασιλεία του Θεού.

      Αγγελιαφόροι από τις εκκλησίες της Ανατολικής Γερμανίας πηγαινοέρχονταν στο Βερολίνο για να παραλάβουν έντυπα από προκαθορισμένα σημεία στον ελεύθερο δυτικό τομέα. Πολλοί απ’ αυτούς τους θαρραλέους αγγελιαφόρους συλλήφθηκαν, σύρθηκαν στα δικαστήρια και καταδικάστηκαν σε φυλάκιση.

      Νωρίς ένα πρωί, έφτασαν οι αρχές για να ερευνήσουν το σπίτι μας. Είχαμε προβλέψει τον ερχομό τους, κι έτσι είχα βάλει στον αχυρώνα μας, δίπλα από μια σφηκοφωλιά, όλα τα αρχεία που είχα στην κατοχή μου. Τα έντομα ποτέ δεν ενόχλησαν εμένα, αλλά όταν οι άντρες άρχισαν να ψάχνουν το χώρο, περικυκλώθηκαν ξαφνικά από ένα σύννεφο σφήκες. Το μόνο που αυτοί μπορούσαν να κάνουν ήταν να τρέξουν για να σωθούν!

      Ο Ιεχωβά μάς είχε προετοιμάσει για την απαγόρευση μέσω των συνελεύσεων που διεξάχθηκαν το 1949. Το πρόγραμμα μας είχε προτρέψει να αυξήσουμε την προσωπική μας μελέτη, την παρακολούθηση των συναθροίσεων και τη δραστηριότητά μας στο κήρυγμα, καθώς επίσης να στηριζόμαστε ο ένας στον άλλον για υποστήριξη και ενθάρρυνση. Αυτό πραγματικά μας βοήθησε να παραμείνουμε όσιοι. Έτσι, αν και οι άνθρωποι συχνά μας κατέκριναν και μας έβριζαν, εμείς δεν τους δίναμε σημασία.

      Διεξαγωγή Συναθροίσεων υπό Απαγόρευση

      Μετά την ανακοίνωση της απαγόρευσης, συναντήθηκα με δυο ομοπίστους για να συζητήσουμε πώς θα συνεχιζόταν η διεξαγωγή των εκκλησιαστικών μας συναθροίσεων. Η παρακολούθηση των συναθροίσεων περιλάμβανε κινδύνους, επειδή αν κάποιος συλλαμβανόταν ενώ ήταν παρών αυτό θα μπορούσε να σημαίνει φυλακή. Επισκεφτήκαμε τους Μάρτυρες της περιοχής μας. Μερικοί ανησυχούσαν, αλλά ήταν ενθαρρυντικό ότι όλοι αναγνώριζαν πως ήταν ανάγκη να παρακολουθούν συναθροίσεις.

      Κάποιος ενδιαφερόμενος που είχε έναν αχυρώνα τον πρόσφερε για να τον χρησιμοποιήσουμε ως χώρο συναθροίσεων. Μολονότι βρισκόταν σ’ ένα χωράφι, όπου ήταν ορατός απ’ όλους, ο αχυρώνας είχε μια πίσω πόρτα που έβγαζε σ’ ένα μονοπάτι το οποίο ήταν καλυμμένο με θάμνους. Έτσι δεν μας έβλεπαν όταν πηγαινοερχόμασταν. Ολόκληρο το χειμώνα αυτός ο παλιός αχυρώνας φιλοξενούσε τις συναθροίσεις μας που διεξάγονταν κάτω από το φως κεριών, και παρευρίσκονταν περίπου 20 άτομα. Συναθροιζόμασταν κάθε εβδομάδα για τη μελέτη μας από το περιοδικό Η Σκοπιά και για τη Συνάθροιση Υπηρεσίας. Το πρόγραμμα το προσαρμόζαμε στις περιστάσεις μας, τονίζοντας ότι έπρεπε να παραμείνουμε πνευματικά δραστήριοι. Σύντομα νιώσαμε συγκίνηση όταν καλωσορίσαμε αυτό το ενδιαφερόμενο άτομο ως καινούριο αδελφό μας στην αλήθεια.

      Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, οι καταδίκες έγιναν πιο επιεικείς και μερικοί αδελφοί αποφυλακίστηκαν. Πολλοί απελάθηκαν στη Δυτική Γερμανία. Όσο για εμένα, τα πράγματα πήραν μια απρόσμενη τροπή έπειτα από την επίσκεψη ενός αδελφού από τη Δυτική Γερμανία.

      Ο Πρώτος μου Μεγάλος Διορισμός

      Ο αδελφός είπε ότι τον λένε Χανς. Μετά τη συζήτηση που είχαμε, μου ζήτησε να πάω σε κάποια διεύθυνση στο Βερολίνο. Μόλις βρήκα το συνθηματικό όνομα στο κουδούνι, με προσκάλεσαν να μπω μέσα. Ήρθαν κι άλλα δυο άτομα και είχαμε μια ευχάριστη αλλά πολύ γενική συζήτηση. Κατόπιν έφτασαν στο προκείμενο: «Αν σου πρόσφεραν έναν ειδικό διορισμό, θα τον δεχόσουν;»

      «Και βέβαια», ήταν η απάντησή μου.

      «Ωραία», είπαν, «αυτό θέλαμε να μάθουμε. Καλή επιστροφή στο σπίτι».

      Τρεις εβδομάδες αργότερα μου ζήτησαν να ξαναπάω στο Βερολίνο και βρέθηκα πάλι στο ίδιο δωμάτιο. Αφού μου έδωσαν ένα χάρτη της περιοχής γύρω από το Τσίταου, οι αδελφοί προχώρησαν στο κυρίως θέμα. «Δεν έχουμε καθόλου επαφή με τους Μάρτυρες σ’ αυτή την περιοχή. Θα μπορούσες να αποκαταστήσεις την επαφή για λογαριασμό μας;»

      «Και βέβαια θα το κάνω», απάντησα αμέσως. Η περιοχή ήταν τεράστια, με έκταση πάνω από 100 χιλιόμετρα σε μήκος, από το Ρίζα μέχρι το Τσίταου, και πάνω από 50 χιλιόμετρα σε πλάτος. Και το μόνο που είχα ήταν ένα ποδήλατο. Μόλις ερχόμουν σε επαφή με τον κάθε Μάρτυρα εκεί, αυτός εντασσόταν στη δική του εκκλησία, η οποία έστελνε τακτικά έναν αντιπρόσωπο στο Βερολίνο για να πάρει έντυπα και οδηγίες. Αυτή η μέθοδος λειτουργίας απέτρεπε να μπαίνουν σε κίνδυνο άλλες εκκλησίες όταν οι αρχές δίωκαν κάποια συγκεκριμένη εκκλησία.

      Εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά

      Παρά το διωγμό, υποτασσόμασταν στις Γραφικές οδηγίες και ποτέ δεν πάψαμε να πηγαίνουμε από σπίτι σε σπίτι για να μεταδώσουμε το άγγελμά μας σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού. (Ματθαίος 24:14· 28:19, 20· Πράξεις 20:20) Πηγαίναμε σε διευθύνσεις με βάση τις συστάσεις που μας έδιναν άτομα τα οποία ήδη γνωρίζαμε και απολαύσαμε ορισμένες θαυμάσιες εμπειρίες. Μερικές φορές ακόμη και τα λάθη μας μετατρέπονταν σε ευλογίες, όπως δείχνει παραστατικά το παρακάτω παράδειγμα.

      Η σύζυγός μου κι εγώ λάβαμε μια διεύθυνση για να κάνουμε επίσκεψη, αλλά εμείς πήγαμε σε λάθος σπίτι. Όταν άνοιξε η πόρτα, το μάτι μας έπεσε σε μια αστυνομική στολή που ήταν κρεμασμένη στο πορτμαντό. Το πρόσωπο της Μάργκιτ χλώμιασε· η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει φυλακή. Υπήρχε χρόνος μόνο για μια σύντομη προσευχή.

