Δημοκρατία του Κονγκό (Μπραζαβίλ)
Ο τίτλος «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς» έλαμπε στο εξώφυλλο του μοβ βιβλίου μέσα στο ανοιγμένο δέμα. Ο Ετιέν απόρησε. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι το δέμα προοριζόταν για εκείνον. Η διεύθυνση έφερε το όνομά του—Ετιέν Νκούνκου, επικεφαλής σχεδιαστής σε κρατική υπηρεσία στην Μπάνγκι, στη Γαλλική Ισημερινή Αφρική. Αλλά ο ίδιος δεν είχε παραγγείλει το βιβλίο, και η διεύθυνση αποστολέα—Η Σκοπιά στην Ελβετία—δεν του έλεγε τίποτα. Ούτε που φανταζόταν ότι η Βιβλική αλήθεια, όπως εξηγούνταν σε εκείνο το βιβλίο, επρόκειτο να αλλάξει τη ζωή του. Αυτή η αλήθεια θα ελευθέρωνε επίσης χιλιάδες Αφρικανούς συμπατριώτες του από την ψεύτικη θρησκεία, τις φυλετικές προκαταλήψεις και τον αναλφαβητισμό. Θα προστάτευε πολλούς ώστε να μην παρασυρθούν από την επικείμενη πολιτική ευφορία και την απογοήτευση που επακολούθησε. Θα εμφυσούσε πεποίθηση και ελπίδα στη διάρκεια τραυματικών γεγονότων. Επιπλέον, θα ενέπνεε θεοφοβούμενους ανθρώπους να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους για να βοηθήσουν άλλους. Αυτή η εξιστόρηση θα αποδειχτεί υποκινητική και ενθαρρυντική για εσάς. Προτού, όμως, μάθουμε τι έκανε στη συνέχεια ο Ετιέν, ας εξετάσουμε μερικές κατατοπιστικές πληροφορίες σχετικά με την αφρικανική χώρα την οποία αποκαλούσε πατρίδα του.
Μια δεκαετία πριν από την ξακουστή αποστολή του Χριστόφορου Κολόμβου στην Αμερική το 1492, Πορτογάλοι ναυτικοί υπό τον Ντιόγκο Κάο έφτασαν στην εκβολή του ποταμού Κόνγκο στην κεντρική Αφρική. Δεν γνώριζαν ότι το νερό του ποταμού που έβρεχε το πλοίο τους είχε διανύσει χιλιάδες χιλιόμετρα προτού καταλήξει στον ωκεανό.
Οι Πορτογάλοι συνάντησαν τους ιθαγενείς, οι οποίοι ανήκαν στο ακμάζον βασίλειο του Κονγκό. Επί εκατοντάδες χρόνια έπειτα από αυτό, οι Πορτογάλοι και άλλοι Ευρωπαίοι έμποροι αγόραζαν ελεφαντόδοντο και σκλάβους από Αφρικανούς που ζούσαν κατά μήκος της ακτής. Χρειάστηκε να φτάσουν τα τέλη του 19ου αιώνα για να επιχειρήσουν οι Ευρωπαίοι να εισέλθουν στην ενδοχώρα. Ένας από τους πιο διακεκριμένους άντρες που εξερεύνησαν την περιοχή ήταν ο Πιέρ Σαβορνιάν ντε Μπραζά, αξιωματικός του γαλλικού ναυτικού. Το 1880 ο Μπραζά υπέγραψε συνθήκη με έναν ντόπιο βασιλιά, καθιστώντας τα εδάφη βόρεια του ποταμού Κόνγκο γαλλικό προτεκτοράτο. Αργότερα, η περιοχή αποτέλεσε τη Γαλλική Ισημερινή Αφρική, με πρωτεύουσα την Μπραζαβίλ.
Σήμερα η Μπραζαβίλ είναι η πρωτεύουσα και η μεγαλύτερη πόλη της χώρας που τώρα ονομάζεται Δημοκρατία του Κονγκό. Η πόλη βρίσκεται στην όχθη του ποταμού Κόνγκο. Μετά την Μπραζαβίλ, ο ποταμός ρέει με ορμή πάνω από ογκώδεις και απόκρημνους βράχους για μεγάλο μέρος της απόστασης των 400 χιλιομέτρων μέχρι τη θάλασσα, εκεί όπου ο Κάο αγκυροβόλησε το πλοίο του στο εξερευνητικό του ταξίδι. Από την Μπραζαβίλ μπορείτε να αντικρίσετε στην απέναντι όχθη του ποταμού την Κινσάσα, την πρωτεύουσα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Επειδή και οι δύο χώρες υιοθέτησαν το όνομα του ποταμού, είθισται να αποκαλούνται Κονγκό (Μπραζαβίλ) και Κονγκό (Κινσάσα).
Τα ορμητικά ρεύματα και οι καταρράκτες που υπάρχουν μετά την Μπραζαβίλ καθιστούν αδύνατη την πλοήγηση στον ποταμό μέχρι τον Ατλαντικό. Ωστόσο, μια σιδηροδρομική γραμμή συνδέει την Μπραζαβίλ με την παραλιακή πόλη Πουάντ-Νουάρ. Οι περισσότεροι από τους κατοίκους του Κονγκό ζουν μέσα και γύρω από αυτά τα δύο κέντρα. Μολονότι υπάρχουν μερικές παραλιακές πόλεις και κωμοπόλεις λίγο βορειότερα, το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ζεστής και δασώδους χώρας είναι αραιοκατοικημένο.
Η Αλήθεια Αρχίζει να Ελευθερώνει Ανθρώπους
Ας επιστρέψουμε τώρα στην αφήγηση για τον Ετιέν. Το έτος κατά το οποίο έλαβε ταχυδρομικά το βιβλίο ήταν το 1947. Την ίδια κιόλας μέρα που το πήρε, ο Ετιέν διάβασε και συζήτησε τα πρώτα κεφάλαια με έναν γείτονά του. Και οι δύο αναγνώρισαν τη σφραγίδα της αλήθειας και αποφάσισαν να προσκαλέσουν μερικούς φίλους την επόμενη Κυριακή για να διαβάσουν μαζί το βιβλίο και να εξετάσουν τα εδάφια. Όσοι ήρθαν χάρηκαν με αυτά που έμαθαν και αποφάσισαν να συναντηθούν ξανά την επόμενη Κυριακή. Στη δεύτερη συνάντηση ήταν παρών ένας τελωνειακός ονόματι Ογκουστέν Μπαγιόν. Όπως ο Ετιέν, καταγόταν από την Μπραζαβίλ και έγινε και αυτός ζηλωτής στην εξάπλωση της αλήθειας που φέρνει πραγματική ελευθερία.
Την επόμενη εβδομάδα ο Ετιέν έλαβε δύο επιστολές. Η μία ήταν από κάποιον γνωστό του στο Καμερούν ο οποίος ήξερε ότι ο Ετιέν ενδιαφερόταν για τη θρησκεία. Του έγραφε ότι είχε στείλει το όνομα του Ετιέν στο γραφείο της Εταιρίας Σκοπιά στην Ελβετία. Η δεύτερη επιστολή, η οποία ήταν από την Ελβετία, έλεγε ότι είχε σταλεί στον Ετιέν ένα βιβλίο και τον παρότρυνε να το διαβάσει και να μοιραστεί τις σκέψεις του βιβλίου με την οικογένειά του και τους φίλους του. Περιείχε επίσης μια διεύθυνση στη Γαλλία από όπου θα μπορούσε να ζητήσει περισσότερες πληροφορίες. Τώρα ο Ετιέν κατάλαβε γιατί το βιβλίο είχε έρθει σε αυτόν. Σύντομα άρχισε να έχει τακτική αλληλογραφία με το γραφείο τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Γαλλία.
Λίγα χρόνια αργότερα, τόσο ο Ετιέν όσο και ο Ογκουστέν επέστρεψαν στην Μπραζαβίλ. Πριν από αυτό, όμως, ο Ετιέν έγραψε σε έναν γνωστό του στην Μπραζαβίλ ονόματι Τιμοτέ Μιεμουνουά, ο οποίος ήταν διευθυντής σε κάποια τεχνική σχολή. Το γράμμα του άρχιζε ως εξής: «Με χαρά σε πληροφορώ ότι ο δρόμος που ακολουθούσαμε δεν είναι ο δρόμος της αλήθειας. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν την αλήθεια». Ο Ετιέν στη συνέχεια εξηγούσε αυτά που είχε μάθει. Εσώκλειε επίσης το βιβλίο «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς». Ο Τιμοτέ ανταποκρίθηκε ευνοϊκά στο άγγελμα της Γραφής, όπως είχε ανταποκριθεί ο Ετιέν και ο Ογκουστέν. Αυτοί ήταν οι πρώτοι τρεις Κονγκολέζοι που δέχτηκαν τη Γραφική αλήθεια, και ο καθένας τους βοήθησε κατόπιν πολλούς άλλους να κάνουν το ίδιο.
