Αϊτή
ΣΕ ΕΝΑΝ ύφαλο, ανοιχτά του νησιού της Καραϊβικής που ανήκει κατά μέρος στην Αϊτή και στη Δομινικανή Δημοκρατία, χάθηκε η ναυαρχίδα του Χριστόφορου Κολόμβου κατά τη διάρκεια του εξερευνητικού ταξιδιού που έκανε το 1492. Ωστόσο, εκείνο το ταξίδι έθεσε το θεμέλιο για την αποίκιση ενός Νέου Κόσμου για την Ευρώπη. Ο Κολόμβος βρήκε ειρηνικούς Αμερινδιάνους, τους Αραουάκ. Το όνομα Αϊτή προέρχεται από τη γλώσσα τους και σημαίνει «Χώρα των Βουνών». Από το 1492 και έπειτα αυτή η «Χώρα των Βουνών» έχει υποστεί πολλές αλλαγές.
Ο Κολόμβος κυρίεψε τη γη στο όνομα της Ισαβέλλας, βασίλισσας της Ισπανίας, και την ονόμασε Ισπανιόλα (Ισπανική Νήσος). Οι Ισπανοί κονκισταδόρες υπέβαλαν τους Αραουάκ σε σκληρή δουλεία. Σε λίγο είχαν μείνει λιγοστοί Αραουάκ. Κατόπιν, έφεραν εκεί Αφρικανούς για να τους αντικαταστήσουν.
Με το πέρασμα του χρόνου, Γάλλοι τυχοδιώκτες εγκαταστάθηκαν στο δυτικό τμήμα του νησιού, το οποίο η Γαλλία μετονόμασε σε Σεν Ντομένγκ το 1697. Η γη ήταν εύφορη, αναπτύχτηκαν μεγάλες φυτείες με τη βοήθεια της εργασίας των δούλων, και το Σεν Ντομένγκ εξελίχτηκε σε πλούσιο τόπο.
Περίπου 100 χρόνια αργότερα, ο Τουσέν Λουβερτίρ, ένας Αφρικανός με βασιλική καταγωγή αλλά γεννημένος σκλάβος, κέρδισε κάποιες στρατιωτικές και διπλωματικές νίκες και απελευθέρωσε τους σκλάβους. Αυτός έγινε κυβερνήτης του Σεν Ντομένγκ το 1801. Ο Ζαν-Ζακ Ντεσαλίν, ο οποίος είχε επίσης γεννηθεί σκλάβος, εξεδίωξε αργότερα τους Γάλλους και ξαναέδωσε στον τόπο αυτόν το όνομα που του είχαν δώσει οι Αραουάκ. Έτσι, το 1804, ήρθε σε ύπαρξη το πρώτο ανεξάρτητο έθνος μαύρων της Αμερικής: η χώρα της Αϊτής η οποία τότε ήταν εύπορη.
Μετά το θάνατο του Ντεσαλίν το 1806, ο Ανρί Κριστόφ ανέλαβε την εξουσία στο βόρειο τμήμα της χώρας. Μερικά από τα όσα επιτέλεσε συντέλεσαν στην ανάπτυξη του έθνους που κάποτε συγκαταλεγόταν στα ισχυρότερα έθνη του Νέου Κόσμου. Ο ίδιος έχτισε τα επιβλητικά ανάκτορα Σαν Σουσί και τη θρυλική Σιταντέλ Λαφεριέρ, ένα φρούριο πάνω σε μια βουνοκορφή. Ωστόσο, με τον καιρό, οι αγώνες για την κατάκτηση της εξουσίας, οι εξεγέρσεις και η κατάχρηση του δημόσιου χρήματος εξαθλίωσαν τη χώρα.
Παρ’ όλα αυτά, η Αϊτή εξακολουθεί να έχει ένα μοναδικό χαρακτήρα από άποψη γλώσσας, πολιτισμού και λαού. Πολλοί μιλούν γαλλικά, αλλά η γλώσσα των ανθρώπων γενικά είναι η κρεολή—ένα φραστικό μείγμα που συνδυάζει γαλλικές λέξεις με τη γραμματική των δυτικοαφρικανικών γλωσσών. Ο πληθυσμός έχει ένα κράμα αφρικανικών και ευρωπαϊκών χαρακτηριστικών από τα οποία προκύπτει ένας ζωντανός, όμορφος λαός. Τα γραφικά βουνά εξακολουθούν να κυριαρχούν στη χώρα. Αλλά τα περισσότερα έχουν αποψιλωθεί—έχουν απογυμνωθεί από δέντρα—και οι κάποτε εύφορες πεδιάδες έχουν μετατραπεί σε ξερή γη.
Πρόκειται για μια χώρα που καμαρώνει για το παρελθόν της, θρηνεί για το παρόν και ελπίζει για ένα καλύτερο αύριο—ένα νέο κόσμο. Είναι, λοιπόν, κατάλληλο το ότι τα καλά νέα σχετικά με έναν πραγματικά νέο κόσμο υπό τη Βασιλεία του Θεού φτάνουν σε αυτούς τους ανθρώπους, ακόμη και σε απομακρυσμένα χωριά πίσω από τα βουνά.
Τα Καλά Νέα Φτάνουν στο Ακέν
Οι μνήμες σχετικά με το πώς πρωτοέφτασαν τα καλά νέα για τη Βασιλεία του Θεού στην Αϊτή είναι ασαφείς. Ήδη από το Φεβρουάριο του 1887, η Σκοπιά της Σιών κατονομάζει την Αϊτή ως ένα από τα μέρη από τα οποία είχαν σταλεί επιστολές από ενδιαφερόμενα άτομα. Ωστόσο, πέρασαν δεκαετίες μέχρι το χειμώνα του 1929 προς το 1930, οπότε μια Μάρτυρας, σκαπάνισσα, που διέθετε όλο της το χρόνο δίνοντας μαρτυρία σε άλλους για το σκοπό του Θεού, μπόρεσε να δαπανήσει αρκετούς μήνες εκεί. Στη συνέχεια, το 1938, ένας δικηγόρος, ονόματι Ντεμοστέν Λερισόν, με κάποιον τρόπο απέκτησε τα βιβλία Δημιουργία και Προφητεία και το βιβλιάριο Αιτία του Θανάτου στο Πορτ-ο-Πρενς. Τα πήρε στο σπίτι του στο Ακέν, στη νότια ακτή. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Από τα όσα διάβασε, πείστηκε ότι αυτά τα έντυπα έδειχναν το δρόμο για την αληθινή Χριστιανοσύνη. Αυτός απέρριψε την Καθολική Εκκλησία και άρχισε να μεταδίδει τη Γραφική αλήθεια σε άλλους, περιλαμβανομένου και του ανιψιού του.
Μετά το θάνατο του δικηγόρου, αυτός ο ανιψιός του προσκαλούσε φίλους του να μελετούν τα βιβλία μαζί του, πράγμα που έκαναν τακτικά. Ένας από αυτούς είπε: «Συνειδητοποιήσαμε ότι ζούσαμε στις τελευταίες ημέρες αυτού του κόσμου, ότι η Βασιλεία του Ιεχωβά είχε εγκαθιδρυθεί στους ουρανούς από το 1914 και ότι οι θρησκείες θα καταστρέφονταν επειδή αποτελούσαν μέρος αυτού του κόσμου». Άρχιζαν να θέτουν την ελπίδα τους σε ένα νέο κόσμο.
Γύρω στο 1943, στην Κάιγ, μια μεγάλη πόλη δυτικά του Ακέν, ένας ταξιδιώτης, ο οποίος είχε γυρίσει από την Κούβα, έφερε μαζί του μερικά έντυπα της Σκοπιάς. Αυτά τα έντυπα έφτασαν στα χέρια του Σολομόν Σεβέρ, ο οποίος ζούσε στο Βιε-μπουρ, περίπου δέκα χιλιόμετρα έξω από το Ακέν.
Τελικά, οι ενδιαφερόμενοι από το Ακέν και το Βιε-μπουρ συγκρότησαν έναν όμιλο. Αλλά μερικοί από αυτούς ήταν προσκολλημένοι στις διδασκαλίες μιας μειονοτικής θρησκείας γνωστής ως Χριστιανισμός, ή Σολομωνίτες, η οποία ακολουθούσε ορισμένες συνήθειες, όπως είναι η πολυγαμία, που ασφαλώς δεν ήταν Χριστιανικές. Οι ειλικρινείς εκζητητές της αλήθειας τελικά αντιλήφτηκαν ότι χρειαζόταν να διασπάσουν τους δεσμούς που είχαν με το Χριστιανισμό και να πάψουν να ακολουθούν τις συνήθειές του.
Το 1944, εφτά άτομα στην Αϊτή συμμετείχαν στο κήρυγμα των καλών νέων σε άλλους, και αυτοί ανέφεραν στην έκθεσή τους ότι είχαν αφιερώσει συνολικά 1.500 ώρες σε εκείνη τη δραστηριότητα στη διάρκεια του έτους. Τον επόμενο χρόνο, άλλοι πέντε άρχισαν να συμμετέχουν στη διακονία αγρού, και ο συνολικός αριθμός των ωρών που αφιέρωσαν στο δημόσιο κήρυγμα του αγγέλματος της Βασιλείας ανήλθε στις 6.164. Προς το τέλος του υπηρεσιακού έτους, δυο καλά εκπαιδευμένοι ιεραπόστολοι συνδέθηκαν με αυτή την ομάδα.
Οι Πρώτοι Ιεραπόστολοι της Σκοπιάς
Δυο νεαροί ιεραπόστολοι της Σκοπιάς, ο Ρόλαντ Φρεντέτ και ο Χάρολντ Ράιτ, από τη Βόρεια Αμερική, έφτασαν στο Πορτ-ο-Πρενς τον Αύγουστο του 1945. Είχαν κάνει μαθήματα γαλλικών στη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς αλλά, όπως ανακάλυψαν σύντομα, τώρα έπρεπε να μάθουν την κρεολή. Αυτοί έγιναν χαρακτηριστικό θέαμα καθώς πήγαιναν εδώ και εκεί, κηρύττοντας με κάρτες μαρτυρίας και φωνογράφους.
Έχοντας τη ζωηρή επιθυμία να δουν το κήρυγμα των καλών νέων να οργανώνεται καλά στην Αϊτή, ο Ν. Ο. Νορ και ο Φ. Γ. Φρανς, τότε πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά αντίστοιχα, έφτασαν και αυτοί στο Πορτ-ο-Πρενς στις 19 Μαρτίου 1946. Έντεκα άτομα παρακολούθησαν μια συνάθροιση που διεξάχτηκε στον ιεραποστολικό οίκο εκείνο το βράδυ μόνο για τους Μάρτυρες. Έπειτα από μια ομιλία που έκανε ο αδελφός Φρανς, ο αδελφός Νορ μίλησε σχετικά με την οργάνωση του έργου κηρύγματος στην Αϊτή. Ανακοίνωσε την ίδρυση τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στην Αϊτή, με επίσκοπο τμήματος τον αδελφό Φρεντέτ. Κατόπιν, το επόμενο βράδυ στις εφτά, μια ομάδα 74 ατόμων συγκεντρώθηκε στον ιεραποστολικό οίκο για να ακούσει τον αδελφό Νορ να μιλάει γύρω από το θέμα: «Ευφράνθητε, Έθνη».
Το γραφείο τμήματος άνοιξε την 1η Απριλίου 1946. Λίγο αργότερα, δόθηκε στην Εταιρία Σκοπιά κυβερνητική αναγνώριση. Πέντε καινούριοι ιεραπόστολοι έφτασαν, και το κήρυγμα των καλών νέων εξαπλώθηκε στις πόλεις κοντά στο Πορτ-ο-Πρενς και στο βορρά στο Καπ Αϊτιέν, στη βόρεια ακτή.
Το Βιε-μπουρ Ανταμώνει με τους Ιεραποστόλους
Εκείνη την εποχή, τα μέλη του ομίλου στο Βιε-μπουρ μιλούσαν συχνά σε έναν άντρα ονόματι Κασίντο. Αυτός, σε μια επίσκεψή του στο Πορτ-ο-Πρενς το 1948, άκουσε έναν από τους ιεραποστόλους να δίνει μια ομιλία στην πλατεία Ζερεμί και μετά είπε στον ιεραπόστολο ότι υπήρχαν άνθρωποι στο Βιε-μπουρ που έλεγαν τα ίδια με αυτόν. Ο Κασίντο επέστρεψε στο σπίτι του με την εξής είδηση: «Γκανγιάν μόουν κομ σα γιόου ναν Πορτ-ο-Πρενς» (Υπάρχουν άνθρωποι σαν αυτούς στο Πορτ-ο-Πρενς). Ο ενθουσιασμός ήταν πολύ μεγάλος στον όμιλο του Βιε-μπουρ.
Ήρθαν σε επαφή με τους ιεραποστόλους οι οποίοι κατόπιν πήγαν να τους επισκεφτούν. Τι χαρά έφερε αυτό στον όμιλο του Βιε-μπουρ! Ήταν τόσο χαρούμενοι που ολόκληρη την πρώτη ημέρα την πέρασαν με τους επισκέπτες τους στην υπηρεσία αγρού. Εκείνο το βράδυ δόθηκε μια Γραφική ομιλία στη δημόσια πλατεία υπό το φως μιας λάμπας πετρελαίου.
Σε κάποιο από τα επόμενα ταξίδια, εκείνοι που είχαν τα προσόντα βαφτίστηκαν και ο όμιλος οργανώθηκε σε εκκλησία, μια από τις πρώτες εκκλησίες της Αϊτής. Όμως υπήρχαν προβλήματα. Ο Σολομόν Σεβέρ είχε την τάση να παριστάνει τον αρχηγό στους άλλους. Έτσι, ένας αδελφός που έδειχνε περισσότερη ταπεινοφροσύνη διορίστηκε επίσκοπος της εκκλησίας. Όταν έγινε αυτό, ο Σεβέρ επαναστάτησε και επηρέασε μερικούς να τον ακολουθήσουν εγκαταλείποντας την εκκλησία.—Πράξ. 20:29, 30.
Οι 12 που παρέμειναν αναγνώριζαν τον Ιησού Χριστό ως Ηγέτη τους και όσια συνέχισαν στην υπηρεσία του Ιεχωβά. (Ματθ. 23:10) Αυτό έφερε πλούσιες ευλογίες. Το 1949, στο Βιε-μπουρ, το οποίο είχε πληθυσμό 400 περίπου άτομα, έδιναν έκθεση 21 ευαγγελιζόμενοι—περισσότεροι από ό,τι στο Πορτ-ο-Πρενς.
Ένας Πάστορας Μαθαίνει για το Νέο Κόσμο
Εκείνη την εποχή, μερικοί κληρικοί του Χριστιανικού κόσμου άθελά τους συντέλεσαν στο να φέρουν την αλήθεια στα ίδια τα μέλη των εκκλησιών τους. Ας αφήσουμε τον Ντιέγκο Σκότλαντ, ο οποίος κατάγεται από την Ντομίνικα να μας πει τι συνέβη στη δική του περίπτωση:
«Ενώ ήμουν πάστορας στην εκκλησία της Πεντηκοστής, ο πρώτος πάστορας της εκκλησίας έφερε μερικά έντυπα της Σκοπιάς από τις Ηνωμένες Πολιτείες για δική του χρήση. Όταν άρχισα να τα μελετάω, με προειδοποίησε ότι θα έχανα τα λογικά μου. Αγνόησα την προειδοποίηση επειδή έβλεπα ότι αυτά περιείχαν την αλήθεια. Αλλά όταν άρχισα να αρνούμαι να τελώ τις εκκλησιαστικές λειτουργίες, δημιουργήθηκε ένταση ανάμεσά μας. Το τελικό ρήγμα επήλθε έπειτα από μια αντιπαράθεση που είχαμε για το δόγμα της αθανασίας της ψυχής».
Ηττημένος, ο ανώτερος πάστορας δήλωσε ότι δεν θα επέτρεπε στους Μάρτυρες του Ιεχωβά να ριζώσουν στην Αϊτή. Παραθέτοντας τα λόγια του Γαμαλιήλ, ο Ντιέγκο, ένας λεπτός άντρας με ήρεμη προσωπικότητα, απάντησε ότι, αν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν την αληθινή θρησκεία, κανείς δεν θα μπορούσε να τους σταματήσει. (Πράξ. 5:39) Αυτός άρχισε να μελετάει με τους Μάρτυρες, προόδευσε γρήγορα και σύντομα έγινε βαφτισμένος ευαγγελιζόμενος.
Περισσότεροι Διδάσκονται και Γρήγορα Αρχίζουν να Μιλούν σε Άλλους
Τέσσερις ακόμη απόφοιτοι της Γαλαάδ ήρθαν στην Αϊτή το 1948—ο Αλεξάντερ Μπρόντι και ο Χάρβεϊ Ντρινκλ τον Απρίλιο, και ο Φρεντ και ο Πίτερ Λούκακ το καλοκαίρι. Όλοι τους ήταν Καναδοί. Έκαναν έργο από τον ιεραποστολικό τους οίκο στην οδό Καπουά 32 και συνέβαλαν στην εντατικοποίηση του κηρύγματος των καλών νέων στο Πορτ-ο-Πρενς.
Ο Φρεντ Λούκακ ήταν 23 χρονών εκείνο το έτος και έκανε σκαπανικό από το 1943. Αφού έφτασε στην Αϊτή, έδωσε το βιβλίο «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς» σε έναν καταστηματάρχη, ο οποίος κατασκεύαζε δερμάτινα προϊόντα, και υποσχέθηκε να ξαναπάει την ερχόμενη Κυριακή. Αλλά ως την Κυριακή είχαν μεσολαβήσει πολλά. Ο γαμπρός αυτού του ανθρώπου, ο Μορίς Σανόν, είδε το βιβλίο και άρχισε να το διαβάζει. Κάθε απόγευμα, αυτός ο πρώην σχολικός διευθυντής καθόταν και μελετούσε την Αγία Γραφή με τη βοήθεια του βιβλίου που είχε ο πεθερός του. Μέσα σε λίγες ημέρες άρχισε να επισημαίνει στους φίλους του τα ψεύτικα δόγματα που τους δίδασκε η Καθολική Εκκλησία. Ανυπομονούσε να γνωρίσει τον Φρεντ Λούκακ.
«Ο Μορίς έκανε πολλές ερωτήσεις», δήλωσε ο αδελφός Λούκακ μερικά χρόνια αργότερα, «και αρχίσαμε Γραφική μελέτη. Προόδευε ραγδαία, και μετέδιδε την αλήθεια που μόλις είχε βρει σε συγγενείς και σε άλλους. Όταν τον προσκάλεσα όμως να έρθει μαζί μου στην υπηρεσία, αντέδρασε λέγοντας: ‘Δεν ξέρω αρκετά’. Απάντησα: ‘Ξέρεις περισσότερα για την Αγία Γραφή από ό,τι οι άνθρωποι έξω. Αλλά, έστω, θα μιλάω εγώ’. Συμφώνησε. Αλλά από την πρώτη επίσκεψη, αυτός ο ενεργητικός άντρας έλεγε τα πιο πολλά». Με τον καιρό, η σύζυγός του και τα τέσσερα παιδιά του άρχισαν να παρακολουθούν τη μελέτη, και όλη η οικογένειά του, μαζί με μερικούς ανιψιούς και ανιψιές του, έγιναν αφιερωμένοι Μάρτυρες.
