Ονδούρα
ΕΙΧΕ παλέψει σκληρά κόντρα σε μια άγρια θύελλα η οποία απειλούσε να συντρίψει το πλοίο του πάνω σε αυτή την ίδια ακτή που μόλις είχε ανακαλύψει. Όταν επιτέλους ξέφυγε από αυτά τα καταχθόνια νερά, ο Χριστόφορος Κολόμβος λέγεται ότι είπε με ανακούφιση: «Δόξα τω Θεώ, γλιτώσαμε από αυτά τα βάθη!» Η ισπανική λέξη οντούρας, που σημαίνει βάθος, όπως είναι προφανές έμεινε. Έτσι πήρε το όνομά της η Ονδούρα, τουλάχιστον σύμφωνα με κάποια ιστορικά βιβλία.
Σήμερα είναι πολύ πιο εύκολο να φύγει κάποιος από την Ονδούρα—ή να φτάσει ως εκεί—από ό,τι ήταν για τον Κολόμβο. Η Ονδούρα είναι μια από τις εφτά μικρές χώρες οι οποίες βρίσκονται στο στενό βραχίονα γης που συνδέει τη Βόρεια και τη Νότια Αμερική. Με πέντε περίπου εκατομμύρια κατοίκους σε 112.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης δεν είναι ούτε η μεγαλύτερη χώρα της Κεντρικής Αμερικής ούτε αυτή με τον περισσότερο πληθυσμό. Είναι όμως η πιο ορεινή. Με βόρειο πλάτος 15 μοίρες, τόσο οι ακτές της Καραϊβικής όσο και οι ακτές του Ειρηνικού ωκεανού λιάζονται μέσα στην τροπική ζέστη, ενώ στα υψίπεδα της ενδοχώρας η θερμοκρασία είναι πολύ χαμηλότερη.
Από τα βουνά, όπου τα πεύκα καλύπτουν και την τελευταία σπιθαμή, ως τις κυματοειδείς ζούγκλες στα πεδινά, όπου φυτρώνει το περίφημο μαόνι της Ονδούρας και ο κέδρος, και ως τους υγρούς βάλτους, και πιο πέρα ως τις στεφανωμένες με φοίνικες ακρογιαλιές και λιμνοθάλασσες της ακτής της Καραϊβικής, αυτή η χώρα έχει άφθονα όμορφα τοπία που μεγαλύνουν τον Δημιουργό και ικανοποιούν την ψυχή.
Οι άνθρωποι παρουσιάζουν εξίσου μεγάλη ποικιλία και ενδιαφέρον—Ινδιάνοι, λευκοί, μαύροι και μια όμορφη ανάμειξη και των τριών αυτών φυλών. Οι Ινδιάνοι Μάγια ήταν οι πρώτοι που ήρθαν εδώ. Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα από πού ήρθαν.
Υπάρχουν αισθητές ομοιότητες ανάμεσα στις πυραμίδες των Μάγια και στα ζιγκουράτ της Αιγύπτου και της Βαβυλώνας όπως επίσης υπάρχουν ενδιαφέροντα θρησκευτικά παράλληλα. Η λατρεία των Μάγια, με τους πολυάριθμους θεούς της και την πίστη στην αθανασία της ψυχής και στη μετά θάνατο τιμωρία, δεν απείχε πολύ από τη Βαβυλωνιακή θρησκεία. Και αυτές οι δοξασίες δεν άλλαξαν πολύ με τον ερχομό του Χριστιανικού κόσμου.
Ο Χριστιανικός κόσμος εισέβαλε στη χώρα δια της βίας. Οι δυνάμεις των Ισπανών κατακτητών καθυπόταξαν την Ονδούρα το 1524. Αυτοί, όπως το συνήθιζαν, επέβαλαν στους ιθαγενείς την ισπανική γλώσσα και την Καθολική θρησκεία. Μέχρι σήμερα, το 95 τοις εκατό περίπου των κατοίκων της Ονδούρας είναι Καθολικοί. Η αποικιακή περίοδος έληξε γύρω στους τρεις αιώνες αργότερα, όταν το 1821 η Ονδούρα ανακηρύχτηκε ανεξάρτητη. Οι Ισπανοί δεν ήταν οι μόνοι που αδημονούσαν για την εκμετάλλευση αυτής της πλούσιας σε χλωρίδα και πανίδα χώρας, όπου αφθονούσε ο χρυσός και το ασήμι. Οι επόμενοι εισβολείς ωστόσο ονομάζονταν όχι άποικοι αλλά πειρατές. Ο Γουίλιαμ Πάρκερ και ο Σερ Φράνσις Ντρέικ απείλησαν και οι δυο τις ακτές της Ονδούρας κατά τη δεκαετία του 1570.
Η Χαραυγή της Αλήθειας
Η Βαβυλωνιακή θρησκεία, τόσο αυτή των αρχαίων Μάγια όσο και η σύγχρονη «ποικιλία» του Χριστιανικού κόσμου, έχει κρατήσει τους ανθρώπους στο σκοτάδι και στα δεσμά της άγνοιας, της δεισιδαιμονίας και του πνευματισμού επί πολλούς αιώνες. Μόνο σε αυτές τις έσχατες μέρες έφτασε στην Ονδούρα μια αχτίδα πνευματικού φωτός.
Το 1930, η κυρία Φρέντι Τζόνσον, μια μικροκαμωμένη γυναίκα πάνω από 50 χρονών, άρχισε να κηρύττει το άγγελμα της Βασιλείας κατά μήκος της βόρειας ακτής και στα Ίσλας δε λα Μπαΐα (Νήσοι Μπαΐα). Με μόνο συνοδό το άλογό της, αυτή η χρισμένη σκαπανέας χρειαζόταν ισχυρή πίστη και μεγάλη αντοχή για να προσεγγίσει τους ανθρώπους στις διασκορπισμένες μπανανοφυτείες και στις παραλιακές πόλεις Τέλα, Λα Σέιμπα και Τρουχίλο. Δεν υπήρχαν δρόμοι τότε—μόνο δύσβατα μονοπάτια μέσα από την πνιγηρή ζούγκλα. Ένα τρένο που το έσερνε ατμομηχανή και το οποίο ανήκε σε μια φρουτεμπορική εταιρία τη μετέφερε ως ένα σημείο. Λίγοι ήταν οι άνθρωποι που είχαν δει Αγία Γραφή· πολλοί, ακόμη και ανάμεσα σε αυτούς που είχαν δει, δεν μπορούσαν να τη διαβάσουν. Ωστόσο, εκείνον το χρόνο αυτή διέθεσε περισσότερα από 2.700 βιβλία και βιβλιάρια στα ενδιαφερόμενα άτομα. Το 1934 επέστρεψε εκεί και ξανά πάλι το 1940 και το 1941.
Με εξαίρεση έναν απομονωμένο ευαγγελιζόμενο, το 1943, ο οποίος ενασχολούνταν στο έργο, δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία για έργο κηρύγματος μέχρι την άφιξη των πρώτων ιεραποστόλων τον Οκτώβριο του 1945. Στα μέσα του 1946, ο Νάθαν Ο. Νορ επισκέφτηκε την Ονδούρα για να ιδρύσει γραφείο τμήματος και να θέσει το έργο σε οργανωμένη βάση. Το ίδιο εκείνο έτος, ο υπηρέτης (επίσκοπος) τμήματος Ντόναλντ Μπερτ, απόφοιτος της τρίτης τάξης της Γαλαάδ, έκανε ένα ταξίδι στην ενδοχώρα με σκοπό την αξιολόγηση των αναγκών και των συνθηκών διαβίωσης που θα αντιμετώπιζαν οι μελλοντικοί ειδικοί σκαπανείς.
Μια από τις πρώτες εφτά ιεραποστόλους ήταν η Νταρλίν Μίκελσεν. Αφού αποφοίτησε από την τρίτη τάξη της Γαλαάδ, διορίστηκε στην πρωτεύουσα της Ονδούρας, στην Τεγκουσιγκάλπα, το Φεβρουάριο του 1946. Δεν μπορούσε ούτε καν να προφέρει το όνομα της πόλης και έπρεπε να το βλέπει γραμμένο! Η Νταρλίν έμαθε ότι στη λένκα, μια ινδιάνικη γλώσσα, «Τεγκουσιγκάλπα» σημαίνει «Ασημένιοι Λόφοι». Κάποτε ήταν συνηθισμένο να βλέπει κανείς ουρές από 15 μέχρι 20 γαϊδούρια να κατευθύνονται, φορτωμένα με ασήμι, από τα ορυχεία που βρίσκονταν στους λόφους αργά προς την πόλη. Όταν έφτασε η Νταρλίν, το αεροδρόμιο δεν ήταν παρά ένα ξύλινο οίκημα με έναν πολύ μικρό διάδρομο προσγείωσης. Παρ’ όλα αυτά ένιωσε ανακούφιση όταν διαπίστωσε ότι η πρωτεύουσα ήταν πιο εξελιγμένη από ό,τι περίμενε.
Επίσης, ανάμεσα σε εκείνες τις πρώτες ιεραποστόλους ήταν η Λοβέρνα Γκρελ και η κόρη της Έθελ. Η Λοβέρνα ένιωσε έκπληξη όταν αμέσως με την άφιξή της την ενημέρωσαν ότι την ακριβώς επόμενη μέρα ήταν η σειρά της να μαγειρέψει. Στους ιεραποστολικούς οίκους συνηθίζεται κάθε άτομο ή κάθε ζευγάρι να ετοιμάζει με τη σειρά το φαγητό. Για τη Λοβέρνα αυτό ήταν εξαιρετικά μεγάλη πρόκληση· τα περισσότερα φρούτα και λαχανικά τής ήταν εντελώς άγνωστα και για να τα αγοράσει έπρεπε να παζαρεύει με τους εμπόρους σε μια εξίσου άγνωστη γλώσσα.
Συνολικά, το 1946 υπηρετούσαν εννιά ιεραπόστολοι στην Ονδούρα. Σχηματίστηκε η πρώτη εκκλησία και οι προοπτικές για το μέλλον φαίνονταν καλές. Οι ιεραπόστολοι διεξήγαν 57 οικιακές Γραφικές μελέτες. Μεταξύ του 1946 και του 1949, ο μέσος όρος των διαγγελέων της Βασιλείας αυξήθηκε από 19 σε 256 και ο αριθμός των εκκλησιών από μία σε έξι. Ταυτόχρονα, οι Γραφικές μελέτες αυξήθηκαν αλματωδώς από 57 σε 160!
Ανάρτησαν Επιγραφή
Προς τα τέλη του 1946, ο Έβερετ και η Γκέρτρουντ Γουέδερμπι μαζί με δυο νεοφερμένους ιεραποστόλους εγκαταστάθηκαν στη δεύτερη σε μέγεθος πόλη της Ονδούρας, στο Σαν Πέδρο Σούλα. Αυτή η πόλη που απέχει 60 περίπου χιλιόμετρα από τη Θάλασσα της Καραϊβικής προς το εσωτερικό, παρότι είναι γνωστή ως η βιομηχανική πρωτεύουσα, κείτεται σε ένα από τα πλουσιότερα και ευφορότερα μέρη της χώρας. Χάρη στις επαρκείς βροχοπτώσεις, οι μπανάνες σε εκείνη την περιοχή, τα πορτοκάλια, οι ανανάδες και τα ζαχαροκάλαμα αναπτύσσονται κάθε χρόνο μέσα σε οργιάζουσα βλάστηση.
Αμέσως, οι νεοφερμένοι ανάρτησαν μια επιγραφή στην μπροστινή βεράντα τους η οποία διαφήμιζε την «Αίθουσα Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά». Το όνομα του Ιεχωβά ήταν ελάχιστα γνωστό στην περιοχή, και έτσι η επιγραφή κάθε άλλο παρά απαρατήρητη πέρασε. Μάλιστα, μερικά μέλη της τοπικής Ευαγγελικής Εκκλησίας ήρθαν σε μια δημόσια διάλεξη. Αυτό δεν χαροποίησε τον πάστορα. Η επόμενη ομιλία του ήταν αφιερωμένη σε επικρίσεις εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά, και έφτασε στο σημείο να ανακοινώσει τα ονόματα εκείνων που είχαν παρακολουθήσει τη διάλεξη για να τους ντροπιάσει δημόσια. Η επίθεση αυτή από μέρους του πάστορα απλούστατα προκάλεσε περισσότερο ενδιαφέρον· την επόμενη εβδομάδα οι Ευαγγελικοί που βρίσκονταν ανάμεσα στο ακροατήριο στην Αίθουσα Βασιλείας ήταν ακόμη πιο πολλοί!
Δέκα χιλιόμετρα ανατολικά του Σαν Πέδρο Σούλα, στην πόλη Λα Λίμα, το έργο επίσης προόδευε, αλλά εκείνον τον καιρό υπήρχε μόνο μια αγγλόφωνη εκκλησία. Αυτή δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει στον αυξανόμενο αριθμό των ισπανόφωνων ενδιαφερόμενων ατόμων. Ήταν απαραίτητη μια ισπανόφωνη εκκλησία, αλλά υπήρχε κάποιο πρόβλημα που έπρεπε να υπερπηδηθεί.
Μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού δεν διέκρινε κανένα όφελος από το νόμιμο γάμο· τα ζευγάρια απλώς έμεναν μαζί για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Πολλές φορές, όταν η οικογένεια έχανε πια τη γοητεία του «καινούριου», οι άντρες εγκατέλειπαν τις οικογένειές τους, συνήθως για κάποια νεότερη γυναίκα. Πολλές τέτοιες εγκαταλειμμένες γυναίκες αγωνίζονταν σκληρά για τη φροντίδα των παιδιών τους ενώ εργάζονταν πλήρες ωράριο. Έτσι, τελικά οργανώθηκε ισπανική εκκλησία μόνο όταν ήταν διαθέσιμοι αρκετοί νόμιμα παντρεμένοι άντρες για να φροντίζουν για αυτήν. Ο Ιεχωβά ευλόγησε αυτές τις προσπάθειες αφού, μέσα σε ένα μόλις χρόνο, ο αριθμός των ευαγγελιζομένων στη Λα Λίμα αυξήθηκε αλματωδώς από 24 σε 77.
Η Επίσκεψη του Προέδρου
Το σημαντικότερο γεγονός του 1949 ήταν η επίσκεψη του Ν. Ο. Νορ και του Ρότζερ Μόργκαν στη γενική συνέλευση που διεξάχτηκε στην Τεγκουσιγκάλπα. Κατόπιν, αυτοί ταξίδεψαν μέχρι το Σαν Πέδρο Σούλα και τη Λα Σέιμπα, όπου εκφώνησαν ομιλίες για να ενθαρρύνουν τις εκκλησίες.
Ανάμεσα στο ακροατήριο, στη Λα Σέιμπα, βρισκόταν ο εννιάχρονος Όσκαρ. Η μητέρα του σηκωνόταν καθημερινά στις 4 π.μ. για να φτιάξει τορτίγια τις οποίες πουλούσε, και κατόπιν, στις 9 π.μ., ετοιμαζόταν για την υπηρεσία αγρού. Ο Όσκαρ ήταν πολύ έξυπνο αγόρι και επειδή ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά και αξιόπιστος, ένας ντόπιος έμπορος τον χρησιμοποιούσε για να μεταφέρει χρήματα στην τράπεζα. Μερικές φορές μετέφερε μέχρι και 1.500 δολάρια (περ. 270.000 δρχ.). Στη διάρκεια της επίσκεψης του αδελφού Νορ, ο μικρός Όσκαρ μονίμως στριμωχνόταν δίπλα του στο κάθισμα. Αργότερα έγινε ολοχρόνιος διάκονος. Σε ένα τραγικό δυστύχημα το 1956, ο Όσκαρ πνίγηκε. Θα μείνει αλησμόνητος.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στον Αέρα
Οι επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι που καθιέρωσε ο Ιησούς Χριστός αποτελούν διακριτικό γνώρισμα του λαού του Ιεχωβά στην Ονδούρα. Αλλά τα πρώτα χρόνια οι εργάτες ήταν λίγοι, και μεγάλο μέρος του πληθυσμού ζούσε σε περιοχές απρόσιτες, καθώς οι στρωμένοι δρόμοι ήταν κάτι σπάνιο. Έτσι, λοιπόν, η διάδοση της αλήθειας μέσω ραδιοφωνικών εκπομπών ήταν άκρως αποτελεσματική. Το 1949, ο ραδιοφωνικός σταθμός HRQ του Σαν Πέδρο Σούλα ζήτησε από τους Μάρτυρες να παρουσιάζουν κάθε εβδομάδα ένα 15λεπτο πρόγραμμα. Ο τίτλος του, «Έστω ο Θεός Αληθής», ήταν βασισμένος στο ομώνυμο βιβλίο. Φυσικά, εκείνη την εποχή δεν είχαν όλοι ραδιόφωνο, αλλά καθώς οι περισσότεροι από εκείνους που είχαν το έβαζαν στη διαπασών, πέρα από τους κατόχους των ραδιοφώνων και πολλοί άλλοι απολάμβαναν τις εκπομπές μας.
Επί τέσσερα χρόνια, το πρόγραμμα συνεχιζόταν χωρίς προβλήματα. Μια μέρα, όμως, ο ιδιοκτήτης του HRQ διάβασε ένα άρθρο του Ξύπνα! το οποίο μιλούσε για τον Σουγιάπα, τον «άγιο» που είναι προστάτης της χώρας. Ο ιδιοκτήτης ήταν ταμένος στον Σουγιάπα—μάλιστα, ο σταθμός του ονομαζόταν και Ράδιο Σουγιάπα. Θυμωμένος, έστειλε ένα μήνυμα στον ιεραποστολικό οίκο το οποίο έλεγε ότι η εκπομπή μας θα σταματούσε. Το προσωπικό του σταθμού συμπαθούσε τους Μάρτυρες και προσπάθησε να λογικέψει τον ιδιοκτήτη του σταθμού αλλά μάταια. Αν αυτός άκουγε ραδιόφωνο εκείνη τη μέρα, θα πρέπει να εξεπλάγη ακούγοντας τον εκφωνητή να λέει τα εξής: «Το πρόγραμμα ‘Έστω ο Θεός Αληθής’ σταμάτησε με απόφαση του ιδιοκτήτη αυτού του σταθμού. Όλο το προσωπικό του σταθμού θεωρεί πολύ λυπηρό το γεγονός και πιστεύει ότι αποτελεί παραβίαση της ελευθερίας του λόγου στην Ονδούρα».
Στο μεταξύ, ο διευθυντής κάποιου άλλου ραδιοφωνικού σταθμού εισηγήθηκε ένα καθημερινό πρόγραμμα Βιβλικής εκπαίδευσης που θα ονομαζόταν Καθολική Ώρα. Ζήτησε από τον τοπικό ιερέα να πάρει μέρος, αλλά αυτός αρνήθηκε λέγοντας ότι ήταν απασχολημένος και ότι δεν τον ενδιέφερε η Βιβλική εκπαίδευση. Ενοχλημένος, ο διευθυντής απάντησε ότι, αν ο ιερέας δεν ενδιαφερόταν, εκείνος ήξερε ποιος ενδιαφερόταν. Πήρε έντυπα από τους Μάρτυρες και τα διάβαζε στο ραδιόφωνο. Λίγο αργότερα, οι ιεραπόστολοι ήρθαν σε επαφή μαζί του και τον εφοδίασαν με ύλη που λεγόταν «Πράγματα για τα Οποία Σκέφτονται οι Άνθρωποι». Ο ιερέας αντέδρασε, αλλά ο διευθυντής απάντησε: «Σου δόθηκε η ευκαιρία και αρνήθηκες». Έτσι το πρόγραμμα συνεχίστηκε.
«Άγιοι Γίνεσθε, Διότι Εγώ Είμαι Άγιος»
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 υπήρξαν δυο περίοδοι παρακμής. Το 1950 ο μέσος όρος των ευαγγελιζομένων έπεσε από 256 σε 208. Γιατί; Το πνεύμα του Ιεχωβά υποκίνησε την οργάνωσή του να επιμείνει στο θέμα της καθαρότητας ολόκληρου του λαού του Ιεχωβά ενώπιόν Του. (Παράβαλε 1 Πέτρου 1:16). Μερικοί αντιστάθηκαν σε αυτό το πνεύμα και εγκατέλειψαν τις τάξεις των εργατών του Θεού. Ως αποτέλεσμα αυτού του κοσκινίσματος, τα επόμενα τέσσερα χρόνια ευλογήθηκαν με άνοδο στον αριθμό τόσο των ευαγγελιζομένων όσο και των εκκλησιών.
Ωστόσο, το 1954 επήλθε άλλο ένα πλήγμα που συγκλόνισε το έργο για μερικά χρόνια ακόμη. Ο υπηρέτης τμήματος ο οποίος είχε διοριστεί το Σεπτέμβριο του 1953 χρειάστηκε να αποκοπεί. Η παράβασή του, με τη σειρά της, είχε εξασθενητική επίδραση σε άλλα άτομα. Μερικοί γνώριζαν για την αμαρτωλή του δραστηριότητα προτού αυτή αναφερθεί, και επειδή «έκαναν τα στραβά μάτια» αντί να έχουν το θάρρος να παρέμβουν, σκανδαλίστηκαν και οι ίδιοι. (Παράβαλε Λευιτικόν 5:1). Άλλοι λυπήθηκαν για την αποκοπή του επειδή ήταν πολύ συμπαθής στους αδελφούς. Το ευχάριστο όμως είναι ότι επανεντάχτηκε αργότερα και από τότε και έπειτα υπηρετεί πιστά.
Παρ’ όλα αυτά η ζημιά είχε επιτελεστεί, και η ευθύνη για το χειρισμό της κατάστασης έπεσε στο νέο υπηρέτη τμήματος, τον Άλντο Μουσκαριέλο. Αυτός συνειδητοποίησε ότι για τις μειώσεις ευθύνονταν και άλλοι παράγοντες επίσης. Πολλοί ευαγγελιζόμενοι και ιεραπόστολοι υπολόγιζαν πρόωρα τα άτομα με τα οποία μελετούσαν την Αγία Γραφή ως ευαγγελιζομένους, μάλιστα υπέβαλλαν και εκθέσεις για λογαριασμό τους χωρίς αυτοί να το ξέρουν. Το γραφείο τμήματος εξήγησε ότι αυτοί οι σπουδαστές πρέπει προηγουμένως να διαθέτουν τα προσόντα για να ενωθούν με τις τάξεις των ευαγγελιζομένων.