      «Ποιοι είστε;» ρώτησε ο άντρας απότομα. Εμείς παραμείναμε ήρεμοι.

      «Είμαι σίγουρη ότι κάπου σας ξέρω», είπε η Μάργκιτ, «αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ από πού. Ναι, είστε αστυνομικός. Πρέπει να σας έχω δει σε ώρα υπηρεσίας».

      Αυτό μαλάκωσε τα πράγματα, και μας ρώτησε σε φιλικό τόνο. «Είστε του Ιεχωβά;»

      «Μάλιστα», απάντησα καθώς μπήκα στη συζήτηση, «είμαστε, και θα πρέπει να παραδεχτείτε ότι απαιτείται θάρρος για να χτυπήσουμε την πόρτα σας. Ενδιαφερόμαστε για εσάς προσωπικά».

      Μας προσκάλεσε να μπούμε στο σπίτι του. Τον επισκεφτήκαμε αρκετές φορές και αρχίσαμε Γραφική μελέτη. Τελικά αυτός ο άντρας έγινε Χριστιανός αδελφός μας. Πόσο ενίσχυσε αυτή η εμπειρία την εμπιστοσύνη μας στον Ιεχωβά!

      Οι αδελφές ήταν συχνά αγγελιαφόροι, πράγμα που απαιτούσε απ’ αυτές να δείχνουν ανεπιφύλακτη εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά. Έτσι είχαν τα πράγματα όταν η Μάργκιτ πήγε κάποτε στο Βερολίνο για να παραλάβει έντυπα. Αυτά ήταν πολύ περισσότερα απ’ όσα περίμενε. Χρησιμοποίησε ένα σχοινί για να δέσει τη βαριά, παραφορτωμένη βαλίτσα. Όλα πήγαιναν καλά μέχρις ότου η Μάργκιτ βρέθηκε στο τρένο. Κατόπιν έφτασε ένας τελωνειακός υπάλληλος.

      «Τίνος είναι αυτή, και τι έχει μέσα;» ζήτησε να μάθει, δείχνοντας τη βαλίτσα.

      «Είναι τα άπλυτα ρούχα μου», απάντησε η Μάργκιτ.

      Με καχυποψία τη διέταξε να ανοίξει τη βαλίτσα. Σιγά-σιγά και επίτηδες, λύνοντας έναν κόμπο κάθε φορά, η Μάργκιτ άρχισε να βγάζει το σχοινί γύρω από τη βαλίτσα. Επειδή η εργασία τού τελωνειακού υπαλλήλου απαιτούσε απ’ αυτόν να ταξιδεύει με το τρένο μόνο κάποια συγκεκριμένη απόσταση και κατόπιν να αποβιβάζεται για να πάρει άλλο τρένο για το ταξίδι της επιστροφής, άρχισε να γίνεται όλο και πιο ανυπόμονος. Τελικά, όταν είχαν απομείνει μόνο τρεις κόμποι, δεν άντεξε άλλο. «Φύγε από δω, και πάρε και τα άπλυτα ρούχα σου!», ξεφώνισε.

      Ο Ιεχωβά μάς Φρόντιζε Προσωπικά

      Πολλές φορές τη νύχτα δεν κατάφερνα να κοιμηθώ παραπάνω από τέσσερις ώρες, εφόσον συνήθως φρόντιζα για εκκλησιαστικά ζητήματα κάτω από το κάλυμμα του σκοταδιού. Ένα πρωί, έπειτα από μια νύχτα τέτοιας δραστηριότητας, κάποιοι αξιωματούχοι χτύπησαν δυνατά την πόρτα μας. Είχαν έρθει για να κάνουν έρευνα. Ήταν πολύ αργά για να κρύψω οτιδήποτε.

      Οι αξιωματούχοι δαπάνησαν όλο το πρωί κάνοντας το σπίτι άνω-κάτω, επιθεωρώντας ακόμη και την τουαλέτα σε περίπτωση που κάτι ήταν κρυμμένο εκεί. Κανένας δεν σκέφτηκε να ψάξει το παλτό μου που κρεμόταν στο πορτμαντό. Είχα κρύψει τα χαρτιά μου βιαστικά μέσα στις πολλές του τσέπες. Οι τσέπες ήταν παραφουσκωμένες από τα πράγματα που γύρευαν οι αξιωματούχοι, αλλά εκείνοι τελικά έφυγαν με άδεια χέρια.

      Σε μια άλλη περίπτωση, τον Αύγουστο του 1961, βρισκόμουν στο Βερολίνο. Αυτή αποδείχτηκε ότι ήταν η τελευταία φορά που θα παραλάμβανα έντυπα πριν από την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου. Ο σιδηροδρομικός σταθμός του Βερολίνου έσφυζε από κόσμο καθώς ετοιμαζόμουν να επιστρέψω στο Τσίταου. Το τρένο ήρθε, και όλοι έτρεξαν βιαστικά στην αποβάθρα για να επιβιβαστούν. Εγώ παρασύρθηκα από το πλήθος και βρέθηκα ξαφνικά μόνος σ’ ένα άδειο μέρος του τρένου. Είχα μόλις προλάβει να ανέβω όταν ο υπάλληλος του σταθμού κλείδωσε τις πόρτες από έξω. Ήμουν μόνος σ’ αυτό το βαγόνι, ενώ οι άλλοι επιβάτες είχαν στριμωχτεί στο υπόλοιπο του τρένου.

      Ξεκινήσαμε για το Τσίταου. Για κάποιο διάστημα ήμουν μόνος στο βαγόνι. Κατόπιν το τρένο έκανε στάση, και οι πόρτες στο βαγόνι όπου βρισκόμουν άνοιξαν. Μπήκαν δεκάδες σοβιετικοί στρατιώτες. Μόνο τότε κατάλαβα ότι ταξίδευα στο βαγόνι που είχε κρατηθεί για τους σοβιετικούς στρατιωτικούς. Ήθελα να ανοίξει η γη και να με καταπιεί. Ωστόσο, οι στρατιώτες δεν φαινόταν να βλέπουν κάτι το ασυνήθιστο.

      Συνεχίσαμε το ταξίδι για το Τσίταου, όπου οι πόρτες του βαγονιού μας άνοιξαν, και οι στρατιώτες βγήκαν έξω. Άρχισαν να ερευνούν όλους τους επιβάτες στο σταθμό. Εγώ ήμουν ο μόνος που έφυγε ανεμπόδιστος. Μάλιστα πολλοί από τους στρατιώτες μού απηύθυναν χαιρετισμό νομίζοντας ότι είμαι κάποιος υψηλά ιστάμενος αξιωματικός.

      Αργότερα μόνο συνειδητοποιήσαμε πόσο πολύτιμα ήταν αυτά τα έντυπα, επειδή η ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου διέκοψε προσωρινά τη ροή ανεφοδιασμού μας. Ωστόσο, αυτά τα έντυπα ήταν αρκετά για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες μας επί αρκετούς μήνες. Στο μεταξύ, μπορούσαν να γίνουν διευθετήσεις για να διατηρηθεί η επαφή μαζί μας.

      Ο ερχομός του Τείχους του Βερολίνου το 1961 άλλαξε τη ζωή μας στην Ανατολική Γερμανία. Αλλά ο Ιεχωβά, όπως πάντοτε, προπορευόταν των γεγονότων. Συνέχισε να μας φροντίζει ενώ ήμασταν υπό απαγόρευση.—Όπως το αφηγήθηκε ο Χέρμαν Λάουμπε.

