Μια Ματιά στο Νέο Σύνταγμα του Καναδά
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στον Καναδά
«ΑΛΗΘΙΝΑ Καναδικό επιτέλους», είπε η ομιλήτρια. Ένα πλήθος 30.000 ατόμων ζητωκραύγασαν από καρδιάς σε απάντηση. Η ομιλήτρια; Η Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ της Αγγλίας. Το πλήθος; Εκείνοι που είχαν συγκεντρωθεί στην Οττάβα, πρωτεύουσα του Καναδά, στις 17 Απριλίου 1982, για να ακούσουν την εξαγγελία του «Νομοθετήματος του Συντάγματος, 1982». Ναι, ο Καναδάς τελικά είχε το δικό του σύνταγμα!
Αλλά δεν είναι ο Καναδάς χωριστό έθνος περισσότερο από έναν αιώνα τώρα; Πώς συμβαίνει ώστε το σύνταγμα του να προκηρύσσεται τόσο αργά; Καλές ερωτήσεις. Για να κατανοήσουμε το ζήτημα, θα πρέπει να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στην Καναδική ιστορία και να δούμε πώς, για ένα διάστημα, ο Καναδάς κατάντησε να είναι (με μια έννοια) μια χώρα χωρίς δικό της σύνταγμα.
Γιατί Χρειάζεται Σύνταγμα;
Ο Καναδάς σχηματίστηκε σαν έθνος το 1867 όταν αρκετές Βρετανικές αποικίες στα βόρεια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχημάτισαν μια ομοσπονδία και ζήτησαν από το Κοινοβούλιο της Μεγάλης Βρετανίας να αναγνωρίσει τη χώρα νομικά. Αυτό έγινε με το Νομοθέτημα της Βρετανικής Βόρειας Αμερικής. Εφόσον ήταν ένα νομοθέτημα του Βρετανικού Κοινοβουλίου, έπρεπε να αποτείνονται για κάθε απαιτούμενες τροποποιήσεις στο μέλλον στη Βουλή των Κοινοτήτων και στη Βουλή των Λόρδων.
Παρά το γεγονός ότι οι τροποποιήσεις αυτές συνήθως περνιούνταν χωρίς αντίρρηση, ωστόσο το γεγονός ότι το αρχικό καταστατικό ήταν ένα νομοθέτημα μιας «ξένης» χώρας ήταν, με τον καιρό, «όχι αρκετά καλό», σύμφωνα με ορισμένους Καναδούς. Αυτοί νόμιζαν ότι το Νομοθέτημα της Βρετανικής Βόρειας Αμερικής θα πρέπει να έρθει στην πατρίδα του, στον Καναδά και να τροποποιείται εκεί. Υπήρχαν και άλλοι λόγοι που απαιτούνταν να «έρθει το νομοθέτημα αυτό στην πατρίδα του».
Το Σύνταγμα που είχε ο Καναδάς ήταν ένας συνδυασμός από πολλές χιλιάδες νόμους και συμβάσεις που αναπτύχθηκαν στο διάβα των ετών, καθώς και το μεγάλο σώμα των νόμων που κληρονομήθηκαν από την Αγγλία. Οι τελευταίοι αυτοί περιλαμβάνουν τη Μάγκνα Κάρτα του 1215 μ.Χ., το πρώτο νομοθέτημα του Αγγλικού δικαίου και τον πρώτο περιορισμό της εξουσίας του Στέμματος. Οι ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών ανέτρεξαν στη Μάγκνα Κάρτα όταν σχημάτισαν το σύνταγμα τους έτσι ώστε να περιλάβουν τα θεμελιακά δικαιώματα για την προστασία όλων των πολιτών. Έτσι, τα Αμερικανικά δικαστήρια μπορούν να αποφασίζουν υποθέσεις που βασίζονται στις ευρείες αρχές του Χάρτη των Δικαιωμάτων. Ο Καναδάς, όμως, δεν είχε τέτοιες σαφώς καθορισμένες εγγυήσεις.
