Η Υπηρεσία του Ιεχωβά Φέρνει Ευτυχή Ικανοποίησι
Αφήγησις υπό ΡΙΤΣΑΡΝΤ Χ. ΜΠΑΡΜΠΕΡ
ΣΤΙΣ 14 Μαρτίου 1869, γεννήθηκε σε μια αγροτική πολίχνη του νοτιοδυτικού Βερμόντ ένα αγόρι, του οποίου οι γονείς το ωνόμασαν Ρίτσαρντ Χάρβεϋ Μπάρμπερ. Εγώ ήμουν εκείνο το αγόρι. Τώρα, σε ηλικία 96 ετών, γράφω την ιστορία της ζωής μου, μιας ζωής ευτυχούς ικανοποιήσεως στην υπηρεσία του Ιεχωβά.
Η ζωή μου ως παιδιού ήταν πολυάσχολη, με μεγάλη ποικιλία εργασιών. Επειδή κατοικούσαμε σ’ ένα σπίτι συνεχόμενο μ’ ένα ξυλουργείο ιδιοκτησίας του πατέρα μου, είχα πείρες σ’ αυτό το εργοστάσιο. Εμάζευα ελατόπισσα από τα δένδρα και την πωλούσα προς 1 δολλ. τη λίτρα. Έπιανα μικρές με χρωματιστά στίγματα ωραίες πέστροφες από τα ποτάμια που σχημάτιζαν τα νερά των βουνών και τις πωλούσα σε πελάτας του ξυλουργείου, εμάζευα από το φυτό το ονομαζόμενο πάναξ κι επωλούσα τις ρίζες, κι εργαζόμουν συλλέγοντας χυμό από σφεντάμια, βοηθώντας στο βράσιμο του για να γίνη σιρόπι σφενταμιού.
Το 1883 ο πατέρας μετεκόμισε σ’ ένα αγρόκτημα της πολιτείας Νέας Υόρκης. Στις αρχές του έτους 1886 ανταλλάξαμε το αγρόκτημα μ’ ένα σπίτι στο χωριό Γκρήνουιτς της Νέας Υόρκης. Κατόπιν, αφού απεφοίτησα από το Γυμνάσιο του Γκρήνουιτς το 1888, ανέλαβα τη διεύθυνσι ενός μεγάλου καταστήματος γενικού εμπορίου του πατέρα μου.
Ο πατέρας μου ήταν καλός άνθρωπος, τίμιος και γενναιόδωρος. Ήταν Μεθοδιστής, παρακολουθώντας κάθε συνάθροισι εκκλησίας, συμβάλλοντας γενναιόδωρα στην εκκλησιαστική δράσι κι αγοράζοντας ένα ακριβό στασίδι στην εκκλησία. Αυτό ήταν ό,τι εχρειάζετο για να τον κάμη έναν καλό Μεθοδιστή. Σε όλα μου τα χρόνια, ποτέ δεν είδα μια Γραφή στο σπίτι μας, ποτέ δεν άκουσα να γίνεται προσευχή, ούτε να εξετάζεται ένα θέμα της Γραφής.
Στο έτος 1894 αγόρασα το περιεχόμενον του καταστήματος του πατέρα μου και ίδρυσα επιχείρησι στ’ όνομά μου. Την 1η Ιανουαρίου του επομένου έτους ενυμφεύθηκα στη Μεθοδιστική Εκκλησία, και κατοικούσαμε στον πάνω από το κατάστημα όροφο. Οι δύο αδελφές της συζύγου μου κατοικούσαν μαζί μας. Τον Οκτώβριο του ίδιου εκείνου έτους, ήλθα σ’ επαφή με τις αλήθειες του λόγου του Θεού, όπως διδάσκονται από την Εταιρία Σκοπιά. Τότε η ζωή μου άρχισε να προσλαμβάνη νέο νόημα.
ΕΠΙΔΡΑΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝΤΥΠΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ
Ήμουν επόπτης του Μεθοδιστικού Κυριακού Σχολείου, η δε σύζυγός μου ήταν διδασκάλισσα του σχολείου εκείνου. Αφού είδα ότι οι δέκα διάφορες τάξεις του Κυριακού σχολείου λειτουργούσαν κανονικά, ήθελα να μπω στην τάξι των ενηλίκων. Εκεί παρετήρησα μια ριζικά διαφορετική μέθοδο διεξαγωγής της μελέτης. Παρετίθεντο πολλά Γραφικά εδάφια και ανετίθετο σε διαφόρους σπουδαστάς να τ’ αναγνώσουν και είχα αρκετή νόησι για να διακρίνω ότι στις ερωτήσεις εδίδοντο κατάλληλες απαντήσεις. Αυτό μ’ ευαρεστούσε. Εκείνο το βράδυ μετά την εσπερινή υπηρεσία εβάδιζα στην Μαίην Στρητ με τον οδηγό της τάξεως και τον ερώτησα πού βρήκε όλα εκείνα τα Γραφικά εδάφια και τις πληροφορίες.
Μου είπε ότι ένας άνθρωπος με ποδήλατο είχε έλθει στο Γκρήνουιτς, προσφέροντας βιβλία περί της Γραφής (τους πρώτους τρεις τόμους των Γραφικών Μελετών, υπό του Πάστορος Ρώσσελ). Αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας τακτικός βιβλιοπώλης, σκαπανεύς όπως λέγεται τώρα, κι επήγε στο σπίτι του Μεθοδιστού κήρυκος για να εξηγήση τα βιβλία. Ο κήρυξ του έδωσε διάφορα ονόματα, στα οποία περιελαμβάνοντο και το όνομα του οδηγού της τάξεως ενηλίκων και το όνομα Μαίυ, της αδελφής της συζύγου μου. Αφού μου το είπε αυτό, ο οδηγός της τάξεως κι εγώ σταθήκαμε στον δρόμο ως τα μεσάνυχτα συζητώντας τις Γραφικές αλήθειες των εντύπων αυτών.
Την επόμενη μέρα το πρωί στο πρόγευμα η σύζυγός μου μ’ ερώτησε, «Γιατί εβράδυνες τόσο χθες τη νύχτα;» Μετά την επεξήγησί μου, η αδελφή της συζύγου μου, η Μαίυ, μίλησε, λέγοντας: «Να, αγόρασα μια σειρά απ’ αυτά τα βιβλία την ίδια ώρα, και βρίσκονται εκεί ακριβώς στη βιβλιοθήκη σου.» Πήγα στη βιβλιοθήκη, αλλά μόνον ο τρίτος τόμος ήταν εκεί. Η Μαίυ είπε: «Ω! εδάνεισα τ’ άλλα δυο βιβλία στον αδελφό μου στη Σάλημ.» Έφερα τον τρίτο τόμο στο τραπέζι και, καθώς έτρωγα, εγύριζα τις σελίδες του, εξετάζοντάς τον. Τον έβαλα στην τσέπη μου και τον επήρα στο κατάστημα. Στη διάρκεια της ημέρας διέθεσα κάθε στιγμή που μπορούσα διαβάζοντας αυτό το βιβλίο. Ύστερ’ από δυο μέρες το είχα διαβάσει ως την τελευταία λέξι, κι έμαθα πολλά πράγματα που δεν τα είχα ακούσει ποτέ πριν. Κάνοντας σκέψεις επάνω σ’ αυτό, διερωτήθηκα, Ποιος είναι ο συγγραφεύς και πού εξετυπώθη αυτό; Εξετάζοντάς το, απεκόμισα αυτή την πληροφορία, και για πρώτη φορά στη ζωή μου άκουσα το όνομα του Πάστορος Ρώσσελ. Ο οδηγός της τάξεως ποτέ δεν μου είχε αναφέρει αυτό το όνομα.