      [Εικόνα στη σελίδα 27]

      Απολαύσαμε μια μικρή συνέλευση στο Μπάουτσεν

  • Ο Ιεχωβά μάς Φρόντιζε ενώ Ήμασταν υπό Απαγόρευση—Μέρος 2ο
    Η Σκοπιά—1992 | 1 Μαΐου
    • Ο Ιεχωβά μάς Φρόντιζε ενώ Ήμασταν υπό Απαγόρευση—Μέρος 2ο

      ΣΤΗ διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, πάνω στην αγκράφα της ζώνης που είχε η ναζιστική στρατιωτική μου στολή ήταν γραμμένο το εξής: «Ο Θεός Είναι Μαζί Μας». Για εμένα αυτό αποτελούσε άλλο ένα παράδειγμα της ανάμειξης των εκκλησιών στον πόλεμο και στην αιματοχυσία. Το γεγονός αυτό μου προξενούσε αηδία. Έτσι όταν δύο Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Λίμπαχ-Όμπερφρονα της Ανατολικής Γερμανίας άρχισαν να συζητούν μαζί μου, εγώ ήδη ένιωθα αποστροφή για τη θρησκεία και είχα γίνει αθεϊστής και οπαδός της θεωρίας της εξέλιξης.

      «Μη νομίζετε ότι θα γίνω Χριστιανός», είπα στους Μάρτυρες που με επισκέφτηκαν. Αλλά τα επιχειρήματά τους με έπεισαν ότι υπάρχει Θεός. Από περιέργεια, αγόρασα μια Αγία Γραφή και με τον καιρό άρχισα να τη μελετώ μαζί τους. Αυτό συνέβη την άνοιξη του 1953, όταν οι δραστηριότητες των Μαρτύρων στην Ανατολική Γερμανία ήταν ήδη υπό κομμουνιστική απαγόρευση επί τρία σχεδόν χρόνια.

      Η Σκοπιά της 15ης Αυγούστου 1953 (στην αγγλική) περιέγραφε την κατάσταση των Μαρτύρων του Ιεχωβά τότε, λέγοντας: «Μολονότι συνεχώς τους κατασκοπεύουν και τους απειλούν, μολονότι δεν μπορούν να επισκεφτούν ο ένας τον άλλον χωρίς πρώτα να βεβαιωθούν ότι δεν τους παρακολουθούν, μολονότι η διαπίστωση ότι κάποιος έχει στην κατοχή του έντυπα της Σκοπιάς σημαίνει δύο ή τρία χρόνια φυλάκιση για ‘διάθεση προπαγανδιστικών εντύπων’, και μολονότι εκατοντάδες από τους πιο ώριμους αδελφούς, αυτούς που αναλάμβαναν την ηγεσία, είναι στη φυλακή, οι δούλοι του Ιεχωβά στην Ανατολική Γερμανία συνεχίζουν να κηρύττουν».

      Το 1955 η σύζυγός μου, η Ρεγκίνα, κι εγώ παρακολουθήσαμε τη διεθνή συνέλευση των Μαρτύρων του Ιεχωβά που έγινε στη Νυρεμβέργη της Δυτικής Γερμανίας, και τον επόμενο χρόνο βαφτιστήκαμε και οι δύο στο Δυτικό Βερολίνο. Αυτό, φυσικά, έγινε πριν ανεγερθεί το Τείχος του Βερολίνου το 1961, πράγμα που απέκοψε την Ανατολική Γερμανία από το Δυτικό Βερολίνο. Αλλά ακόμα και πριν βαφτιστώ, η οσιότητά μου στον Ιεχωβά Θεό τέθηκε σε δοκιμασία.

      Ανάληψη Ευθύνης

      Η εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην οποία είχαμε αρχίσει να πηγαίνουμε στο Λίμπαχ-Όμπερφρονα χρειαζόταν κάποιον που μπορούσε να παραλαμβάνει τα Βιβλικά έντυπα από το Δυτικό Βερολίνο. Εμείς είχαμε μια μικρή επιχείρηση και δύο μικρά παιδιά, αλλά η υπηρεσία μας προς τον Ιεχωβά είχε ήδη γίνει το επίκεντρο της ζωής μας. Τροποποιήσαμε το παλιό μας αυτοκίνητο, και έτσι έγινε δυνατό να κρύβουμε σ’ αυτό 60 βιβλία. Η διακίνηση των εντύπων μ’ αυτόν τον τρόπο ήταν επικίνδυνη, αλλά με δίδαξε να εμπιστεύομαι στον Ιεχωβά.

      Δεν ήταν εύκολο να περάσει κανείς με αυτοκίνητο από το Ανατολικό Βερολίνο στο Δυτικό τομέα, και συχνά αναρωτιέμαι πώς τα καταφέρναμε. Μόλις βρισκόμασταν στον ελεύθερο τομέα, παραλαμβάναμε τα έντυπα και κρύβαμε τα βιβλία στο αυτοκίνητο προτού διασχίσουμε τα σύνορα για να επιστρέψουμε στην Ανατολική Γερμανία.

      Σε κάποια περίπτωση, μόλις είχαμε κρύψει τα βιβλία όταν ένας άγνωστος βγήκε από μια πολυκατοικία. «Εσείς εκεί», φώναξε. Η καρδιά μου σταμάτησε. Άραγε μας παρακολουθούσε; «Καλύτερα να πάτε κάπου αλλού την επόμενη φορά. Το ανατολικογερμανικό περιπολικό παρκάρει εκεί στη γωνία, και μπορεί να σας πιάσουν». Άφησα έναν αναστεναγμό ανακούφισης. Καταφέραμε να περάσουμε τα σύνορα, και οι τέσσερις που ήμασταν στο αυτοκίνητο ψάλλαμε σε όλο το δρόμο της επιστροφής.

      Προετοιμασία για την Απομόνωση

      Στη δεκαετία του 1950, οι αδελφοί στην Ανατολική Γερμανία βασίζονταν σ’ αυτούς που βρίσκονταν στη Δύση για έντυπα και καθοδηγία. Αλλά το 1960 έγιναν ορισμένες προσαρμογές οι οποίες βοήθησαν κάθε Μάρτυρα στην Ανατολική Γερμανία να έχει πιο στενή επαφή με τους υπόλοιπους Μάρτυρες που βρίσκονταν στην περιοχή όπου έμενε. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 1961, διεξάχθηκε στο Βερολίνο η πρώτη τάξη της Σχολής Διακονίας της Βασιλείας για πρεσβυτέρους. Παρακολούθησα αυτή την πρώτη σειρά μαθημάτων που διήρκεσε τέσσερις εβδομάδες. Μόλις έξι εβδομάδες αργότερα, αποκοπήκαμε ξαφνικά από τη Δύση όταν υψώθηκε το Τείχος του Βερολίνου. Τώρα το έργο μας γινόταν όχι μόνο υπό την επιφάνεια, αλλά και υπό συνθήκες απομόνωσης.

      Μερικά άτομα φοβήθηκαν ότι οι δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Ανατολική Γερμανία θα σταματούσαν σιγά-σιγά. Ωστόσο, οι οργανωτικές προσαρμογές που είχαν γίνει πριν από ένα σχεδόν χρόνο μάς βοήθησαν να διατηρήσουμε πνευματική ενότητα και δύναμη. Επιπρόσθετα, η εκπαίδευση που είχαν λάβει οι πρεσβύτεροι οι οποίοι παρακολούθησαν την πρώτη τάξη της Σχολής Διακονίας της Βασιλείας τούς εξόπλισε για να μεταβιβάσουν αυτή την εκπαίδευση και σε άλλους πρεσβυτέρους. Έτσι ο Ιεχωβά μάς προετοίμασε για την απομόνωσή μας, ακριβώς όπως μας είχε προετοιμάσει για την απαγόρευση του 1950 με τις συνελεύσεις περιφερείας του 1949.

