Επίσκοποι Επιβεβαιώνουν την Αγαμία—Γιατί;
Η ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΗ σύνοδος των επισκόπων του 1971 συνήλθε στην πόλι του Βατικανού από 30 Σεπτεμβρίου έως 5 Νοεμβρίου. Πολλοί Καθολικοί απέβλεπαν με εμπιστοσύνη στα όσα θα μπορούσε να επιτελέση αυτή η συγκέντρωσις των 210 περίπου επισκόπων και 40 άλλων ιερέων και λαϊκών. Αυτό ήταν φανερό από επικεφαλίδες σε Καθολικές εκδόσεις όπως: «Ελπίς για τη Σύνοδο.» «Θα μπορούσε η Σύνοδος να Εκπλήξη;» «Η Σύνοδος του 1971: Μια κλήσις για Υπηρεσία.» Ελέχθη επίσης, ότι «Η Ρωμαϊκή Σύνοδος του 1971 πρέπει να γίνη ο δείκτης μιας νέας εποχής.»
Πραγματοποιήθηκαν αυτές οι ελπίδες; Όχι, σύμφωνα με τις επικεφαλίδες που έκαμαν την εμφάνισί τους στις Καθολικές εκδόσεις στο τέλος της συνόδου: «Η Σύνοδος συνέτριψε τις προσδοκίες της.» «Η Σύνοδος μια Καταστροφή.» «Πηγαίνετε, και όχι πια άλλη Σύνοδο.» «Η Σύνοδος περιπλέχθηκε στη γραφειοκρατία της.» «Οι κληρικοί του Ιλλινόις ενοχλήθηκαν από την σύνοδο.» «Κιουγκ: Η Σύνοδος ήταν αποτυχία.»
Σύνοδος σημαίνει κατά λέξιν μια «συγκέντρωσις» θρησκευτικών ηγετών και με αυτήν την έννοια θα μπορούσε να λεχθή ότι η συγκέντρωσις των αποστόλων και των πρεσβυτέρων στην Ιερουσαλήμ το 49 μ.Χ. περίπου, για να εξετάσουν το ζήτημα της περιτομής, ήταν μια σύνοδος. (Πράξεις κεφάλαιο 15) Η διευθέτησις για τη συνάντησι αυτή των Ρωμαιοκαθολικών επισκόπων οφείλεται στο Β΄ Συμβούλιο του Βατικανού και σε προηγούμενες συνόδους που έγιναν το 1967 και το 1969. Αυτές οι σύνοδοι χαρακτηρίσθηκαν ως «η μεγαλύτερη διοικητική αλλαγή που έγινε από το δεύτερο Συμβούλιο του Βατικανού.» Για τη συγκέντρωσι αυτή ο Πάπας Παύλος έθεσε στην ημερησία διάταξι δυο σπουδαία ζητήματα: «Το Ιερατικό Λειτούργημα» και «Δικαιοσύνη στον Κόσμο.»
Ενώ οι Καθολικοί επίσκοποι και ιερείς έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον για τη σύνοδο αυτή, δύσκολα θα μπορούσε να λεχθή το ίδιο για τον μέσο Καθολικό, όπως το εξέφρασε ο εκδότης του περιοδικού Νάσιοναλ Κάθολικ Ρηπόρτερ: «Για να βάλωμε τα πράγματα στη θέσι τους, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι οι περισσότεροι Καθολικοί στον κόσμο ούτε γνωρίζουν ούτε ενδιαφέρονται για το αν εδώ [Ρώμη] λαμβάνη χώραν μια Οικουμενική Σύνοδος Επισκόπων. Αλλά δυστυχώς και εδώ έχετε την εντύπωσι ότι πολλοί από τους επισκόπους τρέφουν τα ίδια αισθήματα για τους ανθρώπους ‘που είναι έξω.’ Φαίνεται σαν να έχουν απομονώσει τον εαυτό τους.» Ένα άλλο εβδομαδιαίο περιοδικό, το Κόμμονγουηλ, ανέφερε σ’ ένα κύριο άρθρο του: «Σε πολλούς από τους αναγνώστες και φίλους μας, ξέρομε ότι μια συγκέντρωσις επισκόπων μοιάζει με μια συνέλευσι των εμπόρων του Έντσελ [Έντσελ είναι το όνομα ενός τύπου αυτοκινήτου που δεν κατασκευάζεται πλέον και το οποίο απεδείχθη ένα λάθος πολλών εκατομμυρίων δολλαρίων για την Εταιρία Φορντ].»
