Η Ζωή μου ως Στρατιώτου—Σε Δύο Είδη Πολέμου
Όπως ελέχθη από τον Τσαρλς Λ. Ράνταλλ
Η 11η ώρα της 11ης Νοεμβρίου 1918 ήταν ο προγραμματισμένος χρόνος για την κατάπαυσι όλων των εχθροπραξιών του Μεγάλου Πολέμου. Μέχρι τότε, ως απλός στρατιώτης σε μια μοίρα πυροβολικού της Νέας Ζηλανδίας στο Δυτικό μέτωπο κοντά στο Μονς του Βελγίου, είχα δει αρκετά πράγματα από τον πόλεμο ώστε να τα θυμάμαι για όλη μου τη ζωή.
Είχα περάσει πολλές μέρες στα χαρακώματα μέσα στο χιόνι και στη βροχή. Είχα επιζήσει από τις σφαίρες, τα βλήματα και τα δηλητηριώδη αέρια. Αλλά πολλοί από τους φίλους μου δεν ήσαν τόσο τυχεροί και ήταν πολύ οδυνηρό, για μένα προσωπικά, να θάπτω τα αιματοβαμμένα κορμιά των συμπολεμιστών μου. Ο φόβος, ο θάνατος και η καταστροφή χάραξαν αναμνήσεις που επρόκειτο να με τυραννούν επί χρόνια και που μπορώ εύκολα να θυμηθώ τώρα, μολονότι είμαι 84 ετών.
Πριν αρχίση ο πόλεμος, ο κόσμος είχε μια γενική ηρεμία. Στη διάρκεια εκείνων των ειρηνικών καιρών, ενώ ταξίδευα από την πατρίδα μου την Αγγλία προς τη Νέα Ζηλανδία, μερικοί από τους καλύτερους φίλους που δούλευαν στα καράβια ήσαν Γερμανοί. Αλλά ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος μας έκανε εχθρούς. Πόσο μάταιος μου φαινόταν ο πόλεμος! Ασφαλώς, πρέπει να υπήρχε κάποιος άλλος τρόπος για να διευθετηθούν τα προβλήματα του ανθρώπου. Μολονότι είχα ανατραφή με αυστηρό Προτεσταντικό τρόπο και ποτέ δεν έχασα τον σεβασμό μου για την Αγία Γραφή, η εμπιστοσύνη μου για τη θρησκεία γενικά μειώθηκε στο ελάχιστο. Καθώς έβλεπα τον στρατιωτικό ιερέα μας να μάς οδηγή στην πρώτη γραμμή, ζωσμένος το πιστόλι, και καθώς τον άκουγα να προσεύχεται για την ευλογία του Θεού προτού μας στείλη να σκοτώσωμε, σκεπτόμουν πόσο πολύ υποκριτικό είναι αυτό για έναν άνθρωπο που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει τον ‘Άρχοντα της Ειρήνης.’—Ησ. 9:6.
Στη διάρκεια του 1917, όμως, αντιμετώπισα μια εκ διαμέτρου διαφορετική στάσι. Μαζί με τους 1.700 ενόπλους στρατιώτες στο οπλιταγωγό μας (το «Βαϊμάνα») ήσαν επτά άοπλοι νέοι με πολιτικά. Ευρίσκοντο εκεί παρά τη θέλησί τους. Μεγάλη ήταν η έκπληξίς μου καθώς τους έβλεπα να τους ανεβάζουν σηκωτούς στο πλοίο—κρατώντας τους ανάποδα με τα χέρια και τα πόδια δεμένα. Αρνήθηκαν να βάλουν στρατιωτικά, να μεταφέρουν όπλα ή ακόμη και να χρησιμοποιήσουν προστατευτικό στρατιωτικό εξοπλισμό. Αυτοί οι αντιρρησίες συνειδήσεως ανήκαν σε μια ομάδα γνωστή ως Διεθνείς Σπουδασταί των Γραφών. Οι νεαροί αυτοί αναγκάσθηκαν να ταξιδέψουν μαζί μας στην πρώτη γραμμή και να μείνουν μ’ εμάς τα δύο χρόνια που ήμασταν στην θάλασσα. Μολονότι εκτιμούσα την ειλικρίνειά τους και την ακεραιότητά τους, πέρασαν χρόνια για να καταλάβω πραγματικά γιατί είχαν αυτή ακριβώς τη στάσι.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΟΥ
Αφού έφυγα από το στρατό το 1919, δυσκολεύθηκα εξαιρετικά να διάγω μια φυσιολογική καθημερινή ζωή. Είχα τρομερές ενοχλήσεις στον ύπνο, επειδή έβλεπα και ξανάβλεπα τις σκηνές του πολέμου. Μερικές φορές, πηδούσα από το κρεββάτι και άρχιζα να σκαρφαλώνω στο παράθυρο, προτού καταλάβω πού βρισκόμουν. Και με βασάνιζε, επίσης, το επίμονο ερώτημα: «Γιατί εγώ επέζησα αφού τόσοι άλλοι πέθαναν; Ασφαλώς πρέπει να υπάρχη κάποιος σκοπός για μένα στη ζωή.»