Η Ονδούρα εντυπωσίασε τον αδελφό Μουσκαριέλο ως μια χώρα αντιθέσεων, όπου τα βοοειδή και τα γαϊδούρια κυκλοφορούσαν στους δρόμους μαζί με τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά· όπου έβλεπε κανείς καλύβες με καλαμοσκεπές πλάι σε σύγχρονα σπίτια· όπου την εποχή των βροχών διαδεχόταν η μοναδική άλλη εποχή που ήταν καυτή και γεμάτη σκόνη. Τη μια νύχτα ο αδελφός Μουσκαριέλο μελετούσε με μια οικογένεια υπό το φως των κεριών σε κάποια πλιθοκαλύβα σκαρφαλωμένη στις λοφοπλαγιές της Τεγκουσιγκάλπα, με ένα δωμάτιο και με χωμάτινο δάπεδο, και την επόμενη νύχτα σε ένα ευρύχωρο, άπλετα φωτισμένο δωμάτιο στην πρεσβεία της Γουατεμάλας.
Το Έργο Προχωράει και Πάλι
Το έργο πήρε ώθηση διεισδύοντας προς όλες τις κατευθύνσεις του τομέα. Το όμορφο αρχιπέλαγος της Ονδούρας, που απαρτίζεται από τα κύρια νησιά Ροατάν, Ουτίλα και Γκουανάχα, βρίσκεται στην Καραϊβική 50 περίπου χιλιόμετρα από τη βόρεια ακτή, πάνω στο δεύτερο σε μέγεθος κοραλλιογενές φράγμα στον κόσμο. Μπορεί να πάει κάποιος σε αυτά τα νησιά με αεροπλάνο, με φέριμποτ ή, για όσους δεν φοβούνται τη ναυτία, με γολέτα. Η γολέτα είναι μια μικρή βάρκα, την οποία φορτώνουν συνήθως μέχρι την κουπαστή με εμπορεύματα. Πότε-πότε υπερφορτώνουν κάποια βάρκα και αυτή βυθίζεται. Στα νησιά πολλά σπίτια είναι ξύλινα, βαμμένα πολύχρωμα και χτισμένα πάνω από το νερό σε παλούκια, και για να φτάσει κάποιος πρέπει να χρησιμοποιήσει ένα στενό γεφυράκι.
Το 1948, ο Ντόναλντ Μπερτ μαζί με τους ιεραποστόλους Γουίλιαμ και Ρούμπι Γουάιτ ταξίδεψαν ως το Κόξινς Χόουλ, την κυριότερη πόλη του Ροατάν, για να προωθήσουν το έργο στο νησί. Πολλοί από τότε, κυρίως ξένοι αδελφοί, προσπάθησαν να εγκατασταθούν σε αυτά τα νησιά και να κηρύξουν τα καλά νέα της Βασιλείας εκεί. Μέχρι τώρα υπήρξε περιορισμένη ανταπόκριση.
Όταν ο Λόιντ Όλντριχ, υπηρέτης τμήματος κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, επισκέφτηκε το Ροατάν, διαπίστωσε ότι οι κάτοικοι ήταν θρησκευόμενοι, κοινωνικοί, αυθόρμητοι και ανέμελοι. Κάτι ενδιαφέρον που παρατήρησε ήταν πως, όταν ένας ομιλητής τύχαινε να κάνει κάποια ρητορική ερώτηση στη δημόσια ομιλία που εκφωνούσε, το ακροατήριο έπαιρνε ελεύθερα το λόγο και απαντούσε. Για παράδειγμα, όταν ένας ομιλητής ρώτησε «Πόσο νερό υπάρχει σε αυτή τη θάλασσα;», κάποιος απάντησε «Μόνο ο Θεός ξέρει, και δεν λέει». Αναφερόμενος στο θέμα της οικογένειας, ένας ομιλητής σχολίασε ότι μερικές γυναίκες γκρινιάζουν και «σέρνουν από τη μύτη» τούς συζύγους τους και τελικά φτάνουν στο σημείο να αναλαμβάνουν και την ηγεσία. Από το βάθος του δωματίου μια φωνή γεμάτη νόημα αποκρίθηκε: «Αμήν!»
Στη Μοσκιτία!
Οι περισσότεροι Ονδουρανοί δεν έχουν ποτέ επιχειρήσει να πάνε στη Μοσκιτία, το πιο απομακρυσμένο ανατολικό τμήμα της χώρας. Αυτή η αραιοκατοικημένη περιοχή, όπου επικρατέστερα στοιχεία είναι οι παρθένοι δασότοποι, οι πλούσιες κοιλάδες και τα πυκνά βροχερά δάση, κατοικήθηκε στο πέρασμα των αιώνων από κάθε είδους ανθρώπους, από Ινδιάνους Πάγια και Μοσκίτο, που μιλούν ακόμη τις αρχαίες μητρικές διαλέκτους τους, από Ζάμπο, οι οποίοι είναι καρπός επιγαμίας μαύρων με τους άγριους Ινδιάνους Καρίμπ, ως και από φυγάδες, πειρατές και δουλεμπόρους.
Παρ’ όλο που τότε λίγοι εκεί μιλούσαν ισπανικά ή αγγλικά, κάποιος έπρεπε να τους μεταφέρει τα καλά νέα. Αυτό σκέφτηκε ο επίσκοπος περιοχής Τζέραλντ Χιουζ το 1957, και διευθετήθηκε μια περιοδεία κηρύγματος. Τον συνόδεψε ο Κριστόμπαλ Βαλιαδάρε, ο οποίος αργότερα έγινε ο πρώτος Ονδουρανός Μάρτυρας που ανέλαβε έργο περιοχής. Με μια ομάδα ξεκίνησαν για το Τρουχίλο, από όπου θα άρχιζαν ουσιαστικά την περιοδεία τους κηρύγματος.
Πήραν μαζί τους μόνο τα απολύτως αναγκαία και νοίκιασαν μια μικρή βενζινάκατο που δεν διέθετε «πολυτέλειες» όπως κουκέτες, καθίσματα, ασύρματο, πυξίδα ή κάποια όργανα πλοήγησης. Διέθετε όμως ικανό καπετάνιο και πλήρωμα, όλοι τους έμπειροι βαρκάρηδες. Αυτό ήταν καλό επειδή, εκτός των άλλων, μετά το λεγόμενο Ακρωτήριο της Ονδούρας, η θάλασσα ήταν τρικυμισμένη. Ένας μάλιστα έπεσε στη θάλασσα αλλά με επιδεξιότητα τον έσωσαν.
Είχαν περάσει είκοσι δύο ώρες όταν άραξαν στο μικρό χωριό Σανγκρελάγια. Όλο αυτό το διάστημα ήταν χωρίς φαγητό και νερό. Την επόμενη μέρα με ένα μονόξυλο κανό κατευθύνθηκαν στο Μαύρο Ποταμό μέσω του οποίου έφτασαν στον τομέα που επρόκειτο να καλύψουν. Σύντομα βρήκαν μια ενδιαφερόμενη αγγλόφωνη κυρία και διέθεσαν αρκετές ώρες μαζί της και τότε και στο επόμενο ταξίδι τους εκεί διδάσκοντάς την τήν Αγία Γραφή. Το επόμενο βράδυ ήρθαν 35 άνθρωποι για να ακούσουν μια Γραφική διάλεξη και κατόπιν αυτοί κράτησαν ξάγρυπνους τους αδελφούς ως αργά τη νύχτα υποβάλλοντάς τους ερωτήσεις.
Ο επόμενος προορισμός ήταν η λιμνοθάλασσα Μπρους. Έπειτα από μια κοπιαστική τρίωρη πορεία κατά μήκος του αμμώδους φραγμού που διαχωρίζει τη λιμνοθάλασσα από τη θάλασσα, έφτασαν σε μια από τις μεγαλύτερες φυτείες κοκκοφοίνικα στον κόσμο, στο Τουσί Κοκάλ. Εκεί, απόλαυσαν ένα κανονικό γεύμα, το πρώτο που είχαν έπειτα από αρκετές μέρες, και την ένθερμη φιλοξενία ενός σπιτιού, όπου παρουσίασαν τη δημόσια διάλεξη «Ανάσταση, Άδης και Ουρανός». Ήρθαν τριάντα τέσσερα άτομα, μεταξύ αυτών και γυναίκες με τα μωρά τους τυλιγμένα με υφασμάτινες λωρίδες γύρω από την πλάτη τους. Σε ένα χωριό, από την άλλη πλευρά της λιμνοθάλασσας, ήρθαν 30 και πλέον άτομα για τη Γραφική ομιλία. Επειδή όμως ερχόταν συνέχεια κόσμος, οι αδελφοί παρουσίασαν μια ακόμη δημόσια ομιλία μετά τη Μελέτη Σκοπιάς.
Τις μέρες ήταν απασχολημένοι με το κήρυγμα, τις νύχτες τις περνούσαν όπου υπήρχε διαθέσιμο κατάλυμα. Η τροφή ποίκιλλε: γιούκα, σαρδέλες, ψωμί από κοκκοφοίνικα και ντόπιος καφές. Τελικά, όταν γύρισαν στο Σανγκρελάγια, ανακάλυψαν ότι ο ιερέας είχε βάλει σκοπό του να κάνει τον κόσμο να μην τους ακούει. Μάλιστα, αρνήθηκε να δώσει το κλειδί του δημόσιου σχολικού κτιρίου. Κανένα πρόβλημα· 62 άτομα παρακολούθησαν τη δημόσια ομιλία αλλού. Δεκαοχτώ μέρες μετά την αρχή του ταξιδιού, η ομάδα πήρε το δρόμο του γυρισμού για την πόλη Λιμόν. Εκεί, ο δήμαρχος τους έδειξε ένα βιβλίο που το φύλαγε πολλά χρόνια, το βιβλίο Η Κιθάρα του Θεού. Το είχε πάρει 27 χρόνια νωρίτερα όταν η αδελφή Τζόνσον έκανε σκαπανικό στην περιοχή.
Έπειτα και από το τελευταίο ταξίδι που έκαναν με το κανό για το Τρουχίλο, υπολόγισαν ότι ως ομάδα είχαν μεταδώσει τα καλά νέα σε 800 σχεδόν διασκορπισμένους κατοίκους της Μοσκιτίας. Ήταν μια καλή αρχή!
Επιθέσεις που Πέφτουν στο Κενό
Φυσικά, ο Σατανάς φροντίζει να μην προχωρεί ποτέ το έργο κηρύγματος χωρίς κάποιας μορφής εναντίωση. Γενικά οι άνθρωποι στην Ονδούρα σέβονται τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ακόμη και τις φορές που η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ποτέ δεν έκανε κάποια κίνηση για να σταματήσουν οι συναθροίσεις μας. Υπάρχουν πάντα όμως μερικά εξέχοντα άτομα που είναι τόσο προκατειλημμένα ώστε θα κινούσαν γη και ουρανό για να παρεμποδίσουν το έργο κηρύγματος. Σε κάθε τέτοια περίπτωση φαίνεται πως ο Ιεχωβά ήγειρε έναν σύγχρονο Γαμαλιήλ για την υπεράσπιση των Μαρτύρων.—Παράβαλε Πράξεις 5:33-40.
Κατά τη δεκαετία του 1960 υπήρχε μια ομάδα που κατέβαλλε κάθε προσπάθεια να κακοπαραστήσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στα μάτια της κυβέρνησης, προβαίνοντας σε επιθέσεις εναντίον τους τόσο μέσω του τύπου όσο και μέσω του ραδιοφώνου, και ασκώντας πιέσεις για την απέλαση όλων των ιεραποστόλων που ήταν Μάρτυρες. Η κυβέρνηση σύστησε μια ειδική επιτροπή που θα αποφάσιζε τι έπρεπε να γίνει ενόψει όλων αυτών των κατηγοριών. Παρών σε αυτή τη συνάντηση ήταν ένας δικηγόρος ο οποίος κάποτε είχε κάνει μια διατριβή σχετικά με τις νομικές μάχες των Μαρτύρων του Ιεχωβά παγκόσμια και τα οφέλη που προέκυψαν για την κοινωνία. Αυτός μίλησε ανοιχτά υπέρ των Μαρτύρων, υπενθυμίζοντας στην επιτροπή: «Αυτοί οι άνθρωποι έχουν κερδίσει τα νόμιμα δικαιώματά τους παγκόσμια, σε αναρίθμητες χώρες». Παρότρυνε την κυβέρνηση να εξασφαλίσει τουλάχιστον αυτά τα δικαιώματα για τους Μάρτυρες, αν όχι να κάνει περισσότερα. Η επιτροπή αποφάσισε να αφήσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά να συνεχίσουν ανεμπόδιστοι τη δράση τους.
Εξαιτίας αυτών των ίδιων δυσφημιστικών άρθρων που δημοσιεύονταν στις εφημερίδες, ζητήθηκε από το σχολικό επιθεωρητή μιας περιφέρειας να εξετάσει τις υποθέσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Αυτός ο αμερόληπτος άνθρωπος γνώριζε αρκετούς Μάρτυρες και είχε διαβάσει μερικά από τα έντυπα των Μαρτύρων. Πρόβαλε βέτο για την έρευνα και πρότεινε ως πιο επωφελές να εξεταστεί το ποιόν των αρθρογράφων. Εκείνοι, όπως ισχυρίστηκε αυτός, ήταν πολύ πιο πιθανό να αποτελούν απειλή για την εθνική ασφάλεια.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι αυστηρά ουδέτεροι στις πολιτικές υποθέσεις και διαμάχες. Αυτή η στάση είναι μερικές φορές η βάση αδικαιολόγητων επιθέσεων. Λίγο πριν από τη συνέλευση περιφερείας του 1966, ο υπουργός παιδείας προσπάθησε να επιβάλει ένα διάταγμα που καθιστούσε υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές να χαιρετούν τη σημαία και να ψέλνουν τον εθνικό ύμνο στο σχολείο. Αλλά κάθε φορά που συνεδρίαζε η επιτροπή, όλο και κάποιος ζητούσε να αναβληθεί η συζήτηση. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ένας άντρας η σύζυγος του οποίου μελετούσε με τους Μάρτυρες. Αυτός ήταν σίγουρος ότι οι Μάρτυρες πρέπει να έχουν βάσιμους Γραφικούς λόγους για να μη συμμετέχουν σε πατριωτικές τελετές. Ο υπουργός έστειλε εγκυκλίους στα σχολεία συμβουλεύοντας τους δασκάλους να επιβάλουν στα παιδιά το χαιρετισμό της σημαίας απειλώντας τα με αποβολή, αλλά αυτό το παράλογο διάταγμα δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ.
Η Χριστιανική Συνείδηση
Τα παιδιά που πηγαίνουν στο σχολείο αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα στο θέμα του χαιρετισμού της σημαίας. Μερικοί δάσκαλοι, στην προσπάθειά τους να δείξουν κατανόηση, είναι άθελά τους παραπλανητικοί. Μερικοί λένε στους μαθητές ότι ο χαιρετισμός της σημαίας δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από ένδειξη σεβασμού. Αλλά τα παιδιά που είναι Μάρτυρες γνωρίζουν καλά τη διαφορά μεταξύ του σεβασμού—σεβασμό τον οποίο δείχνουν για τις σημαίες όλων των εθνών—και της ειδωλολατρίας. Γνωρίζουν επίσης ότι ο εθνικός ύμνος της Ονδούρας αποδίδει στη σημαία χαρακτηρισμούς όπως «θεϊκό έμβλημα» και «άγιο λάβαρο», προσδίδοντάς της ξεκάθαρα θρησκευτική σημασία.
Στην πόλη Σαν Γουανσίτο, ένας δάσκαλος είχε μια «υποβοηθητική» εισήγηση για κάποιο νεαρό Μάρτυρα: να συμμορφωθεί με το χαιρετισμό της σημαίας «αυτή τη φορά μόνο» προκειμένου να πάρει το δίπλωμά του και κατόπιν να «εξομολογηθεί» απλώς στους θρησκευτικά ανωτέρους του και να λάβει συγχώρηση. Ο νεαρός αδελφός εξήγησε ότι, όταν κάποιος αμαρτάνει, αμαρτάνει ενάντια στον Θεό και στον Χριστό και ότι εκείνο που υποκινούσε τη δική του συνείδηση ήταν ο φόβος να μη δυσαρεστήσει τον Θεό, και όχι τους ανθρώπους.
Αρκετοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι επίσης έχουν μάθει ότι η συνείδηση, και όχι κάποιο πνεύμα δειλίας ή στασιασμού, είναι αυτή που υποκινεί ένα Χριστιανό να αποκηρύσσει τη βία. Κάπου κοντά στο Ντανλί, μερικοί αδελφοί είχαν βγει στη διακονία όταν έφτασε μια στρατιωτική περίπολος για να στρατολογήσει άτομα. Διέταξαν δυο νεαρούς αδελφούς να μπουν σε ένα λεωφορείο που θα τους πήγαινε στο αρχηγείο του τάγματος. Όταν ο αδελφός που ήταν επικεφαλής της ομάδας έμαθε τι είχε συμβεί, πήρε την άδεια να δώσει μαρτυρία σε όλους όσους βρίσκονταν μέσα στο λεωφορείο. Άρχισε από τον υπεύθυνο λοχία εξηγώντας του διεξοδικά το έργο του διακόνου που επιτελούσαν αυτοί οι νεαροί. Ο λοχίας διέταξε να αφεθούν ελεύθεροι ώστε να επιδοθούν στο έργο τους ειρηνικά.
Ο Πόλεμος του 1969
Επί αρκετό καιρό τα πυρά της αντιπαράθεσης και της καχυποψίας μεταξύ της Ονδούρας και του Ελ Σαλβαδόρ υποδαυλίζονταν από την εθνικιστική προπαγάνδα που γινόταν μέσω του ραδιοφώνου και στις δυο χώρες. Στην Ονδούρα, μερικές φορές συγκεντρώνονταν επιθετικοί όχλοι γύρω από τα σπίτια και τις επιχειρήσεις ανθρώπων που κατάγονταν από το Σαλβαδόρ. Η παραμικρή σπίθα ήταν αρκετή για να πυροδοτήσει μια έκρηξη· αυτό ακριβώς έγινε τον Ιούλιο του 1969, όταν οι ποδοσφαιρικές ομάδες της Ονδούρας και του Σαλβαδόρ ήρθαν αντιμέτωπες στο Σαν Σαλβαδόρ σε έναν επαναληπτικό αγώνα που γινόταν στα πλαίσια του παγκόσμιου πρωταθλήματος του 1970. Ο πόλεμος άρχισε ακριβώς εκεί, μέσα στο στάδιο! Δυσκολεύεται να πιστέψει κανείς ότι οι κάτοικοι της Ονδούρας και του Σαλβαδόρ, που επί μια και πλέον γενιά κατοικούσαν μαζί ως φίλοι και γείτονες, θα κατέφευγαν στα πιστόλια τους και στα μαχαίρια τους και θα άρχιζαν να αλληλοσφάζονται—αλλά αυτό ακριβώς συνέβη από τη μια άκρη στην άλλη σε πόλεις και σε χωριά και στις δυο χώρες.
Ο πόλεμος επηρέασε τις εκκλησίες, τη διακονία και τις συναθροίσεις των Μαρτύρων, πράγμα που οφειλόταν στις συσκοτίσεις, στη νυχτερινή απαγόρευση της κυκλοφορίας, στις απολύσεις, στις παρενοχλήσεις και στην απέλαση από τη χώρα όσων κατάγονταν από το Σαλβαδόρ, μερικοί από τους οποίους ήταν αδελφοί. Ο αδελφός Μανουέλ Μαρτίνες της Επιτροπής του Τμήματος, ο οποίος τώρα είναι στο έργο περιοχής, θυμάται ότι 23 αφιερωμένοι αδελφοί από την εκκλησία του έπρεπε να επιστρέψουν στο Ελ Σαλβαδόρ. Ο ίδιος πρόσθεσε: «Είχα αποδιοργανωθεί και δεν ήμουν βέβαιος για το τι έπρεπε να κάνω. Μετά τη χειρότερη περίοδο του πολέμου πήγα να διεξαγάγω τη Μελέτη Σκοπιάς και στο ακροατήριο βρίσκονταν μόνο δυο άτομα».
Σε πολλές πόλεις σχηματίστηκαν δημοτικές επιτροπές οι οποίες αυτόβουλα ανέλαβαν το καθήκον να κάνουν έρευνα στους δρόμους και στα σπίτια για πιθανούς εχθρούς του κράτους. Αναμενόταν από κάθε μέλος της κοινότητας να συμμετέχει στο έργο της επιτροπής και στις νυχτερινές περιπολίες. Η αδελφή Ρουμπίνα Οσέχο είχε ένα ιδιωτικό σχολείο εκείνον τον καιρό. Η δημοτική επιτροπή την πλησίασε και ζήτησε τη συμμετοχή της. Αυτή θυμήθηκε τη συμβουλή του Ιησού να είμαστε ‘επιφυλακτικοί σαν φίδια’ και απάντησε ότι δεν μπορούσε να συμμετέχει στις νυχτερινές περιπολίες ούτε μπορούσε να συνεισφέρει χρήματα, αλλά θα παρέμενε σε πνευματική επαγρύπνηση και θα προσευχόταν να εξαλειφτούν σύντομα ο πόλεμος και η αδικία.—Ματθ. 10:16, ΜΝΚ.
Μερικές φορές ο πόλεμος παρέχει στους αληθινούς Χριστιανούς την ευκαιρία να δίνουν μαρτυρία μέσω της διαγωγής τους. Μερικοί Μάρτυρες στο Ελ Προγκρέσο είχαν ένα γείτονα από το Σαλβαδόρ ο οποίος μισούσε τους Μάρτυρες και αρνιόταν να τους μιλάει. Όταν ξέσπασε πόλεμος οι όχλοι άρχισαν να εποφθαλμιούν την προσοδοφόρα επιχείρησή του. Αλλά μια μέρα όταν κάποιοι ήταν έτοιμοι να τη λεηλατήσουν, ένας άντρας που μελετούσε με τους Μάρτυρες φώναξε στον όχλο: «Μην είστε βάρβαροι! Η γυναίκα αυτού του ανθρώπου είναι Ονδουρανή και εσείς παίρνετε την μπουκιά μέσα από το στόμα των παιδιών τους—παιδιά που είναι Ονδουρανοί αδελφοί σας». Το πλήθος υποχώρησε και ο άντρας αυτός που ήταν από το Σαλβαδόρ ξέφυγε παίρνοντας μαζί του κάποια πράγματα και μερικά χρήματα και κρύφτηκε στην Αίθουσα Βασιλείας. Αργότερα, όταν του επιστράφηκαν όλα όσα ήταν δικά του, δήλωσε: «Τώρα ξέρω ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι έντιμοι και αξιόπιστοι άνθρωποι και ουδέτεροι στο θέμα του πολέμου». Με δάκρυα ικέτεψε τους αδελφούς να τον συγχωρήσουν για τον τρόπο με τον οποίο τους φερόταν.
