Μαλαισία
«ΗΤΑΝ ένα πολύ ευχάριστο κυριακάτικο απόγευμα και το απαλό αεράκι που φυσούσε έκανε άνετη την ατμόσφαιρα παρά τη ζέστη, που είχε φτάσει τους 32 βαθμούς, και τη μεγάλη υγρασία. Βρισκόμασταν στο έτος 1938. Μόλις πρόσφατα είχα έρθει στη Μαλάγια από την Αυστραλία, και προσπαθούσα ακόμη να συνηθίσω το κήρυγμα στους Άγγλους και Αυστραλούς διαχειριστές που ζούσαν μέσα στις εντυπωσιακές επαύλεις τους ή στις μεγάλες φυτείες καουτσούκ.
»Η ομάδα μας αποτελούνταν από τρεις σκαπανείς, και η στρατηγική μας ήταν να πηγαίνω εγώ στο σπίτι του διαχειριστή ενώ οι δυο συνεργάτες μου γλιστρούσαν αθόρυβα προς τις καλύβες των Ινδών εργατών για να τους κηρύξουν. Πολλοί από αυτούς που ήταν διαχειριστές κτημάτων, βλέπετε, δυσανασχετούσαν όταν μιλούσαμε στους εργάτες τους, επειδή φοβούνταν πως κάθε είδους επιμόρφωση θα μπορούσε να γεννήσει μέσα τους δυσαρέσκεια.
»Σταματήσαμε με το αυτοκίνητο ακριβώς απέναντι από ένα ποταμάκι που φαινόταν από το σπίτι του διαχειριστή, και ο Κουρτ και ο Βίλι κατηφόρισαν αμέσως για τους εργάτες. Πέρασα το ποτάμι με ένα μικρό κανό που ήταν δεμένο εκεί και περπάτησα προς το σπίτι.
»Ο κύριος στόχος μου ήταν να μην τελειώσω πολύ γρήγορα, γιατί, αν επέστρεφα στο αυτοκίνητο και δεν απομακρυνόμουν σχετικά σύντομα, ο διαχειριστής θα υποπτευόταν ότι κάτι δεν πάει καλά.
»Μπόρεσα να φτάσω μόνο μέχρι τη βάση της σκάλας που οδηγούσε στο σπίτι. Ο διαχειριστής και η σύζυγός του έπαιρναν το απογευματινό τσάι τους στη βεράντα. Με παρακολουθούσε καθώς πλησίαζα κρατώντας ένα μεγάλο χαρτοφύλακα στο χέρι μου και κατόπιν, μόλις έβαλα το πόδι μου στο πρώτο σκαλοπάτι, φώναξε αγριεμένα: ‘Κοίτα! Πέρνα ξανά το ποτάμι και φύγε! Είναι Κυριακή απόγευμα. Πίνω τσάι με τη γυναίκα μου και δεν κάθομαι εδώ για να δέχομαι επισκέψεις για δουλειές’.
»‘Τώρα μάλιστα’, σκέφτηκα, ‘έμπλεξα πραγματικά’. Είχα όμως μια συστατική επιστολή στην τσάντα μου, που η Εταιρία μάς την είχε δώσει ακριβώς για τέτοιες περιπτώσεις, και έτσι είπα: ‘Ζητώ συγνώμη, αλλά έχω εδώ μια συστατική επιστολή για να διαβάσετε’.
»‘Δεν θέλω να τη διαβάσω’, απάντησε, ακόμη πιο αγριεμένα. ‘Και κατέβα από τη σκάλα!’
»Σιωπηλά, προσευχήθηκα για μια διέξοδο. Αποφάσισα επίσης να ‘ροκανίσω’ το χρόνο, και έτσι είπα γρήγορα: ‘Πρόκειται πράγματι για κάτι πολύ σημαντικό’. Και ταυτόχρονα, ανέβηκα και άλλο ένα σκαλοπάτι.
»Αυτό φαίνεται πως τον εξαγρίωσε, γιατί τώρα ξεφώνισε ωρυόμενος: ‘Είπα, κατέβα από τη σκάλα!’
»Εκείνη τη στιγμή, βλέπω έκπληκτος τη σύζυγό του να σηκώνεται ξαφνικά από το τραπέζι και να πηγαίνει πίσω από το σύζυγό της. Έβαλε τα δυο της χέρια γύρω του και, με το σαγόνι της να ακουμπάει στον ώμο του, μου είπε χαμηλόφωνα: ‘Δεν θα ανεβείτε για ένα τσάι;’
»Κοίταξε τη σύζυγό του, αποσβολωμένος. Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Δεν ήξερα ούτε πού να κοιτάξω. Ακολούθησε σιωπή γεμάτη ένταση. Τελικά, ο διαχειριστής είπε με πολύ πιο σιγανή φωνή: ‘Εντάξει. Ανέβα για ένα τσάι, αλλά μην ανοίξεις αυτή την τσάντα!’
»Καθήσαμε λοιπόν και σερβιριστήκαμε ένα υπέροχο τσάι και γλυκά. Ο πάγος άρχισε να λιώνει, και έπειτα από λίγο συζητούσαμε σε φιλικό τόνο για ελαφρά, καθημερινά ζητήματα. Δεν πέρασε πολλή ώρα, και ο διαχειριστής άρχισε να μιλάει για τις παγκόσμιες υποθέσεις, οπότε ζήτησε τη γνώμη μου για την άνοδο του Μουσολίνι στην Ιταλία, λέγοντας: ‘Αναρωτιέμαι τι ήταν ο Μουσολίνι προτού αναμειχτεί στην πολιτική και γίνει δικτάτορας στην Ιταλία. Ποιο ήταν το επάγγελμά του;’
»Τότε, είπα: ‘Νομίζω πως μπορώ να σας πω’, και αθόρυβα έπιασα μέσα από την τσάντα μου το βιβλίο Εχθροί. Διάβασα αυτό που αναφέρεται στη σελίδα 13, ότι ο Μουσολίνι ήταν χτίστης και πολιτικός δημαγωγός, ότι έγινε αρχηγός μιας πολιτικής συμμορίας και ηγήθηκε σε μια πορεία στη Ρώμη το 1922 και λίγο αργότερα έγινε πρωθυπουργός, στην ουσία ένας απόλυτος άρχοντας. Μετά έβαλα ξανά το βιβλίο στην τσάντα και την έκλεισα.
»Ήταν προφανές ότι ο διαχειριστής εντυπωσιάστηκε. Η σύζυγός του ρώτησε: ‘Τι είναι αυτό το βιβλίο από όπου διαβάσατε;’
»‘Α’, είπα. ‘Είναι ένα βιβλίο ποικίλης ύλης’.
»Αλλά η περιέργειά της είχε φουντώσει, και ρώτησε αν θα μπορούσε να του ρίξει μια ματιά. Φυσικά, εγώ θυμόμουν ότι ο σύζυγος μου είχε απαγορέψει να ανοίξω το χαρτοφύλακά μου, αλλά να που η σύζυγός του, με το χέρι απλωμένο, ζητούσε να δει το βιβλίο. Κοίταξα το διαχειριστή, και αυτός μάλλον δυσανασχετώντας κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι του. Της έδωσα λοιπόν το βιβλίο.
»Σε λίγο είχαμε βγάλει πάνω στο τραπέζι όλα τα βιβλία και την Αγία Γραφή που είχα στην τσάντα μου. Τελικά, ήθελαν όλα τα έντυπα που είχα μαζί μου: εφτά βιβλία, μια καινούρια Αγία Γραφή και συνδρομή για τα περιοδικά Η Σκοπιά και Παρηγορία [τώρα Ξύπνα!].
»Έτσι, έπειτα από τρία τέταρτα μέσα σε κλίμα εγκαρδιότητας, ο οικοδεσπότης με συνόδεψε ως τη σκάλα, με χαιρέτησε δια χειραψίας και είπε: ‘Λυπάμαι που είχατε τέτοια υποδοχή, αλλά την προηγούμενη Κυριακή ήρθε κάποιος μέχρι εδώ προσπαθώντας να πουλήσει λάδι, ενώ εγώ και η σύζυγός μου καθόμασταν και πίναμε το απογευματινό μας τσάι, πράγμα που με ενόχλησε πολύ. Την πληρώσατε εσείς. Αλλά σας διαβεβαιώνω ότι, την επόμενη φορά που θα έρθει εδώ κάποιος από εσάς θα έχει καλύτερη υποδοχή από ό,τι εσείς’.
»Έτσι, όλα τέλειωσαν καλά. Στο μεταξύ, ο Κουρτ και ο Βίλι είχαν τελειώσει το κήρυγμα στις καλύβες των εργατών και ξαναπήραμε το δρόμο μας, ευφραινόμενοι που ο Ιεχωβά είχε ευλογήσει τις προσπάθειές μας εκείνο το απόγευμα».
Κάπως έτσι ήταν οι εμπειρίες που είχαν οι πρώτοι ιεραπόστολοι όπως ο Τεντ Σέγουελ, καθώς εργάζονταν σκληρά για να ξεκινήσουν το έργο κηρύγματος στη Μαλάγια, πίσω στα τέλη της δεκαετίας του 1930.a Σήμερα, μισό και πλέον αιώνα αργότερα, οι μέθοδοι μαρτυρίας έχουν αλλάξει κάπως, αλλά κηρύττονται τα ίδια καλά νέα σχετικά με την εγκαθιδρυμένη Βασιλεία του Ιεχωβά. Τώρα, ωστόσο, το άγγελμα έχει εξαπλωθεί σε όλα τα μήκη και πλάτη αυτής της πολυποίκιλης, μαγευτικής χώρας που δεν ονομάζεται πλέον Μαλάγια αλλά Μαλαισία.
Καλώς Ήρθατε στη Μαλαισία, σε ένα Χωνευτήρι Πολιτισμών
Η επιμήκης, τροπική Μαλαϊκή Χερσόνησος βρίσκεται ακριβώς πάνω από το νησί της Σιγκαπούρης, με το οποίο τη συνδέει μια οδική και σιδηροδρομική αρτηρία μήκους ενός χιλιομέτρου που περνάει πάνω από το στενό κανάλι του Πορθμού Τζοχόρ. Βρίσκεται ακριβώς στα βόρεια του ισημερινού και συνορεύει στα δυτικά με τον Πορθμό της Μελάκα και στα ανατολικά με τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Η Μαλαισία αποτελείται από τη Μαλαϊκή Χερσόνησο αυτή καθαυτήν και από τις δυο πολιτείες Σαμπάχ και Σαραβάκ στη βόρεια Βόρνεο (οι οποίες απαρτίζουν την Ανατολική Μαλαισία). Αυτή η χώρα είναι πράγματι από κάθε άποψη χωνευτήρι πολιτισμών, και ο πληθυσμός της ξεπερνάει τα 18 εκατομμύρια. Ο μισός και πλέον πληθυσμός συνίσταται από Μαλαίους και οι υπόλοιποι είναι κατά κύριο λόγο Κινέζοι. Επιπρόσθετα, η υπολογίσιμη μειονότητα των Ινδών και οι λιγοστοί Ευρασιάτες και Ευρωπαίοι συντελούν στη διαμόρφωση του πιο κοσμοπολίτικου πληθυσμού της τροπικής αυτής περιοχής.
Η Μαλαισία είναι επίσης μια χώρα εξαιρετικών αντιθέσεων. Στις πόλεις, ουρανοξύστες και μιναρέδες στριμώχνονται μαζί με τις αχυροκαλύβες. Στο μεγαλύτερο μέρος της υπαίθρου, ωστόσο, το τοπίο που κυριαρχεί το συνθέτουν τροπικές ζούγκλες, ορυζώνες και εύφορες κοιλάδες με διάσπαρτα εδώ και εκεί καμπόνγκ, δηλαδή χωριά, και χρυσές αμμουδιές στις άκρες. Παντού όμως αφθονεί το πράσινο—πράσινο όλων των αποχρώσεων—«πράσινο σε χίλια χρώματα», όπως το έχουν περιγράψει μερικοί.
Οι άνθρωποι στη Μαλαισία είναι γενικά φιλικοί. Ο τρόπος ζωής τους ποικίλλει, από τις πιο εξεζητημένες μορφές του δυτικού τρόπου ζωής ως εκείνον των παραδοσιακών, απλών ανθρώπων της γης. Οι τουρίστες μπορούν να απολαύσουν μεγάλη ποικιλία στις μορφές ψυχαγωγίας, πράγμα που είναι αποτέλεσμα των πολλών πολιτισμών της χώρας. Και στην κορυφή των απολαύσεων πρέπει να βρίσκεται το μαλαισιακό φαγητό, και αυτό επειδή σε λίγες χώρες μπορεί κανείς να φάει τόσο καλά και παρ’ όλα αυτά τόσο φτηνά.
Στη σφαίρα της λατρείας, ο Ισλαμισμός έχει ανακηρυχτεί εθνική θρησκεία, παρ’ όλο που το Σύνταγμα της Μαλαισίας εγγυάται ελευθερία λατρείας και για τις άλλες θρησκείες. Το αποτέλεσμα είναι ότι άνθρωποι πολλών πίστεων—Μουσουλμάνοι, Βουδιστές, Ινδουιστές, Ταοϊστές, Καθολικοί και Προτεστάντες πολλών αιρέσεων—ζουν μαζί μια σχετικά αρμονική ζωή. Απαγορεύεται όμως από το νόμο ο προσηλυτισμός των Μουσουλμάνων.
Σημαντικές Πολιτικές Εξελίξεις
Τη δεκαετία του 1930 η Μαλάγια ήταν χωρισμένη σε πολλές πολιτείες, μερικές από τις οποίες διοικούσαν οι Βρετανοί και άλλες σουλτάνοι με τις «συμβουλές» παραγόντων της βρετανικής κυβέρνησης. Αυτό έκανε στην πραγματικότητα τη χερσόνησο βρετανική αποικία και οι άνθρωποι έμαθαν το βρετανικό τρόπο ζωής αν και, φυσικά, οι διαφορετικές φυλές γενικά ζούσαν και εξελίσσονταν χωριστά.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου η περιοχή περιήλθε στην κατοχή των ιαπωνικών δυνάμεων. Κατόπιν, από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 ως τα μέσα της δεκαετίας του 1950 το σκηνικό άλλαξε καθώς βίαιες αναταραχές και άγριος ανταρτοπόλεμος αποδιοργάνωσαν ολόκληρη τη χώρα. Η ηρεμία τελικά αποκαταστάθηκε όταν το 1957 η χώρα κέρδισε την ανεξαρτησία της από τη βρετανική κυριαρχία. Στη συνέχεια, το 1963, η Μαλάγια ενώθηκε με τις πρώην βρετανικές αποικίες του Σαμπάχ, του Σαραβάκ και της Σιγκαπούρης και σχημάτισαν μια ομοσπονδία πολιτειών που είχαν το συλλογικό όνομα Μαλαισία. Το 1965, η Σιγκαπούρη αποσύρθηκε από την ομοσπονδία και έγινε ανεξάρτητη δημοκρατία.