Το Σκάνδαλο της Αγαμίας
Το θέμα για το «Ιερατικό Λειτούργημα» είναι φανερό ότι περιείχε και το ζήτημα της αγαμίας. Εφόσον ο Πάπας Παύλος είχε μιλήσει τελευταία δυναμικά υπέρ της αγαμίας, ενόμισαν ότι δεν υπήρχε λόγος να εγερθή το ζήτημα αυτό στη σύνοδο. Όμως το σκάνδαλο που είχε δημιουργηθή ήταν ακόμα ανοιχτό ώστε να μη εγερθή το ζήτημα από μερικούς επισκόπους. Επί παραδείγματι, ένας Γάλλος ιερεύς με μια πολύ μικρή και πτωχή ενορία, ο οποίος απεβλήθη από την ιερωσύνη επειδή συζούσε με μια κοπέλλα της περιοχής του, ανέφερε ότι ο Αρχιεπίσκοπος της Ρουέν Μονσινιόρ Παλλιέ αγνοούσε παρόμοιες καταστάσεις όπου ιερείς από πλούσιες και σπουδαίες ενορίες συζούσαν με τις φιλενάδες τους.
Ιδιαιτέρως καλά πληροφορημένοι επί του ζητήματος ήσαν οι επίσκοποι των Ηνωμένων Πολιτειών, διότι μια σφιγμομέτρησις 6.000 επισκόπων και ιερέων, που έγινε από το Κέντρο Ερεύνης της Εθνικής Γνώμης, έδειξε ότι το 54% ήταν υπέρ της προαιρετικής αγαμίας. Σε μερικές χώρες της Λατινικής Αμερικής οι επίσκοποι απεφάσισαν να μη χάνουν τον καιρό τους σε συζητήσεις για την αγαμία, κι έτσι επιτρέπουν στους ιερείς των να νυμφεύωνται και να συνεχίζουν την υπηρεσία των όσο διάστημα δεν εγείρεται κάποια αντίρρησις από την κοινότητά των.
Και ο Ιησουίτης θεολόγος Τ. Μακένζυ λέγει: «Σε πολλές περιοχές, όπου πολλοί [ιερείς] δεν ζουν μια άγαμη ζωή, το ζήτημα της αγαμίας δεν θεωρείται παρά ως μια καθαρά μεγάλη υποκρισία. . . . Μερικοί διαβλέπουν την πιθανότητα ενός μεγάλου σκανδάλου στη μοιχεία και το διαζύγιο των κληρικών για λόγους που δεν είναι εύκολο να επιβεβαιωθούν, δεν βλέπουν το ίδιο σκάνδαλο στην παλλακεία των κληρικών.»
Κάτι που συντελεί στην ύπαρξι του «σκανδάλου» της αγαμίας είναι το ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία επιτρέπει δύο τουλάχιστον εξαιρέσεις. Έτσι οι Διαμαρτυρόμενοι κληρικοί, που μετεστράφησαν στη Ρωμαιοκαθολική θρησκεία, χειροτονήθηκαν ως ιερείς μολονότι ήσαν έγγαμοι. Προς το παρόν υπάρχουν περίπου εξήντα τέτοιοι ιερείς. Έπειτα πάλι το Βατικανό επιτρέπει στους ιερείς των εκκλησιών Ανατολικών ιεροτελεστιών—που έχουν το δικό τους τυπικό, αλλ’ αναγνωρίζουν την κυριαρχία του Πάπα—να νυμφεύωνται. Αυτό γίνεται επειδή τέτοιες εκκλησίες βρίσκονται σε χώρες όπου επικρατούν οι Ελληνικές ή Ρωσικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και οι οποίες επιτρέπουν στους κληρικούς των επισκοπών τους να νυμφεύωνται. Αυτό σημαίνει ότι στον καιρό της χειροτονίας ο ιερεύς αποφασίζει αν επιθυμή να νυμφευθή ή όχι. Το τίμημα που πληρώνει για τον γάμο του είναι ότι δεν μπορεί να αποβλέπη σε ανώτερα αξιώματα. Σχετικά μ’ αυτό, βέβαια, το Βατικανό είναι ασυνεπές, καθώς το κατηγορούν οι ηγέται του Ανατολικού τυπικού. Το ότι η στάσις του Βατικανού είναι μάλλον ζήτημα πολιτικής παρά τηρήσεως κάποιας αρχής μπορεί να διαπιστωθή από το γεγονός ότι το Βατικανό απαγορεύει στους ιερείς του Ανατολικού τυπικού να νυμφεύωνται αν υπηρετούν στις Δυτικές χώρες.
