ΑΓΡΙΟΚΥΔΩΝΙΑ
[εβρ., λιβναί].
Η ονομασία αυτού του δέντρου στην εβραϊκή σημαίνει «λευκός», η δε συγγενική αραβική λέξη λούμπνα εφαρμόζεται στην αγριοκυδωνιά (στύραξ ο φαρμακευτικός [Styrax officinalis]). Η αγριοκυδωνιά αποκτάει διαστάσεις ψηλού θάμνου ή μικρού δέντρου, και σπάνια ξεπερνάει τα 6 μ. σε ύψος. Είναι διαδεδομένη στη Συρία, όπου ο Ιακώβ χρησιμοποίησε βέργες από αυτήν (Γε 30:37), καθώς και σε όλη την Παλαιστίνη, φύεται δε σε ξερές λοφοπλαγιές και σε βραχώδη μέρη, όπου ο ίσκιος της είναι ευπρόσδεκτος. (Ωσ 4:13) Τα ωοειδή φύλλα της, που φυτρώνουν πάνω σε επιμήκη, εύκαμπτα κλαδάκια, είναι πράσινα από πάνω, αλλά λευκά και χνουδωτά από κάτω. Τα εντυπωσιακά λουλούδια της, με τα λευκά πέταλα και το ευχάριστο άρωμα, μοιάζουν πολύ με τα άνθη της πορτοκαλιάς.