Ο Τιμοτέ προσκαλούσε οικότροφους σπουδαστές της τεχνικής σχολής να παρευρίσκονται σε Γραφικές συζητήσεις τα βράδια. Έστειλε επίσης μια επιστολή ζητώντας επιπρόσθετα Γραφικά έντυπα. Τα μέλη του ομίλου άρχισαν να διεξάγουν συναθροίσεις και να κηρύττουν όσο καλύτερα μπορούσαν. Ορισμένοι σπουδαστές όπως ο Νοέ Μικουιζά και ο Σιμόν Μαμπουγιά αργότερα απόλαυσαν προνόμια επίβλεψης στην οργάνωση του Ιεχωβά.
Το 1950 ο Έρικ Κουκ, ένας ιεραπόστολος που ζούσε στη Νότια Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε), έκανε επισκέψεις για να ενθαρρύνει τους μικρούς ομίλους των ενδιαφερομένων στην Μπάνγκι και στην Μπραζαβίλ. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι ο αδελφός Κουκ δεν μιλούσε γαλλικά. Ο Ετιέν θυμάται: «Χρησιμοποιώντας το μικρό αγγλογαλλικό λεξικό του, αυτός ο ταπεινός και συμπαθητικός αδελφός έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να μας εξηγήσει το έργο κηρύγματος της Βασιλείας και τη θεοκρατική οργάνωση. Μερικές φορές έπρεπε να μαντέψουμε τι προσπαθούσε να πει».
Επιβάλλονται Περιορισμοί
Η επίσκεψη του αδελφού Κουκ έγινε πάνω στην ώρα, επειδή στις 24 Ιουλίου 1950, ο ύπατος αρμοστής των αποικιακών αρχών επέβαλε περιορισμούς στην εισαγωγή και στην κυκλοφορία όλων των εντύπων που εκδίδονταν από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Στη διάρκεια του επόμενου χρόνου, οι ευαγγελιζόμενοι στη Γαλλική Ισημερινή Αφρική έδωσαν μόνο έξι έντυπα, παρότι διεξάχθηκαν 468 δημόσιες συναθροίσεις. Το Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1952 εξέφραζε κατανόηση και συμπόνια για τους αδελφούς, αναφέροντας: «Φανταστείτε, αν μπορείτε, ότι βρισκόσασταν σε μια τεράστια περιοχή με 37 μόνο ευαγγελιζομένους της Βασιλείας διασκορπισμένους σε όλη τη χώρα. Ίσως να μην είχατε δει ποτέ άλλους δραστήριους μάρτυρες εκτός από τους λίγους που υπήρχαν στη γενέτειρά σας. Τα μόνα που ξέρατε για την αλήθεια και τη μέθοδο μαρτυρίας ήταν ό,τι είχατε διαβάσει στα έντυπα και στις λίγες επιστολές που είχε μπορέσει να σας στείλει η Εταιρία. [Αυτή ακριβώς] είναι η κατάσταση την οποία αντιμετωπίζουν οι αδελφοί στη γαλλοκρατούμενη Αφρική».
Αργότερα, ο Ζακ Μισέλ ήρθε από τη Γαλλία για να ενθαρρύνει τον όμιλο και να παράσχει περαιτέρω εκπαίδευση. Ο Νοέ Μικουιζά, ένας από τους σπουδαστές της τεχνικής σχολής, θυμάται ότι είχαν μια απορία. Ρώτησαν: «Απαγορεύεται να πίνουμε κρασί;» Τα μάτια όλων ήταν καρφωμένα στον αδελφό Μισέλ καθώς άνοιγε τη Γραφή του στο εδάφιο Ψαλμός 104:15. Αφού διάβασε αυτό το εδάφιο, ο Ζακ εξήγησε ότι το κρασί είναι δώρο από τον Θεό, αν και οι Χριστιανοί δεν πρέπει να πίνουν πολύ κρασί.
Οι νεοβαφτισμένοι αδελφοί στην Μπραζαβίλ έδιναν με ζήλο μαρτυρία σε άλλους. Τα σαββατοκύριακα περνούσαν τακτικά το ποτάμι για να κηρύξουν στην Κινσάσα. Το 1952 βαφτίστηκαν οι πρώτοι Κονγκολέζοι της νότιας πλευράς του ποταμού. Οι αδελφοί από την Μπραζαβίλ έκαναν πολλά για να βοηθήσουν τους αδελφούς στην Κινσάσα κατά τη διάρκεια εκείνων των πρώτων χρόνων. Αργότερα, οι ρόλοι θα αντιστρέφονταν.
Το Δεκέμβριο του 1954 οι αδελφοί οργάνωσαν μια συνέλευση στην Μπραζαβίλ. Τη συνέλευση παρακολούθησαν 650 άτομα, ενώ ο αριθμός αυτών που βαφτίστηκαν ήταν 70. Η αλήθεια ελευθέρωνε όλο και περισσότερους ανθρώπους από την ψεύτικη θρησκεία. Φυσικά, οι θρησκευτικοί ηγέτες του Χριστιανικού κόσμου δεν χαίρονταν για αυτό και προσπάθησαν να στρέψουν τις κρατικές αρχές εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Επειδή η αστυνομία νόμιζε ότι ο Τιμοτέ Μιεμουνουά ήταν ο αρχηγός των Μαρτύρων, τον καλούσαν συχνά στο τμήμα. Τον απειλούσαν και τον χτυπούσαν. Αυτό δεν τον αποθάρρυνε ούτε φόβισε τον υπόλοιπο λαό του Ιεχωβά στην Μπραζαβίλ. Το ενδιαφέρον για τη Γραφική αλήθεια συνέχισε να εξαπλώνεται.
Οι αρχές έλαβαν τότε περισσότερα μέτρα. Ο Τιμοτέ Μιεμουνουά και ο Ααρών Ντιαμονικά, ένας από τους πρώην σπουδαστές της τεχνικής σχολής που δέχτηκε την αλήθεια, ήταν και οι δύο δημόσιοι υπάλληλοι. Το 1955 η κυβέρνηση τους μετέθεσε σε απομακρυσμένες πόλεις στην ενδοχώρα. Ο Τιμοτέ στάλθηκε στην Τζαμπάλα και ο Ααρών στο Ιμπφόντο. Αυτή η προσπάθεια για αναχαίτιση του έργου κηρύγματος απέτυχε παταγωδώς. Οι αδελφοί στην Μπραζαβίλ συνέχισαν το γεμάτο ζήλο έργο τους, ενώ ο Τιμοτέ και ο Ααρών διάνοιξαν νέους τομείς και ίδρυσαν εκκλησίες στις νέες τους τοποθεσίες. Παρότι οι αδελφοί ήταν ζηλωτές, επιθυμούσαν διακαώς να έρθει βοήθεια από το εξωτερικό. Κάτι τέτοιο θα γινόταν σύντομα.
Το Μάρτιο του 1956 έφτασαν από τη Γαλλία οι πρώτοι τέσσερις ιεραπόστολοι: ο Ζαν και η Ιντά Σενιομπός μαζί με τον Κλοντ και τη Σιμόν Ντιπόν. Τον Ιανουάριο του 1957 ιδρύθηκε στην Μπραζαβίλ ένα γραφείο τμήματος, το οποίο θα είχε την ευθύνη για το έργο μαρτυρίας στη Γαλλική Ισημερινή Αφρική. Ο αδελφός Σενιομπός διορίστηκε υπηρέτης τμήματος. Σύντομα έπειτα από αυτό, συνέβη μια τραγωδία—η σύζυγος του Ζαν σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα ενώ το ζευγάρι επισκεπτόταν εκκλησίες στην περιοχή που τώρα ονομάζεται Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία. Ο Ζαν συνέχισε να υπηρετεί στο διορισμό του.
Κήρυγμα στην Ενδοχώρα
Στο μεταξύ ο Ογκουστέν Μπαγιόν είχε γίνει επίσκοπος περιοχής. Ο Ογκουστέν επισκεπτόταν χωριά μέσα στα πυκνά δάση, καθώς και καταυλισμούς Πυγμαίων στα βόρεια και στα δυτικά της χώρας. Επειδή περπατούσε πολύ συχνά και πολύ μακριά, έγινε γνωστός σε ολόκληρη την περιοχή ως ο Περιπατητής. Κατά καιρούς ο Ζαν Σενιομπός συνόδευε τον αδελφό Μπαγιόν. Ο Ζαν έμεινε έκπληκτος από το γεγονός ότι οι άνθρωποι στα βάθη των δασών του ισημερινού γνώριζαν για τον ερχομό τους. Τα τύμπανα είχαν μεταφέρει το εξής μήνυμα: «Ο Περιπατητής έρχεται μαζί με έναν λευκό».
Αυτές οι εκστρατείες έφεραν πολύ καλά αποτελέσματα. Προηγουμένως, οι άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι μόνο στο Κονγκό (Μπραζαβίλ) υπήρχαν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η παρουσία του αδελφού Σενιομπός και άλλων ιεραποστόλων, παράλληλα με τις προβολές της ταινίας Η Κοινωνία του Νέου Κόσμου εν Δράσει, απέδειξε το αντίθετο.
Η Γραφική αλήθεια συνέχισε να φτάνει σε χωριά στα βάθη της ενδοχώρας, ελευθερώνοντας ανθρώπους από πνευματιστικές συνήθειες και φυλετικές διαφορές. Πολλοί αδελφοί σε αυτές τις περιοχές ήταν αναλφάβητοι. Επειδή δεν είχαν ρολόγια, αποφάσιζαν πότε θα πήγαιναν στη συνάθροιση ανάλογα με τη θέση του ήλιου. Για να υπολογίζουν το χρόνο που δαπανούσαν στη διακονία αγρού, χρησιμοποιούσαν μικρά ξυλάκια. Κάθε φορά που μιλούσαν σε κάποιον, τύλιγαν ένα ξυλάκι με ένα μαντίλι. Τέσσερα ξυλάκια αντιστοιχούσαν σε μία ώρα. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούσαν να συμπληρώνουν την έκθεση υπηρεσίας αγρού στο τέλος κάθε μήνα. Στην πραγματικότητα, όμως, οι αδελφοί κήρυτταν πολύ περισσότερο από όσο ανέφεραν στην έκθεση, αφού η αλήθεια ήταν το κύριο θέμα των συζητήσεών τους με άλλους.
Νομικές Εξελίξεις και Πολιτικές Αλλαγές
Θυμηθείτε ότι το 1950 επιβλήθηκαν περιορισμοί στην εισαγωγή των εντύπων που παρήγαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Όπως έχουμε δει, αυτό δεν σταμάτησε το έργο μαθήτευσης. Απογοητευμένοι, οι κληρικοί του Χριστιανικού κόσμου διαμαρτυρήθηκαν στις κρατικές αρχές, ισχυριζόμενοι ψευδώς ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν κομμουνιστές. Ως αποτέλεσμα, μια Πέμπτη του 1956, δέκα αδελφοί συνελήφθησαν στις πέντε το πρωί. Η είδηση για τις συλλήψεις διαδόθηκε γρήγορα και οι θρησκευτικοί αντίπαλοι χάρηκαν. Η δίκη έλαβε χώρα την ίδια μέρα σε ένα δικαστήριο ασφυκτικά γεμάτο με αδελφούς που είχαν έρθει για να παρακολουθήσουν την ακροαματική διαδικασία.
Ο Νοέ Μικουιζά αφηγείται: «Κατά την ακροαματική διαδικασία αποδείξαμε ότι δεν ήμασταν κομμουνιστές αλλά Χριστιανοί, υπηρέτες του Θεού, οι οποίοι επιτελούσαν αυτό που είναι γραμμένο στο εδάφιο Ματθαίος 24:14. Ο δικηγόρος μας, ο οποίος είχε διαβάσει τα έντυπά μας, είπε στο δικαστήριο ότι, αν όλοι ήταν σαν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν θα υπήρχαν παραβάτες του νόμου. Το ίδιο απόγευμα απαγγέλθηκε η απόφαση: “Αθώοι”. Ενθουσιασμένοι, πήγαμε όλοι βιαστικά στα σπίτια μας για να αλλάξουμε ρούχα, επειδή εκείνο το βράδυ είχαμε συνάθροιση. Τα νέα της σύλληψής μας είχαν εξαπλωθεί παντού στην πόλη, και θέλαμε να ξέρουν όλοι ότι ήμασταν ελεύθεροι. Στη συνάθροιση ψάλαμε τους ύμνους της Βασιλείας όσο πιο δυνατά μπορούσαμε. Πολλοί που μας άκουσαν έμειναν εμβρόντητοι. Περίμεναν ότι θα βρισκόμασταν στη φυλακή».
Στις 15 Αυγούστου 1960, η Δημοκρατία του Κονγκό απέκτησε την ανεξαρτησία της. Ξέσπασε πολιτική βία. Ενώ ο κλήρος του Χριστιανικού κόσμου είχε ενεργή συμμετοχή σε αυτά τα γεγονότα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά συνέχισαν τη δραστηριότητά τους στο κήρυγμα. Το 1960, συνολικά 3.716 άτομα παρακολούθησαν μια συνέλευση περιοχής στην Μπραζαβίλ. Και στα βόρεια της χώρας επίσης συνέρρεαν άνθρωποι στις εκκλησίες των Μαρτύρων. Παραδείγματος χάρη, σε κάποια περιοχή όπου ζούσαν 70 ευαγγελιζόμενοι, σχεδόν χίλιοι άνθρωποι παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις.
Το Δεκέμβριο του 1961 οι Μάρτυρες καταχωρίστηκαν ως νομικό πρόσωπο με την ονομασία Λε Τεμουάν ντε Ζεοβά (Les Témoins de Jéhovah). Η νομική αναγνώριση έφερε πλεονεκτήματα, αλλά οι αδελφοί ήξεραν ότι ήταν ανόητο να βασίζονται πλήρως σε τέτοια μέσα. Ο αδελφός Σενιομπός αφηγείται τι συνέβη λίγο καιρό αργότερα: «Μια μέρα κλήθηκα να παρουσιαστώ ενώπιον ενός ανώτερου αξιωματικού της ασφάλειας, ο οποίος επέκρινε τη Χριστιανική μας ουδετερότητα. Απείλησε πως θα με απελάσει. Φοβήθηκα ότι ίσως θα πραγματοποιούσε την απειλή του, εφόσον είχε την εξουσία να το κάνει αυτό. Την επόμενη μέρα, όμως, πέθανε από καρδιακή προσβολή».
Ιεραποστολική Ζωή τη Δεκαετία του 1960
Το Φεβρουάριο του 1963 ήρθαν από την Αϊτή ο Φρεντ Λούκακ και ο Μαξ Ντανιλέικο. Αφού παντρεύτηκε, ο Φρεντ υπηρέτησε ως επίσκοπος περιοχής. Αρχικά, καθώς επισκεπτόταν τις εκκλησίες, δυσκολευόταν να διακρίνει ποια ήταν τα μέλη της κάθε οικογένειας. Ο Φρεντ θυμάται: «Δεν ήξερα ποιες ήταν οι σύζυγοι των πρεσβυτέρων και δεν μπορούσα να καταλάβω ποια ήταν τα παιδιά τους. Οι αδελφοί ακολουθούσαν το έθιμο που υπάρχει στην κεντρική Αφρική σύμφωνα με το οποίο οι γυναίκες διατηρούν το δικό τους όνομα όταν παντρεύονται και τα παιδιά παίρνουν το όνομα κάποιου συγγενή ή φίλου της οικογένειας.