Φωνές που Αντιτίθενται στην Αγαμία
Είναι φανερό ότι το «σκάνδαλο» της αγαμίας δεν φαίνεται και τόσο μεγάλο στις διάνοιες των επισκόπων, διότι μόνο 10 απ’ αυτούς εψήφισαν υπέρ της προαιρετικής αγαμίας, 168 εψήφισαν υπέρ της τηρήσεως του κανόνος της αγαμίας, 21 εψήφισαν υπέρ αυτού με επιφυλάξεις και 3 δεν έλαβαν μέρος. Σε μια άλλη όμως ψηφοφορία πάνω από το ήμισυ εκείνων που δεν μένουν στο Βατικανό εψήφισαν να επιτρέπεται η χειροτονία εγγάμων ανδρών σε ειδικές περιπτώσεις. Συνολικά, εκείνοι που επιθυμούσαν να χειροτονούνται έγγαμοι άνδρες, ήσαν οι επίσκοποι που είναι γνωστοί μεταξύ των Καθολικών κύκλων ως εκπρόσωποι του «Τρίτου Κόσμου,» δηλαδή της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας. Σ’ αυτές τις χώρες υπάρχει ένας ιερεύς σε κάθε 4.000 Ρωμαιοκαθολικούς, ενώ στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχουν κατ’ αναλογίαν τέσσερες φορές περισσότεροι ιερείς, ήτοι ένας ιερεύς σε κάθε 1.000 ανθρώπους.
Μεταξύ των φωνών που ηγέρθησαν ώστε ο κανών της αγαμίας να γίνη πιο ελαστικός ήσαν αυτές:
«Τι είναι καλύτερο—να κηρύττεται το Ευαγγέλιο με τη βοήθεια εγγάμων ιερέων ή να μη κηρύττεται καθόλου;»—Καρδινάλιος Άλφρινκ πριμάτος της Ολλανδίας.
«Εμείς οι επίσκοποι δεν έχομε μόνο τη δύναμι να χειροτονούμε, έχομε το καθήκον να χειροτονούμε ιερείς σε επαρκείς αριθμούς ώστε να καλύπτωμε τις ανάγκες του Λαού του Θεού.»—Καρδινάλιος Σουένενς του Βελγίου.
«Θα ήταν επικίνδυνο να παραμείνωμε τόσο προκατειλημμένοι με την παρούσα πειθαρχία στην αγαμία ώστε να ριψοκινδυνεύσωμε τη διάβρωσι της ίδιας της ιερωσύνης μάλλον παρά να παραδεχθούμε έγγαμους άνδρες στις Άγιες Τάξεις.»—Επίσκοπος Αλεξάντερ Κάρτερ του Σωλτ Σαιντ Μαρί του Καναδά.
«Δεν θα έπρεπε η σύνοδος να λάβη υπ’ όψιν της το δικαίωμα των Χριστιανικών κοινοτήτων να έχουν ιερείς μάλλον παρά να εκθειάζεται η καταλληλότης της αγαμίας για την ιερωσύνη;» —Επίσκοπος Σάμουελ Λούις Γκωμαίν της Τσαντ της Κεντρικής Αφρικής.