Την επόμενη χρονιά, το 1949, ο Φρεντ γνώρισε έναν ειλικρινή 40χρονο Προτεστάντη στο Καρφούρ, κοντά στο Πορτ-ο-Πρενς. Και αυτός ο άντρας διψούσε για την αλήθεια. «Ο Ντιμουάν Βαλόν έκανε πολλές ερωτήσεις γύρω από δογματικά θέματα», αφηγείται ο Φρεντ. «Ξαναπήγα την επόμενη εβδομάδα, όπως είχαμε συμφωνήσει, αλλά δεν ήταν στο σπίτι. Απογοητεύτηκα, επειδή είχα κάνει όλη αυτή τη διαδρομή με το ποδήλατο». Τι είχε συμβεί; Ο Φρεντ λέει: «Σε λίγο ήρθε και εξήγησε ότι είχε βγει για να κηρύξει στους ανθρώπους εκεί κοντά. ‘Δεν ξέρουν τίποτα για τον Θεό’, είπε». Με τη βοήθεια μιας οικιακής Γραφικής μελέτης, έκανε γρήγορη πρόοδο και βαφτίστηκε τον Ιούνιο του 1950. Έχει παραμείνει όσιος διάκονος των καλών νέων.
Η Πρώτη μας Συνέλευση Περιφερείας
Η πρώτη μας συνέλευση περιφερείας έλαβε χώρα το 1950. Ο αδελφός Νορ παρευρέθηκε και συμμετείχε στη διαφήμιση της δημόσιας ομιλίας μαζί με τους ευαγγελιζομένους φορώντας «πινακίδες-σάντουιτς». Μπροστά στο ασυνήθιστο αυτό θέαμα, ο κόσμος μαζευόταν γύρω τους, κατά μήκος των δρόμων, και μερικοί γελούσαν μαζί τους. Πόσο ευτυχισμένοι ήταν, όμως, όταν 474 άτομα παρακολούθησαν την ομιλία σε ένα υπαίθριο θέατρο δίπλα στο λιμάνι! Νωρίτερα την ίδια ημέρα, βαφτίστηκαν 13 άτομα στην παραλία Κλαμπ Θόρλαντ.
Ο αδελφός Νορ έδωσε οδηγίες για τη βελτίωση της εκκλησιαστικής οργάνωσης, για την εκπαίδευση των ευαγγελιζομένων και για τη διόρθωση εκείνων οι οποίοι παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις αλλά είχαν λάθος κίνητρα. Ο κόσμος έπρεπε να μάθει ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ήταν σαν τους Προτεστάντες οι οποίοι κέρδιζαν προσηλύτους από την Καθολική Εκκλησία προσφέροντας υλικά οφέλη.
Παρατηρώντας ότι, έπειτα από πέντε χρόνια ιεραποστολικής δραστηριότητας, έδιναν έκθεση μόνο 86 ευαγγελιζόμενοι, ο αδελφός Νορ συνέστησε να χρησιμοποιείται η κρεολή αντί για τη γαλλική στις συναθροίσεις και στην υπηρεσία αγρού, πράγμα που θα μπορούσε ίσως να κάνει πιο παραγωγική τη διακονία. Όταν έγινε η αλλαγή, γρήγορα ήρθαν καλά αποτελέσματα.
Ο αδελφός Νορ ανακοίνωσε επίσης ότι επρόκειτο να μεταφραστεί το βιβλιάριο Μπορείτε να Ζήσετε για Πάντα με Ευτυχία Επάνω στη Γη; στην κρεολή. Ωστόσο, ο μεταφραστής χρησιμοποίησε ένα φωνητικό σύστημα, έργο κάποιου Γερμανού ονόματι Λόμπαχ. Αυτό το σύστημα διευκόλυνε τους αγγλόφωνους στην προφορά της κρεολής αλλά ο Καθολικός πληθυσμός δεν ήταν εξοικειωμένος με αυτό και έτσι η κυκλοφορία του βιβλιαρίου ήταν περιορισμένη.
Περισσότερη Καρποφορία στο Νότο
Η δράση της Εκκλησίας Βιε-μπουρ έφτανε στα νότια ως το Σεν-Λουί ντι Σιντ, όπου ζούσε ο Μπενουά Στερλέν, ένας γνωστός επιχειρηματίας ο οποίος μελετούσε με τους Μάρτυρες από το 1946. Αυτός κήρυττε κιόλας. Το 1950, ο όμιλος των εφτά ευαγγελιζομένων που βρίσκονταν στο Σεν-Λουί ντι Σιντ έγινε η δεύτερη εκκλησία στο νότο. Ο Μπενουά βαφτίστηκε τον επόμενο Μάρτιο και, τόσο αυτός όσο και η σύζυγός του, έγιναν πολύ δραστήριοι ευαγγελιζόμενοι.
Ως τότε, μόνο λίγοι ιεραπόστολοι είχαν την άδεια να τελούν γάμους. Όταν άρχισαν να διορίζονται και Αϊτινοί αδελφοί λειτουργοί γάμων, ένας δικαστής όρκισε μεταξύ άλλων και τον Μπενουά στο Πορτ-ο-Πρενς.
Η Αλήθεια Θριάμβευσε
Μια ημέρα του 1951, ο Άλεξ Μπρόντι έδινε μαρτυρία σε έναν εμπορικό τομέα στην οδό Μιράκλ της πρωτεύουσας όταν στάθηκε σε ένα κατάστημα που λεγόταν Ο Κομψός Ράφτης. Γνώρισε τον 32χρονο Ροντρίγκ Μεντόρ και του έδωσε το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής». Αυτός ο περιποιημένος και επιδέξιος ράφτης συμφώνησε να κάνει Γραφική μελέτη· αλλά ο Άλεξ σπάνια τον έβρισκε στις επόμενες επισκέψεις που έκανε. Ο ίδιος ο Ροντρίγκ παραδέχεται: «Πήρα το βιβλίο για να τον ξεφορτωθώ. Η σύζυγός μου και εγώ ήμασταν ένθερμοι Καθολικοί. Όταν ο Άλεξ μού πρότεινε μελέτη, του είπα ότι μπορούσε να έρχεται. Αλλά μετά, τον απέφευγα κάθε φορά».
Ωστόσο, η αλήθεια θριάμβευσε. Ο ίδιος θυμάται: «Προσπάθησα να τον συντρίψω με μια ερώτηση γύρω από την Παρθένο· αλλά εκείνος απάντησε ικανοποιητικά και κατόπιν άρχισα να κάνω σοβαρή μελέτη. Η σύζυγός μου εναντιώθηκε σε αυτό, και μάλιστα έβαλε έναν ιερέα να προσεύχεται επί εννιά ημέρες για να σταματήσω. Γι’ αυτό, μελετούσαμε αλλού».
Όταν ο Ροντρίγκ έμαθε τι έλεγε η Αγία Γραφή για τη χρήση εικόνων, ανέλαβε αποφασιστική δράση βγάζοντας την εικόνα της Παρθένου από το σαλόνι και κάνοντάς την κομμάτια. Η σύζυγός του έγινε έξω φρενών. Αλλά τελικά, την εντυπωσίασε το γεγονός ότι τα ενδιαφέροντα του Ροντρίγκ είχαν αλλάξει. Για παράδειγμα, ο Ροντρίγκ περνούσε νύχτες ολόκληρες διαβάζοντας Γραφικά έντυπα αντί να βγαίνει έξω με τους φίλους του. Η σύζυγός του, παρατηρώντας το αυτό, άρχισε και αυτή να μελετάει. Εκείνος βαφτίστηκε το Φεβρουάριο του 1952 και εκείνη βαφτίστηκε τρία χρόνια αργότερα.
Ένας άλλος ιεραπόστολος, ο Ντέιβιντ Όουμερ, επισκεπτόταν τον Αλμπέρ Ζερόμ στο μικρό του μπακάλικο. Αρχικά αυτός ο άνθρωπος είχε την τάση να υποτιμά την αλήθεια. Αλλά ο Ντέιβιντ, διαισθανόμενος ότι υπήρχε «κάτι γνήσιο» στον άνθρωπο αυτόν, συνέχισε να τον επισκέπτεται. Τελικά, άρχισε Γραφική μελέτη με τον Αλμπέρ ο οποίος προόδευσε γρήγορα. Αφού βαφτίστηκε, συνέχισαν να μελετούν μαζί, χρησιμοποιώντας ύλη από τα βιβλία «Εξηρτισμένοι εις Παν Έργον Αγαθόν» και Ικανοί Διάκονοι (Qualified to Be Ministers). Αυτό βοήθησε τον Αλμπέρ να γίνει ένας πολύτιμος διάκονος μέσα στην εκκλησία.
Διάδοση των Καλών Νέων στην Κρεολή
Η διεξαγωγή Γραφικών μελετών έθετε ασυνήθιστες προκλήσεις για τους ιεραποστόλους. Τα βιβλία ήταν στη γαλλική, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι χρειάζονταν εξηγήσεις στην κρεολή. Σε μερικές περιοχές το μόνο διαθέσιμο φως που υπήρχε το βράδυ έφεγγε από μια μικρή λάμπα πετρελαίου, που ήταν φτιαγμένη από ένα κουτί γάλα Καρνέισον. «Το φως ήταν λιγοστό», θυμάται ο Άλεξ Μπρόντι, «αλλά η επιθυμία του σπουδαστή να μάθει αναπλήρωνε αυτή τη δυσκολία».
Στις δημόσιες ομιλίες που εκφωνούνταν σε ένα πάρκο στα προάστια του Πορτ-ο-Πρενς, και, μερικές φορές πλάι στην ακρογιαλιά, ο αριθμός των παρευρισκομένων ήταν πάντοτε ικανοποιητικός. Οι ιεραπόστολοι κουβαλούσαν με το ποδήλατο το φορητό ηχητικό τους σύστημα και έβαζαν τα ηχεία πάνω στα φοινικόδεντρα. Οι άνθρωποι έφερναν δικές τους καρέκλες ή κάθονταν στο γρασίδι.
Στην περιοχή Καρφούρ όπου ζούσε ο Ντιμουάν Βαλόν βρέθηκαν πολλά ενδιαφερόμενα άτομα. Έτσι καθιερώθηκε μια Μελέτη Βιβλίου Εκκλησίας στο σπίτι του. Και τι συνέβαινε στο Βιε-μπουρ; Οι ευαγγελιζόμενοι κήρυτταν με ζήλο στη γύρω ύπαιθρο, δίνοντας δημόσιες ομιλίες καθ’ οδόν. Ταξίδευαν με άλογο, με γαϊδούρι ή με μουλάρι και κοιμούνταν κάτω από τα αστέρια αν νύχτωνε όσο ήταν στο δρόμο. Κατόπιν, ξαφνικά, ανέκυψαν σοβαρά προβλήματα στην Αϊτή.
Ξαφνική Απαγόρευση!
Σε μια επιστολή με ημερομηνία 19 Απριλίου 1951, το Υπουργείο Θρησκευμάτων ενημέρωσε το γραφείο τμήματος ότι κάθε δραστηριότητα των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Αϊτή έπρεπε να σταματήσει. Οι κατηγορίες που εξαπέλυε η επιστολή ήταν ότι οι Μάρτυρες ήταν «εχθροί του έθνους» και ότι χρησιμοποιούσαν το Ξύπνα! για να προπαγανδίζουν κομμουνιστικές ιδέες. Πού οφειλόταν αυτή η αλλαγή;
Ο κλήρος βρισκόταν πίσω από αυτήν. Επί μήνες επέσυραν την προσοχή της κυβέρνησης στο ζήτημα του χαιρετισμού της σημαίας. Οι Καθολικοί κατήγγελλαν τους αδελφούς ως κομμουνιστές. «Κάτω οι κομμουνιστές!» κραύγαζαν συχνά κατά των Μαρτύρων.
Χρειάστηκε να περάσουν τρεις και πλέον μήνες και να γραφτούν πολλές επιστολές για να πειστούν οι αρχές ότι οι πληροφορίες που τους είχαν δώσει ήταν λάθος και ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν είχαν πολιτικές διασυνδέσεις. Τελικά η απαγόρευση άρθηκε τον Αύγουστο.
Πώς είχαν επηρεάσει το έργο όλα αυτά; Η αστυνομία είχε κλείσει τις Αίθουσες Βασιλείας. Αλλά οι συναθροίσεις συνεχίστηκαν στα σπίτια όπου συναθροίζονταν οι όμιλοι Μελέτης Βιβλίου Εκκλησίας. Στη διάρκεια του Ιουλίου, ενώ συνεχιζόταν η απαγόρευση, οι δέκα ευαγγελιζόμενοι από το Καρφούρ σχημάτισαν εκκλησία με επίσκοπο τον Πίτερ Λούκακ. Επίσης, έφτασαν πέντε ακόμη απόφοιτοι της Γαλαάδ. Κατόπιν, όταν άρθηκε η απαγόρευση, πήραν γρήγορα άδεια παραμονής. Όταν οι αδελφοί σε μια πόλη του νότου πήγαν στο αστυνομικό τμήμα για να ζητήσουν την επιστροφή του εξοπλισμού που είχαν στην Αίθουσα Βασιλείας, τον οποίο τους είχαν πάρει, ο αξιωματικός τούς τον παρέδωσε και είπε: «Πηγαίνετε, εργαστείτε για τον Ιεχωβά μέχρι το τέλος!»
Αναμέτρηση με το Βουντού
Ο Βίκτορ Γουίντερμπερν ήταν ένας από τους νεοφερμένους ιεραποστόλους. Ήταν Καναδός, 23 ετών, είχε βαφτιστεί το 1940 σε ηλικία 12 ετών και έκανε σκαπανικό από το 1946. Λίγο καιρό αφότου ο Βίκτορ έγινε επίσκοπος τμήματος το Σεπτέμβριο του 1951, η ζωή ενός από τους Μάρτυρες, του Φρανκ Πολ, τέθηκε σε κίνδυνο εξαιτίας των προλήψεων του βουντού. Ο Βίκτορ Γουίντερμπερν και ο Άλεξ Μπρόντι έσπευσαν να βοηθήσουν τον Φρανκ. Ας τους αφήσουμε να διηγηθούν τι συνέβη:
«Το 1952, έπειτα από πληροφορίες αδελφών, βρήκαμε τον Φρανκ ημιαναίσθητο σε ένα ράντσο μέσα σε κάποιο ναό του βουντού. Τα χέρια του ήταν δεμένα πισθάγκωνα σε έναν πάσσαλο. Τα πόδια του ήταν επίσης δεμένα. Ένα φίμωτρο δεν άφηνε το στόμα του να κλείσει. Τα χείλια του είχαν ανοίξει. Το πρησμένο πρόσωπό του ήταν γεμάτο φουσκάλες. Προσπαθήσαμε να μιλήσουμε στη μάμπο (ιέρεια), αλλά αυτή μας αγνόησε. Δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε με τον Φρανκ. Ούτε μπορούσαμε να τον πάρουμε από εκεί. Ως και η αστυνομία είπε ότι δεν μπορούσε να τον αγγίξει, από τη στιγμή που τον είχαν πάει εκεί οι γονείς του.
»Επισκεφτήκαμε τους γονείς του και κατορθώσαμε να συγκεντρώσουμε όλα τα στοιχεία της ιστορίας. Η γυναίκα του τον είχε εγκαταλείψει και εκείνος μεγάλωνε μόνος του το παιδί του ράβοντας στο σπίτι του. Αρρώστησε και έπεσε σε παραλήρημα, και έτσι τον έβαλαν στο νοσοκομείο. Οι γονείς του, πιστεύοντας ότι τον είχε κυριέψει ένα κακό πνεύμα, τον μετέφεραν στο ναό. Αργότερα, μας είπαν ότι εκεί χτυπούν τους αρρώστους και τους ρίχνουν κόκκινο πιπέρι στα μάτια για να διώξουν τα κακά πνεύματα.
»Επειδή η κατάστασή του επιδεινωνόταν, οι γονείς του, έντρομοι, κάλεσαν έναν από τους αδελφούς, ο οποίος προσπάθησε να τον ξαναπάει στο νοσοκομείο. Αλλά οι αρμόδιοι του νοσοκομείου, επειδή γνώριζαν πού ήταν ο Φρανκ, δεν τον δέχονταν. Τον δέχτηκαν μόνο όταν μια αδελφή η οποία είχε νοσηλευτική πείρα προσφέρθηκε να αγοράσει τα απαιτούμενα φάρμακα και να τον φροντίσει. Η εκκλησία τού παρείχε τα γεύματα—κάτι που κανονικά το κάνει η οικογένεια του ασθενούς.
»Οι γιατροί είπαν ότι είχε τυφοειδή πυρετό και ελονοσία. Αναρωτιόμασταν αν θα ανέρρωνε. Ωστόσο, ανέκτησε την υγεία του, ξανάρχισε τη διακονία του, και τελικά ξαναπαντρεύτηκε. Αυτός ένιωθε μεγάλη εκτίμηση για τη συμπαράσταση των αδελφών και για το θερμό πνεύμα υποστήριξης της εκκλησίας του».
Περιπετειώδη Ταξίδια στο Έργο Περιοχής
Ο επίσκοπος τμήματος, συνήθως με τη συνοδεία κάποιου άλλου ιεραποστόλου, επισκεπτόταν τις εκκλησίες ως επίσκοπος περιοχής, και παράλληλα κήρυττε κατά τη διάρκεια των ταξιδιών.
Σε ένα τέτοιο ταξίδι, το Νοέμβριο του 1951, ο Βίκτορ Γουίντερμπερν και ο σύντροφός του κάλυψαν 520 χιλιόμετρα με το ποδήλατο ως το Λεζ Ανγκλέ, στο νότο. Σε εκείνο το ταξίδι αφιέρωναν κατά μέσο όρο δέκα ώρες την ημέρα στην υπηρεσία και διέθεσαν 500 και πλέον έντυπα.
Όταν ο Φρεντ Λούκακ επισκεπτόταν εκείνες τις εκκλησίες την άνοιξη του 1952, αναγκάστηκε να συντομεύσει την επίσκεψή του επειδή έπαθε ελονοσία. Αργότερα έγραψε: «Πήρα το δρόμο της επιστροφής από το Καβεγιόν, με το ποδήλατό μου φορτωμένο με προσωπικά μου αντικείμενα και έντυπα για όλη αυτή τη διαδρομή των 174 χιλιομέτρων. Πέρασα την πρώτη νύχτα στο Βιε-μπουρ ντ’ Ακέν και πήρα τα τελευταία φάρμακά μου. Η διαδρομή της επόμενης ημέρας, καθώς ποδηλατούσα μέσα από τους λόφους προς το Γκραν-Γκοάβ, ήταν εξουθενωτική. Εκείνη τη νύχτα έμεινα στο σπίτι ενός ηλικιωμένου ενδιαφερομένου. Κοιμήθηκα λίγο. Ο πυρετός και η εφίδρωση με εξάντλησαν. Έτσι, ο ταπεινός αυτός γεροντάκος κανόνισε να πάω με φορτηγό στο Πορτ-ο-Πρενς. Όταν γύρισα στο Μπέθελ, η κατάστασή μου ήταν κρίσιμη και ο γιατρός συνέστησε να ξαναγυρίσω στον Καναδά για να αναρρώσω».
Εξαιτίας αυτού, ο Φρεντ Λούκακ έφυγε από την Αϊτή το 1952. Αλλά διακατεχόταν από ακατάβλητο ιεραποστολικό πνεύμα, και τρία χρόνια αργότερα ξαναγύρισε για να συνεχίσει το θαυμάσιο έργο που επιτελούσε. Ο Πίτερ Λούκακ επίσης έπειτα από καιρό αναγκάστηκε να επιστρέψει στον Καναδά για να υποβληθεί σε θεραπεία μιας σοβαρής μορφής αμοιβάδωσης. Αλλά χάρη στο ίδιο ακλόνητο πνεύμα, και αυτός επέστρεψε για να συνεχίσει την υπηρεσία του στην Αϊτή.