      Αποκομμένοι από τη Δύση, ήταν φανερό ότι έπρεπε να αναλάβουμε την πρωτοβουλία να διατηρήσουμε την οργάνωση δραστήρια. Γράψαμε στους Χριστιανούς αδελφούς μας στο Δυτικό Βερολίνο και τους προτείναμε να συναντηθούμε σ’ έναν αυτοκινητόδρομο στην Ανατολική Γερμανία, ο οποίος ήταν προσιτός στους ταξιδιώτες που έρχονταν από τη Δυτική Γερμανία. Όταν φτάσαμε στο προσδιορισμένο σημείο, προσποιηθήκαμε ότι είχε πάθει βλάβη το αυτοκίνητό μας. Μερικά λεπτά αργότερα έφτασαν οι αδελφοί, φέρνοντάς μας Βιβλικά έντυπα. Ευτυχώς, έφεραν επίσης το βιβλίο μου μελέτης της Σχολής Διακονίας της Βασιλείας, τις σημειώσεις που είχα κρατήσει και την Αγία Γραφή που είχα αφήσει στο Βερολίνο για λόγους ασφαλείας. Ενθουσιάστηκα που τα πήρα πίσω! Τότε δεν γνώριζα πόσο πολύ θα χρειαζόμουν αυτά τα πράγματα στα επόμενα λίγα χρόνια.

      Σχολή υπό την Επιφάνεια

      Μερικές μέρες αργότερα, μας δόθηκαν οδηγίες να διευθετήσουμε να διεξαχθούν τάξεις της Σχολής Διακονίας της Βασιλείας σε όλα τα μέρη της Ανατολικής Γερμανίας. Είχαν διοριστεί τέσσερις εκπαιδευτές, στους οποίους περιλαμβανόμουν κι εγώ. Αλλά εμένα μου φαινόταν αδύνατον να εκπαιδευτούν όλοι οι πρεσβύτεροι ενώ το έργο μας ήταν υπό απαγόρευση. Για να συγκαλύψουμε αυτό που κάναμε, αποφάσισα να συγκροτήσω τις τάξεις σαν να πηγαίναμε διακοπές σε κάμπινγκ.

      Κάθε τάξη αποτελούνταν από τέσσερις σπουδαστές κι εμένα ως εκπαιδευτή, μαζί μ’ έναν έκτο αδελφό ο οποίος υπηρετούσε ως μάγειρας. Παρόντες ήταν επίσης οι σύζυγοι και τα παιδιά των αδελφών. Έτσι κατά κανόνα είχαμε μια ομάδα 15 ως 20 ατόμων. Ένα κανονικό κάμπινγκ θα ήταν εντελώς ακατάλληλο, έτσι η οικογένειά μου κι εγώ αρχίσαμε να αναζητάμε κατάλληλες τοποθεσίες.

      Σε μια περίπτωση, καθώς διασχίζαμε κάποιο χωριό, παρατηρήσαμε ένα στενό δρομάκι που οδηγούσε σ’ ένα άλσος αρκετά μακριά από τους πολυσύχναστους δρόμους. Έμοιαζε ιδανικό μέρος, κι έτσι πλησίασα το δήμαρχο. «Ψάχνουμε να βρούμε ένα μέρος για να κατασκηνώσουμε λίγες εβδομάδες με μερικές άλλες οικογένειες», εξήγησα. «Θέλουμε να είμαστε μόνοι μας ώστε να μπορούν τα παιδιά να παίζουν ελεύθερα. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το δασάκι εκεί κάτω;» Αυτός συμφώνησε, κι έτσι κάναμε διευθετήσεις.

      Σ’ εκείνο το χώρο τοποθετήσαμε τις σκηνές και το τροχόσπιτό μου έτσι ώστε να σχηματίζουν μια κεντρική, τετράγωνη εσωτερική αυλή που δεν φαινόταν απ’ έξω. Το τροχόσπιτο ήταν η τάξη μας. Συναθροιζόμασταν σ’ αυτό για εντατική μελέτη που κρατούσε 8 ώρες τη μέρα επί 14 μέρες. Στην εσωτερική περιοχή υπήρχαν καρέκλες και ένα τραπέζι, έτοιμα για την περίπτωση που ίσως είχαμε απρόσκλητους επισκέπτες. Και πράγματι είχαμε! Τέτοιες στιγμές εκτιμούσαμε πραγματικά τη στοργική υποστήριξη των οικογενειών μας.

      Στη διάρκεια των μαθημάτων, τα μέλη των οικογενειών μας φύλαγαν φρουροί. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είδαν το δήμαρχο, ο οποίος ήταν επίσης ο τοπικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, να έρχεται από το δρομάκι προς το άλσος όπου μέναμε. Το άτομο το οποίο φύλαγε φρουρός πάτησε κάποιο διακόπτη το σύρμα του οποίου οδηγούσε σ’ ένα σύστημα συναγερμού που βρισκόταν στο τροχόσπιτο. Αμέσως πεταχτήκαμε έξω από το τροχόσπιτο, πήραμε τις προκαθορισμένες μας θέσεις γύρω από το τραπέζι και αρχίσαμε να παίζουμε χαρτιά. Υπήρχε ακόμα και ένα μπουκάλι με κάποιο ποτό για να κάνει τη σκηνή να φαίνεται πιο πραγματική. Ο δήμαρχος μας έκανε μια φιλική επίσκεψη και επέστρεψε στο σπίτι του χωρίς να υποψιαστεί τίποτα για το τι συνέβαινε στην πραγματικότητα.

      Οι τάξεις της Σχολής Διακονίας της Βασιλείας διεξάχθηκαν σε όλη τη χώρα από την άνοιξη του 1962 μέχρι τα τέλη του 1965. Η εντατική εκπαίδευση που έλαβαν εκεί οι πρεσβύτεροι, η οποία περιλάμβανε πληροφορίες για το πώς να αντιμετωπίζουμε τη συγκεκριμένη κατάστασή μας στην Ανατολική Γερμανία, τους προετοίμασε για την επίβλεψη του έργου κηρύγματος. Προκειμένου να παρακολουθήσουν τα μαθήματα, οι πρεσβύτεροι όχι μόνο θυσίασαν τις διακοπές τους, αλλά διακινδύνευσαν και να φυλακιστούν.

      Οφέλη από τη Σχολή

      Οι αρχές παρατηρούσαν προσεκτικά τις δραστηριότητές μας, και στα τέλη του 1965, αφού οι περισσότεροι από τους πρεσβυτέρους είχαν περάσει τη σχολή, προσπάθησαν να δώσουν ένα θανάσιμο χτύπημα στην οργάνωσή μας. Συνέλαβαν 15 Μάρτυρες, οι οποίοι θεωρούνταν ότι αναλάμβαναν την ηγεσία στο έργο. Ήταν μια καλά προετοιμασμένη ενέργεια που σάρωσε όλη τη χώρα. Ξανά, πολλοί νόμισαν ότι οι δραστηριότητες των Μαρτύρων θα σταματούσαν. Αλλά με τη βοήθεια του Ιεχωβά προσαρμοστήκαμε στην κατάσταση και συνεχίσαμε το έργο μας όπως και προηγουμένως.

      Κάτι τέτοιο έγινε δυνατό ιδιαίτερα λόγω της εκπαίδευσης που είχαν λάβει οι πρεσβύτεροι στη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας και λόγω των δεσμών εμπιστοσύνης που είχαν αναπτυχθεί μεταξύ τους μέσω της συναναστροφής στη διάρκεια αυτών των μαθημάτων. Έτσι, η οργάνωση έδειξε το θάρρος της. Πόσο σημαντικό ήταν το ότι είχαμε υπακούσει και ακολουθήσει πιστά τις οδηγίες της οργάνωσης!—Ησαΐας 48:17.

