Ιεραπόστολοι Φορείς Φωτός ή Σκοταδιού;—Μέρος 3ο
Οι Ιεραπόστολοι του Χριστιανικού Κόσμου Επιστρέφουν Εκεί Όπου Άρχισαν Όλα
Η ΑΣΙΑ είναι το αρχικό σπίτι του ανθρωπίνου γένους. Εκεί ο Δημιουργός εισήγαγε την αγνή λατρεία. Αν και οι άνθρωποι ασύνετα την αντικατέστησαν λίγο αργότερα με την ψεύτικη θρησκεία, η αληθινή λατρεία τελικά συνέχισε να υπάρχει στην Ασία, στον αρχαίο Ισραήλ και κατόπιν στη Χριστιανοσύνη. Έτσι, όταν οι Ευρωπαίοι ιεραπόστολοι του Χριστιανικού κόσμου έφεραν το άγγελμά τους στην Ασία, πήγαν στην ήπειρο όπου είχαν αρχίσει η ανθρώπινη ζωή και η αληθινή θρησκεία. Θα αποδεικνύονταν αυτοί φορείς φωτός ή βαθύτερου σκοταδιού;—Γένεσις 2:10-17.
Τι Σημασία Έχει Ένας Θεός Περισσότερο ή Λιγότερο;
Δεν είναι δυνατόν να καθορίσουμε με ακρίβεια πότε και πώς έφτασε για πρώτη φορά η Χριστιανική πίστη στην Ινδία. Ο ιστορικός σε θέματα θρησκείας Ευσέβιος, ο οποίος έζησε τον τέταρτο αιώνα, λέει ότι ο Χριστιανός απόστολος Θωμάς ήταν εκείνος που τη μετέδωσε εκεί τον πρώτο αιώνα. Άλλοι λένε ότι η «Χριστιανοσύνη» έφτασε εκεί μεταξύ του δεύτερου και του τέταρτου αιώνα. Όταν Πορτογάλοι εξερευνητές έφτασαν εκεί στα τέλη του 15ου αιώνα, βρήκαν «Χριστιανούς, οι οποίοι αποτελούσαν ένα αποδεκτό και σεβαστό στοιχείο στην ινδική κοινωνία».—Η Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας (The Encyclopedia of Religion).
Ο Ισπανός ιερέας Φράνσις Ξαβιέ έφτασε στην ινδική υποήπειρο το 1542. Ήταν συνεργάτης του Ιγνάτιου Λογιόλα, ιδρυτή του θρησκευτικού τάγματος η Εταιρία του Ιησού, κοινά γνωστού ως Ιησουίτες. Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica) μιλάει για τον Ξαβιέ ως «το μεγαλύτερο Ρωμαιοκαθολικό ιεραπόστολο των σύγχρονων καιρών», καθώς επίσης λέει ότι «έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην εγκαθίδρυση της Χριστιανοσύνης στην Ινδία, στο Μαλαϊκό Αρχιπέλαγος και στην Ιαπωνία».
Αν και η ζωή του Ξαβιέ ήταν σχετικά σύντομη—πέθανε το 1552 σε ηλικία 46 ετών—τα δέκα χρόνια της ιεραποστολικής του υπηρεσίας ήταν γεμάτα δραστηριότητα. Λέγεται ότι ενθάρρυνε τους ιεραποστόλους να υιοθετούν τις συνήθειες και τη γλώσσα των ανθρώπων τους οποίους υπηρετούσαν.
Οι πρώτοι Προτεστάντες ιεραπόστολοι έφτασαν στην Ινδία το 1706, περίπου 85 χρόνια προτού ο Γουίλιαμ Κάρεϊ εκδώσει το βιβλίο Έρευνα για την Υποχρέωση που Έχουν οι Χριστιανοί να Χρησιμοποιούν Μέσα για τη Μεταστροφή των Ειδωλολατρών (An Enquiry Into the Obligations of Christians to Use Means for the Conversion of the Heathens). Η έκδοση αυτού του βιβλίου έχει ονομαστεί «ορόσημο στη Χριστιανική ιστορία». Μετά τη συγγραφή του, ο Κάρεϊ υπηρέτησε επί 40 χρόνια στην Ινδία ως ιεραπόστολος.
