Η Πειθαρχία με Έσωσε
ΟΤΑΝ ήμουν τεσσάρων ετών, οι γονείς μου με έγραψαν σε μια τάξη ρυθμικής γυμναστικής. Χρειαζόταν εξάσκηση, και έπρεπε να εργάζομαι σε αρμονία με τα άλλα κορίτσια. Λίγο αργότερα, άρχισα να μαθαίνω χορό. Η πειθαρχία έγινε μέρος της ζωής μου.
Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι πειθαρχίας και ανέμεναν από τα παιδιά τους να είναι ευγενικά, να έχουν καλούς τρόπους και να δείχνουν σεβασμό. Μερικές φορές σκεφτόμουν ότι ήταν άδικοι, αλλά τώρα καθώς αναπολώ το παρελθόν—έχοντας αναθρέψει τρία δικά μου παιδιά—καταλαβαίνω την αξία της πειθαρχίας. Πράγματι, ευχαριστώ τους γονείς μου για το ότι ενδιαφέρονταν τόσο.
Η αρχική εκπαίδευσή μου στην αυτοπειθαρχία, καθώς και στην εργασία ως μέρος μιας ομάδας, με βοήθησε αργότερα στη ζωή.
Συναντώ Δυσκολίες
Σε ηλικία οχτώ ετών, έπαθα ρευματικό πυρετό, μια ασθένεια που με ανάγκασε να πέσω στο κρεβάτι. Είχα φοβερούς πόνους και στα δυο μου γόνατα, και δεν επιτρεπόταν να περπατήσω επί 12 μήνες. Η στοργική μου οικογένεια με μετέφερε παντού. Κανείς δεν πίστευε ότι θα μπορούσα να χορέψω ξανά. Αλλά κυρίως λόγω της φροντίδας που έλαβα από τους γονείς μου, μαζί με την επιδεξιότητα και την υπομονή του οικογενειακού μας γιατρού, ανέρρωσα πλήρως και επέστρεψα στο χορό μου πιο αποφασισμένη παρά ποτέ να γίνω η καλύτερη.
Οι γονείς μου μού επέτρεψαν να σταματήσω το σχολείο σε ηλικία 16 ετών ώστε να μπορέσω να ακολουθήσω τη σταδιοδρομία της χορεύτριας. Το έκανα αυτό με ζήλο και ενθουσιασμό. Τελικά, άρχισα να μαθαίνω κλασικό μπαλέτο. Αυτό απαιτούσε περισσότερη αυτοπειθαρχία από οποτεδήποτε άλλοτε. Τριάμισι χρόνια μελετούσα και ασκούμουν έξι μέρες την εβδομάδα.
Όταν έγινα 19 ετών, πραγματοποιήθηκαν δοκιμαστικά για την Αυστραλιανή Σχολή Μπαλέτου. Ο ανταγωνισμός για να μπει κάποιος σε αυτή την καταξιωμένη σχολή ήταν άγριος. Μόνο λίγοι θα επιλέγονταν από όλη την Αυστραλία. Προς μεγάλη μου χαρά ήμουν μία από αυτούς που επιλέχτηκαν. Έτσι, άρχισα 18 μήνες εντατικής εκγύμνασης. Η σχολή περιλάμβανε τάξεις μπαλέτου, παντομίμας, δράματος και τέχνης. Το μπαλέτο είναι μια μορφή χορού γεμάτη χάρη, αλλά χρειάζεται πραγματική δύναμη για να το κάνεις να φαίνεται αβίαστο. Έτσι για να δυναμώσουμε τα πόδια μας, ακολουθούσαμε προγράμματα ασκήσεων σε κάποιο γυμναστήριο.
Τελικά, τον Ιούνιο του 1970, έλαβαν χώρα δοκιμαστικά για το Μπαλέτο της Αυστραλίας. Και πάλι με επέλεξαν, και μέσα σε μια εβδομάδα ήμουν μέρος του μπαλέτου.