      Τους επόμενους μήνες έγινε φανερό ότι η μαζική απαγόρευση που είχε επιβληθεί από τις κυβερνητικές αρχές είχε πολύ λίγα ανασταλτικά αποτελέσματα στη δραστηριότητά μας. Ύστερα από λίγο καιρό, μπορέσαμε να συγκροτήσουμε τάξεις για τη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας. Όταν οι αρχές αντιλήφθηκαν την προσαρμοστικότητά μας, αναγκάστηκαν να αλλάξουν τακτική. Τι θρίαμβος για τον Ιεχωβά!

      Δραστήριοι στη Διακονία

      Εκείνον τον καιρό οι όμιλοι Μελέτης Βιβλίου Εκκλησίας αποτελούνταν από πέντε άτομα περίπου. Ο καθένας μας λάβαινε τα Γραφικά του έντυπα μέσω αυτής της διευθέτησης μελέτης βιβλίου, και το έργο κηρύγματος συντονιζόταν απ’ αυτούς τους μικρούς ομίλους μελέτης. Από την αρχή ο Ιεχωβά ευλόγησε τη Ρεγκίνα κι εμένα βοηθώντας μας να βρούμε πολλά άτομα τα οποία επιθυμούσαν να μελετήσουν την Αγία Γραφή.

      Είχαν γίνει κάποιες προσαρμογές στην υπηρεσία από σπίτι σε σπίτι έτσι ώστε να μη μας εντοπίζουν και να μας συλλαμβάνουν. Επισκεπτόμασταν ένα σπίτι και μετά προσπερνούσαμε μερικά σπίτια προτού χτυπήσουμε μια άλλη πόρτα. Σε κάποιο σπίτι μια κυρία προσκάλεσε τη Ρεγκίνα κι εμένα να μπούμε μέσα. Συζητούσαμε ένα Γραφικό θέμα μαζί της όταν μπήκε στο δωμάτιο ο γιος της. Αυτός ήταν πολύ ευθύς.

      «Έχετε δει ποτέ τον Θεό σας;» ρώτησε. «Για να ξέρετε, σας λέω ότι εγώ πιστεύω μόνο ό,τι βλέπω. Όλα τα άλλα είναι ανοησίες».

      «Δεν μπορώ να πιστέψω κάτι τέτοιο», αποκρίθηκα. «Έχετε δει ποτέ τον εγκέφαλό σας; Κι όμως, οτιδήποτε κάνετε δείχνει ότι έχετε εγκέφαλο».

      Η Ρεγκίνα κι εγώ του αναφέραμε παραδείγματα άλλων πραγμάτων τα οποία τα δεχόμαστε χωρίς να τα βλέπουμε, όπως είναι ο ηλεκτρισμός. Ο νεαρός άντρας άκουγε προσεκτικά, και αρχίσαμε μια Γραφική μελέτη μ’ αυτόν και τη μητέρα του. Και οι δύο έγιναν Μάρτυρες. Στην πραγματικότητα, 14 άτομα με τα οποία μελετούσαμε η σύζυγός μου κι εγώ έγιναν Μάρτυρες. Με τους μισούς απ’ αυτούς ήρθαμε σε επαφή στη διάρκεια των επισκέψεών μας από σπίτι σε σπίτι, και τους άλλους μισούς τους συναντήσαμε για πρώτη φορά στη διάρκεια της ανεπίσημης μαρτυρίας.

      Όταν μια οικιακή Γραφική μελέτη διεξαγόταν τακτικά και θεωρούσαμε ότι το άτομο ήταν αξιόπιστο, το προσκαλούσαμε να έρθει στις συναθροίσεις μας. Η κύρια ανησυχία μας, ωστόσο, ήταν μήπως το άτομο που έκανε μελέτη έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια του λαού του Θεού. Έτσι, μερικές φορές περνούσε σχεδόν ένας χρόνος προτού προσκαλέσουμε το άτομο που μελετούσε την Αγία Γραφή σε κάποια συνάθροιση, και ανάλογα με την περίπτωση το διάστημα ήταν πολύ μεγαλύτερο. Θυμάμαι έναν άντρα ο οποίος κατείχε εξέχουσα θέση· είχε πολύ στενή προσωπική σχέση με τους ανώτατους αξιωματούχους του Κομμουνιστικού Κόμματος. Έκανε Γραφική μελέτη επί εννιά χρόνια προτού του επιτραπεί να παρακολουθήσει συναθροίσεις! Σήμερα αυτός ο άνθρωπος είναι Χριστιανός αδελφός μας.

      Οι Αρχές Εξακολουθούν να μας Καταδιώκουν

      Μετά το 1965 δεν έγιναν πια άλλες μαζικές συλλήψεις, αλλά ούτε μας άφησαν στην ησυχία μας. Οι αρχές συνέχιζαν να μας παρακολουθούν στενά. Εκείνον τον καιρό περίπου άρχισα να έχω στενή σχέση με τη λειτουργία της οργάνωσής μας, κι έτσι οι αξιωματούχοι με παρακολουθούσαν από κοντά. Αμέτρητες φορές για να μου αποσπάσουν πληροφορίες με οδήγησαν στο αστυνομικό τμήμα και με ανέκριναν. «Τώρα μπορείς να αποχαιρετήσεις την ελευθερία σου», μου έλεγαν. «Θα πας αμέσως στη φυλακή». Αλλά τελικά με άφηναν πάντα να φεύγω.

      Το 1972 με επισκέφτηκαν δυο αξιωματούχοι και, χωρίς να το θέλουν, έδωσαν στην οργάνωσή μας ένα θαυμάσιο έπαινο. Είχαν παρακολουθήσει κρυφά τη Μελέτη Σκοπιάς που κάναμε στην εκκλησία μας. «Το άρθρο αυτό ήταν πολύ προσβλητικό», διαμαρτυρήθηκαν. Ήταν φανερό πως ανησυχούσαν για το τι θα σκέφτονταν οι άλλοι σχετικά με την κομμουνιστική ιδεολογία αν διάβαζαν το άρθρο που μελετούσαμε. «Στο κάτω-κάτω», είπαν, «Η Σκοπιά κυκλοφορεί σε πέντε ή έξι εκατομμύρια αντίτυπα και διαβάζεται σε αναπτυσσόμενες χώρες. Δεν είναι μια φτηνή λαϊκή εφημερίδα». Εγώ σκεφτόμουν: ‘Σ’ αυτό έχετε απόλυτο δίκιο!’

      Το 1972 είχαν ήδη συμπληρωθεί 22 χρόνια που ήμασταν υπό απαγόρευση, και ο Ιεχωβά μάς είχε κατευθύνει στοργικά και σοφά. Είχαμε ακολουθήσει τις οδηγίες του προσεκτικά, αλλά θα χρειαζόταν να περάσουν ακόμα 18 χρόνια προτού αναγνωριστούν νομικά οι Μάρτυρες στην Ανατολική Γερμανία. Πόσο ευγνώμονες είμαστε για τις θαυμάσιες ελευθερίες που απολαμβάνουμε τώρα στη λατρεία προς τον Θεό μας, τον Ιεχωβά!—Όπως το αφηγήθηκε ο Χέλμουτ Μάρτιν.

  • Ο Ιεχωβά μάς Φρόντιζε ενώ Ήμασταν υπό Απαγόρευση—Μέρος 3ο
    Η Σκοπιά—1992 | 15 Μαΐου
    • Ο Ιεχωβά μάς Φρόντιζε ενώ Ήμασταν υπό Απαγόρευση—Μέρος 3ο

      ΗΤΑΝ 14 Μαρτίου 1990. Εκείνη τη βαρυσήμαντη μέρα ήμουν ανάμεσα σ’ αυτούς που ήταν παρόντες όταν ένας υψηλά ιστάμενος κυβερνητικός αξιωματούχος του Υπουργείου Θρησκευμάτων στο Ανατολικό Βερολίνο παρέδωσε το έγγραφο με το οποίο παραχωρούνταν νομική αναγνώριση στους Μάρτυρες του Ιεχωβά στο μέρος που τότε ονομαζόταν Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας ή Ανατολική Γερμανία. Στη διάρκεια των διαδικασιών εκείνης της μέρας, αναπόλησα την εποχή την οποία έγινα Μάρτυρας και συλλογίστηκα τους δύσκολους καιρούς που είχαμε αντιμετωπίσει.

      Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, όταν η Μαργκαρέτε, μια συνάδελφος η οποία ήταν Μάρτυρας, μου πρωτομίλησε σχετικά με τα Γραφικά βασισμένα πιστεύω της, ο διωγμός των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Ανατολική Γερμανία ήταν έντονος. Σύντομα έπειτα απ’ αυτό έφυγε για να εργαστεί κάπου αλλού, και εγώ άρχισα να μελετώ την Αγία Γραφή μ’ έναν άλλο Μάρτυρα. Βαφτίστηκα το 1956, και η Μαργκαρέτε κι εγώ παντρευτήκαμε την ίδια εκείνη χρονιά. Ήμασταν συνταυτισμένοι με την Εκκλησία Λίχτενμπεργκ στο Βερολίνο. Η εκκλησία είχε περίπου 60 διαγγελείς της Βασιλείας που συμμετείχαν στο έργο κηρύγματος.

      Δυο χρόνια μετά το βάφτισμά μου, κάποιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι πήγαν στο σπίτι του ατόμου που αναλάμβανε την ηγεσία στην εκκλησία μας. Σκόπευαν να τον συλλάβουν, αλλά εκείνος ήταν στη δουλειά του στο Δυτικό Βερολίνο. Η οικογένειά του κατάφερε να τον ειδοποιήσει να παραμείνει εκεί και μερικούς μήνες αργότερα ενώθηκε μαζί του στο Δυτικό Βερολίνο. Αν και ήμουν μόνο 24 χρονών, μου είχαν δοθεί τότε βαριές ευθύνες στην εκκλησία. Είμαι ευγνώμων για το ότι ο Ιεχωβά παρέχει την απαιτούμενη σοφία και δύναμη για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.—2 Κορινθίους 4:7.

      Παροχή Πνευματικής Τροφής

      Όταν τον Αύγουστο του 1961 ανεγέρθηκε το Τείχος του Βερολίνου, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Ανατολικό Βερολίνο ξαφνικά απομονώθηκαν από τους αδελφούς τους στο Δυτικό. Έτσι άρχισε μια περίοδος κατά την οποία φτιάχναμε αντίτυπα των εντύπων μας, πρώτα με γραφομηχανή, και κατόπιν με μια σειρά μηχανημάτων αντιγραφής. Αρχίζοντας το 1963, δαπάνησα δυο χρόνια στην κατασκευή μιας κρυψώνας στο σπίτι μας για να κάνω αυτή την εκτύπωση. Αφού εργαζόμουν όλη τη μέρα ως κατασκευαστής εργαλείων, δαπανούσα νύχτες ολόκληρες παράγοντας αντίτυπα της Σκοπιάς με τη βοήθεια μερικών άλλων αδελφών. Οι αρχές ήταν αποφασισμένες να ανακαλύψουν το έργο της εκτυπωτικής μας οργάνωσης, αλλά ο Ιεχωβά μάς βοηθούσε ώστε η τροφή μας, όπως την αποκαλούσαμε, να έρχεται έγκαιρα.

      Για να παράγουμε επαρκή αντίτυπα των περιοδικών μας απαιτούνταν χαρτί σε μεγάλες ποσότητες, και το να προμηθευόμαστε αυτές τις ποσότητες δεν ήταν εύκολο. Αν αγοράζαμε χαρτί χονδρικά σε τακτική βάση, αυτό θα είχε ελκύσει την προσοχή των αρχών. Έτσι μερικοί Μάρτυρες αγόραζαν χαρτί σε μικρές ποσότητες και το έφερναν στην ομάδα μας μελέτης της Αγίας Γραφής. Από εκεί το πηγαίναμε στο μέρος όπου παράγονταν τα περιοδικά. Κατόπιν, άλλοι Μάρτυρες διένειμαν τα περιοδικά που ήταν έτοιμα.

      Επειδή οι αξιωματούχοι υποπτεύονταν ότι ήμουν αναμειγμένος στην εκτύπωση των εντύπων, με παρακολουθούσαν στενά. Στα τέλη του 1965, παρατήρησα ότι με ακολουθούσαν περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως και αισθανόμουν ότι κάτι σχεδίαζαν. Ξαφνικά, «χτύπησαν» νωρίς ένα πρωί.

      Γλίτωσα Παρά Τρίχα

      Πήγαινα στη δουλειά εκείνο το χειμωνιάτικο πρωί. Δεν είχε ακόμη ξημερώσει, και επειδή έκανε τσουχτερό κρύο είχα κουκουλωθεί καλά. Ενώ βάδιζα σ’ ένα μονοπάτι είδα τέσσερα κεφάλια πάνω από τους θάμνους. Οι άντρες έστριψαν στη γωνία και προχώρησαν στο μονοπάτι προς εμένα. Αναγνώρισα με τρόμο ότι ήταν κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Τι θα έκανα τώρα;

      Δεξιά και αριστερά ήταν φτυαρισμένο πολύ χιόνι αφήνοντας έτσι ένα στενό μονοπάτι. Συνέχισα να βαδίζω. Με το κεφάλι κατεβασμένο, επιτάχυνα το βήμα μου έχοντας τα μάτια καρφωμένα στο έδαφος. Ψιθύρισα μια σύντομη προσευχή. Οι άντρες όλο και πλησίαζαν. Με είχαν αναγνωρίσει άραγε; Καθώς προσπεράσαμε ο ένας τον άλλον στο στενό μονοπάτι, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι μου συνέβαιναν όλα αυτά. Συνέχισα να βαδίζω όλο και πιο γρήγορα. «Ε», φώναξε κάποιος απ’ αυτούς, «αυτός είναι. Σταμάτα!»

      Έτρεξα με όλη μου τη δύναμη. Πήρα μεγαλύτερη φόρα καθώς έστριψα στη γωνία, πήδηξα πάνω από το φράχτη ενός γείτονα και μπήκα στην πίσω αυλή τη δική μου. Όρμησα μέσα στο σπίτι, κλείδωσα και μαντάλωσα την πόρτα. «Σηκωθείτε όλοι από το κρεβάτι!» ξεφώνισα. «Ήρθαν για να με πιάσουν».

      Στη στιγμή η Μαργκαρέτε είχε κατέβει κάτω και είχε πάρει θέση μπροστά από την πόρτα. Εγώ βρέθηκα σε χρόνο μηδέν στην αποθήκη και άρχισα να τροφοδοτώ τη σόμπα. Τσαλάκωσα όλα τα αρχεία της εκκλησίας που είχα στην κατοχή μου και τα πέταξα στις φλόγες.

      «Ανοίξτε!» βροντοφώναζαν οι άντρες. «Ανοίξτε την πόρτα! Είμαι ο εισαγγελέας».

      Η Μαργκαρέτε δεν λύγισε όση ώρα εγώ έκαιγα τα πάντα σε σημείο που να μην μπορούν να τα αναγνωρίσουν. Κατόπιν πήγα δίπλα στη Μαργκαρέτε και της έγνεψα να ανοίξει την πόρτα. Οι άντρες εισέβαλαν στο σπίτι.

      «Γιατί έτρεξες να φύγεις;» ρώτησαν.