Καθώς ο καιρός περνούσε, οι ιεραπόστολοι του Χριστιανικού κόσμου είχαν προωθηθεί σε όλα τα τμήματα της χώρας. Οι μη προνομιούχες κατώτερες τάξεις, ιδιαίτερα οι απόβλητοι της κοινωνίας, επειδή δεν έβρισκαν κάποια ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον στον Ινδουισμό, άρχισαν να στρέφονται στις θρησκείες του Χριστιανικού κόσμου. Η Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας παρατηρεί, ωστόσο, ότι αυτή η τάση «αποδοκιμαζόταν από πάρα πολλούς ιεραποστόλους και από την πλειονότητα των μορφωμένων Ινδών Χριστιανών ηγετών».
Αποκαλύπτοντας την αναποτελεσματικότητα του Χριστιανικού κόσμου, ο ιστορικός Γουίλ Ντουράν γράφει: «Η Ινδία πιστεύει το ίδιο έντονα όσο ανέκαθεν στους θεούς που επί τόσο καιρό βλέπουν με αδιαφορία τις στερήσεις και την αθλιότητά της. . . . Όταν οι αιρετικοί ή οι ξένοι θεοί γίνονταν επικίνδυνα προσφιλείς στο λαό, εκείνοι [οι Βραχμάνοι] τους ανέχονταν, και στη συνέχεια τους απορροφούσαν στους ευρύχωρους κόλπους των Ινδουιστικών δοξασιών· ένας θεός περισσότερο ή λιγότερο δεν θα είχε καμία σημασία για την Ινδία». Στο βιβλίο του Οι Ιησουίτες (The Jesuits), που εκδόθηκε το 1984, ο Μάνφρεντ Μπάρτχελ λέει: «Τελικά, οι Ινδοί έμειναν προσκολλημένοι στις ιερές αγελάδες τους· ο Ινδουισμός διήρκεσε περισσότερο τόσο από τους Ιησουίτες όσο και από τους Μογγόλους, και σήμερα φαίνεται πως εξάγει τις περίσσιες θεότητές του στη Χριστιανική Δύση».
Αποτυγχάνουν να Αφήσουν Κάποιο Ανεξίτηλο Σημάδι
Ο Χριστιανικός κόσμος στα αρχικά του στάδια, ενώ ήταν ήδη χωρισμένος σε Δυτική και Ανατολική εκκλησία, υπέστη ένα περαιτέρω σχίσμα στη διάρκεια του πέμπτου αιώνα. Ο Νεστόριος, ο πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης, αναμείχτηκε σε μια διαμάχη η οποία οδήγησε στην απόσχιση μιας ομάδας από την Ανατολική εκκλησία, της Νεστοριανής Εκκλησίας.
Οι Νεστοριανοί έδιναν έμφαση στο ιεραποστολικό έργο. Από ό,τι φαίνεται, ένας από τους ιεραποστόλους τους, ο Αλόπεν, εισήγαγε τις πεποιθήσεις του Νεστόριου στην Κίνα το 635 Κ.Χ. Η Δυτική εκκλησία, από την άλλη μεριά, δεν έφτασε στην Κίνα παρά μόνο γύρω στο 1294, όταν ο Φραγκισκανός μοναχός Ιωάννης ντα Μοντεκορβίνο ίδρυσε μια ιεραποστολή εκεί.
