Κεφάλαιο 23
Οι Ιεραπόστολοι Προωθούν την Παγκόσμια Επέκταση
Η ΓΕΜΑΤΗ ζήλο δράση των ιεραποστόλων που είναι πρόθυμοι να υπηρετήσουν οπουδήποτε τους χρειάζονται έχει αποτελέσει σημαντικό παράγοντα στην παγγήινη διακήρυξη της Βασιλείας του Θεού.
Ιεραπόστολοι στέλνονταν σε άλλες χώρες πολύ πριν η Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά ιδρύσει σχολή για αυτόν το σκοπό. Ο πρώτος πρόεδρος της Εταιρίας, ο Κ. Τ. Ρώσσελ, αναγνώρισε την ανάγκη που υπήρχε να σταλούν άνθρωποι με τα κατάλληλα προσόντα οι οποίοι να ξεκινήσουν το κήρυγμα των καλών νέων σε αγρούς ξένων χωρών και να αναλάβουν την ηγεσία σε αυτό. Έστειλε ορισμένους άντρες για αυτόν το σκοπό—τον Αδόλφο Βέμπερ στην Ευρώπη, τον Ε. Τζ. Κάουαρντ στην περιοχή της Καραϊβικής, τον Ρόμπερτ Χόλιστερ στην Άπω Ανατολή και τον Τζόζεφ Μπουθ στο νότιο τμήμα της Αφρικής. Δυστυχώς, ο Μπουθ, όπως αποδείχτηκε, ενδιαφερόταν περισσότερο για τα δικά του σχέδια· έτσι, το 1910, ο Γουίλιαμ Τζόνστον στάλθηκε από τη Σκωτία στη Νυασαλάνδη (σημερινή Μαλάουι), όπου η δυσμενής επιρροή του Μπουθ είχε γίνει ιδιαίτερα αισθητή. Κατόπιν, ο αδελφός Τζόνστον διορίστηκε να ιδρύσει ένα γραφείο τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στο Ντέρμπαν της Νότιας Αφρικής και αργότερα υπηρέτησε ως επίσκοπος τμήματος στην Αυστραλία.
Ύστερα από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ έστειλε ακόμα περισσότερους ιεραποστόλους—λόγου χάρη, τον Τόμας Γουάλντερ και τον Τζορτζ Φίλιπς από τη Βρετανία στη Νότια Αφρική, τον Γ. Ρ. Μπράουν από ένα διορισμό στο Τρινιδάδ στη Δυτική Αφρική, τον Τζορτζ Γιανγκ από τον Καναδά στη Νότια Αμερική και στην Ευρώπη, τον Χουάν Μιούνιθ πρώτα στην Ισπανία και κατόπιν στην Αργεντινή, τον Τζορτζ Ράιτ και τον Έντουιν Σκίνερ—κατόπιν τον Κλάουντ Γκούντμαν, τον Ρον Τίπιν και άλλους—στην Ινδία. Αυτοί ήταν πραγματικοί σκαπανείς, καθώς πήγαιναν σε περιοχές όπου είχε γίνει ελάχιστο ή και καθόλου κήρυγμα των καλών νέων και έθεταν γερό θεμέλιο για τη μελλοντική αύξηση της οργάνωσης.
Υπήρχαν και άλλοι, επίσης, που το ιεραποστολικό τους πνεύμα τούς ώθησε να αναλάβουν το κήρυγμα έξω από τη χώρα τους. Μεταξύ αυτών ήταν η Κέιτ Γκόας και η κόρη της η Μάριαν, οι οποίες αφιέρωσαν χρόνια γεμάτης ζήλο υπηρεσίας στη Βενεζουέλα και στην Κολομβία. Ένας άλλος ήταν ο Τζόζεφ Ντος Σάντος, ο οποίος έφυγε από τη Χαβάη για να κάνει ένα ταξίδι κηρύγματος που κατέληξε σε 15 χρόνια διακονίας στις Φιλιππίνες. Ήταν επίσης και ο Φρανκ Ράις, ο οποίος ταξίδεψε με φορτηγό πλοίο από την Αυστραλία για να εγκαινιάσει το κήρυγμα των καλών νέων στο νησί Ιάβα (που σήμερα ανήκει στην Ινδονησία).
Ωστόσο, το 1942 άρχισαν να καταρτίζονται σχέδια για μια σχολή της οποίας η σειρά μαθημάτων θα ήταν ειδικά σχεδιασμένη για την εκπαίδευση αντρών και γυναικών που θα ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν τέτοια ιεραποστολική υπηρεσία οπουδήποτε υπήρχε ανάγκη στον παγκόσμιο αγρό.
Σχολή Γαλαάδ
Ενώ μαινόταν ο παγκόσμιος πόλεμος, μπορεί να μη φαινόταν πρακτικό από ανθρώπινη άποψη να γίνονται σχέδια για επέκταση των δραστηριοτήτων κηρύγματος της Βασιλείας σε αγρούς ξένων χωρών. Παρ’ όλα αυτά, το Σεπτέμβριο του 1942, με εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά, τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των δυο από τα κύρια νομικά σωματεία που χρησιμοποιούνται από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά αποδέχτηκαν την πρόταση του Ν. Ο. Νορ για την ίδρυση μιας σχολής που θα είχε σκοπό να εκπαιδεύει ιεραποστόλους και άλλα άτομα για ειδικευμένη υπηρεσία. Αυτή επρόκειτο να ονομαστεί Βιβλικό Κολέγιο Γαλαάδ της Σκοπιάς. Αργότερα αυτό το όνομα άλλαξε και έγινε Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς. Δεν επρόκειτο να χρεώνονται δίδακτρα, και κατά την περίοδο της εκπαίδευσης των σπουδαστών η Εταιρία θα τους παρείχε τροφή και στέγη με δικά της έξοδα.
Μεταξύ εκείνων που προσκλήθηκαν να βοηθήσουν στην κατάρτιση της σειράς μαθημάτων ήταν και ο Άλμπερτ Ντ. Σρόντερ, ο οποίος είχε ήδη αποκτήσει μεγάλη πείρα στο Τμήμα Υπηρεσίας των κεντρικών γραφείων της Εταιρίας στο Μπρούκλιν και ως επίσκοπος τμήματος της Εταιρίας στη Βρετανία. Η θετική του νοοτροπία, ο τρόπος με τον οποίο έδινε από τον εαυτό του, καθώς και το θερμό ενδιαφέρον του για τους σπουδαστές, τον έκαναν αγαπητό σε όσους δίδαξε στη διάρκεια των 17 ετών που υπηρέτησε ως γραμματέας και εκπαιδευτής της σχολής. Το 1974 έγινε μέλος του Κυβερνώντος Σώματος και το επόμενο έτος διορίστηκε να υπηρετεί στην Επιτροπή Διδασκαλίας.
Ο αδελφός Σρόντερ και οι άλλοι εκπαιδευτές που συνεργάζονταν μαζί του (ο Μάξγουελ Φρεντ, ο Εντουάρντο Κέλερ και ο Βίκτορ Μπλάκγουελ) ετοίμασαν μια πεντάμηνη σειρά μαθημάτων που έδινε έμφαση στη μελέτη της ίδιας της Αγίας Γραφής και στην οργάνωση με θεοκρατικό τρόπο και επίσης ασχολούνταν με τις Βιβλικές δοξασίες, τις δημόσιες ομιλίες, τη διακονία αγρού, την ιεραποστολική υπηρεσία, την ιστορία της θρησκείας, το θεϊκό νόμο, οδηγίες όσον αφορά τις επαφές με κυβερνητικούς αξιωματούχους, το διεθνές δίκαιο, την τήρηση αρχείων και μια ξένη γλώσσα. Με την πάροδο των ετών έγιναν αλλαγές στο πρόγραμμα των μαθημάτων, αλλά η μελέτη της ίδιας της Αγίας Γραφής και η σπουδαιότητα του ευαγγελιστικού έργου κατέχουν πάντα την πρώτη θέση. Σκοπός της σειράς μαθημάτων είναι να ενισχύσει την πίστη των σπουδαστών, να τους βοηθήσει να αναπτύξουν τις πνευματικές ιδιότητες που είναι αναγκαίες για να αντιμετωπίζουν με επιτυχία τις προκλήσεις της ιεραποστολικής υπηρεσίας. Δίνεται έμφαση στη σπουδαιότητα της πλήρους εμπιστοσύνης στον Ιεχωβά και της οσιότητας σε αυτόν. (Ψαλμ. 146:1-6· Παρ. 3:5, 6· Εφεσ. 4:24) Οι σπουδαστές δεν παίρνουν έτοιμες απαντήσεις στο καθετί, αλλά εκπαιδεύονται στο να κάνουν έρευνα και βοηθιούνται να καταλάβουν γιατί πιστεύουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αυτό που πιστεύουν και γιατί προσκολλιούνται σε ορισμένους τρόπους ενέργειας. Μαθαίνουν να διακρίνουν αρχές με τις οποίες μπορούν να εργάζονται. Έτσι μπαίνει ένα θεμέλιο για περαιτέρω ανάπτυξη.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1942, στάλθηκαν οι προσκλήσεις στους υποψήφιους σπουδαστές της πρώτης τάξης. Ήταν μέσα του χειμώνα όταν οι 100 σπουδαστές που αποτελούσαν εκείνη την τάξη έκαναν την εγγραφή τους στις εγκαταστάσεις της σχολής που βρίσκονταν στα βόρεια της πολιτείας της Νέας Υόρκης, στο Σάουθ Λάνσινγκ. Ήταν πρόθυμοι, ανυπόμονοι και κάπως ανήσυχοι. Αν και αυτό που τους ενδιέφερε άμεσα ήταν τα μαθήματα της σχολής, δεν μπορούσαν να μην αναρωτιούνται σε ποιο μέρος του παγκόσμιου αγρού θα τους έστελναν μετά την αποφοίτηση.
Σε μια ομιλία του προς εκείνη την πρώτη τάξη την 1η Φεβρουαρίου 1943, την ημερομηνία έναρξης της σχολής, ο αδελφός Νορ είπε: «Σας δίνεται περαιτέρω προετοιμασία για ένα έργο παρόμοιο με το έργο του αποστόλου Παύλου, του Μάρκου, του Τιμόθεου και άλλων οι οποίοι ταξίδεψαν σε όλα τα μέρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας διακηρύττοντας το άγγελμα της Βασιλείας. Έπρεπε να είναι ενισχυμένοι από το Λόγο του Θεού. Έπρεπε να έχουν ξεκάθαρη γνώση των σκοπών Του. Σε πολλά μέρη έπρεπε να σταθούν μοναχοί τους απέναντι στους υψηλούς και ισχυρούς αυτού του κόσμου. Η μερίδα σας μπορεί να είναι η ίδια· και ο Θεός θα είναι η δύναμή σας σε αυτό.
»Υπάρχουν πολλά μέρη στα οποία η μαρτυρία για τη Βασιλεία δεν έχει δοθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι άνθρωποι που ζουν σε αυτά τα μέρη βρίσκονται στο σκοτάδι, αιχμαλωτισμένοι από τη θρησκεία. Σε μερικές από αυτές τις χώρες στις οποίες υπάρχουν λίγοι Μάρτυρες παρατηρείται ότι οι άνθρωποι καλής θέλησης ακούν πρόθυμα και, αν διδάσκονταν κατάλληλα, θα συνταυτίζονταν με την οργάνωση του Κυρίου. Πρέπει να υπάρχουν ακόμα εκατοντάδες ή και χιλιάδες τέτοιοι άνθρωποι τους οποίους θα μπορούσαμε να βρούμε αν υπήρχαν περισσότεροι εργάτες στον αγρό. Με τη χάρη του Κυρίου, θα υπάρξουν περισσότεροι εργάτες.
»Σκοπός αυτού του κολεγίου ΔΕΝ είναι να σας εξαρτίσει για να γίνετε χειροτονημένοι διάκονοι. Ήδη είστε διάκονοι και είστε δραστήριοι στη διακονία επί χρόνια. . . . Η σειρά μαθημάτων στο κολέγιο έχει αποκλειστικό σκοπό να σας προετοιμάσει για να είστε πιο ικανοί διάκονοι στις περιοχές στις οποίες θα πάτε. . . .
»Το κύριο έργο σας είναι το κήρυγμα του ευαγγελίου της Βασιλείας από σπίτι σε σπίτι, όπως έκανε ο Ιησούς και οι απόστολοι. Όταν βρίσκετε κάποιο ευήκοο αφτί, να διευθετείτε μια επανεπίσκεψη, να αρχίζετε μια οικιακή μελέτη και να οργανώνετε μια ομάδα [εκκλησία] με όλα αυτά τα άτομα που βρίσκονται σε κάποια πόλη ή κωμόπολη. Δεν θα πρέπει να αρκεστείτε στο να οργανώσετε μια ομάδα, αλλά θα πρέπει να τους βοηθάτε να κατανοούν το Λόγο, να τους ενισχύετε, να τους μιλάτε από καιρό σε καιρό, να τους βοηθάτε στις συναθροίσεις τους υπηρεσίας και στο να οργανωθούν. Όταν θα είναι ισχυροί και θα μπορούν να βγουν μόνοι τους και να αναλάβουν τον τομέα, τότε θα μπορείτε να αναχωρήσετε για κάποια άλλη πόλη προκειμένου να διακηρύξετε τη Βασιλεία. Από καιρό σε καιρό μπορεί να χρειάζεται να επιστρέφετε για να τους εποικοδομείτε στην αγιότατη πίστη και να τους διορθώνετε σε δογματικά ζητήματα· έτσι το έργο σας θα είναι να φροντίζετε τα ‘άλλα πρόβατα’ του Κυρίου και να μην τα εγκαταλείπετε. (Ιωάν. 10:16) Το πραγματικό σας έργο είναι να βοηθάτε τους ανθρώπους καλής θέλησης. Θα χρειαστεί να παίρνετε πρωτοβουλίες, αποβλέποντας όμως στην καθοδηγία του Θεού».a
Έπειτα από πέντε μήνες τα μέλη εκείνης της πρώτης τάξης ολοκλήρωσαν την ειδικευμένη εκπαίδευσή τους. Πήραν βίζα, έκαναν τις διευθετήσεις για το ταξίδι και άρχισαν να μεταβαίνουν σε εννιά λατινοαμερικανικές χώρες. Τρεις μήνες μετά την αποφοίτησή τους, οι πρώτοι Γαλααδίτες ιεραπόστολοι που επρόκειτο να φύγουν από τις Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονταν καθ’ οδόν προς την Κούβα. Μέχρι το 1992, είχαν εκπαιδευτεί πάνω από 6.500 σπουδαστές από 110 και πλέον χώρες και είχαν υπηρετήσει κατόπιν σε αρκετά περισσότερες από 200 χώρες και νησιωτικά συμπλέγματα.