Τα Πρώτα Σπέρματα της Αλήθειας Φτάνουν στη Μαλάγια
Ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ, ο πρώτος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, ξεκίνησε μια περιοδεία κηρύγματος σε όλο τον κόσμο το 1912. Το δρομολόγιό του περιλάμβανε την εκφώνηση μιας δημόσιας διάλεξης στην πόλη της Σιγκαπούρης και μιας ακόμη στην Πινάνγκ της Μαλάγια. Μετά τις δυο αυτές διαλέξεις δεν δόθηκε παρά ελάχιστη συνέχεια στο έργο· ουσιαστικά ο αδελφός Σ. Π. Ντέιβι από την Ινδία έστειλε απλώς κάποια φυλλάδια σε πολλούς Ινδούς που είχαν εγκατασταθεί στη Μαλάγια. Το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ωστόσο, ματαίωσε κάθε προσπάθεια για την εξάπλωση των σπόρων της Βασιλείας σε αυτή την περιοχή.
Το 1923, ο Χάρις και η Φρέντα Φρανκ μαζί με τους τέσσερις γιους τους και τις έξι κόρες τους μετανάστευσαν στη Μαλάγια από την Κεϋλάνη (τη σημερινή Σρι Λάνκα). Εγκαταστάθηκαν στην περιοχή των Σπηλαίων Μπατού, κοντά στην Κουάλα Λουμπούρ, τη σημερινή πρωτεύουσα του έθνους. Η Φρέντα ήταν βαφτισμένη Σπουδάστρια της Γραφής, όπως ήταν γνωστοί τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όχι όμως και ο Χάρις, παρότι του άρεσε να διαβάζει τα περιοδικά Η Σκοπιά και Χρυσούς Αιών (τώρα Ξύπνα!) που του έστελνε με συνδρομή το τμήμα της Ινδίας. Το 1931, επισκέφτηκαν την οικογένεια Φρανκ για λίγο δυο νεαροί σκαπανείς από τη Βομβάη, ο Κλάουντ Γκούντμαν και ο Ρον Τίπιν, που διέθεσαν αρκετούς μήνες στη Μαλάγια και στη Σιγκαπούρη κηρύττοντας από σπίτι σε σπίτι. Ωστόσο, τα μόνα έντυπα που είχαν ήταν στην αγγλική, οπότε η δραστηριότητά τους περιορίστηκε στους αγγλόφωνους. Η σύντομη επίσκεψη των δυο αυτών ζηλωτών ιεραποστόλων, των πρώτων εκεί, αποτέλεσε μεγάλη ενθάρρυνση για την απομονωμένη Φρέντα Φρανκ.
Αυστραλοί Σκαπανείς Έρχονται να Βοηθήσουν
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, η περιοχή του Νότιου Ειρηνικού και της Νοτιοανατολικής Ασίας τέθηκε υπό την επίβλεψη του γραφείου τμήματος στην Αυστραλία. Έπειτα από λίγο το τμήμα άρχισε να στέλνει ιεραποστόλους. Ο πρώτος που έφτασε εκεί ήταν ο Τζορτζ Σούετ, και λίγους μήνες αργότερα ενώθηκε μαζί του ένας Άγγλος σκαπανέας με το όνομα Πεκ, ο οποίος κήρυττε στην Παπούα-Νέα Γουινέα. Κατά τα επόμενα λίγα χρόνια περισσότεροι από δέκα ολοχρόνιοι κήρυκες από την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τη Γερμανία υπηρέτησαν στη Μαλάγια σε διαφορετικές περιόδους αλλά, καθένας τους για διαφορετικούς λόγους, δεν έμειναν σε ένα μέρος τόσο όσο χρειαζόταν για να δουν άμεσους καρπούς από τους κόπους τους.
Έτσι, το 1936, άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά μια πιο μόνιμη διευθέτηση, καθώς εγκαινιάστηκε η λειτουργία αποθήκης εντύπων στη Σιγκαπούρη. Στον Χάρολντ Γκιλ, από την Αυστραλία, ανατέθηκε η επίβλεψη των εργασιών σε σχέση με την αποθήκη. Δυο χρόνια νωρίτερα, το 1934, ο Φρέντερικ (Τζίμι) Τζέιμς και η οικογένειά του μετακόμισαν από την Ινδία και εγκαταστάθηκαν στη Σιγκαπούρη. Το σπίτι του βρισκόταν στο όμορφο προάστιο της Κατόνγκ, και αυτός πρόσφερε ένα μέρος του σπιτιού του προκειμένου να χρησιμοποιείται ως αποθήκη της Εταιρίας. Αυτός ο χώρος χρησίμεψε επίσης και ως αίθουσα συναθροίσεων και ως οίκος για τους σκαπανείς.
Στο σπίτι του Τζέιμς συναθροιζόταν τακτικά ένας όμιλος για τη μελέτη του βιβλίου Η Κιθάρα του Θεού, και πολλοί γείτονες είχαν προσκληθεί να παρευρίσκονται σε αυτήν. Τελικά, βαφτίστηκε ένα ζευγάρι γειτόνων, ο Φρανκ και η Γουίν Χιλ, με τα τρία τους παιδιά.
Οι αδελφοί στη Σιγκαπούρη επισκέπτονταν πότε-πότε τα σαββατοκύριακα την οικογένεια Φρανκ στα Σπήλαια Μπατού. Σε αυτά τα μεγάλα ταξίδια χρησιμοποιούσαν ένα αυτοκίνητο με μεγάφωνα από τα οποία μετέδιδαν μαγνητοφωνημένες διαλέξεις του Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ, τότε προέδρου της Εταιρίας, και έκαναν επίσης κήρυγμα από σπίτι σε σπίτι στην Κουάλα Λουμπούρ. Έτσι, με κάποιον περιορισμένο τρόπο οι σπόροι της αλήθειας σπέρνονταν στη Μαλάγια.
Ο Φωτοδότης Φέρνει Περισσότερους Σκαπανείς
Ο Φωτοδότης (Λάιτμπεαρερ) ήταν ένα πλοίο που η Εταιρία στην Αυστραλία είχε παραχωρήσει ειδικά για το έργο στην περιοχή της Σιγκαπούρης-Μαλάγια. Επανδρωμένος με εφτά εύρωστους σκαπανείς και κυβερνήτη τον Έρικ Γιούινς από τα Φίτζι, ο Φωτοδότης έφτασε στη Σιγκαπούρη στις 7 Αυγούστου 1935 και αγκυροβόλησε εκεί για λίγο προτού αποπλεύσει για τη δυτική ακτή της Μαλάγια. Μερικές από τις πόλεις που επισκέφτηκε με αυτόν τον τρόπο ήταν το Τζοχόρ Μπαχάρου, η Μουάρ, η Μελάκα, η Κελάνγκ, το Πορτ Σιουέτενχαμ (τώρα Πορτ Κελάνγκ) και η Πινάνγκ. Οι μαγνητοφωνημένες διαλέξεις του αδελφού Ρόδερφορντ τις οποίες έπαιζαν στο φωνόγραφο μεταδίδονταν με μεγάφωνα από τα σημεία όπου αγκυροβολούσε ο Φωτοδότης. Ακολουθούσαν επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι για τη διανομή εντύπων.
Μερικές φορές οι αδελφοί από το Φωτοδότη ήταν σε θέση να προχωρήσουν προς την ενδοχώρα, οπότε συναντούσαν την οικογένεια Φρανκ στα Σπήλαια Μπατού και συμμετείχαν με αυτήν σε μικρές συναθροίσεις και στην υπηρεσία αγρού. Η αδελφή Φρανκ είχε τη χαρά να δει αρκετά μέλη της οικογένειάς της να βαφτίζονται σε μια από αυτές τις επισκέψεις. Κατά τη διάρκεια αυτών των εκδρομών διέθεταν πολλά έντυπα, αλλά όπως ανέφερε ο Έρικ Γιούινς: «Η μαρτυρία που δίναμε δεν φαινόταν να αφήνει διαρκείς εντυπώσεις στους ανθρώπους. Δέχονταν πρόθυμα τα έντυπα αλλά είχαν ανάγκη από τακτικές οικιακές Γραφικές μελέτες, κάτι που τότε δεν ήταν διαθέσιμο».
Βήματα Προς μια πιο Σταθερή Οργάνωση
Ο Χάρολντ Γκιλ ανακλήθηκε στο Σίντνεϊ το 1937 και στάλθηκε ο Άλφρεντ Βίκε για να αναλάβει την επίβλεψη της αποθήκης στη Σιγκαπούρη. Στο μεταξύ, σκαπανείς όπως ο Τεντ Σέγουελ από την Αυστραλία και ο Κουρτ Γκρούμπερ και ο Βίλι Ουνγκλάουμπε από τη Γερμανία έσπερναν τους σπόρους της αλήθειας στη Μαλάγια. Κατόπιν, όταν ο Άλφρεντ Βίκε ανήγγειλε ότι σχεδίαζε να παντρευτεί το 1939, έλαβε διορισμό για την Πινάνγκ της Μαλάγια, όπου θα συνεργαζόταν με τον Κουρτ Γκρούμπερ, και για τη διαχείριση της αποθήκης ήρθε ο Τζορτζ Πάουελ από την Αυστραλία.
Η αρραβωνιαστικιά του Άλφρεντ Βίκε, η Θέλμα, ταξίδευε με το πλοίο από το Σίντνεϊ προς τη Σιγκαπούρη για να παντρευτεί τον Άλφρεντ και να εργαστούν μαζί ως σκαπανείς στην Πινάνγκ. Ωστόσο, όταν το πλοίο με το οποίο ταξίδευε απείχε λίγες μέρες από το Περθ, αναγγέλθηκε το ξέσπασμα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Κάλυψαν όλα τα παράθυρα και τα φινιστρίνια του πλοίου και αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν πορεία ζιγκ-ζαγκ μέσα από τον Ινδικό Ωκεανό για να ξεφύγουν από τυχόν εχθρικά υποβρύχια. Αλλά η Θέλμα έφτασε ασφαλής και ο γάμος τους έγινε μια εβδομάδα αργότερα. Κατόπιν αυτή και ο Άλφρεντ ταξίδεψαν οδικώς 800 χιλιόμετρα ως την Πινάνγκ, όπου η αδελφή Βίκε υπηρέτησε ως σκαπάνισσα, η πρώτη Αυστραλέζα σκαπάνισσα στη Μαλάγια.
Το έργο των Μαρτύρων εκείνον τον καιρό περιλάμβανε κυρίως ευρεία διανομή εντύπων, χωρίς να γίνεται ουσιαστικά έργο στη συνέχεια. Έτσι, όταν το ζεύγος Βίκε τέλειωσε τον τομέα στο νησί Πινάνγκ πέρασε απέναντι στην ενδοχώρα. Κήρυτταν με επιμέλεια ξεκινώντας από την Αλόρ Σετάρ στα βόρεια και, κατεβαίνοντας προς τα νότια, κάλυψαν τις πόλεις και τις αγροτικές περιοχές κατά μήκος της δυτικής ακτής με έντυπα σε 20 και πλέον γλώσσες.
Ένας Σιχ Γίνεται Μάρτυρας
Ενώ οι Βίκε έδιναν μαρτυρία στην Κουάλα Κανγκσάρ, στην πολιτεία Πέρακ, δέχτηκαν μια επίσκεψη-έκπληξη από ένα 16χρονο μαθητή ο οποίος ζούσε σε κάποια γειτονική πόλη. Το όνομά του ήταν Πουράν Σινγκ και ο ίδιος ήταν Σιχ, όπως φαίνεται από το όνομά του. Αυτός είχε πάρει το βιβλιάριο της Εταιρίας Πού Είναι οι Νεκροί; και έμεινε τόσο εντυπωσιασμένος από τα όσα διάβασε ώστε έγραψε ένα άρθρο σχετικά με αυτό το θέμα στο σχολικό περιοδικό που εξέδιδε. Έγραψε στην αποθήκη της Σιγκαπούρης για περισσότερες πληροφορίες και έμαθε τη διεύθυνση του ζεύγους Βίκε. Αμέσως, έκανε με το ποδήλατό του 50 και πλέον χιλιόμετρα για να τους συναντήσει.
Την επόμενη μέρα συνόδεψε τον Άλφρεντ Βίκε σε ένα ταξίδι με σκοπό το κήρυγμα στις αγροτικές περιοχές—«απλώς για να δει πώς γίνεται». Αυτός ο σοβαρός νεαρός, αμέσως μόλις ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του, έφυγε από το σπίτι του και έκανε 240 χιλιόμετρα με το ποδήλατό του για να παρακολουθήσει μια συνέλευση στην Κουάλα Λουμπούρ. Εκεί συμβόλισε την αφιέρωσή του στον Ιεχωβά με το βάφτισμα στο νερό και υιοθέτησε το όνομα Τζορτζ Σινγκ. Αμέσως μπήκε στην ολοχρόνια διακονία. Και έτσι, ο Τζορτζ Σινγκ είχε το προνόμιο να είναι ο πρώτος κάτοικος της Μαλάγια που έγινε σκαπανέας. Λίγο αργότερα η Εταιρία τον μετέφερε στην Ινδία όπου συνεχίζει πιστά την υπηρεσία του στον Ιεχωβά.
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ιαπωνική Εισβολή
Λίγο καιρό μετά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου το 1939, το έργο κηρύγματος διακόπηκε. Τα αποτελέσματα; Οι σκαπανείς δεν ήταν πλέον σε θέση να συντηρηθούν, και έτσι με μισή καρδιά το ζεύγος Βίκε επέστρεψε στη Σιγκαπούρη. Και οι δυο ένιωθαν ικανοποιημένοι ωστόσο επειδή ήξεραν ότι στη διάρκεια των 20 μηνών από το γάμο τους, κατά τους οποίους υπηρέτησαν μαζί στη Μαλάγια, είχαν διανείμει 50.000 και πλέον βιβλία και βιβλιάρια που περιείχαν το άγγελμα της Βασιλείας. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι με το ξέσπασμα του πολέμου υπήρχαν μόνο 16 ευαγγελιζόμενοι που έδιναν έκθεση έργου σε ολόκληρη τη Σιγκαπούρη και τη Μαλάγια. Σε διάστημα λίγο μεγαλύτερο από 18 μήνες όμως έδιναν έκθεση 36 ευαγγελιζόμενοι!
Έπειτα από αυτό τα πράγματα εξελίχτηκαν γρήγορα. Τον Ιούνιο του 1941, αρνήθηκαν στον Τζορτζ Πάουελ είσοδο στη Σιγκαπούρη, έπειτα από ένα ταξίδι που έκανε στην Ταϋλάνδη, οπότε αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Μπανγκόκ με το ίδιο πλοίο. Τον Ιούλιο οι τρεις τελευταίοι ολοχρόνιοι εκπρόσωποι, ο Λεν Λίνκε και ο Άλφρεντ με τη Θέλμα Βίκε, απελάθηκαν στην Αυστραλία. Έξι μήνες αργότερα, τα ιαπωνικά στρατεύματα έκαναν μια αστραπιαία προέλαση μέσα από τις ζούγκλες της Μαλάγια και κατέλαβαν ταχύτατα το ισχυρό οχυρό της Σιγκαπούρης στις 14 Φεβρουαρίου 1942.