Αμέσως έστειλα ένα δελτάριο στον Πάστορα Ρώσσελ, παρακαλώντας τον να μου στείλη ένα κατάλογο όλων των εκδόσεων του. Ύστερ’ από λίγες μέρες, έλαβα επιστολή του και στο πίσω μέρος της επιστολής ήταν ένας κατάλογος εκδόσεων. Παρήγγειλα απ’ όλα όσα ήσαν στον κατάλογο, στα οποία περιελαμβάνοντο Η Σκοπιά, τρεις τόμοι Γραφικών Μελετών, διάφορες μεταφράσεις της Γραφής, διάφορα Ταμεία της Γραφής, βιβλιάρια και φυλλάδια. Η παραγγελία έφθασε στο ποσόν των 22 και πλέον δολλαρίων κι εξέδωκα μία επιταγή για 30 δολλάρια. Μολονότι ήμουν επιστάτης σ’ ένα Κυριακό σχολείο, δεν είχα ιδέα του τι ήταν ένα Ταμείο της Γραφής, ούτε τι εσήμαινε μια Γραφή με περιθωριακές παραπομπές· αλλ’ η μελέτη του τρίτου τόμου με ωδήγησε στο να έχω εμπιστοσύνη στο γεγονός ότι όλα εκείνα τα βιβλία, βιβλιάρια και φυλλάδια ήσαν αναγκαία για μια κατάλληλη μελέτη της Αγίας Γραφής. Έδωσα παραγγελία για 500 αντίτυπα του καθενός από τα τρία φυλλάδια δωρεάν. Έγραψα τότε αυτά: «Συσκευάστε τα όλα σ’ ένα κιβώτιο και στείλτε τα επειγόντως.»
Όταν έλαβα τα έντυπα, αμέσως άρχισα να τα χρησιμοποιώ. Σε κάθε δέμα που έκανα στο κατάστημα, έθετα κι ένα φυλλάδιο. Αργότερα έγινα συνδρομητής σε είκοσι διάφορες εφημερίδες, που εδημοσίευαν τις ομιλίες του Πάστορος Ρώσσελ· έθετα κι αυτές τις έντυπες ομιλίες μέσα σε δέματα, επίσης. Άρχισε μια Γραφική μελέτη κάθε Τρίτη βράδυ. Τελικά ενδιαφέρθηκαν δεκαεπτά άτομα για την αλήθεια και συμμελετούσαν. Εγνώσθη σε όλο το χωριό ότι εγίνετο αυτή η συμμελέτη.
ΑΠΟΧΩΡΗΣΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Η δράσις μας στη διάδοσι των Γραφικών αληθειών ήγειρε κριτική από εξέχοντας Μεθοδιστάς. Ο Μεθοδιστής πάστωρ παρευρέθη στη Μεθοδιστική Διάσκεψι κι αρνήθηκε να δεχθή διορισμό στο Γκρήνουιτς για άλλη μια περίοδο χρόνου. Είπε στη διάσκεψι ότι μερικά από τα καλύτερα μέλη του εμελετούσαν κι επίστευαν πολλά πράγματα, που ήσαν αντίθετα στη Μεθοδιστική και στις άλλες ορθόδοξες θρησκείες και ότι σύντομα επρόκειτο να επέλθη ανωμαλία στην εκκλησία του Γκρήνουιτς. Γι’ αυτό η Διάσκεψις έστειλε τον θεωρούμενο ως ισχυρότερο κήρυκα στην εκκλησία. Ύστερ’ από ένα μήνα περίπου, αυτός ανήγγειλε ότι θα εκφωνούσε μια ειδική ομιλία μια κάποια εσπέρα Κυριακής και ότι επιθυμούσε να είναι παρόντες όλοι οι Μεθοδισταί.
Η εκκλησία ήταν κατάμεστη για κείνη τη συγκέντρωσι. Ο κήρυξ κρατούσε στο χέρι το βιβλίο «Μεθοδιστική Διαπαιδαγώγησις» και βραδέως κι εμφατικά εδιάβαζε απ’ εκεί τις Μεθοδιστικές διδασκαλίες, τονίζοντας το γεγονός ότι όταν ένας προσαρτηθή στην Εκκλησία υπόσχεται να πιστέψη και διδάξη αυτές τις δοξασίες. Φθάνοντας σ’ αυτό το αποκορύφωμα, εβρυχήθη: «Υπάρχει μια μικρή φούχτα ανθρώπων σ’ αυτή την εκκλησία, που διδάσκουν δοξασίες τις οποίες από πολύν καιρό έχει απορρίψει η Μεθοδιστική εκκλησία και όλες οι άλλες ορθόδοξες εκκλησίες.» Και είπε: «Αυτά τα άτομα είναι ως ζωύφια στον φλοιό του τυρού, με ελαττωματική διάνοια.» Κατόπιν, κρατώντας ψηλά το βιβλίο «Διαπαιδαγώγησις», εβροντοφώνησε, «Αν δεν πιστεύετε τις δοξασίες της Μεθοδιστικής Εκκλησίας, τότε εν ονόματι του Θεού, βγήτε έξω!» Αυτά τα άκουαν όλα εκείνα τα «ζωύφια», που εκάθηντο ακριβώς μπροστά στον κήρυκα. Ήσαν, ο επιστάτης του Κυριακού σχολείου, ο βοηθός του επιστάτου, ο οδηγός του εκκλησιαστικού χορού, που ήταν, επίσης, ο θησαυροφύλαξ της εκκλησίας, κι έξη από τους δέκα διδασκάλους του Κυριακού σχολείου, και άλλοι. Αυτή η επίδειξις προεβλήθη με σκοπό να εκφοβίση αυτά τα «ζωύφια» για να επανέλθουν στη Μεθοδιστική ποίμνη, αλλ’ είχε το αντίθετο ακριβώς αποτέλεσμα. Τους υπεβοήθησε να διακρίνουν την ασυνέπεια της παραμονής στην εκκλησία. Τελικά παραιτήθηκαν ένδεκα μέλη. Αυτά εθεωρούντο τα πιο καλά μέλη, η δε επίδρασις της παραιτήσεώς των στα οικονομικά της εκκλησίας ήταν τέτοια, ώστε επί δύο χρόνια ήταν ανάγκη να δανείζωνται χρήματα για να πληρωθή ο μισθός του κήρυκος.