Μέχρι και τον καιρό του θανάτου του, 34 χρόνια ύστερα από τα εγκαίνια της Σχολής Γαλαάδ, ο αδελφός Νορ εκδήλωνε ζωηρό προσωπικό ενδιαφέρον για το έργο των ιεραποστόλων. Κάθε περίοδο μαθημάτων, επισκεπτόταν την τρέχουσα τάξη αρκετές φορές, αν ήταν δυνατόν, και εκφωνούσε διαλέξεις παίρνοντας μαζί του και άλλα μέλη του προσωπικού των κεντρικών γραφείων για να μιλήσουν στους σπουδαστές. Αφότου οι απόφοιτοι της Γαλαάδ άρχιζαν την υπηρεσία τους στο εξωτερικό, ο ίδιος προσωπικά επισκεπτόταν τις ιεραποστολικές ομάδες, τους βοηθούσε να λύνουν προβλήματα και τους έδινε την αναγκαία ενθάρρυνση. Καθώς πολλαπλασιαζόταν ο αριθμός των ιεραποστολικών ομάδων, διευθέτησε να κάνουν τέτοιες επισκέψεις και άλλοι αδελφοί που είχαν τα κατάλληλα προσόντα, ώστε όλοι οι ιεραπόστολοι, ανεξάρτητα από το πού υπηρετούσαν, να λαβαίνουν τακτική προσωπική φροντίδα.
Αυτοί οι Ιεραπόστολοι Διέφεραν
Οι ιεραπόστολοι του Χριστιανικού κόσμου έχουν ιδρύσει νοσοκομεία, κέντρα προσφύγων και ορφανοτροφεία προκειμένου να φροντίσουν για τις υλικές ανάγκες των ανθρώπων. Αναλαμβάνοντας το ρόλο του υποστηρικτή των φτωχών, έχουν επίσης υποκινήσει επαναστάσεις και έχουν συμμετάσχει σε ανταρτοπόλεμους. Απεναντίας, οι ιεραπόστολοι που είναι απόφοιτοι της Σχολής Γαλαάδ διδάσκουν στους ανθρώπους την Αγία Γραφή. Αντί να ανεγείρουν ναούς και να περιμένουν τους ανθρώπους να πάνε σε αυτούς, κάνουν επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι για να βρουν και να διδάξουν εκείνους που πεινούν και διψούν για δικαιοσύνη.
Μένοντας πιστά προσκολλημένοι στο Λόγο του Θεού, οι Μάρτυρες ιεραπόστολοι δείχνουν στους ανθρώπους γιατί η Βασιλεία του Θεού είναι η πραγματική και μόνιμη λύση στα προβλήματα του ανθρώπινου γένους. (Ματθ. 24:14· Λουκ. 4:43) Τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε αυτό το έργο και σε εκείνο που κάνουν οι ιεραπόστολοι του Χριστιανικού κόσμου την είδε έντονα ο Πίτερ Βαντερχέκεν το 1951, ενώ βρισκόταν καθ’ οδόν προς το διορισμό του στην Ινδονησία. Ο μοναδικός συνεπιβάτης του σε εκείνο το φορτηγό πλοίο ήταν ένας Βαπτιστής ιεραπόστολος. Μολονότι ο αδελφός Βαντερχέκεν προσπάθησε να του μιλήσει για τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού, ο Βαπτιστής δήλωσε ξεκάθαρα ότι το κύριο ενδιαφέρον του ήταν να υποστηρίξει τις προσπάθειες που έκανε ο Τσανγκ Κάι-σεκ στην Ταϊβάν για να επανέλθει στην εξουσία στην ηπειρωτική χώρα.
Ωστόσο, πολλοί άλλοι άνθρωποι έφτασαν στο σημείο να εκτιμήσουν την αξία των όσων αναφέρονται στο Λόγο του Θεού. Στην Μπαρανκίγια της Κολομβίας, όταν ο Όλαφ Όλσον έδωσε μαρτυρία στον Αντόνιο Καρβαχαλίνο, ο οποίος υποστήριζε έντονα κάποιο πολιτικό κίνημα, ο αδελφός Όλσον δεν πήρε το μέρος του ούτε και υποστήριξε κάποια άλλη πολιτική ιδεολογία. Αντί για αυτό, προσφέρθηκε να κάνει δωρεάν μελέτη της Αγίας Γραφής με τον Αντόνιο και τις αδελφές του. Σύντομα ο Αντόνιο συνειδητοποίησε ότι η Βασιλεία του Θεού είναι πραγματικά η μόνη ελπίδα των φτωχών της Κολομβίας και του υπόλοιπου κόσμου. (Ψαλμ. 72:1-4, 12-14· Δαν. 2:44) Ο Αντόνιο και οι αδελφές του έγιναν ζηλωτές δούλοι του Θεού.
Το γεγονός ότι οι Μάρτυρες ιεραπόστολοι είναι αποχωρισμένοι και ξεχωρίζουν από το θρησκευτικό σύστημα του Χριστιανικού κόσμου έγινε ιδιαίτερα εμφανές με έναν άλλον τρόπο σε κάποιο περιστατικό στη Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε). Όταν ο Ντόναλντ Μόρισον επισκέφτηκε εκεί το σπίτι ενός από τους ιεραποστόλους του Χριστιανικού κόσμου, ο ιεραπόστολος παραπονέθηκε ότι οι Μάρτυρες δεν σέβονταν τα σύνορα που είχαν τεθεί. Ποια σύνορα; Οι θρησκείες του Χριστιανικού κόσμου είχαν χωρίσει τη χώρα σε περιοχές στις οποίες θα δρούσε η καθεμιά χωρίς να παρεμβαίνει κάποια από τις άλλες. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν μπορούσαν να συμβαδίσουν με μια τέτοια διευθέτηση. Ο Ιησούς είχε πει ότι το άγγελμα της Βασιλείας επρόκειτο να κηρυχτεί σε όλη την κατοικημένη γη. Ήταν σαφές ότι ο Χριστιανικός κόσμος δεν το έκανε αυτό. Οι Γαλααδίτες ιεραπόστολοι ήταν αποφασισμένοι να κάνουν επιμελημένη δουλειά σε αυτόν τον τομέα, υπακούοντας στον Χριστό.
Αυτοί οι ιεραπόστολοι είχαν σταλεί, όχι για να υπηρετηθούν, αλλά για να υπηρετήσουν. Φαινόταν με πολλούς τρόπους ότι πραγματικά αυτό προσπαθούσαν να κάνουν. Δεν είναι κακό να δέχεται κανείς υλικές προμήθειες που του προσφέρονται αβίαστα (και όχι επειδή τις ζήτησε) από εκτίμηση για την πνευματική βοήθεια. Αλλά, για να αγγίξουν τις καρδιές των ανθρώπων στην Αλάσκα, ο Τζον Ερικέτι και ο Χέρμον Γούνταρντ διαπίστωσαν ότι ήταν επωφελές να διαθέτουν τουλάχιστον κάποιο χρόνο σε χειρωνακτικές εργασίες προκειμένου να φροντίζουν για τις υλικές τους ανάγκες, όπως είχε κάνει και ο απόστολος Παύλος. (1 Κορ. 9:11, 12· 2 Θεσ. 3:7, 8) Η κύρια δραστηριότητά τους ήταν το κήρυγμα των καλών νέων. Αλλά, όταν δέχονταν φιλοξενία, βοηθούσαν και στις δουλειές που έπρεπε να γίνουν—πισσώνοντας, λόγου χάρη, την οροφή κάποιου επειδή καταλάβαιναν ότι εκείνος ο άνθρωπος χρειαζόταν βοήθεια. Και όταν ταξίδευαν από τόπο σε τόπο με πλοίο, βοηθούσαν στο ξεφόρτωμα των εμπορευμάτων. Οι άνθρωποι γρήγορα συνειδητοποιούσαν ότι αυτοί οι ιεραπόστολοι δεν έμοιαζαν καθόλου με τον κλήρο του Χριστιανικού κόσμου.
Σε μερικά μέρη, χρειαζόταν να αποκτήσουν οι Μάρτυρες ιεραπόστολοι κοσμική εργασία μόνο και μόνο για να μονιμοποιήσουν τη διαμονή τους σε μια χώρα ώστε να μπορούν να συνεχίσουν τη διακονία τους εκεί. Έτσι, όταν ο Τζέσε Κάντγουελ πήγε στην Κολομβία, δίδαξε αγγλικά στο ιατρικό τμήμα ενός πανεπιστημίου ωσότου άλλαξε η πολιτική κατάσταση και έληξαν οι θρησκευτικοί περιορισμοί. Ύστερα από αυτό, μπορούσε να χρησιμοποιήσει ολοχρόνια την πείρα του στη διακονία ως περιοδεύων επίσκοπος των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Σε πολλά μέρη, οι ιεραπόστολοι έπρεπε να ξεκινήσουν έχοντας μια τουριστική βίζα που τους επέτρεπε να παραμείνουν σε εκείνη τη χώρα επί έναν ή ίσως μερικούς μήνες. Κατόπιν έπρεπε να φύγουν και να ξαναμπούν στη χώρα. Επέμεναν, όμως, επαναλαμβάνοντας τη διαδικασία ξανά και ξανά μέχρι να καταφέρουν να αποκτήσουν τα απαραίτητα έγγραφα για την παραμονή τους. Η καρδιά τους ποθούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους στη χώρα του διορισμού τους.
Εκείνοι οι ιεραπόστολοι δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους ανώτερο από τους ντόπιους κατοίκους. Ως περιοδεύων επίσκοπος, ο Τζον Κάτφορθ, που ήταν αρχικά δάσκαλος στον Καναδά, επισκέφτηκε εκκλησίες και απομονωμένους Μάρτυρες, στην Παπούα-Νέα Γουινέα. Καθόταν στο πάτωμα μαζί τους, έτρωγε μαζί τους και δεχόταν προσκλήσεις για να κοιμηθεί σε μια ψάθα στο πάτωμα του σπιτιού τους. Απολάμβανε τη συναναστροφή τους καθώς περπατούσαν μαζί στη διακονία αγρού. Αυτό, όμως, εξέπληττε τους παρατηρητές που δεν ήταν Μάρτυρες, επειδή οι Ευρωπαίοι πάστορες των ιεραποστολών του Χριστιανικού κόσμου είχαν τη φήμη ότι κρατούσαν σε απόσταση τους ντόπιους, εφόσον δεν έκαναν παρέα με τους ενορίτες τους παρά μονάχα για λίγο σε μερικές συγκεντρώσεις τους, αλλά ποτέ δεν έτρωγαν μαζί τους.
Οι άνθρωποι ανάμεσα στους οποίους υπηρετούσαν εκείνοι οι Μάρτυρες αισθάνονταν το στοργικό ενδιαφέρον των ιεραποστόλων, καθώς και της οργάνωσης που τους είχε στείλει. Ως ανταπόκριση σε ένα γράμμα του Ζουάου Μανκόκα, ενός ταπεινού Αφρικανού που ήταν φυλακισμένος σε μια αποικία ποινικών καταδίκων στην Πορτογαλική Δυτική Αφρική (σημερινή Ανγκόλα), στάλθηκε ένας ιεραπόστολος της Σκοπιάς για να παράσχει πνευματική βοήθεια. Αργότερα, αναπολώντας εκείνη την επίσκεψη, ο Μανκόκα είπε: «Δεν είχα πια καμιά αμφιβολία ότι αυτή ήταν η αληθινή οργάνωση που έχει την υποστήριξη του Θεού. Ποτέ δεν είχα διανοηθεί ούτε και πίστευα ότι οποιαδήποτε άλλη θρησκευτική οργάνωση θα έκανε κάτι τέτοιο: χωρίς πληρωμή, να στείλει έναν ιεραπόστολο από μακριά για να επισκεφτεί ένα ασήμαντο άτομο απλώς και μόνο επειδή έγραψε ένα γράμμα».
Συνθήκες Διαβίωσης και Έθιμα
Συχνά, οι συνθήκες διαβίωσης στις χώρες όπου στέλνονταν οι ιεραπόστολοι δεν ήταν τόσο προηγμένες από υλική άποψη όσο εκείνες που υπήρχαν στα μέρη από τα οποία είχαν έρθει. Όταν ο Ρόμπερτ Κιρκ πάτησε το πόδι του στη Βιρμανία (σημερινή Μιανμάρ) στις αρχές του 1947, οι συνέπειες του πολέμου ήταν ακόμα εμφανείς, και ελάχιστα σπίτια είχαν ηλεκτρικό φωτισμό. Σε πολλές χώρες, οι ιεραπόστολοι διαπίστωσαν ότι τα ρούχα τα έπλεναν ένα-ένα στη σκάφη ή στα βράχια ενός ποταμού αντί να τα πλένουν σε ηλεκτρικό πλυντήριο. Όμως, είχαν πάει εκεί για να διδάξουν στους ανθρώπους τη Βιβλική αλήθεια και έτσι προσαρμόστηκαν στις τοπικές συνθήκες και ασχολήθηκαν δραστήρια με τη διακονία.
