Αγάπη και Πιστότης
Αφήγησις υπό Μωδ Τζόνστον
Η ΕΚΘΕΣΙΣ περί Βορείου Ιρλανδίας και Ελευθέρας Ιρλανδίας στο Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά μ’ ενδιέφερε πάντοτε ιδιαίτερα, διότι έχω γεννηθή στη «χώρα της δρυός.» Και γεννήθηκα πλουσία! Ναι, το να έχη κανείς ευσεβείς γονείς αυτό αποτελεί πράγματι μια πλούσια κληρονομία.
Ένας από τους αδελφούς του πατέρα μου, ο Θείος Έντι, εδέχθη την αλήθεια κατά το έτος 1905, όταν εγώ ήμουν δέκα ετών. Υπήρχαν πολύ λίγοι Σπουδασταί των Γραφών (όπως ελέγοντο τότε) στη Βόρειο Ιρλανδία, αλλ’ ο θείος μου μετέδωσε το άγγελμα στον πατέρα μου, αυτός δε ενδιαφέρθηκε πάρα πολύ. Στην αρχή η μητέρα μου έγινε σκεπτική με τη «Θρησκεία του Θείου Έντι». Εν τούτοις, η καλωσύνη, η διακριτικότης κι η υπομονή του πατέρα μου βαθμιαίως την εβοήθησαν. Μπορώ ακόμη να τον ακούω να λέγη, «Σάρρα, κάθησε ένα λεπτό να σου διαβάσω αυτό», και η «Σάρρα» εκάθητο ν’ ακούση. Αργότερα ο Μπαμπάς επήγαινε στην εκκλησία, στην οποία είχε διατελέσει επίτροπος, και διένεμε Γραφικά φυλλάδια στους εκκλησιαζομένους κατά την έξοδό των την Κυριακή το πρωί. Αυτό εστενοχώρησε τη μαμά τόσο, ώστε έπαυσε να πηγαίνη στην εκκλησία και σε λίγο εδέχθη την αλήθεια.
Στο έτος 1911 ο Αδελφός Ρώσσελ επεσκέφθη το Μπέλφαστ, κι ενθυμούμαι ότι είχε συγκαλέσει όλη την «εκκλησία»—μια δράκα ατόμων—να πάρουν το τσάι τους μαζί του στο ξενοδοχείο. Αλλ’ άσχετα με τη μικρότητα της ομάδος, όταν έγινε η δημόσια ομιλία, η Αίθουσα Ώλστερ ήταν κατάμεστη από ακροατάς, από τους οποίους οι περισσότεροι είχαν προσέλθει κατόπιν αγγελίας που εδημοσιεύθη στον τύπο.
ΚΑΤΑΘΕΣΙΣ ΘΕΜΕΛΙΟΥ
Το επόμενο έτος ο θείος μου κι ο πατέρας μου μετηνάστευσαν οικογενειακώς στη Νέα Ζηλανδία, τη «χώρα του μακρού λευκού νέφους», όπως ελέγετο από τους πρώτους εξερευνητάς της. Μολονότι ο θείος μου είχε τετραμελή οικογένεια να συντηρήση, ήταν ένας τακτικός βιβλιοπώλης, ή σκαπανεύς όπως τους λέμε τώρα, και συνέχιζε την ολοχρόνια διακονία του επί πάρα πολλά χρόνια. Πολλά έκαμε για να ενισχύση τα χέρια των λίγων αδελφών που ήσαν τότε στην αλήθεια. Ένα σημείο, που ετονίζετο συνεχώς απ’ αυτόν και το οποίον μου ήταν πάντοτε πολύτιμο, ήταν η σπουδαιότης της πιστότητος στην οργάνωσι του Ιεχωβά. Έτσι, από την πολύ μικρή μου ηλικία η αγάπη για την αλήθεια και η πιστότης στην οργάνωσι του Ιεχωβά έγιναν, κατά ένα τρόπον, τα κίνητρα της ζωής μου.
Εκείνο τον καιρό χρησιμοποιούσαμε ως βιβλία μελέτης τους τόμους Γραφικών Μελετών, η δε χρονολογία, που εκτίθεται στον δεύτερο τόμο, πραγματικά με προσείλκυσε. Τον κατεβρόχθισα όλον, έκαμα την αφιέρωσί μου, την εσυμβόλισα με το εν ύδατι βάπτισμα και ασχολήθηκα σε όλες τις μορφές του έργου διακηρύξεως, που διεξήγετο εκείνο τον καιρό.
ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ
Όταν έφθασε το φθινόπωρον του 1914, με την έκρηξι του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και το τέλος των Καιρών των Εθνών, ήμεθα απασχολημένοι με την προβολή του Φωτοδράματος της Δημιουργίας στην Ουέλλινγτον. Τότε μετείχα στο «ποιμενικό έργον», το οποίον ήταν μια προσπάθεια ανευρέσεως μεταξύ εκείνων, που είχαν προμηθευθή βιβλία, ατόμων, τα οποία θα ήταν δυνατόν να βοηθηθούν για να μελετούν τη Γραφή. Υπήρχαν όμως και πολλά πράγματα, που δεν μπορούσαμε να τα καταλάβωμε καθαρά. Και καθόσον τώρα βλέπομε πίσω σ’ εκείνη την εποχή, μπορούμε να εκτιμήσωμε πόσο στοργικά υπομονητικός ήταν ο Ιεχωβά για να μας χρησιμοποιήση κάπως.
Όταν πέθανε ο Αδελφός Ρώσσελ τον Οκτώβριο του 1916, αυτό το γεγονός απεδείχθη ότι ήταν δοκιμασία για μας. Αισθανόμουν σαν να μου αφηρέθη κάτι, στο οποίο στηριζόμουν. Τότε είδα τον υπηρέτη του τμήματος να ταλαντεύεται στην πιστότητά του στην οργάνωσι του Θεού και να πέφτη συμπαρασύροντας και πολλούς αδελφούς. Ακόμη κι όταν συναθροιζόμεθα για μελέτη, μυστικοί αστυνομικοί συχνά ήσαν παρόντες στις συναθροίσεις μας. Ο φόβος αυτών κι η έλλειψις αγάπης κι εκτιμήσεως για την αλήθεια απεδείχθη ότι επροκάλεσε την πτώσι πολλών εκείνο τον καιρό· αλλ’ αφ’ ετέρου, πόσο ευγνώμονες ήμεθα για τους στερεούς, πιστούς αδελφούς μας, που απεδείχθη ότι ήσαν «ως σκιά μεγάλου βράχου εν γη διψώση»! (Ησ. 32:2) Ως αποτέλεσμα των πειρών αυτών οι απόψεις μας συχνά διωρθώνοντο, κι εγίναμε ισχυρότεροι στην αγάπη μας προς τον Ιεχωβά και την πιστότητά μας στην οργάνωσί του.
ΜΕΤΕΧΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΝΗ ΕΠΕΚΤΑΣΙ
Όταν υπανδρεύθηκα στο 1923, πήγα στην Αυστραλία με τον σύζυγό μου για ν’ απολαύσω το θαυμάσιο προνόμιο του να εργασθώ στο τμήμα της Εταιρίας, στη Μελβούρνη. Το 1925, όταν γεννήθηκε η θυγατέρα μας Ρουθ, ο Αδελφός Ρόδερφορδ είχε την καλωσύνη να κάμη διευθετήσεις ώστε να μείνωμε με την οικογένεια Μπέθελ και η θυγατέρα μας ν’ ανατραφή μεταξύ των. Τι προνόμιο! Από τα πρώτα χρόνια έθεσε τα πόδια της στον δρόμο που οδηγεί στη ζωή, και, με την παρ’ αξίαν αγαθότητα του Ιεχωβά, βαίνουν ακόμη πιστά προς αυτή την κατεύθυνσι.
Η Αυστραλία είναι μια αχανής νησιωτική ήπειρος, όχι και πολύ μικρότερη από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά μόνο με δέκα περίπου εκατομμύρια κατοίκους. Κάποτε παρακολούθησα μια εθνική συνέλευσι εδώ, στην οποίαν οι παρόντες ήσαν μόνο τριακόσιοι περίπου. Σήμερα ο αριθμός των μαρτύρων του Ιεχωβά στην Αυστραλία υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες. Και τι χαρά είναι να βλέπη κανείς τους πολυαρίθμους αγαπητούς νεαρούς—αληθινά «τα εκλεκτά πράγματα όλων των εθνών» να τιμούν τον Ιεχωβά! (Αγγαίος 2:7, ΜΝΚ) Το να έχωμε τη χαρά να υπηρετούμε τους αδελφούς μας και να παρακολουθούμε το έργον ν’ αυξάνη όλ’ αυτά τα χρόνια είναι κάτι που οι λέξεις αδυνατούν να περιγράψουν.
