Επιδιώκοντας τον Σκοπό μου στη Ζωή
Όπως το αφηγείται ο Ρόμπερτ Ου. Κιρκ
ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ του 1938, ενώ εργαζόμουν σ’ ένα εργοστάσιο, είπα σ’ ένα φίλο: «Δεν πας ποτέ στην εκκλησία;» Αυτός, που ήταν στην αλήθεια, μου έδωσε μια σύντομη μαρτυρία, και με προσεκάλεσε στο σπίτι του. Εκεί για πρώτη φορά έμαθα την αλήθεια. Και η μητέρα μου επίσης εδέχθη την αλήθεια, τρία δε περίπου χρόνια ύστερα εγκαταλείψαμε το ωραίο μας διαμέρισμα και πωλήσαμε τα έπιπλα για να μπορέσω να γίνω σκαπανεύς. Αφού αγοράσαμε ένα ρυμουλκούμενο σπίτι, μπήκα στις τάξεις των σκαπανέων. Πόσο ευτυχής ήμουν με το να είμαι σκαπανεύς! Στους φίλους μου συνήθιζα ν’ αναγγέλλω περήφανα: «Τώρα είμαι σκαπανεύς!» Σύντομα απεφάσισα να καταβάλω κάθε προσπάθεια να παραμείνω σκαπανεύς, διότι, αν και εγκατέλειψα μια καλή εργασία και σταθερό εισόδημα, εν τούτοις η υπηρεσία του σκαπανέως άξιζε μια τέτοια θυσία. Τώρα πραγματικά άρχισα να επιδιώκω τον σκοπό μου στη ζωή. Η χαρά μου που μπορούσα να υπηρετώ τον Ιεχωβά ολοχρόνια ήταν κάτι το θαυμάσιο!
Στο 1944, σε μια συνέλευσι του Πίτσμπουργκ, άκουσα ν’ ανακοινώνεται ότι όποιος έχει ωρισμένα προσόντα κι επιθυμεί να φοιτήση στη Σχολή Γαλαάδ πρέπει να δη τον Αδελφό Νορρ. Τότε συνεπλήρωσα την προκαταρκτική αίτησι. Φαντασθήτε την έκπληξί μου όταν έλαβα ένα έντυπον πλήρους αιτήσεως και αργότερα μια πρόσκλησι για την επόμενη σειρά σπουδαστών! Η πρόσκλησις έγραφε ότι μπορεί και να μην επιστρέψω στη χώρα μου· επώλησα λοιπόν το αυτοκίνητό μου και τα άλλα μου πράγματα που σκέφθηκα ότι θα ήταν ακατάλληλο να τα πάρω σε μια ξένη χώρα. Ομολογουμένως, αυτό δεν ήταν εύκολο πράγμα, ν’ αποχωρισθώ από πολλά πράγματα που είχα εκτιμήσει· κατενόησα, επίσης, ότι σε λίγο θα έπρεπε ν’ αφήσω πίσω μου και οικογένεια και φίλους. Αλλά ήλθε στο νου μου το Ματθαίος 19:29. Αυτό με βοήθησε να λάβω την ορθή απόφασι: «Και πας όστις αφήκεν οικίας, ή αδελφούς, ή αδελφάς, ή πατέρα, ή μητέρα, ή γυναίκα, ή τέκνα, ή αγρούς, ένεκεν του ονόματός μου, εκατονταπλάσια θέλει λάβει, και ζωήν αιώνιον θέλει κληρονομήσει.»
Πολλά μπορούν να λεχθούν για τη ζωή στη Σχολή Γαλαάδ: Η θαυμάσια συντροφιά, όχι μόνο μεταξύ συσπουδαστών, αλλά και με τους εκπαιδευτάς και άλλους αδελφούς στο Αγρόκτημα της Βασιλείας· πρωτίστως, το προνόμιο της καθημερινής λήψεως της «στερεάς τροφής» του λόγου του Θεού και της εκπαιδεύσεώς μας μ’ αυτήν επί αρκετούς μήνες! Αυτά με μετέβαλαν αρκετά, απέκοψαν μερικές άκομψες άκρες και με εστίλβωσαν, κάνοντάς με έτσι κατάλληλο για ιεραποστολική υπηρεσία.