»Την πρώτη βραδιά της επίσκεψης στην Αίθουσα Βασιλείας, διαπιστώσαμε ότι οι αδελφοί ήταν σιωπηλοί και διστακτικοί απέναντί μας. Όταν άρχισε η συνάθροιση, παρατηρήσαμε κάτι ασυνήθιστο. Οι αδελφοί και τα μεγαλύτερα αγόρια κάθησαν στο ένα μέρος της αίθουσας ενώ τα μικρότερα παιδιά με τις αδελφές κάθησαν στο άλλο. Το μέρος όπου κάθονταν οι αδελφοί ήταν γεμάτο όταν άρχισε η συνάθροιση, αλλά η πλευρά όπου κάθονταν οι αδελφές ήταν σχεδόν άδεια. Καθώς συνεχιζόταν η συνάθροιση, κατέφθασαν περισσότερες αδελφές έχοντας μαζί τα παιδιά τους και ισορροπώντας με χάρη πάνω στο κεφάλι τους Γραφές και βιβλία.
»Σηκώθηκα για να χαιρετήσω την εκκλησία και να συστήσω τη σύζυγό μου και τον εαυτό μου. Αφού τους καλωσόρισα θερμά, σταμάτησα, έστρεψα το βλέμμα μου στην πλευρά της αίθουσας όπου κάθονταν οι άντρες και είπα: “Αδελφοί, παρακαλώ διαθέστε δέκα λεπτά για να βρείτε τις συζύγους και τα παιδιά σας. Από εδώ και στο εξής, παρακαλώ να κάθεστε μαζί ως οικογένειες, όπως κάνει ο λαός του Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο”. Συμμορφώθηκαν ευχαρίστως».
Τα ταξίδια με τα δημόσια μέσα μεταφοράς είχαν επίσης τις δυσκολίες τους. Η σύζυγος του αδελφού Λούκακ, η Λία, θυμάται: «Χρειαζόταν να παίρνουμε στις αποσκευές μας μικρά ράντζα, κουνουπιέρα, κουβά, φορητά φίλτρα νερού, ρούχα, βιβλία, περιοδικά και Γραφικές ταινίες. Για να δείξουμε τις ταινίες φέρναμε ηλεκτρικά καλώδια, λάμπες, κινηματογραφικές μπομπίνες, τα κείμενα, μια μικρή γεννήτρια και ένα δοχείο βενζίνης. Όλα αυτά τα παίρναμε μαζί μας καθώς ταξιδεύαμε με φορτηγά της περιοχής. Για να βρούμε θέση στην καμπίνα του οδηγού, έπρεπε να είμαστε στο φορτηγό από τις 2:00 π.μ. Ειδάλλως, θα έπρεπε να καθήσουμε στην καρότσα κάτω από τον ήλιο, μαζί με ζώα, αποσκευές και πολλούς άλλους επιβάτες.
»Σε κάποια περίπτωση, ύστερα από ώρες πεζοπορίας στον καυτό ήλιο, διαπιστώσαμε επιστρέφοντας ότι είχαν εισβάλει μυρμήγκια στη μικρή καλύβα όπου μέναμε. Είχαν σκαρφαλώσει σε έναν κουβά, και με τα σώματά τους έκαναν γέφυρα για να φτάσουν σε ένα μικρό κουτί μαργαρίνης το οποίο άδειασαν τελείως. Εκείνο το βράδυ, το δείπνο μας ήταν φρυγανιές και μισή κονσέρβα σαρδέλες ο καθένας. Παρότι ήμασταν κουρασμένοι και νιώθαμε λίγη αυτολύπηση, πήγαμε για ύπνο, ενώ απέξω οι αδελφοί σιγοτραγουδούσαν ύμνους της Βασιλείας δίπλα στη φωτιά. Τι γλυκός και όμορφος τρόπος για να αποκοιμηθούμε!»
Πιστοί Ιεραπόστολοι και Ντόπιοι Πρεσβύτεροι
Από το 1956 μέχρι το 1977, πάνω από 20 ιεραπόστολοι υπηρέτησαν στο Κονγκό (Μπραζαβίλ). Παρότι η ζωή δεν ήταν πάντοτε εύκολη για αυτούς, ο καθένας συνέβαλε σημαντικά στο έργο κηρύγματος της Βασιλείας. Παραδείγματος χάρη, όλοι όσοι υπηρέτησαν ως υπηρέτες τμήματος ήταν συγχρόνως και ιεραπόστολοι. Όταν ο αδελφός Σενιομπός επέστρεψε στη Γαλλία το 1962, ο Λάρι Χολμς διορίστηκε να επιβλέπει το έργο κηρύγματος. Αφότου ο Λάρι και η σύζυγός του η Όντρεϊ άφησαν την ιεραποστολική υπηρεσία το 1965, υπηρέτης τμήματος έγινε ο αδελφός Λούκακ.
Πολλοί ντόπιοι αδελφοί αποτέλεσαν επίσης έξοχα παραδείγματα στην ανάληψη ηγεσίας. Όταν εφαρμόστηκε η διευθέτηση για την Επιτροπή Τμήματος το 1976, το Κυβερνών Σώμα διόρισε τρεις αδελφούς: τον Τζακ Γιόχανσον και τον Πάλε Μπιέρ, οι οποίοι ήταν ιεραπόστολοι, καθώς και τον Μαρσελέν Νγκολό, έναν ντόπιο αδελφό.
Ο Ογκουστέν Μπαγιόν—ο Περιπατητής—παρακολούθησε την 37η τάξη της Γαλαάδ το 1962. Μετά την αποφοίτηση πήγε στην Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία, όπου σχεδόν 15 χρόνια νωρίτερα είχε διαβάσει το βιβλίο «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς». Έπειτα από κάποιο διάστημα, ο Ογκουστέν παντρεύτηκε, απέκτησε παιδιά και επέστρεψε στην Μπραζαβίλ, όπου παραχώρησε το σπίτι του για να διεξάγονται Χριστιανικές συναθροίσεις. Αργότερα, δώρισε μέρος του οικοπέδου του για να χτιστεί εκεί Αίθουσα Βασιλείας, πράγμα που έγινε αργότερα.
Τόσο ο Ογκουστέν Μπαγιόν όσο και ο Τιμοτέ Μιεμουνουά έχουν πεθάνει τώρα. Πριν από το θάνατό του, ο Τιμοτέ κατέγραψε μερικές από τις εμπειρίες του. Ολοκλήρωσε την αφήγησή του παραθέτοντας το εδάφιο Εβραίους 10:39: «Εμείς . . . δεν είμαστε από εκείνους που οπισθοχωρούν για καταστροφή, αλλά από εκείνους που έχουν πίστη για τη διατήρηση της ψυχής ζωντανής». Ο Ετιέν Νκούνκου, ένας από τους πρώτους τρεις που δέχτηκαν την αλήθεια στο Κονγκό, πλησιάζει τώρα τα 90. Τι έξοχα παραδείγματα πιστής υπηρεσίας αποδείχτηκαν εκείνοι οι αδελφοί!
Περίοδος Δοκιμασίας
Τον Αύγουστο του 1970 η Δημοκρατία του Κονγκό υιοθέτησε μια κομμουνιστική μορφή διακυβέρνησης. Θυμηθείτε ότι, σε προηγούμενα χρόνια, οι αρχές παρενοχλούσαν τους αδελφούς κατηγορώντας τους πως ήταν κομμουνιστές. Τώρα που ανέλαβαν τον έλεγχο οι κομμουνιστές, οι νέες αρχές επέκριναν τους αδελφούς για το ότι δεν ήταν κομμουνιστές!
Για κάποιο διάστημα, όμως, η νέα κυβέρνηση δεν παρεμπόδισε το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Οι συνελεύσεις και οι συναθροίσεις διεξάγονταν ελεύθερα, και επιτράπηκε σε καινούριους ιεραποστόλους να μπουν στη χώρα. Τελικά, όμως, οι αδελφοί άρχισαν να νιώθουν τις συνέπειες του κομμουνιστικού καθεστώτος. Στην αρχή μερικοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν τους ιεραποστόλους ότι ήταν κατάσκοποι. Κατόπιν, στις 3 Ιανουαρίου 1977, το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά απαγορεύτηκε επίσημα. Οι ιεραπόστολοι απελάθηκαν ο ένας μετά τον άλλον, μέχρι που έμεινε μόνο ο Τζακ και η Λίντα Γιόχανσον. Σχετικά με εκείνη την περίοδο ο Τζακ λέει: «Αυτοί οι λίγοι μήνες που μείναμε μόνοι μας στο γραφείο τμήματος ήταν ίσως το διάστημα κατά το οποίο νιώσαμε να δοκιμάζεται αλλά και να ενισχύεται η πίστη μας πιο έντονα από οποτεδήποτε άλλοτε στην ιεραποστολική μας υπηρεσία. Υποπτεύονταν ότι ήμασταν κατάσκοποι της αμερικανικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Εχθροί της κυβέρνησης, περιλαμβανομένων και θρησκευτικών αρχηγών, συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν. Συνεπώς, γνωρίζαμε ότι διατρέχαμε μεγάλο κίνδυνο. Ωστόσο, βλέπαμε ότι το προστατευτικό χέρι του Ιεχωβά ήταν μαζί μας, και αυτό ενίσχυε την πίστη μας».