Ζωή σε ένα Διαφορετικό Κόσμο
Σχεδόν προτού καταλάβω τι συνέβαινε, έφυγα από το σπίτι μου πρώτη φορά στη ζωή μου και μπήκα απότομα σε ένα πολύ διαφορετικό περιβάλλον. Το μπαλέτο μας περιόδευσε στην Αυστραλία, και κατόπιν πήγαμε στην Ασία. Ήταν σαν να ζούσα σε άλλον κόσμο με τους δικούς του κανόνες και αρχές. Υπήρχαν ατέλειωτα και κοπιώδη μερόνυχτα εργασίας, ενώ ταυτόχρονα τα πόδια μας πληγώνονταν, μάτωναν και έβγαζαν φουσκάλες. Αλλά οι παραστάσεις έκαναν τη σκληρή εργασία να αξίζει τον κόπο. Ήταν υπέροχα εκεί πάνω στη σκηνή.
Αφού επιστρέψαμε στην Αυστραλία, ολόκληρο το μπαλέτο κόλλησε γρίπη και πολλοί από εμάς ακινητοποιήθηκαν. Δεν μπορούσα να χορέψω επί τρεις μήνες. Μόλις επέστρεψα στο μπαλέτο, άρχισα να έχω προβλήματα με τη ζωή της χορεύτριας—τη συνεχή επιδίωξη της τελειότητας και τον περιορισμό κάθε είδους κοινωνικής δραστηριότητας εκτός από το μπαλέτο, επειδή ο χρόνος και η κούραση δεν επέτρεπαν κοινωνική ζωή. Έπειτα από τόσα χρόνια εκπαίδευσης, θα ήταν αυτό το τέλος της σταδιοδρομίας μου;
Άρχισα να έχω παράλογα, ανάμεικτα αισθήματα. Έγινα πολύ εσωστρεφής και απομονώθηκα. Τελικά, περίπου ένα χρόνο αργότερα, αρρώστησα από μια σοβαρή αλλεργική διαταραχή που ονομάζεται κνίδωση. Ως αποτέλεσμα, όλο μου το σώμα γέμισε πρησμένα, κόκκινα εξανθήματα που προκαλούσαν φαγούρα, και τα οποία ενώνονταν ώσπου έγινα μια μεγάλη, κόκκινη μάζα. Αυτή ήταν η τελευταία σταγόνα—παραιτήθηκα από το Μπαλέτο της Αυστραλίας. Πέρασαν πολλοί μήνες για να αναρρώσω. Και πάλι οι γονείς μου με φρόντισαν ώστε να ανακτήσω την υγεία μου.
Γάμος και Οικογένεια
Το 1974 συνάντησα ένα θαυμάσιο νεαρό. Ήταν ηθοποιός και είχε δική του επιχείρηση. Παντρευτήκαμε και ταξιδέψαμε σε όλη την Ευρώπη. Αφού επιστρέψαμε στην Αυστραλία, γεννήθηκε το πρώτο μας παιδί, ο Τζάστιν, το 1976. Αργότερα, μετακομίσαμε στο Περθ, την πρωτεύουσα της Δυτικής Αυστραλίας, και αγοράσαμε ένα ξενοδοχείο. Πόσο άλλαξε αυτό τον τρόπο της ζωής μας!
Ο φόρτος εργασίας ήταν τεράστιος, επειδή προσπαθούσαμε να διευθύνουμε το ξενοδοχείο μόνοι μας. Σηκωνόμουν στις τέσσερις το πρωί και μερικές φορές δεν τελείωνα την εργασία ως το επόμενο πρωί. Εκτός από αυτή την πίεση, υπήρχαν και ισχυρές δαιμονικές επιρροές στο ξενοδοχείο. Αυτό σιγά σιγά επηρέασε τη ζωή μας, ιδιαίτερα τη ζωή του αγαπημένου μου συζύγου. Έτσι έπειτα από τρία χρόνια, λόγω γαμήλιων και οικονομικών προβλημάτων, αποφασίσαμε να πουλήσουμε το ξενοδοχείο και να περισώσουμε ό,τι μπορούσαμε από το γάμο μας.
