Η Αναζήτησή μου για έναν Καλύτερο Κόσμο
Όπως το αφηγήθηκε μια πρώην Καθολική μοναχή
ΕΝΑΣ καλύτερος κόσμος—θα ήταν ποτέ δυνατό; Σίγουρα ένας κόσμος γεμάτος μίσος, βία, ιδιοτέλεια, διαφθορά, αδικίες και παθήματα δεν ήταν ο κόσμος που είχε ως σκοπό του ο Θεός όταν τον δημιούργησε. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας καλύτερος κόσμος. Αν αυτό ήταν δυνατό, τότε εγώ ήμουν αποφασισμένη να βοηθήσω να πραγματοποιηθεί.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην επαρχία Κοριέντες, της Αργεντινής, μια περιοχή φημισμένη για τη λατρεία προς την Παρθένο του Ιτατί. Οι άνθρωποι είναι Καθολικοί, υπερβολικά θρησκευόμενοι, και κάθε χρόνο κάνουν πολλά ταξίδια για προσκύνημα, ώστε να αποδώσουν λατρεία σε αυτή την παρθένο. Ήμουν ένα από αυτά τα άτομα. Από την παιδική μου ηλικία λαχταρούσα να γνωρίσω αυτόν τον Θεό για τον οποίο τόσος λόγος γινόταν, αλλά ο πατέρας μου με εμπόδισε να πάω στο κατηχητικό. Αργότερα, στη διάρκεια της εφηβείας μου, εξαιτίας των κακών του συναναστροφών, ο πατέρας μου έγινε μέθυσος. Όλοι μας υποφέραμε, αλλά πιο πολύ η μητέρα μου, η οποία υπέστη το μεγαλύτερο μέρος της προφορικής και της σωματικής του κακομεταχείρισης. Ως αποτέλεσμα, έφτασα στο σημείο να μισώ το αντίθετο φύλο, θεωρώντας όλους τους άντρες πονηρούς και διεστραμμένους.
Ο Στόχος μου—Ένα Όπλο για να Σκοτώσω
Το σχολείο, ωστόσο, έγινε αιτία να αναπτύξω τις καλύτερες ιδιότητές μου. Μελετούσα με ζήλο και επιμονή, παίρνοντας πτυχία στη μοδιστρική και στα εμπορικά, και αργότερα αποφοίτησα με την υψηλότερη βαθμολογία ως δασκάλα. Τώρα τα όνειρα της ζωής μου άρχιζαν να εκπληρώνονται: η απόκτηση τίτλων και πτυχίων που θα με απελευθέρωναν από τον πατρικό ζυγό. Ταυτόχρονα έκανα σχέδια να εργαστώ σκληρά ώστε να βελτιώσω την κατάσταση της μητέρας μου, και κατόπιν—να αγοράσω ένα όπλο για να σκοτώσω τον πατέρα μου!
Αυτό, βέβαια, δεν μου έφερε χαρά, πόσο μάλλον ειρήνη και ευτυχία. Απεναντίας, ένιωθα σαν παγιδευμένο ζώο. Ήμουν 20 χρονών και βρισκόμουν σε ένα λαβύρινθο χωρίς έξοδο.
Θρησκευτική ζωή—Οι Προσδοκίες σε Αντιπαράθεση με την Πραγματικότητα
Εκείνον τον καιρό άρχισα να συναναστρέφομαι με μοναχές καθώς επίσης με κομμουνιστές. Και οι δυο πλευρές προσπάθησαν να ασκήσουν πίεση πάνω μου με τις απόψεις τους. Όμως, η σκέψη τού να βοηθώ τους φτωχούς σε απομακρυσμένες περιοχές, όπως η Αφρική και η Ασία, με έκανε να αποφασίσω να πάω στο μοναστήρι.