Ο Καναδικός Χάρτης Δικαιωμάτων
Ωστόσο, η επιθυμία των Καναδών για ένα τέτοιο νομοθέτημα αποδείχτηκε το 1949 όταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κυκλοφόρησαν ένα αίτημα που ζητούσε να γίνει Καναδικός Χάρτης Δικαιωμάτων. Περισσότερο από 625.000 ονόματα παρουσιάστηκαν στο Κοινοβούλιο το έτος εκείνο από εκείνους που αισθάνθηκαν την απειλή στις ελευθερίες όλων των Καναδών από τις καταχρήσεις που έβλεπαν να γίνονται πάνω στους Μάρτυρες του Ιεχωβά στην επαρχία Κεμπέκ. Πίστευαν ότι η λύση θα ερχόταν από τις συνταγματικές εγγυήσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων για όλους.
Στις 10 Αυγούστου 1960, μπήκε σε εφαρμογή ο Καναδικός Χάρτης των Δικαιωμάτων. Όμως δεν είχε την ισχύ που πολλοί Καναδοί πίστευαν ότι θα είχε. (Βλέπε Ξύπνα!, 8 Αυγούστου 1961.) Κατόπιν ο Καθηγητής Μπόρα Λάσκιν, (που αργότερα έγινε Αρχιδικαστής στο Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά) περιέγραψε το Χάρτη σαν «απογοητευτικό στον τρόπο που έβλεπε τα πράγματα, περιορισμένο, χωρίς να υπάρχει λόγος, στην εφαρμογή του, και στην ουσία του ανεπαρκή». Έτσι, όχι μόνο δεν μπορούσαν τότε οι Καναδοί να τροποποιήσουν το Σύνταγμά τους, αλλά και ανησυχούσαν δικαιολογημένα για την προστασία των πολιτικών τους ελευθεριών.
Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι δεν είχαν ελευθερίες. Πράγματι, το Ανώτατο Δικαστήριο στα χρόνια που πέρασαν μπόρεσε να αποφασίσει υπέρ της ελευθερίας της θρησκείας, της συνέλευσης, του λόγου και του τύπου, σε περιπτώσεις που κυρίως περιλάμβαναν τις ελευθερίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά, παρ’ ότι επηρέαζαν όλους τους πολίτες. Για παράδειγμα, στην απόφαση σταθμό Σωμύρ εναντίον Κεμπέκ, μια από τις περιπτώσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ο Δικαστής Κος Ραντ δήλωσε: «Η ελευθερία του λόγου, της θρησκείας και το απαραβίαστο της προσωπικότητας είναι θεμελιώδεις ελευθερίες, οι οποίες ταυτόχρονα είναι και οι αναγκαίες ιδιότητες και τρόποι έκφρασης των ανθρώπινων όντων και πρωταρχικές συνθήκες της κοινοτικής μας ζωής μέσα στα όρια της έννομης τάξης».
Για να βεβαιωθούν ότι δεν μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή κανένας νόμος που να έρχεται σε αντίθεση με τα δικαιώματα αυτά, οι άνθρωποι νόμιζαν ότι ήταν απαραίτητο να τα «κατοχυρώσουν» μέσα στο Σύνταγμα. Όπως υπέδειξε ο πρώην Πρωθυπουργός Πιερ Τρυντώ: «Επειδή κάτι που θα προβλεπόταν στο σύνταγμα δε θα ήταν απλώς ένας συνηθισμένος νόμος, αλλά . . . ένας κανόνας ο οποίος θα διέπει τους νόμους. Εξασφαλίζοντας ορισμένα απαραβίαστα δικαιώματα, θα περιόριζε τη δύναμη των κυβερνήσεων και θα παραμέριζε τη συνηθισμένη κυβερνητική πράξη—ακόμη και αν θα είχαν περαστεί κανονικά τα νομοθετήματα—εφόσον θα παραβίαζαν τα δικαιώματα αυτά».