Εκείνον τον πρώτο καιρό, συνήθως κανένας δεν περίμενε τους ιεραποστόλους για να τους υποδεχτεί. Μόνοι τους έπρεπε να βρουν κάποιο μέρος να μείνουν. Όταν ο Τσαρλς Αϊζενχάουερ μαζί με άλλους 11 έφτασαν στην Κούβα, το 1943, την πρώτη νύχτα κοιμήθηκαν στο πάτωμα. Την επομένη αγόρασαν κρεβάτια και έφτιαξαν ντουλάπια και συρτάρια από καφάσια μήλων. Χρησιμοποιώντας οποιεσδήποτε συνεισφορές έπαιρναν όταν έδιναν έντυπα, μαζί με τη μικρή οικονομική ενίσχυση που παρείχε η Εταιρία Σκοπιά για τους ειδικούς σκαπανείς, κάθε ιεραποστολική ομάδα απέβλεπε στον Ιεχωβά για να ευλογήσει τις προσπάθειες που έκαναν για να πληρώσουν το νοίκι, να βρουν τροφή και να αντεπεξέλθουν σε άλλα απαραίτητα έξοδα.
Η ετοιμασία των γευμάτων απαιτούσε μερικές φορές αλλαγή νοοτροπίας. Όπου δεν υπήρχε ψυγείο, ήταν απαραίτητο να πηγαίνουν καθημερινά στην αγορά. Σε πολλές χώρες το μαγείρεμα γινόταν με κάρβουνα ή με ξύλα αντί να γίνεται σε εστίες υγραερίου ή σε ηλεκτρικές κουζίνες. Ο Τζορτζ και η Γουίλα Μέι Γουότκινς, που είχαν διοριστεί στη Λιβερία, διαπίστωσαν ότι η εστία μαγειρέματος που είχαν στη διάθεσή τους δεν ήταν παρά τρεις πέτρες πάνω στις οποίες στηριζόταν μια τσίγκινη κατσαρόλα.
Τι θα λεχτεί για το νερό; Κοιτώντας το καινούριο της σπίτι στην Ινδία, η Ρουθ Μακ Κέι είπε: ‘Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο σπίτι. Η κουζίνα δεν έχει νεροχύτη παρά μόνο μια βρύση σε κάποια γωνιά, με ένα τσιμεντένιο τοιχάκι για να μη φεύγουν τα νερά και χύνονται στο πάτωμα. Δεν υπάρχει συνέχεια νερό όλο το 24ωρο, και έτσι πρέπει να αποθηκεύουμε νερό για τις ώρες που θα είναι κομμένο’.
Επειδή δεν ήταν συνηθισμένοι στις τοπικές συνθήκες, μερικοί ιεραπόστολοι προσβλήθηκαν από ασθένειες στη διάρκεια των πρώτων μηνών στον τόπο του διορισμού τους. Ο Ράσελ Γέιτς αντιμετώπισε το ένα κρούσμα δυσεντερίας μετά το άλλο όταν έφτασε στο Κουρασάο το 1946. Αλλά ένας ντόπιος αδελφός είχε κάνει μια τόσο ένθερμη προσευχή ευχαριστίας στον Ιεχωβά για τους ιεραποστόλους, ώστε εκείνοι δεν μπορούσαν ούτε καν να σκεφτούν να φύγουν. Μόλις έφτασαν στην Άνω Βόλτα (σημερινή Μπουρκίνα Φάσο), ο Μπράιαν και η Έλκε Γουάιζ βρέθηκαν σε ένα σκληρό κλίμα που επηρέασε δυσμενώς την υγεία τους. Έπρεπε να μάθουν να αντιμετωπίζουν θερμοκρασίες γύρω στους 43° C στη διάρκεια της μέρας. Την πρώτη τους χρονιά, ο καύσωνας σε συνδυασμό με την ελονοσία έκαναν την Έλκε να πέφτει άρρωστη επί εβδομάδες κάθε φορά. Τον επόμενο χρόνο, ο Μπράιαν έμεινε πέντε μήνες στο κρεβάτι από ηπατίτιδα βαριάς μορφής. Σύντομα, όμως, διαπίστωσαν ότι είχαν τόσες καλές Γραφικές μελέτες όσες μπορούσαν να διεξάγουν—και ακόμα περισσότερες. Η αγάπη για αυτούς τους ανθρώπους τούς βοήθησε να εγκαρτερήσουν· το ίδιο και το γεγονός ότι έβλεπαν το διορισμό τους ως προνόμιο και ως καλή εκπαίδευση για οτιδήποτε τους επιφύλασσε ο Ιεχωβά στο μέλλον.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια, ολοένα και περισσότεροι ιεραπόστολοι έβλεπαν να τους υποδέχονται στο διορισμό τους ιεραπόστολοι που είχαν πάει εκεί πριν από αυτούς ή ντόπιοι Μάρτυρες. Μερικοί διορίζονταν σε χώρες όπου οι κυριότερες πόλεις ήταν αρκετά σύγχρονες. Αρχίζοντας το 1946, η Εταιρία Σκοπιά έκανε επίσης προσπάθεια να παρέχει ένα κατάλληλο σπίτι και τη βασική επίπλωση για κάθε ιεραποστολική ομάδα, καθώς και χρήματα για το φαγητό, απαλλάσσοντάς τους έτσι από αυτό το μέλημα και δίνοντάς τους τη δυνατότητα να κατευθύνουν περισσότερο την προσοχή τους στο έργο κηρύγματος.
Σε πολλά μέρη, οι μετακινήσεις αποτελούσαν εμπειρία που έθετε σε δοκιμασία την αντοχή τους. Έπειτα από βροχή, αρκετές ιεραπόστολοι στην Παπούα-Νέα Γουινέα χρειαζόταν να φορτώνονται στην πλάτη ένα σάκο με προμήθειες και να διασχίζουν κάποια έρημη έκταση περνώντας από ένα γλιστερό μονοπάτι που ήταν τόσο λασπώδες ώστε μερικές φορές τους έβγαιναν τα παπούτσια. Στη Νότια Αμερική, πολλοί ιεραπόστολοι έκαναν ανατριχιαστικές διαδρομές με το λεωφορείο σε στενούς δρόμους ψηλά στις Άνδεις. Δεν ξεχνιέται εύκολα μια τέτοια εμπειρία, όταν το λεωφορείο με το οποίο ταξιδεύεις, ενώ βρίσκεται στην εξωτερική πλευρά του δρόμου, διασταυρώνεται σε μια στροφή που δεν έχει προστατευτικό κιγκλίδωμα με ένα άλλο μεγάλο όχημα το οποίο έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση, και νιώθεις ότι το λεωφορείο αρχίζει να γέρνει προς τον γκρεμό!
Οι πολιτικές επαναστάσεις φαίνονταν να είναι συνηθισμένο μέρος της ζωής σε μερικά μέρη, αλλά οι Μάρτυρες ιεραπόστολοι είχαν στο μυαλό τους τη δήλωση του Ιησού ότι οι μαθητές του ‘δεν θα ήταν μέρος του κόσμου’· έτσι ήταν ουδέτεροι όσον αφορά τέτοιες διαμάχες. (Ιωάν. 15:19) Έμαθαν να καταπνίγουν οποιαδήποτε περιέργεια θα μπορούσε να τους εκθέσει σε περιττό κίνδυνο. Συνήθως, το καλύτερο που είχαν να κάνουν ήταν απλώς να μην κυκλοφορούν στους δρόμους μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα. Στο Βιετνάμ, εννιά ιεραπόστολοι έμεναν ακριβώς στην καρδιά της Σαϊγκόν (σήμερα Χο Τσι Μινχ) όταν ξέσπασε πόλεμος σε εκείνη την πόλη. Έβλεπαν βόμβες να πέφτουν, φωτιές από άκρη ως άκρη της πόλης και χιλιάδες ανθρώπους να φεύγουν για να σώσουν τη ζωή τους. Αλλά, κατανοώντας ότι ο Ιεχωβά τούς είχε στείλει για να μεταδώσουν ζωοπάροχη γνώση σε ανθρώπους που πεινούσαν για την αλήθεια, απέβλεπαν σε εκείνον για προστασία.
Ακόμα και όταν υπήρχε σχετική ειρήνη, ήταν δύσκολο για τους ιεραποστόλους να διεξάγουν τη διακονία τους σε μερικά τμήματα ασιατικών πόλεων. Και μόνο η εμφάνιση ενός ξένου στα δρομάκια μιας φτωχικής συνοικίας στη Λαχώρη του Πακιστάν ήταν αρκετή για να προσελκύσει ένα πλήθος άπλυτων, αχτένιστων παιδιών κάθε ηλικίας. Φωνάζοντας και σπρώχνοντας το ένα το άλλο, ακολουθούσαν τον ιεραπόστολο από σπίτι σε σπίτι και, πολλές φορές, εισέβαλλαν μέσα στα σπίτια πίσω από τον ευαγγελιζόμενο. Σε λίγο, όλος ο δρόμος ήξερε την τιμή των περιοδικών και το ότι ο ξένος ‘έκανε Χριστιανούς’. Κάτω από τέτοιες περιστάσεις, συνήθως ήταν απαραίτητο να εγκαταλείψουν την περιοχή. Η αναχώρηση γινόταν συχνά με τη συνοδεία κραυγών, χειροκροτημάτων και, μερικές φορές, μιας βροχής από πέτρες.
Τα τοπικά έθιμα συχνά απαιτούσαν κάποιες προσαρμογές από μέρους των ιεραποστόλων. Στην Ιαπωνία έμαθαν να αφήνουν τα παπούτσια τους στο κατώφλι όταν έμπαιναν σε κάποιο σπίτι. Και έπρεπε επίσης να συνηθίσουν, αν μπορούσαν, να κάθονται στο πάτωμα μπροστά σε ένα χαμηλό τραπέζι όταν έκαναν Γραφικές μελέτες. Σε μερικά μέρη της Αφρικής έμαθαν ότι το να χρησιμοποιούν το αριστερό χέρι για να δώσουν κάτι στον άλλον θεωρούνταν προσβολή. Και διαπίστωσαν ότι σε εκείνο το μέρος του κόσμου ήταν ένδειξη κακών τρόπων να προσπαθήσεις να εξηγήσεις το λόγο της επίσκεψής σου προτού κάνεις μια μικρή «κουβεντούλα»—κατά την οποία γίνονται αμοιβαίες ερωτήσεις για την υγεία και σου ζητούν να τους πεις από πού είσαι, πόσα παιδιά έχεις, και ούτω καθεξής. Στη Βραζιλία, οι ιεραπόστολοι διαπίστωσαν ότι, αντί να χτυπούν την πόρτα, συνήθως έπρεπε να χτυπούν παλαμάκια στην εξώπορτα προκειμένου να καλέσουν τον οικοδεσπότη.
Ωστόσο, στο Λίβανο οι ιεραπόστολοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με άλλου είδους έθιμα. Ελάχιστοι αδελφοί έφερναν τη σύζυγό τους και τις κόρες τους στις συναθροίσεις. Και όσο για τις γυναίκες που παρευρίσκονταν, αυτές πάντοτε κάθονταν πίσω, ποτέ ανάμεσα στους άντρες. Οι ιεραπόστολοι, μην έχοντας υπόψη τους το έθιμο, προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση στην πρώτη τους συνάθροιση. Ένα αντρόγυνο κάθησε στο μπροστινό μέρος και οι ανύπαντρες ιεραπόστολοι κάθησαν όπου υπήρχε κενή θέση. Αλλά έπειτα από τη συνάθροιση, μια συζήτηση των Χριστιανικών αρχών βοήθησε στη διάλυση της παρανόησης. (Παράβαλε Δευτερονόμιον 31:12· Γαλάτες 3:28). Αυτός ο διαχωρισμός σταμάτησε. Περισσότερες σύζυγοι και κόρες παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις. Επίσης, πήγαιναν μαζί με τις ιεραποστόλους στη διακονία από σπίτι σε σπίτι.
Η Πρόκληση μιας Καινούριας Γλώσσας
Η μικρή ομάδα ιεραποστόλων που έφτασαν στη Μαρτινίκα, το 1949, ήξεραν πολύ λίγα γαλλικά, αλλά γνώριζαν ότι οι άνθρωποι χρειάζονταν το άγγελμα της Βασιλείας. Με πραγματική πίστη ξεκίνησαν το έργο από πόρτα σε πόρτα, προσπαθώντας να διαβάσουν λίγα εδάφια από την Αγία Γραφή ή κάποιο απόσπασμα από το έντυπο που πρόσφεραν. Με υπομονή, τα γαλλικά τους βαθμιαία βελτιώθηκαν.
Μολονότι η επιθυμία τους ήταν να βοηθήσουν τους ντόπιους Μάρτυρες και άλλους ενδιαφερομένους, οι ίδιοι οι ιεραπόστολοι ήταν συχνά εκείνοι που χρειάζονταν πρώτοι βοήθεια—στη γλώσσα. Εκείνοι που είχαν σταλεί στο Τόγκο διαπίστωσαν ότι η γραμματική της γλώσσας έβε, της κύριας γλώσσας του τόπου, είναι εντελώς διαφορετική από τη γραμματική των ευρωπαϊκών γλωσσών και πως το ύψος της φωνής με τον οποίο λέγεται μια λέξη μπορεί να αλλάξει τη σημασία της. Έτσι η μονοσύλλαβη λέξη το, όταν προφέρεται σε υψηλό τόνο, μπορεί να σημαίνει αφτί, βουνό, πεθερός ή φυλή· σε χαμηλό τόνο, σημαίνει βουβάλι. Οι ιεραπόστολοι που αναλάμβαναν υπηρεσία στο Βιετνάμ έρχονταν αντιμέτωποι με μια γλώσσα που χρησιμοποιεί έξι παραλλαγές τόνου για κάθε λέξη, και ο κάθε τόνος δίνει διαφορετική σημασία στη λέξη.
Για την Έντνα Γουότερφολ, που διορίστηκε στο Περού, δεν ήταν εύκολο να ξεχάσει το πρώτο σπίτι στο οποίο προσπάθησε να δώσει μαρτυρία στην ισπανική. Ενώ την έλουζε κρύος ιδρώτας, είπε όπως-όπως την παρουσίαση που είχε αποστηθίσει, πρόσφερε έντυπα και διευθέτησε να κάνει Γραφική μελέτη με μια ηλικιωμένη κυρία. Κατόπιν εκείνη η γυναίκα είπε σε άπταιστα αγγλικά: «Εντάξει, πολύ ωραία. Θα μελετάω μαζί σας και θα κάνουμε όλη τη μελέτη στα ισπανικά για να σας βοηθήσω να μάθετε ισπανικά». Εμβρόντητη η Έντνα απάντησε: «Μιλάτε αγγλικά; Και με αφήσατε να τα πω όλα αυτά με τα σπαστά ισπανικά μου;» «Αυτό σας έκανε καλό», απάντησε η γυναίκα. Και πραγματικά της έκανε καλό! Όπως σύντομα αντιλήφθηκε η Έντνα, η χρήση μιας γλώσσας παίζει σημαντικό ρόλο στην εκμάθησή της.