Ενώ ο πόλεμος μαινόταν, συνέλαβαν έναν Ονδουρανό αδελφό και τον οδήγησαν μπροστά σε ένα λοχία του στρατού ο οποίος τον διέταξε να καταταγεί στο στρατό. Ο λοχίας εξοργίστηκε όταν ο αδελφός τού εξήγησε τη στάση που διακρατούσε για λόγους συνείδησης. Επί τρεις νύχτες προσπαθούσε να διαρρήξει την ακεραιότητα του αδελφού. Μάλιστα απειλούσε να τον σκοτώσει. Όλα αυτά μάταια. Έπειτα από μερικούς μήνες ο λοχίας έχασε τη θέση του και έπρεπε να ψάξει για κοσμική εργασία. Προσλήφτηκε σε μια τοπική επιχείρηση εξόρυξης. Εκεί ανακάλυψε έντρομος ότι ο εργοδηγός του τού φαινόταν γνωστός—ήταν ο ίδιος εκείνος αδελφός που είχε δοκιμάσει διωγμό από μέρους του! Αντί να επιδιώξει αντίποινα, ο αδελφός μοιραζόταν με τον τρομοκρατημένο πρώην λοχία το φαγητό του και τον καφέ από το θερμός του. Σταδιακά ο φόβος αυτού του άντρα μειώθηκε και με τον καιρό δέχτηκε να κάνει Γραφική μελέτη.
Ένα ζευγάρι συνελήφθηκε και φυλακίστηκε με την υπόνοια ότι ήταν από το Σαλβαδόρ. Ο άντρας είχε γεννηθεί στο Ελ Σαλβαδόρ αλλά τώρα είχε πολιτογραφηθεί ως Ονδουρανός· η σύζυγός του ήταν από τη Νικαράγουα. Ένας πρεσβύτερος και ένας ιεραπόστολος πήγαν στον υπεύθυνο αξιωματικό και του εξήγησαν ότι αυτό το ζευγάρι, τώρα και οι δυο τους είναι πάνω από 70 χρονών, ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά και ότι δεν έτρεφαν καθόλου εχθρικές διαθέσεις απέναντι στο κράτος. Ο αξιωματικός διέταξε να φέρουν από το κελί τούς δυο Μάρτυρες. Όταν αυτό το ηλικιωμένο ζευγάρι είδε τους αδελφούς συγκινήθηκε σε βαθμό που δάκρυσε. Ο αξιωματικός βλέποντας αυτή τη γνήσια αγάπη παρά τις διαφορετικές εθνικότητες, άφησε ελεύθερο το ζευγάρι. Αλλά ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είχε περάσει ακόμη—για λόγους ασφαλείας έπρεπε να μεταφερθούν μέσα στο πορτμπαγκάζ ενός αυτοκινήτου. Προς έκπληξή τους πέρασαν από όλα τα μπλόκα και βρήκαν μια ασφαλή κρυψώνα στην άκρη της πόλης.
Δεν Υπάρχει Ανάγκη για Όπλα
Είτε επικρατεί πόλεμος είτε ειρήνη, οι επικίνδυνοι, βίαιοι καιροί στους οποίους ζούμε έχουν οδηγήσει πολλούς ανθρώπους να εμπιστεύονται σε πιστόλια και σε άλλα όπλα για την αυτοάμυνά τους. Υπάρχουν μερικοί ωστόσο που κάποτε έθεταν την εμπιστοσύνη τους στα όπλα, οι οποίοι αντί για αυτό έχουν μάθει να θέτουν την εμπιστοσύνη τους στον Ιεχωβά.
Στη διάρκεια του πολέμου ο διευθυντής του σχολείου στο γραφικό ορεινό χωριό Ελ Ροσάριο ήταν παράλληλα και επικεφαλής μιας ένοπλης ομάδας που εκτελούσε περιπολίες στους δρόμους τη νύχτα—παρ’ όλο που σήμερα ομολογεί ότι τον περισσότερο καιρό τον περνούσε πίνοντας. Ήταν φανατικός πατριώτης, αλλά αντιδρούσε στην κακομεταχείριση των αιχμαλώτων όταν αυτή ήταν περιττή. Σε μια περίπτωση ένας συγγενής του που ήταν γνωστός για τις εγκληματικές τάσεις του ήθελε να πυροβολήσει ανυπεράσπιστους άντρες, γυναίκες και παιδιά. Ο διευθυντής του σχολείου τού είπε ότι, αν αυτό ήταν απόδειξη της μεγάλης ανδρείας του, τότε θα έπρεπε να πάει να πολεμήσει στο μέτωπο, διαφορετικά θα μπορούσαν να αναμετρηθούν οι δυο τους με τα πιστόλια τους—τώρα! Έπειτα από χρόνια αυτός ο διευθυντής έγινε αληθινός στρατιώτης του Χριστού, ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά. Τώρα υπερασπίζεται τις δίκαιες αρχές το ίδιο θαρραλέα—αλλά με το Λόγο του Θεού και όχι με πιστόλι.
Μια γυναίκα που ήταν ιδιοκτήτρια μπαρ οπλοφορούσε, και πολλοί τη φοβούνταν. Το σπίτι της ήταν στολισμένο με πολλές εικόνες και η ίδια μάθαινε μαγεία, αλλά βαθιά μέσα της δεν ήταν ευτυχισμένη και λαχταρούσε κάτι καλύτερο. Το βιβλίο Αλήθεια τής άνοιξε το δρόμο, και με τη βοήθεια μιας οικιακής Γραφικής μελέτης, άρχισε να ‘φοράει τη νέα προσωπικότητα’.—Εφεσ. 4:24, ΜΝΚ.
Άρχισε να παρακολουθεί συναθροίσεις και κατέστρεψε τις εικόνες της αλλά αποθαρρύνθηκε όταν οι «φίλοι» της τής κακοπαρέστησαν τους Μάρτυρες. Η αδελφή που διεξήγε τη μελέτη μαζί της ήταν υπομονετική· με τον καιρό η καρδιά της γυναίκας δυνάμωσε τόσο πολύ ώστε άρχισε να πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι με την Αγία της Γραφή—αλλά χωρίς το πιστόλι της βέβαια! Σε λίγο είχε εφτά δικές της Γραφικές μελέτες. Από τότε που βαφτίστηκε, το 1971, συνεχίζει να προοδεύει, εμπιστευόμενη πάντοτε στον Ιεχωβά.
Ο Σάντος ήταν πολύ προχωρημένης ηλικίας όταν έμαθε την αλήθεια. Είχε διατελέσει στρατιωτικός διοικητής, δήμαρχος, ειρηνοδίκης, κακουργιοδίκης και πρόεδρος στην τοπική οργάνωση ενός πολιτικού κόμματος. Οπλοφορούσε πάντοτε θεωρώντας το όπλο σύμβολο εξουσίας. Κατά τη διάρκεια της θητείας του χρειάστηκε να συλλάβει κάποιους φοβερούς εγκληματίες. Όταν ο Σάντος έγινε Μάρτυρας και άρχισε τη διακονία του από σπίτι σε σπίτι, διαπίστωσε ότι χρειαζόταν πολύ περισσότερο θάρρος στην καινούρια σταδιοδρομία του από όσο διέθετε στην παλιά του σταδιοδρομία. Βρήκε αυτό το θάρρος όχι μέσα από κάποιο πιστόλι αλλά μέσω προσευχής στον Ιεχωβά.
Ωστόσο, κάποτε χρησιμοποιήθηκε ένα πιστόλι υπέρ των Μαρτύρων. Ο επίσκοπος της Σάντα Ρόσα δε Κοπάν προσπαθούσε διαρκώς να δημιουργεί προβλήματα στους αδελφούς. Τους ακολουθούσε από σπίτι σε σπίτι, έπαιρνε τα έντυπα που είχαν αφήσει και τα έκαιγε. Εξωθούσε το ποίμνιό του να πετάει πέτρες στην οροφή της Αίθουσας Βασιλείας. Μια νύχτα ενώ διεξαγόταν η συνάθροιση, κάποιος άνοιξε την πόρτα και πέταξε μέσα ένα μεγάλο κουβά λάσπη—καταστρέφοντας, μεταξύ άλλων, το λευκό φόρεμα μια νεαρής αδελφής. Ένας αδελφός πήγε στο διοικητή της τοπικής αστυνομίας για να του εξηγήσει την κατάσταση και αυτός έγινε έξω φρενών. Πήγε στον επίσκοπο και, χαϊδεύοντας το πιστόλι του, του είπε: «Εάν ακούσω ότι ξαναενόχλησες τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αυτό θα το χρησιμοποιήσω για εσένα». Δεν υπήρξε περαιτέρω εναντίωση από μέρους του επισκόπου.
Ο Λόγος του Ιεχωβά Σχετικά με το Αίμα
Κατά καιρούς, η πίστη των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Ονδούρα δοκιμάστηκε σκληρά από τους λιγοστούς εκείνους γιατρούς και χειρουργούς που δεν σέβονται τη βασισμένη στην Αγία Γραφή στάση των Μαρτύρων για τις μεταγγίσεις αίματος. Η Σεσίλια και ο σύζυγός της, για παράδειγμα, είχαν μια σοβαρή σύγκρουση με ένα φορτηγό. Όταν τελικά ανέκτησαν τις αισθήσεις τους, βρίσκονταν στο νοσοκομείο σοβαρά τραυματισμένοι και οι δυο. Το σαγόνι της Σεσίλια ήταν σπασμένο. Οι γιατροί τής είπαν ότι χρειαζόταν εγχείρηση και μετάγγιση αίματος. Με σπασμένο το σαγόνι της, η Σεσίλια μόλις και μετά βίας μπορούσε να απαντήσει, αλλά κατάφερε να εξηγήσει ότι θα ήταν σύμφωνη για κάθε αναγκαία θεραπευτική αγωγή—με εξαίρεση τη μετάγγιση αίματος. Η ίδια ανέλαβε την ευθύνη για οποιεσδήποτε συνέπειες θα είχε η στάση της. Ο γιατρός τής είπε ότι έπρεπε να φύγει από το νοσοκομείο επειδή δεν θα μπορούσαν να κάνουν τίποτα περισσότερο για αυτήν εκεί.
Πριν προλάβει να συμμορφωθεί με αυτή τους την αξίωση, βρέθηκε μια μέρα περικυκλωμένη από κάποια ομάδα νεαρών φοιτητών της ιατρικής οι οποίοι γελώντας και χυδαιολογώντας ζητούσαν να μάθουν ποιος της είχε γεμίσει το κεφάλι με αυτές τις ανόητες ιδέες. Της είπαν ότι στο νοσοκομείο αυτό εκείνοι έκαναν κουμάντο και όχι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Στη συνέχεια την υπέβαλαν σε μια «θεραπευτική αγωγή που ούτε τα ζώα δεν μπορούσαν να αντέξουν», όπως έλεγαν οι ίδιοι, διαπερνώντας τη γνάθο της με σύρματα τα οποία έστριβαν μέσα στο στόμα της. Όταν παραπονέθηκε ότι πονούσε, την αντιμετώπισαν και πάλι χυδαία, με εξαίρεση ένα νεαρό που έδειχνε ελαφρώς πιο ανθρώπινος. Αυτός της έδωσε κουράγιο λέγοντάς της: «Κοίταξε κοπέλα μου, ξέρω ότι πονάει πολύ. Ζήτησε από τον Θεό σου, τον Ιεχωβά, να σε βοηθήσει να το αντέξεις».
Δυο μέρες αργότερα η ίδια αυτή ομάδα επέστρεψε και διαπίστωσε ότι η δουλειά που είχαν κάνει δεν είχε εξελιχτεί καλά. Χωρίς λύπηση της έβγαλαν τα σύρματα. Κατόπιν τοποθέτησαν μια πήλινη πλάκα μέσα στο σαγόνι και άφησαν τη Σεσίλια άλλες τρεις μέρες για να αναρρώσει. Όλο αυτό το διάστημα η Σεσίλια δεν μπορούσε να μιλήσει· μπορούσε μόνο να σκέφτεται και να προσεύχεται, και έκανε στοχασμούς γύρω από τα λόγια του εδαφίου Παροιμίαι 3:5, ΜΝΚ: ‘Να εμπιστεύεσαι στον Ιεχωβά με όλη σου την καρδιά’. Όταν ξαναήρθαν, έμειναν κατάπληκτοι. Κάποιος αναφώνησε: «Δείτε πόσο καλά είναι!» Ένας άλλος πρόσθεσε: «Αυτό πρέπει να οφείλεται στο ότι υπάκουσε στον Θεό. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που να είναι τόσο υπάκουοι στον Θεό όσο αυτοί».
Η Σόνια Μαριλού ήταν 13 χρονών και η υγεία της ήταν σε κακή κατάσταση. Οι γνώμες των γιατρών για το πού οφείλονταν οι πόνοι της διχάζονταν. Τελικά έπαθε μια κρίση και μπήκε στο νοσοκομείο. Είχε πάθει διάτρηση εντέρου και χρειαζόταν αμέσως χειρουργική επέμβαση. Οι γονείς εξήγησαν στους γιατρούς τη στάση τους αναφορικά με το αίμα. Η απάντηση των γιατρών: «Θα τη χειρουργήσουμε χωρίς αίμα—αν θέλετε να πεθάνει». Τότε οι γονείς της την πήραν και ξεκίνησαν για ένα επικίνδυνο ταξίδι με προορισμό το Ελ Σαλβαδόρ. Η κατάστασή της όταν έφτασε ήταν πολύ σοβαρή. Οι γιατροί, ένας από τους οποίους ήταν Μάρτυρας, την εξέτασαν και ανέλαβαν να τη χειρουργήσουν χωρίς να χρησιμοποιήσουν αίμα. Παρ’ όλο που είχε φτάσει σε αξιολύπητη κατάσταση, βγήκε από την επέμβαση ζωντανή!
Η υπόθεση δεν είχε τελειώσει εκεί. Έπειτα από τέσσερις μέρες η κατάστασή της επιδεινώθηκε ξαφνικά και χρειαζόταν και άλλη επέμβαση. Αυτή τη φορά την επέμβαση θα την έκανε διαφορετική χειρουργική ομάδα. Βλέποντας τις επικίνδυνα χαμηλές τιμές του αιμοδιαγράμματός της είπαν: «Αν δεν δεχτείς αίμα θα πεθάνεις, και χωρίς αίμα εμείς εγχείρηση δεν κάνουμε». Η Σόνια ανυποχώρητα απέρριπτε τη μετάγγιση αίματος. Αφού, όπως έδειχναν τα πράγματα, το κορίτσι δεν θα άντεχε άλλες 12 ώρες, οι γιατροί αποφάσισαν να κάνουν την επέμβαση «με μεγάλο κίνδυνο και με τα χέρια μας δεμένα», σύμφωνα με όσα είπαν οι ίδιοι. Αν και η αιμοσφαιρίνη της είχε πέσει στα τέσσερα γραμμάρια ανά 100 χιλιοστόλιτρα δεν της έκαναν μετάγγιση αίματος. Το επόμενο πρωί, προς μεγάλη έκπληξη όλου του προσωπικού ήταν ζωντανή και πήγαινε καλύτερα. Ένας γιατρός είπε: «Πήγες στον Θεό και σε έστειλε πίσω. Είναι ολοφάνερο ότι σε αγαπάει».
Η Σόνια χρειαζόταν εντατική παρακολούθηση για λίγο και οι γιατροί εξακολουθούσαν να συστήνουν αίμα για να επιταχυνθεί η ανάρρωση. Αλλά η Σόνια αργά, σταθερά, βελτιωνόταν χωρίς αυτό. Όταν ήρθε η ώρα να φύγει από το νοσοκομείο, ένας από τους πρώτους γιατρούς που τη χειρούργησαν της είπε: «Σεβάστηκες το νόμο του Θεού, δεν παραβίασες τη συνείδησή σου και είσαι απαλλαγμένη από τον κίνδυνο του AIDS».
«Εν τω Ελαχίστω Πιστός»
Η κυβέρνηση της Ονδούρας διεξάγει συνεχή αγώνα κατά των μικροπαραβατών. Ατέλειωτοι είναι οι καβγάδες επίσης μεταξύ των κοσμικών γειτόνων εξαιτίας της βαθιά ριζωμένης συνήθειας που υπάρχει να δανείζονται πράγματα χωρίς να τα επιστρέφουν. Πριν από το βάφτισμα, τα καινούρια άτομα πρέπει να μάθουν να αλλάξουν τέτοιου είδους τάσεις και να είναι ‘εν τω ελαχίστω πιστά’.—Λουκ. 16:10.
Ένα ζευγάρι έμαθε ότι το να ‘αποδίδουμε τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα’ δεν είναι μόνο σωστό αλλά και ωφέλιμο. (Μάρκ. 12:17) Επί εννιά χρόνια ο Εντμούντο και η σύζυγός του, η Εστέλα, κάνουν εισαγωγές εμπορευμάτων από τη Γουατεμάλα και το Μεξικό. Όπως έχουν διαπιστώσει, μερικοί τελωνειακοί υπάλληλοι είναι διατεθειμένοι να κάνουν, «ανεπίσημα», έκπτωση στα τελωνειακά τέλη. Από την αρχή έκαναν γνωστή την ταυτότητά τους ως Μάρτυρες του Ιεχωβά· βαθμιαία, η εντιμότητά τους κέρδισε την εμπιστοσύνη των υπαλλήλων. Τώρα απλώς συμπληρώνουν τις δηλώσεις τους και ο λόγος τους αρκεί. Άλλοι εισαγωγείς, βλέποντας ότι αυτό το ζευγάρι έχει ελάχιστα προβλήματα με το τελωνείο και ότι τα εμπορεύματά τους δεν κατάσχονται συνέχεια, σκέφτονται την περίπτωση να γίνουν και οι ίδιοι περισσότερο έντιμοι.
Ένας αδελφός από το Σαν Πέδρο Σούλα εργάζεται επί 18 χρόνια στο τμήμα Διαχείρισης Τελωνειακών Δασμών και Προσόδων της κυβέρνησης. Σε μια συνέντευξη ο αδελφός εξήγησε: «Το δέλεαρ να πλουτίσει κανείς χωρίς να αφήσει πίσω του ίχνη είναι πολύ ισχυρό, αλλά δεν θέλω να παραβιάσω τη συνείδησή μου. Επιπλέον γνωρίζω ότι τα μάτια του Ιεχωβά μάς παρατηρούν πάντοτε. Σε μια περίπτωση, μου πρόσφεραν τα κλειδιά για όποιο αυτοκίνητο θα διάλεγα, από μια ομαδική εισαγωγή αυτοκινήτων, αρκεί απλώς να μείωνα τη φορολογήσιμη αξία τους. Παρ’ όλο που μια τέτοια προσφορά ίσως είναι δελεαστική, δεν μπορεί να συγκριθεί με την αξία τού να έχει κάποιος καθαρή συνείδηση και το σεβασμό των συναδέλφων του και των διευθυντών. Πέρσι με προσκάλεσαν σε ένα σεμινάριο, και στα τελικά σχόλια ο αντιπρόσωπος του Ο.Η.Ε. στη διαχείριση τελωνειακών δασμών μού ζήτησε να σηκωθώ. Με συγχάρηκε δημόσια ως άνθρωπο που σέβεται το νόμο, που είναι αδιάβλητος σε δωροδοκία και που αποτελεί παράδειγμα άξιο προς μίμηση».
Πρόοδος στους Αγροτικούς και στους Απομονωμένους Τομείς
Οι αδελφοί καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για να προσεγγίσουν τους ανθρώπους που βρίσκονται σε απομονωμένους τομείς. Αυτό είναι ένα έργο που απαιτεί θυσίες, αλλά όπως λέγεται τόσο συχνά, οι χαρές και η ικανοποίηση ξεπερνούν κατά πολύ τους κόπους.
Η πόλη του Πουέρτο Κορτές, που είναι και λιμάνι της Καραϊβικής και βρίσκεται χτισμένη πάνω σε ένα μερικώς επιχωματωμένο βαλτότοπο, διαθέτει τώρα αρκετές ακμάζουσες εκκλησίες. Ο Ρόμπερτ Σμιτ, ιεραπόστολος εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 1960, θυμάται ότι κάλυπταν αυτόν τον μήκους 80 χιλιομέτρων τομέα με τα πόδια όταν υπήρχε εκεί μόνο μια εκκλησία. «Το ταξίδι για να επισκεφτούμε τα σπίτια κοντά στα σύνορα με τη Γουατεμάλα ήταν κοπιαστικό εκείνη την εποχή· περιλάμβανε πεζοπορία εφτά ημερών. Μόνο μικρές ομάδες μπορούσαν να τα καταφέρουν. Τα ενδιαφερόμενα άτομα συνήθως έδιναν τρόφιμα σε αντάλλαγμα για τα έντυπα· πολλοί που τρέφονται με δικά τους προϊόντα έχουν λίγα ή καθόλου χρήματα. Στο γυρισμό κάναμε επανεπισκέψεις και διεξήγαμε Γραφικές μελέτες τα βράδια υπό το φως των κεριών». Και ποια ήταν η ανταμοιβή τους; Το 1971 ιδρύθηκε μια εκκλησία στην Ομόα, που ήταν μια από τις μεγαλύτερες πόλεις σε εκείνη την περιοχή.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, η εκκλησία του Πουέρτο Κορτές έκανε διευθετήσεις για την κάλυψη των διάσπαρτων τομέων στα ανατολικά, αποστέλλοντας αδελφούς κατά ομάδες με το τρένο που διέθετε μια φρουτεμπορική εταιρία ή με ένα παλιό αλλά καλό Λαντ Ρόβερ. Ο μόνιμος εξοπλισμός περιλάμβανε ένα γερό σκοινί και μερικά φτυάρια. Την εποχή των βροχών, τα φορτηγά έκαναν ουρές πίσω από κάποιες ιδιαίτερα επικίνδυνες, γεμάτες λάσπη λακκούβες. Όταν περνούσε ένα φορτηγό όλοι χαίρονταν· όταν δεν περνούσε έβγαιναν τα σκοινιά και τα φτυάρια. Φανταστείτε τη σκηνή. Ξυπόλυτοι, οι αδελφοί με γυρισμένα τα μπατζάκια των παντελονιών τους και οι αδελφές με ανασηκωμένες τις φούστες τους, και όλοι να σκάβουν. Και πάλι, οι αδελφοί ανταμείφτηκαν για το υπομονετικό έργο τους βλέποντας έναν απομονωμένο όμιλο στην Μπαρακόα να αυξάνει και μια υγιή εκκλησία στη Λα Χούντα, στις όχθες του ποταμού Ουλούα. Και οι δυο τώρα έχουν τη δική τους Αίθουσα Βασιλείας.
