Από το Δρόμο για το Θάνατο, στο Δρόμο για Ζωή
ΓΙΑ πολλά χρόνια η ζωή μου σημαδευόταν από τον εθισμό μου στα ναρκωτικά. Άρχισα με ελαφρά ναρκωτικά και κατέληξα να παίρνω τα σκληρότερα, όπως το LSD. Τα ναρκωτικά έφτασαν στο σημείο να συμβολίζουν την απελευθέρωση από κάθε είδους προσωπικά και κοινωνικά προβλήματα. Δυστυχώς, παρότρυνα κι άλλα νεαρά άτομα να με συνοδεύουν στο δρόμο για το θάνατο.
Επειδή ήμουν γνωστό «βαποράκι», με παρακολουθούσε η αστυνομία. Πρέπει να ομολογήσω πως φοβόμουν, γιατί ήξερα ότι η σύλληψή μου θα σήμαινε μακροχρόνια φυλάκιση. Αν και ζούσα στην αγωνία, αυτό δεν αρκούσε για να με κάνει να αλλάξω πορεία.
Οι γονείς μου προσπάθησαν να με βοηθήσουν με το να με βάλουν σε μια ψυχιατρική κλινική για θεραπεία. Ήλπιζαν ότι τα φάρμακα που θα έπαιρνα και η θεραπεία που θα μου έκαναν εκεί θα έλυναν το πρόβλημά μου, αλλά μόλις βγήκα έξω, οι γονείς μου αντιλήφθηκαν ότι ακόμη και η ιατρική θεραπεία δεν μπορούσε να με αλλάξει. Στη συνέχεια προσπάθησαν να με βοηθήσουν με το να με βάλουν να μιλήσω με κάποιον ιερέα. Ούτε κι αυτό πέτυχε. Κάπνισα μαριχουάνα και ήπια μπροστά του, σαν να μην ήταν εκεί. Απλώς δεν ήθελα να αλλάξω!
Η αρραβωνιαστικιά μου, η Οριάνα, εναντιωνόταν έντονα στον τρόπο της ζωής μου, κι εγώ δεν ήθελα να με εγκαταλείψει. Από πρώτη άποψη, αυτό φαινόταν καλό κίνητρο για να αλλάξω. Αλλά αντί γι’ αυτό, συνέχισα να παίρνω ναρκωτικά στα κρυφά. Έκανα την Οριάνα να πιστεύει ότι είμαι άρρωστος. Σύντομα κατάντησα πραγματικό ανθρώπινο ράκος. Υποσχόμουν συνέχεια στον εαυτό μου ότι θα σταματούσα, ότι μπορούσα να τα καταφέρω, αλλά ήταν μάταιο. Το μόνο που έκανα ήταν να προχωράω στο δρόμο για το θάνατο.
Επειδή ήθελα να παντρευτώ την Οριάνα το συντομότερο δυνατό, ήρθαμε σε επαφή μ’ ένα διακοσμητή εσωτερικού χώρου που θα έκανε ορισμένες εργασίες στο διαμέρισμά μας. Η γυναίκα του ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά, και μας μίλησε για την πίστη της. Αρχικά η συζήτηση έκανε βαθύτερη εντύπωση στην Οριάνα απ’ ό,τι σ’ εμένα, αλλά καθώς εξελισσόταν, αντιλήφθηκα ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά πιστεύουν σταθερά ότι ο Θεός θα κάνει σύντομα αυτή τη γη παράδεισο και ότι οι άνθρωποι θα ζουν εδώ για πάντα με ειρήνη.
Ήθελα να εξακριβώσω ο ίδιος αν ήταν αλήθεια ότι «ακόμη και τώρα οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δείχνουν αγάπη και σεβασμό ο ένας για τον άλλον», όπως είχε πει αυτή η κυρία. Έτσι, η Οριάνα κι εγώ πήγαμε στην Αίθουσα Βασιλείας. Ένιωσα αμηχανία, εξαιτίας των μακριών μαλλιών μου και των φθαρμένων ρούχων μου, αλλά η υποδοχή που μας επιφύλαξαν οι Μάρτυρες με έκανε να νιώσω αμέσως σαν στο σπίτι μου. Αισθάνθηκα ότι μπορούσα να τους εμπιστεύομαι. Ήταν ξεκάθαρο ότι η ειλικρινής αγάπη και ο σεβασμός του ενός προς τον άλλον ήταν ήδη πραγματικότητα γι’ αυτούς.