Ο Τζων Γκραν Επίσκοπος του Όσλο της Νορβηγίας έφερε το επιχείρημα ότι η αγαμία θα πρέπη να γίνη προαιρετική για λόγους ανθρωπιστικούς όσο και ηθικούς. Είπε ότι πολλοί ιερείς ζουν «σε μια μοναξιά που είναι αξιολύπητη, ιδίως για τους νέους σε ηλικία.» Περαιτέρω ετόνισε το παράδειγμα των εγγάμων Λουθηρανών λειτουργών λέγοντας: «Οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους πάστορες φαίνεται . . . ότι δεν είναι καθόλου κατώτεροι από τους Καθολικούς ιερείς.»
Υπέρ της Αγαμίας και Πάλι—Γιατί;
Στο τέλος όμως οι επίσκοποι εψήφισαν συντριπτικά εναντίον της προαιρετικής αγαμίας. Η γνώμη των ήταν ότι η κατά 40 τοις εκατό πτώσις στις εγγραφές των σεμιναρίων και ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός των αποχωρούντων ιερέων—11.000 αποχωρήσαντες μεταξύ του 1963 και του 1969—δεν ωφείλετο στον κανόνα της αγαμίας. Μάλλον εθεώρησαν ότι αυτό ωφείλετο σε μια κρίσι της πίστεως από μέρους των ιερέων ότι, επί τέλους, μόνο μια μικρή μειονότης ιερέων περιελαμβάνετο και έχασε την πίστι της εξ αιτίας εξωτερικών παραγόντων, όπως η τηλεόρασις, οι εφημερίδες και τα περιοδικά.
Εκείνο που επηρέασε ειδικά τους επισκόπους να ψηφίσουν ακόμα και εναντίον των εξαιρέσεων υπέρ της αγαμίας σε ειδικές περιπτώσεις ήσαν τα επιχειρήματα του Καρδιναλίου Κονγουέη της Ιρλανδίας. Επέμεινε ότι δεν θα έπρεπε να επιτραπή στους ιερείς να νυμφεύωνται σε μια Ευρωπαϊκή χώρα και όχι σε μια άλλη· ότι δεν θα μπορούσαν να επιτρέψουν ένα τέτοιο πράγμα στις μακρυνές χώρες και να μη το επιτρέψουν επίσης στην Ευρώπη. Περαιτέρω προειδοποίησε ότι το να επιτραπή οποιοδήποτε ρήγμα στην αγαμία θα είχε ως αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή της. Επίσης προειδοποίησε ότι ήταν αναγκαίο να δοθή ένα τέλος στις ελπίδες που είναι πιθανόν να τρέφουν μερικοί ιερείς ή τρόφιμοι σεμιναρίων, ότι ίσως θα μπορούσε η αγαμία να γίνη προαιρετική.
Σχολιάζοντας αυτή την άποψι των συζητήσεων της συνόδου ένας Καθολικός εκδότης παρετήρησε: «Η Σύνοδος δεν πέρασε στις εξετάσεις. Και αυτό όχι. . . διότι. . . στην πραγματικότητα έκλεισε τη θύρα για τη χειροτονία εγγάμων ανδρών» αλλ’ εξ αιτίας του πολύ χαμηλού επιπέδου στα επιχειρήματά της. Όλοι εκυριαρχούντο από υποψία και φόβο: φόβο για τα επακόλουθα, . . . ακόμα φόβο ότι η αγιωσύνη της ιερωσύνης θα μπορούσε να ‘μιανθή’ από το γάμο, καθώς το έθεσε ένας επίσκοπος.»
Ο κανών της αγαμίας έγινε και πάλι δεκτός, επειδή οι επίσκοποι στο σύνολό τους έδειξαν ολοσχερή έλλειψι συμπαθείας για τους ιερείς που υπηρετούσαν στις επισκοπές των, το είδος της συμπαθείας που έδειξε ο Επίσκοπος Γκραν του Όσλο. Το γεγονός ότι το 72 τοις εκατό απ’ αυτούς ήσαν ηλικίας άνω των πενήντα ετών είχε κάποια σχέσι σχετικά μ’ αυτό. Επίσης αυτοί εστερούντο κατανοήσεως, οίκτου και συμπόνιας για τα εκατομμύρια των Καθολικών για τα οποία δεν υπάρχει παρά ένας ιερεύς σε 4.000 ανθρώπους. Πολύ μακρυά από τις καρδιές των υπήρξαν τα αισθήματα του Χριστού Ιησού ο οποίος ενεθάρρυνε τους ακολούθους του να προσεύχωνται για περισσοτέρους εργάτες στον θερισμό εξ αιτίας της αθλίας καταστάσεως του λαού του.—Ματθ. 9:36-38.
