Μετάφρασις της Βίβλου—Ένα Τολμηρό Έργο
Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ της Γραφής έχει αρχαία ιστορία. Στον τρίτο αιώνα π.Χ. Ιουδαίοι λόγιοι (εβδομήντα δύο, σύμφωνα με την παράδοσι) άρχισαν να μεταφράζουν από την Εβραϊκή στην Ελληνική τα πέντε βιβλία του Μωυσέως, την Πεντάτευχο. Από τότε οι μεταφρασταί της Γραφής αντιμετώπισαν κατά καιρούς σκληρή εναντίωσι, συχνά από εκκλησιαστικές αρχές. Έπρεπε να είναι πρόθυμοι να υποφέρουν ακόμη και να πεθάνουν για το έργο τους.
Πώς έφθασε η Γραφή να μεταφρασθή σε μια από τις πολλές γλώσσες στις οποίες είναι τώρα διαθέσιμη, εν όλω ή εν μέρει, είναι μια ιστορία που θα έπιανε πολλές σελίδες. Θα εξετάσωμε, επομένως, ένα μικρό μόνο τμήμα αυτής της ιστορίας που αναφέρεται στις τολμηρές αρχικές προσπάθειες μεταφράσεως της Γραφής σε δύο μεγάλες γλώσσες—την Αγγλική και την Κινεζική.
Η ΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ
Η πρώτη μετάφρασις στην Αγγλική γλώσσα έγινε στο τέλος του δεκάτου τετάρτου αιώνος. Το όνομα Ουίκλιφ είναι συνδεδεμένο μ’ αυτή τη μετάφρασι που βασίζεται στη Λατινική Βουλγάτα. Ακριβώς πόσο μετέφρασε στην πραγματικότητα ο Τζων Ουίκλιφ είναι άγνωστο σήμερα. Είναι βέβαιον, εν τούτοις, ότι υπήρξε βίαιη εναντίωσις στο έργο της μεταφράσεως. Ο Ουίκλιφ και οι συνεργάται του επέσυραν το σκληρό μίσος των θρησκευτικών αρχών. Είναι, εν τούτοις, εκπληκτικό ότι ο Ουίκλιφ δεν έχασε τη ζωή του με υποκίνησι των εχθρών του, αλλά πέθανε από παράλυσι.
Κατόπιν οι εκκλησιαστικές αρχές εξακολούθησαν να καταπολεμούν τη δημιουργία αντιγράφων της μεταφράσεως του Ουίκλιφ. Τελικά, το 1408, μια σύνοδος κληρικών που συγκεντρώθηκαν στην Οξφόρδη υπό την καθοδήγησι του Αρχιεπισκόπου Αρούντελ απαγόρευσαν τη χρήσι των Αγίων Γραφών στην Αγγλική. Παρά την απαγόρευσι του κλήρου, η μόνη Αγγλική μετάφρασις που ήταν διαθέσιμη τότε συνέχισε να εκδίδεται. Αποδείξεις αυτού αποτελούν τα 200 περίπου αντίγραφα της μεταφράσεως (πολλά από τα οποία έγιναν μετά το 1420) που υπάρχουν ακόμη μέχρι σήμερα. Ο Ουίκλιφ εμισείτο ώστε τα λείψανά του ξεθάφτηκαν το 1428, κάησαν και κατόπιν η τέφρα του ρίχθηκε στον ποταμό Σουίφτ.
Η μετάφρασις της Γραφής από τις αρχικές γλώσσες (όχι από τη Λατινική Βουλγάτα) στην Αγγλική άρχισε όχι ενωρίτερα από τις αρχές του δέκατου έκτου αιώνος. Ο Ουίλλιαμ Τύντεηλ ανέλαβε αυτό το καθήκον. Με την ελπίδα να κερδίση την υποστήριξι του Επισκόπου Κάθμπερτ Τάνσταλ, ο Τύντεηλ πήγε στο Λονδίνο, αλλά απέτυχε να λάβη την υποστήριξι του επισκόπου.
