«Αποστολή Αγγλία»—Μια Χαμένη Ευκαιρία
Του ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Βρετανία
To να αφιερώσουν οι Βρετανικές εφημερίδες παραπάνω από 50.000 ίντσες στις στήλες τους σε μια θρησκεία—οποιαδήποτε θρησκεία—είναι κάτι που ξεπερνάει τα κανονικά όρια. Η «Αποστολή Αγγλία», μια σταυροφορία που έκανε ο Μπίλλυ Γκράχαμ και Λούης Παλάου στη διάρκεια του ζεστού καλοκαιριού του 1984, κέρδισε τους πρώτους τίτλους των εφημερίδων. Οι εκδηλώσεις σε έξι κεντρικές πόλεις σ’ όλη τη χώρα συντονίστηκαν μαζί με μια εκστρατεία στο Λονδίνο για να προσελκύσουν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Γιατί θεωρήθηκε η σταυροφορία αυτή απαραίτητη; Πώς ανταποκρίθηκαν οι Βρετανοί σ’ αυτόν τον ευαγγελισμό Αμερικανικού τύπου; Τι κατόρθωσε στην πραγματικότητα η «Αποστολή Αγγλία»;
Επί δέκα χρόνια η ιδέα τού να προσκληθεί ο Δρ Γκράχαμ στην Αγγλία εξεταζόταν, αλλά μέχρι πρόσφατα, το 1980, οι προεξέχοντες εκκλησιαστικοί ηγέτες δεν κρατούσαν μυστική την αντίθεση τους. Αναμφίβολα, θυμούνταν την τελευταία μεγάλη εκστρατεία που είχε κάνει ο Μπίλλυ Γκράχαμ το 1967, μετά από την οποία μία έρευνα αποκάλυψε ότι μόνο το 5 τοις εκατό από εκείνους που είχαν κάνει δημόσια διακήρυξη και είχαν αρχίσει να παρακολουθούν την εκκλησία εξακολουθούσαν να βρίσκονται στην εκκλησία μετά από ένα έτος.
Παρ’ όλ’ αυτά, επειδή η Βρετανία βρισκόταν κάπως σε πνευματική κατάρρευση, άλλοι έδωσαν ανεπιφύλακτη υποστήριξη στα σχέδια αυτά. «Η Βρετανία χρειάζεται πνευματική ανανέωση», παρότρυνε ο Μεθοδιστής προεδρεύων της «Αποστολής Αγγλία», ο Λόρδος Τονυπάντυ. Ο Ντέηβιντ Σέπαρντ, Επίσκοπος του Λίβερπουλ, υπέδειξε: «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, τόσο μέλη των εκκλησιών όσο και άνθρωποι που βρίσκονται στις παρυφές της εκκλησίας . . . οι οποίοι χρειάζονται την πρόκληση αυτή για να περάσουν το φραγμό και να γίνουν αφιερωμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού». Έτσι λοιπόν τι επρόκειτο να χάσουν; Τελικά, όπως έδειξαν Οι Τάιμς, η «Αποστολή Αγγλία» αποδείχθηκε ότι ήταν «ένα ρεύμα που οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί ηγέτες με μεγάλη ευτυχία θα ακολουθούσαν».
Αλλά ακόμη και όταν η αποστολή είχε αρχίσει, δεν υπήρξε καθόλου ανάπαυλα στην επίκριση από τους κληρικούς. Η Σάντεη Τέλεγκραφ ανέφερε ότι ο Ρίτσαρντ Τζόουνς, επικεφαλής της Μεθοδιστικής Εκκλησίας στην Ανατολική Αγγλία, επέκρινε το «άξεστο δόγμα» και το «άξεστο στυλ», με τα οποία παρουσίαζαν τις υποθέσεις τους τόσο ο Γκράχαμ όσο και ο Παλάου. Όπως πρόσθεσε ο Μεθοδιστής ηγέτης Λόρδος Σόπερ: «Δεν μου αρέσουν καθόλου οι μέθοδοί τους και η διαφήμιση που κάνουν». Γιατί; Ποιο ήταν το πρόβλημα;
Προώθηση και Προσωπικότητες
Η θρησκεία για τον μέσο Άγγλο είναι ένα πολύ προσωπικό θέμα. Σπάνια συζητιέται ακόμη και σε ιδιωτικές συζητήσεις, και η δημόσια συζήτηση είναι ακόμη σπανιότερη. Συνεπώς, η ενορχήστρωση μιας δημόσιας σταυροφορίας για να προωθηθεί η θρησκεία είναι αντίθετη στις εθνικές προτιμήσεις. Ακόμη και η Λίβερπουλ Ντέηλυ Ποστ η οποία γενικά επιδοκίμαζε τη σταυροφορία, παρ’ όλ’ αυτά σχολίασε: «Η παράσταση της νύχτας του Σαββάτου—γιατί παράσταση ήταν—ήταν ένας ασύστολος ευαγγελισμός Αμερικανικού τύπου, ο οποίος θα μπορούσε σε μερικά σημεία να εκληφθεί σαν απλή θεατρική παράσταση».