Ο Πάπας Παύλος δεν άφησε καμμιά αμφιβολία στις διάνοιες των επισκόπων του με τη θέσι που πήρε στο ζήτημα της αγαμίας. Επί πλέον αυτός παρακολουθούσε τακτικά τις συνεδριάσεις και σε κάθε εβδομαδιαία συνέντευξί του με τον τύπο εξέφραζε τα αισθήματά του ως προς τα αποτελέσματα των εργασιών της συνόδου. Και όταν ήλθε η στιγμή της ψηφοφορίας, ενώ ένας αριθμός από εξέχοντας επισκόπους ήθελε η ψηφοφορία να είναι ανώνυμη, ο πάπας επέμεινε να γνωρίζη τι εψήφισε ο καθένας.
Αλλά γιατί ο πάπας ετάχθη τόσο σθεναρά υπέρ της αγαμίας των ιερέων; Μήπως επειδή «αυτή είναι το πλέον υπέροχο κόσμημα στο ιερατικό στέμμα» και αυτό είναι που αναβιβάζει τους ιερείς επάνω από τον κοινό άνθρωπο; Μήπως επειδή είναι πιο οικονομικό και πιο εύκολο να συνεργάζεται κανείς με εργένηδες παρά με οικογενειάρχες; Ή μήπως αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα τη συνεχή είσοδο νέου αίματος στην ιερωσύνη; Ίσως· Ίσως.
Φόβος των Ανθρώπων, Όχι Φόβος του Θεού
Σε τελική όμως ανάλυσι πρέπει να λεχθή ότι οι επίσκοποι ετάχθησαν εκ νέου υπέρ της αγαμίας διότι φοβήθηκαν άνθρωπο και όχι τον Θεό. Και «ο φόβος του ανθρώπου στήνει παγίδα.» (Παροιμ. 29:25)a Αν οι επίσκοποι είχαν φοβηθή τον Θεό, τότε θα είχαν αφήσει τον εαυτό τους να καθοδηγηθή από τον Λόγο του Θεού. Κάτω από την διευθέτησι του Μωσαϊκού νόμου όχι μόνο επετρέπετο στους ιερείς να νυμφεύωνται, αλλά επεβάλλετο να νυμφεύωνται ώστε να μη εξαφανισθή το ιερατείο ως οικογένεια. Και μεταξύ των προφητών μόνο ο Ιερεμίας διετάχθη να μη νυμφευθή και να διάγη μια άγαμη ζωή, αυτό όμως ήταν μια ειδική περίπτωσις. Αυτό επρόκειτο να είναι ένα σημείο του φρικτού τέλους που ανέμενε το έθνος του.—Λευιτ. 21:1, 7, 13, 14· Ιερεμ. 16:2-4.
Και όταν έλθωμε στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές τι βρίσκομε εκεί; Είναι αλήθεια ότι ο Ιησούς ετόνισε ότι η αγαμία προς χάριν της βασιλείας του Θεού θα ήταν μια ιδανική κατάστασις, άλλα συγχρόνως απέκλεισε κάθε ιδέα αγάμου καταστάσεως με ευχή παρθενίας, λέγοντας: «Δεν δύνανται πάντες να δεχθώσι τον λόγον τούτον, αλλ’ εις όσους είναι δεδομένον. . . . Όστις δύναται να δεχθή τούτο, ας δεχθή.»—Ματθ. 19:10-12.
Ακόμα πιο ειλικρινείς είναι οι λόγοι του αποστόλου Παύλου: «Καλόν είναι εις τον άνθρωπον να μη εγγίση εις γυναίκα. Διά τας πορνείας όμως ας έχη έκαστος την εαυτού γυναίκα και εκάστη ας έχη τον εαυτής άνδρα. Λέγω δε προς τους αγάμους και προς τας χήρας, καλόν είναι εις αυτούς εάν μείνωσε καθώς και εγώ· αλλ’ εάν δεν εγκρατεύωνται, ας νυμφευθώσι· διότι καλύτερον είναι να νυμφευθώσι παρά να εξάπτωνται.»—1 Κορ. 7:1, 2, 8, 9.