Όμως, στην ουσία, η ιεραποστολική δραστηριότητα στην Κίνα δεν άρχισε παρά μόνο μετά την άφιξη, στη δεκαετία του 1580, του Ματέο Ρίτσι, ενός Ιταλού Ιησουίτη. Ενώ ο Προτεσταντισμός αγωνιζόταν να εδραιώσει την παρουσία του στην Ευρώπη μετά τη Μεταρρύθμιση, ο Καθολικισμός ήταν απασχολημένος στην αναζήτηση προσηλύτων έξω από την Ευρώπη. Οι εξερευνητικές εκστρατείες της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, χωρών που αποτελούνταν και οι δύο από αφοσιωμένους Καθολικούς, εξυπηρέτησαν καλά τις προσπάθειες της εκκλησίας να το κάνει αυτό.
Οι ιεραπόστολοι του 17ου και του 18ου αιώνα είχαν κάποιο βαθμό επιτυχίας πιθανώς επειδή, όπως παρατηρεί το βιβλίο Η Ιστορία της Κίνας, του Κέμπριτζ (The Cambridge History of China), «πολλοί από [αυτούς] (ιδιαίτερα Ιησουίτες) ανέπτυξαν μια στάση μεγάλης ανεκτικότητας». Ο καθηγητής κινεζικής ιστορίας Χανς Χ. Α. Μπιλενστάιν αναφέρει λεπτομερώς: «[Οι Ιησουίτες] τόνιζαν τις ομοιότητες Χριστιανοσύνης και Κομφουκιανισμού, εξισώνοντας τον Χριστιανικό Θεό με τον Κινεζικό Ουρανό, και δεν έφερναν καμιά αντίρρηση στην προγονολατρία. Αυτό εξηγεί το γιατί οι Ιησουίτες έκαναν προσηλύτους σε ορισμένους κύκλους, αλλά επίσης το γιατί δεν άφησαν κάποιο ανεξίτηλο σημάδι».
Το 1724 ο Κινέζος αυτοκράτορας αποκήρυξε τις θρησκείες του Χριστιανικού κόσμου και απέλασε τους περισσότερους ξένους ιεραποστόλους. Όταν δόθηκε η ευκαιρία, οι Καθολικοί ιεραπόστολοι επέστρεψαν. Προτεστάντες ιεραπόστολοι τους ακολούθησαν, και ο Ρόμπερτ Μόρισον από την Ιεραποστολική Εταιρία του Λονδίνου ήταν από τους πρώτους που έφτασαν εκεί, το 1807. Εκείνος ίδρυσε ένα κολέγιο, σχεδιασμένο όχι μόνο να διαδίδει τα πιστεύω του αλλά επίσης να φέρει την Κίνα σε επαφή με το Δυτικό πολιτισμό και να φέρει τους Δυτικούς σπουδαστές σε επαφή με τον Ανατολικό πολιτισμό. Ήδη το 1819, με τη βοήθεια του Γουίλιαμ Μιλν, ο Μόρισον είχε τελειώσει μια μετάφραση ολόκληρης της Αγίας Γραφής.
Μερικοί ιεραπόστολοι είχαν αφιερωθεί στο να μεταδίδουν ένα διαφορετικό είδος φωτός. Ο Δρ Πίτερ Πάρκερ ήταν ο πρώτος γιατρός-ιεραπόστολος που πήγε στην Κίνα και βοήθησε στην οργάνωση της Ιατρικής Ιεραποστολικής Εταιρίας που ιδρύθηκε στην Καντόνα το 1838. Άλλοι ιεραπόστολοι αφοσιώθηκαν σε εκπαιδευτικούς στόχους, στην υποστήριξη φιλανθρωπικών επιδιώξεων ή στην επίλυση κοινωνικών προβλημάτων. Σύμφωνα με την Ιστορία της Κίνας, του Κέμπριτζ, μέρος του μεταφραστικού έργου που έκαναν οι ιεραπόστολοι «προσφερόταν περισσότερο για να εμβαθύνουν οι Ευρωπαίοι την κατανόησή τους για την Κίνα παρά για να γίνουν οι Κινέζοι πιο δεκτικοί απέναντι στη Χριστιανοσύνη».