Ο Νοέ Μικουιζά προσέφυγε στον πρωθυπουργό ζητώντας του να επιτρέψει στον Τζακ και στη Λίντα να παραμείνουν στη χώρα. Η αίτηση απορρίφθηκε, και έτσι εκείνοι αναγκάστηκαν να φύγουν. Τα περιουσιακά στοιχεία του γραφείου τμήματος και οι Αίθουσες Βασιλείας κατασχέθηκαν, ενώ το ίδιο το γραφείο έκλεισε. Για μια σύντομη περίοδο, το γραφείο τμήματος της Γαλλίας ανέλαβε την εποπτεία του έργου κηρύγματος, αλλά αργότερα αυτή η ευθύνη μεταβιβάστηκε στο γραφείο τμήματος στην Κινσάσα.
Παρότι οι αδελφοί περιορίστηκαν με κάποιους τρόπους, δεν υπέστησαν το σφοδρό διωγμό που χρειάστηκε να υπομείνουν οι Μάρτυρες σε άλλες χώρες. Ωστόσο, κάποιοι αδελφοί φοβήθηκαν, και αυτό ήταν μεταδοτικό. Μολονότι οι αδελφοί εξακολούθησαν να διεξάγουν τις συναθροίσεις τακτικά, η διακονία από σπίτι σε σπίτι ουσιαστικά σταμάτησε. Ως εκ τούτου, το γραφείο τμήματος στην Κινσάσα έστειλε πρεσβυτέρους στην απέναντι πλευρά του ποταμού για να ενθαρρύνουν και να ενισχύσουν τους αδελφούς.
Ένας από αυτούς τους πρεσβυτέρους ήταν ο Αντρέ Κιτούλα. Τον Ιούνιο του 1981 άρχισε να επισκέπτεται τις 12 εκκλησίες της Μπραζαβίλ ως επίσκοπος περιοχής. Όταν επισκέφτηκε την πρώτη εκκλησία στην πόλη, παρατήρησε ότι οι αδελφοί παρακολούθησαν τη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας και τη Συνάθροιση Υπηρεσίας την Τρίτη. Ωστόσο, την Τετάρτη το πρωί κανένας ευαγγελιζόμενος δεν ήρθε στη συνάθροιση για υπηρεσία αγρού. Καθώς ο Αντρέ άρχισε να κηρύττει μόνος του, ένας οικοδεσπότης αναφώνησε: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν αυτοί που μας παρηγορούσαν, αλλά τώρα έχουν εξαφανιστεί!»
Ενόσω ο Αντρέ συνέχισε να κηρύττει εκείνο το πρωί, συνάντησε έναν αδελφό ο οποίος είπε: «Έχουμε όλοι ξεσυνηθίσει να κηρύττουμε από σπίτι σε σπίτι». Αυτός ο αδελφός μίλησε τότε σε άλλους ευαγγελιζομένους για τη δράση του Αντρέ. Το απόγευμα αρκετές αδελφές ήρθαν στη συνάθροιση για υπηρεσία αγρού. Σύντομα το έργο από σπίτι σε σπίτι ξανάρχισε σε όλη την Μπραζαβίλ. Στα τρία χρόνια που ο Αντρέ και η σύζυγός του, η Κλεμαντίν, υπηρετούσαν εκεί, ούτε ένας αδελφός δεν συνελήφθη. Οι αδελφοί έξω από την πρωτεύουσα άκουσαν τι συνέβαινε. Συμπέραναν ότι, αν οι αδελφοί στην Μπραζαβίλ δεν φοβούνταν να πάνε από πόρτα σε πόρτα, ούτε και αυτοί είχαν λόγο να φοβούνται.
Ο Νταβίντ Ναγουεγί, ο οποίος υπηρετούσε τότε στο γραφείο τμήματος της Κινσάσα, εξηγεί γιατί ήταν ιδιαίτερα χαρούμενοι που έστειλαν βοήθεια στην απέναντι πλευρά του ποταμού, λέγοντας: «Οι αδελφοί από την Μπραζαβίλ ήταν αυτοί που εδραίωσαν την αλήθεια στην Κινσάσα. Αργότερα, όταν το κομμουνιστικό σύστημα εκεί επιβράδυνε τη δραστηριότητά τους, οι Μάρτυρες εδώ έσπευσαν σε βοήθεια των αδελφών. Επιβεβαιώθηκε η σοφή δήλωση του εδαφίου Εκκλησιαστής 4:9, 10: “Καλύτερα είναι οι δύο παρά ο ένας, επειδή αυτοί έχουν καλή ανταμοιβή για τη σκληρή εργασία τους. Διότι αν πέσει ο ένας, ο άλλος μπορεί να σηκώσει το σύντροφό του.” Στην περίπτωσή μας, οι αδελφοί μπορούσαν να πουν: “Δύο Κονγκό είναι καλύτερα από ένα”».
Συνέχισαν Εντατικά εν Μέσω Πολιτικών Αλλαγών
Το έτος 1991 έφερε αναταραχές και αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό. Το Κονγκό (Μπραζαβίλ) πέρασε από το μονοκομματικό σύστημα στο πολυκομματικό. Αν και επικρατούσε ευφορία στους δρόμους, οι αδελφοί είχαν κατά νου τα προειδοποιητικά λόγια που βρίσκονται στο εδάφιο Ψαλμός 146:3, το οποίο δηλώνει: «Μη θέτετε την εμπιστοσύνη σας σε ευγενείς ούτε σε γιο χωματένιου ανθρώπου, από τον οποίο δεν υπάρχει σωτηρία». Προτού περάσει πολύς καιρός, αυτή η δήλωση αποδείχτηκε αληθινή.
Παρ’ όλα αυτά, οι πολιτικές αλλαγές απέφεραν οφέλη για το λαό του Ιεχωβά. Στις 12 Νοεμβρίου 1991, ο υπουργός εσωτερικών εξέδωσε ένα διάταγμα το οποίο ήρε την απαγόρευση που είχε επιβληθεί στη δράση των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Οι Αίθουσες Βασιλείας που είχαν κατασχεθεί επιστράφηκαν, όχι όμως και το κτίριο του πρώην γραφείου τμήματος, το οποίο συνεχίζει να βρίσκεται υπό την κατοχή της Προεδρικής Φρουράς μέχρι σήμερα. Τον Αύγουστο του 1992, οργανώθηκαν συνελεύσεις περιφερείας στην Μπραζαβίλ και στο Πουάντ-Νουάρ, οι πρώτες έπειτα από 15 χρόνια. Εκείνο το έτος ο αριθμός των Γραφικών μελετών ανήλθε σε 5.675, σχεδόν τετραπλάσιος του αριθμού των ευαγγελιζομένων!
Στο μεταξύ, η αποκαταστημένη νομική υπόσταση άνοιξε ξανά το δρόμο για την άφιξη ιεραποστόλων. Έγιναν διορισμοί ειδικών σκαπανέων οι οποίοι στάλθηκαν στα βόρεια, όπου οι περισσότεροι από αυτούς που παρακολουθούσαν τις συναθροίσεις ήταν αναλφάβητοι. Οι εκκλησίες στις πόλεις είχαν διδάξει με επιτυχία πολλούς να διαβάζουν και να γράφουν. Τώρα ήταν καιρός να ενταθούν οι προσπάθειες για να μάθουν περισσότεροι ανάγνωση και γραφή σε όλη τη χώρα.
Οι εκλογές του 1993 έφεραν άλλη μια αλλαγή στην κυβέρνηση. Η εκτεταμένη δυσαρέσκεια την οποία υποδαύλιζε η αντιπολίτευση έφερε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης επί αρκετές εβδομάδες. Οι ένοπλες συγκρούσεις, οι απεργίες, οι απαγορεύσεις της κυκλοφορίας, τα μπλόκα στους δρόμους και οι λεηλασίες έγιναν μέρος της καθημερινής ζωής. Οι άνθρωποι ήταν συγκλονισμένοι και απογοητευμένοι. Οι οικονομικές δυσκολίες συνεχίζονταν. Η ευφορία του 1991 είχε χαθεί.
