ΠΑΤΕΡΑΣ
Η εβραϊκή λέξη ’αβ, η οποία μεταφράζεται «πατέρας», είναι ηχομιμητική, παρμένη από τους πρώτους και απλούστερους ήχους που προφέρουν τα χείλη του βρέφους. Τόσο ο όρος ’αβ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου όσο και η αντίστοιχη λέξη πατήρ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιούνται με διάφορες έννοιες: για το γεννήτορα κάποιου ατόμου (Παρ 23:22· Ζαχ 13:3· Λου 1:67), την κεφαλή ενός σπιτικού ή μιας πατρογονικής οικογένειας (Γε 24:40· Εξ 6:14), τον πρόγονο (Γε 28:13· Ιωα 8:53), τον ιδρυτή ενός έθνους (Ματ 3:9), τον ιδρυτή μιας τάξης ή επαγγέλματος (Γε 4:20, 21), τον προστάτη (Ιωβ 29:16· Ψλ 68:5), την πηγή κάποιου πράγματος (Ιωβ 38:28) και ως προσφώνηση σεβασμού (2Βα 5:13· Πρ 7:2).
Ο Ιεχωβά Θεός ως Δημιουργός αποκαλείται Πατέρας. (Ησ 64:8· παράβαλε Πρ 17:28, 29.) Είναι επίσης ο Πατέρας των γεννημένων από το πνεύμα Χριστιανών, ο δε αραμαϊκός όρος ’Αββά’ χρησιμοποιείται ως έκφραση σεβασμού και στενής υιικής σχέσης. (Ρω 8:15· βλέπε ΑΒΒΑ.) Όλοι όσοι εκφράζουν πίστη ελπίζοντας να αποκτήσουν αιώνια ζωή μπορούν να απευθύνονται στον Θεό αποκαλώντας τον Πατέρα. (Ματ 6:9) Ο Ιησούς Χριστός, ο Μεσσίας, εφόσον είναι ο Πρώτιστος Παράγοντας ζωής τον οποίο χρησιμοποιεί ο Θεός, ονομάστηκε προφητικά Αιώνιος Πατέρας. (Ησ 9:6) Επίσης, όποιος έχει μιμητές και οπαδούς, ή άτομα που εκδηλώνουν τις δικές του ιδιότητες, θεωρείται πατέρας τους. (Ματ 5:44, 45· Ρω 4:11, 12) Με αυτή την έννοια λέγεται ότι ο Διάβολος είναι πατέρας.—Ιωα 8:44· παράβαλε Γε 3:15.
Ο Ιησούς απαγόρευσε το να χρησιμοποιείται για ανθρώπους ο όρος «πατέρας» ως τυπικός ή θρησκευτικός τίτλος. (Ματ 23:9) Επειδή ο Παύλος είχε μεταδώσει τα καλά νέα σε ορισμένους Χριστιανούς και τους είχε θρέψει πνευματικά, ήταν σαν πατέρας για αυτούς, αλλά σε κανένα εδάφιο δεν χρησιμοποιείται για αυτόν ο όρος «πατέρας» ως θρησκευτικός τίτλος. (1Κο 4:14, 15) Ο Παύλος παρομοίασε τον εαυτό του τόσο με πατέρα όσο και με μητέρα σε σχέση με τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς. (1Θε 2:7, 11) Μολονότι στα εδάφια Λουκάς 16:24, 30 γίνεται αναφορά στον «πατέρα Αβραάμ», αυτός ο χαρακτηρισμός έχει βασικά την έννοια της σαρκικής καταγωγής.
Εξουσία και Ευθύνες του Πατέρα. Όπως περιγράφεται στην Αγία Γραφή, ο πατέρας ήταν η κεφαλή του σπιτικού, ο φύλακας, ο προστάτης, αυτός που έπαιρνε τις τελικές αποφάσεις και ο κριτής της οικογενειακής ομάδας. (1Κο 11:3· Γε 31:32) Μεταξύ των πατριαρχών, καθώς επίσης στον Ισραήλ πριν από την επιλογή του Λευιτικού ιερατείου, ο πατέρας ήταν αυτός που εκπροσωπούσε την οικογένειά του στη λατρεία ως ιερέας. (Γε 12:8· Ιωβ 1:5· Εξ 19:22) Ο πατέρας εξουσίαζε το σπιτικό του μέχρι το θάνατό του. Αν ο γιος παντρευόταν και δημιουργούσε ανεξάρτητο σπιτικό, τότε γινόταν κεφαλή εκείνου του σπιτικού, μολονότι εξακολουθούσε να εκδηλώνει τον απαιτούμενο σεβασμό προς τον πατέρα. Όταν μια κόρη παντρευόταν, είχε ως κεφαλή της το σύζυγό της. (Αρ 30:3-8) Στους Βιβλικούς χρόνους ο πατέρας συνήθως κανόνιζε το γάμο των παιδιών του. Αν περιερχόταν σε δεινή οικονομική θέση, μπορούσε να πουλήσει την κόρη του ως δούλη, υπό κάποιους περιοριστικούς όρους που αποσκοπούσαν στην προστασία της.—Εξ 21:7.