Εξάπλωση σε Καινούριους Τομείς
Τώρα υπήρχαν εκκλησίες στο Πορτ-ο-Πρενς καθώς και κατά μήκος της νότιας διαδρομής προς την Κάιγ. Καταβάλλονταν επίσης προσπάθειες να δημιουργηθούν όμιλοι σε άλλες περιοχές. Ο Άλεξ Μπρόντι και ο Χάρβεϊ Ντρινκλ έκαναν ταξίδια προς τα βόρεια μέσα από τα έλη και τους ορυζώνες των πεδιάδων της Αρτιμπονίτ προς το Σεν Μαρκ και εν συνεχεία προς το Γκοναΐβ, στη γεμάτη κάκτους ύπαιθρο. Ο Χάρβεϊ ήταν ένα αθόρυβα θαρραλέο άτομο. Πολύ αργότερα υποβλήθηκε σε μια χειρουργική επέμβαση στον Καναδά κατά την οποία του αφαίρεσαν το δεξί μάτι επειδή είχε καρκίνο. Αλλά αυτός επέστρεψε στην Αϊτή για να συνεχίσει το διορισμό του.
Εκείνος και ο Άλεξ ταξίδευαν μέσα από χωματόδρομους με τα ποδήλατά τους φορτωμένα με έντυπα, ενώ παράλληλα επισκέπτονταν τα σπίτια και τα χωριά καθ’ οδόν. Στην Αϊτή, οι άνθρωποι της υπαίθρου σηκώνονται νωρίς το πρωί. Αυτοί οι ιεραπόστολοι έκαναν την πρώτη τους επίσκεψη στις έξι το πρωί και συνέχιζαν το κήρυγμα και αφού είχε σκοτεινιάσει. Κατόπιν διανυκτέρευαν στις μικρές αχυροκαλύβες των φιλόξενων χωρικών. Στο Σεν Μαρκ και στο Γκοναΐβ υπήρχαν ξενοδοχεία όπου μπορούσαν να μείνουν. Αργότερα, ο Άλεξ με θέρμη είπε τα εξής: «Περνούσαμε ευχάριστα εκείνη την εποχή καθώς επισκεπτόμασταν αυτόν τον κεφάτο λαό».
Άλλοι ιεραπόστολοι είχαν στρέψει τις προσπάθειές τους μακριά, στα νοτιοδυτικά. Η Μαρίγκο Λολό, η οποία αργότερα έγινε σύζυγος του Άλεξ, αφηγείται ένα ταξίδι της στο Ζερεμί μαζί με τρεις ακόμη ανύπαντρες ιεραποστόλους—τη Νάομι Άνταμς, τη Βιρνέτ Κέρι και τη Φράνσις Μπέιλι:
«Τον Ιανουάριο του 1952 επιβιβαστήκαμε στο Κλαριόν—ένα ιστιοφόρο το οποίο διέθετε μια βοηθητική μηχανή. Η θάλασσα ήταν τρικυμισμένη, το πλοιάριο ταλαντευόταν και κλυδωνιζόταν, και εμάς μας είχε πιάσει φοβερή ναυτία· αλλά φτάσαμε στο Ζερεμί, όπου απολαύσαμε το κήρυγμα και δώσαμε πολλά έντυπα.
»Με το καμιόνι (φορτηγό που χρησιμοποιούνταν σαν λεωφορείο) πήγαμε στο Ανς-ντ’-Ενό. Οι άντρες επιβάτες κάθονταν στην καρότσα πάνω στο φορτίο των προϊόντων. Στο γυρισμό, συγκρουστήκαμε με ένα άλλο φορτηγό και η Φράνσις τραυματίστηκε. Η Νάομι είχε ένα βαλιτσάκι πρώτων βοηθειών και μπόρεσε να επιδέσει το τραύμα· αλλά ήμασταν εγκαταλειμμένες στα βουνά. Κάνοντας προσευχή από μέσα μας, καθήσαμε στην άκρη του δρόμου, με τη Φράνσις τυλιγμένη σε κουβέρτα πάνω στο φορείο.
»Ένα αγόρι είχε ακούσει τη σύγκρουση από την κοιλάδα, κάτω, και ήρθε φέρνοντας ένα σιδερένιο τσαγερό, κασσάβα και πλαντάγο. Άναψε φωτιά και μας ετοίμασε ένα γεύμα—ήταν μια πράξη καλοσύνης που άγγιξε την καρδιά μας.
»Έπεσε η νύχτα, κρύα και σκοτεινή. Στις 10:00 μ.μ. ακούσαμε το θόρυβο από ένα όχημα που πλησίαζε και ξέραμε ότι δεν μπορούσε να περάσει. Ο δρόμος ήταν στενός και από τη μια πλευρά είχε απότομη κλίση. Έτσι η Νάομι πήγε προς το φορτηγό με ένα φακό και έκανε σινιάλο στον οδηγό να σταματήσει. Προς έκπληξή μας, αυτός κατάφερε να γυρίσει το φορτηγό του προς την αντίθετη κατεύθυνση· και προς μεγάλη μας ανακούφιση, μας πήρε μέχρι το Ζερεμί. Επιστρέψαμε στο Πορτ-ο-Πρενς την επομένη, χαρούμενες που είχαμε συμμετοχή στη διάδοση των καλών νέων σε εκείνον τον απομακρυσμένο τομέα».
Πολλοί άνθρωποι θυμούνται ακόμη τις θαρραλέες εκείνες ιεραποστόλους και μιλούν για αυτές. Μια Αϊτινή αδελφή, η οποία βαφτίστηκε το 1990 σε ηλικία 72 ετών, θυμάται ότι η πρώτη επαφή που είχε με την αλήθεια ήταν όταν της μίλησε μια από αυτές τις ιεραποστόλους πριν από 30 και πλέον χρόνια. Η ίδια λέει: «Τώρα λέω μακάρι να είχα μελετήσει μαζί της και να είχα γίνει Μάρτυρας τότε. Έτσι, δεν θα είχα χάσει όλα εκείνα τα χρόνια στα οποία θα μπορούσα να υπηρετώ τον Ιεχωβά».
Ένας Πάστορας Κάνει μια Ανεπιτυχή Προσπάθεια
Όταν έδιναν μαρτυρία στον κλήρο, οι αδελφοί μας ήταν θαρραλέοι και είχαν πεποίθηση στο Λόγο του Θεού. Το 1954 κάποιος ευαγγελιζόμενος είχε μια τέτοια συζήτηση με έναν Προτεστάντη πάστορα και τρία μέλη της εκκλησίας του. Το θέμα ήταν η αθανασία της ψυχής. Όταν ο αδελφός έδειξε στον πάστορα μέσα από τη δική του Γραφή ότι το εδάφιο Ιεζεκιήλ 18:4 λέει: «Λ’αμ κι πες ε σελ κι μουρά» (Η ψυχή που αμαρτάνει, αυτή είναι που θα πεθάνει), ο πάστορας είπε ωμά ότι δεν μπορούσε να το πιστέψει. (Η Αγία Βίβλος [La Sainte Bible], σε μετάφραση του Λ. Σεγκόν) Ο αδελφός εξιστορεί μερικές από τις περαιτέρω εξελίξεις:
«Τον ρώτησα: ‘Ποιος είναι ο προορισμός των πονηρών και ποιος των δικαίων;’ Απάντησε ότι οι πονηροί υποφέρουν στο αιώνιο πυρ, ενώ οι ψυχές των δικαίων, περιλαμβανομένου και του Αδάμ, ανασταίνονται για να ευφρανθούν με τον Θεό στη Βασιλεία του. Είπε ότι ο Θεός συγχώρησε την αμαρτία του Αδάμ όταν τον έντυσε με δέρματα ζώων. Δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς είναι δυνατόν να αναστηθεί μια ψυχή που δεν πεθαίνει. Εξηγώντας λογικά μερικά Γραφικά εδάφια, του έδειξα ότι ο Αδάμ είχε αμαρτήσει εσκεμμένα, ότι ήξερε τι έκανε· και ότι, αν ο Θεός τον είχε συγχωρήσει, τότε οι απόγονοί του θα είχαν γεννηθεί τέλειοι, και δεν θα βρίσκονταν υπό την καταδίκη της αμαρτίας.
»Μερικές ημέρες αργότερα ένα από τα μέλη της εκκλησίας μού είπε ότι ο πάστοράς του ήθελε να ξέρει πού έμαθαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά την Αγία Γραφή τόσο καλά. Αυτό το μέλος της εκκλησίας και άλλοι άρχισαν να μελετούν μαζί μας και, προτού περάσει πολύς καιρός, ένας από αυτούς άρχισε το έργο κηρύγματος».
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στις Ειδήσεις
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950, οι τοπικές εφημερίδες δεν είχαν ασχοληθεί ποτέ ουσιαστικά με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αλλά τα πράγματα άλλαξαν τον καιρό της Συνέλευσης της Κοινωνίας του Νέου Κόσμου στο Στάδιο Γιάνκι της Νέας Υόρκης τον Ιούλιο του 1953. Έξι εφημερίδες παρουσίασαν εκτενείς ειδήσεις σχετικά με τους Αϊτινούς εκπροσώπους. Η εφημερίδα Λε Νασιονάλ (Le National) δημοσίευσε μια φωτογραφία από την πρώτη ημέρα στο στάδιο και αργότερα ανέφερε ότι γίνονταν σχέδια για μια συνέλευση με παρόμοιο πρόγραμμα στην Αϊτή.
Επίσης, ραδιοφωνικοί σταθμοί σε δυο πόλεις μας παραχώρησαν δωρεάν χρόνο για να παρουσιάσουμε την εκπομπή μας. Αφού είδε το χειρόγραφο του δελτίου τύπου που έφερε τον τίτλο «Πράγματα που Απασχολούν τους Ανθρώπους», ο διευθυντής ενός ραδιοφωνικού σταθμού αναθεώρησε το πρόγραμμα των εκπομπών προκειμένου να μείνει χρόνος για τη δική μας εκπομπή. Ένας άλλος σταθμός ζήτησε να αυξηθεί το πρόγραμμα σε 30 λεπτά.
Αϊτινοί Αδελφοί Αναλαμβάνουν Μεγαλύτερες Ευθύνες
Δυο μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρίας Σκοπιά επισκέφτηκαν την Αϊτή το 1954. Η επίσκεψη του Μίλτον Χένσελ, ο οποίος θα υπηρετούσε σε μια συνέλευση, συνέπεσε με την Ανάμνηση, στις 17 Απριλίου, και οι αδελφοί χάρηκαν που έκανε εκείνος την ομιλία. Στη διάρκεια της επίσκεψής του, ο αδελφός Χένσελ συνέστησε να δοθούν μεγαλύτερες ευθύνες στους τοπικούς αδελφούς. Έτσι, έγιναν κάποιες προσαρμογές, και σε λίγο οι Επιτροπές Υπηρεσίας των Εκκλησιών απαρτίζονταν ολοκληρωτικά από Αϊτινούς. Αυτό έδωσε μεγαλύτερη ελευθερία στους ιεραποστόλους ώστε να συνεχίσουν τη διακονία αγρού. Ο αδελφός Χένσελ επίσης άφησε μια σειρά από μπομπίνες για το φιλμ Η Κοινωνία του Νέου Κόσμου εν Δράσει (The New World Society in Action). Αυτό το φιλμ προβλήθηκε σε μεγάλα ακροατήρια σε όλη τη χώρα.
Τον Αύγουστο, όταν ο Φρεντ Φρανς επισκέφτηκε την Αϊτή, συνέστησε να μεταφερθεί το γραφείο τμήματος και οι Αίθουσες Βασιλείας σε καλύτερες περιοχές της πόλης. Η μίσθωση για το κτίριο που στέγαζε το γραφείο τμήματος και τον ιεραποστολικό οίκο, καθώς και μια Αίθουσα Βασιλείας, έληγε τώρα. Για να υποκινήσει τους αδελφούς να δραστηριοποιηθούν, ο επίσκοπος της εκκλησίας, ο Μορίς Σανόν, τους έλεγε επανειλημμένα: «Αν δεν βρούμε κάποια Αίθουσα για εμάς, θα διεξάγουμε τις συναθροίσεις κάτω από τα άστρα».
Οι νέες εγκαταστάσεις του γραφείου τμήματος, στην οδό Λαφλέρ Ντισέν 39, όντως τους προμήθευσαν μια προσωρινή αίθουσα «κάτω από τα άστρα» στη μεγάλη πλακόστρωτη αυλή. Οι συναθροίσεις διεξάγονταν εκεί επί μερικούς μήνες το 1955, μέχρις ότου οι αδελφοί νοίκιασαν ένα μπάγκαλοου στην οδό Γκραντ. Κατόπιν, με την άδεια του ιδιοκτήτη, γκρέμισαν τους εσωτερικούς τοίχους του σπιτιού για να δημιουργήσουν ένα χώρο ο οποίος ήταν υπερδιπλάσιος σε μέγεθος από το χώρο που χρησιμοποιούσαν ως Αίθουσα Βασιλείας στην οικία της οδού Καπουά.
Το ζεύγος Μπρόντι αντιλήφτηκαν ότι σύντομα θα γίνονταν γονείς και έτσι επέστρεψαν στον Καναδά λίγο πριν από τη μετακόμιση στο σπίτι της οδού Λαφλέρ Ντισέν. Τώρα ζουν στο Τορόντο, όπου ο Άλεξ υπηρετεί ως πρεσβύτερος.
Ο Φρεντ Λούκακ Επιστρέφει
Στη διάρκεια της συνέλευσης περιφερείας του 1955 στο Ντάλας του Τέξας, ο Φρεντ Λούκακ, ο οποίος προσπαθούσε να ανακτήσει την υγεία του, συνάντησε απροσδόκητα τον Ρόλαντ Φρεντέτ, ο οποίος τον παρακίνησε: «Φρεντ, ξαναγύρισε στην Αϊτή. Θα τα καταφέρεις καλύτερα εκεί». Ο Φρεντ υπηρετούσε τότε στο Αγρόκτημα της Σκοπιάς στο Νόρβαλ του Καναδά. Αλλά η υγεία του ήταν κλονισμένη, και παρουσίαζε υποτροπές από καιρό σε καιρό. Τι έπρεπε να κάνει;
«Το Σεπτέμβριο του 1955, έχοντας βάρος μόνο 54 κιλά, ξαναγύρισα στο Καπ Αϊτιέν μαζί με τον Ρόλαντ Φρεντέτ», έγραψε αργότερα ο Φρεντ. «Η Εταιρία και όλοι οι αδελφοί ήταν πολύ καλοσυνάτοι. Λίγους μήνες αργότερα, η Εταιρία με προσκάλεσε να κάνω έργο περιοχής στη βόρεια Αϊτή. Τι προνόμιο! Πώς όμως θα μπορούσα να το κάνω αυτό; Δεν αισθανόμουν αρκετά γερός. Προσευχήθηκα. Κατόπιν έγραψα στην Εταιρία: ‘Θα προσπαθήσω’. Έτσι άρχισα το έργο περιοχής τον Ιούνιο του 1956. Στη διάρκεια των έξι επόμενων ετών, ευλογήθηκα πλούσια από τον Ιεχωβά. Πήρα μάλιστα 18 κιλά και ξαναβρήκα πλήρως την υγεία μου».
Ο Άντρας Μπορεί να Κάνει και Αυτό!
Οι τάξεις των αποφοίτων της Γαλαάδ στην Αϊτή ενισχύθηκαν και πάλι το 1956. Αυτές περιλάμβαναν τον Μαξ Ντανιλέικο, ο οποίος ήταν ιεραπόστολος στο Κεμπέκ και επομένως μιλούσε ήδη γαλλικά. Έφτασε το Φεβρουάριο και διορίστηκε να εργαστεί μαζί με τον Γκρέιντι Ρέινς, ο οποίος βρισκόταν στην Αϊτή από το 1952. Αναφερόμενος στις πρώτες εμπειρίες του, ο αδελφός Ντανιλέικο λέει:
«Το σπίτι που νοικιάσαμε στο Πτι Γκοάβ δεν διέθετε τρεχούμενο νερό. Έτσι, με τον κουβά στο χέρι, κατευθυνθήκαμε προς τη δημόσια βρύση· αλλά κάποιες γυναίκες ήρθαν τρέχοντας, άρπαξαν τον κουβά και τον κουβάλησαν αντί για εμάς. Είπαν: ‘Γιον νόουμ πα καπάμπ φε σα!’ (Αυτό δεν μπορεί να το κάνει ο άντρας!) Ήταν γυναικεία δουλειά. Το ίδιο συνέβη στην αγορά. Όλα αυτά συνέβαιναν λίγο καιρό προτού τους δώσουμε να καταλάβουν ότι ο άντρας μπορεί να κάνει και αυτό. Αργότερα αρχίσαμε να βλέπουμε και άλλους άντρες να ακολουθούν το παράδειγμά μας».
Οι αγορές, εν μέρει, βρίσκονται κάτω από τεράστια υπόστεγα. Αλλά συνεχίζουν και έξω από αυτά, υπαίθρια. Οι πραμάτειες που δεν έχουν τέλος, αν δεν βρίσκονται τακτοποιημένες σε μεγάλους πάγκους κάτω από τις στέγες, βρίσκονται έξω πάνω στα πεζοδρόμια. Ας επισκεφτούμε μια από αυτές τις αγορές.
Στριμωχνόμαστε ανάμεσα στα πλήθη, βηματίζοντας προσεκτικά γύρω από τους εμπόρους ή περνώντας πάνω από τα προϊόντα τους. Εντοπίζουμε μερικά ωραία κίτρα και πλησιάζουμε τη γυναίκα που κάθεται κατάχαμα κοντά τους, οπότε ακολουθεί η εξής στιχομυθία: ‘Πόσο κάνουν τα τέσσερα κίτρα;’ ‘Ογδόντα σεντς’. ‘Σου δίνω 50 σεντς’. ‘Όχι, 70 σεντς, ακατέβατα’. Λέμε: ‘Εξήντα σεντς’ και φεύγουμε. Κατόπιν αυτή με ένα σφύριγμα μας ξαναφωνάζει. Πληρώνουμε 60 σεντς, παίρνουμε τα κίτρα και ρωτάμε: ‘Γουα μπαν μ’ ντεγκί;’ (Κανένα δωράκι;) Χαμογελάει και μας δίνει ένα κίτρο δωρεάν. Είμαστε όλοι ικανοποιημένοι.
Ιεραπόστολοι για το Σεν Μαρκ
Όταν οι ιεραπόστολοι Τζορτζ και Θέλμα Κόργουιν έφτασαν στην Αϊτή τον Απρίλιο του 1956, ο Τζορτζ άρχισε κατευθείαν τη διακονία αγρού. Ο ίδιος λέει: «Φτάσαμε στο Μπέθελ από το αεροδρόμιο και μόλις φάγαμε ο Πίτερ Λούκακ με προσκάλεσε να πάμε στην υπηρεσία. Επισκεφτήκαμε λίγα σπίτια μαζί, και έπειτα μου ζήτησε να πηγαίνω εγώ σε ένα σπίτι και εκείνος σε άλλο. Η πρώτη μου ημέρα στην Αϊτή! Και τι παράξενη γλώσσα! Αλλά οι Αϊτινοί είναι άνθρωποι που σκέφτονται τον άλλον και έτσι μπόρεσα να τα βγάλω πέρα».