Αφού απεφοίτησα, τον Ιούλιο του 1945, απεστάλην στο νότιον Ιλλινόις ως «υπηρέτης για τους αδελφούς», για να υπηρετήσω εκκλησίες λευκών όσο και εγχρώμων. Κι αυτό το τμήμα του έργου ήταν επίσης πολύ χαρωπό και διεγερτικό. Εν τούτοις, δεν ήταν και τόσο εύκολο. Ήταν δύσκολο να δίνη κανείς εκεί τη μαρτυρία, λόγω διωγμού και οχλοκρατίας που είχαν αρχίσει πριν από λίγα χρόνια. Κάποτε που ήμουν μόνος κάνοντας έργον οδού σε μια μικρή πόλι, ένας ηλικιωμένος άνθρωπος μου είπε: «Θα ξανάρθω σε δέκα λεπτά, και αν θα είσαι ακόμη εδώ, θα επιθυμούσες να μην ήσουν.» Παρέμεινα εκεί. Ήλθε πάλι όπως υπεσχέθη, συνοδευόμενος από έναν σωματώδη άνθρωπο που έμοιαζε σαν να ήταν φτιαγμένος για πυγμάχος. Μ’ έπιασαν και μ’ έσυραν στο αστυνομικό τμήμα. Σε λίγο σχηματίσθηκε μια οχλοκρατία και φαινόταν σαν να φώναζαν όλοι για αίμα. Η αστυνομία είδε ότι γινόταν διαταραχή εκεί εμπρός· με πήρε, λοιπόν, μέσα στο τμήμα και μ’ έβγαλε από την πίσω πόρτα. Καθώς έβγαινα, ο όχλος μ’ ακολούθησε και με συνώδευσε κατ’ ευθείαν έξω από την πόλι. Πήγα στην επόμενη πόλι και άρχισα να πηγαίνω επί μια ώρα από σπίτι σε σπίτι, διέθεσα δε δώδεκα μεγάλα βιβλία. Ποτέ άλλοτε δεν είχα τόσο καλά αποτελέσματα μέσα σε τόσο λίγη ώρα. Πάλι, κοντά στη Λώρενσβιλ, Ιλλινόις, ένας κληρικός και ο διευθυντής της αστυνομίας εσχημάτισαν μια οχλοκρατία από παιδιά για να λιθοβολήσουν μια ομάδα από μας που εργαζόταν από σπίτι σε σπίτι. Ύστερ’ από τέτοιες πείρες αισθάνεται κανείς τον εαυτό του πολύ πιο ισχυρό εσωτερικά, πολύ πιο βέβαιο ότι αυτή είναι η αλήθεια.