Ο οδηγός της τάξεως ενηλίκων ανδρών παραιτήθηκε την επόμενη μέρα· εγώ, όμως, δεν παραιτήθηκα αμέσως, σκεπτόμενος ότι, αν αποχωρούσα αμέσως, αυτοί θα ισχυρίζοντο ότι το έκαμα επειδή παραιτήθηκε ο οδηγός της τάξεως. Ύστερ’ από ένα έτος περίπου διέγνωσα ότι ήταν ανωφελής η περαιτέρω αναμονή, και δυσάρεστη, επίσης, στον Ιεχωβά. Γι’ αυτό απεχώρησα. Έγραψα μια δεκαεξασέλιδη επιστολή, παραθέτοντας Γραφικά εδάφια πάνω στα θέματα περί άδου, ψυχής, τριάδος, βασιλείας του Θεού και άλλων. Κατόπιν έκαμα διάφορα αντίγραφα της επιστολής αυτής και τα εταχυδρόμησα στον πάστορα και σε όλους τους αξιωματούχους της εκκλησίας. Ο πάστωρ αγνόησε πλήρως όλα μου τα Γραφικά εδάφια και μου έγραψε επιστολή, λέγοντας: «Πρέπει να επαινέσω την ειλικρινή και ανδρική σας θέσι και διαγωγή. Καμμιά άλλη πορεία δεν θα ήταν συνεπής σ’ έναν που διατηρεί κι αισθάνεται ως καθήκον του να διαδίδη τις απόψεις που διακρατείτε.»
Ύστερ’ από λίγες εβδομάδες εξεφώνησε μια ομιλία που έπρεπε κατά τη γνώμη του να δημοσιευθή· πήγε, λοιπόν, στον εκδότη τοπικής εβδομαδιαίας εφημερίδος και την εξετύπωσε. Περιείχε διάφορα καταφανή αντιγραφικά σημεία· μου εδόθη, λοιπόν, ευκαιρία ν’ απαντήσω δια της ιδίας εφημερίδος, και η απάντησίς μου ετυπώθη, επίσης. Τότε ο πάστωρ έσπευσε στα γραφεία της εφημερίδος κι επετίμησε τον εκδότη επειδή εδημοσίευσε την απάντησί μου. Ο εκδότης υπέμνησε στον κήρυκα ότι ο ίδιος απεφάσιζε το τι έπρεπε να εκτυπωθή και ότι η απάντησίς μου ήταν γραμμένη μ’ ευγενικό τρόπο και όποτε ήθελα να γράψω άρθρο θα ήταν πάντοτε ευπρόσδεκτο αν εγράφετο με τον ίδιο ευγενικό τρόπο.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΑΛΛΑΣΣΕΙ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ
Η αλήθεια επέφερε πολλές αλλαγές στη ζωή μου. Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκαμα ήταν ν’ απορρίψω απ’ το κατάστημα μου ό,τι απόθεμα υπήρχε από σιγαρέττα, καπνό και ταμπάκο. Όλοι σχεδόν έκαμαν χρήσι καπνού σ’ αυτή ή εκείνη τη μορφή, και πολλές γυναίκες έκαμαν χρήσι ταμπάκου. Αυτό μου εστοίχισε την απώλεια πολλών πελατών, αλλ’ επέμεινα και ποτέ δεν επώλησα και πάλι απ’ αυτά. Επίσης, η διανομή φυλλαδίων της Γραφής στους πελάτας μου μού εστοίχισε την απώλεια πολλών, αλλ’ εγώ εξακολούθησα να διαδίδω την αλήθεια. Στο έτος 1899 παρακολούθησα την πρώτη μου συνέλευσι, που διωργανώθη από την Εταιρία Σκοπιά, στη Βοστώνη. Άκουσα και είδα για πρώτη φορά τον Αδελφό Ρώσσελ κι εβαπτίσθηκα εκεί.