Το ζεύγος Κόργουιν στάλθηκαν στο Σεν Μαρκ μαζί με τον Πίτερ Λούκακ. Για αρχή, τους έδωσαν μερικά δελτία συνδρομών που έληγαν. Ενώ έψαχναν για τη γυναίκα της οποίας το όνομα αναγραφόταν στο χαρτί, οι Κόργουιν γνώρισαν την αδελφή της, μια συνταξιούχο δασκάλα ονόματι Αντέλ Κανέλ. Μαζί έκαναν μελέτη από το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής»—το δικό της βιβλίο ήταν στη γαλλική και το δικό τους στην αγγλική. Ο σύζυγός της με τον καιρό άρχισε να συμμετέχει στη μελέτη. Σε λίγο, αυτό το ζευγάρι έβαλαν ένα διαχωριστικό στο δωμάτιό τους και, αφού κράτησαν ένα μέρος του δωματίου τους για τους ίδιους, παραχώρησαν το μεγαλύτερο μέρος για τις συναθροίσεις. Και οι δυο έγιναν Μάρτυρες και έτσι ήρθε σε ύπαρξη η Εκκλησία Σεν Μαρκ το 1956.
Ανάμεσα σε εκείνους με τους οποίους έκαναν μελέτη οι Κόργουιν ήταν ο Μαρκ-Ορίλ Ζαν, στο ραφείο του. Ο πατέρας του, Εμανιέλ, άκουγε και μάθαινε αν και δεν μπορούσε να διαβάσει. Σε λίγο και οι δυο παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις και συμμετείχαν στο κήρυγμα—ο ηλικιωμένος μάλιστα είχε αποστηθίσει την παρουσίαση. Τελικά, αυτός άρχισε Γραφική μελέτη με έναν ψαρά. Στην αρχή έριχνε μια ματιά σε μερικές παραγράφους μαζί με το γιο του και απορροφούσε τις πληροφορίες· κατόπιν, με την Αγία Γραφή, το βιβλιάριο και το υμνολόγιο, πήγαινε να διεξαγάγει τη μελέτη, αρχίζοντας και τελειώνοντας με ύμνο και προσευχή—ακριβώς όπως στις συναθροίσεις.
Στο Έργο Περιοχής με την Ταινία της Εταιρίας
Ως επίσκοπος περιοχής, ο Φρεντ Λούκακ επισκεπτόταν πολλές περιοχές της χώρας. Από το 1956 και μετά, πρόβαλλε την ταινία Η Κοινωνία του Νέου Κόσμου εν Δράσει στις πόλεις που επισκεπτόταν. Στην Ενς, μια πόλη που βρίσκεται στην ενδοχώρα, επέλεξε μια τοποθεσία σε ένα πάρκο απέναντι από την Καθολική Εκκλησία. Όταν τέλειωναν οι εκκλησιαστικές λειτουργίες έδειχνε μερικές από τις εισαγωγικές σκηνές της πρώτης μπομπίνας για να ελκύσει την προσοχή των ανθρώπων που έφευγαν από την εκκλησία. Κατόπιν ξανατύλιγε την μπομπίνα, έκανε την εισαγωγή και έβαζε ολόκληρη την ταινία. Αν και υπήρχαν μόνο δυο ειδικοί σκαπανείς και δυο ακόμη ευαγγελιζόμενοι στην Ενς εκείνη την εποχή, το ακροατήριο έφτανε τα χίλια άτομα περίπου.
Δεν υπήρχε διαθέσιμο ηλεκτρικό ρεύμα στο Μιρεμπαλέ, στα νότια της Ενς. Πώς θα μπορούσε λοιπόν να προβληθεί εκεί η ταινία; Ο Φρεντ έδωσε μαρτυρία σε ένα λοχία του στρατού και ανέφερε αυτό το πρόβλημα. Ο λοχίας διευθέτησε να γίνει η προβολή στα στρατιωτικά παραπήγματα όπου θα χρησιμοποιούσαν τη δική τους γεννήτρια. Εκεί δεν μπορούσαν να προσκαλέσουν τους ανθρώπους που ζούσαν στην πόλη, αλλά ο λοχίας επέτρεψε στους λίγους αδελφούς να παρευρεθούν. Ανάμεσα στους 75 ακροατές βρίσκονταν επίσης οι σύζυγοι και φιλικά πρόσωπα των στρατιωτών.
Πολλά χρόνια αργότερα, το 1988, έπειτα από μια ομιλία που έδωσε ο Φρεντ Λούκακ στη γαλλική εκκλησία του Ντέλρεϊ Μπιτς στη Φλόριντα, ο προεδρεύων επίσκοπος, ο αδελφός Φαμπιέν, συστήθηκε και είπε: «Με επισκεφτήκατε το 1957 όταν ήμουν λοχίας στο Μιρεμπαλέ. Αποστρατεύτηκα το 1971. Τώρα είμαι αδελφός σας. Η κόρη μου είναι τακτική σκαπάνισσα». Τι ευχάριστη συνάντηση έπειτα από περίπου 30 χρόνια!
Στο Μιρεμπαλέ επίσης ένας 20χρονος νεαρός αποτέλεσε ένα θαρραλέο παράδειγμα για τους αδελφούς. Και τα δυο του πόδια ήταν παράλυτα, αλλά αυτός ήρθε στην πόλη πάνω στο γάιδαρό του για την επίσκεψη του Φρεντ στην περιοχή. Έπρεπε να τον μεταφέρουν στην πλάτη μέσα και έξω από την Αίθουσα Βασιλείας για τις συναθροίσεις. Ανεβασμένος στο γάιδαρό του, συμμετείχε επίσης στην υπηρεσία αγρού στο χωριό του, 18 χιλιόμετρα μακριά από την πόλη. Ήταν ανάμεσα στους 54 που βαφτίστηκαν στη διάρκεια της συνέλευσης περιφερείας στο Πορτ-ο-Πρενς το 1957.
Τριάντα και πλέον χρόνια αργότερα, ο Φρεντ θυμόταν καθαρά μερικούς ευαγγελιζομένους επίσης από την Εκκλησία Ουαναμέντ που βρίσκεται στα σύνορα με τη Δομινικανή Δημοκρατία. Θυμόταν ότι τρεις από αυτούς τους πιστούς Μάρτυρες που ζούσαν σε απόσταση 19 χιλιομέτρων από την Αίθουσα Βασιλείας έρχονταν με τα πόδια για την υπηρεσία αγρού την Κυριακή το πρωί. Αφιέρωναν όλη την ημέρα τους στην υπηρεσία, παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις το βράδυ και κατόπιν περπατούσαν 19 χιλιόμετρα κάτω από το φεγγαρόφωτο για να φτάσουν στο σπίτι τους.
Παραγωγικοί Σκαπανείς
Στα ταξίδια του, ο Φρεντ γνώρισε μερικά γραφικά τοπία. Μεγαλύτερη, όμως, ομορφιά είχε το γεγονός ότι οι αδελφοί έβρισκαν άτομα που εκζητούσαν την αλήθεια.
Στο Πτι-Ριβιέρ-ντε-λ’ Αρτιμπονίτ, ο Φρεντ επισκέφτηκε δυο ειδικούς σκαπανείς. Τι αποτελέσματα είχαν αυτοί; Έπειτα από 14 μόλις μήνες εκεί, αρκετά άτομα με τα οποία μελετούσαν την Αγία Γραφή τούς συνόδευαν στην υπηρεσία αγρού. Μεταξύ αυτών ήταν ο Γκαστόν Αντουάν (ένας φαρμακοποιός) και η σύζυγός του, καθώς και η αδελφή του και ο σύζυγός της, πρώην πάστορας της Εκκλησίας του Θεού. Έντεκα άτομα συμμετείχαν στην υπηρεσία αγρού εκείνη την εβδομάδα, έξι από τα οποία έβγαιναν στην υπηρεσία πρώτη φορά. Πολύ περισσότεροι έδειχναν ενδιαφέρον. Περίπου 800 άτομα ήρθαν στο πάρκο στην προβολή της ταινίας που είχε ετοιμάσει η Εταιρία, και στις υπόλοιπες συναθροίσεις παρευρέθηκαν επίσης πολλά άτομα.
Μέσα από Θύελλες και Πλημμύρες
Ο Πίτερ Λούκακ έκανε ένα ταξίδι στο νότο ως επίσκοπος περιοχής το 1957. Πήγε με βενζινάκατο από την Ανς-α-Βο στο Μπαραντέρ, μια πόλη που πλημμύριζε συχνά. Αφού εκφώνησε μια δημόσια ομιλία σε ένα ακροατήριο 30 ατόμων, είδε ότι μαζεύονταν δυσοίωνα σύννεφα. Έφυγε με ένα πλοιάριο το επόμενο πρωί αλλά άγρια θύελλα ξέσπασε ενόσω βρισκόταν στο πλοιάριο· η καταρρακτώδης βροχή έκανε μούσκεμα τους επιβάτες. Έτσι, το πλοιάριο κατέφυγε στο Πτι Τρου ντε Νιπ.
Η κακοκαιρία δεν σταμάτησε τον Πίτερ. Σκεπτόμενος ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που θα δινόταν μαρτυρία στην πόλη, βγήκε να κηρύξει μέσα στη βροχή εκείνο το απόγευμα. Αλλά ένας ευαγγελιζόμενος τον οποίο είχε συναντήσει στη Μιραγκοάν βρισκόταν ήδη εκεί. Ο αδελφός αυτός κατενθουσιάστηκε όταν ξαναείδε τον Πίτερ. Το επόμενο πρωί, καθώς το πλοιάριο κατευθυνόταν και πάλι προς την Ανς-α-Βο, ξέσπασε και άλλη θύελλα. Ωστόσο, κατάφεραν να φτάσουν ασφαλείς στην ήδη πλημμυρισμένη πόλη.
Από εκεί, ο Πίτερ θα ταξίδευε δια ξηράς, οπότε είχε ακόμη να διασχίσει το Γκραν Ριβιέρ (Μεγάλο Ποτάμι). Από τρία χιλιόμετρα μακριά μπορούσε να το ακούσει καθώς έτρεχε ορμητικά από τα βουνά. Ήταν αδιάβατο. Άνθρωποι περίμεναν όλη ημέρα και όλη νύχτα και στις δυο όχθες. Στο μεταξύ, ο Πίτερ περπατώντας ξυπόλυτος μέσα στη λάσπη κήρυξε και διέθεσε περιοδικά σε μερικά σπίτια. Το επόμενο πρωί, η στάθμη του ποταμιού είχε κατέβει μόλις πιο κάτω από τους ώμους και έτσι ο Πίτερ το διέσχισε περπατώντας.
Μερικοί αδελφοί επίσης έδιναν μαρτυρία στη Μιραγκοάν, ένα γραφικό λιμάνι στα βορειοανατολικά του Βιε-μπουρ, και οι προβατοειδείς άνθρωποι ανταποκρίνονταν. Μια ημέρα, ο γιος ενός Βαπτιστή κήρυκα παρακολούθησε μια Γραφική μελέτη στην οποία εξεταζόταν το θέμα του μελλοντικού νέου κόσμου. Εντυπωσιάστηκε από τις αποδείξεις που περιέχει η Αγία Γραφή για το ότι η γη θα γίνει παράδεισος, απαλλαγμένος από τα παθήματα, το θάνατο και την κακία. Είδε το λογικό συμπέρασμα ότι δεν θα πήγαιναν όλοι οι καλοί άνθρωποι στον ουρανό. (2 Πέτρ. 3:13· Αποκ. 7:9· 21:4, 5) Αμέσως, επέστρεψε στο ορεινό χωριό του, μάζεψε τα μέλη της εκκλησίας και τον πατέρα του, και τους έδειξε τι λέει η Αγία Γραφή σχετικά με το πραγματικό μέλλον της γης. Την επόμενη ημέρα έστειλαν μια αντιπροσωπεία στη Μιραγκοάν για να ζητήσουν από τους Μάρτυρες να πάνε και να τους διδάξουν την Αγία Γραφή. Τα περισσότερα μέλη αυτής της εκκλησιαστικής ομάδας, περιλαμβανομένου και του κήρυκα, άρχισαν να μελετούν, και περίπου 30 από αυτούς έγιναν Μάρτυρες.
Ήταν Στύλοι της Εκκλησίας
Στο βορρά επίσης, άνθρωποι που ήταν βαθιά αναμειγμένοι με τις εκκλησιαστικές δραστηριότητες δέχονταν με ευγνωμοσύνη τη Γραφική αλήθεια. Για παράδειγμα, έπειτα από εφτά μήνες στο Πορ ντε Πε, στη βόρεια ακτή, ο Φρανσουά Ντοξί και ο Ζαν Σενά ξεχείλιζαν από χαρά καθώς είχαν βρει αρκετούς ανθρώπους που ήταν πρόθυμοι να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά. Στη διάρκεια της επίσκεψης του επισκόπου περιοχής, εννιά άτομα συμμετείχαν στην υπηρεσία αγρού. Η συζήτηση μεταξύ του Φρεντ Λούκακ και μιας Καθολικής κοπέλας αποκαλύπτει ποια ήταν μερικά από αυτά τα άτομα. Ακολουθεί η συζήτηση όπως τη θυμάται ο Φρεντ:
«Εκείνη ρώτησε: ‘Βγήκατε μόνος σας σήμερα;’ Απάντησα: ‘Όχι, ήταν μαζί μου ο Ρος Σαν Ζεράρ’. ‘Ο Ρος Σαν Ζεράρ;’ ρώτησε αποσβολωμένη. ‘Είναι Μάρτυρας του Ιεχωβά τώρα’, είπα. ‘Μα’, αναφώνησε, ‘αυτός ήταν ο πρόεδρος της ένωσης των Λεγεωνάριων! Ήταν στύλος της Καθολικής Εκκλησίας!’ Κατόπιν πρόσθεσα: ‘Η σύζυγός του είναι και αυτή Μάρτυρας’. Ρώτησε: ‘Αληθεύει ότι η Ιρλάντ Σαρέτ μελετάει με εσάς τους Μάρτυρες;’ Είπα: ‘Ναι. Παρακολουθεί τις συναθροίσεις μας και βγαίνει στο κήρυγμα μαζί μας’. Είπε: ‘Μα πώς! Αυτή ήταν πρόεδρος της οργάνωσης Εσταυρωμένος!’ Εγώ είπα: ‘Είναι και η Λουσιάν Λουμπλίν επίσης . . .’ Με διέκοψε: ‘Αυτό σημαίνει τέσσερις στύλοι της εκκλησίας!’ ‘Λοιπόν’, είπα, ‘πρέπει και εσύ να μελετήσεις’. ‘Θα μελετήσω’, αποκρίθηκε».
Αυτοί που προαναφέραμε καθώς και άλλοι βαφτίστηκαν στη συνέλευση περιφερείας το Δεκέμβριο εκείνου του έτους—το 1957. Ο Ντον Άνταμς από τα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλιν ήταν παρών ως επίσκοπος ζώνης.
Πρόοδος Παρά την Εναντίωση
Η διείσδυση των καλών νέων σε νέες περιοχές προκάλεσε ψευδείς κατηγορίες από τους εκκλησιαστικούς ηγέτες. Όταν ο Ρόλαντ Φρεντέτ, ο Φρεντ Λούκακ και ο Χίραμ Ραπ, ιεραπόστολος της τέταρτης τάξης της Γαλαάδ, άρχισαν να επισκέπτονται τους ανθρώπους στο Μοντ Οργανιζέ, 35 χιλιόμετρα νότια της Ουαναμέντ, το 1957, ο κλήρος αντέδρασε με προειδοποιήσεις. «Έφτασαν οι ψευδοπροφήτες!» έλεγαν. «Αμερικανοί κατάσκοποι στο χωριό». «Φυλαχτείτε από τους κομμουνιστές!»
Οι αδελφοί με διακριτικότητα αντέκρουσαν τις κατηγορίες. Ένας εξέχων άντρας στην πόλη, ο Φρανσουά Κοντιό, έκανε μια τρίωρη συζήτηση με τους αδελφούς. Εντυπωσιασμένος από τις εξηγήσεις τους, πήρε ένα αντίτυπο από κάθε έντυπο που είχαν. Και άλλοι άρχισαν να ακούν, αντί να λογομαχούν, και πολλοί δέχτηκαν έντυπα.
Το έργο συνέχισε να επεκτείνεται και στο Πορτ-ο-Πρενς, πράγμα που επέτεινε την ανάγκη για μεγαλύτερο γραφείο τμήματος. Επιπλέον, στη διάρκεια κάποιων πολιτικών αναταραχών το 1957, η περιοχή γύρω από το κτίριο του τμήματος στη Λαφλέρ Ντισέν έγινε πεδίο βιαιοπραγιών. Έτσι, όταν η μίσθωση για το σπίτι έληξε, ο Οίκος Μπέθελ και τα γραφεία μεταφέρθηκαν στην οδό Πον Πραντέλ 3 στο Μπουά Βέρνα, μια καλύτερη τοποθεσία μέσα στην πόλη. Σχηματίστηκε μια νέα εκκλησία που θα μπορούσε να συναθροίζεται σε αυτό το σπίτι και να διεξάγει τις συναθροίσεις στη γαλλική.
Οι πολιτικές αναταραχές, με έξι διαφορετικές κυβερνήσεις μέσα σε δέκα μήνες, συνεχίστηκαν το 1958. Αλλά οι αδελφοί συνέχισαν να κηρύττουν ότι η Βασιλεία του Θεού είναι η μόνη απάντηση στα προβλήματα διακυβέρνησης, ενώ παρέμεναν ουδέτεροι, όπως πάντοτε.
Οι Καρποί του Καλού Έργου
Το 1958 ο μικρός όμιλος των ευαγγελιζομένων στο Σεν Μαρκ είχε εξελιχτεί σε ώριμη εκκλησία. Αυτό φάνηκε τον Αύγουστο, όταν οι αδελφοί έμειναν μόνοι τους ενώ οι ιεραπόστολοι παρακολουθούσαν τη διεθνή συνέλευση στη Νέα Υόρκη. Η υπηρεσία αγρού των ντόπιων ευαγγελιζομένων ήταν καλύτερη από οποιονδήποτε άλλο μήνα προηγουμένως και δυο καινούρια άτομα άρχισαν να κηρύττουν. Ένα θαυμάσιο πράγματι παράδειγμα πνευματικής σταθερότητας και ζήλου για την υπηρεσία!
Ο Τζορτζ Κόργουιν και η σύζυγός του ήταν χαρούμενοι που συνέβαλαν κάπως στην εποικοδόμηση αυτής της εκκλησίας. Αλλά κατόπιν, όταν χρειάστηκε να αναλάβουν οικογενειακές ευθύνες, έφυγαν από το Σεν Μαρκ το Μάιο του 1960 και γύρισαν στον Καναδά.
Έρχονται και Άλλοι Ιεραπόστολοι για να Βοηθήσουν
Τέσσερις ακόμη ιεραπόστολοι—ο Ρολάν Σικάρ, ο Στάνλεϊ Μπόγκους, ο Στιβ Σίμονς και ο Μασέο Ντέιβις—έφτασαν το 1958. Όταν ο Ντανιέλ Εϊσαλέν τους έφερε στο σπίτι από το αεροδρόμιο, βρήκαν τον Πίτερ Λούκακ να τους περιμένει στο δωμάτιο όπου θα διδάσκονταν γαλλικά. Ένα μήνα αργότερα άρχισαν να χρησιμοποιούν δοκιμαστικά την καινούρια γλώσσα τους στους ανθρώπους που ζούσαν κοντά στον ιεραποστολικό οίκο. Ο Στάνλεϊ Μπόγκους λέει: «Μέναμε έκπληκτοι καθώς οι άνθρωποι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μας βοηθήσουν να εκφραστούμε».