Επειδή η υγεία μου χειροτέρευε, δεν μπορούσα να συνεχίσω την εργασία μου σ’ ένα αγρόκτημα για αποίκους στρατιώτες. Έτσι, άρχισα να εργάζωμαι ως πυροσβέστης και οδηγός σε διάφορους ατμοκίνητους εκσκαφείς με μια ομάδα που εργαζόταν στην κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών. Περνούσα τις διακοπές μου μαζί μ’ ένα φίλο και την οικογένειά του στο αγρόκτημά τους. Στη διάρκεια μιας παραμονής μου εκεί, τα δύο νεαρά του αγόρια που πήγαιναν στο σχολείο, επέστρεψαν σπίτι ένα απόγευμα και δήλωσαν ότι οι «τρελλοί Μπέλτσερς» θα έφθαναν στην κοιλάδα την άλλη μέρα. Η σύζυγος του φίλου μου μού εξήγησε ότι η οικογένεια Μπέλτσερ ήταν πολύ θρησκευόμενη και συνήθιζαν να επισκέπτωνται τα σπίτια για μια κουβεντούλα και ν’ αφήνουν ένα μικρό βιβλίο στους ανθρώπους για να το διαβάσουν. Της είπα ότι θα πήγαινα να τους συναντήσω στην πύλη και να τους εμποδίσω ν’ ανεβούν τον λόφο για να φθάσουν στο σπίτι.
Το επόμενο απόγευμα, καθώς ετοιμαζόμουν να μαντρώσω τις αγελάδες για άρμεγμα, τα μικρά έτρεξαν για να με πληροφορήσουν ότι οι «τρελλοί Μπέλτσερς» είχαν φθάσει. Έτσι, βγήκα έξω, και συνάντησα ένα νεαρό αγόρι 16 περίπου ετών. Μετά από ένα σύντομο χαιρετισμό, μου είπε: «Ονομάζομαι Άλλαν Μπέλτσερ και έχω ένα άγγελμα για σας. Είναι ένα άγγελμα για τη βασιλεία του Θεού και όταν το ακούσετε, η καρδιά σας θα χαρή.» Είχαμε μια σύντομη κουβέντα και μου άφησε ένα βιβλιάριο με τον τίτλο «Ο Τελικός Πόλεμος.» Το ίδιο εκείνο βράδυ, πήρα το βιβλιάριο Πόλεμος ή Ειρήνη, Ποιο; που είχε αφήσει σ’ ένα άλλο αγρόκτημα η ίδια οικογένεια. Επειδή μ’ ενδιέφεραν τα στρατιωτικά ζητήματα, διάβασα το βιβλιάριο εκείνη τη νύχτα και, όταν το τελείωσα, αναφώνησα: «Αυτή είναι η αλήθεια!» Το βιβλιάριο παρουσίαζε το άγγελμα ότι η λύσις των προβλημάτων του ανθρώπου δεν εξαρτάτο από ανθρώπινους πολέμους, αλλά από παρέμβασι του Θεού σ’ ένα τελικό πόλεμο κατά της πονηρίας.—Αποκ. 16:14, 16.
Σύντομα μετά απ’ αυτή την πρώτη επαφή το 1932, άρχισα να διανύω με ποδήλατο τα 11 μίλια (18 χιλιόμετρα) για να παρευρίσκωμαι στις συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά για Γραφική μελέτη. Επίσης, ήταν ευχαρίστησίς μου να επισκέπτωμαι τα γειτονικά αγροκτήματα και να μιλώ στους ανθρώπους για τη βασιλεία του Θεού, τη μόνη κυβέρνησι που θα φέρη πραγματική ειρήνη στη γη.—Ψαλμ. 37:11· Δαν. 2: 44· Ματθ. 6:9, 10.
ΕΝΑΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΑΡΧΙΖΕΙ
Δεν πέρασε πολύς καιρός και κατάλαβα ότι περιλαμβάνεται πόλεμος στο να είναι κανείς Μάρτυς του Ιεχωβά. Εν τούτοις, «τα όπλα του πολέμου ημών δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά συν Θεώ προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων· επειδή καθαιρούμεν λογισμούς και παν ύψωμα επαιρόμενον εναντίον της γνώσεως του Θεού.» (2 Κορ. 10:4, 5) Πρόκειται για έναν πνευματικό πόλεμο, μια μάχη εναντίον ψευδών θρησκευτικών ιδεών και διδασκαλιών. Είναι πόλεμος που σώζει ζωές, αντί να τις καταστρέφη.
Ωστόσο, μια από τις πρώτες μάχες που έπρεπε να κάνω ήταν με τον εαυτό μου. Ήμουν μανιώδης καπνιστής. Σύντομα, όμως, κατάλαβα ότι ένα άτομο δεν θα γινόταν δεκτό από τον Θεό σ’ αυτή την ακάθαρτη κατάστασι. Σχολιάζοντας το γεγονός αυτό μετά από μια συνάθροισι, ένας νεαρός Χριστιανός μου είπε: «Μη νομίζης ότι είμαι ασκητής, αλλά όταν πραγματικά γνωρίσης την αλήθεια, θα εγκαταλείψης αυτή τη συνήθεια.» Περιέκοψα τη συνήθεια αυτή αρκετά, αλλ’ ωστόσο κάπνιζα μερικές φορές, ιδιαίτερα όταν μιλούσα σε ομάδες άλλων νεαρών, απλώς και μόνο για να τους δείξω ότι δεν ήμουν «ασκητής.» Εν τούτοις, επειδή αντιλήφθηκα σύντομα ότι ήταν καλύτερο να λάβω μια σταθερή στάσι, με τη βοήθεια του Ιεχωβά εγκατέλειψα τελείως αυτή την ακάθαρτη συνήθεια.—2 Κορ. 7:1.
Όπως ακριβώς είχα εγγραφή στο στρατό το 1916, επιθυμούσα ν’ αναμιχθώ πλήρως σ’ αυτό τον πνευματικό πόλεμο. Έτσι, άρχισα το ολοχρόνιο έργο κηρύγματος, φεύγοντας από το σπίτι των φίλων μου και ξεκινώντας για το Ώκλαντ της Νέας Ζηλανδίας. Εκείνοι νόμισαν ότι κι εγώ, επίσης, ήμουν «τρελλός» επειδή άφησα την ασφάλεια και τις ανέσεις του σπιτιού χωρίς καμμιά οικονομική υποστήριξι. Μολονότι τότε δεν ανταποκρίνονταν καθόλου στην προσπάθειά μου να τους εξηγήσω τα αισθήματά μου σχετικά με την υπηρεσία μου προς τον Θεό, συγκινήθηκα πολύ όταν ανεκάλυψα μετά από χρόνια ότι η σύζυγος και ένας από τους γιους της οικογενείας είχαν δεχθή με τον καιρό την αλήθεια.
Βαπτίσθηκα λίγο καιρό αφού έφθασα στο Ώκλαντ και «έκανα έργο σκαπανέως» εκεί μέχρι το 1934, όταν επιβιβάσθηκα σ’ ένα πλοίο για το Σίδνεϋ της Αυστραλίας, με σκοπό ν’ αναλάβω ιεραποστολικό έργο στις Νέες Εβρίδες. Όταν το πλοίο που επρόκειτο να χρησιμοποιήσουμε για να επισκεπτώμεθα αυτά τα νησιά ναυάγησε, με προσκάλεσαν να εργασθώ στον οίκο Μπέθελ στο Σίδνεϋ, το μέρος απ’ όπου κατευθύνετο το έργο κηρύγματος της Βασιλείας στην Αυστραλία. Λίγο καιρό αφότου έφθασα εκεί, ανεκάλυψα ένα ενδιαφέρον γεγονός. Εκείνοι οι αντιρρησίες συνειδήσεως στο οπλιταγωγό μου ήσαν Μάρτυρες του Ιεχωβά, μολονότι δεν εχρησιμοποιείτο εκείνο τον καιρό αυτό το ιδιαίτερο όνομα.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΠΑΛΙ
Το 1939, επέστρεψα για μια ακόμη φορά σε εργασίες αγροκτήματος, όταν με προσκάλεσαν να εποπτεύω ένα αγρόκτημα γνωστό ως Αγρόκτημα της Βασιλείας. Προμήθευε τροφή για τους ολοχρονίους εργάτες στον οίκο Μπέθελ. Τι αντίθεσι με τις προηγούμενες αγροτικές μου προσπάθειες! Η γνώσις των σκοπών του Θεού είχε κάνει μια δραστική αλλαγή στη σωματική και συναισθηματική μου ευημερία. Ήταν το καλύτερο «τονωτικό,» και αισθανόμουν ότι είχα ένα θαυμάσιο έργο να επιτελέσω στη ζωή μου.