Παράλληλα με την πολιτική αναταραχή, υπήρχαν και διαφυλετικά προβλήματα. Οι συγκρούσεις μεταξύ φυλών ανάγκασαν ορισμένους αδελφούς να μετακινηθούν σε ασφαλέστερες τοποθεσίες. Ως αποτέλεσμα, μερικές εκκλησίες έπρεπε να διαλυθούν. Στο μεταξύ, οι αδελφοί έδειξαν επανειλημμένα ότι η αλήθεια τούς είχε ελευθερώσει από το διαφυλετικό μίσος. Κατά τη διάρκεια του αναβρασμού οι αδελφοί βοήθησαν και προστάτεψαν ο ένας τον άλλον, άσχετα από τη φυλετική τους προέλευση. Πολλοί άνθρωποι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι μόνο ο Ιεχωβά μπορούσε να τους δώσει πραγματική ασφάλεια.
Το γραφείο τμήματος στην Κινσάσα παρείχε κατεύθυνση και ενθάρρυνση. Στα τέλη του 1996, επικρατούσε και πάλι ηρεμία στη χώρα, και ο αριθμός των ευαγγελιζομένων έφτασε τους 3.935. Πέντε ιεραπόστολοι υπηρετούσαν σε έναν ιεραποστολικό οίκο στην Μπραζαβίλ. Με την άφιξη δύο ακόμα ζευγαριών, ένας νέος ιεραποστολικός οίκος ιδρύθηκε στο Πουάντ-Νουάρ τον Απρίλιο του 1997.
Στο βόρειο τμήμα του ποταμού, στο Κονγκό (Μπραζαβίλ), η ζωή ήταν ήρεμη και το έργο κηρύγματος της Βασιλείας προόδευε ομαλά. Στο μεταξύ μαίνονταν συγκρούσεις στο γειτονικό Κονγκό (Κινσάσα). Καθώς ο πόλεμος πλησίαζε στην Κινσάσα, οι ιεραπόστολοι εκεί αναγκάστηκαν να φύγουν. Έτσι λοιπόν, στα τέλη Μαΐου, οι ιεραπόστολοι της Κινσάσα υπηρετούσαν με ζήλο στο πλευρό των συντρόφων τους στην Μπραζαβίλ και στο Πουάντ-Νουάρ. Κανένας δεν φανταζόταν τα τραυματικά γεγονότα που θα ακολουθούσαν μόλις λίγες μέρες αργότερα.
Ξεσπάει Εμφύλιος Πόλεμος
Ξαφνικά στις 5 Ιουνίου 1997, ξέσπασε πόλεμος στην Μπραζαβίλ. Υπήρχε διαμάχη μεταξύ των δυνάμεων που ήταν αφοσιωμένες στον τότε πρόεδρο και εκείνων που υποστήριζαν τον προηγούμενο. Το βαρύ πυροβολικό βομβάρδισε και κατέστρεψε τόσο την πόλη όσο και τα προάστια. Χιλιάδες πέθαναν. Παντού υπήρχαν σκορπισμένα πτώματα. Επικρατούσε πανικός. Ήταν δύσκολο να καθοριστούν οι διαχωριστικές γραμμές της μάχης. Η σταθερότητα που απολάμβανε η Μπραζαβίλ είχε συντριφτεί. Το πορθμείο για την Κινσάσα έκλεισε. Πολλοί άνθρωποι κατέφυγαν στο δάσος, ενώ άλλοι πήγαν με τα κανό τους σε νησάκια του ποταμού. Άλλοι προσπάθησαν να διασχίσουν τον ποταμό Κόνγκο μέχρι την Κινσάσα. Μολονότι διεξάγονταν μάχες κοντά στην Κινσάσα, τα πράγματα ήταν πιο ήπια σε σύγκριση με τη βία που υπήρχε στην Μπραζαβίλ.
Ο πόλεμος έφερε προβλήματα στους αδελφούς όπως και σε όλους τους άλλους, αλλά τι θετική επιρροή ασκούσε η αλήθεια στη διάνοια και στην καρδιά των υπηρετών του Θεού! Αυτοί είχαν πλήρη πεποίθηση στα λόγια των εδαφίων Ψαλμός 46:1, 2: «Ο Θεός είναι για εμάς καταφύγιο και ισχύς, βοήθεια που είναι εύκολο να βρεθεί σε καιρούς στενοχώριας. Γι’ αυτό, δεν θα φοβηθούμε ακόμη και αν η γη υποστεί αλλαγές και αν τα βουνά κλονιστούν και βρεθούν στην καρδιά της απέραντης θάλασσας».
Πολλοί αδελφοί κατάφεραν να φτάσουν στην Κινσάσα, όπου η Επιτροπή του Τμήματος διευθέτησε να τους δοθεί τροφή, στέγη και ιατρική φροντίδα. Οι οικογένειες στην Κινσάσα χαίρονταν καθώς περιέβαλλαν με την αγάπη τους τούς ομοπίστους τους από την Μπραζαβίλ και τους πρόσφεραν φιλοξενία.
Για να βοηθήσουν όσους δυσκολεύονταν να φύγουν, ορισμένοι αδελφοί παρέμειναν στην Μπραζαβίλ. Ο Ζαν Τεοντόρ Οτενί και η σύζυγός του, η Ζαν, η οποία ήταν τακτική σκαπάνισσα, συγκαταλέγονταν σε αυτούς. Τον Αύγουστο μια οβίδα έπεσε πάνω στο σπίτι τους, τραυματίζοντας σοβαρά τη Ζαν. Ο Ζαν Τεοντόρ τη μετέφερε εσπευσμένα στην Κινσάσα, αλλά ήταν πολύ αργά. Ο Ζαν Τεοντόρ θυμάται: «Η Ζαν είχε βαθιά αγάπη για τη διακονία μέχρι το τέλος. Μου έδωσε το σημειωματάριό της με τις διευθύνσεις και είπε: “Πρέπει να επισκεφτείς όλα τα άτομα με τα οποία μελετώ τη Γραφή επειδή έχουν μεγάλη σημασία για εμένα”. Την αγκάλιασα, και όταν κοίταξα το πρόσωπό της ξανά, είδα ότι ήταν νεκρή». Ο Ζαν Τεοντόρ, όπως και πολλοί άλλοι, συνέχισε να υπηρετεί με ζήλο τον Ιεχωβά έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στην υπόσχεση της ανάστασης.
Επειδή τα τακτικά δρομολόγια με φέριμποτ ανάμεσα στις δύο πρωτεύουσες είχαν διακοπεί, όσοι είχαν μικρές βενζινάκατους πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στους ανθρώπους που ήθελαν να φύγουν από την Μπραζαβίλ. Θαρραλέοι αδελφοί από την Μπραζαβίλ, περιλαμβανομένου του Λουί-Νοέλ Μοτουλά, του Ζαν-Μαρί Λουμπακί και του Σεμφοριέν Μπακεμπά, προσφέρθηκαν να ψάξουν για αγνοούμενους αδελφούς και να βοηθήσουν όσους βρίσκονταν ακόμα στην Μπραζαβίλ. Αυτό σήμαινε ότι θα αψηφούσαν τα δυνατά ρεύματα του ορμητικού ποταμού Κόνγκο προκειμένου να ερευνήσουν με μια μικρή βάρκα τις νησίδες και τις ακτές. Σήμαινε ότι θα έμπαιναν στην εμπόλεμη ζώνη στην Μπραζαβίλ, όπου οι ωμότητες συνεχίζονταν. Σήμαινε ότι θα διακινδύνευαν τη ζωή τους για χάρη των αδελφών τους.