Τρεις μήνες αργότερα, ο Στάνλεϊ και ο Στιβ διορίστηκαν στην Κάιγ, και γρήγορα ανακάλυψαν πως δεν ήταν αρκετό το να μάθουν γαλλικά. Μια ημέρα ο Στάνλεϊ συνοδευόμενος από τον Μαξ Ντανιλέικο, που ήταν επίσκοπος περιοχής, μίλησε σε μια γυναίκα η οποία έλεγε συνέχεια: ‘Μ’πα σου σα’. Νομίζοντας ότι εννοούσε: ‘Δεν το ήξερα αυτό’, ο Στάνλεϊ της έλεγε ότι βρισκόταν εκεί για να της μιλήσει γύρω από αυτό το θέμα. Αργότερα, ο Μαξ τού είπε ότι η γυναίκα έλεγε: ‘Δεν με ενδιαφέρει αυτό’. Έτσι, ο Στάνλεϊ άρχισε να μαθαίνει την κρεολή.
Η Καρδιά του Συζύγου Άλλαξε
Ο Στάνλεϊ Μπόγκους παντρεύτηκε την Μπέρτα Ζαν, μια Αϊτινή σκαπάνισσα, τον Οκτώβριο του 1960, και μετά έμειναν στην Κάιγ ως ειδικοί σκαπανείς. Δυο μήνες αργότερα γνώρισαν την Εντέλ Αντουάν, η οποία είπε: ‘Πιστεύω ότι ο Θεός είναι μαζί με το λαό σας. Θα με διδάξετε πώς να τον λατρεύω;’ Σημείωσε θαυμάσια πρόοδο παρά τη βίαιη εναντίωση που είχε από το σύζυγό της και τους γείτονες και βαφτίστηκε στην επόμενη συνέλευση περιοχής. Όταν γύρισε από τη συνέλευση, προς μεγάλη της έκπληξη, ο σύζυγός της φίλησε αυτήν και τα τρία παιδιά της, και της είπε: ‘Καλωσόρισες στο σπίτι. Άκουσα ότι βαφτίστηκες’. Αυτός άρχισε να παρακολουθεί συναθροίσεις, έγινε Μάρτυρας και παρέμεινε πιστός μέχρι το θάνατό του, πολλά χρόνια αργότερα.
Περίπου 25 χρόνια αφότου έφυγε από την Αϊτή, ο Στάνλεϊ Μπόγκους πρόσθεσε αυτή την υποσημείωση στην εμπειρία του: «Το 1987 μου ζητήθηκε να βοηθήσω ως εκπαιδευτής στη Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα για τη γαλλόφωνη περιοχή στην Πόλη της Νέας Υόρκης. Καθώς έριχνα μια ματιά στον κατάλογο των εγγεγραμμένων, είδα το όνομα Εντέλ Αντουάν. Ναι, ήταν το ίδιο άτομο που είχα βοηθήσει στην αλήθεια 27 χρόνια νωρίτερα. Ήταν ενθαρρυντικό να τη βλέπω εκεί ανάμεσα στους σκαπανείς».
Όχι «Έξω» Μαζί με τις Ψεύτικες Θρησκείες
Λίγο καιρό αφότου έφτασε στο Μοντ Οργανιζέ το Μάιο του 1960 για να εργαστεί ως υγειονομικός επιθεωρητής, ο Σενέκ Ραφαέλ δέχτηκε την πρόσκληση του Φρανσουά Κοντιό να παρακολουθήσει τις συναθροίσεις που διεξήγε ο Κοντιό στο σπίτι του. Ο 24χρονος αυτός ενθουσιώδης νεαρός εξέφρασε την επιθυμία να μάθει περισσότερα για την Αγία Γραφή. Έτσι ο Φρανσουά τού δάνεισε το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής», και ο Σενέκ το διάβασε από την αρχή μέχρι το τέλος. Τον Αύγουστο, καθώς ο Σενέκ έφευγε για την Ουαναμέντ με σκοπό να δει τους γονείς του και να βαφτιστεί από τους Βαπτιστές, ο Φρανσουά τον ενθάρρυνε να επισκεφτεί την εκεί Αίθουσα Βασιλείας και να επικοινωνήσει με ένα σκαπανέα ονόματι Μερσιές Βινσέν.
Ο Μερσιές έκανε ερωτήσεις στον Σενέκ γύρω από τις πεποιθήσεις του και είδε ότι είχε καταλάβει πως τα δόγματα των εκκλησιών είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά που διδάσκει η Αγία Γραφή. Έτσι, κοιτάζοντας κατάματα αυτόν το γεροδεμένο, μελαψό νέο, ο Μερσιές είπε: «Όπως καταλαβαίνετε, λοιπόν, κύριε, η Αγία Γραφή λέει εδώ, στο εδάφιο Αποκάλυψη 22:15, ότι όποιος αγαπάει και πράττει το ψέμα είναι έξω. Αυτό περιλαμβάνει εκείνους που διδάσκουν ψεύδη. Συνεπώς, θα είσαι ‘έξω’ μαζί τους αν ανήκεις σε εκείνη τη θρησκεία».
Ύστερα από μια παύση, ο Σενέκ ρώτησε: «Τι να κάνω;» Ο Μερσιές του έδωσε το βιβλιάριο «Τούτο το Ευαγγέλιον της Βασιλείας» και υποσχέθηκε να το μελετήσει μαζί του το επόμενο πρωί. Ο Σενέκ το διάβασε και αποστήθισε ένα μεγάλο μέρος από αυτό. Μετά την πρώτη του μελέτη, παρακολούθησε τη συνάθροιση το ίδιο βράδυ και έπειτα το επόμενο πρωί συμμετείχε στην υπηρεσία αγρού. Βαφτίστηκε τον Ιανουάριο του 1961. Αλλά ο Φρανσουά Κοντιό, ο οποίος τον είχε φέρει σε επαφή με την αλήθεια, ποτέ δεν έγινε Μάρτυρας, παρ’ όλο που έγινε η σύζυγός του.
Προετοιμασία για Περισσότερη Αύξηση
Η Εκκλησία Καρφούρ είχε αυξηθεί σε 54 ευαγγελιζομένους, και αυτοί άρχισαν να χτίζουν μια αίθουσα που θα ήταν αρκετά μεγάλη. Όταν έριξαν την τσιμεντένια οροφή, 67 εθελοντές εργάζονταν σκληρά όλη την ημέρα στην οικοδόμηση, ενώ οι αδελφές τούς ετοίμαζαν τα γεύματα. Στις 17 Δεκεμβρίου 1960, ο Φρεντ Λούκακ εκφώνησε την ομιλία αφιέρωσης σε αυτή την καινούρια αίθουσα σε ένα μεγάλο ακροατήριο το οποίο έδειχνε πολλή εκτίμηση. Ο Ντιμουάν Βαλόν υπηρέτησε εκεί ως προεδρεύων επίσκοπος αρκετά χρόνια. Έγινε ειδικός σκαπανέας το 1978 και το 1993, σε ηλικία 84 ετών, εξακολουθούσε να βρίσκεται στην υπηρεσία αυτή στην Εκκλησία Θορλάντ-Καρφούρ.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, υπήρχαν 800 και πλέον ευαγγελιζόμενοι σε 23 εκκλησίες στην Αϊτή, σε σύγκριση με τους 99 ευαγγελιζομένους που υπήρχαν το 1950. Ο Μαξ Ντανιλέικο είχε κληθεί τώρα στο Μπέθελ ως επίσκοπος τμήματος. Ο Βίκτορ Γουίντερμπερν σχεδίαζε να παντρευτεί και, περίπου ένα χρόνο αργότερα, γύρισε στον Καναδά μαζί με τη σύζυγό του για να επιμεληθούν τις επικείμενες οικογενειακές ευθύνες τους.
Το 1961, ο Φρεντ Λούκακ κλήθηκε στο γραφείο τμήματος για εργασία μερικής απασχόλησης ενώ παράλληλα θα υπηρετούσε ως εκπαιδευτής στη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας από το Μάιο μέχρι τον Αύγουστο. Η εκπαίδευση των 40 επισκόπων και ειδικών σκαπανέων μέσω αυτής της δεκαπενθήμερης σειράς μαθημάτων ήταν πολύ επίκαιρη, επειδή συντέλεσε στην εξάρτιση και στην ενδυνάμωση των αδελφών για δοκιμασίες που σύντομα επρόκειτο να αντιμετωπίσουν.
Η συνέλευση περιφερείας τον Ιανουάριο του 1962 προετοίμασε επίσης τους τοπικούς αδελφούς να συνεχίσουν την εκτεταμένη διακονία αγρού. Μιλώντας για το σκαπανικό, ο επίσκοπος του τμήματος ενθάρρυνε τους αδελφούς που είχαν τα κατάλληλα προσόντα και ήταν απαλλαγμένοι από οικογενειακές ευθύνες να γίνουν ειδικοί σκαπανείς. Ο Σενέκ Ραφαέλ, ο οποίος υπέβαλε αίτηση, σχολιάζει τα εξής:
«Υπηρετούσα στην Αρτιμπονίτ ως τακτικός σκαπανέας με τον Εμίλ Σινές και ανυπομονούσα να γίνω ειδικός σκαπανέας. Έτσι, εγκατέλειψα την εργασία μου στο Υπουργείο Υγείας. Είχα 40 δολάρια, λεπίδες για ξύρισμα και ένα ψαλίδι, και με αυτά πίστευα ότι θα μπορούσα να καλύψω τις ανάγκες μου—αλλά οι ανάγκες μου ανέκαθεν καλύπτονταν, και αυτό χάρη στον Ιεχωβά». Πού να φανταστεί ο Σενέκ ότι η κυβέρνηση επρόκειτο να προβεί σε ενέργειες εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά λίγες ημέρες αφότου εκείνος υπέβαλε την αίτηση.
Συλλαμβάνονται!
Στις 23 Ιανουαρίου 1962, ο Μαξ Ντανιλέικο και ο Άντριου Ντ’ Αμίκο συνελήφθησαν στο γραφείο τμήματος και το απόθεμα του Ξύπνα! 8 Ιανουαρίου 1962 (στη γαλλική) κατασχέθηκε. Ο Άντριου και η Έλεν Ντ’ Αμίκο, ιεραπόστολοι από τον Καναδά, ζούσαν στο Μπέθελ. Η Έλεν διέφυγε τη σύλληψη επειδή ο Άντριου της είπε να κρυφτεί στην τουαλέτα. Έλπιζαν ότι θα παρέμενε ελεύθερη για να πει στους άλλους τι είχε συμβεί.
Η ίδια λέει: «Στεκόμουν πίσω από την κλειδωμένη πόρτα και προσευχόμουν». Είχε ακούσει τους άντρες που έκαναν έρευνα στο δωμάτιό της. Ήρθαν στην πόρτα της τουαλέτας. Αλλά κάποιος είπε κάτι για μια άλλη πόρτα, ενός ντουλαπιού, και πήγαν να ψάξουν το υπόλοιπο σπίτι. Όταν έφυγαν, έμεινε απέξω ένας φρουρός ώσπου σκοτείνιασε. Έφυγε λίγο πριν έρθει από την υπηρεσία ο Ντόναλντ Ράσβαλ, ένας άλλος ιεραπόστολος ο οποίος ζούσε στον οίκο. Όταν αυτός έμαθε τι είχε συμβεί, έστειλε την Έλεν να μείνει με τις αδελφές στον άλλον ιεραποστολικό οίκο και ύστερα ήρθε σε επαφή με άλλους κατάλληλους αδελφούς.
Στο μεταξύ, οι αδελφοί που είχαν συλληφθεί κρατούνταν μαζί με άλλους 17 άντρες σε ένα μικροσκοπικό κελί στο αστυνομικό τμήμα. Κοιμούνταν όπως μπορούσαν, καθιστοί στο πάτωμα, αν όχι όρθιοι, εφόσον δεν υπήρχε χώρος για να ξαπλώσουν. Τους ανέκριναν καθ’ όλη τη διάρκεια της Τετάρτης αλλά δεν τους απήγγειλαν κατηγορίες. Το επόμενο πρωί τους έφεραν ενώπιον ενός υψηλά ιστάμενου αξιωματούχου ο οποίος αναφέρθηκε σε μια είδηση για την Αϊτή που δημοσιεύτηκε στο Ξύπνα! 8 Ιανουαρίου και άρχισε να τους κάνει κήρυγμα περί ισότητας των φυλών. (Η μικρή αυτή είδηση αποτελούσε παράθεση από άρθρα των περιοδικών Λε Μοντ [Le Monde] και Λε Σουάρ [Le Soir] τα οποία αναφέρονταν στην άσκηση του βουντού). Τους έδιωξε χωρίς να τους επιτρέψει να απαντήσουν, και κατόπιν αποφυλακίστηκαν.
Τρεις εβδομάδες αργότερα, στις 14 Φεβρουαρίου, ο υπουργός εξωτερικών και θρησκευμάτων είπε: «Είμαστε αναγκασμένοι να αποβάλουμε τα παιδιά των Μαρτύρων του Ιεχωβά από τα κρατικά σχολεία». Αυτό που συνέβη συνδεόταν με την αποβολή μιας νεαρής αδελφής η οποία είχε υποβάλει γραπτώς στη διευθύντρια του σχολείου της τους λόγους για τους οποίους, όπως εξηγούσε, δεν μπορούσε να χαιρετίσει τη σημαία. Η διευθύντρια—μια Ρωμαιοκαθολική καλόγρια—είχε στείλει την επιστολή στις κυβερνητικές αρχές. Ταυτόχρονα αποβλήθηκε άλλη μία αδελφή. Και τα δυο κορίτσια ήταν τελειόφοιτες στο σχολείο και εξαίρετες ευαγγελιζόμενες.
Απελαύνονται!
Τέσσερις εβδομάδες αργότερα, στις 17 Μαρτίου, ο αρχηγός της αστυνομίας γνωστοποίησε προσωπικά στον Μαξ, στον Ντόναλντ, στον Άντριου και στην Έλεν ότι όλοι οι ιεραπόστολοι είχαν 24 ώρες στη διάθεσή τους για να εγκαταλείψουν τη χώρα. Δεν τους δόθηκε καμία εξήγηση. Κατόπιν, τους οδήγησαν στο σπίτι για να πάρουν τα διαβατήριά τους. Εκεί είδαν τον Αλμπέρ Ζερόμ, ο οποίος τότε ήταν ο επίσκοπος πόλης και με λίγα λόγια του είπαν τι συνέβαινε.
Στο αστυνομικό τμήμα όπου τους πήγαν και πάλι βρίσκονταν υπό φρούρηση. Ωστόσο, ο Ροντρίγκ Μεντόρ έκανε μελέτη με έναν υπαρχιφύλακα που είχε υπηρεσία εκείνη την ώρα, και ο Μαξ του έδωσε ένα σημείωμα το οποίο έλεγε στους αδελφούς να έρθουν σε επαφή με την καναδική πρεσβεία. Με τη μεσολάβηση του υπαρχιφύλακα, ο Ροντρίγκ μπόρεσε να επισκεφτεί τους φυλακισμένους ιεραποστόλους τη νύχτα και να πάρει το κλειδί για την ταχυδρομική θυρίδα της Εταιρίας. Αυτός ο αξιωματικός έκανε αρκετά για τους αδελφούς· τους αγόρασε φαγητό, ήρθε σε επαφή με αδελφούς και έλεγξε αν τυχόν υπήρχε κάτι στο ταχυδρομείο.
Την Κυριακή, 18 Μαρτίου, οι τρεις Καναδοί οδηγήθηκαν φρουρούμενοι στο αεροδρόμιο από όπου θα έφευγαν για το Κίνγκστον της Τζαμάικα. Αλλά επειδή δεν είχαν εισιτήρια για να συνεχίσουν από εκεί για τον Καναδά, η αεροπορική εταιρία δεν τους επέτρεψε να επιβιβαστούν. Αρκετοί αδελφοί βρίσκονταν στο αεροδρόμιο και ο Μαξ Ντανιλέικο μπόρεσε να μιλήσει εν συντομία με τον Αλμπέρ Ζερόμ και με μερικούς άλλους. Την επόμενη ημέρα τους πήγαν φρουρούμενους κατευθείαν μέσα στο αεροπλάνο και τους έστειλαν στο Κίνγκστον όπου έμειναν μερικές εβδομάδες προτού συνεχίσουν για τον Καναδά. Ο Ντόναλντ Ράσβαλ, από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ταξίδεψε χωριστά.
Ο Στάνλεϊ Μπόγκους, ο οποίος έκανε περιοδείες στο έργο περιοχής, απελάθηκε μαζί με τους υπόλοιπους ιεραποστόλους στις 3 Απριλίου. Αργότερα υπηρέτησε στο Ζαΐρ. Από τότε που επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1971, συνεχίζει να υπηρετεί τις γαλλικές εκκλησίες της Νέας Υόρκης. Έπειτα από μερικούς μήνες στον Καναδά, ο Μαξ Ντανιλέικο συνέχισε την υπηρεσία του στο Μπραζαβίλ του Κονγκό, στη Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής, στο Τσαντ, στη Νιγηρία και τώρα στην Ακτή Ελεφαντοστού. Ο Φρεντ Λούκακ υπηρέτησε στο Μπραζαβίλ του Κονγκό και στην Ακτή Ελεφαντοστού. Για λόγους υγείας αυτός και η σύζυγός του μεταφέρθηκαν στο Μπέθελ του Καναδά το 1985. Ο Πίτερ αυτή τη στιγμή υπηρετεί σε ισπανικές εκκλησίες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι υπόλοιποι ιεραπόστολοι εξακολουθούν να υπηρετούν τον Ιεχωβά όσια ή πέθαναν πιστοί.
Οι Θρησκευτικοί Ηγέτες Χαίρονται
Οι θρησκευτικοί ηγέτες έλεγαν συνεχώς στους κυβερνητικούς αξιωματούχους ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν κομμουνιστές οι οποίοι δεν υποστηρίζουν την κυβέρνηση. Επίσης, ο κλήρος είχε πει στους Μάρτυρες ότι απλώς περίμεναν μια κυβερνητική διαταγή για να τους ξεφορτωθούν.
Έτσι, δέχτηκαν με μεγάλη ευχαρίστηση την απέλαση των ιεραποστόλων. Ένας ραδιοφωνικός σταθμός των ευαγγελικών στη νότια ακτή μετέδωσε χαρούμενα την είδηση ως εξής: «Ο Χριστός και το Κράτος εκδίωξαν τους ψευδοπροφήτες από τη χώρα». Ο κλήρος περίμενε ότι το έργο της Βασιλείας θα τερματιζόταν. Αλλά το αξιοσημείωτο ήταν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν είχαν τεθεί εκτός νόμου.
Οι Αϊτινοί Συνεχίζουν
Ο Αντρέ Ρενέ, ένας από τους πρώτους Αϊτινούς που έλαβαν εκπαίδευση στη Γαλαάδ, έγινε επίσκοπος τμήματος, και οι ντόπιοι αδελφοί συνέχισαν κάνοντας το καλύτερο που μπορούσαν. Ο Ρενάν Σανόν (ο οποίος είχε υπηρετήσει λίγο καιρό ως επίσκοπος περιοχής), ο Εμίλ Σινές και ο Ντον Ντέλβα επιλέγησαν για την επίβλεψη των τριών περιοχών. Προς μεγάλη θλίψη των εναντιουμένων, το έργο συνέχισε να επεκτείνεται αξιοσημείωτα.