Στην Ιταλία, όταν ο Τζορτζ Φρεντιανέλι προσπάθησε να μιλήσει τη γλώσσα, ανακάλυψε ότι τις εκφράσεις που νόμιζε πως ήταν ιταλικές (αλλά στην πραγματικότητα ήταν εξιταλισμένες αγγλικές λέξεις) δεν τις καταλάβαινε κανείς. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, αποφάσισε να γράφει λέξη προς λέξη τις ομιλίες που έκανε στις εκκλησίες και να τις εκφωνεί από το χειρόγραφο. Όμως, πολλοί ακροατές αποκοιμιόνταν. Έτσι, εγκατέλειψε το χειρόγραφο, μιλούσε από σχέδιο και ζητούσε τη βοήθεια των ακροατών όταν κόμπιαζε. Αυτό τους κρατούσε ξύπνιους και βοήθησε και τον ίδιο να προοδεύσει.
Για να δώσει στους ιεραποστόλους τις βάσεις για την καινούρια τους γλώσσα, η σειρά μαθημάτων της Γαλαάδ για τις πρώτες τάξεις περιελάμβανε εκμάθηση κάποιας γλώσσας, όπως ισπανική, γαλλική, ιταλική, πορτογαλική, ιαπωνική, αραβική και ούρντου. Με το πέρασμα των ετών, έγιναν μαθήματα εκμάθησης 30 και πλέον γλωσσών. Αλλά, επειδή οι απόφοιτοι της κάθε τάξης δεν πήγαιναν όλοι σε μέρη όπου μιλιόταν η ίδια γλώσσα, το μάθημα για την εκμάθηση της γλώσσας αντικαταστάθηκε αργότερα από διευθετήσεις για μια εντατική περίοδο μελέτης της γλώσσας υπό την κατεύθυνση κάποιου δασκάλου, μετά την άφιξή τους στο διορισμό τους. Τον πρώτο μήνα, οι νεοφερμένοι βυθίζονταν ολοκληρωτικά στη μελέτη της γλώσσας 11 ώρες τη μέρα· τον επόμενο μήνα, το μισό χρόνο τους τον δαπανούσαν στη μελέτη της γλώσσας στο σπίτι και τον άλλο μισό τον αφιέρωναν στη χρήση αυτών των γνώσεων στη διακονία αγρού.
Παρατηρούνταν, ωστόσο, ότι η χρήση της γλώσσας στη διακονία αγρού ήταν κύριος παράγοντας προόδου· γι’ αυτό έγινε μια προσαρμογή. Τους τρεις πρώτους μήνες στο διορισμό τους, οι καινούριοι ιεραπόστολοι που δεν ήξεραν την τοπική γλώσσα δαπανούσαν τέσσερις ώρες τη μέρα με έναν ικανό δάσκαλο και, ευθύς εξαρχής, εφάρμοζαν αυτά που μάθαιναν, δίνοντας μαρτυρία στους ντόπιους για τη Βασιλεία του Θεού.
Πολλές ιεραποστολικές ομάδες εργάζονταν συλλογικά για να βελτιωθούν στην κατανόησή τους όσον αφορά τη γλώσσα. Συζητούσαν μερικές ή ως και 20 καινούριες λέξεις κάθε μέρα στο πρωινό και κατόπιν προσπαθούσαν να τις χρησιμοποιήσουν στη διακονία τους στον αγρό.
Η εκμάθηση της τοπικής γλώσσας υπήρξε σημαντικός παράγοντας στο να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των ανθρώπων. Σε μερικά μέρη, υπάρχει κάποια δυσπιστία προς τους ξένους. Ο Χιου και η Κάρολ Κόρμικαν έχουν υπηρετήσει, είτε ως άγαμοι είτε ως αντρόγυνο, σε πέντε αφρικανικές χώρες. Ξέρουν καλά τη δυσπιστία που υπάρχει συχνά μεταξύ Αφρικανών και Ευρωπαίων. Λένε όμως: «Αν μιλάς την τοπική γλώσσα, γρήγορα εξαφανίζεται αυτό το συναίσθημα. Επιπλέον, άλλοι που δεν έχουν τη διάθεση να ακούσουν τα καλά νέα από τους συμπατριώτες τους εμάς μας ακούν πρόθυμα, παίρνουν έντυπα και μελετούν, επειδή κάναμε την προσπάθεια να τους μιλήσουμε στη γλώσσα τους». Προκειμένου να το κάνει αυτό, ο αδελφός Κόρμικαν, εκτός από την αγγλική, έμαθε άλλες πέντε γλώσσες, και η αδελφή Κόρμικαν έμαθε έξι.
Φυσικά, μπορεί να υπάρξουν προβλήματα καθώς προσπαθεί κανείς να μάθει μια καινούρια γλώσσα. Στο Πόρτο Ρίκο, ένας αδελφός που προσκαλούσε τους οικοδεσπότες να ακούσουν ένα ηχογραφημένο Βιβλικό άγγελμα έκλεινε το φωνογράφο του και πήγαινε στην επόμενη πόρτα όταν το άτομο απαντούσε: «Κόμο νο!» Αυτό του φαινόταν σαν «Νο» (όχι), και του πήρε κάποιο διάστημα μέχρι να μάθει ότι αυτή η έκφραση σημαίνει: «Γιατί όχι!» Από την άλλη πάλι, οι ιεραπόστολοι δεν καταλάβαιναν μερικές φορές τον οικοδεσπότη όταν τους έλεγε ότι δεν ενδιαφέρεται και συνέχιζαν να δίνουν μαρτυρία. Ως αποτέλεσμα, ωφελήθηκαν μερικοί καλοσυνάτοι οικοδεσπότες που έδειξαν κατανόηση.
Υπήρχαν και αστείες καταστάσεις. Ο Λέσλι Φρανκς, στη Σιγκαπούρη, έμαθε ότι έπρεπε να προσέχει να μη μιλάει για καρύδα (κελάπα) όταν εννοούσε κεφάλι (κεπάλα) και για χορτάρι (ρούμπουτ) όταν εννοούσε μαλλιά (ράμπουτ). Ένας ιεραπόστολος στις Σαμόα, λόγω λάθους προφοράς, ρώτησε έναν ντόπιο «Τι κάνει το μούσι σας;» (ο άνθρωπος δεν είχε μούσι), ενώ αυτό που ήθελε ήταν να κάνει μια ευγενική ερώτηση σχετικά με τη σύζυγο αυτού του ανθρώπου. Στον Ισημερινό, όταν ένας οδηγός λεωφορείου ξεκίνησε απότομα, η Ζόλα Χόφμαν, η οποία στεκόταν όρθια στο λεωφορείο, έχασε την ισορροπία της και προσγειώθηκε στα γόνατα ενός άντρα. Ταραγμένη, επιχείρησε να ζητήσει συγνώμη. Αλλά αυτό που βγήκε από το στόμα της ήταν: «Κον σου περμίσο» (Με την άδειά σας). Οι άλλοι επιβάτες ξέσπασαν σε γέλια όταν ο άντρας απάντησε καλόκαρδα: «Με την ησυχία σας, κυρία».
Παρ’ όλα αυτά, η διακονία επρόκειτο να φέρει καλά αποτελέσματα, επειδή οι ιεραπόστολοι προσπαθούσαν. Η Λόις Ντάιερ, η οποία έφτασε στην Ιαπωνία το 1950, θυμάται τη συμβουλή που είχε δώσει ο αδελφός Νορ: «Να κάνετε το καλύτερο που μπορείτε και, ακόμα και αν κάνετε λάθη, να κάνετε κάτι!» Εκείνη το έκανε αυτό, και το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι. Τα επόμενα 42 χρόνια, οι ιεραπόστολοι που στέλνονταν στην Ιαπωνία έβλεπαν τον αριθμό των διαγγελέων της Βασιλείας εκεί να αυξάνει από μια χούφτα σε 170.000 και πλέον, και η αύξηση συνεχίζεται. Τι πλούσια ανταμοιβή επειδή, αφού είχαν στραφεί στον Ιεχωβά για κατεύθυνση, ήταν πρόθυμοι να προσπαθήσουν!
Διάνοιξη Νέων Αγρών και Επέκταση Άλλων
Σε δεκάδες χώρες και νησιωτικά συμπλέγματα, οι Γαλααδίτες ιεραπόστολοι ήταν αυτοί που είτε ξεκίνησαν το έργο κηρύγματος της Βασιλείας είτε του έδωσαν την αναγκαία ώθηση έπειτα από την περιορισμένη σε έκταση μαρτυρία που είχαν δώσει άλλοι. Από ό,τι φαίνεται, αυτοί ήταν οι πρώτοι Μάρτυρες του Ιεχωβά που κήρυξαν τα καλά νέα στη Σομαλία, στο Σουδάν, στο Λάος και σε πολυάριθμα νησιωτικά συμπλέγματα σε όλη την υδρόγειο.
Είχε ήδη γίνει λίγο κήρυγμα σε μέρη όπως η Βολιβία, η Δομινικανή Δημοκρατία, ο Ισημερινός, το Ελ Σαλβαδόρ, η Ονδούρα, η Νικαράγουα, η Αιθιοπία, η Γκάμπια, η Λιβερία, η Καμπότζη, το Χονγκ Κονγκ, η Ιαπωνία και το Βιετνάμ. Δεν υπήρχε όμως κανένας Μάρτυρας του Ιεχωβά που να δίνει έκθεση έργου σε αυτές τις χώρες όταν έφτασαν οι πρώτοι ιεραπόστολοι που ήταν απόφοιτοι της Σχολής Γαλαάδ. Όπου ήταν δυνατόν, οι ιεραπόστολοι αναλάμβαναν τη συστηματική κάλυψη της χώρας, συγκεντρώνοντας αρχικά την προσοχή τους στις μεγαλύτερες πόλεις. Δεν πήγαιναν απλώς από μέρος σε μέρος δίνοντας έντυπα, όπως έκαναν οι βιβλιοπώλες διάκονοι του παρελθόντος. Έκαναν υπομονετικά επανεπισκέψεις στους ενδιαφερομένους, διεξήγαν Γραφικές μελέτες με αυτούς και τους εκπαίδευαν στη διακονία αγρού.
Κάποιες άλλες χώρες είχαν μόνο δέκα περίπου διαγγελείς της Βασιλείας (και λιγότερους σε μερικές περιπτώσεις) πριν από την άφιξη των ιεραποστόλων που ήταν απόφοιτοι της Σχολής Γαλαάδ. Σε αυτές συγκαταλεγόταν η Κολομβία, η Γουατεμάλα, η Αϊτή, το Πόρτο Ρίκο, η Βενεζουέλα, το Μπουρούντι, η Ακτή Ελεφαντοστού, η Κένυα, ο Μαυρίκιος, η Σενεγάλη, η Νοτιοδυτική Αφρική (σημερινή Ναμίμπια), η Κεϋλάνη (σημερινή Σρι Λάνκα), η Κίνα και η Σιγκαπούρη, καθώς και πολλά νησιωτικά συμπλέγματα. Οι ιεραπόστολοι έθεσαν παράδειγμα ζήλου στη διακονία, βοήθησαν τους ντόπιους Μάρτυρες να βελτιώσουν τις ικανότητές τους, οργάνωσαν εκκλησίες και βοήθησαν αδελφούς να αποκτήσουν τα προσόντα για να αναλάβουν την ηγεσία. Σε πολλές περιπτώσεις ξεκίνησαν επίσης το έργο κηρύγματος σε περιοχές στις οποίες το άγγελμα δεν είχε φτάσει ποτέ προηγουμένως.
Με αυτή τη βοήθεια, ο αριθμός των Μαρτύρων άρχισε να αυξάνει. Στις περισσότερες από αυτές τις χώρες υπάρχουν τώρα χιλιάδες ενεργοί Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σε μερικές από αυτές υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες, ή ακόμα και πάνω από εκατό χιλιάδες, υμνητές του Ιεχωβά.
Μερικοί Άνθρωποι Ήταν Πρόθυμοι να Ακούσουν
Σε μερικές περιοχές οι ιεραπόστολοι βρήκαν πολλούς ανθρώπους που είχαν μεγάλη προθυμία να μάθουν. Όταν ο Τεντ και η Ντόρις Κλάιν, απόφοιτοι της πρώτης τάξης της Γαλαάδ, έφτασαν στα Παρθένα Νησιά το 1947, υπήρχαν τόσο πολλοί άνθρωποι που ήθελαν να μελετήσουν την Αγία Γραφή, ώστε συνήθως δεν τελείωναν τη μέρα υπηρεσίας τους πριν τα μεσάνυχτα. Στην πρώτη δημόσια διάλεξη που έκανε ο αδελφός Κλάιν στην Πλατεία Αγοράς της Σαρλότ Αμαλί, υπήρχε ακροατήριο χιλίων ατόμων.
