Γιατί Παρέμειναν Σιωπηλές οι Εκκλησίες
ΣΤΙΣ 8 Δεκεμβρίου 1993, ο Δρ Φράνκλιν Λιτέλ του Πανεπιστημίου Μπόλορ μίλησε στο Αναμνηστικό Μουσείο του Ολοκαυτώματος στις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με μια ανησυχητική «χειροπιαστή αλήθεια». Ποια ήταν αυτή;
Η αλήθεια, είπε ο Λιτέλ, είναι ότι «έξι εκατομμύρια Εβραίοι έγιναν στόχος και εξοντώθηκαν συστηματικά στην καρδιά του Χριστιανικού κόσμου, από βαφτισμένους Ρωμαιοκαθολικούς, Προτεστάντες και πιστούς της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίοι ποτέ δεν δέχτηκαν επίπληξη, πόσο μάλλον αφορισμό». Ωστόσο, μια φωνή υψωνόταν με συνέπεια εναντίον της ανάμειξης του κλήρου με το καθεστώς του Χίτλερ. Και αυτή η φωνή, όπως είδαμε, ήταν των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Ο Χίτλερ ήταν βαφτισμένος Ρωμαιοκαθολικός, όπως και πολλά από τα ηγετικά στελέχη της κυβέρνησής του. Γιατί δεν τους αφόρισαν; Γιατί δεν καταδίκασε η Καθολική Εκκλησία τις φρικαλεότητες που έκαναν αυτοί οι άνθρωποι; Γιατί παρέμειναν σιωπηλές και οι Προτεσταντικές εκκλησίες;
Παρέμειναν πράγματι σιωπηλές οι εκκλησίες; Υπάρχουν αποδείξεις ότι υποστήριξαν τις πολεμικές προσπάθειες του Χίτλερ;
Ο Ρόλος της Καθολικής Εκκλησίας
Ο Καθολικός ιστορικός Ε. Ι. Γουότκιν έγραψε: «Ίσως είναι οδυνηρό να το παραδεχτούμε, αλλά δεν μπορούμε, για χάρη μιας απατηλής διδασκαλίας και μιας ανέντιμης οσιότητας, να αρνηθούμε ή να αγνοήσουμε το ιστορικό γεγονός ότι οι Επίσκοποι έχουν κατ’ εξακολούθηση υποστηρίξει όλους τους πολέμους που διεξάχτηκαν από την κυβέρνηση της χώρας τους. . . . Σε ό,τι αφορά το φιλοπόλεμο εθνικισμό αυτοί έχουν εκφραστεί ως φερέφωνα του Καίσαρα».
Όταν ο Γουότκιν είπε ότι οι επίσκοποι της Καθολικής Εκκλησίας ‘υποστήριξαν όλους τους πολέμους που διεξάχτηκαν από την κυβέρνηση της χώρας τους’, περιέλαβε τους επιθετικούς πολέμους που διεξήγαγε ο Χίτλερ. Όπως παραδέχτηκε ο Φρίντριχ Χιρ, Ρωμαιοκαθολικός καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης: «Στα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της γερμανικής ιστορίας, ο Σταυρός και η σβάστικα συσχετίστηκαν όσο ποτέ άλλοτε, μέχρις ότου η σβάστικα διακήρυττε το μήνυμα της νίκης από τους πύργους των γερμανικών καθεδρικών ναών, σημαίες με τη σβάστικα κυμάτιζαν γύρω από τους βωμούς των εκκλησιών και Καθολικοί και Διαμαρτυρόμενοι θεολόγοι, ιερείς, κληρικοί και πολιτικοί υποδέχτηκαν με χαρά τη συμμαχία με τον Χίτλερ».
Οι ηγέτες της Καθολικής Εκκλησίας παρείχαν τόσο ανεπιφύλακτη υποστήριξη στους πολέμους του Χίτλερ ώστε ο Ρωμαιοκαθολικός καθηγητής Γκόρντον Τσαν έγραψε: «Ο Γερμανός Καθολικός, που απέβλεπε στους θρησκευτικούς ανωτέρους του για πνευματική καθοδηγία και κατεύθυνση σχετικά με την υπηρεσία στους πολέμους του Χίτλερ, λάβαινε ουσιαστικά τις ίδιες απαντήσεις που θα είχε λάβει από τον ίδιο το ναζιστή ηγέτη».