Τι Περιέχει το Σύνταγμα
Τι περιέχει το Σύνταγμα; Τα πρώτα 34 τμήματα έχουν τον τίτλο: «Καναδικός Χάρτης Δικαιωμάτων και Ελευθεριών», και καλύπτουν βασικές ελευθερίες όπως: «(α) η ελευθερία της συνείδησης και της θρησκείας· (β) η ελευθερία της σκέψης, της πίστης, της γνώμης και της έκφρασης, περιλαμβανομένης της ελευθερίας του τύπου και των άλλων μέσων μαζικής ενημέρωσης· (γ) η ελευθερία της ειρηνικής συνέλευσης· και (δ) η ελευθερία τού συνεταιρίζεσθαι». Το υπόλοιπο διαπραγματεύεται το καθεστώς των αυτοχθόνων κατοίκων του Καναδά, την εξισορρόπηση των περιοχικών ανισοτήτων και τις συνταγματικές τροποποιήσεις.
Μερικοί ανησυχούν για τις διατάξεις εκείνες οι οποίες περιορίζουν τις ελευθερίες σε ορισμένα όρια ή που επιτρέπουν στις επαρχίες να έχουν νόμους που απαλλάσσονται από τη συμμόρφωση στο Χάρτη των Δικαιωμάτων. Ο Αμερικανικός Χάρτης των Δικαιωμάτων δεν έχει τέτοιου είδους περιορισμούς. Μόνο ο χρόνος θα δείξει την αποτελεσματικότητα των διατάξεων αυτών στα βασικά δικαιώματα και στις ελευθερίες.
Μακροπρόθεσμες Συνέπειες
Στα δυο χρόνια που έχουν ακολουθήσει από την εξαγγελία του Χάρτη του Συντάγματος του 1982, έχουν υπάρξει μακροπρόθεσμες συνέπειες. Τα κατώτερα δικαστήρια έχουν χειριστεί περισσότερες από χίλιες αποφάσεις που έχουν να κάνουν με το Χάρτη. Αυτές ήταν κυρίως υποθέσεις πάνω σε ζητήματα τεχνικής φύσης του ποινικού νόμου και σε μερικά διαδικαστικά θέματα. Εξαιτίας του χρόνου που απαιτείται για τις εφέσεις προκειμένου να φτάσουν αυτές στα ανώτερα δικαστήρια, μονάχα μια περίπτωση έχει φτάσει στο Ανώτατο Δικαστήριο, και αυτή δεν περιλάμβανε κάποιο μεγάλο θέμα.
Οι Καναδοί πρέπει να επαινεθούν για την επιθυμία τους να καθιερώσουν στην κοινωνία τους αρχές δικαιοσύνης «που αναγνωρίζουν την κυριαρχία του Θεού». Ελπίζεται ότι θα ακολουθήσουν το πνεύμα των διατάξεων αυτών του Συντάγματος τους. Καθώς μας είπε σε μια συνέντευξη ένας Καναδός δικηγόρος και εμπειρογνώμονας πάνω στις πολιτικές ελευθερίες: «Κανένας νόμος δεν είναι ισχυρότερος από τα μέσα της επιβολής του, και τα μέσα της επιβολής είναι μόνο αυτά που επιτρέπουν οι άνθρωποι». Γι’ αυτό, οι Καναδοί θα πρέπει τώρα να είναι άγρυπνοι να εφαρμόσουν το Χάρτη των Δικαιωμάτων στο Νέο Καναδικό Σύνταγμα.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 15]
«Κανένας νόμος δεν είναι ισχυρότερος από τα μέσα της επιβολής του, και τα μέσα της επιβολής είναι μόνο αυτά που επιτρέπουν οι άνθρωποι»