Στο Ηστ Σαν Λούις, Ιλλινόις, το 1946, ενώ υπηρετούσα την έγχρωμη εκκλησία, έλαβα μια επιστολή από το Μπρούκλυν, όπου μου ετίθετο το ερώτημα αν θα δεχόμουν διορισμό στη Βιρμανία. Βιρμανία; Πολλά ερωτήματα πέρασαν από το νου μου: Πού ακριβώς είναι η Βιρμανία; Πώς είναι οι άνθρωποι εκεί; Υπάρχουν εκεί ευαγγελιζόμενοι; Και άλλα ερωτήματα. Ήξερα, βέβαια, ότι έπρεπε να δεχθώ τον διορισμό, αδιάφορο ποιες θα ήσαν οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα. Εστάλην στο Μπέθελ του Μπρούκλυν για περαιτέρω εκπαίδευσι δύο μηνών κατόπιν παρέμεινα δέκα ημέρες στο σπίτι μου. Επήρα το τραίνο στο Κλήβελαντ τον Δεκέμβριο (1946) και μετά από λίγες μέρες συνέχισα με το πλοίο δυτικά από τον Σαν Φρανσίσκο. Καθώς έβλεπα την Αμερικανική ακτή να γίνεται ολοένα πιο αφανής, κατελήφθην από ανάμικτες συγκινήσεις. Φυσικά, υπήρχε ένα αίσθημα λύπης, αλλά συγχρόνως ήμουν ευτυχής που κατευθυνόμουν επί τέλους προς την Άπω Ανατολή, όπου υπήρχε τόσο μεγάλη ανάγκη ιεραποστόλων, αφού δεν υπήρχε ακόμη ούτε ένας απόφοιτος της σχολής Γαλαάδ σ’ αυτό το μέρος του κόσμου.
Μέσα στο πλοίο δεν υπήρχαν πολλά ευήκοα ώτα, διότι συνέβη να είναι φορτωμένο με ψευδοποιμένας—περίπου 800—που ανήκαν σε πολλές και διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις και κατευθύνοντο όλοι σε διάφορα μέρη της ανατολής. Έτσι, λοιπόν, είχα αρκετόν καιρό για να σκεφθώ. Αναπολώντας μερικά πράγματα που είχα ακούσει για τη Βιρμανία, προσπάθησα τότε, στον απέραντο Ειρηνικό, να συνηθίσω στην ιδέα να κατοικήσω μέσα σε μια καλύβα, καθήμενος πάνω σε μια ψάθα και χρησιμοποιώντας γλώσσα νοημάτων ώσπου να μάθω τα Βιρμανικά. Αλλά μου επεφιλάσσετο μια έκπληξις. Επρόκειτο σύντομα να καταλάβω ότι στη Βιρμανία το σύγχρονο συμβαδίζει με το πρωτόγονο· επίσης, ότι στη Βιρμανία υπάρχουν όχι μόνο Βιρμανοί αυτόχθονες αλλά και ποικιλία ανθρώπων όλων των χρωμάτων και γλωσσών και διαφόρων τύπων ζωής, παιδείας, θρησκείας και εθίμων, ειδικά στις μεγαλύτερες πόλεις. Με συνήντησαν ευαγγελιζόμενοι ντυμένοι με ρούχα της Δύσεως, που μιλούσαν ευχερώς τα Αγγλικά. Επέρασα μ’ ένα στρατιωτικό αυτοκίνητο από ασφαλτοστρωμένους δρόμους για να πάω όχι σε μια καλύβα, όπως ανέμενα, αλλά σ’ ένα μεγάλο ξύλινο σπίτι που επρόκειτο να είναι η μέλλουσα κατοικία μου. Οι αδελφοί (τότε μόνον δεκαοκτώ σε ολόκληρη τη χώρα) μου έκαμαν θερμή υποδοχή και ήμουν ευτυχής που βρισκόμουν μαζί τους.
Εν τούτοις, αν και τα πράγματα ήσαν πολύ πιο προχωρημένα από όσο ανέμενα, ήσαν ακόμη πολύ πιο πίσω από ό,τι άφησα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η Βιρμανία επλήγη πολύ σκληρά από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Υπήρχε μόνο μικρή παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, τα δε κρατικά ιδρύματα είχαν την προτεραιότητα. Λίγα σπίτια είχαν ηλεκτρικό φως. Τη νύχτα πολλοί δρόμοι ήσαν σκοτεινοί. Οι κλέφτες ήσαν άφθονοι· δεν ήταν ασφαλές το να κυκλοφορή κανείς έξω μόλις άρχιζε να σκοτεινιάζη. Η συγκοινωνία περιωρίζετο σε λίγα παλιά στρατιωτικά φορτηγά αυτοκίνητα που είχαν μετατραπή σε λεωφορεία. Εχρησιμοποιήσαμε ένα σαθρό παλιό λεωφορείο για να πάμε στην Αίθουσα Βασιλείας. Κατόπιν αφηρέσαμε τις λάμπες πετρελαίου του λεωφορείου και τις ετοιμάσαμε για τη συνάθροισι. Σήμερα, στο 1955, τα πράγματα είναι βέβαια πολύ καλύτερα από ό,τι ήσαν τα πρώτα εκείνα χρόνια μετά την αποχώρησι των Ιαπώνων από τη Βιρμανία.