Μερικές ειδικές σκαπάνισσες, ανάμεσα στις οποίες ήταν η Όλγα Αγκιλάρ (τώρα Γουόκερ), από την Εκκλησία Τσολουτέκα στα νότια, άρχισαν να επισκέπτονται το Γκουάσιμο, ένα πολύ μικρό μέρος ψηλά στα βουνά. Με τον καιρό, και με βοήθεια από άλλους αδελφούς, άρχισαν να συναθροίζονται 25 άτομα. Ωστόσο, αυτοί αναγνώριζαν ότι για να προοδέψουν πνευματικά έπρεπε να συναναστρέφονται με ομοπίστους. Αλλά πώς θα γινόταν αυτό; Η Τσολουτέκα απείχε σχεδόν τρεις ώρες με τα πόδια. Καθώς το μόνο μεταφορικό μέσο που διέθεταν ήταν τα γαϊδούρια, η αγάπη για τον Ιεχωβά ήταν η πραγματική κινητήρια δύναμη. Είναι ενδιαφέρον ότι συνήθως οι πρώτοι που έφταναν στις συναθροίσεις ήταν οι αδελφοί από το Γκουάσιμο! Στη συνέλευση περιοχής του 1970 στην Τσολουτέκα, βαφτίστηκαν 13 αδελφοί από το Γκουάσιμο. Ένας από αυτούς, αποφασισμένος να ωφελείται η οικογένειά του περισσότερο από τις συναθροίσεις, στην κυριολεξία μετακόμισε το σπίτι του στην πόλη. Πώς; Το μετέφερε στην πλάτη του, κομμάτι-κομμάτι, κάθε φορά που ερχόταν για τη συνάθροιση!
Όταν οι αδελφοί από την εκκλησία του Ελ Προγκρέσο άρχισαν να επισκέπτονται την πόλη Σάντα Ρίτα, 24 περίπου χιλιόμετρα προς τα νότια, ο ιδιοκτήτης ενός κουρείου δέχτηκε ευχαρίστως να πάρει έντυπα. Παρακάλεσε τους αδελφούς να μείνουν και να τον διδάξουν περισσότερα, αλλά αυτοί ήθελαν να επισκεφτούν όσο το δυνατόν πιο πολλούς ανθρώπους στην πόλη προτού φύγουν. Ο άνθρωπος τους είπε εκλιπαρώντας: «Αν μείνετε και με διδάξετε περισσότερα, θα σας παραχωρήσω για απόψε ένα δωμάτιο στο σπίτι μου και θα σας κάνω το τραπέζι και έτσι δεν θα χάσετε πολύτιμο χρόνο». Συνολικά, εκείνη τη νύχτα έφαγαν και κοιμήθηκαν στο σπίτι του κουρέα 15 αδελφοί.
Οικογένειες από το Εξωτερικό Έρχονται να Βοηθήσουν
Πολλοί που δεν μπορούν να υπηρετήσουν ως ιεραπόστολοι έχουν το ιεραποστολικό πνεύμα. Έτσι, το 1968, όταν Η Σκοπιά άρχισε να ενθαρρύνει τους αδελφούς να μετακινηθούν σε χώρες όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη, το γραφείο τμήματος της Ονδούρας έλαβε εκατοντάδες γράμματα από 24 τουλάχιστον χώρες.
Ο Γκραντ Άλιντζερ, υπηρέτης τμήματος εκείνον τον καιρό, είχε ετοιμάσει ένα οχτασέλιδο υπόμνημα που παρείχε, με λεπτομέρειες, θετική κατεύθυνση σε εκείνους που ζητούσαν πληροφορίες. Το αποτέλεσμα; Στο διάστημα 1968 με 1974, μετακόμισαν στην Ονδούρα 35 τουλάχιστον οικογένειες από όλη την υφήλιο—από την Αγγλία, τη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, ακόμη και από τη μακρινή Νέα Ζηλανδία.
Μερικοί αντιμετώπισαν πραγματικές προκλήσεις στην προσπάθειά τους να υλοποιήσουν τα σχέδια που είχαν κάνει. Μια οικογένεια από τον Καναδά έκανε την αναγκαία έρευνα, υπολόγισε τη δαπάνη και κανόνισε να μετακομίσει. Αλλά ανέκυψε ένα σοβαρό πρόβλημα: Πώς θα έβρισκαν χρήματα για το ταξίδι τους; Υπολόγιζαν ότι θα πουλούσαν το αυτοκίνητό τους οπότε θα πλήρωναν τα χρέη που είχαν, αλλά πλησίαζε η ημερομηνία της αναχώρησής τους και αυτοί ακόμη είχαν μόνο 16 δολάρια (περ. 2.900 δρχ.) στην τσέπη τους. Ο Ιεχωβά δεν τους εγκατέλειψε. Μια μέρα προτού φύγουν πούλησαν το αυτοκίνητο! Και επιπλέον, καθώς οι φίλοι τους περνούσαν για να τους ευχηθούν «καλό ταξίδι», όλοι τους έδωσαν και κάτι για να βοηθήσουν την κατάσταση, και το ποσό ανήλθε στα 600 δολάρια (περ. 11.000 δρχ.). Ευχαρίστησαν τους φίλους τους, και ευχαρίστησαν και τον Ιεχωβά.
Εκείνοι που ήρθαν για να υπηρετήσουν όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη υπήρξαν πραγματικό στήριγμα για το έργο. Για παράδειγμα, ο Ρέιμοντ Γουόκερ ήρθε εδώ από την Αγγλία το 1969. Απαιτήθηκε κάποιος χρόνος για να εγκατασταθεί και να μάθει καλά τη γλώσσα, αλλά μετά μπήκε στις τάξεις των σκαπανέων και στη συνέχεια υπηρέτησε στο έργο περιοχής και περιφερείας με τη σύζυγό του Όλγα. Τώρα υπηρετεί στην πενταμελή Επιτροπή του Τμήματος.
‘Σωτηρία για Όλους τους Ανθρώπους’
Αν και ο απόστολος Παύλος είπε ότι η σωτηρία θα ήταν εφικτή για ‘όλους τους ανθρώπους’, δήλωσε επίσης: «Είσθε ου πολλοί σοφοί κατά σάρκα, ου πολλοί δυνατοί, ου πολλοί ευγενείς». (Τίτον 2:11· 1 Κορ. 1:26) Αυτό αποδείχτηκε αληθινό στην Ονδούρα. Κάθε είδους άνθρωποι—μια εκθαμβωτική ποικιλία—έχουν εγκολπωθεί την αλήθεια, αλλά δεν είναι πολλοί αυτοί που ανήκουν στους πολύ πλούσιους ή ισχυρούς.
Αναλογιστείτε την περίπτωση μιας γυναίκας. Τη μεγάλωσε η μητέρα της η οποία διατηρούσε παράλληλα οίκους ανοχής και έτσι εξοικονομούσε τα προς το ζην. Όταν πέθανε η μητέρα της, ανέλαβε στη θέση της εκείνη. Δεν της ήταν εύκολο να έρθει στην αλήθεια, αλλά το έκανε—και, φυσικά, εγκατέλειψε την οικογενειακή επιχείρηση. Το 1976 έγινε σκαπάνισσα και τώρα ζει απλά με όσα κερδίζει πλένοντας ρούχα.
Ο Φιλαντέρ δεν ήταν παρά ένα μικρό αγόρι όταν άρχισε να μελετάει για την αλήθεια, και αυτό δεν άρεσε καθόλου στον πατέρα του. Όσο περισσότερο προόδευε ο Φιλαντέρ, τόσο πιο σκληρά προσπαθούσε ο πατέρας του να τον σταματήσει. Αυτό που ήθελε για το γιο του ήταν να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο και να κάνει πρόοδο στον κόσμο. Δεν τον άφηνε να πηγαίνει στις συναθροίσεις και στις συνελεύσεις ούτε να βγαίνει στην υπηρεσία, αλλά το αγόρι έβρισκε πάντοτε τον τρόπο να πηγαίνει όπως και αν είχαν τα πράγματα. Το 1972 βαφτίστηκε και συνεχίζει να προοδεύει· πρώτα έγινε σκαπανέας και κατόπιν διορίστηκε πρεσβύτερος. Αφού εργάστηκε με την ομάδα οικοδόμησης στο Μπέθελ της Ονδούρας στάλθηκε στην Κολομβία όπου κάνει παρόμοια εργασία. Όσο για την οικογένειά του, η στάση τους μαλάκωσε με τα χρόνια.
Ο Αντόνιο ήταν μέθυσος, και αυτό θα έλεγε κανείς ότι ήταν και το επάγγελμά του, αφού είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος των 80 ετών της ζωής του πίνοντας. Διάφοροι ιεραπόστολοι είχαν μελετήσει μαζί του χωρίς επιτυχία, έτσι όταν ένας ιεραπόστολος που λεγόταν Ράσελ Γκράχαμ θέλησε να του δώσει μια ακόμη ευκαιρία, οι αδελφοί τού συνέστησαν να μη χάνει τον καιρό του. Αλλά ο Αντόνιο είχε μια καλή ιδιότητα—ήταν ταπεινός. Παρότι το μυαλό του είχε υποστεί τέτοια βλάβη από το αλκοόλ που μονίμως έπρεπε να διαβάζει την ίδια ύλη τρεις φορές, προόδεψε τελικά μέχρι την αφιέρωση και το βάφτισμα. Μέχρι το θάνατό του υπηρέτησε πιστά τον Ιεχωβά.
Ο Χοσέ μεγάλωσε μέσα στην Καθολική Εκκλησία αλλά μελέτησε τη σοσιαλιστική φιλοσοφία και την αθεϊστική θεωρία. Πεπεισμένος, από τα όσα διδασκόταν στο πανεπιστήμιο, ότι το ανθρώπινο γένος είναι προϊόν εξέλιξης, σταμάτησε εντελώς να πιστεύει στον Θεό. Ο οδυνηρός θάνατος του θετού γιου του το 1966 τον έκανε να συνειδητοποιήσει πόσο αβοήθητοι είναι οι άνθρωποι μπροστά στο θάνατο. Μια μέρα ένας ιεραπόστολος του εξήγησε την ελπίδα της ανάστασης. Αυτό του κέντρισε το ενδιαφέρον και άρχισε να οικοδομεί και πάλι πίστη στον Θεό, αυτή τη φορά όμως πάνω σε σταθερό θεμέλιο. Έμαθε ότι η Βασιλεία του Θεού, και όχι ο σοσιαλισμός, είναι το μόνο φάρμακο και έγινε διαγγελέας της Βασιλείας. Στο μεταξύ έχει διοριστεί πρεσβύτερος και έχει δαπανήσει μερικά χρόνια στο έργο περιοχής.
Οι Καρποί της Ανεπίσημης Μαρτυρίας
Ένα από τα πιο ευχάριστα στοιχεία της Χριστιανικής διακονίας στην Ονδούρα είναι η ανεπίσημη μαρτυρία. Οι ομαδικές συζητήσεις στις αγορές, στις αίθουσες αναμονής των ιατρείων, στα τρένα και στις στάσεις των λεωφορείων είναι τρόπος ζωής στην Ονδούρα. Αυτό κάνει σχετικά εύκολη την ανεπίσημη προσέγγιση των ανθρώπων για το θέμα της Αγίας Γραφής.
Στην πόλη Ομόα ζούσε μια γυναίκα που δεν συμπαθούσε καθόλου τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Δεν τους μιλούσε ποτέ ούτε δεχόταν έντυπα. Εκείνο που την ενδιέφερε, ωστόσο, ήταν να αποκτήσει χρήματα και για το λόγο αυτό εξέτρεφε κοτόπουλα. Ένας αδελφός, ξέροντας ποια ήταν η στάση της, της μίλησε ενώ της έδινε ανεπίσημη μαρτυρία για μερικούς τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να εξοικονομήσει χρόνο και χρήματα στη δουλειά της. Αυτό ήταν κάτι για το οποίο ήθελε να ακούσει. Μερικές εβδομάδες αργότερα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ξύπνα! ένα άρθρο το οποίο αναφερόταν στην εξοικονόμηση χρόνου και χρημάτων και έτσι ο αδελφός τής πήγε ένα αντίτυπο. Εκείνη το δέχτηκε με εκτίμηση και τώρα λαβαίνει ευχαρίστως τα έντυπά μας.
Μια αδελφή εργαζόταν σε κατάστημα· η εμφάνιση ενός νεαρού, μακρυμάλλη πελάτη τής προκαλούσε κάποιο φόβο. Βρήκε το θάρρος να του μιλήσει για την ελπίδα σχετικά με τον Παράδεισο, αλλά αυτός απάντησε απότομα πως δεν πίστευε σε παραμύθια και πως εκείνος ήταν χίπις και ναρκομανής. Η αδελφή επέμενε να του δίνει κάποια σύντομη μαρτυρία όποτε αυτός περνούσε από το κατάστημα. Κάποτε τού εξήγησε ότι, σύμφωνα με τα εδάφια 1 Κορινθίους 6:9-11, αυτό που έχει σημασία είναι το τι γίνεται κάποιος, όχι το τι υπήρξε. Όταν τη ρώτησε τι γνώμη είχε για τα μακριά του μαλλιά, εκείνη απάντησε ότι δεν ήταν αρμόδια για κανενός την εμφάνιση, αλλά, όσο για την ίδια, πίστευε στη Γραφική διδασκαλία ότι τα μακριά μαλλιά είναι ντροπή για τον άντρα. (1 Κορ. 11:14) Την επόμενη μέρα ήταν ξυρισμένος και τα μαλλιά του ήταν κοντά! Ζήτησε να κάνει Γραφική μελέτη και ένας αδελφός δέχτηκε ευχαρίστως να μελετήσει μαζί του. Τώρα είναι βαφτισμένος και διεξάγει ο ίδιος μελέτες.
Ένα μικρό αγόρι είχε τη συνήθεια να μιλάει σε όποιον συναντούσε, πράγμα πολύ συνηθισμένο για ένα εφτάχρονο παιδί. Βλέποντας κάποιο νεαρό που καθόταν μπροστά στο σπίτι του με ένα βιβλίο, το παιδί τον ρώτησε αν αυτό που διάβαζε ήταν η Αγία Γραφή. Όταν έμαθε ότι δεν ήταν η Αγία Γραφή—στην πραγματικότητα ήταν ένα εγχειρίδιο για μηχανικούς—του είπε χωρίς περιστροφές ότι μόνο αν έκανε σοβαρή μελέτη της Αγίας Γραφής θα μπορούσε να αποκτήσει αιώνια ζωή. «Αν θέλεις, ο πατέρας μου μπορεί να μελετήσει μαζί σου», είπε, και οδήγησε το νεαρό στο σπίτι για να γνωρίσει τον πατέρα του. Η κατάληξη της υπόθεσης είναι ότι ο νεαρός αυτός βαφτίστηκε το 1976. Όπως φάνηκε μετά, αυτός ο νεαρός είχε πάρει περιοδικά από μια αδελφή αλλά έχασε την επαφή μαζί της. Πόσο σημαντική είναι η ανεπίσημη μαρτυρία!
Το Ζήτημα του Γάμου
Πολλά ζευγάρια όταν γνωρίζουν την αλήθεια αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να κάνουν ενέργειες για να παντρευτούν νόμιμα. Σύμφωνα με μια έκθεση του 1973, στην εκκλησία της Μπέλα Βίστα και μόνο, της επαρχίας Κομαγιάγκουα, 32 ζευγάρια έκαναν τα ανάλογα βήματα—οι μισοί και πλέον από τους 120 ευαγγελιζομένους της εκκλησίας!
Ο Τεοδόρο και η Μέλιδα είχαν εγγόνια. Η Μέλιδα μελετούσε την Αγία Γραφή και πήρε την απόφαση ότι ήθελε να υπηρετεί τον Ιεχωβά. Ο Τεοδόρο, που ήταν 60 χρονών, ήταν σύμφωνος να την παντρευτεί. Έτσι, συνοδευόμενοι από δυο εγγόνια τους, παρουσιάστηκαν στο δημαρχείο. Ακριβώς πριν από την τελετή, ο Τεοδόρο γύρισε και είπε στο δικαστή: «Σκεφτήκατε ποτέ να παντρευτείτε κάποια μέρα;» Ήταν κοινώς γνωστό ότι αυτός συζούσε με μια γυναίκα και είχε τρία παιδιά που ήταν γεννημένα χωρίς γάμο.
Αλλά τι κάνει ένα άτομο αν ο σύντροφός του δεν θέλει να παντρευτεί; Αυτό το πρόβλημα αντιμετώπιζε η Γκλάδις. Συζούσε επί χρόνια με τον Αντόνιο, και είχαν τρία παιδιά μαζί. Η Γκλάδις μελετούσε με μια ιεραπόστολο και ήθελε να τακτοποιήσει τη ζωή της έτσι ώστε να μπορεί να υπηρετεί τον Ιεχωβά. Τελικά, είπε στον Αντόνιο: «Εγώ από τώρα και στο εξής θα κοιμάμαι με τα παιδιά, μέχρι να παντρευτούμε. Όταν παντρευτούμε νόμιμα, τότε θα μπορούμε να κοιμόμαστε πάλι μαζί». Τήρησε το λόγο της· ο Αντόνιο γινόταν όλο και πιο κακόκεφος. Έπειτα από έξι ολόκληρους μήνες υποχώρησε και είπε: «Εντάξει, ας παντρευτούμε».
Ανατροφή Οικογένειας
Μια ζωτική πτυχή της διακονίας μας είναι το να διδάσκουμε τους γονείς ώστε να φέρνουν σε πέρας τη θεόδοτη ευθύνη τους σχετικά με την εκπαίδευση των παιδιών τους. Ένα αντρόγυνο με πέντε παιδιά άρχισε να μελετάει, έκανε καλή πρόοδο και σε λίγο παρακολουθούσε τις συναθροίσεις. Οι συναθροίσεις χωρίς αμφιβολία έφεραν αποτέλεσμα. Μια μέρα ο ιεραπόστολος που διεξήγε τη Γραφική μελέτη μαζί τους αποκοιμήθηκε στη διάρκεια της μελέτης. Για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να πούμε ότι η θερμοκρασία κάτω από την τσίγκινη οροφή πιθανότατα ξεπερνούσε τους 50 βαθμούς Κελσίου. Ο πατέρας, εφαρμόζοντας τις συμβουλές που είχε ακούσει στις συναθροίσεις σχετικά με την εκπαίδευση της οικογένειας, απλώς συνέχισε τη μελέτη μέχρις ότου ο ιεραπόστολος ξύπνησε—έπειτα από αρκετές παραγράφους! Στα χρόνια που έχουν περάσει από τότε ο Ιεχωβά ευλόγησε εκείνη την επιμελή οικογένεια. Ο πατέρας είναι διακονικός υπηρέτης, η σύζυγός του βοηθητική σκαπάνισσα και ο μεγάλος τους γιος τακτικός σκαπανέας.
Ο τρίχρονος Ερνέστο παρακολουθούσε πάρα πολύ τηλεόραση και οι γονείς του, όπως τόσοι και τόσοι γονείς, ανησυχούσαν για αυτό. Τριγυρνούσε όλη τη μέρα επαναλαμβάνοντας τα ρεφρέν των διαφημίσεων. Οι γονείς του, για να καταπολεμήσουν αυτή την ανθυγιεινή επιρροή, τού αγόρασαν τις κασέτες που συνοδεύουν το Βιβλίο μου με τις Βιβλικές Ιστορίες και του έμαθαν να κλείνει την τηλεόραση. Ο Ερνέστο ήταν εύστροφος· σε λίγο είχε απομνημονεύσει τις κασέτες τόσο καλά ώστε αρκούσε να του πεις τον αριθμό μιας ιστορίας για να αρχίσει να τη λέει απ’ έξω ολόκληρη. Κάποιο βράδυ στη συνάθροιση, ο πατέρας του Ερνέστο φαινόταν πολύ κουρασμένος. Κάποιος τον ρώτησε για ποιο λόγο δεν είχε κοιμηθεί καλά. Αυτός απάντησε αποκαμωμένος: «Δεν μπορούσαμε να σταματήσουμε τον Ερνέστο πριν από την ιστορία 43». Ο Ερνέστο είναι τώρα δέκα χρονών και είναι δραστήριος στη διακονία. Οι γονείς του είναι χαρούμενοι που μπήκαν στον κόπο να γεμίσουν τη διάνοιά του με αυτές τις χρήσιμες πληροφορίες.
Μπορούν τα μικρά παιδιά να παίρνουν στ’ αλήθεια αποφάσεις με βάση τα όσα μαθαίνουν από τους γονείς, τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους; Ο μικρός Μάριο που ζει στη Λα Σέιμπα είναι τεσσάρων χρονών και μεγάλο μέρος του χρόνου του το περνάει με τη γιαγιά του Τσεπίτα, η οποία είναι Μάρτυρας εδώ και πολλά χρόνια. Μια μέρα η άλλη γιαγιά του Μάριο, που είναι Καθολική, τους επισκέφτηκε και ρώτησε τον Μάριο αν ήθελε να πάει στην εκκλησία μαζί της. «Όχι πια, γιαγιά», απάντησε αυτός. Τον ρώτησε γιατί όχι, και αυτός της είπε: «Η Βαβυλώνα η Μεγάλη, γιαγιά!»
Υπερπήδηση Εμποδίων
Φυσικά, λίγοι καταφέρνουν να υπηρετούν τον Ιεχωβά χωρίς να αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια και προβλήματα. Όταν η Εμίλια άκουσε πρώτη φορά το άγγελμα της Βασιλείας το 1967, ήταν ήδη παντρεμένη, αν και ο γάμος της δεν ήταν ευτυχισμένος. Στην αρχή δεν είχε πάρει την αλήθεια στα σοβαρά. Αλλά όταν άρχισε να κάνει κάτι για την αλήθεια, ο σύζυγός της απείλησε ότι θα πετούσε έξω από το σπίτι την αδελφή που μελετούσε μαζί της. Η Εμίλια είπε σταθερά: «Αν την πετάξεις έξω, θα μελετάμε στο δρόμο». Κάποια μέρα η Εμίλια σταμάτησε στο μπαρ όπου έπινε ο σύζυγός της για να του πει ότι πήγαινε στη συνάθροιση. Αυτός περίμενε στη γωνία όταν εκείνη επέστρεψε και άρχισε να της φωνάζει και να την αποκαλεί δημοσίως πόρνη.
Παρά τους εξευτελισμούς αυτούς, και τους ξυλοδαρμούς ακόμη, η Εμίλια αποφάσισε να βαφτιστεί. Και παρ’ όλο που επί 20 και πλέον χρόνια είχε συνεχή εναντίωση, εκπαίδευσε τα παιδιά της. Από τότε που ήταν πολύ μικρά, τους μάθαινε, στο καθένα ξεχωριστά, μια Γραφική παρουσίαση και κατόπιν αυτά εξασκούνταν ανάμεσα στους θάμνους και στα λουλούδια του κήπου. Άξιζε τον κόπο όλη αυτή η δουλειά; Από τους οχτώ γιους της, δύο είναι τώρα διακονικοί υπηρέτες και δύο είναι τακτικοί σκαπανείς. Και ο σύζυγός της; Αυτός τελικά δέχτηκε να κάνει Γραφική μελέτη—με μια από τις κόρες του που είναι τακτική σκαπάνισσα!
Η εργασία μπορεί επίσης να φέρει εμπόδια στην υπηρεσία προς τον Ιεχωβά. Όσοι εργάζονται ως υπηρέτες και οικιακοί βοηθοί στην Ονδούρα είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν πάρα πολλές ώρες· πολλές φορές έχουν στην κυριολεξία μεταχείριση σκλάβου και αναμένεται από αυτούς να είναι διαθέσιμοι και τις εφτά μέρες της εβδομάδας. Πολλοί φοβούνται να ζητήσουν ελεύθερο χρόνο, και ο λόγος που φοβούνται είναι μήπως και χάσουν τη δουλειά τους. Αλλά μια νεαρή αδελφή ξεκαθάριζε πάντα από την αρχή ότι θα δεχόταν τη δουλειά μόνο αν θα της παραχωρούσαν χρόνο για τη λατρεία της προς τον Ιεχωβά. Και εκτός του ότι φρόντιζε για το δικό της σπιτικό, διεξήγε έντεκα οικιακές Γραφικές μελέτες, οι περισσότερες από τις οποίες παρακολουθούσαν συναθροίσεις.
Ο Φίφι Επιτίθεται!
Η Ονδούρα έχει υποστεί πολλές φυσικές καταστροφές. Οι τυφώνες δεν είναι κάτι το καινούριο για τη χώρα αυτή, αλλά όταν ο τυφώνας Φίφι όρμησε μανιασμένα πάνω στη βόρεια ακτή, το Σεπτέμβριο του 1974, αποδείχτηκε ότι έλαβε χώρα η χειρότερη φυσική καταστροφή στην ιστορία της χώρας. Περίπου 1.600 Μάρτυρες (τα δύο τρίτα του συνολικού αριθμού στη χώρα) ζούσαν στην περιοχή που καταστράφηκε. Παρ’ όλο που σκοτώθηκαν 10.000 άνθρωποι, κανένας αδελφός δεν έχασε τη ζωή του. Πολλοί βέβαια έχασαν τα σπίτια τους και κάποια αγαθά, και οι σαρωτικές πλημμύρες κατέστρεψαν ολοσχερώς το σύστημα επικοινωνιών, τους δρόμους, τους σιδηρόδρομους και τις γέφυρες, πράγματα από τα οποία εξαρτώνται όλοι. Μια ομάδα Μαρτύρων ξεκίνησε από το σιδηροδρομικό σταθμό της Μπαρακόα με κανό για να δει σε τι κατάσταση βρίσκονταν οι απομονωμένοι αδελφοί και αυτοί που μελετούσαν την Αγία Γραφή. Διαπίστωσαν ότι μπορούσαν να πλεύσουν με το κανό πάνω από την ξηρά μέχρι την Τέλα, σε απόσταση 55 περίπου χιλιομέτρων! Οι κορυφές των σπιτιών και των δέντρων χρησίμευαν ως σημάδια. Καθώς περνούσαν ξυστά από ένα δέντρο, ένα κοραλλιόφιδο που είχε ξεμείνει εκεί έπεσε σπαρταρώντας μέσα στο κανό. Σκότωσαν το θανατηφόρο ερπετό με μια γρήγορη μαχαιριά προτού προλάβει να τους κάνει κακό.
Ο Φίφι προκάλεσε και άλλα προβλήματα. Δυο συνελεύσεις περιοχής έπρεπε να αναβληθούν. Η έκθεση έργου του Σεπτεμβρίου σημείωσε πτώση, καθώς έπρεπε να διατεθεί ανυπολόγιστος χρόνος και προσπάθεια σε αποστολές βοήθειας. Αδελφοί από όλο τον κόσμο συνεισέφεραν, και σε σύντομο διάστημα ήρθαν εφόδια από τη Νέα Υόρκη, τη Νέα Ορλεάνη και την Μπελίζ. Σε λιγότερο από ένα μήνα διανεμήθηκαν στους αδελφούς, στις οικογένειές τους και σε φίλους προμήθειες βάρους 29.000 κιλών. Η 6η Νοεμβρίου εκείνου του έτους αποδείχτηκε αξέχαστη. Παρά τα απίστευτα εμπόδια διεξάχτηκε μια μονοήμερη συνέλευση περιοχής ακριβώς στην καρδιά της περιοχής που έπληξε η καταστροφή, και οι παρόντες ήταν 4.000. Δάκρυα χαράς και ανακούφισης κυλούσαν σε πολλά πρόσωπα, καθώς οι αδελφοί και οι αδελφές ανακάλυπταν ότι οι αγαπητοί τους φίλοι ήταν ζωντανοί και ασφαλείς.
Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, οι αδελφοί έχτισαν δυο καινούριες Αίθουσες Βασιλείας και 36 καινούρια σπίτια. Μερικά σπίτια ξαναχτίστηκαν στο ίδιο μέρος, ενώ άλλα έπρεπε να χτιστούν σε διαφορετικές τοποθεσίες, γιατί εκεί όπου ήταν χτισμένα προηγουμένως τώρα βρισκόταν η κοίτη του ποταμού! Ένας αδελφός ήταν τόσο ευγνώμων για τη βοήθεια που έλαβε ώστε τροποποίησε το σχέδιο του καινούριου του σπιτιού για να του μείνουν χρήματα και χώρος με σκοπό να συμπεριλάβει μια καινούρια Αίθουσα Βασιλείας στο ίδιο οικόπεδο.
Μεγάλοι Σεισμοί
«Μια υπόκωφη βοή σαν από εκατό εμπορικές αμαξοστοιχίες». Έτσι περιέγραψε ένας αδελφός το σεισμό της 4ης Φεβρουαρίου 1976 που συντάραξε μανιασμένα το σπίτι του το οποίο τελικά κατέρρευσε από τα ύψους 2,7 μέτρων υποστηλώματα μέσα στο βάλτο που βρισκόταν από κάτω. Γύρω στα 150 ακόμη σπίτια μέσα στην πόλη έπαθαν σοβαρές ζημιές. Αλλά το επίκεντρο αυτού του σεισμού, το μέγεθος του οποίου ήταν 7,5 Ρίχτερ, εντοπιζόταν ακριβώς στα σύνορα με τη Γουατεμάλα, και εκεί οι ζημιές ήταν πραγματικά πολύ σοβαρές. Ένας ψαράς που είχε ξανοιχτεί λίγα μίλια από την ακτή εκείνη τη φεγγαρόλουστη νυχτιά είπε ότι είχε αποσβολωθεί βλέποντας τον ωκεανό να γίνεται ξαφνικά λείος σαν καθρέφτης. Ανεξήγητα, τα ψάρια τριγύρω άρχισαν να πηδάνε έξω από το νερό. Εξακολουθούσε να μην καταλαβαίνει μέχρι που έσβησαν όλα τα φώτα στη μακρινή πόλη και τα κύματα αντηχούσαν μια φοβερή βοή.
Το Ρήγμα του Μοτάγκουα μετατοπίστηκε ξανά το 1980, κάνοντας τους ανθρώπους να πεταχτούν ακόμη μια φορά από τα κρεβάτια τους, αλλά οι ζημιές ήταν πολύ λιγότερες. Οι ίδιοι οι άνθρωποι λένε: «Είναι το σημείο των εσχάτων ημερών». Δυστυχώς η πλειονότητα μένει αδρανής. Παρά τους μεγάλους σεισμούς και την αδιαφορία των πολλών, το έργο της Βασιλείας συνεχίζει να σημειώνει αύξηση στην Ονδούρα. Άλλωστε, και αυτό αποτελεί μέρος του σημείου ότι αυτές είναι οι έσχατες μέρες.—Ματθ. 24:7, 14.
Ο Ποταμός Ευφράτης Ξεραίνεται
Όσοι δεν γνωρίζουν καλά τα πράγματα μπορεί να έχουν την εντύπωση ότι η θρησκεία στην Ονδούρα ευημερεί· πολλές εκκλησίες εξακολουθούν να γεμίζουν, τουλάχιστον στις ειδικές περιπτώσεις. Ωστόσο, πληθαίνουν οι αποδείξεις ότι τα νερά (τα οποία συμβολίζουν τους ανθρώπους) που κάποτε στήριζαν τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη αρχίζουν να ξεραίνονται. (Αποκ. 16:12· 17:1, 15) Οι άνθρωποι αρχίζουν να ανοίγουν τα μάτια τους μπροστά στις αηδιαστικές πραγματικότητες.
Για παράδειγμα, οι Ονδουρανοί Καθολικοί είναι πολύ αφοσιωμένοι στους «αγίους». Πολλοί πιστοί λοιπόν αναστατώθηκαν βαθιά το Μάιο του 1969 όταν ο πάπας καθαίρεσε περίπου 200 «αγίους» από το επίσημο λειτουργικό ημερολόγιο. Ο «Άγιος» Μαρτίνος του Πόρες, ένας μαύρος Περουβιανός άγιος που υποτίθεται ότι ήταν σε θέση να επικοινωνεί με τα ζώα, δεν καθαιρέθηκε, ενώ ο «Άγιος» Χριστόφορος, ο αγαπημένος άγιος των φορτηγατζήδων και των οδηγών ταξί και λεωφορείων, διαγράφτηκε λόγω αμφιβολιών για την ιστορικότητά του. Αυτές οι αποφάσεις προκάλεσαν ένα κύμα αγανάκτησης ανάμεσα στους ανθρώπους για το γεγονός ότι τους εξαπατούσαν επί τόσο καιρό.
Ένας 23χρονος άντρας ήταν ένθερμος Καθολικός, μαχητικό μέλος μιας «Χριστιανικής» κίνησης και δεύτερος σε εξουσία μόνο μετά τον ιερέα του. Μια μέρα η ζωή του έφτασε σε ένα σημείο καμπής. Είχε πάει να επισκεφτεί ένα φίλο του όταν ξαφνικά εμφανίστηκε ο ιερέας του, εντελώς μεθυσμένος. Ο ιερέας άρχισε να βρίζει το νεαρό με την πιο χυδαία γλώσσα και να τον κατηγορεί ότι ανακατευόταν στην ιδιωτική του ζωή—μια ζωή που αν εξεταζόταν προσεκτικά δεν φαινόταν και τόσο άμεμπτη.
Απογοητευμένος, ο άντρας αυτός εγκατέλειψε την εκκλησία. Λίγες εβδομάδες αργότερα «δέχτηκε τον Κύριο» σε μια εξέχουσα Ευαγγελική θρησκεία αλλά η υποκρισία και οι κενές παραδόσεις διέψευσαν τις προσδοκίες του. Ένα χρόνο αργότερα λοιπόν στράφηκε σε αυτό που θεωρούσε έσχατη λύση: μια Γραφική μελέτη με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τότε δεν είχε σε υπόληψη τους Μάρτυρες, αλλά σύντομα εντυπωσιάστηκε από τη συνέπεια των Γραφικών διδασκαλιών τους. Έκανε πρόοδο διδάσκοντας την οικογένειά του σύμφωνα με τα όσα μάθαινε. Αφιέρωσε τη ζωή του στον Ιεχωβά το 1975 και εξακολουθεί να τον υπηρετεί μέχρι σήμερα.
Η Μάρτα, μια ηλικιωμένη κυρία, είπε στους Μάρτυρες που την επισκέπτονταν ότι ήθελε να μάθει περισσότερα για την Αγία Γραφή και ότι ήταν πρόθυμη να μελετήσει μαζί τους—με κανέναν τρόπο όμως δεν θα άλλαζε τη θρησκεία της. Οι Μάρτυρες συμφώνησαν ότι δεν θα την υποχρέωναν να τηρήσει τίποτα. Πέντε μήνες αργότερα άρχισε να παρακολουθεί συναθροίσεις. Εκείνη ήταν διακόνισσα στη θρησκεία των Αντβεντιστών. Όταν τα μέλη της εκκλησίας της τελικά εμφανίστηκαν για να την επισκεφτούν, τους είπε ότι ενώ οι Μάρτυρες ήταν ζωντανοί σε αγάπη και ελπίδα, η δική τους εκκλησία ήταν νεκρή.
Σε μια περιοχή, τρεις οικογένειες ζούσαν στην ίδια γειτονιά αλλά μονίμως καβγάδιζαν. Η μια οικογένεια ήταν Πεντηκοστιανοί, η άλλη Ευαγγελικοί και η άλλη Αντβεντιστές. Παραδόξως, όταν πήγε εκεί ένας ιεραπόστολος με τα καλά νέα, και οι τρεις οικογένειες ανταποκρίθηκαν στο άγγελμα! Ο ιεραπόστολος πρότεινε να συγκεντρώνονται όλοι μαζί για να κάνουν τη μελέτη μαζί του. Με αυτόν τον τρόπο τελικά έλυσαν τις διαφορές τους. Αυτή είναι η καρποφορία της αληθινής θρησκείας.—Ιωάν. 13:35.
Στην καρποφορία των μακραίωνων ψεύτικων θρησκευτικών διδασκαλιών στην Ονδούρα οφείλεται και η έμμονη ιδέα του θανάτου η οποία διακατέχει όλο το έθνος. Ακόμη και οι χειρότεροι εχθροί κάποιου θα πάνε στην κηδεία του και θα διασκεδάσουν σε μια ολονύχτια αγρυπνία με ποτό και χαρτοπαιξία. Μια αδελφή που είναι σκαπάνισσα στη βόρεια ακτή θυμάται μια φορά που μιλούσε σε κάποιον ηλικιωμένο άντρα έξω από το ταπεινό σπίτι του. Όταν από περιέργεια κοίταξε πού καθόταν ο άντρας, εκείνος της εξήγησε ότι αυτό ήταν το φέρετρό του. Το είχε τόσο καιρό που είχε αρχίσει να σαπίζει. Κατόπιν, της έδειξε με καμάρι το καινούριο του φέρετρο μέσα στο σπίτι, που το είχε τοποθετήσει προσεκτικά στα δοκάρια της σκεπής πάνω από το κρεβάτι του. Αυτό που μένει να δούμε είναι πόσα ακόμη φέρετρα θα χρειαστεί αυτός ο άντρας.
Οι Ευλογίες και οι Προκλήσεις του Έργου Περιοχής
Οι επίσκοποι περιοχής, οι σύζυγοί τους και το έργο που επιτελούν για την αλήθεια αντιμετωπίζονται με μεγάλη εκτίμηση στην Ονδούρα—και δικαιολογημένα. Το έργο έχει χαρές αλλά απαιτεί σημαντικές θυσίες. Τον πρώτο καιρό, η συγκοινωνία αποτελούσε μεγάλο πρόβλημα. Ένας αδελφός από την πόλη Σιγκουατεπέκε, ψηλά πάνω στα βουνά, θυμάται έναν επίσκοπο περιοχής που έφτασε με τα πόδια, στάζοντας από ιδρώτα και σέρνοντας ένα καροτσάκι με τα πράγματά του για την εβδομαδιαία επίσκεψή του εκεί.
Ο άσχημος καιρός, τα φουσκωμένα ποτάμια και η έλλειψη δρόμων καθιστούσαν συχνά δύσκολο για τους άντρες αυτούς και για τις συζύγους τους να πάνε από τη μια εκκλησία στην άλλη. Ο Γκάρι και η Ιλέιν Κροζ, ιεραπόστολοι της 41ης τάξης της Γαλαάδ, διορίστηκαν να εργαστούν σε μια περιοχή που εκτεινόταν από το Σαν Πέδρο Σούλα μέχρι τη Λιμόν στο άκρο της Μοσκιτίας. Όταν ο καιρός ήταν πολύ άσχημος δεν μπορούσε να περάσει ούτε τρένο ούτε άλογο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι Κροζ έπρεπε να περπατήσουν, κουβαλώντας τις βαλίτσες τους, γύρω στα 80 χιλιόμετρα κατά μήκος της παραλίας ανάμεσα στο Τρουχίλο και στη Λιμόν και ξανά πίσω. Η αύρα του ωκεανού ανακούφιζε κάπως από το μεγάλο τροπικό καύσωνα—αλλά μερικές φορές το να ταξιδεύουν νύχτα τούς ήταν πιο υποφερτό.
Ο Ανίμπαλ Ισαγκίρε, επίσκοπος περιοχής στη βόρεια ακτή το 1970, διορίστηκε να επισκεφτεί ένα απομονωμένο χωριό που λεγόταν Τσακαλάπα. Το πρώτο μέρος του ταξιδιού έγινε με το τρένο της φρουτεμπορικής εταιρίας που ήταν φορτωμένο με μπανάνες, καρύδες και διάφορα ζώα. Ακολούθησε πορεία με φορτηγό μέχρι το χωριό Ελ Ολβίδο, το οποίο σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει «Λησμονιά». Η τελική φάση περιλάμβανε τετράωρη πεζοπορία· σε κάποιες περιπτώσεις, διέσχισε ποτάμια βουτηγμένος στο νερό ως το στήθος, με τη βαλίτσα του στο κεφάλι του και με πιθήκους να του φωνάζουν από τα δέντρα. Καθ’ οδόν, συνάντησε έναν πανύψηλο μαύρο που προσφέρθηκε να του κουβαλήσει τη βαλίτσα και να τον οδηγήσει στον προορισμό του. Τελικά, ο ψηλός αυτός άντρας πέταξε τη βαλίτσα σε ένα ξέφωτο της ζούγκλας όπου υπήρχαν 50 περίπου αχυροκαλύβες και ανήγγειλε: «Να ’μαστε λοιπόν στην Τσακαλάπα!» Η προσπάθεια άξιζε τον κόπο ωστόσο, γιατί μια από τις καλύβες έφερε την επιγραφή «Αίθουσα Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά». Έντεκα ευαγγελιζόμενοι συναθροίζονταν εδώ!
Μια ασυνήθιστη περίπτωση έργου περιοχής είναι αυτή του Χούλιο Μεντόσα από την Εκκλησία Χουτικάλπα. Αυτός βαφτίστηκε το 1970, το 1977 μπήκε στις τάξεις των ειδικών σκαπανέων και έπειτα από λίγο εκπαιδεύτηκε για το έργο περιοχής, το οποίο και άρχισε το 1980. Τι είναι τόσο ασυνήθιστο στην περίπτωσή του; Στα ταξίδια του, είτε σε πόλεις είτε σε απομονωμένες περιοχές, τον συνόδευαν η σύζυγός του, Δούνια, και η κορούλα του, η Εστέρ. Πολλά αγροτικά σπίτια έχουν όλο και όλο ένα δωμάτιο, που το χρησιμοποιούν για να κάθονται, να κοιμούνται και να μαγειρεύουν. Πολλές φορές ο Χούλιο και η οικογένειά του μοιράζονταν ένα τέτοιο δωμάτιο με την οικογένεια που τους φιλοξενούσε—και ακόμη με τις κότες τους, τις γαλοπούλες και τις κατσίκες τους! Κάποια φορά που δεν μπορούσαν να διασχίσουν ένα ποτάμι, αναγκαστικά πέρασαν τη νύχτα στο μόνο διαθέσιμο κατάλυμα: μια και μόνη αιώρα και για τους τρεις τους.
Τα πρώτα χρόνια του έργου στην Ονδούρα οι επίσκοποι περιοχής ήταν πάντοτε ξένοι αδελφοί, είτε ιεραπόστολοι είτε άτομα που είχαν έρθει για να υπηρετήσουν όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη. Αλλά με τον καιρό, οι τέσσερις από τους πέντε επισκόπους περιοχής ήταν ντόπιοι αδελφοί. Στα πρόσφατα χρόνια, αυτοί οι άντρες και οι σύζυγοί τους, τόσο οι ντόπιοι όσο και οι ξένοι, μπόρεσαν να παραμείνουν στο έργο περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν, παρά την ηπατίτιδα, την ελονοσία και τη δυσεντερία, αρρώστιες που οργιάζουν στο επαρχιακό περιβάλλον.
Φυσικά, όταν το έργο τούς φέρνει στις μεγάλες πόλεις, απολαμβάνουν μερικές φορές τη φιλοξενία των αδελφών σε όμορφα σπίτια. Έχουν μάθει το μυστικό της προσαρμοστικότητας, ακριβώς όπως και ο απόστολος Παύλος. (Φιλιπ. 4:11, 12, ΜΝΚ) Τα τελευταία χρόνια το έργο περιοχής είναι πολύ πιο εύκολο καθώς υπάρχουν περισσότεροι στρωμένοι δρόμοι και λεωφορεία σχεδόν για κάθε πόλη.
‘Ποιμάνατε το Ποίμνιον του Θεού’
Το 1972 στην Ονδούρα, όπως και σε άλλα μέρη του κόσμου, έγιναν προσαρμογές στον τρόπο διορισμού των πρεσβυτέρων και των διακονικών υπηρετών. Οι αδελφοί, ως σύνολο, ανταποκρίθηκαν με εκτίμηση και εργάστηκαν σκληρά για να έχουν τα προσόντα. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι, όταν εφαρμόστηκε η νέα διευθέτηση, μόνο το ένα τρίτο των πρεσβυτέρων της χώρας ήταν Ονδουρανοί αδελφοί, ενώ το 1976 το ποσοστό αυτό είχε αυξηθεί στα δύο τρίτα.