Η πρόοδος στην κατανόησι των αληθειών της Βίβλου, επίσης, υπήρξε ενισχυτική. Ήταν το αλησμόνητο άρθρο του περιοδικού Η Σκοπιά περί της «Γεννήσεως του Έθνους» το 1925, η μελέτη του θέματος περί διεκδικήσεως, η έναρξις τακτικής μαρτυρίας την Κυριακή πρωί και πάρα πολλά άλλα σημεία προόδου, που εποικοδόμησαν την πιστή μας αγάπη.
Μετά τη συνέλευσι του Ντητρόιτ, Μίτσιγκαν, στο 1928, η Εταιρία άλλαξε τον τόπο του Τμήματος από τη Μελβούρνη στο Σύδνεϋ, διότι τα πλοία που έφερναν τα βιβλία μας από τη Νέα Υόρκη είχαν το Σύδνεϋ ως λιμένα προσεγγίσεώς των. Κατόπιν, επίσης, η Κουήνσλαντ, με το όριόν της χίλια μίλια βορείως της Μελβούρνης, ήταν μια απέραντη έκτασις και ήταν ουσιαστικά άθικτη όσον αφορά το έργον της μαρτυρίας. Το ραδιοφωνικό έργον, στο οποίον ο σύζυγός μου κι εγώ είχαμε το προνόμιο να μετέχωμε από το 1932, μας εβοήθησε, επίσης, να διαδώσωμε το άγγελμα της Βασιλείας σ’ αυτές τις εκτάσεις.
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΕΝΑΝΤΙΩΣΙ
Η επέκτασις αυτή δεν έγινε χωρίς εναντίωσι, που κι αυτή εχρησίμευσε στο να δοθή ευρύτερη δημοσιότης στο έργον. Έτσι έγινε στην επίσκεψι του Αδελφού Ρόδερφορδ στην Αυστραλία το 1938. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία εφρόντισε να προκαλέση στυγνή εναντίωσι, αλλά το Δημαρχείον του Σύδνεϋ, που δεν μας παρεχωρήθη τότε, στο εξής εχρησιμοποιείτο συχνά για τις συνελεύσεις μας.
Στη διάρκεια των ετών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, υπήρχε ακόμη δυσκολία, αλλ’ ίσως όχι τόση όση υπήρχε σε μερικές άλλες χώρες. Ωστόσο, η κυβέρνησις απηγόρευσε τη διακονία μας, λέγοντας ότι η ύπαρξίς μας ήταν επιζήμια και από τον ζήλο τους κατέσχεσαν διάφορες ιδιοκτησίες της Εταιρίας σε όλη τη χώρα, ερεύνησαν τα σπίτια των Μαρτύρων και κατέσχεσαν μεγάλες ποσότητες βιβλίων της Γραφής. Σε όλη τη χώρα οι αδελφοί μας ήσαν κλεισμένοι σε φυλακές επειδή ηρνούντο να παραβούν την ουδετερότητά των. Τελικά, ύστερ’ από δυο χρόνια η Εταιρία είχε μια δίκη σ’ αυτή την υπόθεσι και στις 14 Ιουνίου 1943 το Ανώτατο Δικαστήριο απεφάνθη κατά της Κοινοπολιτειακής Κυβερνήσεως και υπέρ των μαρτύρων του Ιεχωβά. Η πιστότης μας στην οργάνωσι του Ιεχωβά εκείνο τον καιρό δεν είχε κακώς τοποθετηθή.
Τον επόμενο μήνα μετά την άρσι της απαγορεύσεως, όταν επέστρεψα στο σπίτι ύστερ’ από τη συμμετοχή μου στη μαρτυρία μια Κυριακή πρωί, διεπίστωσα ότι ο Αδελφός Τζόνστον μετέστη. Ναι, μια έμφραξις της στεφανιαίας αρτηρίας του απέκοψε τη ζωή, από την οποία σαράντα και πλέον χρόνια εδαπάνησε στην ολοχρόνια διακονία στη Νότιο Αφρική και στην Αυστραλία. Το τελευταίο καθήκον του ήταν να γράψη για την Παρηγορία (το τωρινό περιοδικό Ξύπνα!) το αποτέλεσμα της υποθέσεως που εξεδικάσθη στο Ανώτατο Δικαστήριο. Πολύ φυσικό ήταν να τον χάσωμε, αλλά πώς να πενθήσω αφού εγνώριζα ότι αυτός πραγματικά είχε τη μεταλλαγή του, διότι είχε την ελπίδα της ουρανίας ζωής; (1 Κορ. 15:51,52) Ήταν ένα ευλογητό προνόμιο να έχω τη συντροφιά του δώδεκα και πλέον χρόνια, και ήταν μια υποκίνησις σε πιστή αγάπη από μέρους μου στον Ιεχωβά και στην ορατή του οργάνωσι.