Έτσι, άλλο ένα κεφάλαιο στην ιστορία του λαού του Ιεχωβά στη Σιγκαπούρη και στη Μαλάγια έκλεισε. Ο Τζορτζ Πάουελ κατέληξε σε ένα στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου στην Ταϋλάνδη μαζί με τον Τεντ Σέγουελ. Ο Τζίμι Τζέιμς και η σύζυγός του, μαζί με τον Φρανκ Χιλ, ήταν αιχμάλωτοι των Ιαπώνων στη Σιγκαπούρη. Άλλες οικογένειες, περιλαμβανομένης της Γουίν Χιλ και των παιδιών της, μπόρεσαν να φύγουν από τη Σιγκαπούρη πριν από την εισβολή και να πάνε στην Αυστραλία. Μερικοί πήγαν στην Αγγλία. Άλλοι, μεταξύ των οποίων και τα περισσότερα μέλη της οικογένειας Φρανκ, διέφυγαν στην Ινδία με όσα από τα υπάρχοντά τους μπόρεσαν να μεταφέρουν.
Το Έργο των Μαρτύρων Αναβιώνει
Δεν είχαν περάσει δυο χρόνια από τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, όταν στις 28 και 29 Μαρτίου 1947 ο Νάθαν Ο. Νορ, ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας, και ο Μίλτον Τζ. Χένσελ, ο γραμματέας του, επισκέφτηκαν τη Σιγκαπούρη στα πλαίσια μιας υπηρεσιακής περιοδείας που έκαναν σε όλο τον κόσμο. Άραγε θα υπήρχε κανείς εκεί για να τους συναντήσει;
Ναι, ο Φρανκ Ντιούαρ, σκαπανέας και πρώην μέλος του πληρώματος του Φωτοδότη, βρισκόταν εκεί για να τους προϋπαντήσει. Αλλά δεν ήταν μόνος του. Ο Τζίμι Τζέιμς, του οποίου η σύζυγος πέθανε σε ένα στρατόπεδο κράτησης, είχε απολυθεί από τη φυλακή και τώρα εργαζόταν στη Σιγκαπούρη. Ο Τζίμι ήταν ο μηχανικός και ηλεκτρολόγος του φημισμένου Ξενοδοχείου Ραφλς, έτσι εδώ οι επισκέπτες αδελφοί μπορούσαν να μείνουν και να συναντηθούν με τους άλλους λίγους αδελφούς που βρίσκονταν ακόμη στη Σιγκαπούρη.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους, ο αδελφός Νορ και ο αδελφός Χένσελ μίλησαν σε συναθροίσεις σε εννιά αδελφούς και αδελφές και τους είπαν ότι δυο απόφοιτοι της Γαλαάδ ήταν καθ’ οδόν για τη Σιγκαπούρη και επρόκειτο να φτάσουν εκεί σύντομα. Έτσι, στις 5 Απριλίου 1947, δυο Καναδοί, ο ένας από την έβδομη τάξη της Γαλαάδ και ο άλλος από την όγδοη τάξη, έφτασαν στη Σιγκαπούρη για να αναλάβουν τον ιεραποστολικό τους διορισμό.
Με αυτόν τον τρόπο, το έργο ξανάρχισε έπειτα από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Λίγο αργότερα, το Μάρτιο του 1949, άλλοι έξι ιεραπόστολοι, από την 11η τάξη της Γαλαάδ, έφτασαν στη Σιγκαπούρη. Ήταν ο Λες Φρανκς και οι δυο αδελφές του Αϊλίν και Γκλάντις· ο Νόρμαν Μπελότι· και ο Άλφρεντ με τη Θέλμα Βίκε, οι οποίοι φυσικά αισθάνονταν ότι επέστρεφαν στο σπίτι τους.
Αλλά τι Απέγινε η Μαλάγια;
Το έργο άρχισε τώρα να σημειώνει καλή πρόοδο στη Σιγκαπούρη, καθώς όλοι οι ιεραπόστολοι αφοσιώθηκαν στη διεξαγωγή οικιακών Γραφικών μελετών. Έτσι, στη διάρκεια της δεύτερης επίσκεψης που έκαναν ο αδελφός Νορ και ο αδελφός Χένσελ, τον Απρίλιο του 1951, διευθετήθηκε μια συνέλευση την οποία παρακολούθησαν 72 άτομα· 307 άτομα ήρθαν στη δημόσια ομιλία στο υπέροχο Θέατρο Βικτόρια της πόλης. Κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης ιδρύθηκε ένα γραφείο τμήματος το οποίο θα φρόντιζε για το έργο της Βασιλείας όχι μόνο στη Σιγκαπούρη αλλά και στη Μαλάγια και στους τομείς Σαμπάχ και Σαραβάκ της Βρετανικής Βόρνεο. Τώρα, η Μαλάγια θα μπορούσε να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής. Έξι ιεραπόστολοι διορίστηκαν στην περιοχή. Δυο από αυτούς, ο Τζέιμς Ράου και ο Νιλ Κρόκετ, κατάφεραν να κηρύξουν στην Κουάλα Λουμπούρ ένα χρόνο, αλλά οι άλλοι τέσσερις δυστυχώς έμειναν μόνο ένα μήνα, τόσο τους επιτράπηκε, και υπηρέτησαν στην Πινάνγκ. Το γιατί η παραμονή τους εκεί ήταν τόσο σύντομη είναι από μόνο του μια ιστορία.
Ιεραπόστολοι στην Κουάλα Λουμπούρ
Στις αρχές του 1951 το ατμόπλοιο Στιλ Κινγκ μπήκε στο λιμάνι της Πινάνγκ ερχόμενο από τη Νέα Υόρκη με έξι ιεραποστόλους. Στην Πινάνγκ οι υπάλληλοι της υπηρεσίας μετανάστευσης έλεγξαν τα διαβατήρια των αδελφών Κρόκετ και Ράου και τα θεώρησαν για ένα χρόνο παραμονής στη Μαλάγια. Ωστόσο, όταν έλεγξαν τα διαβατήρια των υπόλοιπων τεσσάρων ιεραποστόλων, ξαφνικά συνειδητοποίησαν πόσοι πολλοί ιεραπόστολοι των Μαρτύρων του Ιεχωβά έμπαιναν στη χώρα. Είπαν στους ιεραποστόλους ότι κάποιες πρόσφατες ρυθμίσεις δεν επέτρεπαν σε ξένους Μάρτυρες να μείνουν στη χώρα. Ωστόσο, αφού τα διαβατήρια των αδελφών Κρόκετ και Ράου είχαν ήδη θεωρηθεί για παραμονή ενός έτους, τους επιτράπηκε να μείνουν, αλλά στους άλλους τέσσερις έδωσαν άδεια παραμονής για την Πινάνγκ και για ένα μόνο μήνα, έπειτα από τον οποίο έπρεπε να εγκαταλείψουν τη χώρα, και έτσι έλαβαν καινούριο διορισμό για την Ταϋλάνδη.
Το τμήμα διόρισε τους αδελφούς Κρόκετ και Ράου στην Κουάλα Λουμπούρ. Σε λίγο ιδρύθηκε ένας ιεραποστολικός οίκος στο 25-Α της οδού Κελάνγκ, γύρω στα τρία χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης. Η πόλη είχε μόνο μια ενεργή ευαγγελιζόμενη, την αδελφή Μακένζι, μια ηλικιωμένη γυναίκα ευρασιατικής καταγωγής. Φανταστείτε τη χαρά της καθώς δυο ιεραπόστολοι θα τη συντρόφευαν στην υπηρεσία!
Αν και η αλήθεια είχε κηρυχτεί ως ένα βαθμό κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 και στις αρχές της δεκαετίας του 1940, η επεξεργασία του τομέα το 1951 ήταν σαν κήρυγμα σε παρθένο τομέα. Οι δυο ιεραπόστολοι ανυπομονούσαν να καλύψουν τον τομέα όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Η επιθυμία τους να ψάξουν για υποψήφια πρόβατα ήταν τόσο έντονη ώστε αφιέρωναν ολόκληρες μέρες και βράδια επίσης κηρύττοντας και κάνοντας επανεπισκέψεις σε ενδιαφερόμενα άτομα. Δεν ήταν ασυνήθιστο να διαθέτουν εκατό βιβλία μέσα σε ένα μήνα. Έτσι, έπειτα από λίγο, κάθε ιεραπόστολος διεξήγε 15 με 16 Γραφικές μελέτες το μήνα. Ύστερα από έξι περίπου μήνες ιδρύθηκε η πρώτη εκκλησία, και 14 άτομα παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις.
Επειδή εκείνον τον καιρό δρούσαν στη Μαλάγια αντάρτες κομμουνιστές, θεωρούνταν παρακινδυνευμένο για έναν Δυτικό να ταξιδέψει έξω από τα όρια της πόλης, καθώς υπήρχε φόβος να πέσει σε ενέδρα και να χάσει τη ζωή του ως ύποπτος ότι είχε φυτεία ή ότι ήταν παράγοντας της αποικιοκρατικής κυβέρνησης. Ωστόσο, η αδελφή Μακένζι είχε ένα γιο, τον Τζορτζ, ο οποίος ζούσε σε μια μακρινή επαρχία, και αυτός ήθελε να μελετήσει την Αγία Γραφή. Πώς θα μπορούσαν να τον επισκεφτούν οι ιεραπόστολοι ενόψει των επικίνδυνων συνθηκών στο ταξίδι; Ο αδελφός Κρόκετ είχε μια ιδέα—να στριμωχτεί ανάμεσα στους ντόπιους. Έτσι, επιβιβαζόταν στο παλιό υπεραστικό λεωφορείο και καθόταν ανάμεσα στους άλλους επιβάτες, με τις κότες τους να κακαρίζουν και τα γουρούνια τους να στριγκλίζουν. Οι έντονες στιγμές ήταν πολλές. Κάθε φορά που το λεωφορείο έπαιρνε μια στροφή στο δρόμο, οι επιβάτες ποτέ δεν ήξεραν τι τους περίμενε. Ίσως να έπεφταν σε ενέδρα και σε καταιγισμό από σφαίρες. Ευτυχώς, στη διάρκεια των πολλών μηνών που ο αδελφός Κρόκετ ταξίδευε για τη μελέτη του Τζορτζ δεν συνέβη κανένα επεισόδιο απειλητικό για τη ζωή του. Παρεμπιπτόντως, ο Τζορτζ τελικά βαφτίστηκε και υπηρέτησε ως ένας σεβαστός πρεσβύτερος μέχρι το θάνατό του, το 1986.
Η άδεια παραμονής των δυο ιεραποστόλων στη Μαλάγια πλησίαζε ολοταχώς στο τέλος της. Θα ικανοποιούνταν άραγε το αίτημά τους για παράταση; Όλες οι ελπίδες τους εξανεμίστηκαν όταν ήρθε η απάντηση που ήταν «όχι».
Έτσι, οι αδελφοί Κρόκετ και Ράου με θλίψη αποχαιρέτισαν την οικογένειά τους στη Μαλάγια και επιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο για να συνεχίσουν την ιεραποστολική υπηρεσία τους στην Ταϋλάνδη. Μήπως η αναχώρησή τους έθεσε τέρμα στο έργο στη Μαλάγια;
Ευτυχώς όχι. Υπήρχαν επίσης λίγοι Μάρτυρες που κατοικούσαν στη Μαλάγια, κατά τη διάρκεια των αρχών της δεκαετίας του 1950. Είχαν επιστρέψει και είχαν επανεγκατασταθεί εκεί μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, διευθετήθηκε να τους επισκέπτεται κατά περιόδους επίσκοπος περιοχής από τη Σιγκαπούρη, για τη διατήρηση της επαφής τους με την οργάνωση του Θεού και για την πνευματική τους εποικοδόμηση. Επιπρόσθετα, οι αδελφοί στη Σιγκαπούρη κανόνιζαν τα σαββατοκύριακα εκστρατείες σε τομείς της Μαλάγια, κατά μήκος της οδού που ενώνει τις δυο στεριές και κήρυτταν σε πόλεις που βρίσκονταν μέχρι και 240 χιλιόμετρα μακριά.
Ο Προβολέας Ξανά στην Πινάνγκ
Το γραφείο τμήματος στη Σιγκαπούρη έλαβε μια είδηση που έλεγε ότι δυο νεαρές μαθήτριες στην Πινάνγκ έδειχναν ασυνήθιστο ενδιαφέρον για το έργο του λαού του Ιεχωβά. Αυτές είχαν πάρει το βιβλίο «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς» από τους ιεραποστόλους που είχαν υπηρετήσει εκεί ένα μήνα. Προγραμματίστηκε να επισκεφτεί την Πινάνγκ ο επίσκοπος περιοχής Λες Φρανκς από τη Σιγκαπούρη προκειμένου να αξιολογήσει το βαθμό του ενδιαφέροντος που έδειχναν αυτές οι δυο νεαρές. Έμεινε έκπληκτος από το βάθος της κατανόησης και του ζήλου τους. Η μια από αυτές είχε ήδη κάνει τον κόπο να δακτυλογραφήσει μεγάλο μέρος του βιβλίου ώστε να μπορούν να μοιράζονται το άγγελμα της Βασιλείας με άλλους. Δεν ήξεραν πώς να προμηθευτούν περισσότερα αντίτυπα, αφού το γράμμα που έστειλαν στη Σιγκαπούρη, στην προπολεμική διεύθυνση, τους επιστράφηκε με την ένδειξη «Άγνωστη». Είχαν μάλιστα αρχίσει να πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα αλλά δεν βρήκαν μεγάλη ανταπόκριση και δέχτηκαν μερικές αγενείς προσβολές, πράγμα που οφειλόταν κυρίως στην από μέρους τους έλλειψη διακριτικότητας και εκπαίδευσης ως προς τον τρόπο προσέγγισης των οικοδεσποτών και παρουσίασης των καλών νέων με τρόπο που να έχει απήχηση.