Καθώς ο μέσος όρος των πρεσβυτέρων σε εθνική κλίμακα αντιστοιχούσε σε λιγότερο από έναν πρεσβύτερο ανά εκκλησία υπήρχε πάντα ο κίνδυνος να παραμεληθεί η ποίμανση του ποιμνίου. Έτσι, δόθηκε στους πρεσβυτέρους η συμβουλή να εκπαιδεύσουν τους διακονικούς υπηρέτες στο έργο της ποίμανσης. Οι επισκέψεις τους θα αποσκοπούσαν στην ενθάρρυνση των φίλων και στο να διατηρηθούν ανοιχτές οι γραμμές επικοινωνίας. Φυσικά, έπρεπε να ενημερώνουν τους πρεσβυτέρους όταν υπήρχαν σοβαρά προβλήματα.
Σε κάποια εκκλησία νόμιζαν ότι μια αδελφή είχε χάσει κάθε ενδιαφέρον για την αλήθεια επειδή δεν παρακολουθούσε τις συναθροίσεις. Οι αδελφοί όμως ανακάλυψαν ότι έχανε τις συναθροίσεις απλώς και μόνο επειδή δεν είχε χρήματα να αγοράσει παπούτσια! Εκείνη εκτίμησε πάρα πολύ τη μικρή βοήθεια που της δόθηκε και σε λίγο ήταν ξανά στις συναθροίσεις και στη διακονία.
Μεταξύ του 1978 και του 1983 κάποια επιβράδυνση των θεοκρατικών δραστηριοτήτων στη χώρα απασχολούσε εξίσου τους πρεσβυτέρους και τους πιστούς ευαγγελιζομένους. Έπειτα από μια ανάλυση της κατάστασης, η Επιτροπή του Τμήματος εντόπισε δυο κύριους λόγους: τον υλισμό και την έλλειψη προσωπικής μελέτης. Η τηλεόραση ασκεί ισχυρή επίδραση, ιδιαίτερα από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και έπειτα. Έχει συντελέσει πολύ στην εγκατάλειψη των καλών συνηθειών μελέτης. Και παρ’ όλο που ο υλισμός συνήθως καταλογίζεται στα πλούσια έθνη, η πραγματικότητα είναι ότι η αγάπη για τα χρήματα μπορεί να επηρεάσει το ίδιο πλούσιους και φτωχούς. Μια ιεραπόστολος εξεπλάγη όταν είδε ότι ένα ζευγάρι Μαρτύρων δεν είχε πάτωμα στο σπίτι ούτε τρεχούμενο νερό—αλλά διέθετε συσκευή τηλεόρασης, στερεοφωνικό και ένα ακριβό σαλόνι. Αυτά τα πράγματα μπορεί να τα αγοράσει κάποιος με πίστωση, αλλά πολλές φορές πρέπει να εργάζεται και ο σύζυγος και η σύζυγος για να ξεπληρώσουν το χρέος. Όπως ήταν επόμενο, αυτό το ζευγάρι έχανε συναθροίσεις και είχε ουσιαστικά αδρανήσει στην υπηρεσία.
Το τμήμα ενέτεινε τις προσπάθειες ώστε να ‘ποιμαίνεται το ποίμνιο του Θεού’ και να βοηθηθούν οι αδελφοί να ανακτήσουν ‘την πρώτη τους αγάπη’. (1 Πέτρ. 5:2· Αποκ. 2:4) Επιπλέον, το 1981 ήρθαν έντεκα ιεραπόστολοι από το Παράρτημα της Σχολής Γαλαάδ που είχε ιδρυθεί πρόσφατα στο Μεξικό και το 1988 ήρθαν τρεις αδελφοί από τη Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης. Ο Ιεχωβά ευλογεί αυτές τις διευθετήσεις, γεγονός που το πιστοποιεί και η σταθερή αύξηση από το 1984 και μετά.
Το Σκαπανικό «Γεννάει» Σκαπανείς
Από το 1984 και έπειτα έχει σημειωθεί εμφανής αφύπνιση στο χώρο των σκαπανέων. Κάντε απλώς μια σύγκριση ανάμεσα στους 937 τακτικούς και βοηθητικούς σκαπανείς που κατά μέσο όρο υπήρχαν το 1992 και στους μόλις 276 που υπήρχαν το 1976. Ενώ ο αριθμός των ευαγγελιζομένων διπλασιάστηκε, ο αριθμός των σκαπανέων σχεδόν τετραπλασιάστηκε.
Σημαντικό ρόλο για την εξυγίανση στις τάξεις των σκαπανέων έπαιξαν τα ξεκάθαρα άρθρα της Σκοπιάς και της Διακονίας Μας της Βασιλείας καθώς και οι ενθαρρυντικές ομιλίες στις συνελεύσεις. Πολλοί διορισμένοι υπηρέτες στις εκκλησίες άρχισαν να μιλάνε πιο θετικά για τις χαρές του σκαπανικού. Μερικοί έκαναν αναπροσαρμογές στις υποθέσεις τους ώστε να μπορούν να γίνουν τακτικοί ή βοηθητικοί σκαπανείς. Έμαθαν πόσο σημαντικό είναι να μη ‘σβήνουν τη φωτιά του πνεύματος’ και επίσης ότι το σκαπανικό πνεύμα είναι μεταδοτικό. (1 Θεσ. 5:19, ΜΝΚ) Το σκαπανικό «γεννάει» σκαπανείς.
Δεν είναι απαραίτητο, όπως λανθασμένα υποθέτουν μερικοί, να είναι κάποιος οικονομικά εξασφαλισμένος προτού γίνει σκαπανέας. Πάρτε για παράδειγμα την περίπτωση ενός νεαρού αδελφού από το Γκουάσιμο, ψηλά στα ορεινά. Την επομένη του βαφτίσματός του, έκανε αίτηση για βοηθητικό σκαπανικό. Επί μήνες εργαζόταν σκληρά για να αγοράσει καινούρια ρούχα, ώστε να είναι ευπαρουσίαστος στη διακονία. Όλα πήγαν καλά την πρώτη εβδομάδα, τη δεύτερη εβδομάδα όμως δεν φάνηκε για την υπηρεσία. Οι άλλοι σκαπανείς ανησύχησαν, ανέβηκαν στο βουνό και διαπίστωσαν ότι μια νύχτα, ενώ ο νεαρός αυτός αδελφός κοιμόταν, ένας κλέφτης άρπαξε τα ρούχα του από το σκοινί όπου τα είχε απλώσει για να στεγνώσουν. Οι αδελφοί συγκέντρωσαν μερικά ακόμη ρούχα για αυτόν. Παρά το ότι έχασε μια εβδομάδα, στο τέλος του μήνα ανταποκρίθηκε στο στόχο του. Μήνες αργότερα εξακολουθούσε να έχει ένα μόνο παντελόνι. Αλλά αυτό δεν λιγόστεψε καθόλου τη χαρά που είχε βλέποντας ένα από τα άτομα με τα οποία μελετούσε την Αγία Γραφή να βαφτίζεται, έξι μόλις μήνες αφότου είχε βαφτιστεί ο ίδιος.
Στην Εκκλησία Σαν Λορένσο υπάρχει ένας τυφλός σκαπανέας γύρω στα 20 που λέγεται Αντριάν. Το 1984, η αδελφή του δέχτηκε να κάνει Γραφική μελέτη αλλά κανείς δεν πρότεινε μελέτη στον Αντριάν. Νόμιζαν ότι δεν θα ήταν σε θέση να μελετήσει. Η αδελφή του δεν καταλάβαινε και πολλά από τη μελέτη και έτσι ο Αντριάν, ο οποίος πάντοτε άκουγε, της εξηγούσε. Σε λίγο, η αδελφή του έπαψε να ενδιαφέρεται. Παρ’ όλα αυτά κανείς δεν έκανε νύξη για μελέτη με τον Αντριάν. Έπρεπε να ζητήσει ο ίδιος να κάνει Γραφική μελέτη. Τα όσα μάθαινε τον άγγιζαν τόσο βαθιά ώστε έπειτα από λίγο, με τη βοήθεια της οικογένειάς του, πήγαινε στις συναθροίσεις.
Καθώς η αλήθεια ρίζωνε στην καρδιά του, ήθελε να τη μοιραστεί με άλλους. Για μια ακόμη φορά, υπέθεσαν ότι δεν θα αντεπεξερχόταν στην πρόκληση. Ο Αντριάν επέμενε και οι αδελφοί τον βοήθησαν ώστε να συμμετάσχει στην υπηρεσία. Τον πρώτο μήνα της διακονίας του ανέφερε 24 ώρες και από τότε και έπειτα, μήνα με το μήνα, αύξανε την υπηρεσία του. Μετά το βάφτισμά του, τον επόμενο μήνα, έκανε αίτηση για βοηθητικό σκαπανικό και πριν περάσει πολύς καιρός έγινε τακτικός σκαπανέας. Συνήθως αναφέρει περισσότερες από 100 ώρες και αυτόν τον καιρό διεξάγει οχτώ οικιακές Γραφικές μελέτες. Και να σκεφτεί κανείς ότι στην αρχή οι αδελφοί τον παρέβλεπαν!
Μέριμνα για τις Ειδικές Ανάγκες
Τα άτομα με ειδικές περιστάσεις πολλές φορές έχουν ανάγκη από την ανιδιοτελή Χριστιανική αγάπη σε έναν ιδιαίτερο βαθμό. Για παράδειγμα, η Τερέσα ήταν τυφλή από την ηλικία των τριών ετών. Είχε μελετήσει λίγο με μια Μάρτυρα αλλά στα μετέπειτα χρόνια αναμείχτηκε με διάφορες θρησκευτικές ομάδες. Σε μερικές από αυτές τις θρησκείες άλλοι προσεύχονταν για εκείνη, ώστε να ανακτήσει την όρασή της—χωρίς αποτέλεσμα φυσικά. Αυτό που πραγματικά επιθυμούσε η Τερέσα ήταν να μελετήσει και πάλι με τους Μάρτυρες. Η ευκαιρία παρουσιάστηκε, αλλά πώς θα ήταν δυνατόν να διεξάγεται η μελέτη; Η αδελφή διάβαζε τις παραγράφους. Με την προϋπόθεση ότι διάβαζε καλά, με τη σωστή έμφαση και με σωστές παύσεις, η Τερέσα δεν δυσκολευόταν να απαντάει σωστά. Σε λίγο καιρό η Τερέσα ήθελε να πηγαίνει στις συναθροίσεις. Έτσι, η αδελφή, που κάθε άλλο παρά έμπειρη ποδηλάτισσα ήταν, τη μετέφερε με το ποδήλατό της! Τις βροχερές μέρες ήταν πραγματικό θέαμα να τις βλέπει κανείς να φτάνουν κρατώντας μια ομπρέλα, για προστασία από τη βροχή, και φορώντας πάνω από τα ρούχα τους πλαστικές σακούλες.
Στις συναθροίσεις έπαιρνε μόνη της το λόγο και απαντούσε στις ερωτήσεις ώσπου της έμαθαν να περιμένει πρώτα να ακούει το όνομά της. Έμαθε να δίνει ομιλίες στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας και να συμμετέχει στη διακονία. Παρά τις ειδικές περιστάσεις της, τα πνευματικά της μάτια διάκρισης είναι στραμμένα στο βραβείο: στην ένδοξη εκείνη μέρα, τότε που θα βλέπει την ομορφιά της παραδεισένιας γης.
Ένας ηλικιωμένος άντρας, σχεδόν τυφλός, ζούσε ψηλά στα ορεινά. Πήρε το βιβλίο Αλήθεια από έναν αδελφό ο οποίος κατέβαλε ιδιαίτερη προσπάθεια για να διατηρήσει την επαφή μαζί του. Μερικές φορές, ο άνθρωπος αυτός ήταν τόσο άρρωστος που δεν μπορούσε να μελετήσει, αλλά συνήθως, όταν μπορούσαν να μελετήσουν μαζί, απαντούσε με περίσκεψη και καλή κρίση. Ξαφνικά όμως ο ηλικιωμένος αυτός εξαφανίστηκε. Οι γείτονες είπαν ότι είχε πάει να ζήσει με την κόρη του στην πόλη επειδή χρειαζόταν ιατρική περίθαλψη. Ο αδελφός, αντί να σκεφτεί ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα περισσότερο, βρήκε μια λύση. Όταν αργότερα παρακολούθησε μια συνέλευση σε εκείνη την πόλη πήγε από σπίτι σε σπίτι, ψάχνοντας για την πρώην μελέτη του. Και, επιτέλους, τον βρήκε—ξαπλωμένο σε μια αιώρα! Κανόνισαν να ξαναρχίσουν τη μελέτη. Προτού περάσει πολύς καιρός ο ηλικιωμένος αυτός έμαθε ακόμη και να πηγαίνει μόνος του στις συναθροίσεις μετρώντας τα στενά μέχρι την Αίθουσα Βασιλείας. Με τον καιρό έγινε ευαγγελιζόμενος των καλών νέων. Πόσο εκπλήσσονταν οι άνθρωποι όταν έβλεπαν αυτόν τον ασπρομάλλη, σχεδόν τυφλό, 93χρονο άντρα να διαθέτει 30 μέχρι και 70 ώρες κάθε μήνα κάνοντας επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι!
Οι Μάρτυρες στο Πουέρτο Κορτές αποκαλούσαν τον Λάγος χαϊδευτικά Λαγκίτο. Από τότε που τον θυμούνται όλοι, αυτός ήταν ειδικός σκαπανέας. Όσο για την ηλικία του, έλεγε μόνο αόριστα: «Δεν νομίζω να είμαι μεγαλύτερος από 86 χρονών». Η όραση του Λαγκίτο δεν ήταν καθόλου καλή, και έτσι μερικές φορές το γραφείο τμήματος έπρεπε να αποκρυπτογραφεί τις εκθέσεις έργου που έδινε. Κάποιο μήνα ανέφερε συνολικά 1.050 ώρες, ένα εξωπραγματικό νούμερο, το οποίο αποδείχτηκε ότι ήταν 150, που και πάλι ήταν εκπληκτικό. Για τον ίδιο λόγο, συχνά συγκρουόταν με αντικείμενα ενώ οδηγούσε το ποδήλατό του. Όταν έπεσε με το ποδήλατο μέσα σε έναν ξεροπόταμο και χτύπησε το κεφάλι του, οι αδελφοί κατέληξαν στην απόφαση ότι η μόνη στοργική διέξοδος ήταν να πάρουν αθόρυβα το ποδήλατο του Λαγκίτο και να το πουλήσουν. Αργότερα έπεσε κατάκοιτος με ηπατίτιδα και δεν ανέρρωσε ποτέ. Από όσο ήξεραν όλοι δεν είχε συγγενείς, και έτσι η εκκλησία φρόντιζε τον Λαγκίτο τους τελευταίους έξι μήνες που έζησε. Ένας αδελφός τον πήρε στο σπίτι του, και καθημερινά βρισκόταν κάποιος εκεί για να φροντίζει για τις ανάγκες αυτού του αγαπητού, πιστού παλιού αδελφού.
«Δεν Ήσαν Εξ Ημών»
Όπως είναι αναμενόμενο όμως δεν μένουν όλοι πιστοί. Στα χρόνια που πέρασαν, αρκετοί χρειάστηκε να αποκοπούν από τη Χριστιανική εκκλησία στην Ονδούρα, κυρίως για ανηθικότητα και μέθη. Η αποστασία επίσης, με την αλαζονεία και τη διαιρετική της επίδραση, έχει κοστίσει την πνευματική ζωή μερικών. Αν και η αποκοπή είναι πάντοτε λυπηρή, σώζει ζωές. Διατηρεί την εκκλησία καθαρή, υποκινεί μερικούς παραβάτες σε μετάνοια και μερικές φορές μάλιστα δίνει καλή μαρτυρία.
Για παράδειγμα, η Μπλάνκα Ρόσα μελετούσε με μια ιεραπόστολο η οποία θα έφευγε από τη χώρα. Η ιεραπόστολος ήθελε να παραδώσει τη μελέτη σε μια άλλη ευαγγελιζόμενη, αλλά η Μπλάνκα Ρόσα δεν ήθελε να συνεχίσει τη μελέτη. Ήταν περίεργη όμως να μάθει γιατί η ιεραπόστολος έπρεπε να φύγει. «Πήγαινε στη συνάθροιση απόψε και θα καταλάβεις», εξήγησε η αδελφή. Για να ικανοποιήσει την περιέργειά της, η Μπλάνκα Ρόσα πήγε στη συνάθροιση εκείνο το βράδυ και άκουσε μια ανακοίνωση: Ο σύζυγος της ιεραποστόλου, που ήταν και ο ίδιος ιεραπόστολος και επίσκοπος, είχε αποκοπεί από την εκκλησία. Η Μπλάνκα Ρόσα εντυπωσιάστηκε βαθιά. Σκέφτηκε: ‘Αυτή είναι η αλήθεια. Ούτε η φυλή ούτε η εμφάνιση ούτε η θέση κάποιου εμποδίζουν την αποβολή του από τη Χριστιανική εκκλησία, αν αυτός αδικοπραγεί’. Αυτό αποτέλεσε σημείο στροφής στη ζωή της. Βαφτίστηκε και επί τέσσερα χρόνια υπηρετεί ως βοηθητική σκαπάνισσα.
Άσωτοι Γιοι
Πολλά δάκρυα έχουν χυθεί από απαρηγόρητους γονείς που βλέπουν αγαπημένους γιους και κόρες να αποκόπτονται ή απλώς να χάνονται στο ηθικό τέλμα αυτού του κόσμου. Η φημισμένη παραβολή του άσωτου γιου, που είναι καταγραμμένη στο 15ο κεφάλαιο του Λουκά, είναι πηγή παρηγοριάς και ελπίδας για αυτούς. Στην Ονδούρα οι μεγάλες οικογένειες αποτελούν τον κανόνα, και έτσι είναι μεγάλος και ο αριθμός των ‘άσωτων γιων’. Υπάρχει όμως μια μεγάλη αλήθεια στο ρητό «Όσο ζω ελπίζω».
Ο Οσβάλντο όταν ήταν παιδί γνώριζε την αλήθεια επειδή τον μεγάλωσε ένας θείος του που είναι Μάρτυρας του Ιεχωβά. Δεν ήταν βαφτισμένος. Στη διάρκεια της εφηβείας του άρχισε να ζει διπλή ζωή. Πήγαινε στις συναθροίσεις και συμμετείχε στην υπηρεσία αγρού αλλά σύχναζε και στις ντισκοτέκ με την κοσμική φιλενάδα του. Για να ικανοποιήσει μάλιστα τις επιθυμίες του έκλεψε από έναν αδελφό. Αναγκάστηκε να φύγει από το σπίτι του θείου του και από εκεί και έπειτα βουτήχτηκε ακόμη πιο βαθιά μέσα στην ανηθικότητα και στα ναρκωτικά. Τελικά κατατάχτηκε στο στρατό.
Τα χρόνια πέρασαν· ο Οσβάλντο άρχισε να νοσταλγεί τη ζωή που ζούσε κάποτε στην οργάνωση του Ιεχωβά. Αλλά ένιωθε ανίσχυρος να κάνει το παραμικρό για αυτό. Μια μέρα, συνάντησε τυχαία το θείο του και του είπε ότι ήθελε να επιστρέψει. Αν και ο θείος του είχε σοβαρές αμφιβολίες για την ειλικρίνεια του Οσβάλντο, τού έδωσε τη διεύθυνση του ιεραποστολικού οίκου. Ο Οσβάλντο πήγε εκεί κατευθείαν και κανόνισε να κάνει Γραφική μελέτη. Την ίδια εβδομάδα άρχισε και πάλι να διαβάζει τα περιοδικά και παρακολούθησε τις συναθροίσεις· αυτό, στη συνέχεια, του έδωσε τη δύναμη που χρειαζόταν για να ξεκόψει από τα ναρκωτικά και την ανήθικη ζωή. Βρήκε το θάρρος να αποζημιώσει εκείνους από τους οποίους είχε κλέψει. Μια αδελφή δεν ήθελε να δεχτεί τίποτα, αλλά ο Οσβάλντο επέμενε να της κάνει δώρο μια τηλεόραση και ένα καφάσι μήλα, για να κατευνάσει τη συνείδησή του. Ο σύζυγος της αδελφής που δεν συμμερίζεται την πίστη της εντυπωσιάστηκε πολύ.
Ωστόσο, ο Οσβάλντο βρισκόταν ακόμη στο στρατό. Ήθελε να αποστρατευτεί με κάποιο νόμιμο τρόπο. Τα πράγματα ήρθαν έτσι που ο ανώτερός του στη λέσχη αξιωματικών απολύθηκε επειδή έκλεβε, και είπαν στον Οσβάλντο ότι θα μπορούσε να τον αντικαταστήσει. Η προαγωγή θα σήμαινε καλή αμοιβή και ευχάριστη εργασία, αλλά ο Οσβάλντο ήθελε να φύγει και ήταν ανυποχώρητος σε αυτό. Παρουσιάστηκε στο διοικητή. Προτού καν μπορέσει να μιλήσει για αποστράτευση, ο διοικητής τον συγχάρηκε για την προαγωγή του! Ο Οσβάλντο παρέμεινε απτόητος και του εξήγησε τι ήταν αυτό που πραγματικά επιθυμούσε: να εγκαταλείψει το στρατό και να αναλάβει την ολοχρόνια διακονία. Προς έκπληξή του η επιθυμία του ικανοποιήθηκε. Επιπλέον, οι αλλαγές που είχε κάνει στην προσωπικότητά του στη διάρκεια των τελευταίων του μηνών στο στρατό είχαν ως αποτέλεσμα να του απονεμηθεί ένα συγχαρητήριο δίπλωμα. Αυτό έδωσε πολλές ευκαιρίες για μαρτυρία· προτού φύγει, οι φίλοι του στο στρατό από σεβασμό του έβγαλαν το παρωνύμιο «Ο Κήρυκας». Τώρα έχει βαφτιστεί και είναι τακτικός σκαπανέας—πραγματικός κήρυκας.
Ο Σαντιάγο επίσης ακολουθούσε μια μάλλον πεισματική πορεία. Είχε τρεις αδελφές. Οι δυο ήταν τακτικές σκαπάνισσες, η άλλη βοηθητική σκαπάνισσα· και οι τρεις ήταν δραστήριες, επιμελείς και με πνευματικά ενδιαφέροντα. Ο Σαντιάγο όχι. Ήταν περήφανος για τα μακριά ξανθά μαλλιά του (τα μαύρα μαλλιά είναι σχεδόν γενικό φαινόμενο στην Ονδούρα). Οι στενοί του φίλοι ήταν κλέφτες, μέθυσοι και ναρκομανείς· τις συνήθειές τους τις συμμεριζόταν και ο ίδιος. Δεν αποτελούσε έκπληξη το γεγονός ότι σχεδόν κάθε μήνα έμπαινε στη φυλακή. Παρ’ όλα αυτά, ένας ιεραπόστολος έκανε τον εξής συλλογισμό: «Με τρεις θεοκρατικές αδελφές, είναι εντελώς αδύνατον ο αδελφός τους να μη διαθέτει καθόλου καλές ιδιότητες». Προσφέρθηκε να μελετήσει με τον Σαντιάγο, ο οποίος δέχτηκε. Δεν προόδευε όμως. Τελικά ο ιεραπόστολος τερμάτισε τη μελέτη, εξηγώντας του ότι ήταν άσκοπο να τη συνεχίσουν αν ο Σαντιάγο δεν ήθελε να εφαρμόσει τα πράγματα που μάθαινε.