Έζησα σε μοναστήρι 14 χρόνια. Η ζωή μου στο μοναστήρι ήταν άνετη, γαλήνια και ειρηνική. Μόνο αφού άρχισα να εργάζομαι με ιερείς των οποίων η φιλοσοφία ήταν επικεντρωμένη γύρω από τον αναπτυσσόμενο κόσμο μπόρεσα να αντιληφτώ τη διαφορά ανάμεσα στον κόσμο μας ως μοναχές και σε αυτόν που ζούσε η υπόλοιπη ανθρωπότητα—κόσμο πόνου και αδικίας όπου οι άνθρωποι στέναζαν κάτω από τον καταπιεστικό ζυγό των υψηλών και των ισχυρών.
Στο θρησκευτικό μου τάγμα, των Θηρεσιανών Καρμηλιτισσών Ιεραποστόλων, γινόταν πολύς λόγος για δικαιοσύνη, αλλά οι ανώτεροί μου φαίνονταν να την αγνοούν τελείως στον τρόπο που συμπεριφέρονταν στους άλλους. Τα μέλη του διδακτικού προσωπικού έπαιρναν μισθό πολύ χαμηλότερο από τη μισθολογική κλίμακα που είχε ορίσει η κυβέρνηση, δίχως κάποιες πρόσθετες παροχές για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, και μπορούσαν να απολυθούν χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση. Η κατάσταση σε σχέση με την οικιακή βοήθεια ήταν ακόμη χειρότερη· έπειτα από 10 ως 12 ώρες εργασίας στο σχολείο, έπρεπε να βρουν μια συμπληρωματική απασχόληση για να συντηρήσουν και να θρέψουν τις οικογένειές τους. Ήθελα να διορθώσω αυτή την άδικη κατάσταση.
Όταν το ανέφερα αυτό στην ηγουμένη, μου είπε ότι το μόνο που χρειαζόμουν για να γίνω εξτρεμίστρια ήταν ένα πολυβόλο κρεμασμένο στον ώμο μου! Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα ότι θα προτιμούσα να ήμουν εξτρεμίστρια παρά τόσο απάνθρωπη όσο ήταν εκείνοι. Έτσι, αποφάσισα να ζητήσω απαλλαγή από τους ισόβιους όρκους που είχα πάρει για αγνότητα, φτώχεια και υπακοή. Ήθελα να βοηθήσω την εκκλησία σε ένα ευρύτερο πεδίο. Η απαλλαγή μού δόθηκε αμέσως.
Η Πολιτική μου Δραστηριότητα
Κατόπιν άρχισα να εκπληρώνω πραγματικά τον όρκο της φτώχειας. Σε πολλές περιπτώσεις δεν θα είχα ούτε μια μπουκιά ψωμί αν δεν υπήρχαν οι καλόκαρδοι άνθρωποι που με περιέβαλλαν. Πρώτη φορά ανακάλυπτα πώς πραγματικά ζούσε ο κοινός λαός. Εργαζόμουν σκληρά με την τοπική εκκλησία σε όλους τους τομείς—θρησκευτικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς. Ως δασκάλα ενηλίκων, είχα πολλές ευκαιρίες να τους μιλήσω για τις οπισθοδρομικές συνθήκες που τους επιβάλλονταν από την κοινωνία, για τις αιτίες που τις προκαλούσαν και για τις ενδεχόμενες λύσεις. Ποιες ήταν αυτές οι λύσεις; Πρώτα, εργασία με ειρηνικά μέσα και διαμαρτυρίες· και κατόπιν, αν αυτό ήταν αναγκαίο, χρήση βίας για την επίτευξη του επιθυμητού στόχου, της δικαιοσύνης.
Το θρησκευτικοπολιτικό κίνημα στο οποίο συμμετείχα, που ήταν οργανωμένο από Καθολικούς ιερείς και υποστηριζόταν από λαϊκούς, κατευθύνει τις δραστηριότητές του στις υπανάπτυκτες περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Πρεσβεύει την άμεση, ριζοσπαστική αλλαγή των κοινωνικοοικονομικών δομών μέσα από μια επαναστατική διαδικασία, με την οριστική απόρριψη όλων των μορφών οικονομικού, πολιτικού και πολιτιστικού ιμπεριαλισμού. Ο σκοπός του είναι η εγκαθίδρυση ενός λατινοαμερικάνικου σοσιαλισμού που θα προάγει τη δημιουργία του όμπρε νουέβο (νέου ανθρώπου), ελεύθερου από τα δεσμά που επιβάλλουν τα ξένα πολιτικά συστήματα.