Διευθετήθηκε λοιπόν να μετακομίσουν από τη Σιγκαπούρη ο Άλφρεντ και η Θέλμα Βίκε και να ιδρύσουν έναν ιεραποστολικό οίκο στην Πινάνγκ. Αυτός ο οίκος θα λειτουργούσε επίσης και ως αποθήκη για τον εφοδιασμό ολόκληρης της Μαλάγια με έντυπα. Σε λίγο οργανώθηκε μια μικρή εκκλησία. Οι δυο μαθήτριες, η Λι Σιου Τσαν και η Νγκ Γιουν Τσιν, ήταν χαρούμενες που είχαν μαζί τους τον αδελφό και την αδελφή Βίκε και συνέχισαν να σημειώνουν καλή πρόοδο. Παρακολούθησαν μια συνέλευση στη Σιγκαπούρη το 1956, με την ευκαιρία της τρίτης επίσκεψης του αδελφού Νορ, και βαφτίστηκαν και οι δυο εκεί. Όταν τέλειωσαν το σχολείο μπήκαν και οι δυο στις τάξεις των σκαπανέων. Στη συνέχεια κάτι συγκλονιστικό για αυτές ήταν η πρόσκληση που έλαβαν για να παρακολουθήσουν την 31η τάξη της Γαλαάδ, μαζί με κάποια άλλη σκαπάνισσα από τη Σιγκαπούρη, την Γκρέις Σιναπιλάι. Το 1958 αποφοίτησαν από τη Γαλαάδ στη Διεθνή Συνέλευση Θείο Θέλημα στο Στάδιο Γιάνκι της Νέας Υόρκης και κατόπιν διορίστηκαν ξανά στη Μαλάγια για να συμμετάσχουν στην επέκταση του έργου εκεί.
Δίνεται Μεγαλύτερη Προσοχή στην Κουάλα Λουμπούρ
Ο Νόρμαν Μπελότι και η Γκλάντις Φρανκς υπηρετούσαν ως ιεραπόστολοι στη Σιγκαπούρη από το 1949. Παντρεύτηκαν το 1955 και αργότερα πήραν καινούριο διορισμό για την Κουάλα Λουμπούρ. Έτσι δημιουργήθηκε και πάλι ένα «ορμητήριο» στην πρωτεύουσα της Μαλάγια και καταστάθηκε δυνατό να βρεθούν και να συγκεντρωθούν κάποιοι οι οποίοι είχαν δείξει ενδιαφέρον πριν από τέσσερα-πέντε χρόνια, κατά τη διάρκεια του ενός έτους που έμειναν οι ιεραπόστολοι Ράου και Κρόκετ.
Στο μεταξύ, ο Λες Φρανκς, που υπηρετούσε ως επίσκοπος περιοχής, ταξίδευε κατά μήκος της δυτικής ακτής της Μαλάγια. Αυτός ήταν επικίνδυνος καιρός για ταξίδια λόγω του ανταρτοπόλεμου που διεξαγόταν τότε ενάντια στη βρετανική αποικιοκρατική κυβέρνηση. «Όταν ταξίδευα με τρένο», θυμάται ο Λες, «οι συνεπιβάτες μου και εγώ περνούσαμε την περισσότερη ώρα ξαπλωμένοι κάτω στο πάτωμα του βαγονιού επειδή οι αντάρτες πυροβολούσαν μέσα από τη ζούγκλα χωρίς διάκριση πάνω στις σιδηροδρομικές γραμμές». Αλλά υπήρχαν και πιο διασκεδαστικές στιγμές. Μια φορά, για παράδειγμα, ο Λες, ενώ φιλοξενούνταν σε έναν ανθρακωρύχο ο οποίος εργαζόταν σε ορυχείο κασσίτερου και ήταν υπεύθυνος για αρκετούς εκσκαφείς, γύρισε ένα διακόπτη για να ανάψει, όπως νόμιζε, το φως της κρεβατοκάμαράς του. Όμως, γυρίζοντας το διακόπτη στην πραγματικότητα ενεργοποιήθηκε ένας εκκωφαντικός συναγερμός και άναψαν τα φώτα εκτάκτου ανάγκης που φώτισαν ολόκληρο τον καταυλισμό. Αυτό τον έφερε σε αμηχανία γιατί έκανε όλους τους κατοίκους να πιάσουν αμέσως τα όπλα, περιμένοντας επίθεση από τους αντάρτες.
Το 1958, ο Λες παντρεύτηκε τη Μάργκαρετ Πέιντον, μια Αυστραλέζα ιεραπόστολο που υπηρετούσε στην Ιαπωνία. Τώρα, ο διορισμός τους ήταν η Κουάλα Λουμπούρ, όπου επρόκειτο να αντικαταστήσουν τον Νόρμαν και την Γκλάντις Μπελότι, οι οποίοι τότε μετακόμιζαν στην πόλη Ίπο. Το ζεύγος Μπελότι βοήθησε στην ίδρυση της Εκκλησίας Ίπο και μετά κλήθηκε και πάλι πίσω στη Σιγκαπούρη προκειμένου ο Νόρμαν να αντικαταστήσει τον υπηρέτη τμήματος.
Ο προηγούμενος υπηρέτης τμήματος είχε παντρευτεί νωρίτερα μια συνιεραπόστολο. Συνέχισε να υπηρετεί στο τμήμα, αλλά τώρα που περίμεναν μωρό χρειαζόταν να βρει κοσμική εργασία για να φροντίσει την οικογένειά του.
Η σταθερή, συνεπής εργασία και το καλό παράδειγμα που έθεσαν αυτά τα τρία ζευγάρια των ιεραποστόλων συντέλεσαν πολύ στο να τεθεί το έργο της Βασιλείας σε ένα καλό, σταθερό θεμέλιο που θα αποτελούσε βάση για την αύξηση που επρόκειτο να έρθει στο μέλλον.
Νέα Ομοσπονδία και Νέο Τμήμα
Παράλληλα με αυτές τις θεοκρατικές εξελίξεις, λάβαιναν χώρα και μεγάλες πολιτικές αλλαγές σε όλη τη Μαλάγια και τη Σιγκαπούρη. Όπως διευκρινίστηκε νωρίτερα, η Μαλάγια κέρδισε την ανεξαρτησία της από τη βρετανική κυριαρχία το 1957 και έξι χρόνια αργότερα γεννήθηκε η Ομοσπονδία της Μαλαισίας, στην οποία περιλαμβανόταν και η Σιγκαπούρη. Αλλά μετά, το 1965, η Σιγκαπούρη αποσύρθηκε από τη Μαλαισία και έγινε ανεξάρτητη δημοκρατία.
Το 1972 υπήρχε ήδη η σκέψη ότι ήταν απαραίτητο και σκόπιμο να ιδρυθεί ένα χωριστό γραφείο τμήματος της Εταιρίας στη Μαλαισία. Το λογικό μέρος για κάτι τέτοιο φαινόταν να είναι η Πινάνγκ που, αν και δεν κατείχε κεντρική γεωγραφική θέση, ήταν η τοποθεσία όπου λειτουργούσε με επιτυχία και επί πολλά χρόνια η αποθήκη εντύπων της Εταιρίας. Ο Άλφρεντ Βίκε διορίστηκε επίσκοπος τμήματος στο νέο τμήμα της Μαλαισίας. Εκείνη την εποχή 200 περίπου ευαγγελιζόμενοι σε οχτώ εκκλησίες στη Μαλαισία έδιναν έκθεση έργου.
Ο αριθμός αυτός δεν είναι πολύ μεγάλος, αν λάβουμε υπόψη ότι είχαν περάσει τέσσερις δεκαετίες από τότε που ήρθαν οι πρώτοι ιεραπόστολοι στη Μαλαισία. Είναι προφανές ότι η πρόοδος ήταν αργή. Ένας λόγος για αυτό είναι ότι ο μισός και πλέον πληθυσμός της Μαλαισίας είναι Μουσουλμάνοι, και θα θυμάστε ότι ο νόμος απαγορεύει τον προσηλυτισμό Μουσουλμάνων από άτομα άλλης θρησκείας. Το υπόλοιπο του πληθυσμού, κατά κύριο λόγο Κινέζοι και Ινδοί, είναι Βουδιστές, Ταοϊστές και Ινδουιστές, και οι άνθρωποι είναι βουτηγμένοι στις αντιγραφικές παραδόσεις. Η μειονότητα των «Χριστιανών» είναι διαιρεμένη σε πολλές αιρέσεις και οι περισσότεροι βρίσκονται σταθερά υπό τον έλεγχο των διαφόρων ιερέων, παστόρων και κληρικών.
Προσθέστε σε αυτά τα προβλήματα και τις πολλές γλώσσες και διαλέκτους, για να μην αναφέρουμε τον αναλφαβητισμό, και γίνεται σαφές γιατί χρειάζεται πολύς χρόνος και υπομονή προκειμένου να βοηθηθούν αυτοί οι ταπεινοί άνθρωποι ώστε να οραματιστούν τη ζωή στο νέο κόσμο και να αποτινάξουν τα δεσμά των δεισιδαιμονιών και των παραδόσεων. Οι Κινέζοι, για παράδειγμα, αποδίδουν λατρευτική τιμή στους γονείς τους ενόσω ζουν αυτοί και, πολύ συχνά, μετά το θάνατό τους. Δεν είναι ασυνήθιστο λοιπόν να λέει ο οικοδεσπότης σε έναν ευαγγελιζόμενο ότι θα ήθελε να γίνει Χριστιανός, αλλά ότι πρέπει να περιμένει μέχρι να πεθάνει η μητέρα του.—Παράβαλε Ματθαίος 8:21, 22.
Το Νέο Τμήμα Σημειώνει Καλή Πρόοδο
Κατά τα τέσσερα πρώτα υπηρεσιακά έτη μετά τη συγκρότηση του νέου τμήματος στη Μαλαισία το 1972, ο ετήσιος μέσος όρος της αύξησης ήταν 20 και πλέον τοις εκατό. Κατόπιν επήλθε στασιμότητα, αλλά το 1976 ο αριθμός των ενεργών ευαγγελιζομένων της Βασιλείας είχε ανέλθει στους 433, από 200 περίπου. Κατόπιν το 1980 ο αριθμός των ευαγγελιζομένων έφτασε τους 500. Ο ενθουσιασμός φούντωσε κατά το υπηρεσιακό έτος 1989 όταν, το Φεβρουάριο, ο συνολικός αριθμός των ευαγγελιζομένων έφτασε τους 1.000 και τους ξεπέρασε προτού τελειώσει το υπηρεσιακό έτος με ένα ανώτατο όριο 1.102 ευαγγελιζομένων. Επίσης το 1991 σημειώθηκε ανώτατο όριο όλων των εποχών στον αριθμό των ατόμων που βαφτίστηκαν μέσα σε ένα χρόνο, καθώς 164 άτομα συμβόλισαν την αφιέρωσή τους. Ο αριθμός των ευαγγελιζομένων εξακολουθεί να αυξάνει και τον Αύγουστο του 1992 έφτασε τους 1.391.
Παρ’ όλο που η τιμή για την αύξηση πρέπει να αποδοθεί πρωτίστως στον Ιεχωβά Θεό, που είναι «ο αυξάνων», η ενθάρρυνση και το παράδειγμα πιστότητας που θέτουν οι περιοδεύοντες επίσκοποι περιοχής και περιφερείας έχουν συντελέσει κατά μεγάλο μέρος στη σταθερή αύξηση που απολαμβάνουν στα χρόνια που πέρασαν. (1 Κορ. 3:6, 7) Στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του τμήματος, στους επισκόπους περιοχής συγκαταλεγόταν ο Λες Φρανκς, ο Ρόμπερτ Κούναρντ και ο Άλφρεντ Βίκε, καθένας από τους οποίους υπηρέτησε και ως επίσκοπος περιφερείας. Άλλοι που συμμετείχαν στο έργο περιοχής στα χρόνια που πέρασαν είναι ο Νόρμαν Μπελότι, ο Μάικλ Φρίγκαρντ, ο Μάικλ Τσου, ο Τσάου Γι Σι, ο Κόου Τσι Τιονγκ, ο Κόου Τσι Σενγκ, ο Ν. Στρίτχαραν και ο Σ. Τίαγκαράτζα.
Υπάρχουν και άλλοι πιστοί αδελφοί και αδελφές που με τις επιμελείς προσπάθειές τους συντέλεσαν στη μετατροπή απομονωμένων ομίλων ή και παρθένων τομέων σε εκκλησίες. Ο Λιου Λάι Κιν έφτασε στην Κουάλα Τρενγκάνου το 1971 για να εργαστεί ως δάσκαλος. Αν και ήταν ολομόναχος άρχισε αμέσως να κηρύττει από πόρτα σε πόρτα και τελικά σχηματίστηκε μια εκκλησία. Το 1971, ένας ειδικός σκαπανέας, ο Μάικλ Τσου, έλαβε νέο διορισμό να υπηρετεί ένα μικρό όμιλο αδελφών στην Κελάνγκ. Όταν παντρεύτηκε, και η σύζυγός του, η Κάρεν, διορίστηκε ειδική σκαπάνισσα. Το 1974 αυτός ο μικρός όμιλος έγινε εκκλησία, και σήμερα υπάρχουν δυο εκκλησίες στην Κελάνγκ. Πίσω, το 1975, ο Κόου Τσι Σενγκ πήρε τον πρώτο του διορισμό ως ειδικός σκαπανέας στην Κουάνταν και σε λίγο, χάρη σε αυτόν, ο απομονωμένος όμιλος που βρισκόταν εκεί εξελίχτηκε σε εκκλησία. Κατόπιν, το 1985, ο αδελφός και η αδελφή Τσου διορίστηκαν στην απομονωμένη πόλη Σιτιάγουαν που σήμερα διαθέτει έναν ακμάζοντα όμιλο.
Ανεπανάληπτη Επιτυχία με Οικογένειες-Ομίλους
Μέχρι τότε, οι περισσότερες εκκλησίες αποτελούνταν από νεαρά άτομα που ακόμη πήγαιναν στο σχολείο. Μετά τις τελικές εξετάσεις και την αποφοίτησή τους από το γυμνάσιο, πολλά από αυτά τα νεαρά άτομα, τόσο αδελφοί όσο και αδελφές, μετακινούνταν για να βρουν απασχόληση. Παρ’ όλο που αυτό συνέβαλλε σε έλλειψη σταθερότητας στις εκκλησίες, με κανέναν τρόπο δεν μείωνε την πίστη και την αποφασιστικότητα αυτών των νεαρών.
Για παράδειγμα, αναλογιστείτε τον έφηβο Ταν Τενγκ Κουν. Μόλις οι γονείς του ανακάλυψαν ότι μελετούσε με τους Μάρτυρες, άρχισαν να τον διώκουν. Στην αρχή τού φώναζαν διαρκώς. Μετά τον έδερναν. Του έσκισαν όλα του τα έντυπα. Όταν συνέχισε με επιμονή να παρακολουθεί συναθροίσεις, του κλείδωσαν το ποδήλατό του για να τον αποτρέψουν από το να πηγαίνει. Αλλά περπατούσε τα τρία χιλιόμετρα ως την Αίθουσα Βασιλείας. Ήταν αναγκασμένος να κρύβει όλα του τα έντυπα. Αλλά η Αγία Γραφή που είχε ήταν πολύ ογκώδης και έτσι τη χώρισε σε διάφορα «τεύχη». Κατόπιν, έκανε μια μυστική θήκη στη σχολική του τσάντα για να μπορεί να μεταφέρει μερικά από τα τεύχη και έκρυψε τα υπόλοιπα στο ταβάνι του σπιτιού του. Νόμιζε ότι είχε βρει την τέλεια κρυψώνα μέχρι που έβρεξε—και τα έντυπά του μουσκεύτηκαν! Σε μια περίπτωση, ενώ έκανε Γραφική μελέτη στην Αίθουσα Βασιλείας, ήρθε η μητέρα του και τον πήρε με το ζόρι στο σπίτι. Έπειτα από αυτό κανόνισε να παρακολουθεί τις μελέτες του σε διαφορετικά μέρη και σε διαφορετικές ώρες. Σήμερα, ο αδελφός Τενγκ Κουν, παντρεμένος και με δυο παιδιά, υπηρετεί ως διακονικός υπηρέτης.