Οι ιεραπόστολοι του Χριστιανικού κόσμου απέτυχαν επίσης να δώσουν στους Κινέζους ένα παράδειγμα Χριστιανικής ενότητας και αδελφότητας. Οι Προτεστάντες ήταν ιδιαίτερα διαιρεμένοι. Μέσα σε τέσσερις δεκαετίες ο αριθμός των ιεραποστόλων τους αυξήθηκε από 189 σε 3.445. Το 1905 η καθεμιά από τις 60 και πλέον ιεραποστολικές εταιρίες διέδιδε τη δική της συγκεκριμένη μορφή Χριστιανικής διδασκαλίας. Οι Καθολικοί ιεραπόστολοι παρουσίαζαν επίσης μια κάθε άλλο παρά επιθυμητή εικόνα τού τι θα έπρεπε να είναι η Χριστιανοσύνη. Η Ιστορία της Κίνας, του Κέμπριτζ, αναφέρεται «στη διαδεδομένη τακτική τής ανάμειξης στις τοπικές πολιτικές και δικαστικές υποθέσεις προκειμένου να κερδηθούν πιθανοί προσήλυτοι».
Αναζήτηση Προσηλύτων Αλλού
Σε λιγότερο από έναν αιώνα από τότε που ο Πορτογάλος εξερευνητής Φερδινάνδος Μαγγελάνος έφτασε για πρώτη φορά στα νησιά των Φιλιππίνων το 1521, οι Καθολικοί ιεραπόστολοι εκεί είχαν βαφτίσει περίπου δύο εκατομμύρια ανθρώπους. Σήμερα, το 84 τοις εκατό του πληθυσμού είναι Ρωμαιοκαθολικοί. Το εκπαιδευτικό σύστημα που ιδρύθηκε από την εκκλησία αναμφίβολα βοηθάει στην εξήγηση αυτής της επιτυχίας. Ωστόσο, κάποιος άλλος παράγοντας που δεν πρέπει να παραβλεφτεί, λέει ένας συγγραφέας, είναι ότι οι ιεραπόστολοι «επέτρεψαν στους προσηλύτους να κρατήσουν πολλές από τις θρησκευτικές τους δοξασίες και συνήθειες».
Η εκκλησία είχε λιγότερη επιτυχία σε άλλα μέρη. Για παράδειγμα, ο αριθμός των Καθολικών στην Ιαπωνία αντιστοιχεί μόνο με το 0,3 τοις εκατό όλων των Ιαπώνων. Στη Δημοκρατία της Κορέας το ποσοστό κυμαίνεται γύρω στο 6 τοις εκατό.
Η Ιαπωνία είχε την πρώτη της επαφή με Ευρωπαίους το 1542. Το 1549, ο Ιησουίτης ιεραπόστολος Φράνσις Ξαβιέ, μαζί με μερικούς συντρόφους του, έγινε δεκτός με φιλικότητα. Προτού περάσει πολύς καιρός, αυτός ο αρχικός ενθουσιασμός κόπασε καθώς οι Ιάπωνες αρχηγοί «άρχισαν να υποπτεύονται ότι η ιεραποστολική δραστηριότητα των Ευρωπαίων ίσως αποτελούσε προοίμιο της πολιτικής κατάκτησης από τον Ισπανό βασιλιά (όπως ήξεραν ότι είχε συμβεί στις Φιλιππίνες)», γράφει ο καθηγητής ιστορίας Τζ. Μέισον Γκέντζλερ.