Άλλοι άνθρωποι είχαν αντίρρηση με τη μεγάλη έμφαση που δόθηκε στις προσωπικότητες. «Εκείνος που προβάλλεται σαν ελκυστικός αστέρας είναι ο Δρ Γκράχαμ και όχι η ουσία του αγγέλματος του», παραπονέθηκε ο κληρικός της Εκκλησίας της Αγγλίας Τζακ Μπουρτζόυν, όταν ο Γκράχαμ επρόκειτο να αρχίσει τις συναντήσεις του στο Ίπσγουιτς. «Έχει μετατραπεί από την οργάνωσή του σε μια προσωπικότητα που της αποδίδουν λατρεία». Για να ελκυστούν τα πλήθη προσκαλέστηκαν επισκέπτες ομιλητές, εκκλησιαστικοί τραγουδιστές και διάσημοι επισκέπτες. Αλλά, σε τελευταία ανάλυση, ο Παλάου και ο Γκράχαμ βρίσκονταν στο κέντρο της προσοχής. Σε μια επιφυλακτική επίκριση, η Τσερτς Τάιμς κατέληγε: «Υπάρχει ένας βαθύς δισταγμός σχετικά με το όλο στιλ των συναντήσεων Γκράχαμ και Παλάου—σχετικά με τη χρήση μουσικής, ψυχολογίας του πλήθους και προσωπικής ευφράδειας για να δημιουργηθεί μια πίεση ώστε να ‘προσέλθουν’ οι άνθρωποι σε κάποιο ιδιαίτερο απόγευμα». Ήταν δικαιολογημένη η ανησυχία της Τσερτς Τάιμς;
Δέσμευση—Για Ποιον;
Καθώς η «Αποστολή Αγγλία» έφτανε στο τέλος της, μια καταμέτρηση αποκάλυψε ότι περίπου εκατό χιλιάδες άτομα είχαν ‘προσέλθει’ ώστε να ‘δεσμευτούν στον Χριστό’ με την παρότρυνση των Γκράχαμ και Παλάου. Κανένας δεν εξεπλάγη ωστόσο, που η πλειοψηφία των ανθρώπων αυτών ήδη ήταν συνταυτισμένοι με κάποια εκκλησία. Ένας υπολογισμός ανέβασε στο 15 τοις εκατό τα νέα μέλη. «Ώστε ο Δρ Γκράχαμ κυριολεκτικά κήρυττε σε προσήλυτους»; ρωτούσε η Τσερτς Τάιμς. Θα πρέπει να πει κανείς ότι οι πιθανοί προσήλυτοι . . . ήταν μια διακεκριμένη μειοψηφία. Συνεπώς η υπόθεση αυτή δεν ήταν τίποτ’ άλλο παρά μια ενθάρρυνση των ήδη υφιστάμενων στρατευμένων». Γιατί ήταν απαραίτητη η ενθάρρυνση αυτή;
«Οι υψηλά ιστάμενοι στην εκκλησία ανησυχούν σοβαρά», δήλωσε η Σάντεη Μέρκιουρυ του Μπίρμινχαμ, γιατί ο συνολικός αριθμός των λάτρεων στην Εκκλησία της Αγγλίας «μειώνεται σε ανησυχητικό βαθμό». Ο Μπιλ Φλαγκ επίσκοπος και πρόεδρος της «Αποστολής Αγγλία» για τις Βόρειο-Δυτικές περιοχές ομολόγησε: «Οι εκκλησίες είχαν σχεδόν εγκαταλείψει τον ευαγγελισμό στη δεκαετία του 1970». Στα μέλη τους, η κλήση του Μπίλλυ Γκράχαμ ήταν απλή: «Ίσως να έχετε βαφτιστεί. Ίσως να έχετε πάρει το χρίσμα, και ίσως να πηγαίνετε στην εκκλησία. Αλλά βαθιά μέσα σας δεν είστε εντάξει με τον Θεό».