Υπάρχουν επίσης και εμπνευσμένα λόγια που βρίσκονται εις Εβραίους 13:4: «Τίμιος έστω ο γάμος εις πάντας, και η κοίτη αμίαντος· τους δε πόρνους και μοιχούς θέλει κρίνει ο Θεός.» Είναι φανερό ότι αυτά τα λόγια δεν επιτρέπουν ούτε καν την ιδέα ότι ο γάμος θα ‘εμόλυνε’ τον διάκονο του Θεού, καθώς ισχυρίσθηκε ένας επίσκοπος!
Στη πραγματικότητα, έστω και αν ο Ιησούς έδειξε ότι η αγαμία είναι κάτι το ιδανικό για τη Χριστιανική διακονία, ο γάμος φαίνεται ότι ήταν ο κανών μεταξύ των αποστόλων, διότι ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Μη δεν έχομεν εξουσίαν να συμπεριφέρωμεν αδελφήν γυναίκα, ως και οι λοιποί απόστολοι, και οι αδελφοί του Κυρίου, και ο Κηφάς;» Ναι, είναι πολύ πιθανόν ότι όλοι οι απόστολοι εκτός από τον Παύλο ήσαν νυμφευμένοι.—1 Κορ. 9:5.
Και όχι μόνο με παραγγελία και παράδειγμα συνιστούν τον γάμο για τους Χριστιανούς διακόνους οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, αλλά δείχνουν ότι ένα από τα σημεία της αποστασίας είναι η απαγόρευσις του γάμου: «Το δε Πνεύμα ρητώς λέγει, ότι εν υστέροις καιροίς θέλουσιν αποστατήσει τινές από τις πίστεως, προσέχοντες εις πνεύματα πλάνης και εις διδασκαλίας δαιμονίων, διά της υποκρίσεως ψευδολόγων, εχόντων την εαυτών συνείδησιν κεκαυτηριασμένην, εμποδιζόντων τον γάμον.»—1 Τιμ. 4:1-3.
Είναι πράγματι αξιοσημείωτο ότι μάταια ψάχνει κανείς να βρη Γραφικές παραπομπές μεταξύ τόσο των Καθολικών όσο και των μη Καθολικών εκθέσεων για τις συζητήσεις της συνόδου ως προς το ζήτημα της προαιρετικής αγαμίας και της χειροτονίας εγγάμων ανδρών σε ειδικές περιπτώσεις. Αυτό θα μπορούσε πολύ καλά να συμβή, επειδή απουσίαζαν οι θεολόγοι. Ο διακεκριμένος Ελβετός θεολόγος Χανς Κιουνγκ παρεδέχθη ότι δεν υπήρχε τίποτε στις Γραφές ώστε η αγαμία να γίνη κανών: «Όλο και περισσότερο το διαπιστώνομε ότι είμεθα σε αντίθεσι με την ελευθερία που μας δόθηκε από τη Νέα Διαθήκη. Έχομε άραγε το δικαίωμα να το κάνωμε αυτό ένα διεθνή νόμο; Αυτό δεν είναι κάτι που το ήθελε ο Ιησούς.»—Δη Ώκλαντ Σταρ, 22 Σεπτεμβρίου 1971.
Σεις μήπως είσθε προσκολλημένος σε μια θρησκεία που συνηγορεί για διδασκαλίες που είναι φανερά και παραδεδεγμένα σε αντίθεσι με τον Λόγο του Θεού; Αυτό είναι ένα ζήτημα που χρειάζεται σοβαρή εξέτασι από όλους τους Καθολικούς οι οποίοι αληθινά επιθυμούν να είναι ευάρεστοι στον Δημιουργό τους.
[Υποσημειώσεις]
a Όλες οι παραθέσεις είναι από τη «Νέα Αμερικανική Βίβλο,» την τελευταία Ρωμαιοκαθολική Μετάφρασι.