Επικεντρώσαμε τις προσπάθειές μας στο να εισχωρήσουμε ολοένα και πιο πολύ στις τάξεις των φτωχών, ταυτίζοντας τον εαυτό μας με τη θέση τους στη ζωή. Με αυτά τα ιδανικά υπόψη, αγωνίστηκα να βοηθήσω τους πάντες—νέους και ηλικιωμένους, εφήβους και ενηλίκους.
Η Προσωπική μου Ζωή—Η Μεγαλύτερη Απογοήτευση
Στον αγώνα μου να βελτιώσω τις συνθήκες των φτωχών, ξέχασα ότι η καρδιά μπορεί να είναι απατηλή. Ερωτεύτηκα τον προϊστάμενό μου, έναν ιερέα, και συζήσαμε δυο χρόνια. Τελικά έμεινα έγκυος. Όταν ο ιερέας το ανακάλυψε, θέλησε να κάνω έκτρωση, πράγμα το οποίο αρνήθηκα εφόσον αυτό θα ισοδυναμούσε με φόνο. Για να μπορέσω να κρατήσω το παιδί, έπρεπε να σταματήσω να δουλεύω με τον ιερέα και να εγκαταλείψω την πόλη από φόβο μήπως αποκαλυφτεί ότι ήμουν ερωμένη του.
Έφυγα από την πόλη βαθιά πληγωμένη και σκεφτόμουν να αυτοκτονήσω πέφτοντας στις γραμμές του τρένου, αλλά κάτι με συγκράτησε. Επέμεινα παρά τις δυσκολίες. Στη γενέτειρά μου, φίλοι, μέλη της οικογένειας και καλοπροαίρετα άτομα μου έδωσαν την αγάπη, τη συμπόνια και την κατανόησή τους—κάτι που ο μοναδικός άντρας τον οποίο αγάπησα δεν είχε κάνει ποτέ. Όταν γεννήθηκε ο γιος μου, αυτοί ήταν που μας φρόντισαν. Ήθελα ο γιος μου να μεγαλώσει και να γίνει ένας δυνατός, δυναμικός άντρας, πιστός στις πεποιθήσεις του και διατεθειμένος να πεθάνει για τα ιδανικά του. Ως δείγμα αυτής της επιθυμίας μου, του έδωσα το επιπρόσθετο όνομα Ερνέστο, σε ανάμνηση του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα (του γνωστού Αργεντινού επαναστάτη), τον οποίο θαύμαζα πολύ.
Όταν η κυβέρνηση της Αργεντινής ανατράπηκε από το στρατό, οι αριστερές ομάδες άρχισαν να διώκονται. Πολλοί από τους συντρόφους μου συλλήφτηκαν. Αρκετές φορές το σπίτι μου δέχτηκε τις επιδρομές των ενκαπουσάδος (κουκουλοφόροι) που έψαχναν τα πάντα και έκλεβαν όλα σχεδόν τα υπάρχοντά μου. Πολλές φορές κλήθηκα να παρουσιαστώ μπροστά στις αρχές για να αποκαλύψω τα μέρη όπου βρίσκονταν οι σύντροφοί μου, αλλά παρέμεινα πιστή στους φίλους μου, προτιμώντας να πεθάνω παρά να προδώσω.
Σημείο Στροφής
Ζώντας κάτω από τέτοια πίεση, χρειαζόμουν κάποιον για να μιλήσω, κάποιον στον οποίο θα μπορούσα να βασίζομαι και να εμπιστεύομαι ως αληθινό φίλο. Τότε ακριβώς δυο Μάρτυρες του Ιεχωβά με επισκέφτηκαν στο σπίτι μου. Τους δέχτηκα με χαρά, διακρίνοντας πάνω τους μια ιδιαίτερη ηρεμία και φιλικότητα που με έλκυσαν. Ήθελα να επιστρέψουν για να μελετήσουν την Αγία Γραφή μαζί μου. Όταν επέστρεψαν, τους εξήγησα τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρισκόμουν, και τους είπα ειλικρινά ότι δεν ήθελα να μπλέξουν ως συνεργοί μου. Με διαβεβαίωσαν ότι δεν φοβούνταν, επειδή οι αρχές ήξεραν ποιοι ήταν.