Οι μήνες περνούσαν, και στις αρχές του 1986 ο Σαντιάγο τούς θερμοπαρακάλεσε να του δώσουν άλλη μια ευκαιρία. Αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν αλλιώς: Έκοψε τα μακριά του μαλλιά, προετοιμαζόταν για τη μελέτη του και έδινε μάλιστα και μαρτυρία στους πρώην φίλους του οι οποίοι άρχισαν να τον αποφεύγουν λες και ήταν λεπρός. Και πάλι, ο ιεραπόστολος δεν είχε πειστεί εντελώς. «Έχει όντως σταματήσει να καπνίζει και να δημιουργεί προβλήματα στη γειτονιά;» ρώτησε τις αδελφές του Σαντιάγο. Ναι, είχε όντως σταματήσει. Τον Απρίλιο του επιτράπηκε να συμμετάσχει στην υπηρεσία αγρού. Το Μάιο ανέφερε 65 ώρες στο έργο· τον Ιούνιο διεξήγε πέντε Γραφικές μελέτες. Έκανε πρόοδο μέχρι του σημείου να βαφτιστεί, και σε λίγο αυτός αναλάμβανε την ηγεσία σε όλες τις πνευματικές δραστηριότητες της οικογένειας. Το 1989 έγινε ειδικός σκαπανέας.
Τι έκανε τον Σαντιάγο να αλλάξει τις συνήθειές του; Ο ίδιος απαντάει: «Έπειτα από την πρώτη φορά που μελέτησα ήξερα τι ευαρεστεί τον Ιεχωβά και τι όχι. Κατόπιν παρατήρησα ότι κάθε φορά που έκανα κάτι κακό, ενώ ήξερα ότι ήταν κακό, κατέληγα να έχω σοβαρά μπλεξίματα με τους άλλους ανθρώπους. Αυτό με βοήθησε να διακρίνω πως ό,τι ζητάει ο Ιεχωβά είναι το καλύτερο και αποσκοπεί στη δική μας προστασία. Το άτομο που υπακούει τον Ιεχωβά έχει πάντοτε λιγότερα προβλήματα. Δεν ήθελα να έχω μπλεξίματα σε όλη μου τη ζωή, έτσι ξανάρχισα να μελετάω—αλλά αυτή τη φορά έθετα σε εφαρμογή τα πράγματα που μάθαινα».
Η «Μπλε Βόμβα» και Άλλα Βιβλία
Οι πολυάριθμες εκδόσεις της Εταιρίας Σκοπιά έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην υποβοήθηση των ανθρώπων, ώστε να αλλάξουν τη ζωή τους και να πλησιάσουν τον Ιεχωβά. Είναι καλά προσαρμοσμένα έτσι ώστε να τα χρησιμοποιούν τόσο εγγράμματοι όσο και άτομα με περιορισμένη μόρφωση, νέοι και ηλικιωμένοι. Είναι αδύνατον να πει κανείς ποιο έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στον αγρό της Ονδούρας.
Πάρτε για παράδειγμα το παγκοσμίου φήμης βιβλίο Αλήθεια, ή αλλιώς τη «Μπλε Βόμβα», που έχει τυπωθεί σε εκατό εκατομμύρια και πλέον αντίτυπα και έχει κυκλοφορήσει σε ολόκληρο τον κόσμο. Μια δασκάλα Κατηχητικού σε κάποια Ευαγγελική Εκκλησία αποφάσισε να πάει στην Αίθουσα Βασιλείας και να ζητήσει Γραφική μελέτη. Καθ’ οδόν συνάντησε μια αδελφή που τη ρώτησε γιατί ήθελε να μελετήσει με τους Μάρτυρες. Εκείνη απάντησε: «Βρήκα την αλήθεια τώρα και δεν θέλω να συνεχίσω να είμαι δασκάλα στο Κατηχητικό». Διάβαζε το βιβλίο Αλήθεια κρυφά. Απογοητεύτηκε που η Γραφική μελέτη της μπορούσε να γίνεται μόνο δυο φορές την εβδομάδα και όχι καθημερινά. Παρ’ όλα αυτά, έκανε καλή πρόοδο και έπειτα από λίγο άρχισε να παρακολουθεί τις συναθροίσεις. Όταν έτυχε να ακούσει τον επίσκοπο της Σχολής Θεοκρατικής Διακονίας να λέει ότι όποιος θέλει να είναι διάκονος του Θεού πρέπει να είναι γραμμένος στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας, το έκανε. Έκοψε κάθε δεσμό με το Κατηχητικό και έθεσε στόχο της να γίνει αληθινή διάκονος του Ιεχωβά.
Το βιβλίο Νεότης επίσης έχει μεγάλη απήχηση στην Ονδούρα. Σε μερικά σχολεία και κολέγια, οι δάσκαλοι το χρησιμοποιούν ως βάση για συζητήσεις μέσα στην τάξη. Ένα κορίτσι που η γιαγιά του τού είχε δώσει το βιβλίο Νεότης το πήρε μαζί στο σχολείο. Η δασκάλα το εξέτασε και ρώτησε πού το είχε βρει. Ένα αγόρι στην τάξη που και αυτό είχε το βιβλίο πήρε το λόγο και είπε ότι ήταν έκδοση των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Η δασκάλα ζήτησε να αγοράσουν 34 βιβλία για να τα χρησιμοποιούν στο σχολείο.
Το βιβλίο Δημιουργία επίσης ασκεί μεγάλη επίδραση στα κολέγια. Μια αδελφή που είναι δασκάλα αντιδρούσε πάντοτε στην πίεση που της ασκούσαν ο διευθυντής και οι άλλοι δάσκαλοι να κάνει μάθημα σχετικά με τον προϊστορικό άνθρωπο. Όταν βγήκε το βιβλίο Δημιουργία, το χρησιμοποίησε στην τάξη με καλά αποτελέσματα και διέθεσε επίσης ένα σε μια άλλη καθηγήτρια και ένα στο διευθυντή.
Σε περιοχές όπως το Πουέρτο Κορτές, σχεδόν κάθε σχολικός διευθυντής έχει ένα αντίτυπο αυτού του βιβλίου. Ο διευθυντής μιας παγκόσμιας φιλανθρωπικής οργάνωσης, από την Καραϊβική, ο οποίος έχει σπουδάσει σε πανεπιστήμιο της Αγγλίας, το διάβασε αρκετές φορές και είπε: «Το βιβλίο τονίζει εύστοχα το σωστό σημείο. Δεν μπορείς να πιστεύεις στον Θεό και ταυτόχρονα στην εξέλιξη».
Το βιβλίο Ζείτε για Πάντα έχει πάρει τώρα τη θέση του βιβλίου Αλήθεια και είναι πηγή ελπίδας και παρηγοριάς για εκατομμύρια ανθρώπους. Όταν ήταν νεαρή η Λετίσια, της είχε γίνει έμμονη ιδέα ο θάνατος· όποτε πέθαινε κάποιος γνωστός της την κυρίευε τρομερή θλίψη. Η ίδια αφηγείται: «Πάνε δυο χρόνια τώρα που έχω απαλλαγεί από αυτή τη στενοχώρια· αυτό ήταν το τέλος της θλίψης μου». Πώς έγινε αυτό; «Μια συμφοιτήτρια είχε το βιβλίο Ζείτε για Πάντα αλλά δεν το είχε σε εκτίμηση και έτσι μου το έδωσε. Στη σελίδα 10, διάβασα τα εξής: ‘Δεν θέλετε να πεθάνετε, όπως κανένας φυσιολογικός άνθρωπος που έχει την υγεία του δεν θέλει να πεθάνει. Ο Θεός μάς έφτιαξε με την επιθυμία να ζούμε, και όχι με την επιθυμία να πεθαίνουμε. . . . Ασφαλώς ένας στοργικός Θεός δεν θα δημιουργούσε ανθρώπους με την επιθυμία για αιώνια ζωή και μετά να μην είναι δυνατόν να εκπληρωθεί αυτή η επιθυμία!’ Έκανα στοχασμούς γύρω από το θέμα και ένιωσα ανακούφιση. Αργότερα είπα στη φίλη μου ότι της ήμουν βαθιά ευγνώμων που μου έδωσε έναν πραγματικό θησαυρό».
Φυσικά, το σπουδαιότερο βιβλίο που χρησιμοποιούμε είναι σαφώς η Αγία Γραφή. Στην Ονδούρα, όπου κάποτε οι άνθρωποι δεν τολμούσαν να διαβάσουν αυτό το βιβλίο, η Μετάφραση Νέου Κόσμου είναι ένα ανεκτίμητο εργαλείο. Όταν εκδόθηκε στην ισπανική το 1967, ο αριθμός των Αγίων Γραφών που διατέθηκαν στην Ονδούρα αυξήθηκε κατά 1.000 και πλέον τοις εκατό σε σχέση με τον αντίστοιχο αριθμό για το 1965. Αυτή η εξαίρετη μετάφραση συνεχίζει να βοηθάει τους ανθρώπους να πλησιάσουν τον Εμπνευστή της Αγίας Γραφής, τον Ιεχωβά.
Ένα Μόνο Περιοδικό
Ήταν μεγάλη μέρα για την Ονδούρα όταν οι αδελφοί άρχισαν να λαβαίνουν έγχρωμα τα περιοδικά Σκοπιά και Ξύπνα! Η απήχησή τους αντικατοπτρίστηκε στο 13 τοις εκατό της αύξησης που σημειώθηκε εκείνο το υπηρεσιακό έτος του 1986 στον αριθμό των περιοδικών που διατέθηκαν. Οι άνθρωποι στην Ονδούρα πραγματικά εκτιμούν το ευρύ φάσμα θεμάτων και το κύρος των περιοδικών σε ό,τι αφορά τα Γραφικά θέματα. Συχνά βλέπει κανείς ανθρώπους να τα διαβάζουν μέσα σε λεωφορεία ή σε γραφεία.
Στην περιοχή της Λα Σέιμπα, ένας γιατρός συνέστησε σε μια έγκυο γυναίκα, η οποία είχε αντιμετωπίσει επανειλημμένα δυσκολίες στον τοκετό, να κάνει έκτρωση. Εκείνη όμως ταλαντευόταν, και έτσι αυτός της είπε να φύγει και να το σκεφτεί. Τη μέρα που θα πήγαινε για το επόμενο ραντεβού της, κάποια Μάρτυρας της έδωσε ένα περιοδικό. Αυτό πραγματευόταν το θέμα της έκτρωσης και τη βοήθησε να πάρει σταθερή απόφαση κατά της έκτρωσης. Πόσο ευτυχισμένοι ήταν όλοι όταν τελικά γεννήθηκε το μωρό της—χωρίς κανένα πρόβλημα! Αυτή η κυρία άρχισε Γραφική μελέτη. Τώρα τόσο αυτή όσο και η μεγαλύτερη κόρη της έχουν βαφτιστεί και υπηρετούν ως βοηθητικές σκαπάνισσες. Και αυτά άρχισαν με ένα μόνο περιοδικό.
Κάποια αδελφή διέθεσε ένα περιοδικό Ξύπνα! που περιείχε το άρθρο «Επιδιώξτε την Ειρήνη με τον Πλησίον Σας» στον προσωπάρχη του Υπουργείου Παιδείας. Εκείνη ένιωσε ευχάριστη έκπληξη όταν δόθηκε σε καθέναν από τους 300 υπαλλήλους μια φωτοτυπία αυτού του άρθρου! Επρόκειτο να το χρησιμοποιήσουν ως βάση για συζήτηση σε ένα ειδικό σεμινάριο. Παρότι το σεμινάριο παρατάθηκε κανείς δεν παραπονέθηκε. Ως αποτέλεσμα αυτού του σεμιναρίου η ατμόσφαιρα ανάμεσα στους εργαζομένους βελτιώθηκε σε μεγάλο βαθμό και ο προσωπάρχης κέρδισε τη συμπάθεια και το σεβασμό του προσωπικού. Αυτό επίσης ήταν αποτέλεσμα ενός μόνο περιοδικού.
Παραδόξως, μερικοί αδελφοί τηρούσαν αρνητική στάση ως προς τη διάθεση περιοδικών. Το 1981 μια μικρή εκκλησία διέθεσε πολύ λίγα περιοδικά, κατά μέσο όρο αναλογούσαν μόνο τρία περίπου περιοδικά το μήνα σε κάθε ευαγγελιζόμενο. Ο επίσκοπος περιοχής τούς ενθάρρυνε να είναι θετικοί σε ό,τι αφορά την πραγματική αξία των περιοδικών. Σε λίγο καιρό, στην ίδια αυτή εκκλησία, οι ευαγγελιζόμενοι διέθεταν κατά μέσο όρο 16 περιοδικά ο καθένας το μήνα. Προς έκπληξή τους διαπίστωσαν ότι μερικοί άνθρωποι δέχονταν ευχαρίστως τρία και τέσσερα τεύχη κάθε φορά!
Περαιτέρω Πρόοδος στους Αγροτικούς και στους Απομονωμένους Τομείς
Το 1970 έγινε ένας υπολογισμός σύμφωνα με τον οποίο μόνο 3 ή 4 στους 10 Ονδουρανούς είχαν την ευκαιρία να ακούσουν τα καλά νέα της Βασιλείας. Σε αρμονία με τις εισηγήσεις του επισκόπου ζώνης εκείνο το έτος, αποφασίστηκε η αναδιάρθρωση των τομέων των εκκλησιών, ώστε να είναι δυνατή η προσέγγιση μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού. Οι εκκλησίες ανταποκρίθηκαν κάνοντας διευθετήσεις για τη μετάβαση ομάδων Μαρτύρων με αυτοκίνητα ή και με λεωφορεία μια φορά την εβδομάδα στις αγροτικές περιοχές. Και πάλι όμως δεν μπορούσε να καλυφτεί ολόκληρη η χώρα με αυτόν τον τρόπο. Το 1971, το γραφείο τμήματος πήρε την πρωτοβουλία να διευθετήσει ώστε οι μη ανατεθειμένοι τομείς που απέμεναν να καλλιεργούνται μια φορά το χρόνο από προσωρινούς ειδικούς σκαπανείς.
Δυο ειδικοί σκαπανείς, ο Αρμάντο Ιμπάρα και ο Μανουέλ Μαρτίνες, διορίστηκαν να καλλιεργήσουν τους απομονωμένους τομείς της περιοχής Ολάντσο. Υπήρξαν τουλάχιστον πέντε αποστολές στα διασκορπισμένα χωριά εκείνης της αχανούς περιοχής. Πρόκειται για έναν τομέα με ατέλειωτα βουνά και απομακρυσμένες κοιλάδες όπου κατοικούν άγρια ζώα όπως τα τζάγκουαρ και δηλητηριώδη φίδια—αλλά και, το πιο επικίνδυνο από όλα, βίαιοι άντρες.
Για να καλύψουν περισσότερο τομέα, συμφώνησαν να εργαστούν χωριστά διατηρώντας πάντα επαφή. Μια μέρα ο Αρμάντο αντιλήφτηκε ότι είχε αρκετό καιρό να δει τον Μανουέλ, και άρχισε να τον ψάχνει. Πλησιάζοντας σε ένα σπίτι, άκουσε κάποιον να λέει: «Ας σε σώσει τώρα ο Θεός σου ή η Αγία σου Γραφή!» Ένιωσε την καρδιά του να σφίγγεται από το φόβο, αλλά προσευχήθηκε στον Ιεχωβά και μπήκε. Η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη. Βλέπει τον Μανουέλ με τα χέρια ψηλά και αντίκρυ του δυο άντρες οπλισμένους με πιστόλια και μαχαίρια. Οι άντρες, μόλις είδαν τον Αρμάντο και κατάλαβαν ότι ο Μανουέλ δεν ήταν μόνος, κατέβασαν τα όπλα τους και τον άφησαν να φύγει. Ο Μανουέλ, με επιφύλαξη, έχοντας το πρόσωπό του στραμμένο προς τους άντρες και περπατώντας αργά προς τα πίσω, έφυγε από το σπίτι και βρέθηκε με το συνεργάτη του. Έπειτα από αυτό, ξεκίνησαν για ένα άλλο χωριό οι δυο τους.
Το Μάιο του 1987, ο Έκτορ Κασάδο, επίσκοπος περιοχής τότε, έστειλε επιστολές στις εκκλησίες ζητώντας εθελοντές για να οργανώσει μια εξαήμερη εκδρομή στα απομονωμένα χωριά της περιοχής που ήταν γνωστή ως Σάντα Μπάρμπαρα. Χρειάζονταν αδελφοί και αδελφές με γερή κράση, οι οποίοι θα ήταν πρόθυμοι να ταξιδέψουν μέσα στα βουνά και να κοιμηθούν σε όποιο χωριό τους έβρισκε η νύχτα. Εβδομήντα Μάρτυρες από 26 εκκλησίες και απομονωμένους ομίλους συναντήθηκαν στο Σαν Πέδρο Σούλα την καθορισμένη μέρα. Χωρίστηκαν σε οχτώ ομάδες και, αφού προσευχήθηκαν στον Ιεχωβά, κάθε ομάδα πήρε το δρόμο της. Συνάντησαν κάθε είδους ανθρώπους· οι περισσότεροι ήταν πολύ φτωχοί, μερικοί ήταν πολύ ευνοϊκά διακείμενοι, μερικοί ήταν εχθρικοί, πολλοί ήταν αγράμματοι και λίγοι ήταν ήδη αρκετά εξοικειωμένοι με την αλήθεια, χάρη σε κάποια βιβλία που είχαν πάρει χρόνια νωρίτερα. Μια γυναίκα ήθελε τόσο πολύ το βιβλίο Ζείτε για Πάντα ώστε πρόσφερε σε αντάλλαγμα τη μοναδική κότα που είχε.
Μια ομάδα ταξίδευε επί έξι επίπονες ώρες με ένα αυτοκίνητο που είχε κίνηση και στους τέσσερις τροχούς, μέσα από στριφτούς δρόμους πάνω στα βουνά. Τελικά έφτασαν σε μια μικρή πόλη, όπου τους υποδέχτηκε καταρρακτώδης βροχή. Αυτή ήταν «θείο δώρο», αφού είχε αρκετούς μήνες να βρέξει στην περιοχή. Οι ντόπιοι απέδωσαν τη νεροποντή στους αδελφούς! Όπως ήταν επόμενο, τα νερά της αλήθειας ήταν ευπρόσδεκτα και εκεί. Μερικές αδελφές επέστρεψαν το ίδιο απόγευμα για να διεξαγάγουν Γραφικές μελέτες με ενδιαφερόμενα άτομα. Κάποιες από αυτές τις μελέτες συνεχίστηκαν μέσω αλληλογραφίας.
Μια άλλη ομάδα έκανε έργο σε έναν τομέα που στην κυριολεξία βρισκόταν υπό τον έλεγχο κάποιων Βορειοαμερικανών Ευαγγελικών, οι οποίοι είχαν δικό τους ραδιοσταθμό. Μέσω του ραδιοφώνου αυτοί είχαν εξαπολύσει μια εκστρατεία προπαγάνδας εναντίον των Μαρτύρων περιγράφοντας πώς κάνουν επισκέψεις ανά δύο, κουβαλώντας τσάντες με βιβλία. «Να είστε πολύ προσεκτικοί με τους Μάρτυρες», προειδοποιούσαν. «Είναι πολύ επιτήδειοι και έχουν βαθιά γνώση της Αγίας Γραφής. Ακόμη και κάποιος έμπειρος αδελφός μας θα μπορούσε να εξαπατηθεί από αυτούς. Να τους αποφεύγετε! Μην τους βάζετε στα σπίτια σας!» Αυτή η δωρεάν δημοσιότητα κέντρισε σε μεγάλο βαθμό την περιέργεια και άνοιξε το δρόμο για πολλές ενδιαφέρουσες συζητήσεις.
Σε μια άλλη πόλη ένας φιλόξενος αλλά πολύ φτωχός άντρας διέθεσε το σπίτι του για να το χρησιμοποιήσουν οι αδελφοί. Δεν ήταν πρόβλημα να κοιμηθούν πάνω σε ψάθινα χαλάκια στο χωμάτινο πάτωμα. Αλλά προτού ακόμη χαράξει, τους ξύπνησαν οι ψύλλοι, οι οποίοι είχαν προγραμματίσει να πάρουν νωρίς το πρωινό τους! Σε αυτή την πόλη το πλέξιμο ψάθινων χαλιών είναι η μοναδική σχεδόν πηγή εισοδήματος. Πολλές γυναίκες που δεν πήραν έντυπα στη διάρκεια της μέρας πήγαν το απόγευμα εκεί όπου έμεναν οι αδελφοί. Τους πρόσφεραν τα καινούρια χαλιά που είχαν φτιάξει σε αντάλλαγμα για τα βιβλία.
Έπειτα από έξι μέρες, τα 70 άτομα που αποτελούσαν την ομάδα ξανασυναντήθηκαν. Είχαν διαθέσει 623 βιβλία και 687 περιοδικά και είχαν αφιερώσει περίπου 2.455 ώρες στην υπηρεσία!
Μερικοί αναρωτιούνται αν αξίζει τόση προσπάθεια για να προσεγγίσει κανείς αυτούς τους απομονωμένους ανθρώπους, τη στιγμή που είναι σχεδόν αδύνατον να γίνουν επανεπισκέψεις σε αυτούς. Δεν πρέπει να υποτιμάμε τη δύναμη που έχει η αλήθεια να ριζώνει στην ανθρώπινη καρδιά. Σε μια απομονωμένη περιοχή, ένας ενδιαφερόμενος πήγαινε τακτικά στην πόλη για να πάρει έντυπα για τον ίδιο. Όταν το έμαθε αυτό η ομάδα που κάλυπτε εκείνη την περιοχή, ένας αδελφός σέλωσε το μουλάρι του και ξεκίνησε για το βουνό, με σκοπό να βρει αυτόν τον άνθρωπο. Βρήκε το σπίτι αλλά η σύζυγος του ανθρώπου είπε ότι δεν ήταν στο σπίτι. Πού βρισκόταν; Αυτή απάντησε: «Έχει βγει για να κηρύξει».