Μάλιστα, μερικά άτομα από τις τάξεις του κλήρου δέχτηκαν την αλήθεια. Για παράδειγμα, ο Σενέκ Ραφαέλ είχε μια εκτενή συζήτηση γύρω από το νέο κόσμο με τον Ογκοστίν Ζοζμόν, έναν Προτεστάντη πάστορα στη Λιανκούρ. Αυτός ο άντρας δέχτηκε να κάνει Γραφική μελέτη, παραιτήθηκε από την εκκλησία του και βαφτίστηκε. Αυτός και η οικογένειά του, που αποτελείται από δέκα παιδιά, είναι πολύ δραστήριοι Μάρτυρες.
Ο αριθμός των ατόμων που αναλάμβαναν την υπηρεσία σκαπανέα διαρκώς αυξανόταν. Ανάμεσά τους υπήρχαν άτομα που είχαν μάθει να διαβάζουν και να γράφουν μέσω των μαθημάτων που διεξάγονταν στην εκκλησία. Οι αδελφοί ενθάρρυναν και βοηθούσαν αυτούς τους σκαπανείς. Μάλιστα, εκείνοι που είχαν δικές τους δουλειές τούς έκαναν και «σκαπανικές τιμές»—μειωμένες τιμές προϊόντων και παροχής υπηρεσιών.
Οι εκκλησίες συνέχισαν να αυξάνονται τόσο καλά ώστε το 1963 ξεπέρασαν το όριο των χιλίων ευαγγελιζομένων, εφόσον αυτοί ανήλθαν στους 1.036 συνολικά. Μια καινούρια περιοχή σχηματίστηκε στη διάρκεια του έτους, και ο Σενέκ Ραφαέλ, ενθουσιώδης ομιλητής τώρα πια, διορίστηκε επίσκοπος περιοχής στο βορρά. Η μικρή περιοχή που του είχε ανατεθεί μπορούσε να καλυφτεί μέσα σε τέσσερις μήνες. Έτσι χρησιμοποιούσε τους «ελεύθερους μήνες» για να επισκέπτεται κωμοπόλεις όπου δεν υπήρχαν Μάρτυρες.
Άλλοι Δυο Νεαροί με Προοπτικές
Μεταξύ εκείνων που έγιναν Μάρτυρες στη διάρκεια αυτής της εποχής ήταν μερικοί που έγιναν ζηλωτές στην προώθηση της αγνής λατρείας.
Παλαιότερα, το 1961, ο 22χρονος Φίλζενς Γκασπάρ είχε δει έναν Αντβεντιστή να σκίζει μια σελίδα από τη Γραφή του καθώς δεν μπορούσε να αντικρούσει τα εδάφια με τα οποία τον έφερε αντιμέτωπο ένας Μάρτυρας. Αν και ήταν πιστός Καθολικός, ο Φίλζενς παραδεχόταν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήξεραν καλά την Αγία Γραφή. Είχε διαπιστώσει ότι δεν μπορούσε να καταλάβει τα όσα διάβαζε στην Αγία Γραφή του την οποία δανειζόταν, και έτσι ζήτησε από αυτόν το Μάρτυρα να τον βοηθήσει. Μελετούσαν κάθε Κυριακή. Σε σύντομο διάστημα άρχισε να παρακολουθεί συναθροίσεις, σταμάτησε να πηγαίνει στην εκκλησία και άρχισε να συμμετέχει στην υπηρεσία αγρού. Όταν βαφτίστηκε το Μάρτιο του 1965, ο επόμενος στόχος του ήταν να γίνει σκαπανέας.
Το 1962, ο Βιλνέρ Εμανιέλ, 15 ετών, διάβαζε για το μαρξισμό μαζί με άλλους νεαρούς. Αλλά πίστευε ότι υπήρχε Θεός και ότι Εκείνος ήταν υπεύθυνος για την τάξη που υπάρχει στο σύμπαν. Ένας άλλος μαθητής, γιος του Ντιέγκο Σκότλαντ, του δάνειζε τη Σκοπιά, το Ξύπνα! και άλλα έντυπα. Επίσης, ο Αλφόνς Εκτόρ, ένας 35χρονος γείτονας ο οποίος δεν ήταν ακόμη Μάρτυρας, του έδωσε το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής» και τον συμβούλεψε να μελετήσει την Αγία Γραφή.
Ο Βιλνέρ τώρα λέει: «Διάβασα όλο το βιβλίο μέσα σε εκείνη τη νύχτα και άρχισα να θεωρώ τον εαυτό μου αφιερωμένο στον Ιεχωβά. Μερικές ημέρες αργότερα, ο Αλφόνς διευθέτησε να μελετήσει μαζί μου η αδελφή Ντερενονκούρ. Αυτή εξεπλάγη με το πόσο καλά κατανοούσα τα όσα είχα διαβάσει». Ο Βιλνέρ σημείωσε γοργή πρόοδο και βαφτίστηκε τον Αύγουστο του 1965. Και αυτός εξελίχτηκε σε άτομο που εργάστηκε σκληρά για τη Βασιλεία του Ιεχωβά και το νέο κόσμο.
Στο μεταξύ, το 1966, αυτός που τότε υπηρετούσε ως επίσκοπος τμήματος δεν στάθηκε πιστός στη Χριστιανική παρακαταθήκη του και αποκόπηκε. Ο Προφέτ Πενσόν, ένας ήπιος και συγκρατημένος άντρας 29 χρονών, έγινε επίσκοπος τμήματος και υπηρέτησε κατά τα επόμενα έξι χρόνια. Είχε βαφτιστεί το 1960 και είχε αρχίσει σκαπανικό το 1962. Το γραφείο βρισκόταν τώρα στη γωνία της οδού Βαγκ και της λεωφόρου Κριστόφ στο Πορτ-ο-Πρενς.
Το 1967, ο Φίλζενς Γκασπάρ, ο οποίος είχε βαφτιστεί μόλις δυο χρόνια νωρίτερα, εργαζόταν ως δάσκαλος σε δημοτικό σχολείο. Επειδή σχεδίαζε να κάνει σκαπανικό, έκανε αίτηση να του επιτρέψουν να διδάσκει με μειωμένο ωράριο. Επειδή το απέρριψαν αυτό, εκείνος παραιτήθηκε από τη δουλειά του με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να κερδίζει τα προς το ζην ενασχολούμενος στο χόμπι της ζωγραφικής. Αλλά προτού καλά-καλά υποβάλει αίτηση για τακτικό σκαπανικό, διορίστηκε ειδικός σκαπανέας. Τρεις μήνες αργότερα τον προσκάλεσαν να εργαστεί στο Μπέθελ και εν συνεχεία, τον Ιανουάριο του 1969, άρχισε να υπηρετεί ως επίσκοπος περιοχής. Ο Φίλζενς ήταν ένας άνθρωπος με ήρεμη ιδιοσυγκρασία και είχε ήδη εξελιχτεί σε εύγλωττο ομιλητή που τον άκουγε κανείς ευχάριστα.
Θαρραλέα Αντιμετώπιση της Εναντίωσης
Το 1969, ο κλήρος άρχισε και πάλι να φημολογεί ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν κομμουνιστές. Η κυβέρνηση διέταξε να γίνει έρευνα για τυχόν ανατρεπτικά έντυπα που δήθεν χρησιμοποιούσαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Έτσι διαδόθηκε ότι στο Πορτ-ο-Πρενς οι Μάρτυρες συλλαμβάνονταν. Πολλοί άνθρωποι έσπευσαν να καταστρέψουν τα περιοδικά που είχαν πάρει και έπαψαν να δέχονται με καλό τρόπο τους αδελφούς.
Σε κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις, τοπικοί αξιωματούχοι ανέλαβαν δράση σε βάρος των αδελφών μας, παρότι δεν είχαν λάβει κατεύθυνση από την κεντρική κυβέρνηση να κάνουν κάτι τέτοιο. Δυο ειδικές σκαπάνισσες, η Φουρσίνα Σαρλ και η Γιολάντ Φιεβρ, έλαβαν μια κοινοποίηση από το νομάρχη του Λιμπέ, η οποία έλεγε: «Η δημόσια κατακραυγή σάς χαρακτηρίζει ως ανεπιθύμητες εδώ στο Λιμπέ. Σας γνωστοποιώ ότι δεν είστε πλέον ευπρόσδεκτες ανάμεσά μας». Ο δήμαρχος τους είπε ότι δεν μπορούσε να τους επιτρέψει να κηρύττουν και να διεξάγουν συναθροίσεις παρά μόνο αν είχαν πάρει έγκριση από τις αρχές στο Πορτ-ο-Πρενς. Έκλεισε μάλιστα την Αίθουσα Βασιλείας. Αλλά οι αδελφές αυτές και οι λίγοι ακόμη ευαγγελιζόμενοι που βρίσκονταν εκεί συνέχισαν να κηρύττουν και να διεξάγουν συναθροίσεις σε ιδιωτικά σπίτια—σε διαφορετικά μέρη και διαφορετικές ημέρες.
Λίγους μήνες μετά, η Φουρσίνα παντρεύτηκε τον Ζακ Φρανσουά, που ήταν ειδικός σκαπανέας. Εκείνη ήταν 39 χρονών, είχε βαφτιστεί το 1959 και έκανε σκαπανικό από το 1961. Ο Ζακ ήταν 29 χρονών. Μόλις έφτασε στο Λιμπέ έκανε την αρχή διεξάγοντας και πάλι τις συναθροίσεις στην Αίθουσα Βασιλείας. Αυτός είπε: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι αναγνωρισμένη θρησκεία και δεν έχω υπόψη μου κανένα διάταγμα που να τους θέτει εκτός νόμου».
Εκείνος λοιπόν και η Φουρσίνα συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στη νομαρχία. Ο νομάρχης τούς είπε ότι δεν υπήρχε καμιά κατηγορία εναντίον τους και ότι υπεύθυνος για τις ενέργειες αυτές ήταν ο δήμαρχος. Την επόμενη ημέρα ο δήμαρχος τους είπε ότι υπεύθυνος ήταν ο αρχηγός της πολιτοφυλακής. Με τη σειρά του, ο αρχηγός της πολιτοφυλακής είπε ότι δεν είχε τίποτα εναντίον τους. Έτσι, συνέχισαν να διεξάγουν τις συναθροίσεις χωρίς άλλα προβλήματα. Ο Ζακ πέθανε το 1993, υπηρετώντας πιστά ως πρεσβύτερος στο Πορτ-ο-Πρενς.
Οι Κόρες του Δημάρχου Ήταν τα Πρόβατα
Στο Μπασέν Μπλε, ένας ειδικός σκαπανέας άρχισε να διεξάγει Γραφική μελέτη με τον ιερέα το 1970, και ο ιερέας παρακολούθησε την Ανάμνηση. Ωστόσο, ο δήμαρχος της πόλης προσπάθησε να τον αποτρέψει λέγοντας: «Πάτερ, εσείς έχετε σπουδάσει. Δεν είναι σωστό να κάθεστε μπροστά σε αυτόν τον ασήμαντο Μάρτυρα του Ιεχωβά και να σας διδάσκει αυτός». Τελικά ο ιερέας σταμάτησε τη μελέτη.
Ωστόσο, τότε άρχισε να μελετάει η μεγάλη κόρη του δημάρχου, η Ζοζέτ. Ο πατέρας της αντέδρασε σε αυτό, αλλά εκείνη πήρε σταθερή στάση υπέρ της αλήθειας και βαφτίστηκε. Με τον καιρό οι αδελφές της ακολούθησαν το παράδειγμά της. Ο δήμαρχος δεν το ακολούθησε· αλλά έγινε φιλικός απέναντι στους Μάρτυρες. Όσο για τη Ζοζέτ, τώρα είναι τακτική σκαπάνισσα και σύζυγος πρεσβυτέρου.
Εξαιτίας των αναληθών αυτών διαδόσεων οι αδελφοί δυσκολεύονταν να νοικιάζουν αίθουσες για τις συνελεύσεις. Έτσι έχτισαν μια απλή αίθουσα στο Μαριανί, στο Πορτ-ο-Πρενς. Άρχισαν να τη χρησιμοποιούν το 1970 και κάθε χρόνο, καθώς μεγάλωνε το ακροατήριο, έκαναν προσθήκες. Είχε πολλή ζέστη κάτω από την αυλακωτή λαμαρίνα που είχαν για στέγη· αλλά αυτό ήταν καλύτερο από το τίποτα για τους 2.049 ευαγγελιζομένους που έδιναν έκθεση το 1970.
Ένας Αϊτινός του Εξωτερικού Επιστρέφει για να Βοηθήσει
Εκείνη την εποχή η έξοδος των Αϊτινών για τη Βόρεια Αμερική εντεινόταν διαρκώς. Από μια σταγόνα, κατά τη δεκαετία του 1960, έγινε ανθρωποπλημμύρα στα τέλη της δεκαετίας του 1970 καθώς ο κόσμος έφευγε με σαπιοκάραβα. Υπήρχαν ήδη αρκετοί Αϊτινοί στη Νέα Υόρκη στις αρχές της δεκαετίας του 1960, τόσοι ώστε να απαρτίζουν ένα γαλλόφωνο ιεραποστολικό τομέα εκεί. Η πρώτη γαλλόφωνη εκκλησία σχηματίστηκε το 1969, και από αυτή την εκκλησία προερχόταν ο Μισέλ Μεντόρ.
Αυτός ήταν Αϊτινός αλλά κατοικούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες και άρχισε να μελετάει με τους Μάρτυρες το 1966. Προόδευσε γρήγορα και βαφτίστηκε το 1967. Εκπαιδεύτηκε στη Σχολή Γαλαάδ το 1971 και διορίστηκε στην Αϊτή ως επίσκοπος τμήματος. Τότε ήταν ένας γεροδεμένος, άγαμος άντρας 34 χρονών, που χαρακτηριζόταν από φιλικότητα και καλές ηγετικές ικανότητες. Ο ερχομός του ήταν ιδιαίτερα ευπρόσδεκτος επειδή οι προσπάθειες που γίνονταν για να έρθουν ιεραπόστολοι στη χώρα ήταν ανεπιτυχείς.
Άλλοι Μάρτυρες έρχονταν με δική τους πρωτοβουλία για να υπηρετήσουν ως σκαπανείς εκεί όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη. Κατόπιν, το 1972, η Εταιρία αποφάσισε να κάνει μια ακόμη δοκιμή αποστέλλοντας τέσσερις καινούριους αποφοίτους της Γαλαάδ για ιεραποστολικό έργο. Ωστόσο, με την υποστήριξη του υπουργού εσωτερικών, ένας ανώτατος αξιωματούχος τους είπε ότι αν εξακολουθούσαν να βρίσκονται στη χώρα μετά τη λήξη της τουριστικής βίζας θα ασκούνταν δίωξη σε βάρος τους. Έτσι πήγαν στο Πόρτο Ρίκο περιμένοντας νέο διορισμό. Λίγο αφότου έφυγαν, ο ανώτατος αξιωματούχος πέθανε. Τρεις μήνες μετά, ο υπουργός έπεσε σε δυσμένεια, καθαιρέθηκε από υπουργός και στάλθηκε σε εξορία.
Ένας Ανέλπιστος Υπέρμαχος
Η εναντίωση προερχόταν κυρίως από αξιωματούχους οι οποίοι υποκινούνταν από την προπαγάνδα του κλήρου ή πιέζονταν από αυτή την προπαγάνδα να ενεργήσουν εναντίον των Μαρτύρων. Μερικοί είχαν προσωπικές προκαταλήψεις. Οι ενέργειές τους δεν αντανακλούσαν την επίσημη κυβερνητική θέση. Πρόσφατα είχε πεθάνει ο τότε πρόεδρος της Αϊτής, ο οποίος, όταν ήταν νέος, είχε μελετήσει με τους Μάρτυρες. Παρ’ όλο που επέλεξε ένα διαφορετικό τρόπο ζωής, εξακολουθούσε να τρέφει σεβασμό για τους αδελφούς. Επιπλέον, η εντιμότητα των Μαρτύρων, η πολιτική ουδετερότητα που διακρατούσαν και ο σεβασμός που έδειχναν για τους νόμους είχαν κερδίσει το θαυμασμό και άλλων υψηλά ιστάμενων ατόμων. Ένα παράδειγμα είναι η εξής εμπειρία που μας διηγείται κάποιος σκαπανέας:
«Καθώς πρόσφερα τα περιοδικά σε δυο άντρες στο Πορτ-ο-Πρενς, ο ένας από αυτούς είπε: ‘Αν είχα την εξουσία, όλους εσάς τους Μάρτυρες του Ιεχωβά θα σας έβαζα στη φυλακή’. Ο άλλος, που ήταν υπουργός της κυβέρνησης, επενέβη προτού μπορέσω να απαντήσω. Είπε στον άνθρωπο αυτόν ότι, από όσα είχε δει στα ταξίδια που είχε κάνει και στις θρησκευτικές τελετές, όλες οι θρησκείες, εκτός από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αναμείγνυαν τη λατρεία τους με τον πνευματισμό. Έπειτα πρόσθεσε: ‘Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι αυτοί που ασκούν την αληθινή Χριστιανοσύνη’».
Σε Αναζήτηση Καλύτερων Εγκαταστάσεων για το Τμήμα
Ωστόσο, επειδή η Εταιρία δεν είχε ιδιόκτητο γραφείο τμήματος, το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Αϊτή στερούνταν κύρους και ταυτότητας στα μάτια μερικών ανθρώπων. Το 1971, κάποιος δικηγόρος νοίκιασε στην Εταιρία ένα σπίτι το οποίο βρισκόταν στην οδό Σεν-Ζεράρ. Αλλά όταν έμαθε ότι προοριζόταν για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αρνήθηκε να ανανεώσει το ενοικιαστήριο.
Έπειτα από αρκετή προσπάθεια να βρεθεί κάποιο άλλο μέρος, το γραφείο τμήματος μεταφέρθηκε σε ένα σπίτι της οδού Σεριέ, στο Καναπέ Βερ. Παρέμεινε εκεί τέσσερα χρόνια, προτού μεταφερθεί στο Ντελμάς το 1975, αλλά εκείνο το σπίτι ήταν πολύ μικρό για τις δικές μας ανάγκες. Ο Μισέλ Μεντόρ θυμάται: «Έπρεπε να αποθηκεύουμε τα έντυπα στα υπνοδωμάτια, στο χώρο υποδοχής και στις σκάλες. Έτσι, ο επίσκοπος ζώνης μάς συμβούλεψε να ψάξουμε για κάποιον άλλο χώρο, και έτσι άρχισε να καλλιεργείται η ιδέα της ανεύρεσης γης για οικοδόμηση».
Ένα Μέρος του Κλήρου το Εξυμνεί· Ένα Άλλο το Καταδικάζει
Το 1968 οι αδελφοί έλαβαν το βιβλίο Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή. Άρχισαν να το χρησιμοποιούν με ενθουσιασμό. Το έντυπο αυτό συνέβαλε στο να κερδηθούν οι καρδιές νεαρών ατόμων υπέρ της Αγίας Γραφής. Ορισμένοι κληρικοί μάλιστα χρησιμοποιούσαν ύλη από αυτό στις ομιλίες τους, μόνο που παρέλειπαν το όνομα Ιεχωβά.