Η Γραφική μας μελέτη ήταν από την αρχή γεμάτη εμπόδια. Εφόσον είχα χάσει την πίστη και την εμπιστοσύνη μου στον Θεό, μου ήταν πολύ δύσκολο να δεχτώ τα δογματικά σημεία που περιέχονταν στο βοήθημα Γραφικής μελέτης που είχε τον τίτλο Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή. Ήμουν έτοιμη να σταματήσω τη μελέτη, πιστεύοντας ότι η Αγία Γραφή είναι μύθος και ότι ο Μαρξ είχε δίκιο όταν έλεγε ότι η θρησκεία είναι «το όπιο του λαού». Όταν εξέφρασα τα αισθήματά μου στους Μάρτυρες και τους είπα να μη χάνουν άλλο χρόνο μαζί μου, εκείνοι μου απάντησαν ότι δεν θεωρούσαν χάσιμο χρόνου το να βοηθούν ανθρώπους που χρειάζονταν βοήθεια.
Μου δημιουργήθηκε μια διαφορετική εντύπωση όταν με προσκάλεσαν να πάω στην Αίθουσα Βασιλείας. Είχα βαρεθεί τις συγκεντρώσεις όπου η έλλειψη του διαλόγου, του αμοιβαίου σεβασμού και της φιλικότητας ήταν τόσο αισθητή. Όμως, οι συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν διαφορετικές. Είναι βασισμένες στην Αγία Γραφή, ενισχύουν την πίστη και μας υποκινούν να αγαπάμε ο ένας τον άλλον και να αγαπάμε ακόμη και τους εχθρούς μας.
Η Νέα Χριστιανική Προσωπικότητα Εκτοπίζει τη Βία
Τελικά βρήκα τον τρόπο να βελτιώσω τον κόσμο. Στις 8 Ιουνίου 1982, συμβόλισα την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά Θεό με βάφτισμα στο νερό, και τότε, όπως ποτέ προηγουμένως, έγινε σφοδρή μου επιθυμία να βγάλω από πάνω μου την παλιά προσωπικότητα, τον πολιτικοποιημένο όμπρε νουέβο της βίας, και να φορέσω τη νέα προσωπικότητα, με τους καλούς καρπούς της, όπως περιγράφονται στην επιστολή προς Γαλάτας 5:22, 23. Τώρα συμμετέχω σε ένα άλλο είδος πολέμου, στο Χριστιανικό πόλεμο, κηρύττοντας τα καλά νέα της Βασιλείας και δίνοντας από τον εαυτό μου για να διδάξω σε άλλους την αλήθεια της Βασιλείας για έναν καλύτερο κόσμο που πρόκειται να έρθει.
Τι ευλογία είναι να μπορώ να διδάσκω το μικρό μου γιο ότι, αντί να μεγαλώσει και να μιμηθεί τον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, μπορεί να περπατάει στα ίχνη του Χριστού Ιησού, που είναι ο Ηγέτης και το Υπόδειγμά μας! Προσεύχομαι ώστε ο γιος μου και εγώ, μαζί με όλους όσους αγαπούν τη δικαιοσύνη, περιλαμβανομένων και των πρώην συντρόφων μου και των συγγενών μου, να ζήσουμε σε αυτόν τον καλύτερο αιώνιο κόσμο, σε μια παραδεισένια γη γεμάτη χαρά, ειρήνη, ευτυχία και δικαιοσύνη. Η βία δεν ωφελεί κανέναν· απλώς υποθάλπει μίσος, διχόνοιες, απογοητεύσεις και προβλήματα που ποτέ δεν τελειώνουν. Μιλάω από πείρα, γιατί τα έζησα.—Όπως το αφηγήθηκε η Γιουτζίνια Μαρία Μονθόν.
[Εικόνα στη σελίδα 22]
Κηρύττοντας από σπίτι σε σπίτι στην Αργεντινή