Αν και παρέμεινε στο Λονδίνο, ο Τύντεηλ αντελήφθη σύντομα ότι η στάσις του κλήρου ήταν τέτοια ώστε δεν μπορούσε να μεταφράση τη Γραφή στην Αγγλία. Έφυγε, λοιπόν, για τη Γερμανία το 1524. Εκεί, στην Κολωνία, άρχισε η εκτύπωσις της μεταφράσεώς του των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών (της λεγόμενης «Καινής Διαθήκης»). Όταν αυτά τα νέα έφθασαν στους δικαστάς της Κολωνίας αυτοί σταμάτησαν το έργο. Ο Τύντεηλ έφυγε γρήγορα για την πόλι Βορμς, όπου συμπληρώθηκε μ’ επιτυχία η εκτύπωσις των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Σύντομα αντίγραφα αυτής της μεταφράσεως άρχισαν να πωλούνται στην Αγγλία. Εν τω μεταξύ ο Τύντεηλ συνέχιζε το αναθεωρητικό και μεταφραστικό του έργο.
Οι εκκλησιαστικές αρχές στην Αγγλία εξεμάνησαν. Στις 4 Μαΐου 1530, αντίγραφα της μεταφράσεως του Τύντεηλ εκάησαν στο Σαιντ Πωλς Κρος στο Λονδίνο. Προς το τέλος του Μαΐου ένα βασιλικό διάταγμα, που υποστηριζόταν από τις εκκλησιαστικές αρχές, κατέτασσε τις μεταφράσεις των Γραφών του Τύντεηλ από την Εβραϊκή και Ελληνική μεταξύ των ολεθρίων βιβλίων και ανέφερε: «Να τα αποστρέφεσθε, να τα απεχθάνεσθε· να μην τα πιάνετε στα χέρια σας, να τα παραδίνετε στις αρχές όταν σας τα ζητούν.» Σχετικά μ’ αυτούς που δεν θα υπάκουαν σ’ αυτό, το διάταγμα συνέχιζε: «Οι κληρικοί της εκκλησίας, που έχουν τη φροντίδα και την ευθύνη των ψυχών σας, οφείλουν να σας εξαναγκάσουν, και ο άρχων σας να σας τιμωρήση και να σας διορθώση.» Κατεβλήθησαν μεγάλες προσπάθειες να καταστρέψουν τις μεταφράσεις στην Αγγλία και στο εξωτερικό.
Ένας από τους λόγους που ο Τύντεηλ αντιμετώπισε τέτοια σκληρή εναντίωσι ήταν ότι αυτός δεν προσκολλήθηκε σε εκκλησιαστικούς όρους αλλά χρησιμοποίησε λέξεις που απέδιδαν τη χάρι της αρχικής γλώσσης. Παραδείγματος χάριν χρησιμοποίησε τη λέξι «συνάθροισις» αντί εκκλησία· «επίσκοπος,» αντί αρχιερεύς, και «αγάπη,» αντί φιλανθρωπία. Το γεγονός ότι η εκλογή των λέξεων από τον Τύντεηλ ήταν πλησιέστερη προς την αρχική Ελληνική δεν είχε καμμιά βαρύτητα για τις εκκλησιαστικές αρχές. Ο Τύντεηλ είχε διακηρύξει ακόμη την προθυμία του ν’ αλλάξη οτιδήποτε εύρισκε ότι ήταν εσφαλμένο ή μπορούσε να μεταφρασθή με περισσότερη σαφήνεια. Οι θρησκευτικές αρχές, όμως, απλώς δεν ήθελαν να διαβάζεται η Γραφή από τον κοινό λαό, που θα κατέληγαν τότε να απορρίψουν τις εκκλησιαστικές των ερμηνείες.
Λίγο αργότερα οι κόποι του Τύντεηλ βρήκαν βίαιο τέλος. Κάποιος Φίλλιπς προσποιήθηκε φιλία και αργότερα τον πρόδωσε στους εχθρούς του. Κατόπιν ο Τύντεηλ φυλακίσθηκε στον Πύργο του Βιλβόρντ, κοντά στις Βρυξέλλες. Τον Σεπτέμβριο του 1536 εκτελέσθηκε με στραγγαλισμό και κάηκε.