Η οικογένειά μας είχε γίνει πενταμελής καθώς γεννήθηκαν οι δυο μας κόρες, η Μπιάνκα και η Βικτόρια. Το ξενοδοχείο δεν πουλήθηκε γρήγορα, και εκείνον τον καιρό άρχισα να απευθύνομαι στον Θεό για βοήθεια. Θυμήθηκα το Πάτερ Ημών που είχα αποστηθίσει όταν ήμουν παιδί. Ήταν διαρκώς στο μυαλό μου και το έλεγα συνέχεια.
Τελικά, το ξενοδοχείο πουλήθηκε. Ωστόσο, ο σύζυγός μου πέθανε από ανεύρυσμα μόλις τρεις εβδομάδες προτού μετακομίσουμε από το Περθ στη Μελβούρνη. Ήταν μόνο 32 ετών. Η λύπη μου με κατέβαλε, και δεν μειώθηκε όταν ένας Καθολικός ιερέας στη Μελβούρνη μού είπε ότι, λόγω των προβλημάτων που είχε ο σύζυγός μου με τους δαίμονες, η κακή τους επιρροή ήταν αναμφίβολα και επάνω μου. Έτσι ράντισε με «αγιασμό» εμένα και τα παιδιά και όλα τα δωμάτια του σπιτιού της μητέρας μου, στο οποίο μέναμε.
Τα Ερωτήματα Μένουν Αναπάντητα
Πέρασαν αρκετά χρόνια και συνέχισα να κάνω ερωτήσεις για τον Θεό, αλλά δεν λάβαινα ικανοποιητικές απαντήσεις από την Καθολική θρησκεία μου. Έπειτα αποφάσισα να μετακομίσουμε ως οικογένεια από τη Μελβούρνη στο Κουίνσλαντ που είχε πιο ζεστό κλίμα. Εκεί, στο Μπρίσμπεϊν, ασχοληθήκαμε πολύ με εκκλησιαστικές δραστηριότητες. Τα παιδιά πήγαιναν σε Καθολικά σχολεία, και όλοι πηγαίναμε τακτικά στην εκκλησία, νηστεύαμε, λέγαμε το Ροζάριο, και κάναμε όλα όσα πίστευα ότι απαιτούσε ο Θεός από εμάς.
Επειδή δεν είχα λάβει απαντήσεις στα ερωτήματά μου, αποφάσισα να διαβάζω κατ’ ιδίαν ένα μέρος της Αγίας Γραφής κάθε μέρα για να δω αν μπορούσα να βρω μόνη μου απαντήσεις. Τελικά διάβασα το εδάφιο Ματθαίος 7:7, το οποίο με κατέπληξε. Απλώς έλεγε να εξακολουθούμε να ζητάμε και να εξακολουθούμε να ψάχνουμε. ‘Αυτό είναι εύκολο’, σκέφτηκα. Έτσι έκανα ακριβώς αυτό. Εξακολουθούσα να ζητάω βοήθεια από τον Θεό ώστε να βρω απαντήσεις στα ερωτήματά μου.
Τελικά Παρέχονται Απαντήσεις
Εκ των υστέρων, μπορώ να διακρίνω πως δεν ήταν τυχαίο το ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά χτύπησαν την πόρτα μου σύντομα έπειτα από αυτό. Τα όσα είπαν φαίνονταν υπέροχα. Αν και άκουγα με ενδιαφέρον, δεν αναγνώρισα ότι αυτό ακριβώς έψαχνα. Έτσι έπειτα από λίγες επισκέψεις, είπα στις γυναίκες που με επισκέπτονταν να μην κάνουν τον κόπο να ξανάρθουν.