Το ότι οι Καθολικοί υπάκουα ακολούθησαν την κατεύθυνση των ηγετών της εκκλησίας τους έχει τεκμηριωθεί από τον καθηγητή Χιρ. Αυτός παρατήρησε: «Από τους περίπου τριάντα δύο εκατομμύρια Γερμανούς Καθολικούς—εκ των οποίων τα δεκαπεντέμισι εκατομμύρια ήταν άντρες—μόνο εφτά [άτομα] αρνήθηκαν ανοιχτά τη στρατιωτική υπηρεσία. Οι έξι από αυτούς ήταν Αυστριακοί». Πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι μερικοί άλλοι Καθολικοί, καθώς επίσης μερικοί Προτεστάντες, αντιτάχτηκαν στο Ναζιστικό Κράτος λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων. Κάποιοι μάλιστα το πλήρωσαν αυτό με τη ζωή τους, ενώ την ίδια στιγμή οι πνευματικοί τους ηγέτες είχαν ξεπουληθεί στο Τρίτο Ράιχ.
Ποιοι Άλλοι Παρέμειναν Σιωπηλοί και Ποιοι Όχι
Όπως τονίζεται παραπάνω, ο καθηγητής Χιρ περιέλαβε και τους Προτεστάντες ηγέτες μεταξύ εκείνων που «υποδέχτηκαν με χαρά τη συμμαχία με τον Χίτλερ». Αληθεύει αυτό;
Πολλοί Προτεστάντες έχουν υποφέρει από ενοχές επειδή παρέμειναν σιωπηλοί στη διάρκεια των επιθετικών πολέμων του Χίτλερ. Για παράδειγμα, 11 εξέχοντες κληρικοί συναντήθηκαν τον Οκτώβριο του 1945 για να συντάξουν την ονομαζόμενη παραδοχή ενοχής της Στουτγάρδης. Είπαν: «Κατηγορούμε τους εαυτούς μας για το γεγονός ότι δεν ήμασταν αρκετά θαρραλέοι στο να ομολογούμε τις πεποιθήσεις μας, δεν ήμασταν αρκετά πιστοί στο να λέμε τις προσευχές μας, δεν ήμασταν αρκετά χαρούμενοι στο να εκφράζουμε την πίστη μας και δεν ήμασταν αρκετά θερμοί στο να δείχνουμε την αγάπη μας».
Το βιβλίο Ιστορία της Χριστιανοσύνης (History of Christianity), του Πολ Τζόνσον, έλεγε: «Από τους 17.000 Ευαγγελικούς πάστορες, εκείνοι που εξέτιαν μεγάλες ποινές [επειδή δεν υποστήριξαν το Ναζιστικό καθεστώς] ποτέ δεν ξεπέρασαν τους πενήντα». Συγκρίνοντας αυτούς τους πάστορες με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, ο Τζόνσον έγραψε: «Οι πιο θαρραλέοι ήταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι από την αρχή διακήρυξαν ευθέως τη δογματική τους αντίθεση και υπέφεραν ανάλογα. Αρνήθηκαν οποιαδήποτε συνεργασία με το Ναζιστικό κράτος».
Το 1939, το έτος έναρξης του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, η Παρηγορία παρέθεσε τα λόγια του Τ. Μπρούπαχερ, ενός Προτεστάντη ιερέα: «Ενώ οι άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται Χριστιανοί αποτυγχάνουν σε αυτές τις αποφασιστικές δοκιμασίες, αυτοί οι άγνωστοι μάρτυρες του Ιεχωβά, ως Χριστιανοί μάρτυρες, διατηρούν ακλόνητη αντίσταση απέναντι στον καταναγκασμό της συνείδησης και στην εθνική ειδωλολατρία. Ο μελλοντικός ιστορικός πρέπει κάποια μέρα να αναγνωρίσει ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι έγιναν αντικείμενα συκοφαντίας και χλευασμού, ήταν οι πρώτοι που στάθηκαν ενάντια στο μένος του Ναζιστικού δαίμονα, και όχι οι διακεκριμένες εκκλησίες . . . Αρνούνται τη λατρεία του Χίτλερ και τη σβάστικα».