ΧΑΙΡΟΝΤΑΣ ΣΕ ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ
Μετά την άρσι της απαγορεύσεως, το έργον αναδιωργανώθη. Στο 1946 κατέφθασαν οι πρώτοι μας απόφοιτοι της Βιβλικής Σχολής της Σκοπιάς Γαλαάδ, και τι συγκίνησις! Θα ενόμιζε κανείς ότι αυτοί ήσαν πλάσματα από κάποιον άλλον πλανήτη, τόσο μεγάλο ήταν το ενδιαφέρον μας. Αυτοί ήσαν ένα μεγάλο βοήθημα στο έργον και είμαι ευγνώμων για το παράδειγμα της πίστεώς των. Στον ίδιο καιρό περίπου και οι δικοί μας αδελφοί αναχωρούσαν από την Αυστραλία για τη Σχολή Γαλαάδ, και σήμερα έχουν καλή απόδοσι σε πολλές χώρες και νησιά όλου του κόσμου. Μερικοί είναι στην Ιαπωνία, στο Χονγκ Κονγκ, στη Μαλαισία, στην Ινδία, στην Κύπρο και σε άλλα μέρη, αλλ’ αποτελεί χαρά το να παρακολουθούμε την πρόοδό τους και ν’ ακούμε τα συνεχιζόμενα έργα των αγάπης.
Όταν μας επεσκέφθη ο Αδελφός Νορρ στο έτος 1947, ελάβαμε κι άλλες καλές συμβουλές και βοήθεια. Διεμορφώσαμε ορθότερα τις σκέψεις μας για την κατάλληλη σχέσι των Χριστιανών με τον κόσμο, πράγμα που μας ενίσχυσε όλους κι έφερε την οργάνωσι σε κατάστασι, που θα ήταν πιο ευπρόσδεκτη στον Ιεχωβά. Επισκέψεις όπως αυτή, από ειδικούς εκπροσώπους των κεντρικών γραφείων της Εταιρίας, πάντοτε υπήρξαν λαμπροί σταθμοί στη θεοκρατική μας πρόοδο.
Κατόπιν το 1953 ήταν η σειρά μου να κάμω λίγο ταξίδι—στη διεθνή συνέλευσι της Νέας Υόρκης. Τι αγάπη επεδείχθη από τους αδελφούς που συναντήσαμε καθ’ οδόν! Τι ευτυχείς ήμεθα που μπορέσαμε να επισκεφθούμε τον οίκο Μπέθελ και το εργοστάσιο στο Μπρούκλυν και τη Σχολή Γαλαάδ στην Ίθακα, να γνωρίσωμε τόσους αδελφούς από μακρινούς τόπους, ν’ ακούωμε τους πιστούς αδελφούς μας να μιλούν τις αλήθειες του λόγου του Θεού! Ήταν θαυμάσια!
Καθόσον το έργον της Βασιλείας εξακολουθούσε να επεκτείνεται, ιδρύθησαν νέα τμήματα στη Σιγγαπούρη, στη Νέα Ζηλανδία, στα νησιά Φίτζι και Παπούα, που υπήγοντο προηγουμένως στη δικαιοδοσία του Αυστραλιανού τμήματος. Το να βλέπη κανείς αυτή την ανάπτυξι έκδηλη με τόσους τρόπους είναι σαν να βλέπη, να το πούμε έτσι, τη μεγαλοπρεπή πορεία του Θεού μάς καθώς οδηγεί το έργον του προς την τελική και μεγαλειώδη διεκδίκησι του αγίου του ονόματος.
Είναι ένθερμη η προσευχή μου, όπως εξακολουθούν ν’ αυξάνουν η αγάπη και η πιστότης μου, και, παρά την πρόοδο των ετών που καθιστά δύσκολο το να κάνη κανείς τόσα όσα θα επιθυμούσε, όπως μπορέσω να εξακολουθήσω να είμαι πλουσία σε καλά έργα, δραστηρία στην υπηρεσία του Θεού μου Ιεχωβά. «Θεέ, συ με εδίδαξας εκ νεότητός μου· και μέχρι του νυν εκήρυττον τα θαυμάσιά σου. Μη με εγκαταλίπης, μηδέ μέχρι του γήρατος και πολιάς, Θεέ, εωσού κηρύξω τον βραχίονά σου εις ταύτην την γενεάν, την δύναμίν σου εις πάντας τους μεταγενεστέρους.»—Ψαλμ. 71:17, 18.