Σύντομα μετά απ’ αυτό ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος επρόκειτο, όπως ελέγετο, να είναι ο πόλεμος που θα έθετε τέρμα σε όλους τους πολέμους. Τι ψεύτικη ελπίδα ήταν αυτή!
Αυτή τη φορά η θέσις μου ήταν διαφορετική. Επειδή ήμουν ήδη στρατιώτης σ’ ένα στράτευμα, δεν επρόκειτο να το εγκαταλείψω για να ενωθώ με κάποια άλλη δύναμι. (2 Τιμ. 2:3) Η απόφασίς μου ήταν να παραμείνω αυστηρά ουδέτερος, χωρίς να είμαι «εκ του κόσμου» και να ασχολούμαι στις στρατιωτικές του διαμάχες.—Ιωάν. 15:19· Ησ. 2:4.
Μετά από λίγο καιρό, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ετέθησαν υπό απαγόρευσι στην Αυστραλία για την ουδέτερη στάσι τους. Χωρίς να το γνωρίζω, εξεδόθη σύντομα ένα ένταλμα συλλήψεώς μου. Μολονότι οι αρχές εγνώριζαν ότι βρισκόμουν στο Αγρόκτημα της Βασιλείας, ποτέ δεν εξετέλεσαν το ένταλμα αυτό, αν και συχνά είχαμε επισκέψεις από τις δυνάμεις ασφαλείας. Τελικά, όμως, η λογική επεκράτησε της θρησκευτικής προκαταλήψεως και της πολεμικής υστερίας, και η απαγόρευσις ήρθη το 1943.
Συνέχισα την εργασία μου στο Αγρόκτημα της Βασιλείας μέχρι το 1950, όταν μια αλλεργική αντίδρασις σ’ ένα τοπικό αγριόχορτο με ανάγκασε να πάω στο νοσοκομείο. Το δέρμα μου είχε γίνει σχεδόν μαύρο και ήμουν όλος καλυμμένος από ένα απίστευτα ψωρικό εξάνθημα που αργότερα έμαθα ότι μπορεί να οδηγήση ακόμη και στην αυτοκτονία. Μετά την ανάρρωσί μου, επέστρεψα πάλι στον οίκο Μπέθελ, όπου συνέχισα την υπηρεσία μου.
ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΟΛΕΜΟΥ
Ο άνθρωπος συνεχώς βελτίωνε τα πολεμικά του όπλα μέχρι που σήμερα έχει ατομικούς εξοπλισμούς που απειλούν την ίδια τη διαιώνισι της ζωής στη γη. Στον πνευματικό μας πόλεμο, υπήρξε επίσης συνεχής βελτίωσις στη διάρκεια των ετών.
Η χρήσις των ηχητικών αυτοκινήτων—οχημάτων εφωδιασμένων με μεγαφωνικά συστήματα—αποτελούσε έναν συναρπαστικό τομέα υπηρεσίας στη δεκαετία του 1930. Για να ελκύσωμε την προσοχή, παίζαμε ένα μουσικό δίσκο και, κατόπιν, ένα μαγνητοφωνημένο άγγελμα. Αργότερα, χρησιμοποιούσαμε φορητά γραμμόφωνα, μεταφέροντας τα βαρειά μηχανήματα από θύρα σε θύρα και προσκαλώντας τον οικοδεσπότη ν’ ακούση μια σύντομη ηχογραφημένη Γραφική ομιλία. Ή ωρίζαμε μια συνάντησι για να μιλήσωμε περισσότερο για την Αγία Γραφή και να παίξωμε στο γραμμόφωνο μεγαλύτερες ομιλίες.