Πατρική Φροντίδα για τα Μέλη της Οικογένειας. Ως εκπρόσωπος του Θεού, ο πατέρας έχει την ευθύνη να φροντίζει να διδάσκονται οι αρχές του Θεού στο σπιτικό του. (Γε 18:19· Εφ 6:4· Δευ 6:6, 7) Τα καθήκοντά του στον τομέα της διδασκαλίας και της διαπαιδαγώγησης περιλαμβάνουν επίσης προσωπικές οδηγίες και εντολές, στην εκτέλεση των οποίων βοηθάει η μητέρα. (Παρ 1:8· 6:20) Ο θεοφοβούμενος πατέρας έχει μεγάλη αγάπη για τα παιδιά του και τα νουθετεί και τα παρηγορεί με πολλή τρυφερότητα. (1Θε 2:11· Ωσ 11:3) Για να περπατούν στο σωστό δρόμο, τα διαπαιδαγωγεί, τα διορθώνει και τα ελέγχει. (Εβρ 12:9· Παρ 3:12) Βρίσκει ευχαρίστηση στους γιους του και χαίρεται ιδιαίτερα όταν αυτοί εκδηλώνουν σοφία. (Παρ 10:1) Από την άλλη πλευρά, λυπάται βαθιά και δυσφορεί όταν τα παιδιά του ακολουθούν πορεία αφροσύνης. (Παρ 17:21, 25) Πρέπει να είναι συμπονετικός και ελεήμων. (Μαλ 3:17· Ψλ 103:13) Πρέπει να λαβαίνει υπόψη του τις ανάγκες και τα αιτήματά τους. (Ματ 7:9-11) Οι πολλές περιγραφές της αγάπης και της φροντίδας του Θεού για το λαό του θέτουν ένα υπόδειγμα για τους ανθρώπινους πατέρες.
Γενεαλογική Χρήση του Πατρώνυμου. Η καταγωγή ενός άντρα προσδιοριζόταν συνήθως μέσω του πατέρα, όχι μέσω της μητέρας. Γι’ αυτό, μολονότι, όπως φαίνεται, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουμε ότι ο Λουκάς παρουσιάζει τη γενεαλογία του Ιησού μέσω της μητέρας του (μια εξαίρεση στο γενικό κανόνα), ο ίδιος δεν αναφέρει πουθενά τη Μαρία. Προφανώς αναφέρει το σύζυγό της τον Ιωσήφ ως γιο του Ηλί, ο οποίος κατά τα φαινόμενα ήταν ο πατέρας της Μαρίας. Αυτό δεν ήταν καθόλου άτοπο, διότι ο Ιωσήφ ήταν γαμπρός του Ηλί.—Βλέπε ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.
Εφόσον δεν υπήρχαν επώνυμα, για να ξεχωρίσουν κάποιον συνήθως αναφέρονταν σε αυτόν ως το γιο του «Τάδε». Παραδείγματος χάρη, ο Ισαάκ αποκαλούνταν “ο γιος του Αβραάμ”. (Γε 25:19) Πολλά εβραϊκά ονόματα περιλάμβαναν το εβραϊκό πρόθημα μπεν ή το αραμαϊκό πρόθημα μπαρ, τα οποία σημαίνουν «γιος» και αποδίδονται στην ελληνική ως βεν και βαρ αντίστοιχα, ακολουθούμενο από το πατρώνυμο εν είδει επονομασίας, όπως «Βεν Ωρ» (1Βα 4:8, ΛΧ· «ο γιος του Χουρ», ΜΝΚ) και «Σίμων Βαρ-ιωνάς» ή “Σίμων γιος του Ιωνά”.—Ματ 16:17.