Ο Σεμφοριέν, ο οποίος είχε μεγάλη πείρα στη διάπλευση του ποταμού, έκανε πολλές διαδρομές κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου. Μερικές φορές διέσχιζε τον ποταμό για να βοηθήσει εκείνους που είχαν παραμείνει στην Μπραζαβίλ. Μια φορά, παραδείγματος χάρη, πέρασε τον ποταμό φορτωμένος με δέκα σακιά ρύζι για κάποιους αδελφούς στην Μπραζαβίλ οι οποίοι ζούσαν με σχετική ασφάλεια. Ούτως ή άλλως, το να διασχίζει το ποτάμι ήταν δύσκολο, αλλά ήταν πολύ δυσκολότερο το να μεταφέρει το ρύζι στον προορισμό του χωρίς να του το αρπάξουν ληστές. Ανάμεσα στους επιβάτες του εκείνη τη φορά ήταν και κάποιος περιποιημένος κύριος ο οποίος ρώτησε τον Σεμφοριέν πού πήγαινε το ρύζι. Ο Σεμφοριέν εξήγησε τι έκανε, επωφελούμενος από την ευκαιρία για να μεταδώσει τη Γραφική του ελπίδα. Όταν η βάρκα έφτασε στην απέναντι όχθη, ο άνθρωπος αυτός συστήθηκε ως υψηλόβαθμος αξιωματούχος. Κάλεσε δύο στρατιώτες και τους έβαλε να φυλάνε το ρύζι μέχρι να βρει ο Σεμφοριέν ένα αυτοκίνητο για να το μεταφέρει στους αδελφούς.
Συνήθως, ο Σεμφοριέν περνούσε το ποτάμι για να βοηθήσει αδελφούς να φύγουν από την Μπραζαβίλ. Μια περίπτωση θα του μείνει αξέχαστη. Ο ίδιος θυμάται: «Τα ρεύματα στον ποταμό Κόνγκο είναι πολύ ισχυρά, αλλά οι περισσότεροι βαρκάρηδες ξέρουν πώς να κατευθύνουν τις βάρκες με ασφάλεια χωρίς να παρασύρονται προς τα επικίνδυνα, καταρρακτώδη σημεία. Φύγαμε από την Μπραζαβίλ με εφτά αδελφούς και πέντε άλλους επιβάτες. Καταμεσής του ποταμού, μείναμε από καύσιμα. Κάνοντας ελιγμούς καταφέραμε να φτάσουμε σε ένα νησάκι όπου δέσαμε τη βάρκα. Προς ανακούφισή μας, πέρασε μια μικρή βάρκα και ο βαρκάρης υποσχέθηκε να μας αγοράσει καύσιμα από την Κινσάσα και να επιστρέψει. Περιμέναμε ανήσυχοι μιάμιση ώρα μέχρι να επιστρέψει με τα καύσιμα».
Προτού περάσει πολύς καιρός, το γραφείο τμήματος της Κινσάσα φρόντιζε για περίπου 1.000 αδελφούς και αδελφές μαζί με τις οικογένειες και τους ενδιαφερομένους τους. Τον Οκτώβριο του 1997 οι εχθροπραξίες έπαψαν και οι πρόσφυγες άρχισαν να επιστρέφουν στην Μπραζαβίλ.
Όλοι οι ιεραπόστολοι που υπηρετούσαν στην Μπραζαβίλ και στο Πουάντ-Νουάρ είχαν φύγει εξαιτίας του πολέμου. Κάποιοι είχαν πάει στις πατρίδες τους, τη Βρετανία και τη Γερμανία, ενώ άλλοι είχαν πάει στο Μπενίν και στην Ακτή Ελεφαντοστού. Όταν επανήλθε σχετική ηρεμία, ορισμένοι επέστρεψαν στους διορισμούς τους στο Κονγκό (Μπραζαβίλ). Επίσης, διευθετήθηκε να έρθουν από τη Γαλλία, το Δεκέμβριο του 1998, τρία ζευγάρια και ένας άγαμος αδελφός. Ο Έντι και η Πάμελα Μέι, έμπειροι ιεραπόστολοι που υπηρετούσαν στο γραφείο τμήματος της Κινσάσα, μεταφέρθηκαν στην Μπραζαβίλ και δημιουργήθηκε ένας νέος ιεραποστολικός οίκος.
Ξεσπάει Ξανά Εμφύλιος Πόλεμος
Τον επόμενο χρόνο, ξέσπασε άλλος ένας εμφύλιος πόλεμος στην Μπραζαβίλ. Χιλιάδες πέθαναν για μια ακόμη φορά, περιλαμβανομένων και αρκετών Μαρτύρων. Οι περισσότεροι από τους ιεραποστόλους, οι οποίοι μόλις είχαν φτάσει, μεταφέρθηκαν σε ιεραποστολικούς οίκους στο γειτονικό Καμερούν. Αν και υπήρχαν έντονες φήμες ότι ο πόλεμος θα έφτανε ως την ακτή, στο Πουάντ-Νουάρ, τρεις ιεραπόστολοι κατάφεραν να παραμείνουν εκεί. Τελικά, το Μάιο του 1999, ο εμφύλιος πόλεμος τερματίστηκε.
Επειδή πάρα πολλοί Μάρτυρες είχαν αναγκαστεί να φύγουν, ο αριθμός των εκκλησιών στη χώρα μειώθηκε από 108 σε 89. Η Μπραζαβίλ έχει τώρα 1.903 ευαγγελιζομένους σε 23 εκκλησίες. Το Πουάντ-Νουάρ έχει 1.949 ευαγγελιζομένους σε 24 εκκλησίες. Κατά τη διάρκεια και των δύο εμφύλιων πολέμων, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά από άλλα μέρη παρείχαν υλική βοήθεια στους πνευματικούς αδελφούς και αδελφές τους. Ως συνήθως, τέτοια βοήθεια ωφέλησε επίσης άτομα που δεν ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Παρά τον πόλεμο, την πείνα, τις αρρώστιες και πολλές άλλες δυσκολίες, οι Μάρτυρες στο Κονγκό (Μπραζαβίλ) διατήρησαν έναν μέσο όρο 16,2 ωρών στην υπηρεσία αγρού. Τον Απρίλιο του 1999, καθώς ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος τελείωνε, το 21 τοις εκατό όλων των ευαγγελιζομένων βρισκόταν σε κάποια μορφή ολοχρόνιας υπηρεσίας.
Χαίρονται στην Αλήθεια
Οι πόλεμοι έχουν σπείρει τον όλεθρο στη χώρα, και την έχουν εξουθενώσει. Ήδη ένα έργο ανοικοδόμησης εξελίσσεται στην Μπραζαβίλ, αλλά απομένουν ακόμα πολλά να γίνουν. Ανάμεσα στα πιο σημαντικά προγράμματα οικοδόμησης είναι οι Αίθουσες Βασιλείας, όπου οι άνθρωποι μαθαίνουν τη Βιβλική αλήθεια. Το Φεβρουάριο του 2002, έγινε η αφιέρωση τεσσάρων Αιθουσών Βασιλείας, δύο στο Πουάντ-Νουάρ και δύο στην Μπραζαβίλ.
Σε ένα από αυτά τα προγράμματα αφιέρωσης στην Μπραζαβίλ, κάποιος ηλικιωμένος αδελφός περιέγραψε τι είχε συμβεί 15 χρόνια νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης. Οι αδελφοί είχαν σχεδιάσει να διεξαγάγουν μια μονοήμερη συνέλευση την 1η Ιανουαρίου σε ένα άδειο οικόπεδο. Πίστευαν ότι η συνέλευση θα μπορούσε να διεξαχθεί χωρίς διακοπή, επειδή οι άνθρωποι θα γιόρταζαν την πρωτοχρονιά. Ωστόσο, αφού τελείωσε το πρωινό πρόγραμμα, κατέφθασε η αστυνομία και διέλυσε τη συνέλευση. Ο αδελφός είπε: «Αφήσαμε το χώρο της συνέλευσης με δάκρυα στα μάτια. Σήμερα είμαστε ξανά εδώ στο ίδιο μέρος με τα μάτια μας γεμάτα δάκρυα. Αλλά αυτή τη φορά χύνουμε δάκρυα χαράς επειδή βρισκόμαστε εδώ για να αφιερώσουμε τη νεόχτιστη Αίθουσα Βασιλείας». Ναι, εκείνη η όμορφη καινούρια αίθουσα είχε κατασκευαστεί στο ίδιο οικόπεδο!