Πίσω στην Εκκλησία
«Όλοι όσοι ανταποκρίνονται στέλνονται πίσω σε κάποια εκκλησία», εξήγησε ένας από τους βοηθούς του Δρα Γκράχαμ. «Αν έρθει κάποιο άτομο που δεν προέρχεται από κάποια εκκλησία, προσπαθούμε να βρούμε κάποια εκκλησία με την οποία να μπορεί να ταυτιστεί». Προφανώς το δόγμα της εκκλησίας δεν έχει καμιά σημασία. Η Κάθολικ Χέραλντ σχολίασε: «Οι Καθολικοί εκπαιδεύτηκαν μαζί με τους Πεντηκοστιανούς, τους Βαπτιστές, τους Αγγλικανούς και τους Αδελφούς και άλλους» για να γίνουν σύμβουλοι που θα βοηθήσουν και θα συμβουλεύσουν εκείνους που θα προσέρχονταν. Το γεγονός ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί αναμίχθηκαν μαζί με όλους τους άλλους δημιούργησε αντιρρήσεις και ξεσήκωσε αγανάκτηση στο Βρετανικό Συμβούλιο των Προτεσταντικών Χριστιανικών Εκκλησιών για τους οποίους μια τέτοια συνδιαλλαγή ήταν συνώνυμη με την προδοσία του βασικού Χριστιανικού δόγματος.
Παρ’ όλ’ αυτά, το πόσο βαθιά ήταν η δέσμευση πρέπει να παραμείνει ένα ανοιχτό ερώτημα. Μια έκθεση έδειχνε ότι 500 από αυτούς που ‘προσήλθαν’ το έκαναν αυτό προσχηματικά, για να μην «απογοητεύσουν μια διασημότητα που τους είχε επισκεφθεί». Τι θα πούμε όμως για το μέλλον αυτών που έχουν κάνει τέτοιου είδους δεσμεύσεις; «Οι εκκλησίες δεν είναι προετοιμασμένες για να υποδεχτούν νέους πιστούς . . . Μερικές εκκλησίες είναι τόσο βαρετές, ώστε δεν θα ήθελα να τις παρακολουθήσω», ομολόγησε ο Άντονυ Μπους, περιφερειακός διευθυντής για τις Νοτιο-Δυτικές περιοχές της «Αποστολής Αγγλία», όπως ανέφερε η Δε Σάντεη Τέλεγκραφ.
Το να κατευθύνεις τους ανθρώπους πίσω στις εκκλησίες είναι αληθινά ισοδύναμο με το να στέλνεις έναν πεινασμένο να πάρει τρόφιμα από ένα άδειο κελάρι. Όπως αποκάλυψε μια σφυγμομέτρηση Γκάλλοπ που διεξάχθηκε πριν από τη σταυροφορία Μέρσευσάιντ, τα δύο τρίτα εκείνων που ρωτήθηκαν ήθελαν η εκκλησία όχι μόνο «να δίνει ηθική καθοδήγηση», αλλά επίσης «να διδάσκει τη Βίβλο». Σε μια παρόμοια έρευνα γύρω από το Σάντερλαντ, τα ζωτικά θέματα που είπαν οι άνθρωποι ότι θα ήθελαν να γνωρίζουν ήταν: η παγκόσμια ειρήνη, η πετυχημένη αντιμετώπιση των σημερινών προβλημάτων, ο Θεός, ο Ιησούς, και, πάλι, η Βίβλος. Τι έκαναν οι Παλάου και Γκράχαμ για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες αυτές;
Μια Χαμένη Ευκαιρία
«Θέλω να πείτε στον εαυτό σας ‘Θέλω να γνωρίζω ότι αν πέθαινα απόψε, θα πήγαινα στον ουρανό’. Αυτή θα ήταν ίσως η τελευταία σας ευκαιρία να πλησιάσετε τη Βασιλεία του Θεού». Αυτή ήταν η έκκληση δέσμευσης του Μπίλλυ Γκράχαμ. Αλλά η θνησιμαία αυτή φιλοσοφία δεν απαντάει σε κανένα ερώτημα. «Οι νεαροί ερευνούν για κάτι στο οποίο να πιστέψουν», διακήρυξε ο Γκράχαμ. Αλλά οι νεαροί χρειάζονται ελπίδα και ένα λόγο για να ζήσουν, να πειστούν ότι η ζωή έχει ένα σκοπό και ότι ο Θεός θα ενεργήσει προκειμένου να διαφυλάξει το μέλλον τους.
