Ο Μέγας Αλέξανδρος Εκπληρώνει Προφητεία
Τελευταίο Μέρος
Γεγονότα Μετά τη Συμπλήρωση της Κατάκτησης
Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ έκανε φιλόδοξα σχέδια να ξαναχτίσει τη Βαβυλώνα και να την κάνει πρωτεύουσά του, αλλά δεν κατάφερε ποτέ του να τα πραγματοποιήσει. Όπως είχε προφητέψει ο Δανιήλ, ο θάνατός του τερμάτισε τα σχέδια του. (Δανιήλ 8:8) Η αποτυχία υλοποίησης του φιλόδοξου σχεδίου του Αλέξανδρου να ξαναχτίσει τη Βαβυλώνα δεν οφείλεται απλώς στο γεγονός ότι πέθανε ξαφνικά από ελονοσία, που είχε επιδεινωθεί εξαιτίας της άσωτης ζωής του, πάνω στο άνθος της ηλικίας του στα 32 του χρόνια, το 323 π.Χ.· ο Ιεχωβά είχε αποφασίσει καιρό πριν ότι η Βαβυλώνα δεν θα ξαναχτιζόταν ποτέ.—Ιερεμίας 50:35-40.
Στη διάρκεια της σύντομης σταδιοδρομίας του, ο Αλέξανδρος παντρεύτηκε τη Ρωξάνη, την κόρη του βασιλιά της κατακτημένης Βακτριανής, και επίσης τη Στάτειρα, κόρη του Πέρση βασιλιά Δαρείου Γ΄. Με τη Ρωξάνη απέκτησε ένα γιο με το όνομα Αλέξανδρος. Και από κάποια Βαρσίνη απέκτησε έναν νόθο γιο με το όνομα Ηρακλής. Ωστόσο, η προφητεία του Δανιήλ είχε προείπει ότι η αυτοκρατορία του επρόκειτο να αφεθεί «ουχί εις τους απογόνους αυτού»· έτσι ολόκληρη η οικογένεια του Αλέξανδρου και οι κληρονόμοι του εξαφανίστηκαν από το προσκήνιο μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα. (Δανιήλ 11:3, 4) Επιπλέον, είχε γραφτεί: «Το δε ότι συνετρίβη και ανέβησαν τέσσαρα αντ’ αυτού, δηλοί ότι τέσσαρα βασίλεια θέλουσιν εγερθή εκ του έθνους τούτου· πλην ουχί κατά την δύναμιν αυτού». (Δανιήλ 8:22) Επομένως, δεν ήταν απλή ιστορική σύμπτωση το γεγονός ότι η αυτοκρατορία χωρίστηκε ανάμεσα στους τέσσερις στρατηγούς του Αλέξανδρου: τον Σέλευκο Νικάτορα που πήρε την Μεσοποταμία και τη Συρία, τον Κάσσανδρο, που πήρε τη Μακεδονία και την Ελλάδα· τον Πτολεμαίο Λάγο, που πήρε την Αίγυπτο και την Παλαιστίνη· και τον Λυσίμαχο, που πήρε τη Θράκη και τη Μικρά Ασία.
Ο σημαντικότερος τρόπος με τον οποίο οι κατακτήσεις του Αλέξανδρου επηρέασαν την ιστορία ήταν η διάδοση της Ελληνικής γλώσσας και του Ελληνικού πολιτισμού σ’ έναν ευρύτατο χώρο. Η κοινή Ελληνική έγινε η διεθνής γλώσσα και, επομένως, το τελευταίο μέρος της Αγίας Γραφής γράφτηκε στην κοινή Ελληνική μάλλον, παρά στην Εβραϊκή.