Έτσι τελείωσε η ζωή ενός μεγάλου λογίου του οποίου οι κόποι επηρέασαν τη μετάφρασι της Γραφής στην Αγγλική για τα επόμενα 400 χρόνια περίπου. Ο Τύντεηλ εργάσθηκε με κίνδυνο της ζωής του, όχι για τιμή ή προσωπική αναγνώρισι και θέσι, αλλά για να κάμη τον Λόγο του Θεού διαθέσιμο στον κοινό άνθρωπο.
Η ΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΚΙΝΕΖΙΚΗ
Το έτος 1807, 271 περίπου χρόνια μετά την εκτέλεσι του Τύντεηλ, ο Ρόμπερτ Μόρρισον, ένας Προτεστάντης ιεραπόστολος, έφθασε στην Καντώνα της Κίνας. Σύντομα άρχισε να εργάζεται για τη μετάφρασι της Γραφής στην Κινεζική. Ο Μόρρισον είχε κάποια γνώσι της Κινεζικής αλλά χρειαζόταν βοήθεια σχετικά με τη γλώσσα. Τέτοια βοήθεια δεν ήταν εύκολα διαθέσιμη, διότι η μετάφρασις της Γραφής στην Κινεζική ήταν ένα τολμηρό εγχείρημα, που ετιμωρείτο με θάνατο. Εν τούτοις ο Μόρρισον επέτυχε να εξασφαλίση τη βοήθεια δύο Κινέζων λογίων. Ο ένας απ’ αυτούς φοβόταν τόσο πολύ να μη συλληφθή και θανατωθή με αργά μαρτύρια ώστε είχε πάντοτε μαζί του δηλητήριο για να αυτοκτονήση σε περίπτωσι που θα τον συνελάμβαναν.
Η πόλις Καντών ήταν τότε ανοιχτή για ξένους μόνο έξη μήνες το έτος, και αυτό ανάγκαζε τον Μόρρισον να φεύγη κάθε έξη μήνες. Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα ο Μόρρισον ζούσε στη νήσο Μακάο. Επειδή εργαζόταν ως μεταφραστής στην Εταιρία Ηστ Ίντια, μπορούσε να επιστρέφη στην Καντώνα.
Στη διάρκεια της ημέρας, ενώ εργαζόταν για την Εταιρία Ηστ Ίντια, ο Μόρρισον φρόντιζε για τις καθημερινές υποθέσεις του εμπορίου και μοχθούσε μ’ ένα Κινεζοαγγλικό λεξικό και με την Κινεζική γραμματική. Τη νύχτα αυτός και οι Κινέζοι βοηθοί του εργάζονταν στη μετάφρασι της Γραφής.
Το 1810 τυπώθηκε στην Κινεζική το βιβλίο των Πράξεων με ξύλινα τυπογραφικά στοιχεία φτιαγμένα με το χέρι. Μη θέλοντας να θέσουν αυτά τα στοιχεία σε ξένα χέρια, ο Μόρρισον τα έθαψε όταν έφυγε για το Μακάο. Η απογοήτευσίς του ήταν μεγάλη όταν επιστρέφοντας μετά από έξη μήνες ανακάλυψε ότι οι τερμίτες είχαν φάει τα στοιχεία.
Παρ’ όλα τα προβλήματα και εμπόδια, το 1814, ο Μόρρισον με τη βοήθεια ενός άλλου ιεραποστόλου, του Ουίλλιαμ Μιλν, τελείωσε τη μετάφρασι των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Ως το 1818 είχε μεταφρασθή ολόκληρη η Βίβλος.
Η μετάφρασις της Γραφής απετέλεσε πραγματικά ένα τολμηρό έργον. Οι μεταφρασταί, όπως ο Τύντεηλ και ο Μόρρισον, ήσαν αφιερωμένοι και θαρραλέοι άνδρες που ήσαν πρόθυμοι να επιμείνουν παρά τα τρομερά εμπόδια. Αυτό που έκαναν ήταν σε αρμονία με το θέλημα του Θεού να έχουν όλοι οι άνθρωποι την ευκαιρία «να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας.»—1 Τιμ. 2:3, 4.