ΣΩΕ (Σωέ). Λαός ή τόπος που κατονομάζεται μαζί με τη Φεκώδ και τον Κωέ. Οι στρατιωτικές δυνάμεις όλων αυτών θα χρησιμοποιούνταν από τον Ιεχωβά εναντίον της άπιστης Ιερουσαλήμ.—Ιεζ 23:4, 22, 23.