Μερικές φορές μια ομάδα από μας βάδιζε στους δρόμους κρατώντας ‘πλακάτ’ με ‘σλόγκαν’ όπως «Η Θρησκεία Είναι Παγίδα και Εμπόριο» και «Υπηρετείτε τον Θεό και τον Χριστό τον Βασιλέα.» Επίσης, εγίνοντο ραδιοφωνικά προγράμματα που έφεραν το άγγελμα σε πολλά σπίτια. Όλες αυτές οι μέθοδοι χώριζαν τους ανθρώπους. Μερικοί εναντιώνονταν, μερικοί ενδιαφέρονταν.
Το να μελετώ προσωπικά την Αγία Γραφή με άτομα και οικογένειες και να βλέπω αυτά τα άτομα να ενώνωνται μαζί μου στον πνευματικό πόλεμο μου έφερε μεγάλη ικανοποίησι. Μερικές φορές, στα πρώτα εκείνα χρόνια, μια ομάδα από μας ταξιδεύαμε σε αγροτικές περιοχές το Σαββατοκύριακο, και ξαπλώναμε πάνω σε φτέρες στο δάσος τη νύχτα και κηρύτταμε τα «αγαθά νέα» ή μελετούσαμε την Αγία Γραφή με τους ντόπιους στη διάρκεια της ημέρας. Ανταλλάσσαμε Γραφικά έντυπα με τρόφιμα που μπορούσαν να μας συντηρήσουν μέχρι να επιστρέψωμε σπίτι. Σήμερα, σ’ εκείνες τις ίδιες περιοχές υπάρχουν εκκλησίες Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Η ύπαρξις πολλών θαυμάσιων Χριστιανικών εκδόσεων και θαυμασίας εκπαιδεύσεως για τον χειρισμό ‘της μαχαίρας του πνεύματος,’ του Λόγου του Θεού, συνεχώς βελτιώνει την ποιότητα του πνευματικού μας πολέμου. (Εφεσ. 6:17) Και τα αποτελέσματα, επίσης, ήσαν θαυμάσια, με αύξησι από μια χούφτα 41.000 κηρύκων παγκοσμίως το 1934 σε δύο και πλέον εκατομμύρια σήμερα. Τι συγκινητικό ήταν να παρακολουθήσω το 1958 τη συνέλευσι που έγινε στην πόλι της Νέας Υόρκης, όπου 250.000 και πλέον απ’ αυτούς τους κήρυκες συγκεντρώθηκαν μαζί!
ΖΩΝΤΑΣ ΩΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ
Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται εις τας βιωτικάς υποθέσεις, δια να αρέση εις τον στρατολογήσαντα.» (2 Τιμ. 2:4) Προσωπικά, μια απλή ζωή, ανεμπόδιστη από τον υλισμό αυτού του κόσμου, με βοήθησε να συγκεντρωθώ στη μελέτη του Λόγου του Θεού και στην υπηρεσία μου προς αυτόν. Με τη σειρά του, αυτό μου έφερε μεγάλη ικανοποίησι. Στενοχωριέμαι πάντοτε όταν βλέπω άλλους να χαλαρώνουν την υπηρεσία τους προς τον Ιεχωβά ή ακόμη και να εγκαταλείπουν τον πνευματικό τους αγώνα.—2 Τιμ. 4:10.
Τι περιλαμβάνεται στο να είναι κανείς ένας καλός στρατιώτης; Πειθαρχία, προθυμία να πολεμήση παλληκαρίσια και ν’ αντιμετωπίση δυσκολίες κατά καιρούς, καθώς επίσης και σταθερότης στην προσκόλλησι σ’ ένα καθήκον που του έχει ανατεθή, άσχετα με το πόσο μικρό μπορεί να είναι. (Λουκ. 16:10) Πολλοί άνθρωποι το έχουν κάνει αυτό για ανθρώπινους διοικητές. Αλλά θεωρώ θαυμάσιο προνόμιο το να ‘αγωνίζωμαι τον καλόν αγώνα της πίστεως,’ υπηρετώντας τον Βασιλέα των βασιλέων, τον Ιησού Χριστό, και τον Θεό και Πατέρα του, τον Ιεχωβά.—Ησ. 55:4· 1 Τιμ. 6:12· Ιωάν. 20:17· Αποκ. 19:16.
[Εικόνα του Τσαρλς Λ. Ράνταλλ στη σελίδα 5]