Ο Τζόζεφ Μακ Γκρα και ο Σίριλ Τσαρλς στάλθηκαν στην περιοχή των Άμις στην Ταϊβάν, το 1949. Κατέληξαν να κατοικούν σε σπίτια με αχυροσκεπή και χωμάτινο πάτωμα. Όμως, βρίσκονταν εκεί για να βοηθήσουν τους ανθρώπους. Μερικοί από τη φυλή Άμις είχαν πάρει έντυπα της Σκοπιάς, είχαν ενθουσιαστεί με αυτά που διάβασαν και είχαν μεταδώσει τα καλά νέα και σε άλλους. Τώρα, οι ιεραπόστολοι βρίσκονταν εκεί για να τους βοηθήσουν να αναπτυχτούν πνευματικά. Είχαν μάθει ότι 600 άτομα ενδιαφέρονταν για την αλήθεια, αλλά 1.600 παρακολούθησαν συνολικά τις συναθροίσεις που διεξήγαν οι ιεραπόστολοι καθώς μετέβαιναν από χωριό σε χωριό. Αυτοί οι ταπεινοί άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να μάθουν, αλλά τους έλειπε η ακριβής γνώση σε πολλά πράγματα. Υπομονετικά, οι αδελφοί άρχισαν να τους διδάσκουν, ασχολούμενοι με ένα θέμα κάθε φορά, και συχνά αφιέρωναν σε κάθε χωριό οχτώ ή και περισσότερες ώρες για τη συζήτηση ενός θέματος με ερωτήσεις και απαντήσεις. Εκπαίδευσαν επίσης τα 140 άτομα που εξέφρασαν την επιθυμία να συμμετάσχουν στην επίδοση μαρτυρίας από σπίτι σε σπίτι. Πόσο χαρωπή εμπειρία ήταν αυτή για τους ιεραποστόλους! Αλλά χρειαζόταν ακόμα να γίνουν πολλά προκειμένου να υπάρξει στερεή πνευματική ανάπτυξη.
Έπειτα από 12 περίπου χρόνια, ο Χάρβεϊ και η Καθλίν Λόγκαν, Γαλααδίτες ιεραπόστολοι οι οποίοι υπηρετούσαν προηγουμένως στην Ιαπωνία, διορίστηκαν να παράσχουν περαιτέρω βοήθεια στους αδελφούς της φυλής Άμις. Ο αδελφός Λόγκαν αφιέρωσε πολύ χρόνο για να τους βοηθήσει να καταλάβουν βασικές διδασκαλίες και αρχές της Αγίας Γραφής, καθώς και οργανωτικά θέματα. Η αδελφή Λόγκαν συνεργαζόταν καθημερινά με τις αδελφές της φυλής Άμις στην υπηρεσία αγρού και κατόπιν προσπαθούσε να μελετάει βασικές αλήθειες της Αγίας Γραφής μαζί τους. Αργότερα, το 1963, η Εταιρία Σκοπιά διευθέτησε να συγκεντρωθούν εκπρόσωποι από 28 χώρες μαζί με τους ντόπιους Μάρτυρες εκεί στο χωριό Σου Φενγκ, στα πλαίσια μιας σειράς συνελεύσεων περιφερείας που έγιναν σε όλο τον κόσμο. Όλα αυτά άρχισαν να θέτουν γερό θεμέλιο για περαιτέρω αύξηση.
Το 1948, δυο ιεραπόστολοι, ο Χάρι Άρνοτ και ο Ίαν Φέργκιουσον, έφτασαν στη Βόρεια Ροδεσία (σημερινή Ζάμπια). Τότε ήδη υπήρχαν εκεί 252 εκκλησίες από ντόπιους Αφρικανούς Μάρτυρες, αλλά τώρα δόθηκε προσοχή και στους Ευρωπαίους που είχαν μεταναστεύσει εκεί λόγω των ορυχείων χαλκού. Η ανταπόκριση ήταν συναρπαστική. Οι αδελφοί διέθεταν πολλά έντυπα· εκείνοι με τους οποίους διεξήγαν Γραφική μελέτη προόδευαν γοργά. Εκείνο το έτος σημειώθηκε αύξηση 61 τοις εκατό στον αριθμό των Μαρτύρων που ήταν ενεργοί στη διακονία αγρού.
Σε πολλά μέρη δεν ήταν ασυνήθιστο να έχουν οι ιεραπόστολοι λίστες αναμονής για τους ανθρώπους που ήθελαν Γραφική μελέτη. Μερικές φορές, όταν διεξαγόταν κάποια μελέτη, ήταν παρόντες και συγγενείς, γείτονες και άλλοι φίλοι. Ακόμα και πριν μπορέσουν οι άνθρωποι να έχουν τη δική τους προσωπική Γραφική μελέτη, μπορεί να παρακολουθούσαν τακτικά τις συναθροίσεις στην Αίθουσα Βασιλείας.
Ωστόσο, σε άλλες χώρες, αν και οι ιεραπόστολοι κατέβαλλαν μεγάλη προσπάθεια, ο θερισμός ήταν πολύ περιορισμένος. Ήδη από το 1953 είχαν σταλεί ιεραπόστολοι της Σκοπιάς στο Ανατολικό Πακιστάν (σημερινό Μπαγκλαντές), όπου ο πληθυσμός, που τώρα ξεπερνάει τα 115.000.000, αποτελείται κυρίως από Μουσουλμάνους και Ινδουιστές. Καταβλήθηκε πολλή προσπάθεια για να βοηθηθούν οι άνθρωποι. Παρ’ όλα αυτά, το 1992 υπήρχαν μόνο 42 λάτρεις του Ιεχωβά σε εκείνη τη χώρα. Ωστόσο, στα μάτια των ιεραποστόλων που υπηρετούν σε τέτοιες περιοχές, κάθε άτομο που ακολουθεί την αληθινή λατρεία είναι ιδιαίτερα πολύτιμο—επειδή αυτά τα άτομα είναι πολύ σπάνια.
Στοργική Βοήθεια σε Συμμάρτυρες
Το βασικό έργο των ιεραποστόλων είναι το ευαγγελιστικό έργο, το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας του Θεού. Καθώς, όμως, ενασχολούνταν προσωπικά σε αυτή τη δραστηριότητα, μπόρεσαν επίσης να προσφέρουν μεγάλη βοήθεια στους ντόπιους Μάρτυρες. Οι ιεραπόστολοι τους προσκαλούσαν να βγουν μαζί τους στη διακονία αγρού και τους μεταβίβαζαν εισηγήσεις σχετικά με το πώς να χειρίζονται δύσκολες καταστάσεις. Πολλές φορές, παρατηρώντας τους ιεραποστόλους, οι ντόπιοι Μάρτυρες μάθαιναν πώς να διεξάγουν τη διακονία τους με πιο οργανωμένο τρόπο και πώς να είναι πιο αποτελεσματικοί δάσκαλοι. Αντίστοιχα, οι ντόπιοι Μάρτυρες βοηθούσαν τους ιεραποστόλους να προσαρμόζονται στα τοπικά έθιμα.
Αμέσως μετά την άφιξή του στην Πορτογαλία το 1948, ο Τζον Κουκ έκανε ενέργειες για να οργανώσει τη διεξαγωγή συστηματικού έργου από σπίτι σε σπίτι. Αν και ήταν πρόθυμοι, πολλοί ντόπιοι Μάρτυρες χρειάζονταν εκπαίδευση. Ο ίδιος είπε αργότερα: «Ποτέ δεν θα ξεχάσω μια από τις πρώτες-πρώτες εξόδους μου στη διακονία με τις αδελφές στην Αλμάντα. Ναι, έξι αδελφές πήγαιναν όλες μαζί στο ίδιο σπίτι. Απλώς φανταστείτε μια ομάδα έξι γυναικών να στέκονται γύρω από την πόρτα ενώ μια από αυτές έβγαζε λόγο! Αλλά σιγά-σιγά τα πράγματα άρχισαν να τακτοποιούνται και να βελτιώνονται».
Το θαρραλέο παράδειγμα των ιεραποστόλων βοήθησε τους Μάρτυρες στα Υπήνεμα Νησιά να είναι άφοβοι, να μην πτοούνται από τους εναντιουμένους που προσπαθούσαν να παρεμποδίσουν το έργο. Η πίστη που έδειξε ένας ιεραπόστολος βοήθησε κάποιους αδελφούς στην Ισπανία να αρχίσουν τη διακονία από σπίτι σε σπίτι, μολονότι τότε ζούσαν υπό Καθολική φασιστική δικτατορία. Οι ιεραπόστολοι που υπηρετούσαν στην Ιαπωνία μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έδωσαν παράδειγμα διακριτικότητας—με το να μην τονίζουν διαρκώς την αποτυχία της εθνικής θρησκείας, αφότου ο Ιάπωνας αυτοκράτορας είχε αποποιηθεί τη θεϊκή του ιδιότητα, αλλά αντίθετα με το να παρουσιάζουν πειστικές αποδείξεις για πίστη στον Δημιουργό.
Οι ντόπιοι Μάρτυρες παρατηρούσαν τους ιεραποστόλους και συχνά επηρεάζονταν βαθιά με τρόπους που οι ιεραπόστολοι μπορεί να μη συνειδητοποιούσαν τότε. Στο Τρινιδάδ, ενώ έχουν περάσει πολλά χρόνια, ακόμα συζητούν περιστατικά που έδειχναν την ταπεινότητα των ιεραποστόλων, την προθυμία τους να ανέχονται δύσκολες συνθήκες και το σκληρό τους έργο στην υπηρεσία του Ιεχωβά παρά την πολλή ζέστη. Οι Μάρτυρες στην Κορέα εντυπωσιάστηκαν βαθιά από το αυτοθυσιαστικό πνεύμα των ιεραποστόλων οι οποίοι επί δέκα χρόνια δεν έφυγαν από τη χώρα για να επισκεφτούν την οικογένειά τους, επειδή η κυβέρνηση δεν θα έδινε άδειες επανόδου στη χώρα παρά μόνο σε λίγες περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης για «ανθρωπιστικούς» λόγους.
Στη διάρκεια της αρχικής τους φοίτησης στη Γαλαάδ και έπειτα από αυτήν, οι περισσότεροι ιεραπόστολοι έβλεπαν από κοντά τη λειτουργία των κεντρικών γραφείων της ορατής οργάνωσης του Ιεχωβά. Συχνά είχαν αρκετές ευκαιρίες να συναναστραφούν με μέλη του Κυβερνώντος Σώματος. Αργότερα, στον ιεραποστολικό τους διορισμό, μπορούσαν να πουν στους ντόπιους Μάρτυρες και στα νεοενδιαφερόμενα άτομα διάφορα πράγματα που είχαν δει με τα μάτια τους όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η οργάνωση, καθώς και την εκτίμηση που έτρεφαν οι ίδιοι για αυτήν. Το βάθος της εκτίμησης που ενστάλαζαν σχετικά με τη θεοκρατική λειτουργία της οργάνωσης συχνά αποτελούσε σημαντικό παράγοντα της αύξησης που σημειωνόταν.
Σε πολλά από τα μέρη στα οποία στέλνονταν οι ιεραπόστολοι, δεν γίνονταν καθόλου εκκλησιαστικές συναθροίσεις πριν από την άφιξή τους. Έτσι, έκαναν τις απαραίτητες διευθετήσεις, διεξήγαν τις συναθροίσεις και χειρίζονταν τα περισσότερα μέρη των συναθροίσεων μέχρι να αποκτήσουν και άλλοι τα προσόντα να συμμετέχουν σε αυτά τα προνόμια. Εκπαίδευαν συνεχώς άλλους αδελφούς ώστε να μπορέσουν να αποκτήσουν τα προσόντα για να αναλάβουν εκείνοι την ευθύνη. (2 Τιμ. 2:2) Ο πρώτος χώρος διεξαγωγής των συναθροίσεων ήταν συνήθως ο ιεραποστολικός οίκος. Αργότερα, γίνονταν διευθετήσεις για Αίθουσες Βασιλείας.
Εκεί που ήδη υπήρχαν εκκλησίες, οι ιεραπόστολοι συνέβαλλαν στο να κάνουν τις συναθροίσεις πιο ενδιαφέρουσες και διδακτικές. Τα καλά προετοιμασμένα τους σχόλια εκτιμούνταν και σύντομα έθεταν ένα πρότυπο που οι άλλοι προσπαθούσαν να μιμηθούν. Χρησιμοποιώντας την εκπαίδευση που είχαν λάβει στη Γαλαάδ, οι αδελφοί έδιναν θαυμάσιο παράδειγμα ως δημόσιοι ομιλητές και δάσκαλοι, και με χαρά δαπανούσαν χρόνο με τους ντόπιους αδελφούς για να τους βοηθήσουν να μάθουν αυτή την τέχνη. Σε χώρες όπου οι άνθρωποι ήταν κατά παράδοση ανέμελοι και δεν τους απασχολούσε ιδιαίτερα το θέμα της ακρίβειας στο χρόνο, οι ιεραπόστολοι τους βοηθούσαν επίσης, δείχνοντας υπομονή, να εκτιμήσουν την αξία τού να αρχίζουν οι συναθροίσεις στην ώρα τους και τους ενθάρρυναν όλους να βρίσκονται εκεί έγκαιρα.
Οι συνθήκες που έβρισκαν σε μερικά μέρη έδειχναν ότι οι αδελφοί χρειάζονταν βοήθεια προκειμένου να οικοδομήσουν εκτίμηση για τη σπουδαιότητα της προσκόλλησης στους δίκαιους κανόνες του Ιεχωβά. Στην Μποτσουάνα, λόγου χάρη, οι ιεραπόστολοι διαπίστωσαν ότι μερικές αδελφές έβαζαν ακόμα στα μωρά τους κλωστές ή χάντρες για να μην πάθουν τίποτα κακό, χωρίς να αντιλαμβάνονται πλήρως ότι αυτό το έθιμο είναι ριζωμένο στη δεισιδαιμονία και στη μαγεία. Στην Πορτογαλία βρήκαν καταστάσεις που προκαλούσαν διχόνοια. Με υπομονή, στοργική βοήθεια και σταθερότητα όταν ήταν απαραίτητο, έγινε φανερή η βελτίωση της πνευματικής υγείας.
Οι ιεραπόστολοι που είχαν διοριστεί σε θέσεις επίβλεψης στη Φινλανδία αφιέρωσαν πολύ χρόνο και προσπάθεια για να εκπαιδεύσουν τους ντόπιους αδελφούς να εξετάζουν λογικά τα διάφορα προβλήματα στο φως των Γραφικών αρχών και έτσι να καταλήγουν σε κάποιο συμπέρασμα που να βρίσκεται σε αρμονία με τη σκέψη του ίδιου του Θεού. Στην Αργεντινή βοήθησαν επίσης τους αδελφούς να μάθουν την αξία τού να έχει κάποιος πρόγραμμα, να μάθουν πώς να τηρούν αρχεία και πόσο σημαντική είναι η αρχειοθέτηση. Στη Γερμανία, όσιους αδελφούς οι οποίοι διακρατούσαν άκαμπτες απόψεις σε ορισμένους τομείς, ως αποτέλεσμα της μάχης που είχαν δώσει για να επιβιώσουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τους βοήθησαν να μιμούνται πληρέστερα τον πράο τρόπο του Ιησού Χριστού καθώς ποίμαιναν το ποίμνιο του Θεού.—Ματθ. 11:28-30· Πράξ. 20:28.