Ως ο μόνος σκαπανεύς της χώρας, κάθε πρωί έβγαινα μόνος στην υπηρεσία, εκτός από τα Σαββατοκύριακα, οπότε με συνώδευαν οι ευαγγελιζόμενοι εκκλησιών. Κάποτε προς στιγμήν σκεπτόμουν πόσο ευχάριστα θα ήταν να ξαναγυρίσω στη χώρα μου, αλλ’ αμέσως ο όγκος του έργου που έπρεπε να γίνη και οι χαρές της υπηρεσίας εξεδίωκαν αυτές τις σκέψεις καθώς προέβαινα να συνεχίσω την επιδίωξι του σκοπού μου στη ζωή. Τρία χαρτοκιβώτια γεμάτα έντυπα είχα φέρει από τις Ηνωμένες Πολιτείες, διότι οι αδελφοί της Βιρμανίας δεν είχαν λάβει ακόμη τις τελευταίες εκδόσεις. Μέσα σε τρεις εβδομάδες τα έντυπά μου ετελείωσαν. Οι άνθρωποι ήσαν πολύ φιλόφρονες, προσκαλώντας με να μπω μέσα σε κάθε σχεδόν σπίτι, πολλοί δε μου προσέφεραν τσάι και διάφορα άλλα αναψυκτικά. Σε πολύ λίγα σπίτια μπορούσα να χρησιμοποιήσω την Αγγλική, αλλ’ έμενα έκπληκτος από την ποικιλία των ανθρώπων που συναντούσα πηγαίνοντας από θύρα σε θύρα. Εκτός από τους Βιρμανούς και τους άλλους ιθαγενείς της Βιρμανίας, όπως οι Καρένιοι, υπάρχουν και πάρα πολλοί ξένοι—Κινέζοι, Ταμίλιοι, Τελέγοι, Βεγγάλιοι και πολλές, πολλές άλλες Ινδικές φυλές. Έμαθα λίγες φράσεις Βιρμανικές για να τις χρησιμοποιώ στα σπίτια των μη Αγγλοφώνων. Οι περισσότεροι από εκείνους που επεσκέφθηκα ήσαν Βουδδισταί, Ινδουισταί, κλπ., οι οποίοι ούτε επίστευαν καν στην Αγία Γραφή· σε πολλά, λοιπόν, σπίτια το πρώτο μου βήμα ήταν ν’ αποδείξω τη Γραφή αληθινή.