Πράγματι, η Βασιλεία του Θεού είναι αυτό που χρειάζονται όσο τίποτα άλλο οι νεαροί—και οι πιο ηλικιωμένοι. Η Βασιλεία αυτή είναι η μόνη ελπίδα για την ανθρωπότητα, μια αληθινή κυβέρνηση, μέσω της οποίας θα αποκατασταθεί στο ανθρώπινο γένος η ειρήνη, μαζί με την αιώνια ζωή. (Ησαΐας 9:6, 7, Ματθαίος 6:9, 10) Ο Ιησούς προφήτευσε ότι οι Χριστιανοί στις μέρες μας θα ήταν πολυάσχολοι στο κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας του Θεού σε όλα τα έθνη, ένα έργο στο οποίο οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι πολυάσχολοι επί πολλές δεκαετίες τώρα. (Ματθαίος 24:14) Η εκστρατεία των Παλάου και Γκράχαμ έλκυσε χιλιάδες ανθρώπους, ωστόσο και οι δυο τους απέτυχαν να εξηγήσουν την αληθινή σημασία της Βασιλείας του Θεού στα συναθροισμένα πλήθη. Τι χαμένη ευκαιρία!
Αληθινά, όμως, δεν θα πρέπει να περιμένουμε πολλά καλά αποτελέσματα από τέτοιου είδους σταυροφορίες. Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα δεν έκαναν σταυροφορίες τέτοιου είδους, ούτε έκαναν εκκλήσεις στους ανθρώπους με τέτοιο συναισθηματικό τρόπο. Ένα κύριο άρθρο της Τσερτς Τάιμς διακήρυσσε ότι στη διάρκεια μιας τέτοιας σταυροφορίας, «είναι αδύνατο να συζητήσει κανείς με ήρεμο και φιλικό τρόπο τα πολλά ζητήματα . . . τα οποία πρέπει να βρίσκονται στη διάνοια των ακροατών αν το ακροατήριο είναι διόλου αντιπροσωπευτικό».
Ο σοφός Σολομώντας είπε: «Όποιος είναι άπειρος θέτει πίστη σε κάθε λόγο, αλλά ο διορατικός διαλογίζεται τα βήματα του». (Παροιμίαι 14:15, ΜΝΚ) Για να αναζητήσουμε την αλήθεια, πρέπει να διαθέτουμε διάκριση. Η πιο ασφαλής πορεία μέχρι τώρα το παράδειγμα της οποίας μπορούμε να ακολουθήσουμε, είναι των πρώτων Χριστιανών στη Βέροια, στους οποίους κήρυξε ο Παύλος. Αυτοί επαινέθηκαν για την επιμέλεια με την οποία «εξέταζαν προσεκτικά τις Γραφές» και για το ότι χρησιμοποίησαν τις Γραφές σαν την αυθεντία για την πίστη τους. (Πράξεις 17:11, ΜΝΚ) Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά πάντοτε ακολουθούσαν το ίδιο αυτό παράδειγμα. Ελάτε σε επαφή μαζί τους για να «συζητήσετε με ήρεμο και φιλικό τρόπο» τα Βιβλικά σας ερωτήματα. Δεν έχετε τίποτα να χάσετε—απεναντίας έχετε πολλά να κερδίσετε.
[Εικόνα στη σελίδα 14, 15]
Εκείνοι που ανταποκρίθηκαν στάλθηκαν πίσω στις εκκλησίες από τις οποίες αρχικά έφυγαν επειδή δεν είχαν βρει καμιά ελπίδα