Το 1972, ένας Καθολικός ιερέας το παρουσίασε μάλιστα στον καθεδρικό ναό τού Πορτ-ο-Πρενς και είπε: «Αν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σας προσφέρουν αυτό το μικρό μπλε βιβλίο, πάρτε το. Είναι η αλήθεια». Μια γυναίκα τον κοιτούσε αποσβολωμένη. Ο γιος της ήταν Μάρτυρας και εκείνη του εναντιωνόταν. Γύρισε στο σπίτι και τον ρώτησε αν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν ένα μικρό μπλε βιβλίο. «Ναι», απάντησε αυτός. Κατόπιν του είπε τι είχε πει ο ιερέας και, όταν ο γιος της τής πρότεινε να μελετήσει μαζί της, δέχτηκε. Έγινε βαφτισμένη Μάρτυρας.
Ωστόσο, ο κλήρος γενικά εξαγριωνόταν βλέποντας μέλη της εκκλησίας τους να εγκαταλείπουν το ποίμνιό τους. Άρχισαν να επικρίνουν το βιβλίο Αλήθεια από τον άμβωνα. Προτεστάντες πάστορες—ο Εβάν Αντουάν, ο Λουί Ντεζιρέ και άλλοι—άρχισαν να κάνουν ραδιοφωνικές εκπομπές κατά των Μαρτύρων. Ο Αντουάν με μοχθηρότητα επέκρινε το βιβλίο πρόταση προς πρόταση σε ένα πρόγραμμα του ραδιοφωνικού σταθμού MBC στο Πορτ-ο-Πρενς κάθε Κυριακή απόγευμα και έκανε κακεντρεχή σχόλια γύρω από τις διδασκαλίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Σκοπός του ήταν να στρέψει τους ανθρώπους κατά του βιβλίου Αλήθεια.
Συνέβη το αντίθετο. Αυτή η προσπάθεια κίνησε την περιέργεια των ανθρώπων και το βιβλίο διανεμήθηκε ευρύτατα από το 1972 μέχρι το 1975. Οι άνθρωποι συχνά σταματούσαν τους ευαγγελιζομένους στο δρόμο και τους ζητούσαν «τι λιβ πο μπλε α» (το μικρό βιβλίο με το μπλε κάλυμμα). Πολλοί από αυτούς έγιναν Μάρτυρες.
Τα ραδιοφωνικά προγράμματα επίσης προκάλεσαν τη συμπάθεια υψηλών κυβερνητικών στελεχών για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αναφορικά με αυτό, ο Ροντρίγκ Μεντόρ λέει:
«Ο υπουργός θρησκευμάτων κάλεσε τον Μισέλ Μεντόρ και εμένα για το ζήτημα του χαιρετισμού της σημαίας. Με αναγνώρισε, επειδή ήμουν ο ράφτης του, και είπε: ‘Εσύ είσαι αυτός που μας δημιουργεί τόσα προβλήματα;’ Κατόπιν αναφέρθηκε στον πάστορα που μιλούσε από το ραδιόφωνο. ‘Γιατί δεν του απαντάτε;’ ρώτησε. Του εξήγησα ότι δεν επιδιώκαμε δημόσιες αντιπαραθέσεις, οι οποίες απλώς θα υποβίβαζαν την αξιοπρέπεια του αγγέλματός μας».
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά «στον Αέρα»
Ωστόσο, τον Απρίλιο του 1973, η Εταιρία άρχισε να παρουσιάζει ένα δικό της 30λεπτο πρόγραμμα, με τίτλο «Ο Λόγος σου Είναι Αλήθεια», στο Ράδιο Αϊτή κάθε Τετάρτη βράδυ. Στόχος της εκπομπής ήταν να προσφέρει την καλύτερη πληροφόρηση γύρω από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και να υπερνικήσει την προκατάληψη που είχαν δημιουργήσει οι εκπομπές κατά των Μαρτύρων. Το πρόγραμμα δεν καταπιανόταν με αντιλογίες ως προς τις δηλώσεις των παστόρων αλλά ασχολούνταν με θέματα όπως το μέλλον της γης, οι σκοποί του Θεού και θέματα που ενδιαφέρουν την οικογένεια. Έπαιρναν υλικό από τα έντυπα της Εταιρίας, όπως το βιβλίο Είναι η Βίβλος Πράγματι ο Λόγος του Θεού; και το Ξύπνα! Έτσι, το πρόγραμμα ήταν ανώτερου επιπέδου από τα προγράμματα των παστόρων, πράγμα που κέρδισε το θαυμασμό και το σεβασμό των ανθρώπων.
Από τη στιγμή που εξυπηρέτησε το σκοπό του, και επειδή ήταν επί πληρωμή, το πρόγραμμα διακόπηκε το Νοέμβριο του 1974. Τότε, οι άνθρωποι είχαν πλέον διακρίνει ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά υπερασπίζονταν καλά τους εαυτούς τους. Επίσης, το βιβλίο Αλήθεια συνέχισε να έχει αξιοθαύμαστη κυκλοφορία.
Ωστόσο, οι θρησκευτικοί ηγέτες και τα άτομα που βρίσκονταν υπό την επιρροή τους άρχισαν μια καινούρια επίθεση επαναφέροντας στη δημοσιότητα το ζήτημα του χαιρετισμού της σημαίας στα σχολεία. Μερικές εφημερίδες περιείχαν άρθρα κατά των Μαρτύρων. Έτσι, το ζήτημα απασχόλησε και πάλι τις αρχές. Υπουργοί της κυβέρνησης κάλεσαν τον Ροντρίγκ Μεντόρ και, ουσιαστικά, τον πληροφόρησαν ότι αυτό το πρόβλημα τους έφερνε σε δύσκολη θέση. Αλλά τον ήξεραν καλά και τον σέβονταν· έτσι η κατάσταση παρέμεινε όπως είχε.
Πρόβλημα οι Ανεπαρκείς Αίθουσες
Λίγοι αξιωματούχοι, μερικοί από τους οποίους επηρεάζονταν από τους δεσμούς τους με την εκκλησία, επέβαλαν περιορισμούς σε Μάρτυρες του Ιεχωβά. Προκειμένου να παρεμποδίσουν τη χορήγηση αδειών για την ανέγερση Αιθουσών Βασιλείας, αυτοί οι αξιωματούχοι εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός ότι οι Μάρτυρες δεν είχαν κάποιον κρατικά αναγνωρισμένο τοπικό σύλλογο. Ωστόσο, το πρόβλημα των αιθουσών ήταν κυρίως οικονομικό. Οι περισσότερες εκκλησίες δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να χτίσουν, οπότε νοίκιαζαν μικρά κτίρια, τα περισσότερα από τα οποία δεν είχαν ούτε τις βασικές εγκαταστάσεις. Μερικά άτομα δίσταζαν να παρευρεθούν στις συναθροίσεις μέσα σε τέτοιους ταπεινούς χώρους. Ωστόσο, ο αριθμός των παρόντων ήταν πολύ μεγάλος σε ορισμένες περιπτώσεις. Το 1975, σε μια εκκλησία 100 ευαγγελιζομένων παρακολούθησαν την Ανάμνηση 400 και πλέον άτομα. Περισσότεροι ήταν έξω από την αίθουσα παρά μέσα. Έπρεπε να βρεθεί κάποιος τρόπος για να οικοδομηθούν Αίθουσες Βασιλείας.
Μερικές εκκλησίες τα κατάφεραν παίρνοντας δάνεια από αδελφούς που είχαν την οικονομική δυνατότητα να τα χορηγήσουν και, αργότερα, το Κυβερνών Σώμα έκανε πρόβλεψη για κάποια διευθέτηση που θα υποβοηθούσε τη χρηματοδότηση για την ανέγερση Αιθουσών Βασιλείας. Πολλές υπέροχες αίθουσες έχουν χτιστεί από τότε που έγινε αυτό, το 1978.
Η Επιτροπή του Τμήματος
Η διευθέτηση σχετικά με την Επιτροπή του Τμήματος τέθηκε σε ισχύ το 1976. Τα αρχικά μέλη ήταν ο Μισέλ Μεντόρ, ο Σενέκ Ραφαέλ και ο Ντεφένς Ζοζέφ, ο οποίος είχε αρχίσει να υπηρετεί ως ειδικός σκαπανέας 11 μήνες μετά το βάφτισμά του το 1962. Ο Ροντρίγκ Μεντόρ έγινε μέλος της επιτροπής το 1977. Το 1980, ο Ντεφένς Ζοζέφ εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω του ότι έπρεπε να επιμεληθεί τις οικογενειακές του υποχρεώσεις.
Όταν έλαβαν το βιβλιάριο Αίμα, Ιατρική και ο Νόμος του Θεού (στη γαλλική) το 1978, η Επιτροπή του Τμήματος ζήτησε από τον Βιλνέρ Εμανιέλ να έρθει σε επαφή με την ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου της Αϊτής. Ο κοσμήτορας της σχολής συγκέντρωσε τους φοιτητές της ιατρικής και ζήτησε από τον Βιλνέρ να τους εξηγήσει την άποψη των Μαρτύρων του Ιεχωβά γύρω από το ζήτημα του αίματος. Μετά την ομιλία, δέχτηκαν ευχαρίστως αντίτυπα του βιβλιαρίου που τους δόθηκαν τιμής ένεκεν. Από τότε μέχρι σήμερα, που είναι πια επαγγελματίες γιατροί, πολλοί από αυτούς έχουν δείξει σεβασμό για τη στάση των Μαρτύρων του Ιεχωβά κατά των μεταγγίσεων αίματος.
Επιτέλους Νέοι Ιεραπόστολοι!
Επιτέλους, το Μάιο του 1981, και πάλι, ένα ζευγάρι ιεραποστόλων κατάφερε να μπει στη χώρα και να πάρει άδεια παραμονής. Ο Τζον και η Ινέζ Νόρμαν βρίσκονταν στο έργο περιοχής στον Καναδά όπου ήταν πολύ αποτελεσματικοί στη διακονία τους. Σχολιάζοντας τον τρόπο με τον οποίο κήρυττε ο Τζον, ένας επίσκοπος περιφερείας είπε κάποτε: «Είναι ενδιαφέρον να βγαίνεις μαζί του επειδή ποτέ δεν ξέρει κανείς τι θα κάνει από τη μια πόρτα στην άλλη. Είναι πηγαίος».
Ο Τζον γεννήθηκε στο Μονσεράτ των Δυτικών Ινδιών το 1940 και μεγάλωσε στον Καναδά. Οι γονείς του είχαν υπηρετήσει εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη στη Λιβερία. Ο Τζον βαφτίστηκε το 1954 και άρχισε το σκαπανικό το 1958. Η Καναδή σύζυγός του άρχισε το σκαπανικό το 1968.
Όταν ήρθαν στην Αϊτή, διορίστηκαν ως σκαπανείς για λίγο. Αργότερα τους κάλεσαν στο Μπέθελ τον Ιανουάριο του 1983 και ο Τζον διορίστηκε συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος. Ο Μισέλ Μεντόρ είχε ασκήσει καλά την επίβλεψη του γραφείου τμήματος επί έντεκα χρόνια. Τώρα ανέλαβε το έργο περιοδεύοντα επισκόπου περιφερείας ενώ παράλληλα υπηρετούσε ως ειδικός σκαπανέας στη διάρκεια των μηνών κατά τους οποίους δεν υπήρχαν συνελεύσεις.
Άλλοι ιεραπόστολοι από τον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Νιγηρία και άλλα μέρη της Καραϊβικής συμβάλλουν επίσης στην πρόοδο του έργου της Βασιλείας εδώ. Αγαπούν αυτόν το λαό. Τους αρέσει να εργάζονται ανάμεσα στις μάζες των φτωχών ανθρώπων οι οποίοι κατοικούν σε σπίτια που στριμώχνονται το ένα πάνω στο άλλο στις όχθες των ξεροπόταμων, καθώς και ανάμεσα στους πλούσιους οι οποίοι ζουν στις επαύλεις τους. Άνθρωποι και των δυο αυτών τάξεων—δικαστές, γιατροί, πολιτικοί μηχανικοί, επιχειρηματίες, επαγγελματίες, έμποροι και εργάτες—τους συντροφεύουν καθώς κηρύττουν σε άλλους για τον ερχόμενο νέο κόσμο.
Υπηρεσία Εκεί Όπου η Ανάγκη Είναι Μεγαλύτερη
Εκτός από τους ιεραποστόλους, υπάρχουν πολλοί που ανέλαβαν προσωπικά την πρωτοβουλία να έρθουν στην Αϊτή για να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη είναι μεγαλύτερη. Σε αυτούς συγκαταλέγεται η Μαξίν Σταμπ και η Μπέτι Γούτεν, οι οποίες έχουν κάνει παραγωγικό έργο στην Πετιόν-βιλ και στο Τομασέν. Η Μαξίν πήγε στο Τομασέν, μια κοινότητα που κατά την άποψη πολλών δεν επρόκειτο να παραγάγει Μάρτυρες.
Στα 55 της, η Μαξίν άρχισε να νιώθει τα χρόνια να βαραίνουν πάνω της. Ο σύζυγός της είχε εγκαταλείψει τόσο εκείνη όσο και την οργάνωση του Ιεχωβά. Ωστόσο, υπέμεινε επί 23 χρόνια σε εκείνον τον ορεινό τομέα, παρά την τοπική εναντίωση. Τα φτωχά γαλλικά της και η περιορισμένη γνώση της κρεολής που είχε την έκαναν να ακούγεται σαν να μιλούσε αγγλικά. Οι άνθρωποι ίσως έπρεπε να ακούν πιο προσεκτικά για να την καταλαβαίνουν· αλλά το θερμό ενδιαφέρον και η ειλικρίνειά της τους έλκυαν. Πολλοί έκαναν μελέτη μαζί της και έγιναν Μάρτυρες. Υπηρέτησε ως τακτική σκαπάνισσα στο Τομασέν μέχρι το 1992, οπότε, σε ηλικία 75 ετών, δεν μπορούσε πλέον να αντέξει τη ζωή στα βουνά. Επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες για ιατρική περίθαλψη, και τώρα υπηρετεί ως σκαπάνισσα στη Φλόριντα.
Η Μπέτι Γούτεν άρχισε το «σκαπανικό» την ημέρα που βαφτίστηκε, το 1962. Δεν είχε αντιληφτεί ότι έπρεπε να υποβάλει αίτηση! Στην πραγματικότητα, διορίστηκε το 1967. Από τότε που ήρθε στην Αϊτή υπηρετεί στην Πετιόν-βιλ ως ειδική σκαπάνισσα. Είναι μαύρη, ξεχειλίζει από ενθουσιασμό και δείχνει πολύ νεότερη από 57 χρονών, που είναι η πραγματική της ηλικία. Μερικές φορές μέσα στην ένταση που την κυριεύει καθώς εξηγεί τις Γραφές, χωρίς να το καταλάβει αφήνει κατά μέρος την κρεολή και αρχίζει να μιλάει αγγλικά. Αλλά η ειλικρίνεια με την οποία παρουσιάζει την αλήθεια και ο δυναμικός τρόπος λογίκευσης που χρησιμοποιεί κάνουν τους ανθρώπους να ακούν και να ανταποκρίνονται.
Σε μια επίσκεψη του Τζον και της Ινέζ Νόρμαν στο γραφείο τμήματος του Καναδά το 1982, κάποιος από το τμήμα συνδρομών τους ρώτησε: «Ποια είναι η Μπέτι Γούτεν;» Το τμήμα διεκπεραίωνε δεκάδες συνδρομές περιοδικών που είχε κάνει η ίδια. Γιατί τόση επιτυχία; Πάντα κηρύττει. Η επίσημη υπηρεσία αγρού είναι για την Μπέτι προέκταση της ανεπίσημης μαρτυρίας. Στα καταστήματα, όταν πηγαίνει σε κάποιο εστιατόριο, στα πρατήρια βενζίνης—οπουδήποτε και οποτεδήποτε βρίσκει ευκαιρίες προσφέρει περιοδικά, βιβλία, συνδρομές και Γραφικές μελέτες. Τώρα μπορεί να αναπολεί τα 22 και πλέον χρόνια που έχει ζήσει στην Αϊτή, ικανοποιημένη που είχε κάποια συμμετοχή στην υποβοήθηση 70 και πλέον ανθρώπων να αρχίσουν να υπηρετούν τον Ιεχωβά!
Τώρα υπάρχουν τέσσερις εκκλησίες στην Πετιόν-βιλ, δύο στο Τομασέν και άλλη μία στο Κενσκόφ—εφτά εκκλησίες που συνολικά το 1993 πλησίαζαν τους 700 ευαγγελιζομένους, σε έναν τομέα που πρώτα τον επιμελούνταν μια εκκλησία.
Ένας Χούνγκαν Βρίσκει την Αλήθεια
Ανάμεσα σε εκείνους που έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αϊτή βρίσκεται ένας πρώην ιερέας βουντού—ένας χούνγκαν—από το Λαμπίς. Ο Ιριλιέν Ντεζίρ άρχισε να διερωτάται για τον Θεό και ένιωσε την επιθυμία να εγκαταλείψει το βουντού. Το εξέφρασε αυτό ανοιχτά στον Καθολικό ιερέα και του πήγε τα τελετουργικά του υλικά. Ωστόσο, δεν έλαβε καμιά πνευματική βοήθεια και έτσι επέστρεψε στο βουντού.
Κατόπιν, οι γιοι του από το Πορτ-ο-Πρενς και από το εξωτερικό τού έγραψαν ότι μελετούσαν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και τον συμβούλεψαν να κάνει το ίδιο. Ως αποτέλεσμα, πήγε με το άλογό του 50 χιλιόμετρα μακριά μέχρι το Λ’ Αζίλ για να βρει τους Μάρτυρες. Εξακολούθησε να πηγαίνει εκεί με το άλογό του δυο φορές την εβδομάδα για να μελετάει μαζί τους και για να παρακολουθεί τις συναθροίσεις. Τα πνεύματα, ή λόα, που υπηρετούσε άρχισαν να τον παρενοχλούν και του ανακοίνωσαν μάλιστα το θάνατό του. Είχε βάλει να του φτιάξουν ένα φέρετρο, αλλά αυτός έλεγε: «Δεν φοβάμαι πια το θάνατο. Ξέρω ότι θα γίνει ανάσταση». Ωστόσο, επειδή δεν πέθανε τότε, χρησιμοποιούσε το φέρετρο για να αποθηκεύει τα τρόφιμα που μάζευε από τα χωράφια.
Άρχισε να κηρύττει μαζί με τους σκαπανείς που τώρα είχαν διοριστεί στο Λαμπίς και βαφτίστηκε. Έπειτα δώρισε ένα κομμάτι γης για να χτιστεί μια Αίθουσα Βασιλείας. Το 1989 πέθανε πιστός στον Ιεχωβά.
Επανάσταση Αλλά Όχι Νέος Κόσμος
Οι πολυσύχναστοι, στενοί δρόμοι του Πορτ-ο-Πρενς συνήθως είναι ένα κινούμενο συνονθύλευμα φανταχτερών, ζωηρόχρωμων τροχοφόρων που είναι γεμάτα επιβάτες. Αλλά, στις 5-8 Δεκεμβρίου 1985, τόσο στα τροχοφόρα όσο και στους δρόμους, επικρατούσε ακόμη μεγαλύτερος συνωστισμός από ό,τι συνήθως. Η Αϊτή φιλοξενούσε εκατοντάδες Μάρτυρες από άλλες χώρες. Αυτοί παρακολουθούσαν τη Συνέλευση «Διακράτηση Ακεραιότητας» στο Αθλητικό Κέντρο του Καρφούρ. Οι 4.048 ευαγγελιζόμενοι έμειναν κατάπληκτοι καθώς 16.260 άτομα παρακολούθησαν τη δημόσια ομιλία «Οι Καιροί και οι Εποχές του Θεού—Τι Δείχνουν;»
Δυο μήνες μετά, μια επανάσταση τερμάτισε την 28χρονη διακυβέρνηση του Ντιβαλιέ, στις 7 Φεβρουαρίου 1986. Το έθνος χάρηκε ελπίζοντας να έρθουν καλύτερες συνθήκες. Αλλά η καταστραμμένη οικονομία και η ποιότητα της ζωής συνέχισαν να επιδεινώνονται καθώς η πολιτική αστάθεια οδήγησε σε έξι αλλαγές κυβέρνησης μέσα σε έξι χρόνια, ως το 1992!