Το έργο μερικών ιεραποστόλων περιελάμβανε το να έχουν επαφές με κυβερνητικούς αξιωματούχους, να απαντούν στις ερωτήσεις τους και να κάνουν αιτήσεις για νομική αναγνώριση του έργου των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Για παράδειγμα, σε περίοδο σχεδόν τεσσάρων ετών, ο αδελφός Τζόλι, ο οποίος είχε διοριστεί στο Καμερούν με τη σύζυγό του, έκανε επανειλημμένες προσπάθειες για να πετύχει νομική αναγνώριση. Μιλούσε συχνά σε Γάλλους και Αφρικανούς αξιωματούχους. Τελικά, έπειτα από μια αλλαγή κυβέρνησης, δόθηκε νομική αναγνώριση. Μέχρι τότε, οι Μάρτυρες είχαν ήδη αναπτύξει δραστηριότητα στο Καμερούν επί 27 χρόνια και αριθμούσαν πάνω από 6.000.
Αντιμετώπιση των Προκλήσεων της Υπηρεσίας Περιοδεύοντα
Μερικοί ιεραπόστολοι έχουν διοριστεί να υπηρετούν ως περιοδεύοντες επίσκοποι. Υπήρχε ιδιαίτερη ανάγκη στην Αυστραλία, όπου, στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, οι αδελφοί είχαν σταματήσει άσοφα μερικές από τις προσπάθειές τους από την επιδίωξη των συμφερόντων της Βασιλείας και τις είχαν στρέψει σε κοσμικές επιδιώξεις. Με τον καιρό, αυτό διορθώθηκε και, στη διάρκεια μιας επίσκεψης του αδελφού Νορ το 1947, δόθηκε έμφαση στο πόσο σημαντικό είναι να κρατάμε το έργο κηρύγματος της Βασιλείας στο προσκήνιο. Από εκεί και έπειτα, ο ενθουσιασμός, το θαυμάσιο παράδειγμα και οι μέθοδοι διδασκαλίας των αποφοίτων της Γαλαάδ που υπηρετούσαν ως επίσκοποι περιοχής και περιφερείας έδωσαν περαιτέρω βοήθεια στην καλλιέργεια μιας γνήσια πνευματικής ατμόσφαιρας μεταξύ των Μαρτύρων εκεί.
Η συμμετοχή σε αυτή την υπηρεσία περιοδεύοντα επισκόπου πολλές φορές απαιτούσε από το άτομο να έχει τη θέληση να καταβάλει τεράστια προσπάθεια και να αντιμετωπίσει κινδύνους. Ο Γουάλας Λίβερανς διαπίστωσε ότι ο μοναδικός τρόπος για να φτάσει σε μια οικογένεια απομονωμένων ευαγγελιζομένων στη Βολκάν της Βολιβίας ήταν να περπατήσει 90 χιλιόμετρα για να πάει και να επιστρέψει, μέσα από γυμνό, βραχώδες έδαφος, κάτω από τον καυτό ήλιο σε υψόμετρο 3.400 μέτρων περίπου, κουβαλώντας τον υπνόσακό του, τροφή και νερό, καθώς και έντυπα. Προκειμένου να υπηρετήσει τις εκκλησίες στις Φιλιππίνες, ο Νιλ Καλαουέι συχνά ταξίδευε με υπερπλήρη υπεραστικά λεωφορεία στα οποία το χώρο τον μοιράζονταν όχι μόνο άνθρωποι αλλά και ζώα και γεωργικά προϊόντα. Ο Ρίτσαρντ Κότεριλ άρχισε το έργο του ως περιοδεύων επίσκοπος στην Ινδία σε μια εποχή που έχαναν τη ζωή τους χιλιάδες άνθρωποι εξαιτίας του θρησκευτικού μίσους. Κάποτε όταν, σύμφωνα με το πρόγραμμά του, έπρεπε να υπηρετήσει τους αδελφούς σε μια ταραγμένη περιοχή, ο υπάλληλος του σιδηροδρομικού γραφείου προσπάθησε να τον μεταπείσει. Όπως αποδείχτηκε, ήταν ένα εφιαλτικό ταξίδι για τους περισσότερους επιβάτες, αλλά ο αδελφός Κότεριλ έτρεφε βαθιά αγάπη για τους αδελφούς του, ανεξάρτητα από το πού ζούσαν ή ποια γλώσσα μιλούσαν. Έχοντας εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά, η λογίκευσή του ήταν: «Αν ο Ιεχωβά θέλει, θα προσπαθήσω να πάω εκεί».—Ιακ. 4:15.
Ενθάρρυνση Άλλων να Συμμετέχουν στην Ολοχρόνια Υπηρεσία
Ως αποτέλεσμα του γεμάτου ζήλο πνεύματος που εκδήλωναν οι ιεραπόστολοι, πολλοί από εκείνους τους οποίους δίδαξαν μιμήθηκαν το παράδειγμά τους με το να μπουν στην ολοχρόνια υπηρεσία. Στην Ιαπωνία, όπου έχουν υπηρετήσει 168 ιεραπόστολοι, το 1992 υπήρχαν 75.956 σκαπανείς· το 40 και πλέον τοις εκατό των ευαγγελιζομένων στην Ιαπωνία ενασχολούνταν σε κάποια μορφή της ολοχρόνιας υπηρεσίας. Παρόμοια ήταν η αναλογία στην Κορέα.
Από χώρες όπου η αναλογία των Μαρτύρων προς τον πληθυσμό είναι αρκετά καλή, προσκαλούνται πολλοί ολοχρόνιοι διάκονοι για να λάβουν εκπαίδευση στη Σχολή Γαλαάδ και κατόπιν στέλνονται να υπηρετήσουν σε άλλα μέρη. Μεγάλοι αριθμοί ιεραποστόλων προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά· περίπου 400 από τη Βρετανία· 240 και πλέον από τη Γερμανία· άνω των 150 από την Αυστραλία· 100 και περισσότεροι από τη Σουηδία· επιπρόσθετα, σημαντικοί αριθμοί ιεραποστόλων προέρχονται από τη Δανία, τη Νέα Ζηλανδία, την Ολλανδία, τη Φινλανδία, τη Χαβάη και άλλες χώρες. Μερικές χώρες που βοηθήθηκαν από ιεραποστόλους αργότερα προμήθευσαν και οι ίδιες υποψήφιους ιεραποστόλους για υπηρεσία σε άλλες χώρες.
Κάλυψη των Αναγκών σε μια Αυξανόμενη Οργάνωση
Καθώς αυξανόταν η οργάνωση, οι ίδιοι οι ιεραπόστολοι αναλάμβαναν περαιτέρω ευθύνες. Αρκετοί από αυτούς υπηρέτησαν ως πρεσβύτεροι ή διακονικοί υπηρέτες στις εκκλησίες που οι ίδιοι βοήθησαν να αναπτυχτούν. Σε πολλές χώρες εκείνοι ήταν οι πρώτοι επίσκοποι περιοχής και περιφερείας. Όταν η περαιτέρω ανάπτυξη παρείχε βάσιμους λόγους στην Εταιρία για την ίδρυση νέων γραφείων τμήματος, σε πολλούς ιεραποστόλους ανατέθηκαν ευθύνες σχετικές με τη λειτουργία του τμήματος. Σε μερικές περιπτώσεις, από εκείνους που γνώριζαν πια καλά τη γλώσσα ζητήθηκε να βοηθούν στη μετάφραση και στη διόρθωση του κειμένου των Γραφικών εντύπων.
Ωστόσο, οι ιεραπόστολοι ένιωθαν ότι είχαν ανταμειφτεί ιδιαίτερα όταν εκείνοι με τους οποίους είχαν μελετήσει το Λόγο του Θεού, ή αδελφοί στων οποίων την πνευματική ανάπτυξη είχαν συμβάλει με κάποιον τρόπο, αποκτούσαν τα προσόντα για να αναλάβουν τέτοιες ευθύνες. Έτσι, ένα αντρόγυνο στο Περού χάρηκαν πολύ όταν είδαν μερικά άτομα με τα οποία είχαν κάνει μελέτη να υπηρετούν ως ειδικοί σκαπανείς και να βοηθούν στην ενίσχυση καινούριων εκκλησιών και στη διάνοιξη νέων τομέων. Από μια μελέτη που διεξήγε ένας ιεραπόστολος με κάποια οικογένεια στη Σρι Λάνκα προήλθε ένα από τα μέλη της Επιτροπής του Τμήματος εκείνης της χώρας. Πολλοί άλλοι ιεραπόστολοι είχαν παρόμοιες χαρές.
Αλλά έχουν αντιμετωπίσει και εναντίωση επίσης.
Αντιμετώπιση Εναντίωσης
Ο Ιησούς είπε στους ακολούθους του ότι θα διώκονταν, όπως είχε διωχτεί και ο ίδιος. (Ιωάν. 15:20) Εφόσον οι ιεραπόστολοι τις περισσότερες φορές προέρχονταν από το εξωτερικό, όταν ξέσπαγε έντονη εναντίωση σε κάποια χώρα, συνήθως τους απέλαυναν.
Το 1967, συνέλαβαν τη Σόνια Χαϊντοστιάν και τους γονείς της στο Χαλέπι της Συρίας. Τους κράτησαν πέντε μήνες στη φυλακή και κατόπιν τους απέλασαν από τη χώρα χωρίς τα υπάρχοντά τους. Η Μαργαρίτα Κένιγκερ, από τη Γερμανία, είχε διοριστεί στη Μαδαγασκάρη· αλλά οι απελάσεις, η μια μετά την άλλη, την οδήγησαν σε καινούριους διορισμούς, στην Κένυα, στη Δαχομέη (Μπενίν) και στην Άνω Βόλτα (Μπουρκίνα Φάσο). Ο Ντόμινικ Πικόνε και η σύζυγός του, η Έλσα, απελάθηκαν από την Ισπανία το 1957 λόγω του κηρύγματος που έκαναν, κατόπιν από την Πορτογαλία το 1962 και από το Μαρόκο το 1969. Ωστόσο, σε κάθε χώρα, ενώ προσπαθούσαν να πετύχουν την ακύρωση της εντολής απέλασης, γινόταν κάτι καλό. Έδιναν μαρτυρία σε αξιωματούχους. Στο Μαρόκο, λόγου χάρη, είχαν την ευκαιρία να δώσουν μαρτυρία σε αξιωματούχους της Σεκιουριτέ Νασιονάλ (Εθνικής Ασφάλειας), σε ένα δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου, στον αρχηγό της αστυνομίας της Ταγγέρης και στους πρόξενους των Η.Π.Α. στην Ταγγέρη και στη Ραμπάτ.
Η απέλαση των ιεραποστόλων δεν τερμάτιζε το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά, όπως περίμεναν μερικοί αξιωματούχοι. Οι σπόροι της αλήθειας που είχαν ήδη σπαρθεί συνήθως συνέχιζαν να αναπτύσσονται. Για παράδειγμα, τέσσερις ιεραπόστολοι διεξήγαν τη διακονία τους στο Μπουρούντι λίγους μόνο μήνες προτού η κυβέρνηση τους αναγκάσει να φύγουν, το 1964. Αλλά ένας από αυτούς συνέχισε να αλληλογραφεί με κάποιον ενδιαφερόμενο, ο οποίος του έγραψε για να του πει ότι μελετούσε την Αγία Γραφή με 26 άτομα. Επίσης, ένας Τανζανός Μάρτυρας που είχε μετακομίσει πρόσφατα στο Μπουρούντι παρέμεινε πολυάσχολος στο κήρυγμα. Βαθμιαία αυξήθηκαν σε αριθμό, ωσότου εκατοντάδες συμμετείχαν στη μετάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας σε ακόμα περισσότερους ανθρώπους.
Σε άλλα μέρη, προτού δώσουν εντολή για την απέλαση, οι αξιωματούχοι κατέφευγαν σε ωμή βία προσπαθώντας να κάνουν τον καθένα να υποταχτεί στις απαιτήσεις τους. Στην Γκμπάρνγκα της Λιβερίας, το 1963, στρατιώτες συγκέντρωσαν τους 400 άντρες, γυναίκες και παιδιά που παρακολουθούσαν μια Χριστιανική συνέλευση εκεί. Τους έβαλαν να περπατήσουν μέχρι κάποιο στρατιωτικό καταυλισμό, τους απείλησαν, τους έδειραν και απαίτησαν από όλους—ασχέτως εθνικότητας ή θρησκευτικών πεποιθήσεων—να χαιρετίσουν τη λιβεριανή σημαία. Μεταξύ των ατόμων εκείνης της ομάδας ήταν και ο Μίλτον Χένσελ, από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπήρχαν επίσης μερικοί ιεραπόστολοι, συμπεριλαμβανομένου του Τζον Τσάρουκ από τον Καναδά. Ένας από τους αποφοίτους της Γαλαάδ συμβιβάστηκε, όπως είχε κάνει και σε μια προηγούμενη περίπτωση (μολονότι δεν το είχε πει σε κανέναν), και, χωρίς αμφιβολία, αυτό συνέβαλε στο να συμβιβαστούν και άλλα από τα άτομα που ήταν σε εκείνη τη συνέλευση. Έγινε φανερό ποιοι φοβούνταν πραγματικά τον Θεό και ποιοι είχαν παγιδευτεί από το φόβο του ανθρώπου. (Παρ. 29:25) Έπειτα από αυτό, η κυβέρνηση έδωσε εντολή να εγκαταλείψουν τη χώρα όλοι οι ιεραπόστολοι Μάρτυρες από το εξωτερικό, αν και αργότερα το ίδιο έτος ένα προεδρικό διάταγμα τους επέτρεψε να επιστρέψουν.