Από εκείνη τη μέρα κι έπειτα, άρχισα να παρακολουθώ τακτικά τις Χριστιανικές συναθροίσεις και άρχισα να μελετώ την Αγία Γραφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Έκοψα τα μαλλιά μου, άλλαξα τον τρόπο του ντυσίματός μου και, με μεγάλη προσπάθεια, κατάφερα να κόψω το κάπνισμα και τα ναρκωτικά. (2 Κορινθίους 7:1) Ωστόσο, υπήρχε άλλο ένα σοβαρό πρόβλημα στη ζωή μου. Χωρίς να το αντιληφθώ, είχα γίνει αλκοολικός. Όταν έπινα, έμπαινα σε φασαρίες. Καβγάδιζα με τους ανθρώπους και ζήλευα πολύ την Οριάνα. Έπεσα σε κατάσταση βαθιάς δυστυχίας. (Παροιμίαι 23:29-35) Έκανα μια προσπάθεια να κόψω αυτή τη συνήθεια και, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, τη δύναμη της προσευχής και τη βοήθεια των Χριστιανών αδελφών, κατάφερα να ξεριζώσω αυτή την κακή συνήθεια από τη ζωή μου.
Η γυναίκα μου κι εγώ βαφτιστήκαμε στις 23 Αυγούστου 1974. Χάρη στην αλήθεια, η ζωή μας είχε τώρα νόημα. Αφού είχα ανακτήσει την αυτοπεποίθησή μου, κέρδιζα το σεβασμό των άλλων στην εργασία μου. Τόσο η γυναίκα μου όσο κι εγώ κερδίζαμε πολλά χρήματα, αλλά κατόπιν αντιληφθήκαμε ότι μας έμενε λίγος χρόνος για την ιερή μας υπηρεσία. Αν θέλαμε να απολαμβάνουμε μια στενότερη σχέση με τον Ιεχωβά, έπρεπε να κάνουμε αλλαγές στη ζωή μας. Αλλιώς, υπήρχε κίνδυνος να ψυχρανθεί η πρώτη μας αγάπη για την αλήθεια. Έτσι, το 1979, αρχίσαμε το σκαπανικό, αφιερώνοντας τον εαυτό μας πληρέστερα στο έργο κηρύγματος.
Γιατί πήρα αυτή την απόφαση; Πού θα ήμουν σήμερα χωρίς το φως της αλήθειας; Εκείνοι που βρίσκονταν μαζί μου στο δρόμο για το θάνατο είτε είναι τώρα αλκοολικοί είτε δεν έχουν πια οικογένεια είτε είναι στη φυλακή—είτε είναι νεκροί. Εντούτοις, αυτό που με απελευθέρωσε ήταν το άγγελμα της Αγίας Γραφής. Οι θεραπείες και η δύναμη της θέλησης απλώς δεν αρκούσαν. Εκείνο που χρειαζόταν ήταν κάποιο ισχυρό κίνητρο. Το να επιζητώ την καλλιέργεια αληθινής φιλίας με τον Ιεχωβά, τον Δημιουργό, μου παρείχε αυτού του είδους το κίνητρο. Τώρα, αποτελεί ειλικρινή μου επιθυμία να κάνω ό,τι μπορώ για να βοηθήσω εκείνους που είναι δούλοι της τοξικομανίας, καθώς κι εκείνους που υποφέρουν ή αναζητούν κάποια διέξοδο από τα προβλήματά τους. Με το να παίρνουμε ενεργά μέρος στη Χριστιανική διακονία, η γυναίκα μου κι εγώ κάνουμε ακριβώς αυτό. Είχαμε το προνόμιο να βοηθήσουμε πολλά άτομα να μπουν στο δρόμο για ζωή. Ανάμεσά τους είναι τρία άτομα που εγώ προσωπικά τα είχα κάνει να πρωτοπάρουν ναρκωτικά. Προς το παρόν, υπηρετώ ως επίσκοπος περιοχής στα βόρεια της Ιταλίας.
Είναι αλήθεια: Η ναρκομανία είναι σαν ένα δρόμο που αργά ή γρήγορα σε οδηγεί στο θάνατο ή, το λιγότερο, σε μια κενή ζωή χωρίς μέλλον. Οι λέξεις δεν μου φτάνουν να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στον Ιεχωβά Θεό! Αυτός μου έδειξε τη διέξοδο από το σκοτάδι στο οποίο ζούσα και μου υπέδειξε το δρόμο για ζωή, που είναι φωτεινός και οδηγεί σ’ ένα αιώνιο μέλλον.—Όπως το αφηγήθηκε ο Ρουτζέρο Πολότι.