Ανέγερση Νέου Μπέθελ
Στο μεταξύ, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ανυπομονούσαν για ένα διαφορετικό ιστορικό γεγονός. Από το Νοέμβριο του 1984, ειδικευμένοι διεθνείς εθελοντές, από τη Βόρεια Αμερική και από άλλα μέρη, τους βοηθούσαν στην ανέγερση νέων εγκαταστάσεων τμήματος σε 45 στρέμματα γης στο Σάντο, κοντά στο Πορτ-ο-Πρενς. Προσλήφτηκαν Αϊτινοί Μάρτυρες που είχαν κάποιες ειδικότητες στην οικοδόμηση και εκατοντάδες άλλοι προσφέρθηκαν εθελοντικά για το έργο. Το συγκρότημα του Μπέθελ, σε σχήμα Π, περιλαμβάνει γραφεία, αποθήκη εντύπων και ένα διώροφο συγκρότημα κατοικιών. Ταυτόχρονα χτίστηκε μια Αίθουσα Συνελεύσεων.
Αυτές οι εγκαταστάσεις αφιερώθηκαν στις 25 Ιανουαρίου 1987. Ο Τσαρλς Μόλοχαν από τα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλιν έκανε την ομιλία της αφιέρωσης. Ήταν μια ενθαρρυντική και χαρούμενη περίσταση. Οι αδελφοί καμαρώνουν για αυτές τις εγκαταστάσεις τμήματος. Αλλά ποια είναι η άποψή τους για την Αίθουσα Συνελεύσεων; Συνοψίζοντας τα αισθήματά τους, η Μπέτι Γούτεν λέει: «Οι εξωτερικοί χώροι είναι όμορφα διαμορφωμένοι και κοσμούνται από δέντρα και λουλούδια. Η αίθουσα—η οποία διαθέτει σύγχρονες ανέσεις—είναι σχεδιασμένη για το τροπικό κλίμα της Αϊτής. Τιμά το λαό του Ιεχωβά». Ο Φίλζενς Γκασπάρ, ο οποίος έγινε μέλος της Επιτροπής του Τμήματος το 1987, εκφράζει εκτίμηση για το γεγονός ότι «διαθέτει καλό εξαερισμό, πράγμα που σου δίνει τη δυνατότητα να ακούς το πρόγραμμα άνετα».
Έντυπα που τα Εκτιμούν Πολύ
Το ειδικό βιβλιάριο Απολαύστε Ζωή στη Γη για Πάντα! εκδόθηκε στην κρεολή το 1987. Οι αδελφοί το δέχτηκαν θερμά ως ένα θαυμάσιο εργαλείο το οποίο θα βοηθούσε τους ανθρώπους να οραματίζονται το νέο κόσμο, και έχουν δώσει μεγάλες ποσότητες αυτού του βιβλιαρίου. Είναι ένα χρήσιμο εγχειρίδιο για τις εκπαιδευτικές τάξεις που υπάρχουν στις εκκλησίες, οι οποίες έχουν συντελέσει στο υψηλό ποσοστό εγγράμματων μεταξύ των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Από το 1987 μέχρι το 1992, αυτές οι τάξεις, τις οποίες μπορούν να παρακολουθήσουν και άλλοι που δεν είναι Μάρτυρες, βοήθησαν 1.343 άτομα να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν.
Το βιβλίο Μπορείτε να Ζείτε για Πάντα στον Παράδεισο στη Γη (στη γαλλική) έχει βοηθήσει χιλιάδες ανθρώπους να κατανοήσουν την Αγία Γραφή, και έχει ακόμη μεγάλη ζήτηση. Αλλά το 1989 το βιβλιάριο «Αυτά τα Καλά Νέα της Βασιλείας» εκδόθηκε στην κρεολή και, φυσικά, αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στην Αϊτή.
Από το 1989, το βιβλίο Οι Νεαροί Ρωτούν—Αποτελεσματικές Απαντήσεις έχει αιχμαλωτίσει το ενδιαφέρον των νεαρών τόσο μέσα όσο και έξω από τις εκκλησίες. Οι νεαροί συχνά σταματούν τους Μάρτυρες στους δρόμους για να το ζητήσουν. Πολλά βιβλία διατίθενται στα σχολεία από μαθητές ή δασκάλους.
Στο Καναπέ Βερ, η Νέλι Σαλαντίν, μια ενεργητική νεαρή δασκάλα, διέθεσε εκατό και πλέον αντίτυπα του βιβλίου Οι Νεαροί Ρωτούν στους μαθητές του σχολείου της μέσα σε ένα μήνα. Στο Ζακμέλ, ένας δάσκαλος παρήγγειλε μερικά κιβώτια με βιβλία για να τα δώσει ως βραβεία στους μαθητές. Αρκετά σχολεία το χρησιμοποιούν ως εγχειρίδιο για μαθήματα κοινωνικής και πολιτιστικής φύσης.
Το 1990 ο ιδιοκτήτης και διευθυντής μιας επαγγελματικής σχολής θηλέων στο Πορτ-ο-Πρενς ζήτησε από την ανιψιά του ιδέες σχετικά με το τι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ως βραβείο για τις κοπέλες. Η ανιψιά του μελετούσε τότε με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και έτσι του πρότεινε τα βιβλία Οι Νεαροί Ρωτούν—Αποτελεσματικές Απαντήσεις, Πώς να Κάνετε την Οικογενειακή σας Ζωή Ευτυχισμένη και Η Νεότης σας—Επωφεληθήτε απ’ Αυτήν. Ο διευθυντής ικανοποιήθηκε με την ιδέα και παρήγγειλε 40 βιβλία αμέσως και αργότερα παρήγγειλε περισσότερα—συνολικά 301 βιβλία. Μερικές από τις μαθήτριες που πήραν αυτά τα έντυπα έχουν γίνει Μάρτυρες και άλλες είναι τώρα αβάφτιστες ευαγγελιζόμενες.
Επίσημη και Νομική Αναγνώριση
Για άλλη μια φορά, το 1989, αναγνωρίστηκε νομικά ένα σωματείο το οποίο θα αντιπροσώπευε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Από το 1962 η Εταιρία Σκοπιά δεν θεωρούνταν επίσημα αναγνωρισμένη στην Αϊτή. Αλλά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά παρέμεναν αναγνωρισμένη θρησκεία επειδή το σύνταγμα εγγυάται την ελευθερία λατρείας. Στο πέρασμα των ετών ο Ροντρίγκ Μεντόρ είχε συναντηθεί επανειλημμένα με υπουργούς της κυβέρνησης προσπαθώντας να πετύχει τη νομική αναγνώριση του Συλλόγου των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Αλλά αυτό που έφερε ευνοϊκό κλίμα για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο ήταν η κυβερνητική αλλαγή του 1986. Έτσι, η Νομική Επιτροπή του γραφείου τμήματος υπέβαλε αίτηση στη νέα κυβέρνηση για αναγνώριση. Αυτή εγκρίθηκε και, έπειτα από μερικούς μήνες, ο Χριστιανικός Σύλλογος των Μαρτύρων του Ιεχωβά της Αϊτής (Λ’ Ασοσιασιόν Κρετιέν λε Τεμουάν ντε Ζεοβά ντ’ Αϊτί) έγινε καταχωρημένο νομικό πρόσωπο.
Σχετικά με αυτό, η επίσημη εφημερίδα της Αϊτής με ημερομηνία 20 Φεβρουαρίου 1989 δήλωνε ότι, «με βάση το σκεπτικό ότι ο Χριστιανικός Σύλλογος ‘ΛΕ ΤΕΜΟΥΑΝ ΝΤΕ ΖΕΟΒΑ ΝΤ’ ΑΪΤΙ’ έχει μια πολυετή συμβολή στην εκπαίδευση των πληθυσμών τόσο στις επαρχιακές όσο και στις αστικές περιοχές της χώρας μέσω εκπαιδευτικών τάξεων», αναγνωρίζεται ως «κοινωφελής οργάνωση» με τα «δικαιώματα και τα προνόμια που συνδέονται με ένα νομικό πρόσωπο».
Αυτό είναι σημαντικό επειδή μια τέτοια οργάνωση μπορεί να διαθέτει ιδιοκτησία. Προηγουμένως, οι Αίθουσες Βασιλείας και η ιδιοκτησία του τμήματος έπρεπε να αγοράζονται σε ονόματα αδελφών. Τώρα η κυριότητα μπορούσε να μεταβιβαστεί στο όνομα του συλλόγου.
Αναγνωρίζονται ως Καλοί Πολίτες
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά επιθυμούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να καταλάβουν γιατί ο Ιησούς δίδαξε τους μαθητές του να προσεύχονται: «Ας έρθει η βασιλεία σου. Ας γίνει το θέλημά σου . . . πάνω στη γη». (Ματθ. 6:10) Αυτοί δείχνουν στους καλόκαρδους και υπομονετικούς συμπατριώτες τους, τους Αϊτινούς, ότι δεν είναι θέλημα του Θεού να υποφέρουν οι άνθρωποι από την πείνα, την αρρώστια και τη βία ή να γερνάνε και να πεθαίνουν. Εξηγούν ότι θέλημα του Θεού είναι να γίνει η γη το σπίτι του νέου κόσμου—με έναν παράδεισο που θα περιλαμβάνει και την Αϊτή. Διδάσκουν επίσης τους ανθρώπους να είναι νομοταγείς και να ζουν ενάρετα και έντιμα έτσι ώστε να μπορούν να αποκτήσουν τα προσόντα για αιώνια ζωή σε εκείνον το νέο κόσμο.
Πολλοί αναγνωρίζουν τα οφέλη που φέρνουν οι Μάρτυρες στο έθνος μέσω αυτού του έργου. Όταν διαπράχτηκε ένας φόνος στο Σεν Ζορζ το 1984, ο κόσμος άρχισε να κρύβεται επειδή η αστυνομία συνελάμβανε ανθρώπους για ανακρίσεις. Ωστόσο, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά συνέχισαν να κηρύττουν, και η αστυνομία τούς επέτρεπε να κυκλοφορούν ελεύθερα. Ένας αστυνομικός είπε: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κηρύττουν για το τέλος των πονηρών ανθρώπων. Δεν είναι αυτοί που διέπραξαν το έγκλημα».
Στη διάρκεια αναταραχών και διαδηλώσεων το 1991, οι άνθρωποι άρχισαν να λεηλατούν τη Σιτέ Σολέιγ, στο Πορτ-ο-Πρενς, ενώ δυο νεαρές αδελφές έδιναν μαρτυρία στην ίδια περιοχή. Δυο στρατιώτες έφτασαν εκεί και στάθηκαν στις δυο πλευρές μιας στενής λωρίδας, εξαναγκάζοντας όσους είχαν αρπάξει πράγματα να περάσουν από μπροστά τους όπου τους χτυπούσαν με ένα μαστίγιο. Τι έγινε με τις αδελφές; Κρατώντας η καθεμιά τους από ένα τεύχος της Σκοπιάς, περπάτησαν προς το μέρος ενός στρατιώτη. Αυτός, αναγνωρίζοντάς τες ως Μάρτυρες, τους επέτρεψε να περάσουν άθικτες και κατόπιν ξανάρχισε το μαστίγωμα. Όπως δήλωσε ένας αξιωματικός του στρατού στο Τομασέκ το 1991: ‘Ξέρω ότι οι νεαροί Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν θα αναμειγνύονταν σε τέτοιες αναταραχές και διαδηλώσεις ούτε θα άρπαζαν πράγματα’.
Η Πρώτη Αίθουσα Ταχείας Ανέγερσης
Μια εκκλησία με 14 ευαγγελιζομένους στο χωριό Μπιντούζ, στο νότο, φέρει την τιμητική διάκριση τού να είναι η πρώτη εκκλησία που έχει Αίθουσα Βασιλείας ταχείας ανέγερσης. Αυτή χτίστηκε σε τέσσερις ημέρες. Έπειτα από πολλή προπαρασκευαστική εργασία, άρχισε η οικοδόμηση, την Τρίτη 1η Νοεμβρίου 1990, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή. Οι 18 αδελφοί από το Πορτ-ο-Πρενς και οι τοπικοί αδελφοί εργάστηκαν σκληρά όλη την ημέρα και μερικοί συνέχισαν επί πολλή ώρα μετά τη δύση του ήλιου με τη βοήθεια του φεγγαρόφωτου και μιας λάμπας γκαζιού. Η οικοδομή δεν ήταν προκατασκευασμένη και έτσι οι 1.500 τσιμεντόλιθοι έπρεπε να τοποθετηθούν ένας-ένας. Ωστόσο, στις 1:00 μ.μ. την Κυριακή, η αίθουσα είχε βαφτεί και ήταν έτοιμη για την πρώτη συνάθροιση που θα γινόταν εκεί—μια συντομευμένη μελέτη Σκοπιάς και την ομιλία αφιέρωσης, με 81 παρόντες.
Η επιτροπή οικοδόμησης του τμήματος είχε δείξει τώρα ότι θα μπορούσαν να χτιστούν λιτές αίθουσες για τις επαρχιακές εκκλησίες, με τη μέθοδο της ταχείας ανέγερσης, αντί ποσού μικρότερου των 5.000 δολαρίων (περ. 1.000.000 δρχ.). Αυτός είναι ένας σημαντικός παράγοντας, αν λάβουμε υπόψη τις πολύ περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες των αδελφών.
Υπάρχει αυξανόμενη ανάγκη για αίθουσες. Ο αριθμός των Μαρτύρων αυξήθηκε κατά 1.900 και πλέον άτομα από το 1990 μέχρι το 1993. Σημειώθηκε ένας νέος ανώτατος αριθμός 8.392 ευαγγελιζομένων σε 174 εκκλησίες τον Ιούνιο του 1993. Ο αριθμός εκείνων που παρακολούθησαν τις έξι Συνελεύσεις Περιφερείας «Θεία Διδασκαλία» (1993) ήταν 19.433 άτομα. Στην Ανάμνηση, τον Απρίλιο του 1993, παρευρέθηκαν 44.476 άτομα. Επίσης, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι τώρα η μεγαλύτερη θρησκευτική ομάδα στο Καρφούρ, όπου σχηματίστηκε η πρώτη εκκλησία του Πορτ-ο-Πρενς.
Αποβλέποντας στο Νέο Κόσμο
Ναι, όλο και περισσότεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι η Βασιλεία του Θεού είναι η μόνη ελπίδα για την απομάκρυνση των δεινών από τα οποία πάσχει η ανθρωπότητα, και ότι οι προσπάθειες για να μπαλωθεί αυτός ο παλιός κόσμος είναι μόνο προσωρινές. Έτσι, αυτοί ευχαρίστως δέχονται τα «καλά νέα της βασιλείας»—τα καλά νέα για έναν καλύτερο κόσμο.—Ματθ. 24:14.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αϊτή χαίρονται να βοηθούν αυτούς τους ανθρώπους να ζήσουν καλύτερα τώρα διδάσκοντάς τους να εφαρμόζουν το Λόγο του Θεού και μεταδίδοντάς τους τη βέβαιη ελπίδα της αιώνιας ζωής στο δίκαιο νέο κόσμο του Ιεχωβά.
[Πίνακας στη σελίδα 168]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Ευαγγελιζόμενοι
10.000
8.000
6.000
4.000
2.000
0
1950 1960 1970 1980 1993
Παρακολούθηση της Ανάμνησης
50.000
40.000
30.000
20.000
10.000
0
1950 1960 1970 1980 1993
[Χάρτης στη σελίδα 116]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Πορτ-ο-Πρενς
Σεν Μαρκ
Καβεγιόν
Καπ Αϊτιέν
Πορ ντε Πε
Γκοναΐ β
Βιε-μπουρ ντ’ Ακέν
Ενς
Κάιγ
[Εικόνα στη σελίδα 120]
Ο Ρόλαντ Φρεντέτ, ο οποίος έφτασε στην Αϊτή ως ιεραπόστολος το 1945, έγινε ο πρώτος επίσκοπος τμήματος εκεί
[Εικόνα στη σελίδα 122]
Η Εκκλησία Βιε-μπουρ ντ’ Ακέν, στα μέσα της δεκαετίας του 1950
[Εικόνες στη σελίδα 124]
Μερικοί από τους πρώτους ιεραποστόλους στην Αϊτή: (1) Ντέιβιντ και Σίλια Όουμερ, (2) Άλεξ και Μαρίγκο Μπρόντι, (3) Βίκτορ και Σάντρα Γουίντερμπερν, (4) Πίτερ Λούκακ, (5) Φρεντ Λούκακ
[Εικόνες στη σελίδα 126]
Μερικοί από τους ήδη ζηλωτές Μάρτυρες στην Αϊτή στις αρχές της δεκαετίας του 1950: (1) Ροντρίγκ Μεντόρ, (2) Αλμπέρ Ζερόμ, (3) Ντιμουάν Βαλόν, (4) Μπενουά Στερλέν, (5) Ντιέγκο Σκότλαντ
[Εικόνα στη σελίδα 132]
Η Γκλόρια Χιλ, η Νάομι Άνταμς, η Έλεν Ντ’ Αμίκο και η Φράνσις Μπέιλι είχαν πολύτιμη συμβολή στο έργο κηρύγματος στην Αϊτή
[Εικόνα στη σελίδα 139]
Όπως και μερικοί άλλοι από τους πρώτους ιεραποστόλους εδώ, ο Τζορτζ και η Θέλμα Κόργουιν κάλυπταν τον τομέα με μηχανάκι
[Εικόνα στη σελίδα 143]
Μερικοί από τους πρώτους διαγγελείς της Βασιλείας στο Πορ ντε Πε: Πίσω, οι ειδικοί σκαπανείς Φρανσουά Ντοξί και Ζαν Σενά· μπροστά ο Ρος Σαν Ζεράρ, η σύζυγός του και η Λουσιάν Λουμπλίν
[Εικόνες στη σελίδα 147]
Το 1962 ο Μαξ Ντανιλέικο (επάνω) και ο Άντριου Ντ’ Αμίκο (αριστερά) συνελήφθησαν και απελάθηκαν
[Εικόνες στη σελίδα 161]
Η Μαξίν Σταμπ και η Μπέτι Γούτεν έχουν προσφέρει 20 και πλέον χρόνια η καθεμιά υπηρετώντας εκεί όπου η ανάγκη είναι μεγαλύτερη
[Εικόνα στη σελίδα 162]
Αυτή η Αίθουσα Συνελεύσεων στο Σάντο εξυπηρετεί τις περισσότερες περιοχές στην Αϊτή
[Εικόνα στη σελίδα 167]
Ευτυχισμένοι ιεραπόστολοι που υπηρετούν τα συμφέροντα της Βασιλείας στην Αϊτή
[Εικόνα στη σελίδα 169]
Η Επιτροπή του Τμήματος (από αριστερά προς τα δεξιά): Φίλζενς Γκασπάρ, Τζον Νόρμαν, Ροντρίγκ Μεντόρ, Σενέκ Ραφαέλ