Παρόμοια, ο Μάρτιν Νιμίλερ, ηγέτης της Προτεσταντικής εκκλησίας, που έζησε και ο ίδιος σε κάποιο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, αργότερα ομολόγησε: ‘Είναι αλήθεια ότι στο πέρασμα των αιώνων οι Χριστιανικές εκκλησίες πάντοτε έδιναν τη συγκατάθεσή τους για την ευλογία του πολέμου, των στρατευμάτων και των όπλων και προσεύχονταν με έναν πολύ αντιχριστιανικό τρόπο για την εξόντωση του εχθρού τους’. Ο ίδιος παραδέχτηκε: «Όλα αυτά είναι δικό μας λάθος και λάθος των πατέρων μας, αλλά προφανώς δεν είναι λάθος του Θεού».
Στη συνέχεια, ο Νιμίλερ πρόσθεσε: «Και να σκεφτεί κανείς ότι εμείς οι σύγχρονοι Χριστιανοί ντρεπόμαστε για τη λεγόμενη αίρεση των σοβαρών μελετητών της Αγίας Γραφής [των Μαρτύρων του Ιεχωβά], οι οποίοι μπήκαν κατά εκατοντάδες και κατά χιλιάδες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και πέθαναν επειδή αρνούνταν να υπηρετήσουν στον πόλεμο και επειδή δεν ήθελαν να σκοτώνουν ανθρώπους».
Η Σουζάνα Χάσελ, καθηγήτρια Ιουδαϊκών σπουδών, ανακάλυψε εκκλησιαστικά έγγραφα που αποδεικνύουν ότι οι Λουθηρανοί κληρικοί ήταν πρόθυμοι, ναι, ανυπομονούσαν, να υποστηρίξουν τον Χίτλερ. Αυτή είπε ότι εκείνοι παρακάλεσαν να τους δοθεί το προνόμιο να βάλουν τη σβάστικα στις εκκλησίες τους. Η έρευνά της αποκάλυψε ότι η συντριπτική πλειονότητα των κληρικών δεν εξαναγκάστηκαν να συνεργαστούν, αλλά ήταν ενθουσιώδεις υποστηρικτές του Χίτλερ και των ιδανικών του σχετικά με τους Αρίους.
Συχνά τα μέλη των εκκλησιών ρωτούν τη Χάσελ όταν εκφωνεί διαλέξεις: «Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε;»
«Θα μπορούσατε να είστε σαν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά», απαντάει εκείνη.
Γιατί Παρέμειναν Σιωπηλοί
Η αιτία που οι εκκλησίες παρέμειναν σιωπηλές είναι προφανής. Η αιτία είναι ότι ο κλήρος του Χριστιανικού κόσμου και το ποίμνιό του είχαν εγκαταλείψει τις διδασκαλίες της Αγίας Γραφής προκειμένου να υποστηρίξουν το πολιτικό κράτος. Το 1933 η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία σύναψε ένα κονκορδάτο με τους Ναζί. Ο Ρωμαιοκαθολικός καρδινάλιος Φαουλχάμπερ έγραψε στον Χίτλερ: «Αυτή η χειραψία με τον Παπισμό . . . είναι κατόρθωμα αμέτρητης ευλογίας. . . . Είθε ο Θεός να προστατεύει τον Καγκελάριο του Ράιχ [Χίτλερ]».
Πράγματι, η Καθολική Εκκλησία καθώς και άλλες εκκλησίες έγιναν υποχείρια της άθλιας χιτλερικής κυβέρνησης. Αν και ο Ιησούς Χριστός είπε ότι οι αληθινοί ακόλουθοί του «δεν είναι μέρος του κόσμου», οι εκκλησίες και οι ενορίτες τους έγιναν αναπόσπαστο μέρος του χιτλερικού κόσμου. (Ιωάννης 17:16) Ως αποτέλεσμα, δεν ύψωσαν τη φωνή τους εναντίον των φρικαλεοτήτων που διέπραξαν οι Ναζί κατά της ανθρωπότητας στα στρατόπεδα θανάτου τα οποία είχαν φτιάξει.
Είναι αλήθεια ότι λίγα θαρραλέα άτομα από την Καθολική, την Προτεσταντική και διάφορες άλλες θρησκείες αντιτάχτηκαν στο Ναζιστικό Κράτος. Αλλά μολονότι μερικοί από εκείνους το πλήρωσαν αυτό με τη ζωή τους, οι πνευματικοί τους ηγέτες, που ισχυρίζονταν ότι υπηρετούσαν τον Θεό, υπηρετούσαν το Τρίτο Ράιχ σαν ανδρείκελα.