Όμως, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, άρχισε να φαίνεται μια βαθμιαία αλλαγή—ολόκληρες οικογένειες αντί για μεμονωμένα άτομα άρχισαν να ενστερνίζονται την αλήθεια. Ανάμεσα στις πρώτες ήταν μια οικογένεια από την Πινάνγκ, ο Ταν Ουνγκ Χόου και η σύζυγός του, η Γκέοκ Χα, με τα τρία τους παιδιά. Και οι δυο είχαν Μεθοδιστικές ρίζες και η αδελφή Ταν μάλιστα έπαιζε εκκλησιαστικό όργανο στην εκκλησία αρκετά χρόνια. Ως οικογένεια αντιμετώπισαν πολλή και σκληρή εναντίωση από όλους τους συγγενείς τους όταν έλαβαν τη στάση τους υπέρ της αλήθειας, αλλά παρέμειναν σταθεροί. Αυτό στη συνέχεια ενθάρρυνε άλλες οικογένειες να ενστερνιστούν την αλήθεια. Ο Φίλιπ και η Λίλι Κούα με τα δυο τους παιδιά ήταν μια ακόμη οικογένεια σαν αυτήν. Σήμερα οι αδελφοί Κούα και Ταν υπηρετούν και οι δυο ως πρεσβύτεροι.
Το Μπέθελ Μεταφέρεται και Επεκτείνεται
Η Εταιρία στη Μαλαισία δεν διαθέτει δικές της εγκαταστάσεις για τον Οίκο Μπέθελ αλλά όλα αυτά τα χρόνια νοικιάζει κατάλληλα ακίνητα. Όταν άρχισε να λειτουργεί το τμήμα, το 1972, η Εκκλησία Πινάνγκ είχε ήδη αγοράσει πρόσφατα δική της Αίθουσα Βασιλείας. Η αίθουσα καταλάμβανε τον κάτω όροφο ενός πολύ ωραίου διώροφου ημιανεξάρτητου οικήματος, που ήταν το τελευταίο μιας σειράς από διπλοκατοικίες. Εκτός από το ευρύχωρο χολ στο ισόγειο, υπήρχε και ένα δωμάτιο στο πίσω μέρος που ήταν κατάλληλο για αποθήκευση των εντύπων, ενώ ο πάνω όροφος θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως κατοικία. Η Εκκλησία Πινάνγκ είχε υπενοικιάσει στην Εταιρία τους χώρους αυτούς του οικήματος και αυτοί χρησιμοποιούνταν ως ιεραποστολικός οίκος και αποθήκη εντύπων. Έτσι, όταν ιδρύθηκε το καινούριο τμήμα, ο ιεραποστολικός οίκος και η αποθήκη των εντύπων μεταβλήθηκαν σε Οίκο Μπέθελ και σε γραφείο. Η διευθέτηση αυτή λειτούργησε πολύ καλά, και επί αρκετά χρόνια τα πράγματα κυλούσαν ομαλά. Αλλά για διάφορους λόγους, το γραφείο τμήματος χρειάστηκε να μετακομίσει από την Αίθουσα Βασιλείας της Πινάνγκ. Μάλιστα, στα μετέπειτα λίγα χρόνια χρειάστηκε να γίνουν άλλες δυο τέτοιες μετακομίσεις, αλλά σε τοποθεσίες όχι μακρινές, οπότε τα γραφεία του Μπέθελ παρέμεναν πάντα στο ευχάριστο νησί Πινάνγκ.
Όμως, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 έγινε αντιληπτό ότι θα ήταν αποδοτικότερο να βρίσκεται το γραφείο τμήματος σε πιο κεντρικό σημείο, και ότι έτσι θα γινόταν αποτελεσματικότερη επίβλεψη του έργου της Βασιλείας. Άρχισαν λοιπόν οι προσπάθειες για τον εντοπισμό κατάλληλων οικημάτων στην περιοχή της Κουάλα Λουμπούρ—στην εθνική πρωτεύουσα.
Η ενοικίαση κατάλληλων χώρων δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αλλά το 1982 εντοπίστηκαν δυο ημιτελείς διώροφες διπλοκατοικίες στην Κελάνγκ, γύρω στα 30 χιλιόμετρα από την Κουάλα Λουμπούρ. Εκείνη την εποχή νοικιαζόταν ένα μόνο μέρος από κάθε διπλοκατοικία, αλλά το ένα ήταν ιδεώδες για να χρησιμεύσει ως Οίκος Μπέθελ και γραφείο τμήματος και το άλλο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως χώρος για αποστολή και αποθήκευση. Όπως συμβαίνει συχνά με τα καινούρια κτίρια, υπήρξαν διάφορες καθυστερήσεις μέχρι να τελειώσει η οικοδομή, αλλά τελικά την 1η Ιουλίου 1983 έγινε η μετακόμιση από την Πινάνγκ στην Κελάνγκ. Κατόπιν, το Φεβρουάριο του 1986 παραχωρήθηκε προς ενοικίαση άλλο ένα μέρος της πρώτης διπλοκατοικίας. Έτσι, τώρα το τμήμα απέκτησε μια ολόκληρη διπλοκατοικία και κολλητά με αυτήν ένα μέρος από το δεύτερο οίκημα. Έπειτα, στις αρχές του 1989, παραχωρήθηκε προς ενοικίαση και το υπόλοιπο μέρος από το δεύτερο οίκημα. Το τμήμα λοιπόν τώρα έχει δυο υπέροχες, διώροφες, συνεχόμενες διπλοκατοικίες οι οποίες παρέχουν πρόσθετο χώρο για γραφεία, αποστολή, αποθήκευση και καταλύματα για επιπλέον προσωπικό του Μπέθελ.
Η Ανταπόκριση για Σκαπανείς Συμβαδίζει με την Αύξηση
Από την αρχή της λειτουργίας του τμήματος, το 1972, η ανταπόκριση για το ολοχρόνιο έργο σκαπανέα συμβάδιζε με την αύξηση στον αριθμό των κηρύκων της Βασιλείας. Από τους 214 που κήρυτταν κατά μέσο όρο εκείνο το έτος, οι 32 έκαναν έργο τακτικού ή ειδικού σκαπανέα. Ο αριθμός των σκαπανέων συνέχισε να αυξάνεται σταθερά μέχρι το υπηρεσιακό έτος 1975, οπότε επιτεύχθηκε ανώτατο όριο 64 σκαπανέων από τους 373 ευαγγελιζομένους.
Μετά, κατά τα επόμενα εφτά χρόνια, ο αριθμός των σκαπανέων σημείωνε σταθερά πτώση, ώσπου, το 1982, οι σκαπανείς έφτασαν τους 50. Από εκείνη την εποχή ωστόσο η αύξηση στους ολοχρόνιους εργάτες ήταν κάθε χρόνο σταθερή, και τώρα έχουμε τη χαρά να βλέπουμε 123 άτομα στην υπηρεσία σκαπανέα. Η ανταπόκριση στο έργο βοηθητικού σκαπανέα υπήρξε επίσης εξαιρετικά αξιοσημείωτη εκείνη την ίδια περίοδο. Πρόσφατα, το 1988, ένα από τα έτη με τις καλύτερες αυξήσεις, ο αριθμός των βοηθητικών σκαπανέων έφτασε το Μάιο το ανώτατο όριο των 239.
Η ακόλουθη εμπειρία είναι αντιπροσωπευτική της ολοένα αυξανόμενης εγκάρδιας επιθυμίας για τη συμμετοχή στην υπηρεσία σκαπανέα.
«Όποτε διάβαζα εμπειρίες σκαπανέων στις εκδόσεις της Εταιρίας, ένιωθα να φουντώνει μέσα μου η επιθυμία να γίνω ολοχρόνια δούλη του Ιεχωβά. Έψαχνα μάλιστα για άρθρα σχετικά με σκαπανείς σε παλιότερα τεύχη των περιοδικών. Επί δυο χρόνια συνέχεια, ο σύζυγός μου ήταν βοηθητικός σκαπανέας ενώ παράλληλα έκανε εργασία μερικής απασχόλησης. Εγώ δούλευα πλήρες ωράριο και αυτό μας παρείχε το επιπλέον εισόδημα που χρειαζόμασταν για να συντηρηθούμε. Ωστόσο, συνειδητοποίησα ότι, αν δεν έβρισκα εργασία μερικής απασχόλησης, η ολοχρόνια υπηρεσία θα ήταν ανέφικτη. Μάταια ψάχναμε ο σύζυγός μου και εγώ, αφού οι εργασίες μερικής απασχόλησης είναι πολύ σπάνιες στην περιοχή μας.
»Με προσευχή, πλησίασα τον εργοδότη μου και του πρότεινα να εργάζομαι μειωμένο ωράριο, αφού τον περισσότερο καιρό στο γραφείο είχα να κάνω ελάχιστα πράγματα. Αλλά, προς απογοήτευσή μου, η απάντηση ήταν ένα κατηγορηματικό όχι! Πέρασε ένας χρόνος. Μια μέρα, ο σύζυγός μου μού είπε ότι ίσως τώρα να ήταν ο καιρός να μπούμε και οι δυο στην ολοχρόνια υπηρεσία, επειδή είχε αναλάβει μια καινούρια εργασία μερικής απασχόλησης από την οποία ενδεχομένως θα μπορούσαμε να συντηρούμαστε και οι δυο, πράγμα που σήμαινε ότι ίσως να μη χρειαζόταν καν να βρω εγώ εργασία μερικής απασχόλησης. Εκείνος μου θύμισε πως η επιτυχία στο σκαπανικό είναι κυρίως θέμα πίστης ότι ο Ιεχωβά θα μας φροντίζει και θα μας προμηθεύει. (Ματθ. 6:33) Και πρότεινε να παραιτηθώ από την εργασία πλήρους απασχόλησης που είχα. Εκείνον το μήνα βρήκαμε στον αγρό αρκετές καινούριες Γραφικές μελέτες. Αυτό με ώθησε να πλησιάσω ξανά τον εργοδότη μου. Ο σύζυγός μου και εγώ ορίσαμε την πρώτη μέρα του επόμενου μήνα για να αρχίσουμε και οι δυο να υπηρετούμε ως τακτικοί σκαπανείς. Δέκα μέρες πριν από το τέλος του μήνα, υπέβαλα το αίτημά μου στον εργοδότη μου, αλλά εκείνος το απέρριψε ξανά. Του εξήγησα λοιπόν ότι υπό αυτές τις συνθήκες δεν είχα άλλη επιλογή από το να παραιτηθώ, εφόσον επρόκειτο να ενωθώ με το σύζυγό μου στην ολοχρόνια υπηρεσία προς τον Θεό από την πρώτη μέρα του ερχόμενου μήνα.
»Αμέσως η έκφρασή του άλλαξε. Μου ζήτησε να κρατήσω την παραίτησή μου επειδή ήθελε να εξετάσει την πρότασή μου. Εκείνο το απόγευμα με κάλεσε στο γραφείο του και μου πρότεινε να εργάζομαι τα απογεύματα, πέντε μέρες την εβδομάδα, όσο για αυτόν, θα προσλάμβανε καινούριο υπάλληλο ο οποίος θα αναλάμβανε την εργασία που έκανα συνήθως κάθε μέρα. Είχα μείνει άφωνη! Ήταν ακριβώς ό,τι σκόπευα να του προτείνω! Πρόσθεσε μάλιστα ότι θα μπορούσα να εργάζομαι όπως είχαν διευθετηθεί τώρα τα πράγματα για όσο καιρό ήθελα. Εκείνο το βράδυ, όταν πληροφόρησα σχετικά το σύζυγό μου, έμεινε και αυτός εμβρόντητος. Ο Ιεχωβά σίγουρα απάντησε στις προσευχές μας, όπως φάνηκε, και μας άνοιξε το δρόμο για να γίνουμε τακτικοί σκαπανείς».
Οι Πρώτες Συνελεύσεις Περιφερείας Παρουσιάζουν Δυσκολίες
Η πρώτη συνέλευση περιφερείας που προγραμματίστηκε με την καινούρια διευθέτηση, δηλαδή να υπάρχει τμήμα στη Μαλαισία, διεξάχτηκε στο Πέταλινγκ Τζάγια το Δεκέμβριο του 1972. Κάποια ανησυχία προκαλούσε το γεγονός ότι απαιτούνταν άδεια για όλες τις δημόσιες συγκεντρώσεις, με εξαίρεση εκείνες που λάβαιναν χώρα σε αναγνωρισμένους τόπους λατρείας. Οι αρχές είχαν υποσχεθεί ότι θα παραχωρούσαν άδεια για τη σχεδιαζόμενη συνέλευση επειδή ήταν θρησκευτικού χαρακτήρα. Ωστόσο, αρνήθηκαν να παραχωρήσουν την απαιτούμενη άδεια μόλις μια μέρα προτού αρχίσει η συνέλευση.
Το γραφείο τμήματος, ωστόσο, είχε καταστρώσει ένα σχέδιο για κάθε ενδεχόμενο: Θα χρησιμοποιούνταν δυο ιδιωτικά σπίτια και δυο Αίθουσες Βασιλείας στο Πέταλινγκ Τζάγια και στην Κουάλα Λουμπούρ. Το ακροατήριο είχε χωριστεί σε εννιά ομίλους: Ο κινεζόφωνος όμιλος συναθροιζόταν κάθε πρωί, οι τέσσερις από τους οχτώ αγγλόφωνους ομίλους συναθροίζονταν το απόγευμα και οι υπόλοιποι τέσσερις όμιλοι το βράδυ.
Την επόμενη χρονιά ήταν πάλι δύσκολο να πάρουν τις αναγκαίες άδειες. Ωστόσο, τον Οκτώβριο του 1973 μπόρεσε να γίνει η Συνέλευση «Θεία Νίκη» στην Ίπο, και το ανώτατο όριο σε παρευρεθέντες ήταν 320. Από εκεί και έπειτα, λόγω του ότι δυσκολεύονταν να κλείσουν κατάλληλες εγκαταστάσεις για συνέλευση σε άλλες πόλεις, η Ίπο έγινε ο μόνιμος τόπος διεξαγωγής των συνελεύσεων περιφερείας επί δέκα χρόνια σχεδόν. Αλλά τελικά έγιναν διαθέσιμοι και άλλοι χώροι για τη διεξαγωγή συνελεύσεων, και τον Αύγουστο του 1983, λίγο μετά τη μεταφορά του γραφείου τμήματος από την Πινάνγκ στην Κελάνγκ, έγιναν δυο Συνελεύσεις Περιφερείας «Η Ενότητα της Βασιλείας». Η μια από αυτές, στο Πέταλινγκ Τζάγια, έγινε αποκλειστικά στην κινεζική και η άλλη, στην Κελάνγκ, έγινε στην αγγλική. Το σύνολο των παρευρισκομένων στη δημόσια ομιλία το απόγευμα της Κυριακής και στις δυο συνελεύσεις ήταν 966 άτομα.