Τότε, στις αρχές του 1987, ήμουν πολύ απασχολημένη. Το σπίτι μου βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο της ανακαίνισης και χρειαζόμουν έναν καλό ελαιοχρωματιστή για να ολοκληρώσει τις εργασίες. Ο οικοδόμος μού σύστησε ένα φιλικό, ευγενικό και πρόθυμο νεαρό ελαιοχρωματιστή που λεγόταν Πίτερ. Ο Πίτερ μιλούσε με αγάπη για τη σύζυγο και τα παιδιά του, και είχε σεμνή, καθαρή εμφάνιση. Ήθελα και εγώ να αποκτήσω τέτοια εμφάνιση, έτσι ένα πρωί τον ρώτησα ενώ ισορροπούσε σε μια σκαλωσιά: «Σε ποια εκκλησία πηγαίνεις;»
Μόλις έμαθα ότι ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά, τον κατέκλυζα με ερωτήσεις από την ώρα που ερχόταν για δουλειά το πρωί ως την ώρα που έφευγε αποκαμωμένος το απόγευμα. Και μπορούσε να απαντάει σε όλες τις ερωτήσεις. Άρχισα να μελετώ μέρα νύχτα, και η Αγία Γραφή άρχισε να αποκτά νόημα. Ενθουσιασμένη, συμφώνησα να κάνει οικιακή Γραφική μελέτη ολόκληρη η οικογένεια. Ήταν η πιο συναρπαστική περίοδος της ζωής μας επειδή ήμασταν χαρούμενοι γνωρίζοντας ότι είχαμε βρει την αλήθεια.
Απαλλαχτήκαμε από όλα τα πράγματα που είχαμε στο νου μας καθώς και εκείνα που βρίσκονταν στην κατοχή μας, πράγματα τα οποία σχετίζονταν με την ειδωλολατρία. Ρίξαμε στα σκουπίδια ολόκληρες σακούλες με πράγματα από το σπίτι μας. Σε λίγο καιρό ζήτησαν ευγενικά από τα παιδιά μου να φύγουν από τα Καθολικά σχολεία. Δεν εκτιμούσαν τη μαρτυρία που έδιναν για τον Ιεχωβά.
Ενωμένοι στην Αληθινή Λατρεία
Οι τέσσερίς μας είμαστε τώρα βαφτισμένοι Μάρτυρες. Ο Τζάστιν και η Μπιάνκα έχουν τελειώσει το σχολείο και τώρα υπηρετούν στην ολοχρόνια διακονία σκαπανέα. Η Βικτόρια είναι 16 ετών και ακόμη πηγαίνει στο σχολείο. Και εγώ είμαι ήδη έξι χρόνια σκαπάνισσα.
Μείναμε έξι χρόνια σε μια εκκλησία του Μπρίσμπεϊν, όπου βοήθησα δύο αξιαγάπητες ηλικιωμένες γυναίκες, οι οποίες σύντομα αφιέρωσαν τη ζωή τους στον Ιεχωβά Θεό. Το 1994 μετακομίσαμε σε μια περιοχή όπου η ανάγκη για κήρυκες της Βασιλείας ήταν μεγαλύτερη. Τώρα υπηρετούμε σε μια μικρή αγροτική πόλη ονόματι Σάρλβιλ, στο νοτιοδυτικό Κουίνσλαντ. Ο τομέας που έχουμε για κήρυγμα καλύπτει μια τεράστια έκταση, σχεδόν τόσο μεγάλη όσο και η Τασμανία, η νησιωτική πολιτεία της Αυστραλίας!
Καθώς θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια και την εκπαίδευσή μου, συνειδητοποιώ πόσο πολύ ωφελήθηκα από την πειθαρχία. Με έχει βοηθήσει να εφαρμόζω τις Γραφικές αρχές και να κάνω τις απαραίτητες αλλαγές στη ζωή. Πράγματι, το να διαπαιδαγωγούμαι τώρα από τον Ιεχωβά φέρνει έντονη χαρά καθώς και την ελπίδα να απολαύσω εγώ και η αγαπημένη μου οικογένεια ατέλειωτες ευλογίες.—Παροιμίαι 6:23· 15:33, ΜΝΚ.—Όπως το αφηγήθηκε η Σου Μπερκ.
[Εικόνα στη σελίδα 21]
Με τα τρία μου παιδιά