Συχνά, τα μέτρα που έπαιρναν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι εναντίον των ιεραποστόλων ήταν αποτέλεσμα πίεσης από μέρους του κλήρου. Μερικές φορές η πίεση ασκούνταν στα κρυφά. Άλλες φορές όλοι ήξεραν ποιοι υποδαύλιζαν την εναντίωση. Ο Τζορτζ Κοϊβίστο δεν θα ξεχάσει ποτέ το πρώτο του πρωινό στην υπηρεσία αγρού στη Μεδεγίν της Κολομβίας. Ξαφνικά εμφανίστηκε ένας ωρυόμενος όχλος μαθητών, που πετούσαν πέτρες και λάσπη. Η οικοδέσποινα, που ποτέ δεν είχε ξαναδεί τον αδελφό, τον έβαλε βιαστικά μέσα και έκλεισε τα ξύλινα παραθυρόφυλλα, ενώ συνεχώς ζητούσε συγνώμη για τη συμπεριφορά του όχλου που ήταν έξω. Όταν έφτασε η αστυνομία, μερικοί έριξαν το φταίξιμο στο δάσκαλο επειδή είχε αφήσει τους μαθητές να φύγουν από την τάξη. Αλλά κάποιος άλλος φώναξε: «Όχι! Ο παπάς φταίει! Αυτός έκανε ανακοίνωση από τα μεγάφωνα να φύγουν οι μαθητές για να πάνε να ‘πετροβολήσουν τους Προτεστάντες’».
Χρειαζόταν θεόδοτο θάρρος και παράλληλα αγάπη για τα πρόβατα. Η Ελφρίντε Λορ και η Ίλζε Ουντερντόρφερ διορίστηκαν στην κοιλάδα Γκαστάιν, στην Αυστρία. Σε σύντομο διάστημα έδωσαν αρκετά Γραφικά έντυπα σε ανθρώπους που πεινούσαν για πνευματική τροφή. Αλλά τότε ο κλήρος αντέδρασε. Παρακινούσαν τους μαθητές να φωνάζουν στις ιεραποστόλους στους δρόμους και να τρέχουν πριν από αυτές για να προειδοποιούν τους οικοδεσπότες να μην τις ακούν. Οι άνθρωποι άρχισαν να φοβούνται. Ωστόσο, με στοργική εγκαρτέρηση, άρχισαν μερικές καλές μελέτες. Όταν διευθετήθηκε να γίνει μια δημόσια Γραφική διάλεξη, ο βοηθός του εφημέριου στάθηκε προκλητικά μπροστά ακριβώς από το μέρος της συνάθροισης. Αλλά, όταν οι ιεραπόστολοι βγήκαν στο δρόμο για να υποδεχτούν τους ανθρώπους, ο βοηθός του εφημέριου εξαφανίστηκε. Κάλεσε έναν αστυνομικό και κατόπιν επέστρεψε, ελπίζοντας να διαλύσει τη συνάθροιση. Αλλά οι προσπάθειές του απέτυχαν. Αργότερα, σχηματίστηκε εκεί μια θαυμάσια εκκλησία.
Σε κωμοπόλεις κοντά στην Ιμπάρα του Ισημερινού, η Ουν Ράουνχολμ και η Τζούλια Πάρσονς αντιμετώπισαν επανειλημμένα όχλους που είχαν υποκινηθεί από ιερείς. Επειδή ο ιερέας προκαλούσε αναταραχή κάθε φορά που οι ιεραπόστολοι εμφανίζονταν στο Σαν Αντόνιο, οι αδελφές αποφάσισαν να συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον τους σε μια άλλη κωμόπολη, που ονομαζόταν Ατουντακί. Αλλά μια μέρα ο τοπικός σερίφης φανερά ταραγμένος παρότρυνε την αδελφή Ράουνχολμ να φύγουν γρήγορα από την κωμόπολη. «Ο παπάς οργανώνει μια διαδήλωση εναντίον σας, και δεν έχω αρκετούς άντρες για να σας προστατέψω», της είπε. Εκείνη θυμάται καθαρά τη σκηνή: «Ο όχλος ερχόταν πίσω μας! Μπροστά από την ομάδα κυμάτιζε η κιτρινόλευκη σημαία του Βατικανού ενώ ο ιερέας φώναζε συνθήματα όπως τα ακόλουθα: ‘Ζήτω η Καθολική Εκκλησία!’ ‘Κάτω οι Προτεστάντες!’ ‘Ζήτω η παρθενικότητα της Παρθένου!’ ‘Ζήτω η εξομολόγηση!’ Κάθε φορά, ο όχλος επαναλάμβανε τα συνθήματα λέξη προς λέξη μετά τον ιερέα». Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, δυο άντρες προσκάλεσαν τις Μάρτυρες στο τοπικό Εργατικό Κέντρο για ασφάλεια. Εκεί αυτές οι ιεραπόστολοι δεν σταμάτησαν να δίνουν μαρτυρία στους ανθρώπους που έμπαιναν από περιέργεια να δουν τι συνέβαινε. Έδωσαν όλα τα έντυπα που είχαν.
Σειρές Μαθημάτων Σχεδιασμένες για την Κάλυψη Ειδικών Αναγκών
Στα χρόνια που πέρασαν αφότου στάλθηκαν στον αγρό οι πρώτοι ιεραπόστολοι από τη Σχολή Γαλαάδ, η οργάνωση των Μαρτύρων του Ιεχωβά σημείωσε αύξηση με καταπληκτικό ρυθμό. Το 1943, όταν άνοιξε η σχολή, υπήρχαν μόνο 129.070 Μάρτυρες σε 54 χώρες (αλλά 103 χώρες βάσει του τρόπου με τον οποίο χωριζόταν ο χάρτης στις αρχές της δεκαετίας του 1990). Το 1992, υπήρχαν 4.472.787 Μάρτυρες σε 229 χώρες και νησιωτικά συμπλέγματα σε όλο τον κόσμο. Καθώς λαβαίνει χώρα αυτή η αύξηση, οι ανάγκες της οργάνωσης αλλάζουν. Γραφεία τμήματος τα οποία κάποτε φρόντιζαν για λιγότερους από εκατό Μάρτυρες που ήταν κατανεμημένοι σε λίγες εκκλησίες επιβλέπουν τώρα τη δραστηριότητα δεκάδων χιλιάδων Μαρτύρων, και πολλά από αυτά τα τμήματα το έχουν βρει αναγκαίο να τυπώνουν εκεί τα έντυπα προκειμένου να εφοδιάζουν εκείνους που συμμετέχουν στο ευαγγελιστικό έργο.
Για την αντιμετώπιση των μεταβαλλόμενων αναγκών, 18 χρόνια έπειτα από το άνοιγμα της Σχολής Γαλαάδ, έγινε μια δεκάμηνη εκπαιδευτική σειρά μαθημάτων στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία της Εταιρίας ειδικά για τους αδελφούς που είχαν βαρύ φορτίο ευθύνης στα γραφεία τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά. Μερικοί από αυτούς είχαν παρακολουθήσει προηγουμένως την πεντάμηνη σειρά μαθημάτων για ιεραποστόλους στη Γαλαάδ· άλλοι δεν την είχαν παρακολουθήσει. Όλοι τους μπορούσαν να ωφεληθούν από την ειδική εκπαίδευση για το έργο τους. Οι συζητήσεις γύρω από το πώς να χειρίζονται διάφορες καταστάσεις και να ανταποκρίνονται στις οργανωτικές ανάγκες σε αρμονία με τις Γραφικές αρχές είχαν ενοποιητικό αποτέλεσμα. Αυτή η σειρά μαθημάτων περιελάμβανε μια αναλυτική μελέτη ολόκληρης της Αγίας Γραφής, εδάφιο προς εδάφιο. Παρείχε επίσης μια ανασκόπηση της ιστορίας της θρησκείας· εκπαίδευση γύρω από τις λεπτομέρειες που περιλαμβάνονται στη λειτουργία ενός γραφείου τμήματος, ενός Οίκου Μπέθελ και ενός εργοστασίου εκτύπωσης· και οδηγίες για την επίβλεψη της διακονίας αγρού, για την οργάνωση νέων εκκλησιών και για τη διάνοιξη νέων αγρών. Αυτές οι σειρές μαθημάτων (συμπεριλαμβανομένης μιας τελευταίας που μειώθηκε σε οχτώ μήνες) διεξάγονταν στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, από το 1961 ως το 1965. Πολλοί από τους αποφοίτους στάλθηκαν πίσω στις χώρες στις οποίες υπηρετούσαν· μερικοί διορίστηκαν σε άλλες χώρες όπου θα παρείχαν πολύτιμη συμβολή στο έργο.
Από την 1η Φεβρουαρίου 1976, τέθηκε σε ισχύ μια νέα διευθέτηση στα γραφεία τμήματος της Εταιρίας με σκοπό την προετοιμασία για την περαιτέρω επέκταση που αναμενόταν σε αρμονία με τις Βιβλικές προφητείες. (Ησ. 60:8, 22) Αντί να υπάρχει μόνο ένας επίσκοπος τμήματος, μαζί με το βοηθό του, για να ασκεί επίβλεψη στο κάθε τμήμα, το Κυβερνών Σώμα διόρισε τρεις ή περισσότερους αδελφούς με τα κατάλληλα προσόντα για να υπηρετούν σε κάθε Επιτροπή του Τμήματος. Τα μεγαλύτερα τμήματα θα μπορούσαν να έχουν μέχρι και εφτά άτομα στην επιτροπή. Προκειμένου να παρασχεθεί εκπαίδευση σε όλους αυτούς τους αδελφούς, διευθετήθηκε μια ειδική σειρά μαθημάτων της Γαλαάδ για πέντε εβδομάδες στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Δεκατέσσερις τάξεις που αποτελούνταν από μέλη Επιτροπών Τμήματος από όλα τα μέρη του κόσμου έλαβαν αυτή την ειδική εκπαίδευση στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία από τα τέλη του 1977 μέχρι το 1980. Ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία για την ενοποίηση και την εκλέπτυνση των διαφόρων λειτουργιών.
Η Σχολή Γαλαάδ συνέχισε να εκπαιδεύει όσους είχαν πολύχρονη πείρα στην ολοχρόνια διακονία και ήταν πρόθυμοι και ικανοί να σταλούν σε άλλες χώρες, αλλά χρειάζονταν ακόμα περισσότεροι. Για να επιταχυνθεί η εκπαίδευση, λειτούργησαν παραρτήματα της Σχολής Γαλαάδ σε άλλες χώρες, ώστε να μη χρειάζεται να μάθουν οι σπουδαστές αγγλικά προκειμένου να μπορέσουν να την παρακολουθήσουν. Το έτος 1980-1981, η Επιμορφωτική Σχολή Γαλαάδ του Μεξικού εκπαίδευσε ισπανόφωνους σπουδαστές οι οποίοι βοήθησαν να καλυφτεί η άμεση ανάγκη που υπήρχε στην Κεντρική και στη Νότια Αμερική για εργάτες με τα κατάλληλα προσόντα. Τα έτη 1981-1982, 1984 και ξανά το 1992, λειτούργησαν επίσης τάξεις του Παραρτήματος της Σχολής Γαλαάδ στη Γερμανία. Από εκεί οι απόφοιτοι στάλθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη, στην Αφρική, στη Νότια Αμερική και σε διάφορα νησιωτικά κράτη. Επιπρόσθετες τάξεις λειτούργησαν στην Ινδία το 1983.
Καθώς ζηλωτές ντόπιοι Μάρτυρες ενώνονταν με τους ιεραποστόλους στην επέκταση της μαρτυρίας για τη Βασιλεία, ο αριθμός των Μαρτύρων του Ιεχωβά αυξανόταν ραγδαία, και αυτό οδήγησε στο σχηματισμό περισσότερων εκκλησιών. Μεταξύ των ετών 1980 και 1987, ο αριθμός των εκκλησιών παγκόσμια αυξήθηκε κατά 27 τοις εκατό, φτάνοντας συνολικά τις 54.911. Σε μερικές περιοχές, μολονότι πολλοί παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις και συμμετείχαν στη διακονία αγρού, οι περισσότεροι αδελφοί ήταν πολύ καινούριοι. Υπήρχε επείγουσα ανάγκη έμπειρων Χριστιανών για να υπηρετήσουν ως πνευματικοί ποιμένες και δάσκαλοι, καθώς και για να αναλάβουν την ηγεσία στο ευαγγελιστικό έργο. Για να βοηθήσει στην κάλυψη αυτής της ανάγκης, το Κυβερνών Σώμα έθεσε σε λειτουργία, το 1987, τη Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης ως τμήμα του προγράμματος Βιβλικής εκπαίδευσης της Σχολής Γαλαάδ. Στη σειρά μαθημάτων, διάρκειας οχτώ εβδομάδων, γίνεται εντατική μελέτη της Αγίας Γραφής και δίνεται προσωπική προσοχή στην πνευματική ανάπτυξη του κάθε σπουδαστή. Εξετάζονται θέματα οργανωτικής και δικαστικής φύσης, παράλληλα με τις ευθύνες των πρεσβυτέρων και των διακονικών υπηρετών, και παρέχεται ειδική εκπαίδευση για ομιλίες μπροστά σε κοινό. Αυτή η σχολή λειτουργεί σε διάφορες χώρες και δεν παρεμποδίζει τις τακτικές τάξεις για την εκπαίδευση ιεραποστόλων, εφόσον χρησιμοποιεί άλλες εγκαταστάσεις. Οι απόφοιτοι καλύπτουν τώρα ζωτικές ανάγκες σε πολλές χώρες.
Έτσι, η διευρυμένη εκπαίδευση που παρέχει η Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς συμβαδίζει με τις μεταβαλλόμενες ανάγκες της διεθνούς οργάνωσης που αυξάνεται ραγδαία.
«Ιδού, Εγώ, Απόστειλόν Με»
Το πνεύμα που εκδηλώνουν οι ιεραπόστολοι είναι παρόμοιο με το πνεύμα που είχε ο προφήτης Ησαΐας. Όταν ο Ιεχωβά έφερε στην προσοχή του μια ευκαιρία για ειδική υπηρεσία, εκείνος απάντησε: «Ιδού, εγώ, απόστειλόν με». (Ησ. 6:8) Αυτό το πρόθυμο πνεύμα έχει υποκινήσει χιλιάδες νεαρούς άντρες και γυναίκες να αφήσουν το οικείο τους περιβάλλον και τους συγγενείς τους προκειμένου να υπηρετήσουν για την προώθηση του θελήματος του Θεού οπουδήποτε υπάρχει ανάγκη.