      Σύντομα έφτασαν ενισχύσεις και ερεύνησαν ολόκληρο το σπίτι. Η μεγαλύτερη ανησυχία μου ήταν η κρυψώνα στην οποία βρισκόταν το εκτυπωτικό μας μηχάνημα και 40.000 φύλλα χαρτιού. Αλλά η κρυφή είσοδος πέρασε απαρατήρητη. Μολονότι οι ανακρίσεις συνεχίστηκαν επί ώρες, ο Ιεχωβά με βοήθησε να παραμείνω ήρεμος. Αυτή η εμπειρία μάς έφερε πιο κοντά στον στοργικό ουράνιο Πατέρα μας και μας ενίσχυσε ώστε να υπομείνουμε.

      Φυλακισμένος κι Όμως Ελεύθερος

      Προς το τέλος της δεκαετίας του 1960, ειδοποιήθηκα να παρουσιαστώ για τη στρατιωτική μου θητεία. Εφόσον για λόγους συνείδησης δεν θα μπορούσα να υπηρετήσω, μου επιβλήθηκε εφτάμηνη κράτηση σ’ ένα στρατόπεδο εργασίας. Στο στρατόπεδο του Κότμπους, το οποίο βρίσκεται νοτιοανατολικά του Βερολίνου, υπήρχαν 15 Μάρτυρες. Όλοι μας βρισκόμασταν εκεί λόγω της Χριστιανικής μας ουδετερότητας. (Ησαΐας 2:2-4· Ιωάννης 17:16, ΜΝΚ) Δαπανούσαμε πολλές ώρες στην εργασία κάθε μέρα και η δουλειά ήταν σκληρή. Σηκωνόμασταν στις 4:15 π.μ., και μας έπαιρναν έξω από το στρατόπεδο για να εργαστούμε στις σιδηροδρομικές γραμμές. Ωστόσο, ενώ ήμασταν φυλακισμένοι, είχαμε ευκαιρίες για να μιλάμε σε άλλους σχετικά με τη Βασιλεία του Ιεχωβά.

      Για παράδειγμα, μαζί μας στο Κότμπους ήταν δυο μάντεις. Μια μέρα άκουσα ότι ο πιο νεαρός απ’ αυτούς ήθελε απεγνωσμένα να μιλήσει μαζί μου. Τι να ήθελε άραγε; Το άτομο αυτό μου άνοιξε την καρδιά του. Η γιαγιά του ήταν μάντισσα, και εκείνος είχε αναπτύξει παρόμοιες ικανότητες αφότου διάβασε τα βιβλία της. Μολονότι αυτός ο άντρας ήθελε πάρα πολύ να απελευθερωθεί από τις δυνάμεις που τον κατακυρίευαν, φοβόταν τις επιπτώσεις απ’ αυτές. Έκλαιγε συνέχεια. Αλλά τι σχέση είχαν όλα αυτά μ’ εμένα;

      Στη ροή της συζήτησης, μου εξήγησε ότι η ικανότητά του να προλέγει το μέλλον ελαττωνόταν όταν αυτός βρισκόταν μαζί με Μάρτυρες του Ιεχωβά. Του εξήγησα ότι υπάρχουν κακά πνεύματα, δηλαδή οι δαίμονες, και καλά πνεύματα, δηλαδή οι δίκαιοι άγγελοι. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα εκείνων οι οποίοι έγιναν Χριστιανοί στην αρχαία Έφεσο, τόνισα την ανάγκη που υπήρχε να πετάξει όλα τα αντικείμενα που σχετίζονταν με τη μαντεία ή με οποιαδήποτε άλλη πνευματιστική συνήθεια. (Πράξεις 19:17-20) «Κατόπιν έλα σε επαφή με τους Μάρτυρες», του είπα. «Μάρτυρες υπάρχουν παντού».

      Ο νεαρός άντρας έφυγε από το στρατόπεδο μερικές μέρες αργότερα, και δεν άκουσα τίποτα πια γι’ αυτόν. Αλλά η εμπειρία μ’ αυτόν τον τρομοκρατημένο και απαρηγόρητο άνθρωπο, ο οποίος λαχταρούσε την ελευθερία, βάθυνε την αγάπη μου για τον Ιεχωβά. Εμείς οι 15 Μάρτυρες βρισκόμασταν στο στρατόπεδο για την πίστη μας, αλλά πνευματικά ήμασταν ελεύθεροι. Αυτός ο νεαρός άντρας είχε απελευθερωθεί από τη φυλακή, αλλά ήταν ακόμη υποδουλωμένος σ’ ένα ‘θεό’ ο οποίος τον τρομοκρατούσε. (2 Κορινθίους 4:4) Πόσο πολύ πρέπει να εκτιμούμε την πνευματική μας ελευθερία εμείς οι Μάρτυρες!

      Τα Παιδιά μας Δοκιμάστηκαν

      Δεν ήταν μόνο οι ενήλικοι εκείνοι που έπρεπε να λάβουν σταθερή στάση υπέρ των Γραφικά βασισμένων πεποιθήσεών τους, αλλά ήταν και οι νεαροί. Αυτοί πιέζονταν να συμβιβαστούν τόσο στο σχολείο όσο και στην εργασία. Και τα τέσσερα παιδιά μας χρειάστηκε να λάβουν τη στάση τους υπέρ των πιστεύω τους.

      Κάθε Δευτέρα γινόταν στο σχολείο μια τελετή χαιρετισμού της σημαίας. Τα παιδιά συγκεντρώνονταν στην αυλή, έλεγαν ένα τραγούδι και απηύθυναν το λεγόμενο χαιρετισμό του Τέλμαν καθώς γινόταν η έπαρση της σημαίας. Ο Ερνστ Τέλμαν ήταν Γερμανός κομμουνιστής τον οποίο σκότωσαν τα Ες-Ες των ναζί το 1944. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο Τέλμαν έγινε ήρωας της Ανατολικής Γερμανίας. Οι Γραφικά βασισμένες πεποιθήσεις μας υπαγορεύουν ότι η ιερή υπηρεσία πρέπει να απευθύνεται μόνο στον Ιεχωβά Θεό, κι έτσι η σύζυγός μου κι εγώ διδάξαμε τα παιδιά μας να στέκονται με σεβασμό στη διάρκεια τέτοιων τελετών χωρίς όμως να συμμετέχουν.

      Τα παιδιά στο σχολείο διδάσκονταν επίσης κομμουνιστικά τραγούδια. Η Μαργκαρέτε κι εγώ πήγαμε στο σχολείο των παιδιών μας και εξηγήσαμε γιατί δεν θα τραγουδούσαν αυτά τα πολιτικά τραγούδια. Ωστόσο είπαμε ότι θα ήταν πρόθυμα να μάθουν άλλου είδους τραγούδια. Έτσι, σε νεαρή ηλικία, τα παιδιά μας έμαθαν να λαβαίνουν σταθερή στάση και να είναι διαφορετικά από τους συνομηλίκους τους.

      Προς το τέλος της δεκαετίας του 1970, η μεγάλη μας κόρη ήθελε να εργαστεί ως μαθητευόμενη σ’ ένα γραφείο. Όμως, κάθε μαθητευόμενος έπρεπε πρώτα να περάσει από μια προστρατιωτική εκπαίδευση διάρκειας 14 ημερών. Εφόσον η συνείδηση της Ρενάτε δεν της επέτρεπε να συμμετάσχει σ’ αυτό, αυτή διακράτησε θαρραλέα στάση και τελικά απαλλάχτηκε από την υποχρέωση να λάβει αυτή την εκπαίδευση.

      Στη διάρκεια της μαθητείας της, η Ρενάτε πήγαινε σε μια τάξη στην οποία κλήθηκε να παρακολουθήσει ασκήσεις σκοποβολής. «Ρενάτε, πρέπει να έρθεις κι εσύ στις ασκήσεις σκοποβολής», είπε ο καθηγητής. Οι αντιρρήσεις της τον άφησαν αδιάφορο. «Δεν χρειάζεται να πυροβολήσεις», υποσχέθηκε. «Μπορείς να φροντίζεις για τα αναψυκτικά».

