ΡΗΤΙΝΟΦΟΡΟ ΔΕΝΤΡΟ
[εβρ., γκόφερ].
Δέντρο του οποίου το ξύλο χρησιμοποίησε ο Νώε στην κατασκευή της κιβωτού, αλλά για του οποίου την ταυτότητα δεν μπορούμε να είμαστε καθόλου βέβαιοι. (Γε 6:14) Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου καθώς και η Μετάφραση του Βάμβα απλώς μεταγράφουν την εβραϊκή ονομασία. Λόγω της ομοιότητας μεταξύ αυτής της ονομασίας και του εβραϊκού όρου που αποδίδεται «πίσσα» (εβρ., κόφερ), ορισμένοι τη συσχετίζουν με κάποιο είδος ρητινοφόρου δέντρου. Γενικά, οι μελετητές υποστηρίζουν ότι πρόκειται για το κυπαρίσσι, δέντρο πολύ ανθεκτικό και εξαιρετικά άσηπτο.—Βλέπε ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ.