Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Μάιο
1 Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς και εγώ του Χριστού.—1 Κορ. 11:1. Σ 1/10/54 2α
2 Την γενεάν ταύτην; είναι ομοία με παιδάρια καθήμενα εν ταις αγοραίς, και φωνάζοντα προς τους συντρόφους αυτών, και λέγοντα, Αυλόν σας επαίξαμεν, και δεν εχορεύσατε· σας εθρηνωδήσαμεν, και δεν εκλαύσατε.—Ματθ. 11:16, 17. Σ 1/5/54 9, 11
3 Οι εν τη Ιουδαία ας φεύγωσιν εις τα όρη· και ο επί του δώματος, ας μη καταβή εις την οικίαν, μηδ’ ας εισέλθη δια να λάβη τι εκ της οικίας αυτού.—Μάρκ. 13:14, 15. Σ 15/10/54 10α
4 Ελπίδα έχων εις τον Θεόν . . . ότι μέλλει να γείνη ανάστασις νεκρών, δικαίων τε και αδίκων.—Πράξ. 24:15. Σ 15/5/54 20
5 Δια να . . . δια του θανάτου του . . . ελευθερώση εκείνους, όσοι δια τον φόβον του θανάτου ήσαν δια παντός του βίου υποκείμενοι εις την δουλείαν.—Εβρ. 2:14, 15. Σ 1/8/54 1α
6 Να φιλοτιμήσθε εις το να ησυχάζητε, και να καταγίνησθε εις τα ίδια.—1 Θεσ. 4:11. Σ 1/2/55 6α
7 Εις το οποίον ο Θεός θέλων να δείξη περισσότερον προς τους κληρονόμους της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, μετεχειρίσθη μέσον τον όρκον.—Εβρ. 6:17. Σ 15/6/54 18, 19
8 Εβόηααν προς τον Ιεχωβά, και οι ιερείς εσάλπισαν με τας σάλπιγγας.—2 Χρον. 13:14, ΑΣ. Σ 15/3/55 2, 3α
9 Μη γινώμεθα κενόδοξοι, αλλήλους ερεθίζοντες, αλλήλους φθονούντες.—Γαλ. 5:26. Σ 1/3/55 6, 7
10 Ο δε Θεός δίδει εις αυτό σώμα καθώς ηθέλησε.—1 Κορ. 15:38. Σ 1/8/54 15-17α
11 Δια της επιθέσεως των χειρών των αποστόλων δίδεται το Πνεύμα το Άγιον.—Πράξ. 8:18. Σ 1/12/54 1α
12 Όστις δεν αγαπά, δεν εγνώρισε τον Θεόν διότι ο Θεός είναι αγάπη.—1 Ιωάν. 4:8. Σ 15/12/54 5
13 Θέλετε είσθαι μισούμενοι υπό πάντων . . . Όταν δε ταύτα αρχίσωσι να γίνωνται, ανακύψατε και σηκώσατε τας κεφαλάς σας· διότι πλησιάζει η απολύτρωσίς σας.—Λουκ. 21:17, 28. Σ 1/4/55 6-8
14 Ο καλός άνθρωπος είναι αβρός και δίδει.—Ψαλμ. 112:5, Φέντον. Σ 1/1/55 21
15 Την οποίαν [ελπίδα] έχομεν, ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν.—Εβρ. 6:19. Σ 15/11/54 11, 12α
16 Είπεν ο όφις προς την γυναίκα, Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;—Γέν. 3:1. Σ 1/6/54 11
17 Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως.—Εβρ. 10:26, 27. Σ 1/7/54 14, 16
18 Μη νομίσητε ότι ήλθον να βάλω ειρήνην επί την γην· δεν ήλθον να βάλω ειρήνην, αλλά μάχαιραν. Διότι ήλθον να διαχωρίσω.—Ματθ. 10:34, 35. Σ 15/9/54 4α
19 Εις τον Ιεχωβά θέλει καυχάσθαι η ψυχή μου· οι ταπεινοί θέλουσιν ακούσει, και θέλουσι χαρή. Μεγαλύνατε τον Ιεχωβά μετ’ εμού, και ας υψώσωμεν ομού το όνομα αυτού.—Ψαλμ. 34:2, 3, ΑΣ. Σ 15/1/55 21, 22
20 Δια τούτο βεβαίως σε διετήρησα, δια να δείξω εν σοι την δύναμίν μου, και να κηρυχθή το όνομά μου εν πάση τη γη.—Έξοδ. 9:16. Σ 1/11/54 5
21 Οι ασεβείς . . . επλανήθησαν από κοιλίας οι λαλούντες ψεύδος.—Ψαλμ. 58:3. Σ 1/2/55 6-8
22 Ο Ιεχωβά θέλει βεβαίως κάμει εις τον κυριόν μου οίκον ασφαλή, επειδή μάχεται ο κύριός μου τας μάχας του Ιεχωβά.—1 Σαμ. 25:28, ΑΣ. Σ 15/3/55 13
23 Και υπέρ αυτών εγώ αγιάζω εμαυτόν, δια να ήναι και αυτοί ηγιασμένοι εν τη αληθεία.—Ιωάν. 17:19. Σ 15/8/54 11-13
24 Προσέταξε δε Ιεχωβά ο Θεός εις τον Αδάμ, λέγων, Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού, δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού.—Γέν. 2:16, 17, ΜΝΚ. Σ 15/7/54 6
25 Και τα δέκα κέρατα, τα οποία είδες επί το θηρίον, ούτοι θέλουσι μισήσει την πόρνην, . . . και αυτήν θέλουσι κατακαύσει εν πυρί.—Αποκάλ. 17:16. Σ 15/10/54 7α
26 Ο δε καρπός του πνεύματος είναι . . . χρηστότης.—Γαλ. 5:22. Σ 1/3/55 10-13α
27 Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων· γίνεσθε ουν φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοί ως αι περιστεραί.—Ματθ. 10:16, Κείμενον. Σ 1/4/55 3, 4α
28 Το σπέρμα αυτού θέλει είσθαι δυνατόν εν τη γη· η γενεά των ευθέων θέλει ευλογηθή.—Ψαλμ. 112:2. Σ 1/1/55 11
29 Τώρα δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα.—1 Κορ. 13:13. Σ 15/11/54 23
30 Αδελφός προσβληθείς είναι δυσκολώτερον να κερδηθή παρά οχυρά πόλις· και τοιαύται διαφοραί είναι ως μοχλοί φρουρίου.—Παροιμ. 18:19, ΑΣ. Σ 15/12/54 29, 31
31 Μη πλανάσθε· “Φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί.”—1 Κορ. 15:33. Σ 1/5/54 15