      Εκείνο το βράδυ, συζητήσαμε τα πράγματα ως οικογένεια. Πιστεύαμε πως δεν θα ήταν σωστό να παρευρίσκεται η Ρενάτε στις ασκήσεις σκοποβολής, ακόμη κι αν δεν συμμετείχε άμεσα. Ενισχυμένη από τη συζήτηση που είχε μαζί μας και από την προσευχή, η Ρενάτε δεν άφησε τον εαυτό της να ενδώσει στο φόβο. Τι ενθάρρυνση ήταν για εμάς να βλέπουμε τη νεαρή κόρη μας να παίρνει τη στάση της υπέρ των δίκαιων αρχών!

      Αύξηση της Δράσης μας στο Δημόσιο Κήρυγμα

      Όταν η εναντίωση στο έργο μας χαλάρωσε προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970, άρχισαν να φτάνουν από τη Δύση μεγάλες προμήθειες από τις Χριστιανικές μας εκδόσεις. Αν και αυτό ήταν ένα επικίνδυνο έργο, θαρραλέοι αδελφοί μας προσφέρθηκαν εθελοντικά για να το κάνουν. Εκτιμήσαμε πάρα πολύ αυτές τις αυξημένες προμήθειες εντύπων και τις προσπάθειες εκείνων που μας τις διέθεταν. Όταν ο διωγμός ήταν σφοδρός στα πρώτα χρόνια της απαγόρευσης, το έργο κηρύγματος από σπίτι σε σπίτι ήταν πραγματική πρόκληση. Στην πραγματικότητα, ο φόβος των κυρώσεων έκανε μερικούς να απέχουν απ’ αυτό. Αλλά με τον καιρό το δημόσιο έργο μας κηρύγματος αυξήθηκε έντονα. Στη δεκαετία του 1960, μόνο το 25 περίπου τοις εκατό των ευαγγελιζομένων της Βασιλείας συμμετείχαν τακτικά στην υπηρεσία από σπίτι σε σπίτι. Ωστόσο, ο αριθμός εκείνων που συμμετείχαν τακτικά σ’ αυτή τη μορφή της διακονίας ανήλθε στο 66 τοις εκατό στα τέλη της δεκαετίας του 1980! Ήδη οι αρχές έδιναν τότε λιγότερη προσοχή στο δημόσιο έργο μας κηρύγματος.

      Σε μια περίπτωση ένας αδελφός με τον οποίο συνεργαζόμουν στη διακονία πήρε μαζί του τη μικρή του κόρη. Μια ηλικιωμένη κυρία με την οποία μιλούσαμε συγκινήθηκε από την παρουσία του κοριτσιού και μας προσκάλεσε να μπούμε στο σπίτι της. Εκτίμησε την παρουσίαση που της κάναμε από την Αγία Γραφή και δέχτηκε ότι έπρεπε να την επισκεφτούμε ξανά. Αργότερα ανέθεσα στη σύζυγό μου να επισκέπτεται αυτή τη γυναίκα, κι εκείνη άρχισε αμέσως μαζί της μια οικιακή Γραφική μελέτη. Παρ’ όλη την προχωρημένη ηλικία και την κακή υγεία της, η κυρία εκείνη έγινε αδελφή μας και συνεχίζει να είναι δραστήρια στην υπηρεσία του Ιεχωβά.

      Προσαρμογές Καθώς Πλησίαζε η Ελευθερία

      Ο Ιεχωβά μάς προετοίμασε για τον καιρό που θα απολαμβάναμε μεγαλύτερη ελευθερία. Για παράδειγμα: Λίγο πριν αρθεί η απαγόρευση, μας δόθηκε η προτροπή να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο απευθυνόμασταν ο ένας στον άλλον στις συναθροίσεις. Για λόγους ασφάλειας, αποκαλούσαμε ο ένας τον άλλον μόνο με τα μικρά μας ονόματα. Πολλοί οι οποίοι γνωρίζονταν μεταξύ τους χρόνια ολόκληρα δεν ήξεραν τους ομοπίστους τους με το επώνυμό τους. Ωστόσο, προκειμένου να προετοιμαστούμε για το καλωσόρισμα πολύ περισσότερων ενδιαφερομένων στις συναθροίσεις μας, ενθαρρυνθήκαμε να απευθυνόμαστε ο ένας στον άλλον με το οικογενειακό μας όνομα. Σε μερικούς αυτό φάνηκε απρόσωπο, αλλά εκείνοι που ακολούθησαν την προτροπή προσαρμόστηκαν πιο εύκολα αργότερα όταν αποκτήσαμε την ελευθερία μας.

      Μας πρότρεψαν επίσης να ξεκινάμε τις συναθροίσεις μας μ’ έναν ύμνο. Μ’ αυτόν τον τρόπο αρχίσαμε να εξοικειωνόμαστε με τις διαδικασίες που ακολουθούνται από τις εκκλησίες οπουδήποτε αλλού. Άλλη μια προσαρμογή είχε σχέση με τον αριθμό των ατόμων στις ομάδες μας μελέτης. Βαθμιαία τα άτομα αυξήθηκαν από τέσσερα που ήταν τη δεκαετία του 1950 σε οχτώ. Αργότερα αυξήθηκαν σε 10 και τελικά σε 12. Επιπλέον, έγινε μια εξέταση της κατάστασης για να επιβεβαιωθεί ότι ο τόπος συνάθροισης κάθε εκκλησίας βρισκόταν σε κεντρικό σημείο ώστε να εξυπηρετείται η πλειονότητα των Μαρτύρων.

      Μερικές φορές μπορούσαμε να δούμε τη σοφία μιας προτεινόμενης προσαρμογής μόνο αφού είχε γίνει αυτή η προσαρμογή. Πόσο συχνά έδειχνε ο Ιεχωβά ότι είναι ένας Πατέρας σοφός και γεμάτος ενδιαφέρον! Σταδιακά, μας βοήθησε να συμβαδίσουμε με την υπόλοιπη επίγεια οργάνωσή του, και αισθανόμασταν όλο και πιο πολύ μέρος της παγκόσμιας αδελφότητας του λαού του. Ασφαλώς, ο Ιεχωβά Θεός είχε προστατέψει στοργικά το λαό του όλα τα 40 σχεδόν χρόνια κατά τα οποία εργαζόταν υπό απαγόρευση στην Ανατολική Γερμανία. Πόσο ευφραινόμαστε τώρα που έχουμε λάβει νομική αναγνώριση!

      Σήμερα, υπάρχουν 22.000 ή και περισσότεροι Μάρτυρες του Ιεχωβά εκεί που προηγουμένως ήταν η Ανατολική Γερμανία. Αυτοί αποτελούν απόδειξη της σοφής καθοδηγίας και της στοργικής φροντίδας του Ιεχωβά Θεού. Η υποστήριξή του στη διάρκεια των ετών που ήμασταν υπό απαγόρευση δείχνει ότι μπορεί να είναι κύριος κάθε κατάστασης. Οποιοδήποτε όπλο κι αν κατασκευαστεί εναντίον του λαού του, δεν θα πετύχει. Ο Ιεχωβά φροντίζει πάντοτε πολύ καλά εκείνους που τον εμπιστεύονται. (Ησαΐας 54:17· Ιερεμίας 17:7, 8, ΜΝΚ)—Όπως το αφηγήθηκε ο Χορστ Σλόισνερ.

      [Εικόνα στη σελίδα 31]

      Ο Χορστ και η Μαργκαρέτε Σλόισνερ στο κτίριο της Εταιρίας στο Ανατολικό Βερολίνο

Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
Αποσύνδεση
Σύνδεση
  • Ελληνική
  • Κοινή Χρήση
  • Προτιμήσεις
  • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
  • Όροι Χρήσης
  • Πολιτική Απορρήτου
  • Ρυθμίσεις Απορρήτου
  • JW.ORG
  • Σύνδεση
Κοινή Χρήση