Το 1614 «οι ιεραπόστολοι τέθηκαν εκτός νόμου ως εχθροί του κράτους και ο αυτοκράτορας αποφάσισε ότι η Χριστιανοσύνη δεν θα γινόταν πια ανεκτή στην επικράτειά του. . . . Τους προσηλύτους που αρνήθηκαν να αποκηρύξουν την καινούρια θρησκεία τούς σταύρωσαν κατά δεκάδες χιλιάδες . . . , ενώ πιο περίπλοκες φρικαλεότητες επιφυλάσσονταν στους ιεραποστόλους . . . τους οποίους τους έκαιγαν ή τους έψηναν ζωντανούς, τους ακρωτηρίαζαν, τους πέταγαν σε λάκκους με δηλητηριώδη φίδια», μεταξύ των άλλων ωμοτήτων.—Οι Ιησουίτες.
Ο Καθολικισμός εισάχτηκε στην Κορέα το 1784· ο Προτεσταντισμός έναν αιώνα αργότερα. Ο δεύτερος «αυξήθηκε πολύ πιο γρήγορα επειδή οι Αμερικανοί ιεραπόστολοι έφεραν όχι μόνο το Ευαγγέλιο αλλά και την εκπαίδευση, την ιατρική και την τεχνολογία», εξηγεί το περιοδικό Τάιμ (Time). Αυτή η τακτική της δημιουργίας προσηλύτων με τη βοήθεια και άλλων μέσων εκτός από τη θρησκευτική εκπαίδευση και μόνο εξακολουθεί από ό,τι φαίνεται να εφαρμόζεται ακόμα. Ο καθηγητής της φιλοσοφίας Σον Μπονγκ Χο του Εθνικού Πανεπιστημίου της Σεούλ λέγεται ότι είπε: «Εκείνες οι εκκλησίες που έχουν δώσει έμφαση στις υλικές ευλογίες έχουν αυξηθεί γρηγορότερα από τα παραδοσιακά θρησκεύματα».
Τι θα Αποκαλύψει το Μέλλον
Πώς θα πρέπει να θεωρούμε τους ιεραποστόλους του Χριστιανικού κόσμου που έζησαν στο παρελθόν; Αυτό που εκπροσωπούσαν δεν ήταν η αγνή μορφή λατρείας που είχε εισαγάγει ο Ιησούς. Εντούτοις, πολλοί από αυτούς ήταν αναμφίβολα ειλικρινείς. Όπως και αν είχαν τα πράγματα, αυτοί μετέφρασαν την Αγία Γραφή στην καθομιλουμένη πολλών χωρών και δίδαξαν τουλάχιστον μερικές Γραφικές έννοιες.
Τι μπορεί να ειπωθεί για τους ιεραποστόλους του Χριστιανικού κόσμου που πήγαν στην Αφρική, η οποία έχει ονομαστεί η Σκοτεινή Ήπειρος; Διαβάστε σχετικά με αυτό στο επόμενο τεύχος μας στο άρθρο «Πνευματικό Φως για τη ‘Σκοτεινή Ήπειρο’».
[Πλαίσιο στη σελίδα 23]
«Ιεχωβά» στην Κινεζική Αγία Γραφή
Ο Τζον Γ. Ντέιβις, ιεραπόστολος και μεταφραστής στη διάρκεια του 19ου αιώνα, έκανε τον εξής συλλογισμό: «Αν το Άγιο Πνεύμα λέει Ιεχωβά σε κάποιο ορισμένο εδάφιο στην εβραϊκή, γιατί ο μεταφραστής να μην πει Ιεχωβά στην αγγλική ή στην κινεζική; Ποιο δικαίωμα έχει να πει: Θα χρησιμοποιήσω το όνομα Ιεχωβά σε αυτό το εδάφιο αλλά και μια υποκατάστατη λέξη αυτού του ονόματος σε ένα άλλο εδάφιο; . . . Αν σε κάποια ορισμένη περίπτωση είναι εσφαλμένο να χρησιμοποιηθεί το όνομα Ιεχωβά στη μετάφραση τότε γιατί ο θεόπνευστος συγγραφέας το χρησιμοποίησε στην πρωτότυπη γλώσσα;»