Ωστόσο, υπήρχε μια φωνή που με συνέπεια υψωνόταν εναντίον του. Αν και τα μέσα ενημέρωσης, σε γενικές γραμμές, παρέβλεπαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο των εκκλησιών στο ναζιστικό δράμα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ένιωθαν υποχρεωμένοι να ξεσκεπάσουν την προδοσία και την υποκρισία του κλήρου, αποκαλύπτοντας λεπτομέρειες για την παρασκηνιακή συνεργία τους. Στις σελίδες του πρόδρομου αυτού του περιοδικού, καθώς και σε άλλα έντυπα σε όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του 1930 και του 1940, δημοσίευαν ισχυρές καταγγελίες εναντίον των θρησκευτικών οργανώσεων που έγιναν υποχείρια των Ναζί.
Προσδιορισμός των Αληθινών Ακολούθων του Χριστού
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι εντελώς διαφορετικοί από τις θρησκείες του κόσμου. Εφόσον δεν είναι μέρος του κόσμου, δεν παίρνουν μέρος στους πολέμους των εθνών. Υπακούοντας στις οδηγίες του Θεού, ‘έχουν σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών δια υνία’. (Ησαΐας 2:4) Ναι, υπακούοντας στις οδηγίες του Χριστού, αγαπούν ο ένας τον άλλον. (Ιωάννης 13:35) Αυτό σημαίνει ότι ποτέ δεν συμμετέχουν σε πολέμους ούτε βλάπτουν εσκεμμένα τους άλλους.
Σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό των αληθινών λάτρεων του Θεού, η Αγία Γραφή είναι πολύ σαφής όταν λέει: «Τα παιδιά του Θεού και τα παιδιά του Διαβόλου φαίνονται από το εξής γεγονός: Ο καθένας που δεν εμμένει στη δικαιοσύνη δεν προέρχεται από τον Θεό ούτε αυτός που δεν αγαπάει τον αδελφό του. Διότι αυτό είναι το άγγελμα το οποίο ακούσατε από την αρχή, ότι πρέπει να αγαπάμε ο ένας τον άλλον· όχι σαν τον Κάιν, που προερχόταν από τον πονηρό και έσφαξε τον αδελφό του».—1 Ιωάννη 3:10-12.
Ναι, η ιστορία αποκαλύπτει ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά πάντοτε εκδηλώνουν αγάπη για το συνάνθρωπό τους, ακόμα και ενόψει έντονης πίεσης. Όταν ο Χίτλερ διεξήγε πόλεμο σε όλη την Ευρώπη, οι Μάρτυρες στάθηκαν σταθεροί ενόψει των βάρβαρων προσπαθειών που κατέβαλλαν οι Ναζί για να τους αναγκάσουν να συμμετάσχουν στο δολοφονικό όργιο. Η καθηγήτρια Κριστίν Κινγκ συνόψισε πολύ καλά το όλο ζήτημα: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ύψωσαν τη φωνή τους. Ύψωσαν τη φωνή τους ευθύς εξαρχής. Ύψωσαν τη φωνή τους όλοι μαζί. Και ύψωσαν τη φωνή τους με τρομερό θάρρος, γεγονός που αποτελεί δίδαγμα για όλους εμάς».
Μέχρις ότου αυτός ο κόσμος να είναι ασφαλής υπό τη στοργική εξουσία της κυβέρνησης του Ιεχωβά και να απαλλαχτεί από τον πόλεμο και την πονηρία, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θα συνεχίσουν να υψώνουν τη φωνή τους. Για όσο καιρό είναι θέλημα του Υπέρτατου Κύριου Ιεχωβά, αυτό το περιοδικό θα ξεσκεπάζει τις αθλιότητες αυτού του σατανικού κόσμου και θα διακηρύττει τη μόνη αληθινή ελπίδα για την ανθρωπότητα, τη Βασιλεία του Θεού.—Ματθαίος 6:9, 10.
[Εικόνες στη σελίδα 13]
Ο τύπος των Η.Π.Α. επιβεβαίωσε ότι οι εκκλησίες υποστήριξαν το ναζισμό
New York Post, August 27, 1940, Blue Final Edition, page 15
The New York Times, December 7, 1941, Late City Edition, page 33
The New York Times, September 25, 1939, Late City Edition, page 6
[Εικόνα στη σελίδα 15]
Ανόμοια με τις εκκλησίες, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ύψωσαν τη φωνή τους εναντίον του ναζισμού