Οι οικογενειακές περιστάσεις επιφέρουν αλλαγές στη ζωή πολλών ιεραποστόλων. Αρκετοί που απέκτησαν παιδιά αφότου έγιναν ιεραπόστολοι μπόρεσαν να παραμείνουν στη χώρα όπου είχαν διοριστεί, να κάνουν κοσμική εργασία στο βαθμό που ήταν αναγκαίο και να συνεργάζονται με τις εκκλησίες. Μερικοί, έπειτα από χρόνια υπηρεσίας, χρειάστηκε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους προκειμένου να φροντίσουν ηλικιωμένους γονείς ή για άλλους λόγους. Αλλά το θεωρούσαν προνόμιο να συμμετάσχουν στην ιεραποστολική υπηρεσία όσο καιρό μπορούσαν.
Άλλοι μπόρεσαν να κάνουν την ιεραποστολική υπηρεσία έργο της ζωής τους. Για να το κάνουν αυτό, όλοι τους χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν δύσκολες καταστάσεις. Ο Όλαφ Όλσον, ο οποίος απόλαυσε μακρόχρονη ιεραποστολική υπηρεσία στην Κολομβία, παραδέχτηκε: «Η πρώτη χρονιά ήταν η δυσκολότερη». Αυτό, κατά μεγάλο μέρος, οφειλόταν στο ότι δεν μπορούσε να εκφραστεί ικανοποιητικά στην καινούρια του γλώσσα. Ο ίδιος πρόσθεσε: «Αν συνέχιζα να σκέφτομαι τη χώρα που είχα αφήσει, δεν θα ήμουν ευτυχισμένος, αλλά αποφάσισα να βρίσκομαι στην Κολομβία τόσο σωματικά όσο και διανοητικά, να γίνω φίλος με τους εκεί αδελφούς και τις αδελφές στην αλήθεια, να κρατάω τη ζωή μου γεμάτη με τη διακονία, και, σύντομα, ο τόπος του διορισμού μου έγινε πατρίδα μου».
Η εγκαρτέρησή τους στο διορισμό τους δεν οφειλόταν κατ’ ανάγκη στο ότι θεωρούσαν ιδανικό το φυσικό περιβάλλον στο οποίο βρίσκονταν. Ο Νόρμαν Μπάρμπερ, που υπηρέτησε στη Βιρμανία (σημερινή Μιανμάρ) και στην Ινδία, από το 1947 μέχρι το θάνατό του το 1986, εκφράστηκε ως εξής: «Αν κάποιος χαίρεται να τον χρησιμοποιεί ο Ιεχωβά, τότε όλα τα μέρη είναι το ίδιο για αυτόν. . . . Για να είμαι ειλικρινής, το τροπικό κλίμα δεν είναι εκείνο που θα θεωρούσα το ιδανικό κλίμα για να περάσω τη ζωή μου. Ούτε και ο τρόπος ζωής των κατοίκων των τροπικών χωρών είναι ο τρόπος ζωής που θα διάλεγα προσωπικά. Αλλά υπάρχουν σπουδαιότερα πράγματα να σκεφτεί κανείς πέρα από αυτά τα ασήμαντα ζητήματα. Το να είσαι σε θέση να παρέχεις βοήθεια σε ανθρώπους που είναι πραγματικά φτωχοί από πνευματική άποψη αποτελεί προνόμιο που λόγια ανθρώπου δεν μπορούν να το περιγράψουν».
Πολλοί άλλοι έχουν την ίδια άποψη, και αυτό το αυτοθυσιαστικό πνεύμα έχει συμβάλει πολύ στην εκπλήρωση της προφητείας του Ιησού, ότι αυτά τα καλά νέα της Βασιλείας θα κηρυχτούν σε όλη την κατοικημένη γη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη, πριν έρθει το τέλος.—Ματθ. 24:14.
[Υποσημείωση]
a Σκοπιά 15 Φεβρουαρίου 1943, σ. 60-64 (στην αγγλική).
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 523]
Έμφαση στη σπουδαιότητα της πλήρους εμπιστοσύνης στον Ιεχωβά και της οσιότητας σε αυτόν
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 534]
Η αίσθηση του χιούμορ βοηθούσε!
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 539]
Υπομονή, στοργική βοήθεια και σταθερότητα όταν ήταν απαραίτητο
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 546]
‘Η παροχή βοήθειας σε ανθρώπους που είναι πραγματικά φτωχοί από πνευματική άποψη αποτελεί προνόμιο που λόγια ανθρώπου δεν μπορούν να το περιγράψουν’
[Πλαίσιο στη σελίδα 533]
Τάξεις της Γαλαάδ
1943-1960: Σχολή στο Σάουθ Λάνσινγκ της Νέας Υόρκης. Από 35 τάξεις αποφοίτησαν 3.639 σπουδαστές από 95 χώρες και οι περισσότεροι διορίστηκαν σε ιεραποστολική υπηρεσία. Τα μαθήματα παρακολούθησαν και οι επίσκοποι περιοχής και περιφερείας που υπηρετούσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες.
1961-1965: Σχολή στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Από 5 τάξεις αποφοίτησαν 514 σπουδαστές και στάλθηκαν σε χώρες όπου η Εταιρία Σκοπιά είχε γραφεία τμήματος· στους περισσότερους αποφοίτους δόθηκαν διορισμοί διοικητικής φύσης. Τέσσερις από αυτές τις τάξεις είχαν 10μηνη σειρά μαθημάτων· μία είχε 8μηνη.
1965-1988: Σχολή στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Από 45 τάξεις, η καθεμιά με σειρά μαθημάτων διάρκειας 20 εβδομάδων, αποφοίτησαν άλλοι 2.198 σπουδαστές, οι περισσότεροι για ιεραποστολική υπηρεσία.
1977-1980: Σχολή στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Σειρά μαθημάτων της Γαλαάδ διάρκειας 5 εβδομάδων για τα μέλη των Επιτροπών Τμήματος. Λειτούργησαν 14 τάξεις.
1980-1981: Επιμορφωτική Σχολή Γαλαάδ του Μεξικού· σειρά μαθημάτων διάρκειας 10 εβδομάδων· 3 τάξεις· οι 72 ισπανόφωνοι απόφοιτοι προετοιμάστηκαν για υπηρεσία στη Λατινική Αμερική.
1981-1982, 1984, 1992: Παράρτημα της Σχολής Γαλαάδ στη Γερμανία· σειρά μαθημάτων διάρκειας 10 εβδομάδων· 4 τάξεις· 98 γερμανόφωνοι σπουδαστές από χώρες της Ευρώπης.
1983: Τάξεις στην Ινδία· σειρά μαθημάτων διάρκειας 10 εβδομάδων, που διεξάχτηκαν στην αγγλική· 3 ομάδες· 70 σπουδαστές.
1987- : Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης· σειρά μαθημάτων διάρκειας 8 εβδομάδων που διεξάγεται σε βασικές τοποθεσίες σε διάφορα μέρη του κόσμου. Το 1992, απόφοιτοι αυτής της σχολής είχαν υπηρετήσει ήδη σε 35 και πλέον χώρες έξω από τη χώρα της καταγωγής τους.
1988- : Σχολή στο Γουόλκιλ της Νέας Υόρκης. Εκεί διεξάγονται τώρα σειρές μαθημάτων διάρκειας 20 εβδομάδων, ως προετοιμασία για ιεραποστολική υπηρεσία. Σχεδιάζεται να μεταφερθεί η σχολή στο Εκπαιδευτικό Κέντρο της Σκοπιάς στο Πάτερσον της Νέας Υόρκης, όταν αυτό ολοκληρωθεί.
[Πλαίσιο στη σελίδα 538]
Διεθνές Σώμα Σπουδαστών
Οι σπουδαστές που έχουν παρακολουθήσει τη Σχολή Γαλαάδ αντιπροσωπεύουν πάμπολλες εθνικότητες και έχουν έρθει στη σχολή από 110 και πλέον χώρες.
Η πρώτη διεθνής ομάδα ήταν η έκτη τάξη, το έτος 1945-1946.
Έγινε αίτηση στην κυβέρνηση των Η.Π.Α. να επιτραπεί η παραμονή των ξένων σπουδαστών με την πρόβλεψη που υπάρχει για παραχώρηση βίζας σε μη μετανάστες σπουδαστές. Σε απάντηση, το Υπουργείο Παιδείας των Η.Π.Α. αναγνώρισε ότι η Σχολή Γαλαάδ προσφέρει εκπαίδευση εφάμιλλη αυτής των επαγγελματικών κολεγίων και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Έτσι, από το 1953, οι πρόξενοι των Η.Π.Α. σε όλο τον κόσμο έχουν τη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς στον κατάλογό τους που αναφέρει τα εγκεκριμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Από τις 30 Απριλίου 1954, αυτή η σχολή εμφανίζεται στο έντυπο που φέρει τον τίτλο «Εκπαιδευτικά Ιδρύματα Εγκεκριμένα από τον Υπουργό Δικαιοσύνης».
[Εικόνες στη σελίδα 522]
Οι σπουδαστές της πρώτης τάξης της Σχολής Γαλαάδ
[Εικόνα στη σελίδα 524]
Ο Άλμπερτ Σρόντερ ενώ συζητάει με σπουδαστές της Γαλαάδ τα χαρακτηριστικά της σκηνής του μαρτυρίου
[Εικόνα στη σελίδα 525]
Ο Μάξγουελ Φρεντ ενώ κάνει μια διάλεξη στο αμφιθέατρο της Σχολής Γαλαάδ
[Εικόνες στη σελίδα 526]
Οι αποφοιτήσεις από τη Γαλαάδ αποτελούσαν πνευματικά ορόσημα
. . . μερικές σε μεγάλες συνελεύσεις (Νέα Υόρκη, 1950)
. . . μερικές στο χώρο της σχολής (όπου εικονίζεται ο Ν. Ο. Νορ να μιλάει έξω από τη βιβλιοθήκη της σχολής, το 1956)
[Εικόνες στη σελίδα 527]
Ο χώρος της Σχολής Γαλαάδ στο Σάουθ Λάνσινγκ της Νέας Υόρκης, όπως ήταν τη δεκαετία του 1950
[Εικόνα στη σελίδα 528]
Ο Χέρμον Γούνταρντ (αριστερά) και ο Τζον Ερικέτι (δεξιά) όταν υπηρετούσαν στην Αλάσκα
[Εικόνα στη σελίδα 529]
Ο Τζον Κάτφορθ ενώ χρησιμοποιεί οπτικά βοηθήματα για να διδάξει στην Παπούα-Νέα Γουινέα
[Εικόνες στη σελίδα 530]
Ιεραπόστολοι στην Ιρλανδία, μαζί με τον επίσκοπο περιφερείας, το 1950
[Εικόνα στη σελίδα 530]
Απόφοιτοι καθ’ οδόν προς διορισμούς στην Άπω Ανατολή το 1947
[Εικόνα στη σελίδα 530]
Μερικοί ιεραπόστολοι και συνεργάτες τους στην Ιαπωνία το 1969
[Εικόνες στη σελίδα 530]
Ιεραπόστολοι στη Βραζιλία το 1956
. . . στην Ουρουγουάη το 1954
. . . στην Ιταλία το 1950
[Εικόνα στη σελίδα 530]
Οι τέσσερις πρώτοι Γαλααδίτες ιεραπόστολοι που στάλθηκαν στην Τζαμάικα
[Εικόνα στη σελίδα 530]
Ο πρώτος ιεραποστολικός οίκος στο Σόλζμπερι (σημερινή Χαράρε της Ζιμπάμπουε), το 1950
[Εικόνα στη σελίδα 530]
Ο Μάλκολμ Βάιγκο (Γαλαάδ, 1956-1957) με τη σύζυγό του Λίντα Λουίζ· έχουν υπηρετήσει μαζί στη Μαλάουι, στην Κένυα και στη Νιγηρία
[Εικόνα στη σελίδα 530]
Ο Ρόμπερτ Τρέισι (αριστερά) και ο Τζέσε Κάντγουελ (δεξιά), με τις συζύγους τους—ιεραπόστολοι στο έργο περιοδεύοντα το 1960 στην Κολομβία
[Εικόνα στη σελίδα 532]
Μαθήματα εκμάθησης γλώσσας σε ιεραποστολικό οίκο στην Ακτή Ελεφαντοστού
[Εικόνα στη σελίδα 535]
Ο Τεντ και η Ντόρις Κλάιν, οι οποίοι το 1947 στα Παρθένα Νησιά των Η.Π.Α. βρήκαν πολλούς ανθρώπους πρόθυμους να ακούσουν τη Βιβλική αλήθεια
[Εικόνα στη σελίδα 536]
Ο Χάρβεϊ Λόγκαν (στο κέντρο μπροστά) με Μάρτυρες από τη φυλή Άμις μπροστά σε μια Αίθουσα Βασιλείας, τη δεκαετία του 1960
[Εικόνα στη σελίδα 540]
Ο Βίκτορ Γουάιτ, Γαλααδίτης επίσκοπος περιφερείας, ενώ μιλάει στις Φιλιππίνες το 1949
[Εικόνα στη σελίδα 542]
Η Μαργαρίτα Κένιγκερ, στην Μπουρκίνα Φάσο, ενώ διεξάγει μια οικιακή Γραφική μελέτη
[Εικόνα στη σελίδα 543]
Η Ουν Ράουνχολμ, ιεραπόστολος από το 1958, αντιμετώπισε όχλους που υποκινούνταν από ιερείς στον Ισημερινό
[Εικόνες στη σελίδα 545]
Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης
Η πρώτη τάξη, στην Κοραόπολη της Πενσυλβανίας των Η.Π.Α., το 1987 (επάνω)
Η τρίτη τάξη στη Βρετανία, στο Μάντσεστερ, το 1991 (δεξιά)