Η Αγορά Αιθουσών Βασιλείας Αποτελεί Ορόσημο
Οι νοικιασμένοι χώροι που χρησιμεύουν ως Αίθουσες Βασιλείας έχουν εξυπηρετήσει καλά το σκοπό τους. Αλλά η αγορά μιας Αίθουσας Βασιλείας για αποκλειστική χρήση από την εκκλησία προσθέτει ένα αίσθημα μονιμότητας στα μάτια των ενδιαφερομένων και ένα αίσθημα εκτίμησης στις καρδιές των αδελφών.
Όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, η Εκκλησία Πινάνγκ κατάφερε να αγοράσει δική της Αίθουσα Βασιλείας περίπου ένα χρόνο πριν από την ίδρυση του τμήματος της Μαλαισίας το 1972. Στα χρόνια που πέρασαν, έγινε δυο φορές επέκταση της αρχικής αίθουσας, προκειμένου να εξασφαλιστεί χώρος για την αύξηση που είχε η εκκλησία. Τέσσερα χρόνια πριν από αυτό, ωστόσο, η Εκκλησία Κουάλα Λουμπούρ μπόρεσε να αγοράσει ένα χώρο γραφείων στο δεύτερο πάτωμα ενός οχταώροφου κτιρίου για να το χρησιμοποιήσει ως Αίθουσα Βασιλείας. Αυτό το μεγάλο, ευδιάκριτο κτίριο με το εντυπωσιακό όνομα Μέγαρο Σελάνγκορ βρισκόταν στην όχθη του ποταμού Γκόμπακ, και η Αίθουσα Βασιλείας ήταν από την πλευρά του κτιρίου που είχε θέα στον ποταμό. Υπήρχαν θέσεις για να καθήσουν άνετα 80 άνθρωποι και, φυσικά, σε ειδικές περιπτώσεις θα μπορούσαν να χωρέσουν πολύ περισσότεροι, ειδικά αν τα καθίσματα τοποθετούνταν πολύ κοντά το ένα στο άλλο, σύμφωνα με το αντιπροσωπευτικό μαλαϊκό ή ινδικό στιλ. Οι αδελφοί ήταν χαρούμενοι που είχαν δική τους αίθουσα, και μάλιστα σε αυτό το επιβλητικό κτίριο. Μετακόμισαν στην αίθουσα το Σεπτέμβριο του 1967.
Στην πραγματικότητα, το Μέγαρο Σελάνγκορ ήταν ήδη πολύ γνωστό στους αδελφούς, και αυτό γιατί επί δυο χρόνια στεγαζόταν εκεί, σε ένα διαμέρισμα που βρισκόταν στον έβδομο όροφο αυτού του κτιρίου, ένας ιεραποστολικός οίκος για τέσσερις αδελφές, για τις ιεραποστόλους Λι Σιου Τσαν και Γκρέις Σιναπιλάι (τώρα Γκρέις Τζον), που είχαν εκπαιδευτεί στη Γαλαάδ, και για διάφορες ειδικές σκαπάνισσες. Καθώς η εκκλησία μεγάλωνε, αυτό το διαμέρισμα του έβδομου ορόφου κατέληξε να χρησιμοποιείται και ως δεύτερη αίθουσα για τη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας, πράγμα που αποδείχτηκε πολύ βολικό—αν και οι ομιλητές ήταν καμιά φορά λαχανιασμένοι, όταν δεν δούλευε το ασανσέρ!
Ωστόσο, η Αίθουσα Βασιλείας άρχισε να γεμίζει ασφυκτικά. Κάτι που έφερε προσωρινή ανακούφιση ήταν ότι αγόρασαν το διπλανό διαμέρισμα και γκρέμισαν έναν τοίχο, οπότε η αίθουσα μεγάλωσε, αλλά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 χρειάζονταν απεγνωσμένα μεγαλύτερη αίθουσα. Οι αδελφοί «χτένισαν» την πόλη και τα προάστια εξονυχιστικά, και ανταμείφτηκαν όταν τελικά εντόπισαν ένα τετραώροφο γωνιακό κτίριο γραφείων που είχε χτιστεί το 1985. Λόγω της πτώσης στην αξία των ακινήτων, το κτίριο πουλιόταν στο 60 τοις εκατό περίπου της αρχικής αγοραστικής αξίας του! Και έτσι, με γενναιόδωρες συνεισφορές και δάνεια από τους αδελφούς, καθώς και ένα δάνειο από την Εταιρία, το κτίριο αγοράστηκε, και μια καινούρια Αίθουσα Βασιλείας, αρκετά μεγάλη για να χωράει ένα ακροατήριο 220 ατόμων, αφιερώθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1989.
Επιπλέον, αγοράστηκαν τρεις επιπρόσθετες Αίθουσες Βασιλείας από εκκλησίες. Δυο από αυτές επίσης αφιερώθηκαν κατά τη διάρκεια του 1989—η μια στην Ίπο και η άλλη στο Μπούκιτ Μερτάτζιμ—ενώ η Αίθουσα Βασιλείας στην Κελάνγκ αφιερώθηκε στη διάρκεια της επίσκεψης του Λάιμαν Σουίνγκλ, μέλους του Κυβερνώντος Σώματος, στις 17 Ιανουαρίου 1991. Η πρώτη αίθουσα της Κουάλα Λουμπούρ στο Μέγαρο Σελάνγκορ εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από την κινεζική εκκλησία που υπάρχει σε εκείνη την πόλη και που είναι μικρότερη. Αίθουσες Βασιλείας χτίστηκαν επίσης στο Σαμπάχ και στο Σαραβάκ της Ανατολικής Μαλαισίας, η μια στο Κενίνγκαου και η άλλη στο Κούχινγκ. Τώρα υπάρχουν δέκα ιδιόκτητες Αίθουσες Βασιλείας σε όλη τη Μαλαισία οι οποίες ανήκουν στις εκκλησίες.
Ειδικές Επισκέψεις Εποικοδομούν
Οι ετήσιες επισκέψεις των επισκόπων ζώνης ανέκαθεν εκτιμούνταν πάρα πολύ από τους αδελφούς, ιδιαίτερα από τους υπεύθυνους αδελφούς που υπηρετούν στο Μπέθελ. Αυτοί απολαμβάνουν επίσης τις επισκέψεις έμπειρων αδελφών από κοντινά τμήματα. Σε κάποιες από τις επισκέψεις ζώνης υπήρξαν ιδιαίτερα ευλογημένοι καθώς τους υπηρέτησαν αδελφοί από το Κυβερνών Σώμα.
Λίγα μόλις χρόνια αφότου άρχισε να λειτουργεί το τμήμα, ο Νάθαν Ο. Νορ και η σύζυγός του Όντρεϊ, μαζί με τον Φρέντερικ Γ. Φρανς και άλλους πέντε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, επισκέφτηκαν την Πινάνγκ τον Ιανουάριο του 1975. Αν και ο αδελφός Νορ είχε προηγουμένως επισκεφτεί τη Σιγκαπούρη και την Κουάλα Λουμπούρ, αυτή ήταν η πρώτη του επίσκεψη στην Πινάνγκ, και το ίδιο ίσχυε και για τον αδελφό Φρανς. Η μικρή τετραμελής οικογένεια Μπέθελ ενθουσιάστηκε με την επίσκεψη, και όλοι οι ιεραπόστολοι που βρίσκονταν στη χώρα προσκλήθηκαν στην Πινάνγκ για μια ειδική συνάθροιση και ένα γεύμα για τους ιεραποστόλους. Την τελευταία νύχτα της επίσκεψης, 226 άτομα στριμώχτηκαν στην Αίθουσα Βασιλείας της Πινάνγκ για να ακούσουν ομιλίες από τους δυο περιοδεύοντες αδελφούς. Το ακροατήριο το αποτελούσαν αδελφοί από πολλά μέρη της Μαλαισίας, καθώς και μερικοί από την Ινδονησία.
Τα επόμενα χρόνια αυτοί απόλαυσαν τις επισκέψεις των Λόιντ Μπάρι, Άλμπερτ Σρόντερ, Λάιμαν Σουίνγκλ και Τζον Μπουθ—όλοι μέλη του Κυβερνώντος Σώματος—καθένας από τους οποίους έφερε με το δικό του τρόπο πλούσια πνευματική αναζωογόνηση και ενθάρρυνση στην οικογένεια Μπέθελ, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλιν.
Το Αλησμόνητο Υπόμνημα των Πρώτων Ιεραποστόλων
Όπως έγινε σε πολλές χώρες και τμήματα όπου η ανάπτυξη κατά κύριο λόγο άρχισε στα χρόνια μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο ζήλος, η πίστη και το παράδειγμα ακεραιότητας και επιμονής των πρώτων ιεραποστόλων που εκπαιδεύτηκαν στη Γαλαάδ δεν μπορεί να ξεχαστεί. Ως ένα μεγάλο βαθμό, η αύξηση που έφερε ο Θεός είχε ως θεμέλιο το επιμελές και, μερικές φορές, φαινομενικά άχαρο έργο που έκαναν. Αυτό αληθεύει στη Μαλαισία. Σκεφτείτε τους ακόλουθους ιεραποστόλους.
Ο Λες και η Μάργκαρετ Φρανκς: Ο αδελφός Φρανκς υπηρέτησε πρώτα στη Σιγκαπούρη και στη Μαλαισία ως επίσκοπος περιοχής. Αφού παντρεύτηκε, εκείνος και η Μάργκαρετ υπηρέτησαν επί πέντε χρόνια στην Κουάλα Λουμπούρ, όπου τώρα υπάρχουν τρεις ακμάζουσες εκκλησίες. Το 1962, έλαβαν καινούριο διορισμό για την Ταϊπίνγκ, έπειτα, έξι χρόνια αργότερα, για την περιφερειακή πόλη της Κουάλα Λουμπούρ, το Πέταλινγκ Τζάγια, για να βοηθήσουν να εξελιχτεί σε εκκλησία ο μικρός όμιλος που υπήρχε εκεί. Αυτό το πέτυχαν το 1974, και τώρα δυο ακμάζουσες εκκλησίες κηρύττουν τα καλά νέα σε αυτή την πόλη που διακρίνεται για την υλική της ευημερία. Το 1983, ο αδελφός και η αδελφή Φρανκς επέστρεψαν στη Νέα Ζηλανδία, όπου συνεχίζουν πιστά την ολοχρόνια υπηρεσία.—Βλέπε τη βιογραφία του Λες Φρανκς στο περιοδικό Η Σκοπιά, 15 Νοεμβρίου 1958, στην αγγλική.
Άλφρεντ και Θέλμα Βίκε: Ο αδελφός Βίκε υπηρέτησε πρώτα στη Σιγκαπούρη, έπειτα δυο χρόνια στην Πινάνγκ, πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Θέλμα υπηρέτησε μαζί του στην Πινάνγκ και στη Μαλάγια μετά το γάμο τους. Αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Αυστραλία για τα χρόνια που διήρκεσε ο πόλεμος, όπου συνέχισαν την ολοχρόνια υπηρεσία. Μετά την εκπαίδευση που πήραν στη Γαλαάδ έλαβαν νέο διορισμό το 1949 για τη Σιγκαπούρη και αργότερα για την Πινάνγκ. Ο αδελφός Βίκε υπηρέτησε στο γραφείο τμήματος από την ίδρυσή του το 1972, πρώτα ως υπηρέτης τμήματος, στη συνέχεια ως συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος, μέχρι που η υγεία της αδελφής Βίκε κλονίστηκε καθώς προσβλήθηκε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ, και χρειάστηκε να λάβουν νέο διορισμό, δηλαδή υπηρεσία Μπέθελ στην Αυστραλία. Εκεί, στο αναρρωτήριο του τμήματος η Θέλμα μπορεί να λαβαίνει καλύτερη φροντίδα.—Βλέπε την ενδιαφέρουσα βιογραφία του Άλφρεντ Βίκε στη Σκοπιά 1 Νοεμβρίου 1961.
Νόρμαν και Γκλάντις Μπελότι: Ο αδελφός και η αδελφή Μπελότι υπηρέτησαν στη Σιγκαπούρη, στην Κουάλα Λουμπούρ και στην Ίπο, και ύστερα επέστρεψαν στη Σιγκαπούρη για να αναλάβουν καθήκοντα στο γραφείο τμήματος. Μετά, υπηρέτησαν επί εφτά χρόνια ως ιεραπόστολοι στην Ινδονησία και αργότερα πήγαν στην Παπούα-Νέα Γουινέα. Στις αρχές του 1986, άρχισε η μάχη του αδελφού Μπελότι με μια θανατηφόρα ασθένεια, και τελικά, τον Απρίλιο του 1987, αυτός κοιμήθηκε στο θάνατο. Η αδελφή Μπελότι συνεχίζει σθεναρά, υπηρετώντας πιστά ως σκαπανέας στο διορισμό της στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας.
Μάικλ Φρίγκαρντ και Πίτερ Πράις: Το 1957 δυο Άγγλοι αδελφοί, που ακτινοβολούσαν υγεία και ζωντάνια, έφτασαν στο Κούχινγκ του Σαραβάκ αφού εκπαιδεύτηκαν στη Γαλαάδ. Επιτέλεσαν θαυμάσιο έργο εκεί επί δυο χρόνια προτού λάβουν νέο διορισμό για τη Μελάκα. Και οι δυο τελικά παντρεύτηκαν δυο ζηλώτριες Κινέζες αδελφές και συνέχισαν την ιεραποστολική υπηρεσία τους ώσπου έκαναν οικογένεια. Ο αδελφός Φρίγκαρντ ζει τώρα στην Αγγλία με την οικογένειά του, όπου υπηρετεί ως πρεσβύτερος σε μια εκκλησία στο Λονδίνο. Ο αδελφός και η αδελφή Πράις, αφού μεγάλωσαν οι γιοι τους, άρχισαν να υπηρετούν στο Μπέθελ της Αυστραλίας, όπου ο αδελφός Πράις έχει αναλάβει το Γραφείο Πληροφοριών για Νοσοκομεία.
Δέχτηκαν την Αλήθεια Καταβάλλοντας Ιδιαίτερες Προσπάθειες
Υπάρχει καταπληκτική ομοιότητα στον τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι αδελφοί και αδελφές στη Μαλαισία πήραν τη στάση τους υπέρ της αλήθειας. Είτε είχαν την πρώτη τους επαφή με την αλήθεια σε νεαρή ηλικία, συνήθως ενώ ακόμη πήγαιναν στο σχολείο, και αντιμετώπιζαν σοβαρή, βίαιη εναντίωση από την οικογένεια, είτε άρχιζαν να μελετούν με τους Μάρτυρες με εναντίωση από το σύζυγο, τη σύζυγο ή κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η εγκαρτέρηση σαν εκείνη του Χριστού έφερε καλά αποτελέσματα, και σταδιακά η εναντίωση μειώθηκε μέχρι που τελικά σταμάτησε εντελώς. Μερικοί από τους γονείς και τους γαμήλιους συντρόφους που εναντιώνονταν τόσο σκληρά στην αρχή είναι οι ίδιοι τώρα αφιερωμένοι Μάρτυρες.