Έχουν περάσει πάνω από 50 χρόνια από τότε που το βιβλίο «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς» βοήθησε τον Ετιέν Νκούνκου, τον Ογκουστέν Μπαγιόν και τον Τιμοτέ Μιεμουνουά να γνωρίσουν την αλήθεια. Σε όλη αυτή την περίοδο, χιλιάδες άνθρωποι στο Κονγκό (Μπραζαβίλ) ακολούθησαν το δικό τους παράδειγμα πίστης και πολλοί άλλοι συνεχίζουν να το ακολουθούν, κάνοντας τις μελλοντικές προοπτικές να φαίνονται λαμπρές. Διεξάγονται περισσότερες από 15.000 Γραφικές μελέτες—τρεισήμισι φορές περισσότερες από τον αριθμό των ευαγγελιζομένων! Το 2003 οι παρόντες στην Ανάμνηση ανήλθαν σε 21.987. Στο τέλος του υπηρεσιακού έτους 2003, 4.536 ευαγγελιζόμενοι, περιλαμβανομένων και 15 ιεραποστόλων, εργάζονταν με ζήλο για να βοηθήσουν και άλλους να μάθουν την αλήθεια που θα τους ελευθερώσει.—Ιωάν. 8:31, 32.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 143]
Τα τύμπανα είχαν μεταφέρει το εξής μήνυμα: «Ο Περιπατητής έρχεται μαζί με έναν λευκό»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 144]
Επειδή δεν είχαν ρολόγια, οι αδελφοί αποφάσιζαν πότε θα πήγαιναν στη συνάθροιση ανάλογα με τη θέση του ήλιου
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 151]
«Πήγαμε για ύπνο, ενώ απέξω οι αδελφοί σιγοτραγουδούσαν ύμνους της Βασιλείας δίπλα στη φωτιά. Τι γλυκός και όμορφος τρόπος για να αποκοιμηθούμε!»
[Πλαίσιο στη σελίδα 140]
Συνοπτική Εικόνα του Κονγκό (Μπραζαβίλ)
Η χώρα: Η Δημοκρατία του Κονγκό βρίσκεται ανάμεσα στην Γκαμπόν, στο Καμερούν, στην Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία και στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Είναι μεγαλύτερη από τη Φινλανδία ή την Ιταλία. Μια παράκτια πεδιάδα εκτείνεται περίπου 60 χιλιόμετρα μέσα στην ενδοχώρα και κατόπιν δίνει τη θέση της σε οροπέδια με υψόμετρο πάνω από 800 μέτρα. Πυκνά δάση και μεγάλα ποτάμια καταλαμβάνουν το υπόλοιπο τμήμα της χώρας.
Οι κάτοικοι: Ο πληθυσμός, ο οποίος ξεπερνάει τα 3.000.000, αποτελείται από πολλές φυλές. Πυγμαίοι βρίσκονται στις δασώδεις περιοχές.
Η γλώσσα: Παρότι η επίσημη γλώσσα είναι η γαλλική, στις βόρειες περιοχές μιλιέται ευρέως η λινγκάλα. Στο νότο μιλιέται η μονοκουτούμπα.
Οι πόροι διαβίωσης: Οι στοιχειώδεις αγροκαλλιέργειες και το ψάρεμα σε γλυκό και αλμυρό νερό καλύπτουν τις βασικές ανάγκες. Τα δάση βρίθουν από άγρια ζώα, τα οποία αποτελούν εύκολη λεία για τους ικανούς κυνηγούς.
Η τροφή: Στα περισσότερα γεύματα προτιμάται η κασσάβα ή το ρύζι. Σερβίρονται με ψάρι ή κοτόπουλο καρυκευμένο με πικάντικες σάλτσες. Η πληθώρα των φρούτων περιλαμβάνει μάνγκο, ανανάδες, παπάγιες, πορτοκάλια και αβοκάντο.
Το κλίμα: Το κλίμα του Κονγκό είναι τροπικό, ζεστό και υγρό όλο το χρόνο. Υπάρχουν δύο ευδιάκριτες εποχές: η εποχή των βροχών, η οποία διαρκεί από το Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο, και η εποχή της ξηρασίας, από τον Ιούνιο μέχρι τον Οκτώβριο.
[Πίνακας/Γράφημα στη σελίδα 148, 149]
ΚΟΝΓΚΟ (ΜΠΡΑΖΑΒΙΛ)—ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
1940
1947: Το βιβλίο «Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς» κεντρίζει αρχικά το ενδιαφέρον.
1950: Ο ιεραπόστολος Έρικ Κουκ επισκέπτεται την Μπραζαβίλ. Οι αρχές επιβάλλουν περιορισμούς στα έντυπα που εκδίδουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
1956: Το Μάρτιο φτάνουν οι πρώτοι ιεραπόστολοι από τη Γαλλία.
1957: Τον Ιανουάριο ανοίγει το γραφείο τμήματος.
1960
1961: Ένα νομικό σωματείο καταχωρίζεται στις 9 Δεκεμβρίου, αν και οι περιορισμοί στα έντυπα συνεχίζονται επί έναν ακόμη χρόνο.
1977: Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τίθενται υπό απαγόρευση. Τα περιουσιακά στοιχεία του γραφείου τμήματος κατάσχονται και οι ιεραπόστολοι απελαύνονται.
1980
1981: Ο Αντρέ Κιτούλα βοηθάει στην αναζωπύρωση του έργου κηρύγματος στην Μπραζαβίλ.
1991: Ο υπουργός εσωτερικών αίρει την απαγόρευση. Αργότερα, οργανώνονται συνελεύσεις περιφερείας, οι πρώτες έπειτα από 15 χρόνια.
1993: Η κοινωνική και πολιτική αναταραχή οδηγεί τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
1997: Στις 5 Ιουνίου ξεσπάει εμφύλιος πόλεμος.
Οι ιεραπόστολοι φεύγουν. Το γραφείο τμήματος στην Κινσάσα κάνει διευθετήσεις για φαγητό, στέγη και ιατρική περίθαλψη για 1.000 πρόσφυγες.
1999: Ξεσπάει άλλος ένας εμφύλιος πόλεμος. Οι ιεραπόστολοι φεύγουν ξανά.
2000
2002: Το Φεβρουάριο γίνεται η αφιέρωση των πρώτων τεσσάρων νεόχτιστων Αιθουσών Βασιλείας.
2003: 4.536 ευαγγελιζόμενοι είναι δραστήριοι στο Κονγκό (Μπραζαβίλ).
[Γράφημα]
(Βλέπε έντυπο)
Σύνολο Ευαγγελιζομένων
Σύνολο Σκαπανέων
5.000
2.500
1940 1960 1980 2000
[Χάρτες στη σελίδα 141]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΦΡΙΚΑΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΚΑΜΕΡΟΥΝ
ΙΣΗΜΕΡΙΝΗ ΓΟΥΙΝΕΑ
ΓΚΑΜΠΟΝ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ
Ιμπφόντο
Τζαμπάλα
ΜΠΡΑΖΑΒΙΛ
Πουάντ-Νουάρ
Ποταμός Κόνγκο
ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ
ΚΙΝΣΑΣΑ
ΑΝΓΚΟΛΑ
[Ολοσέλιδη εικόνα στη σελίδα 134]
[Εικόνες στη σελίδα 138]
Μέλη μιας από τις πρώτες ομάδες μελέτης της Γραφής το 1949, από αριστερά προς τα δεξιά: Ζαν-Σετ Μουντσαμποτέ, Τιμοτέ και Οντίλ Μιεμουνουά και Νοέ Μικουιζά
[Εικόνα στη σελίδα 139]
Ετιέν Νκούνκου
[Εικόνα στη σελίδα 142]
Ο Ζαν Σενιομπός ταξίδεψε στην ενδοχώρα του Κονγκό, διασχίζοντας ποταμούς με φέριμποτ για να επισκεφτεί τις εκκλησίες
[Εικόνα στη σελίδα 147]
Ο Φρεντ και η Λία Λούκακ (κέντρο) με τους αδελφούς της εκκλησίας που συναθροιζόταν στο σπίτι του Ογκουστέν Μπαγιόν
[Εικόνα στη σελίδα 150]
Βάφτισμα στον Ατλαντικό Ωκεανό στο Πουάντ-Νουάρ
[Εικόνα στη σελίδα 152]
Ο Ογκουστέν Μπαγιόν—ο Περιπατητής—παρακολούθησε την 37η τάξη της Γαλαάδ, το 1962
[Εικόνα στη σελίδα 153]
Αυτό το κτίριο λειτουργούσε ως γραφείο τμήματος από το 1967 ως το 1977
[Εικόνα στη σελίδα 155]
Νοέ Μικουιζά
[Εικόνες στη σελίδα 158]
Λουί-Νοέλ Μοτουλά, Ζαν-Μαρί Λουμπακί και Σεμφοριέν Μπακεμπά