Πέρασε αρκετός καιρός ώσπου ν’ αρχίσω πραγματικά να κατατοπίζωμαι. Έπρεπε να συνηθίσω σε πολλά παράξενα θεάματα και έθιμα, που για τη Βιρμανία θεωρούνται φυσιολογικές ανθρώπινες συνήθειες, όπως λόγου χάριν να βλέπω ανθρώπους να λούωνται κάτω από μια βρύσι νερού στο πεζοδρόμιο· άλλους να αλλάζουν δημοσία τα σαρόνια τους [εσωφόρια των ιθαγενών] ορθάνοιχτα στο πλήρες φώς της ημέρας, ή να κάθονται οκλαδόν στο σταθμό των λεωφορείων αναμένοντας την άφιξι του λεωφορείου· ή επίσης να βλέπω τον μεγάλον υδροβούβαλον και βώδια να σύρουν πελωρίους κορμούς δένδρων. Επίσης, στην αρχή διερωτώμουν τι ήσαν τα κόκκινα εκείνα στίγματα κατά μήκος όλων των δρόμων και των πεζοδρομίων. Εφαίνοντο σαν αίματα, και δεν μπορούσα ακριβώς να το διαπιστώσω. Αργότερα, έμαθα ότι αυτά επροξενούντο από ένα κόκκινο υγρό που φτύουν οι άνθρωποι όταν μασσούν κανθάρους και καρύδια. Και τώρα ακόμη, μετά οκτώ χρόνια, ολοένα διασκεδάζω βλέποντας άτομα που φέρουν πράγματα επάνω στο κεφάλι τους, όπως λόγου χάριν μια δέσμη μπανάνες ή μια ομπρέλα.
Καθώς όμως ακολουθούσα σταθερά τον σκοπό μου στη ζωή προέκυπτε ικανοποίησις από την υποβοήθησι νέων ατόμων στην υπηρεσία και την παρακολούθησι μιας εκκλησίας στο ν’ αυξηθή παραπάνω από ό,τι επιτελούσε για ν’ αντιμετωπισθούν οι νεωτεριστικές επιρροές ή οι δυσχέρειες με τις οποίες παλαίει ένα ‘νέο παιδί’ και στη Βιρμανία ακόμη. Η αγάπη που αισθάνεσθε για τα «άλλα πρόβατα» και η γνώσις του ότι αυτά χρειάζονται τη βοήθειά σας για να αυξήσουν σε ωριμότητα σας βοηθούν θετικά και ταχύτερα από κάθε άλλο πράγμα να λάβετε την απόφασι μονίμου εγκαταστάσεως στην ξένη χώρα. Στο 1948, λόγου χάριν, μας ήλθε μια επιστολή από μια ομάδα ανθρώπων, κατοίκων ενός χωριού που απείχε 125 μίλια. Επί οκτώ χρόνια προσπαθούσαν να έλθουν σε επαφή με τον λαό του Ιεχωβά. Ένας απ’ αυτούς, που είχε προμηθευθή ένα μεγάλο βιβλίο, επείσθη ότι βρήκε την αλήθεια. Έδωσε μαρτυρία σε άλλους μέσα στο χωριό. Μερικοί εγκατέλειψαν την Καθολική εκκλησία, εσχημάτισαν μια μικρή εκκλησία μόνοι τους και συνήρχοντο τακτικά για Γραφική μελέτη. Ένας αδελφός κι εγώ πήγαμε στο μακρινό εκείνο χωριό και βρήκαμε εκεί δώδεκα ευαγγελιζομένους που ανέμεναν να βαπτισθούν και να οργανωθούν θεοκρατικά. Εξεπλάγησαν κι εχάρησαν που έμαθαν για το μέγεθος της οργανώσεως του Ιεχωβά και για ιδρύματα όπως το Μπέθελ και η σχολή Γαλαάδ. Το να τους συναντήσωμε και να τους βοηθήσωμε να βγουν στην υπηρεσία του αγρού αποτέλεσε μια θαυμάσια πείρα.
Ένας Ταμίλιος, με τον οποίον είχα αρχίσει μια μελέτη πριν από λίγα χρόνια, ήταν επίσης άλλοτε Καθολικός. Εγκατέλειψε την Καθολική Εκκλησία και πριν ακόμη σχετισθή με τον λαό του Ιεχωβά, απλώς επειδή εδιάβασε ένα αντίτυπο των Ελληνικών Γραφών στη δική του γλώσσα. Πεινώντας για αλήθεια, απερρόφησε πρόθυμα όσα του εξηγήθησαν στις μελέτες. Αν και έχει να φροντίση για τη μεγάλη οικογένειά του, είναι τώρα ένας από τους πιο ζηλωτάς ευαγγελιζομένους, διαθέτοντας σαράντα έως εξήντα ώρες τον μήνα και διεξάγοντας περίπου επτά Γραφικές μελέτες. Τι χαρά υπήρξε το να τον βλέπη κανείς να προοδεύη στην αλήθεια!