Πολλά άτομα καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για να μάθουν την αλήθεια. Για παράδειγμα, ένας ειδικός σκαπανέας ήρθε σε επαφή με μια νέα γυναίκα που εργαζόταν ως υπηρέτρια πολλές ώρες κάθε μέρα, από το χάραμα μέχρι τα μεσάνυχτα σχεδόν. Ωστόσο, η υπηρέτρια αυτή ανέπτυξε τέτοια πείνα για την αλήθεια, που σε λίγο ζήτησε να γίνεται η μελέτη της τρεις φορές την εβδομάδα. Καθώς έκανε πνευματική πρόοδο, επιστράτευσε όλο το θάρρος της και ζήτησε από τον εργοδότη της άδεια από την εργασία της για να παρακολουθεί τις συναθροίσεις. Εκείνος της έδωσε την άδεια με την προϋπόθεση ότι δεν θα έμενε πίσω η εργασία της. Αυτό σήμαινε ότι για να είναι ελεύθερη τα βράδια των συναθροίσεων έπρεπε να δουλεύει πιο σκληρά και να χάνει ακόμη και το μεσημεριανό της γεύμα, και μετά, για να φτάσει στην Αίθουσα Βασιλείας στην ώρα της, έπρεπε να διανύσει περισσότερο από ένα χιλιόμετρο τρέχοντας. Σηκωνόταν στις 5:30 κάθε πρωί προκειμένου να έχει στη διάθεσή της μια ώρα για να μελετάει προτού αρχίσει την εργασία της. Πρόσφατα, άρχισε να συμμετέχει τακτικά στο κήρυγμα.
Μερικοί έμαθαν την αλήθεια με ασυνήθιστο τρόπο. Μια εμπειρία αφορά κάποια γυναίκα, μέλος μιας εκκλησίας Πεντηκοστιανών, η οποία βρήκε μια παλιά Αγία Γραφή σε ένα σκουπιδοτενεκέ. Ήταν μια μετάφραση στην οποία το όνομα του Ιεχωβά εμφανιζόταν στις Εβραϊκές Γραφές από την αρχή ως το τέλος. Όταν λοιπόν την επισκέφτηκε μια αδελφή μας και χρησιμοποίησε το όνομα του Ιεχωβά στη συζήτησή της, η γυναίκα δέχτηκε αμέσως την πρόταση για οικιακή Γραφική μελέτη. Τα υπόλοιπα μέλη της εκκλησίας της προσπάθησαν σκληρά να την αποτρέψουν από το να μελετάει με τους Μάρτυρες, αλλά εκείνη δεν ήθελε να πει στην αδελφή να σταματήσει να την επισκέπτεται. Αντίθετα, αποφάσισε να προσευχηθεί και να ζητήσει από τον Κύριο να σταματήσει τη μελέτη. Τα υπόλοιπα μέλη της εκκλησίας της ανέπεμπαν παρόμοιες προσευχές. Αυτές οι προσευχές δεν έφεραν αποτέλεσμα και η αδελφή μας συνέχισε να την επισκέπτεται.
Η ενδιαφερόμενη άρχισε τώρα να αναρωτιέται αν οι προσευχές των Μαρτύρων του Ιεχωβά και ο Θεός τους, ο Ιεχωβά, είχαν μεγαλύτερη δύναμη από ό,τι οι δικές της προσευχές και ο δικός της Θεός. Συνέχισε λοιπόν τη μελέτη της και ήταν ευχαριστημένη με τις λογικές απαντήσεις που λάβαινε στις πολλές ερωτήσεις της. Παράλληλα όμως, συνέχιζε να πηγαίνει στην εκκλησία της, επειδή είχε βαθιά ανάμειξη με τη γλωσσολαλιά. Ομολογούσε όμως ότι κάθε φορά που μιλούσε μια άλλη γλώσσα στην εκκλησία την έπιανε κατάθλιψη επειδή αμέσως αισθανόταν τόσο κουρασμένη και εξαντλημένη. Μετά άρχιζε να έχει φοβερούς πονοκεφάλους, συμπεριφερόταν σαν να είχε πιει και έκανε εμετούς. Ακόμη και όταν προσευχόταν στο σπίτι, η γλώσσα της πρόφερε ανεξέλεγκτα λέξεις που δεν μπορούσε να καταλάβει. Έπειτα, άρχισε να βλέπει τις νύχτες οράματα, υποτίθεται με τον Ιησού, και αυτό τη φόβισε πάρα πολύ.
Όταν έμαθε, με τη βοήθεια του βιβλίου Πώς να Συζητάτε Λογικά από τις Γραφές, ότι τα οράματα που έβλεπε δεν ήταν με τον Ιησού αλλά αναμφίβολα με πονηρά πνεύματα, αποφάσισε, όταν θα είχε ξανά παρόμοια προβλήματα, να φωνάξει δυνατά το όνομα του Ιεχωβά. Έτσι, στην επόμενη συνάθροιση των Πεντηκοστιανών, όταν οι άλλοι υμνολογούσαν «Αινείτε τον Κύριο!» εκείνη φώναζε «Αινείτε τον Ιεχωβά!» Προς έκπληξή της, ενώ όλοι οι άλλοι άρχισαν να μιλάνε γλώσσες, δεν συνέβη το ίδιο και με εκείνη. «Τι κάνω εγώ εδώ πέρα;» αναρωτήθηκε τότε. «Είναι ολοφάνερο ότι δεν είναι αυτή η αληθινή θρησκεία». Από εκείνη τη μέρα και έπειτα δεν ξαναπήγε ποτέ στην Εκκλησία των Πεντηκοστιανών και τώρα είναι μια βαφτισμένη ευαγγελιζόμενη των καλών νέων.
Μια άλλη εμπειρία αφορά μια Καθολική κυρία που σημείωνε καλή πρόοδο στη Γραφική μελέτη που έκανε με τους Μάρτυρες. Αυτή εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα όταν έμαθε ότι η Τριάδα είναι ειδωλολατρική δοξασία. Ο τοπικός ιερέας την επισκέφτηκε και αξίωσε να σταματήσει τη μελέτη της με τους Μάρτυρες, και αντί για αυτό να παρευρίσκεται στις Γραφικές συζητήσεις που γίνονταν στην Καθολική Εκκλησία. Η κυρία αυτή του είπε ότι μάθαινε από την Αγία Γραφή πράγματα που δεν είχε ακούσει ποτέ στην εκκλησία. Μετά του είπε: «Εντάξει, αν σταματήσω να μελετάω με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, θα έρχεσαι να με διδάσκεις την Αγία Γραφή μια φορά την εβδομάδα;» Αυτός απάντησε έξαλλος από θυμό: «Νομίζεις ότι εσύ είσαι τόσο σπουδαία που εγώ, ο ιερέας, θα πρέπει να έρχομαι ως εδώ κάθε εβδομάδα για να σε διδάσκω την Αγία Γραφή;» Η συζήτηση τότε συνεχίστηκε σε ιδιαίτερα ζωηρό τόνο καθώς η γυναίκα άρχισε να κάνει στον ιερέα ερωτήσεις για Γραφικά θέματα χωρίς αυτός να μπορεί να τις απαντήσει. Στο τέλος, έκανε μια ανίσχυρη απόπειρα να αποδείξει ότι σήμερα κανείς δεν μπορεί να παραμένει πραγματικά προσκολλημένος στο Λόγο του Θεού, λέγοντας τα εξής: «Αν θέλεις να ακολουθείς την Αγία Γραφή δεν πρέπει να τρως ρύζι [πράγμα που κάνουν οι περισσότεροι Μαλαίοι]. Ο Ιησούς έτρωγε ψωμί ή ρύζι;» Αντί όμως να εντυπωσιαστεί, η χαμένη ενορίτισσά του ανταπάντησε: «Αυτό είναι το πιο ανόητο επιχείρημα που άκουσα ποτέ στη ζωή μου». Τότε ο ιερέας αναπήδησε από την καρέκλα του και γεμάτος βιασύνη έφυγε από το σπίτι της. Αυτή η ειλικρινής πρώην Καθολική συνεχίζει να προοδεύει καλά στην οικιακή Γραφική μελέτη της και τώρα έχει κόψει όλους τους δεσμούς της με την εκκλησία.
Το Προσωπικό του Μπέθελ Αυξάνεται Καθώς το Τμήμα Επεκτείνεται
Όταν το 1972 το γραφείο στην Πινάνγκ έπαψε να λειτουργεί ως αποθήκη εντύπων υπό την επίβλεψη του τμήματος της Σιγκαπούρης και άρχισε να λειτουργεί ως γραφείο τμήματος για όλη τη Μαλαισία, υπήρχαν μόλις 200 ευαγγελιζόμενοι. Έτσι, ο Άλφρεντ και η Θέλμα Βίκε είχαν τη δυνατότητα να φροντίζουν για το γραφείο και παρ’ όλα αυτά να αφιερώνουν μέρος του χρόνου τους στην υπηρεσία αγρού ως ιεραπόστολοι. Καθώς ο αριθμός των ευαγγελιζομένων αυξανόταν, αυξανόταν και η ποσότητα των εργασιών διοικητικού χαρακτήρα και άλλα καθήκοντα στο γραφείο τμήματος. Από το 1972 και έπειτα η οικογένεια Μπέθελ έχει αυξηθεί και τώρα αποτελείται από δέκα μέλη.
Η διευθέτηση για την Επιτροπή του Τμήματος άρχισε να λειτουργεί το 1976, και η επιτροπή την οποία είχε αρχικά διορίσει το Κυβερνών Σώμα αποτελούνταν από τον Λες Φρανκς, τον Ρόμπερτ Κούναρντ και τον Άλφρεντ Βίκε, ο οποίος υπηρετούσε ως συντονιστής. Τα μέλη της επιτροπής αργότερα αυξήθηκαν σε τέσσερα, τα οποία σήμερα είναι ο Ρόμπερτ Κούναρντ, ο Φου Τσι Κανγκ, ο Κοχ Τσάι Σενγκ και ο Νγκ Χοκ Σιου. Ο αδελφός Κοχ και η σύζυγός του είχαν παρακολουθήσει την 73η τάξη της Γαλαάδ το 1982 και διορίστηκαν ξανά στη Μαλαισία στο έργο περιοχής. Όταν ο αδελφός Βίκε αντιλήφθηκε ότι, όπως προβλεπόταν, στο μέλλον θα έπρεπε να εγκαταλείψει την υπηρεσία του στη Μαλαισία λόγω της επιδείνωσης που παρουσίαζε η υγεία της αδελφής Βίκε, προσκλήθηκαν στην οικογένεια Μπέθελ ο αδελφός και η αδελφή Κοχ. Αργότερα, ο αδελφός Κοχ διορίστηκε μέλος της Επιτροπής του Τμήματος. Κατόπιν, όταν τον Οκτώβριο του 1989 ο αδελφός και η αδελφή Βίκε έφυγαν από τη Μαλαισία και επέστρεψαν στην Αυστραλία, ο αδελφός Κοχ διορίστηκε συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος.
Η Αλήθεια Εξαπλώνεται στο Σαμπάχ και στο Σαραβάκ
Το ιστορικό του έργου στη Μαλαισία δεν θα ήταν πλήρες αν δεν μνημονεύαμε την υπομονετική εγκαρτέρηση και τις επιμελείς προσπάθειες που κατέβαλαν τα τελευταία 35 χρόνια πολλοί αδελφοί και αδελφές, άτομα αξιοσημείωτης πίστης, για το κήρυγμα των καλών νέων στην Ανατολική Μαλαισία. Όπως μπορούμε να δούμε στο χάρτη, η Θάλασσα της Νότιας Κίνας χωρίζει γεωγραφικά τη Μαλαϊκή Χερσόνησο από την Ανατολική Μαλαισία που απαρτίζεται από τις πολιτείες Σαμπάχ και Σαραβάκ, οι οποίες βρίσκονται στη βόρεια και βορειοδυτική ακτή του μεγάλου νησιού Βόρνεο.
Και τα δυο αυτά μέρη έχουν να προσφέρουν πολλά μοναδικά πράγματα στους τουρίστες που τα επισκέπτονται. Ένα φημισμένο χαρακτηριστικό του Σαμπάχ είναι το ύψους 4.000 και πλέον μέτρων βουνό Κιναμπαλού. Το Σαραβάκ, από την άλλη πλευρά, το οποίο κάποτε ήταν γνωστό ως η Χώρα με τους Κυνηγούς Κεφαλών σήμερα φημίζεται για τα υπέροχα μακρόστενα σπίτια του. Αυτές οι επιμήκεις οικοδομές που στηρίζονται πάνω σε γερά δοκάρια κατασκευάζονται από σκληρό ξύλο και φοινικόφυλλα και συνήθως βρίσκονται στην όχθη ενός ποταμού στην άκρη της ζούγκλας. Κάθε μακρόστενο σπίτι αποτελείται από μια σειρά 40 και πλέον κατοικιών, που βρίσκονται η μια δίπλα στην άλλη κατά μήκος ενός κοινού διαδρόμου. Αυτό δίνει τη δυνατότητα σε πολλές οικογένειες να ζουν στο ίδιο μακρόστενο οίκημα.
Παλιά, στις αρχές της δεκαετίας του 1950 υπήρχαν δυο οικογένειες Μαρτύρων στο Σαμπάχ. Ζούσαν στην πρωτεύουσα, στο Τζέσελτον, που από τότε έχει μετονομαστεί σε Κότα Κιναμπαλού. Κατόπιν, το 1956, τρεις αφιερωμένοι αδελφοί από τις Φιλιππίνες ήρθαν στο Σαμπάχ με συμβόλαιο εργασίας και εγκαταστάθηκαν στο παραθαλάσσιο λιμάνι της Ταβάου. Οι σύζυγοί τους ήρθαν λίγο αργότερα. Μέσα σε λίγα χρόνια ήρθαν και άλλοι αδελφοί, από τις Φιλιππίνες, μαζί με τις οικογένειές τους, λόγω της κοσμικής εργασίας τους. Άρχισαν να δίνουν μαρτυρία σε άλλους και τελικά σχηματίστηκε μια εκκλησία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το 1963 υπήρχαν 28 ευαγγελιζόμενοι στην Ταβάου.