Κάτι ανάλογο ανέφερε ένας επίσκοπος: «Φανταστείτε ότι μπαίνετε σε μια απομονωμένη πόλη όπου περιμένετε να βρείτε λίγο ενδιαφέρον. Αλλά στο ένα σπίτι μετά το άλλο, οι άνθρωποι λένε: ‘Μας επισκέπτονται οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, και είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτοί έχουν τη σωστή θρησκεία!’ Αυτό συνέβη σε εμάς. Άλλα άτομα στην ίδια πόλη έλεγαν: ‘Ελάτε, σας περιμέναμε· μελετάμε με τον Δον Τίβο’. ‘Ποιος είναι ο Δον Τίβο;’ ρωτάγαμε. Δεν ξέραμε κανέναν αδελφό με αυτό το όνομα. Φαίνεται ότι ο άνθρωπος αυτός είχε πάρει έντυπα, και το άγγελμα ρίζωσε βαθιά μέσα στην καρδιά του. Αφότου συνάντησε ένα Μάρτυρα ο οποίος του εξήγησε πώς να χρησιμοποιεί τα βιβλία για να διεξάγει Γραφικές μελέτες, ο Δον Τίβο έβαλε σκοπό του να κάνει μαθητές. Όταν τον συναντήσαμε διεξήγε εφτά Γραφικές μελέτες. Η μια μελέτη ήταν με ένα ζευγάρι που έκανε διευθετήσεις να παντρευτεί νόμιμα για να συνοδεύει τον Δον Τίβο στο έργο κηρύγματος!»
Αξιοσημείωτες Συνελεύσεις
Το 1948, όταν έλαβε χώρα η πρώτη συνέλευση περιφερείας στην Ονδούρα οι παρόντες ήταν 467. Ένας επιχειρηματίας που την παρακολούθησε είπε: «Ήταν καιρός να ακουστεί ένα τέτοιο άγγελμα. Για εμένα είναι κάτι καινούριο, αλλά μου αρέσει».
Πέρασαν 18 χρόνια προτού διοργανωθεί η πρώτη διεθνής συνέλευση. Το Δεκέμβριο του 1966 στην πρωτεύουσα συγκεντρώθηκαν 1.422 άτομα, περιλαμβανομένων 225 αδελφών από διάφορα μέρη όπως ο Καναδάς, η Γερμανία και η Αυστραλία. Ένα κονβόι 11 λεωφορείων έφερε 450 αδελφούς από το Σαν Πέδρο Σούλα. Ο αμαξωτός δρόμος από εκεί για την Τεγκουσιγκάλπα ήταν ακόμη υπό κατασκευή, και έτσι έκαναν ένα κοπιαστικό 12ωρο ταξίδι μέσα από ελικοειδείς δρόμους στα βουνά. Ήρθαν επίσης αδελφοί από απομακρυσμένες περιοχές, όπως από τη Λα Σέιμπα, και έφτασαν με καθυστέρηση μιας μέρας επειδή, εξαιτίας των δυνατών βροχών, το τρένο της φρουτεμπορικής εταιρίας δεν μπορούσε να περάσει. Κανείς δεν μετάνιωσε για το επίπονο ταξίδι.
Άκουσαν επίκαιρες συμβουλές σχετικά με το πρόβλημα του εθνικισμού στην ομιλία «Ακούστε τους Λόγους του Δανιήλ για την Εποχή Μας». Είδαν το πρώτο τους δράμα που είχε τον τίτλο «Να Αποβλέπετε στην Αγία Γραφή ως Οδηγό στη Ζωή Σας». Αυτό απέβλεπε στην προστασία όσων αδελφών μας ζουν σε κοινότητες όπου η πορνεία είναι τόσο συνηθισμένη, ώστε ένας άντρας που είναι πιστός θεωρείται από τους άλλους ιδιόρρυθμος ή ακόμη και ανίκανος.
Η δημοσιότητα που δόθηκε τόσο από τον τύπο όσο και από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς ήταν ευνοϊκή. Φυσικά, οι εχθροί μας ήταν όπως συνήθως απασχολημένοι διαδίδοντας ψέματα και δυσφημιστικά σχόλια σε βάρος μας αλλά ο τύπος αφιέρωσε πολύ περισσότερη προσοχή και σελίδες στην αλήθεια. Όπως είπε ο απόστολος Παύλος: «Δεν δυνάμεθα να πράξωμεν τι κατά της αληθείας, αλλ’ υπέρ της αληθείας». (2 Κορ. 13:8) Χωρίς αμφιβολία αυτή η συνέλευση συντέλεσε στη θαυμάσια αύξηση που ακολούθησε. Τα επόμενα τρία χρόνια βαφτίστηκαν 477 άτομα, σε σύγκριση με τα 175 που είχαν βαφτιστεί τα τρία προηγούμενα χρόνια.
Από καιρό σε καιρό, μέλη του Κυβερνώντος Σώματος επισκέπτονται τις συνελεύσεις και οι αδελφοί πάντοτε ευφραίνονται με την τονωτική τους συντροφιά. Ο αδελφός Ν. Ο. Νορ ήρθε αρκετές φορές. Οι αδελφοί Κ. Φ. Κλάιν, Γ. Λ. Μπάρι, Τζ. Τσ. Μπουθ, Λ. Α. Σουίνγκλ, Α. Ντ. Σρόντερ, Γ. Κ. Τζάκσον, Φ. Γ. Φρανς και Μ. Τζ. Χένσελ ήταν όλοι προσκεκλημένοι σε διάφορες συνελεύσεις.
Η Συνέλευση Περιφερείας «Διακράτηση Ακεραιότητας», το 1986, ήταν άλλη μια εξαιρετική περίσταση. Το δράμα «Το Μέλλον Σας—Μια Πρόκληση» υποκίνησε μερικούς αδελφούς και αδελφές να σκεφτούν πιο σοβαρά σε σχέση με το σκαπανικό. Ένας νεαρός αδελφός σχεδίαζε να πάει στο πανεπιστήμιο μετά τη συνέλευση αλλά άλλαξε γνώμη και έψαξε για κοσμική εργασία που θα του επέτρεπε να είναι βοηθητικός σκαπανέας. Η αδελφή του απολύθηκε από τη δουλειά της επειδή αρνήθηκε να χάσει τη συνέλευση. Και εκείνη ανέλαβε βοηθητικό σκαπανικό.
Μια μικρή συνέλευση περιοχής η οποία διεξάχτηκε σε ένα σχολείο στο Πουέρτο Κορτές ήταν αξιοσημείωτη από μια άποψη: Ο επίσκοπος περιοχής απουσίαζε! Παγιδεύτηκε στην απέναντι όχθη ενός μανιασμένου ποταμού και δεν είχε άλλη λύση από το να μείνει εκεί που βρισκόταν. Οι αδελφοί ανταποκρίθηκαν καλά στο ύψος των περιστάσεων. Μοιράστηκαν μεταξύ τους τις ομιλίες που είχε διοριστεί να εκφωνήσει ο επίσκοπος περιοχής και έτσι δεν χάθηκε κανένα μέρος του προγράμματος. Ωστόσο, εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν μια δυσκολία: Οι αδελφοί που είχαν την επίβλεψη της συνέλευσης είχαν αποφασίσει να φορούν όλοι οι ομιλητές σακάκι. Λίγοι είναι οι αδελφοί που συμμετέχουν σε κάποιο μέρος φορώντας δικό τους σακάκι, επειδή συνήθως δεν τους χρειάζεται. Έτσι, όταν ο πρώτος αδελφός τέλειωσε το δικό του μέρος στο πρόγραμμα, το ίδιο κόκκινο σακάκι και η ίδια πράσινη γραβάτα που φορούσε αυτός εμφανίστηκαν ξανά—για τα επόμενα τρία μέρη που παρουσιάστηκαν. Η διαφορά στο μέγεθος και στο σώμα των τεσσάρων αδελφών πρόσθεσε μια ελαφρά κωμική νότα στην, κατά τα άλλα, φυσιολογική συνέλευση.
Οικοδόμηση για την Αληθινή Λατρεία
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι οικοδόμοι—οικοδομούν Χριστιανικές προσωπικότητες, ευτυχισμένες οικογένειες και ενωμένες και ειρηνικές εκκλησίες. Λόγω της αύξησης στις εκκλησίες της Ονδούρας, οι αδελφοί χρειάστηκε να αρχίσουν την οικοδόμηση Αιθουσών Βασιλείας και γραφείου τμήματος. Τα πρώτα χρόνια, μια απλή επιγραφή στον τοίχο και λίγοι πάγκοι βαλμένοι στη σειρά στο σαλόνι, στο σπίτι κάποιου αδελφού, επαρκούσαν για Αίθουσα Βασιλείας, αλλά έπειτα από λίγο οι εκκλησίες άρχισαν να διακρίνουν τα πλεονεκτήματα του να οικοδομούν δικά τους κτίρια. Το 1971, από τις 22 εκκλησίες που υπήρχαν στην Ονδούρα, οι 15 είχαν δικές τους αίθουσες.
Οι Αίθουσες Βασιλείας είναι συνήθως απλές, περιποιημένες και κατάλληλες για την κοινότητα στην οποία βρίσκονται. Η κατασκευή της αχυροκαλύβας που υπάρχει σε ένα ξέφωτο της ζούγκλας στην Τσακαλάπα και οι πάγκοι από μαόνι—τα δέντρα ήταν τοπικής προέλευσης—δεν κόστισαν περισσότερα από 20 δολάρια (περ. 3.600 δρχ.). Στη Λα Χούντα, κοντά στον ποταμό Ουλούα, υπάρχει άφθονη βλάστηση μπαμπού, έτσι η εκεί αίθουσα με το χωμάτινο πάτωμα και τους τοίχους από μπαμπού κόστισε περίπου το ίδιο. Από τότε της έχει γίνει πολλές φορές επέκταση και βελτιώσεις, αλλά εξακολουθεί να είναι απλή και ταιριάζει όμορφα με το περιβάλλον. Αντίθετα, για τις πόλεις είναι κατάλληλες αίθουσες άλλου τύπου.
Όμως, όσο απλό και αν είναι το κτίριο, η οικοδόμηση μιας αίθουσας μακριά από μεγάλη πόλη δεν είναι απλό ζήτημα. Δεν γίνεται απλώς να σηκώσει κανείς το ακουστικό του τηλεφώνου και να παραγγείλει ξύλο, άμμο και τσιμέντο. Η αίθουσα που χτίστηκε το 1973 στη Σιγκουατεπέκε από ανειδίκευτους αδελφούς έγινε με τις διαθέσιμες πρώτες ύλες. Πήραν με φτυάρι άμμο και αμμοχάλικο από την κοίτη του ποταμού και το κοσκίνισαν. Έκοψαν μεγάλα πεύκα και τα έσυραν έξω από τη ρεματιά με βόδια, κατόπιν τοποθέτησαν αυτά τα δέντρα πάνω σε ένα καβαλέτο και τα έκοψαν με ένα χειροπρίονο μήκους 2,7 μέτρων που το χειρίζονταν δυο άντρες.
Το γραφείο τμήματος, δηλαδή το Μπέθελ, έχει ενδιαφέρουσα ιστορία. Από το 1946 νοίκιαζαν διάφορες εγκαταστάσεις στην πρωτεύουσα, πράγμα που σήμαινε πολλές μετακινήσεις στο πέρασμα των ετών. Αλλά όταν υπηρετούσε ως υπηρέτης τμήματος ο Χάρολντ Τζάκσον, η επέκταση των συμφερόντων της Βασιλείας έδειχνε ότι έπρεπε να χτιστεί ένα κτίριο ανάλογο με τις ανάγκες. Για το σκοπό αυτό αγοράστηκε, σε καλή τοποθεσία, ένα κομμάτι γης πιο κάτω από το οποίο βρισκόταν η αμερικανική πρεσβεία. Οι εργασίες άρχισαν το 1961. Εκείνο το έτος ο Λόιντ Όλντριχ υπηρετούσε ως υπηρέτης τμήματος. Ο Μπαλτασάρ Πέρλα από το Ελ Σαλβαδόρ ήταν ο αρχιτέκτονας και ο Πέντρο Αρμίχο από την Τεγκουσιγκάλπα ήταν ο εργολάβος. Τα εργαλεία ήταν απλά και το ίδιο και οι τεχνικές δόμησης.
Ο αδελφός Όλντριχ έκανε το εξής σχόλιο αναφερόμενος στην εξαιρετική ποιότητα της εργασίας: «Ήταν καταπληκτικό το τι μπορούσαν να επιτελέσουν οι αδελφοί χωρίς να έχουν σύγχρονα μηχανήματα ή εξοπλισμό. Σχεδόν όλα έγιναν με το χέρι. Οι μόνες μηχανές που χρησιμοποιήσαμε ήταν δύο: μια μπετονιέρα και ένα φορτηγό για τη ρυμούλκηση των υλικών στο χώρο οικοδόμησης».
Το 1961 υπήρχαν μόνο 571 ευαγγελιζόμενοι στην Ονδούρα και οι εγκαταστάσεις του τμήματος ήταν κάτι παραπάνω από επαρκείς, αλλά το 1986 έδιναν έκθεση περισσότεροι από 4.000 ευαγγελιζόμενοι και ο Οίκος Μπέθελ, παρότι είχε γίνει επέκταση το 1978, δεν ήταν πλέον επαρκής. Το Κυβερνών Σώμα ενέκρινε μια προσθήκη διπλάσια και πλέον από τον ήδη υπάρχοντα χώρο. Οι εργασίες άρχισαν τον Οκτώβριο του 1987. Τι χαρά ήταν να βλέπει κανείς τους διεθνείς εθελοντές σε δράση! Μαζί με την πρόθυμη εργασία πολλών εκκλησιών, τέλειωσαν ένα εξαίρετο οικοδόμημα το οποίο αφιερώθηκε στην υπηρεσία του Ιεχωβά στις 21 Οκτωβρίου 1989.
Απολογισμός του Παρελθόντος και Μελλοντικές Προοπτικές
Η αφιέρωση του νέου Μπέθελ ήταν μια χαρωπή μέρα. Αδελφοί και αδελφές που βρίσκονται από παλιά στην υπηρεσία της Βασιλείας ήρθαν από παντού και ευφράνθηκαν καθώς αντάμωσαν και πάλι έπειτα από τόσο πολλά χρόνια. Ανάμεσά τους ήταν μερικοί από τους πρώτους ιεραποστόλους που υπηρέτησαν στην Ονδούρα: ο Άλαν και η Έλεν Μπουρν, η Νταρλίν Μίκελσεν, ο Ράντι Μοράλες και ο Γούντι Μπλάκμπερν ο οποίος παλαιότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, είχε υπηρετήσει ως υπηρέτης τμήματος.
Αναπολώντας τις εμπειρίες του από τον αγρό στην Ονδούρα, ο Βέρνερ Ζίνκε, που υπηρετεί ως συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος από το 1978, σχολίασε: «Κάνοντας μια αναδρομή στα 20 χρόνια που απόλαυσα υπηρετώντας εδώ στην Ονδούρα, μπορώ να πω ότι ο Ιεχωβά μάς έχει ευλογήσει πλούσια σε αυτή τη χώρα. Είδα τον αριθμό των ευαγγελιζομένων να αυξάνεται από 1.341 το 1970 σε 6.583 τώρα. Τι προνόμιο είναι να προσφέρουμε ακόμη καλύτερες υπηρεσίες στους αδελφούς μας στην Ονδούρα από το καινούριο γραφείο τμήματος που έχουμε».
Όταν η Έθελ Γκρελ, που είναι σκαπάνισσα από 14 χρονών, έφτασε στην Ονδούρα με τη μητέρα της τη Λοβέρνα, το 1946, υπήρχαν μόνο 15 ευαγγελιζόμενοι, συμπεριλαμβανομένων 7 ιεραποστόλων. Σε μια πρόσφατη συνέλευση τής πήραν συνέντευξη και τη ρώτησαν ποια ήταν η μεγαλύτερη ευλογία που γεύτηκε κατά τη διάρκεια της 40χρονης και πλέον διακονίας της στη χώρα. Εκείνη απάντησε: «Αυτό που μου έχει δώσει τη μεγαλύτερη ευτυχία είναι το να βλέπω την οργάνωση του Ιεχωβά να σταθεροποιείται και να ωριμάζει, να βλέπω την αύξηση στους νεαρούς σκαπανείς και την τεράστια αύξηση στους ευαγγελιζομένους».
Στην αφιέρωση του νέου Μπέθελ το 1989, το Κυβερνών Σώμα εκπροσώπησε ο Λάιμαν Σουίνγκλ που εκφώνησε την ομιλία της αφιέρωσης. Όταν ρωτήθηκε ποια ήταν η άποψή του για τις θεοκρατικές προοπτικές της Ονδούρας, το όραμά του ξεπέρασε κατά πολύ το άμεσο μέλλον. Αυτός απάντησε: «Οι προοπτικές για την Ονδούρα και για κάθε άλλη χώρα είναι πολύ καλές επειδή η οργάνωση του Ιεχωβά σύντομα θα κάνει ολόκληρη τη γη παράδεισο». Αληθινά, αυτό λαχταράμε—τη διακυβέρνηση της Βασιλείας του Ιεχωβά! Στο μεταξύ όμως, υπάρχει πολλή δουλειά να γίνει. Ικετεύουμε τον Ιεχωβά να ευλογήσει όλους τους Ονδουρανούς αδελφούς μας καθώς στέκονται ώμο προς ώμο με τους αδελφούς τους σε άλλες χώρες, εργαζόμενοι όσια για να διατηρήσουν εξυψωμένο το όνομά Του υπό την κατεύθυνση του Ιησού Χριστού και του πιστού δούλου Του.
[Πίνακες στη σελίδα 207]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΟΝΔΟΥΡΑ
Μέσοι Όροι Σκαπανέων
939
255
162
59
14
1950 1960 1970 1980 1992
Ανώτατα Όρια Ευαγγελιζομένων
6.583
3.014
1.341
550
260
1950 1960 1970 1980 1992
[Χάρτης στη σελίδα 148]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΟΝΔΟΥΡΑ
Πρωτεύουσα: Τεγκουσιγκάλπα
Επίσημη Γλώσσα: Ισπανική
Κύρια Θρησκεία: Ρωμαιοκαθολικισμός
Πληθυσμός: 5.011.107
Γραφείο Τμήματος: Τεγκουσιγκάλπα
ΜΕΞΙΚΟ
ΜΠΕΛΙΖ
ΓΟΥΑΤΕΜΑΛΑ
ΕΛ ΣΑΛΒΑΔΟΡ
ΝΙΚΑΡΑΓΟΥΑ
ΟΝΔΟΥΡΑ
Καραϊβική Θάλασσα
ΙΣΛΑΣ ΔΕ ΛΑ ΜΠΑΪΑ
Ροατάν
Πουέρτο Κορτές
Ομόα
Τέλα
Μπαρακόα
Τρουχίλο
Λα Σέιμπα
Λιμόν
Σανγκρελάγια
Λιμνοθάλασσα Μπρους
Η ΜΟΣΚΙΤΙΑ
Σαν Πέδρο Σούλα
Λα Λίμα
Ποταμός Ουλούα
Ελ Προγκρέσο
Σάντα Ρίτα
ΟΛΑΝΤΣΟ
Σάντα Ρόσα δε Κοπάν
Σιγκουατεπέκε
Τεγκουσιγκάλπα
Κομαγιάγκουα
Ντανλί
Σαν Λορένσο
Τσολουτέκα
Γκουάσιμο
Ειρηνικός Ωκεανός
[Εικόνα στη σελίδα 152]
Η Λοβέρνα Γκρελ, αριστερά, και η κόρη της Έθελ
[Εικόνα στις σελίδες 156, 157]
Ονδούρα, μια χώρα που την ομορφαίνουν θεαματικοί καταρράκτες, όμορφες ορχιδέες, αρχαίες πυραμίδες και παραλίες
[Εικόνα στη σελίδα 158]
Ο Γουίλιαμ και η Ρούμπι Γουάιτ
[Εικόνα στη σελίδα 162]
Αυτοί οι ιεραπόστολοι που υπηρετούν στην Ονδούρα προέρχονται από χώρες όπως η Γερμανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, το Μεξικό, η Νορβηγία, η Σουηδία και η Φινλανδία
[Εικόνα στη σελίδα 168]
Ο αδελφός Νορ και οι δίδυμες αδελφές Τζάνετ Φίσερ, αριστερά, και Τζόνεθ, που και οι δυο άρχισαν την ιεραποστολική υπηρεσία το 1952
[Εικόνα στη σελίδα 172]
Ο Γκραντ Άλιντζερ, επίσκοπος τμήματος από το 1963 ως το 1978, και η σύζυγός του, Όλγα
[Εικόνα στη σελίδα 176]
Κήρυγμα κοντά στην Ομόα
[Εικόνα στη σελίδα 184]
Ο επίσκοπος περιοχής Χούλιο Μεντόσα με τη σύζυγό του, Δούνια, και την κόρη τους, Εστέρ
[Εικόνα στη σελίδα 193]
Οι Αίθουσες Βασιλείας είναι απλές, περιποιημένες και κατάλληλες για την κοινότητα
[Εικόνες στη σελίδα 200]
Το πρώτο γραφείο τμήματος σε αντιπαραβολή με το τμήμα που χτίστηκε το 1961, στο οποίο φαίνεται και η προέκταση που προστέθηκε το 1978
Ο Λάιμαν Σουίνγκλ στο πρόγραμμα της αφιέρωσης των καινούριων εγκαταστάσεων στις 21 Οκτωβρίου 1989. Οι εγκαταστάσεις του καινούριου τμήματος που ολοκληρώθηκαν το 1989 είναι συνεχόμενες με το προηγούμενο κτίριο
[Εικόνα στη σελίδα 201]
Οι πέντε αδελφοί της Επιτροπής του Τμήματος με τις συζύγους τους κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης ζώνης από τον Λόιντ Μπάρι. Από αριστερά προς τα δεξιά: ο Γουίλιαμ και η Ρουθ Σάλις, ο Ρέιμοντ και η Όλγα Γουόκερ, ο Ανίμπαλ και η Χριστίνα Ισαγκίρε, ο Λόιντ και η Μέλμπα Μπάρι, ο Βέρνερ και η Ούλα Ζίνκε, ο Μανουέλ και η Άδα Μαρτίνες