Είχα το προνόμιο να παρακολουθήσω τη Συνέλευσι της Κοινωνίας του Νέου Κόσμου στο Στάδιο Γιάγκη το 1953, και κατόπιν να επισκεφθώ το σπίτι μου. Αν και η συνέλευσης εκείνη ήταν τόσο θαυμάσια, και ήταν τόσο καλό το να δω πάλι τους ανθρώπους μου στο σπίτι, μπορώ να σας βεβαιώσω ότι οι σκέψεις μου ήσαν εδώ στη Βιρμανία με τη μικρή αυτή ομάδα των ευαγγελιζομένων που έμαθα ν’ αγαπώ τόσο πολύ. Μετά από λίγες μέρες στην Αμερική, ήμουν έτοιμος, πράγματι, για αναχώρησι, ποθώντας να επιστρέψω στον τόπο του διορισμού μου. Φρονώ ότι υπάρχει πάρα πολύ έργον να γίνη εδώ και πολύ λίγοι εργάται για να το εκτελέσουν.
Αν και όλοι οι ιεραπόστολοι εδώ είναι κατάφορτοι με ευθύνες, διαθέτομε λίγον καιρό ενίοτε για να καθήσωμε και ανασκοπήσωμε μερικές από τις πείρες του παρελθόντος. Αποκτά κανείς μια θαυμάσια αντίληψι αναλογίας συμπαραβάλλοντας τη ζωή του πριν γίνη ιεραπόστολος με τη μετέπειτα ζωή του ως ιεραποστόλου. Υπάρχουν μόνο τέσσερες ιεραπόστολοι εδώ, αλλά όλοι παραδέχονται ότι δεν θα θέλαμε να επιστρέψωμε στον τόπο μας για μόνιμη εγκατάστασι. Όσο για μένα τον ίδιο, μπορώ να πω ότι το ν’ αφήσω ό,τι ωνόμαζα τόπον μου και να πάω σ’ έναν ξένο τόπο διορισμού, για τον οποίον πολύ λίγα εγνώριζα, μου έδωσε πολύ μεγαλύτερη δύναμι «εν τω Ιεχωβά». Το έργον υπήρξε πιο ικανοποιητικό. Μπόρεσα να δώσω πολύ περισσότερα από όσα θα μπορούσα να δώσω μέσα στην περιφέρεια του τόπου μου. Τώρα όταν βλέπω έναν Βιρμανό ευαγγελιζόμενο να στέκη σε μια πόρτα και να δίνη μια τρίλεπτη έως οκτάλεπτη ομιλία με τη Γραφή στο χέρι του—ένα άτομο που μόλις προ ολίγου καιρού φοιτούσε σε μια εκκλησία—με κάνει να εκτιμώ την παρ’ αξίαν αγαθότητα του Ιεχωβά και το προνόμιο που έχω να συμμετέχω στο έργο Του εδώ στη Βιρμανία. Το θεωρώ ως εύνοιαν από τον Ιεχωβά να βρίσκωμαι εδώ! Είμαι ευτυχής που είμαι εδώ, ευτυχής που είμαι τώρα σε ενεργό καθήκον εδώ ως υπηρέτης του τμήματος. Ναι, ενόσω επιδιώκω τον σκοπό μου στη ζωή, οι ταλαιπωρίες είναι μεγαλύτερες, υπάρχουν πολύ περισσότερα εμπόδια, αλλά, όταν αυτά υπερνικώνται, αυξάνουν θετικά την πνευματική δύναμι που θα χρησιμοποιηθή για τον Ιεχωβά και προς τιμήν Του.