Επί 20 χρόνια και πλέον η εκκλησία χρησιμοποιούσε ως Αίθουσα Βασιλείας το σπίτι ενός από τους πρώτους αδελφούς που είχαν έρθει από τις Φιλιππίνες. Έπειτα, το 1983, εντόπισαν κάποιον άλλο χώρο συναθροίσεων στο δεύτερο όροφο ενός εμπορικού κτιρίου. Αν και η μετάβαση στην καινούρια τοποθεσία ήταν πολύ πιο εύκολη, η αίθουσα δεν είχε καλό εξαερισμό, με αποτέλεσμα να είναι φοβερά ζεστή—ιδιαίτερα στην εποχή των μουσώνων. Επίσης είχε πολύ θόρυβο και σκόνη από τα βουλκανιζατέρ και τα συνεργεία αυτοκινήτων που βρίσκονταν στον κάτω όροφο. Ευτυχώς, τον Ιανουάριο του 1985 βρήκαν ένα μεγάλο διώροφο σπίτι προς ενοικίαση. Στα χρόνια που πέρασαν η Εκκλησία Ταβάου συνέχισε να αυξάνεται πνευματικά και αριθμητικά και τώρα έχει 62 ευαγγελιζομένους.
Το 1984, ο αδελφός και η αδελφή Λούα που υπηρετούσαν ως ειδικοί σκαπανείς στη Μελάκα πήραν καινούριο διορισμό για την Εκκλησία Ταβάου. Η παρουσία τους στην εκκλησία καθώς και η σθεναρή ηγεσία που αναλάμβαναν στην υπηρεσία αγρού ήταν πραγματικό στήριγμα για την εκκλησία. Ο αδελφός Λούα μπόρεσε επίσης να υπηρετήσει ως αναπληρωτής επίσκοπος περιοχής στο Σαμπάχ σε διάφορες περιπτώσεις.
Μεγάλη ενθάρρυνση όμως για την Εκκλησία Ταβάου ήταν και άλλες δυο αφοσιωμένες σκαπάνισσες. Μια από αυτές είναι η αδελφή Γκαν Γιαμ Γουά που ήρθε ως σκαπάνισσα από τη Μαλαϊκή Χερσόνησο το 1985. Η άλλη είναι η αδελφή Βικτόρια Άικο που βαφτίστηκε το 1947 στις Φιλιππίνες. Το 1988 μετακινήθηκε από την Ταβάου στην επαρχιακή πόλη Κενίνγκαου, που είναι ένα από τα μέρη όπου οι αδελφοί έχουν χτίσει ιδιόκτητη Αίθουσα Βασιλείας. Αυτή η νεόχτιστη αίθουσα χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά για τον εορτασμό της Ανάμνησης το 1989 και αφιερώθηκε την 1η Ιουνίου εκείνου του έτους.
Η δεύτερη εκκλησία που ιδρύθηκε στο Σαμπάχ βρίσκεται στο Κότα Κιναμπαλού, όπου το έργο μαρτυρίας ξεκίνησε δειλά κατά τη δεκαετία του 1950. Σε αυτή την εκκλησία υπηρετούν τώρα 71 ευαγγελιζόμενοι και 6 σκαπανείς. Έτσι με αυτές τις δυο εκκλησίες και τους πέντε απομονωμένους ομίλους που βρίσκονται στις πόλεις Κενίνγκαου, Λαχάντ Ντάτου, Σαντάκαν και Κότα Μπελούντ, καθώς και στο νησί Λαμπούαν, το έργο έχει εδραιωθεί καλά στην πολιτεία Σαμπάχ. Το ανώτατο όριο των ευαγγελιζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των σκαπανέων, έχει τώρα ανέλθει στους 180.
Η γειτονική πολιτεία του Σαμπάχ, το Σαραβάκ, μοιάζει σε πολλά με το Σαμπάχ. Και αυτή έχει πέντε απομονωμένους ομίλους. Έχει όμως τρεις εκκλησίες—η μια από τις οποίες έχει χτίσει μάλιστα δική της Αίθουσα Βασιλείας.
Τόσο το Σαμπάχ όσο και το Σαραβάκ τα επισκέφτηκαν πρώτη φορά επίσκοποι περιοχής από τη Σιγκαπούρη στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Κατόπιν, δυο νεαροί Άγγλοι ιεραπόστολοι από την 28η τάξη της Γαλαάδ, ο Μάικλ Φρίγκαρντ και ο Πίτερ Πράις, διορίστηκαν στο Κούχινγκ, την πρωτεύουσα του Σαραβάκ. Έφτασαν εκεί τον Οκτώβριο του 1957 και ίδρυσαν έναν ιεραποστολικό οίκο. Πήραν βίζα για ένα χρόνο και την ανανέωσαν χωρίς κανένα πρόβλημα και για τον επόμενο χρόνο. Αλλά η αίτηση που έκαναν για νέα παράταση απορρίφτηκε χωρίς καμιά εξήγηση και έτσι, με βαριά καρδιά, αναγκάστηκαν να φύγουν από το Σαραβάκ το Νοέμβριο του 1959. Ο νέος διορισμός τους ήταν η Μελάκα όπου θα συνέχιζαν το ιεραποστολικό τους έργο.
Ωστόσο, μετά τη δίχρονη παραμονή τους στο Κούχινγκ, κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους τον πυρήνα μιας εκκλησίας με 25 άτομα να παρακολουθούν τις τακτικές συναθροίσεις που διεξάγονταν στον ιεραποστολικό οίκο και αρκετούς επίσης από εκείνους με τους οποίους μελετούσαν να συμμετέχουν τακτικά στην υπηρεσία αγρού. Τον καιρό που έμειναν στο Σαραβάκ μεταφράστηκε στη γλώσσα ιμπάν το φυλλάδιο Η Μόνη Ελπίδα του Ανθρώπου για Ειρήνη (Man’s Only Hope for Peace) και στη συνέχεια τυπώθηκε από την Εταιρία. Το φυλλάδιο διανεμήθηκε ευρέως στην περιοχή του ποταμού Ράτζανγκ και στα απομονωμένα μέρη που βρίσκονται στο εσωτερικό της πολιτείας, όπου η ιμπάν είναι η μόνη γλώσσα που καταλαβαίνουν και μιλάνε οι άνθρωποι.
Η μετάφραση έγινε από τον Ελίαμπ Μπάγιανγκ, πατέρα μιας μεγάλης οικογένειας από τη φυλή Ίμπαν, αλλιώς Νταγιάκ της Θάλασσας, ο οποίος έμαθε την αλήθεια από έναν ιεραπόστολο. Όταν ο Ελίαμπ Μπάγιανγκ πέθανε, πρόβλεψε στη διαθήκη του να κληροδοτήσει ένα πολύ ωραίο οικόπεδο στην Εκκλησία Κούχινγκ. Τώρα, σε εκείνη την τοποθεσία ορθώνεται μια όμορφη Αίθουσα Βασιλείας.
Έτσι, το έργο της Βασιλείας συνεχίζει επίσης να αυξάνει σταθερά στο Σαραβάκ. Οι εκκλησίες βρίσκονται στο Κούχινγκ, στο Μίρι και στο Σίμπου, και οι πέντε απομονωμένοι όμιλοι βρίσκονται στο Μπιντούλου, στο Σρι Αμάν, στο Σαρικέι, στο Κάπιτ και στο Νάνγκα Μεντάμιτ. Σε ολόκληρη την πολιτεία υπάρχουν τώρα 167 ευαγγελιζόμενοι και 16 σκαπανείς που υπηρετούν πιστά.
Η Συγκομιδή Πολύτιμων Ανθρώπων Συνεχίζεται
Πράγματι, στη Μαλαισία, σε αυτό το χωνευτήρι πολιτισμών, η συγκομιδή πολύτιμων ανθρώπων είναι ήδη μεγάλη. Ο προφήτης Αγγαίος έγραψε τα εξής κάτω από έμπνευση: ‘Πρέπει να έρθουν τα επιθυμητά πράγματα από όλα τα έθνη’. (Αγγαίος 2:7, ΜΝΚ) Φυσικά, η αναλογία των ευαγγελιζομένων σε σχέση με τον πληθυσμό εξακολουθεί να είναι πάρα πολύ χαμηλή, περίπου 1 ευαγγελιζόμενος της Βασιλείας ανά 13.500 ανθρώπους, αλλά το τέλος δεν έχει έρθει ακόμη, και περιμένουμε με ενδιαφέρον να δούμε τι θα κάνει ακόμη ο Ιεχωβά πριν από το ξαφνικό ξέσπασμα της μεγάλης θλίψης.
Στο μεταξύ, η γεμάτη ζήλο ομάδα των 1.391 Μαρτύρων που τώρα υπηρετούν σε 36 εκκλησίες και ομίλους σε όλη την έκταση του μαγευτικού αυτού τομέα θα συνεχίσουν με τη βοήθεια του Ιεχωβά να διαδίδουν τα καλά νέα, προκειμένου να βρεθούν πολύ περισσότεροι πολύτιμοι άνθρωποι ακόμη.
[Υποσημείωση]
a Βλέπε τη βιογραφία του αδελφού Σέγουελ στη Σκοπιά 1 Νοεμβρίου 1988.
[Πίνακας στη σελίδα 252]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΜΑΛΑΙΣΙΑ
Μέσοι Όροι Σκαπανέων
211
66
30
17
6
1958 1960 1970 1980 1992
Ανώτατα Όρια Ευαγγελιζομένων
1.391
514
168
80
32
1958 1960 1970 1980 1992
[Χάρτης στη σελίδα 208]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΜΑΛΑΙΣΙΑ
Πρωτεύουσα: Κουάλα Λουμπούρ
Επίσημες Γλώσσες: Μπαχάζα και Αγγλική
Κύρια Θρησκεία: Ισλαμισμός
Πληθυσμός: 18.687.000
Γραφείο Τμήματος: Κελάνγκ
ΜΑΛΑΙΣΙΑ
ΜΑΛΑΪΚΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ
Πινάνγκ
Ίπο
ΠΕΡΑΚ
Κουάλα Λουμπούρ
Κελάνγκ
Πορθμός της Μελάκα
ΤΑΫΛΑΝΔΗ
Σιγκαπούρη
ΣΟΥΜΑΤΡΑ
[Χάρτης]
ΜΑΛΑΙΣΙΑ
Κότα Κιναμπαλού
ΜΠΡΟΥΝΕΪ
ΣΑΜΠΑΧ
ΣΑΡΑΒΑΚ
Ποταμός Ράτζανγκ
Κούχινγκ
Θάλασσα της Νότιας Κίνας
ΦΙΛΙΠΠΙΝΕΣ
ΒΟΡΝΕΟ
[Εικόνα στη σελίδα 213]
Ο Τεντ Σέγουελ και η σύζυγός του, η Ίζαμπελ. Ο Τεντ βοήθησε στην εξάπλωση των καλών νέων στα τέλη της δεκαετίας του 1930
[Εικόνα στη σελίδα 216]
Ο Τζορτζ Πάουελ εργάστηκε στην αποθήκη της Σιγκαπούρης από το 1939 μέχρι το 1941
[Εικόνες στη σελίδα 220]
Το περίφημο Ξενοδοχείο Ραφλς στη Σιγκαπούρη, όπου ο Μίλτον Χένσελ και ο Νάθαν Νορ ανακοίνωσαν, στην πρώτη επίσκεψή τους εκεί το Μάρτιο του 1947, ότι επρόκειτο να έρθουν απόφοιτοι της Γαλαάδ
[Εικόνα στη σελίδα 221]
Το 1956, ο αδελφός Νορ επισκέφτηκε τρίτη φορά τη Σιγκαπούρη. Μαζί του ήταν ο Ντον Άνταμς, από το προσωπικό των κεντρικών γραφείων
[Εικόνα στη σελίδα 222]
Ο Νιλ Κρόκετ και ο Τζέιμς Ράου φτάνουν στην Κουάλα Λουμπούρ της Μαλάγια το 1951 για να αρχίσουν τον ιεραποστολικό τους διορισμό
[Εικόνες στη σελίδα 224]
Ο Άλφρεντ και η Θέλμα Βίκε με τον Λόιντ Μπάρι, δεξιά, ο οποίος υπηρετούσε ως επίσκοπος ζώνης τον Αύγουστο του 1956. Στο φόντο το παλιό κινεζικό σχολείο που χρησιμοποιούσαν για τις συναθροίσεις στην Πινάνγκ
Ο Άλφρεντ και η Θέλμα Βίκε το 1989
[Εικόνα στη σελίδα 225]
Για τη διάδοση των καλών νέων χρησιμοποιούνταν μοτοποδήλατα, τα λεγόμενα Σάικλμαστερς. Η Θέλμα Βίκε, το 1951, έτοιμη να ξεκινήσει μια μέρα κηρύγματος στη Σιγκαπούρη
[Εικόνα στη σελίδα 226]
Από αριστερά, η Λι Σιου Τσαν, η Γκρέις Σιναπιλάι και η Νγκ Γιουν Τσιν, απόφοιτες της 31ης τάξης της Γαλαάδ το 1958, οι οποίες βοήθησαν στη διάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας
[Εικόνα στη σελίδα 227]
Ο Νόρμαν και η Γκλάντις Μπελότι, ιεραπόστολοι από το 1949, εδραίωσαν ένα «ορμητήριο» της Βασιλείας στην Κουάλα Λουμπούρ. Αργότερα υπηρέτησαν στην Ινδονησία και στην Παπούα-Νέα Γουινέα
[Εικόνα στη σελίδα 228]
Ο Λες Φρανκς υπηρέτησε ως περιοδεύων επίσκοπος, και μετά το γάμο του με τη Μάργκαρετ, υπηρέτησαν και οι δυο στην Κουάλα Λουμπούρ και στο Πέταλινγκ Τζάγια
[Εικόνα στη σελίδα 230]
Η Αίθουσα Βασιλείας και ο ιεραποστολικός οίκος όπου έμεναν ο αδελφός και η αδελφή Μπελότι στην Ίπο το 1960
[Εικόνες στις σελίδες 236, 237]
Το γραφείο τμήματος και ο Οίκος Μπέθελ στην Κελάνγκ, 30 χιλιόμετρα από την Κουάλα Λουμπούρ
[Εικόνα στη σελίδα 236]
Μερικές Αίθουσες Βασιλείας στεγάζονται μέσα σε πολυώροφα κτίρια, όπως αυτό στην Κουάλα Λουμπούρ
[Εικόνα στη σελίδα 243]
Οι ιεραπόστολοι που υπηρετούσαν στη Σιγκαπούρη και στη Μαλαισία συγκεντρωμένοι έξω από τον τόπο διεξαγωγής της Συνέλευσης Περιφερείας του 1958, Θείο Θέλημα, στη Σιγκαπούρη
[Εικόνα στη σελίδα 250]
Ο Ντάγκλας Κινγκ, στο κέντρο, που υπηρετούσε ως επίσκοπος ζώνης, σε μια επίσκεψή του στους ιεραποστόλους Πίτερ Πράις και Μάικλ Φρίγκαρντ το 1959
[Εικόνα στη σελίδα 251]
Η Επιτροπή του Τμήματος. Από αριστερά, ο Νγκ Χοκ Σιου, ο Φου Τσι Κανγκ, ο Ρόμπερτ Κούναρντ και ο Κοχ Τσάι Σενγκ