Προτού μάθω την αλήθεια, έτρεφα ζωηρό ενδιαφέρον για το «μπέιζ-μπωλ», το κυνήγι και το ψάρεμα κι εξώδευα πολλά λεπτά πυροβολώντας τεχνητά περιστέρια και ασκούμενος στη σκοποβολή. Συνεπέρανα ότι αυτός ο χρόνος και το χρήμα θα μπορούσαν καλύτερα να χρησιμοποιηθούν στην υπηρεσία του Κυρίου. Τα εγκατέλειψα, λοιπόν, όλα, έδωσα το κυνηγετικό μου όπλο στον γαμβρό μου, που κατοικούσε σ’ ένα αγρόκτημα, κι επώλησα το τουφέκι μου και τη θήκη των τεχνητών περιστερών και τ’ άλλα εφόδια. Προσπαθούσα να ενεργώ σύμφωνα με την άποψι ότι όλος ο χρόνος και το χρήμα μας ανήκουν στον Κύριο, κι εμείς οι ίδιοι ακόμη ανήκομε στον Ιεχωβά, αν αυτός εδέχθη την αφιέρωσί μας. Δεν ανήκομε στον εαυτό μας, αγορασθήκαμε δια τιμής. Το σπίτι μας ή το αγρόκτημά μας, ό,τι κατέχομε, ανήκει στον Ιεχωβά. Είναι πολύ δύσκολο κατά καιρούς να κατανοήσωμε ότι αυτό το σπίτι, αυτό το αυτοκίνητο, τα χρήματα της τσέπης μου, ό,τι κι αν έχωμε, ανήκει στον Ιεχωβά, και μας είναι εμπιστευμένο για να χρησιμοποιηθή όπως αυτός θέλει να χρησιμοποιηθή, κι αυτό είναι αληθές.
Εχρησιμοποίησα τα αποκτήματά μου για να διαδώσω τις αλήθειες του Θεού. Είχα δύο άλογα, ένα τετράτροχο αμάξι κι ένα κάρρο, τα οποία εχρησιμοποιούντο τις Κυριακές για να μεταφέρουν οκτώ περίπου άτομα σε διάφορα χωριά για να διανείμουν Γραφικά φυλλάδια. Συνηθίζαμε να διανέμωμε περίπου 50.000 φυλλάδια κάθε χρόνο. Ο τομεύς μας ήταν από το Γουώτερφορδ, ακριβώς απέναντι του ποταμού από το Τρόυ, Νέας Υόρκης, βορείως του Ουάιτχωλ, από τη Σαρατόγα δυτικά της Νορθ Άνταμς, Μασσαχουσέττης, ανατολικά. Κάθε χρόνο εγίνοντο δύο εμποροπανηγύρεις σ’ εκείνον τον τομέα και διενέμοντο φυλλάδια και στις δύο.
Το 1906 επώλησα το κτίριο του καταστήματός μου και στα 1907 ανέλαβα το έργον του τακτικού βιβλιοπώλου ή σκαπανέως μ’ έναν ηλικιωμένο πρώην σκαπανέα, τον Βικέντιο Κ. Ράις. Ο πρώτος τομεύς που μου ανετέθη ήταν η πόλις Γκλενς Φωλς, Νέας Υόρκης, με πληθυσμό 15.000 κατοίκων. Η πρώτη μέρα του έργου μας σκαπανέως ήταν στο Σάουθ Γκλενς Φωλς. Χρησιμοποιούσαμε τους πρώτους τρεις τόμους των Γραφικών Μελετών, και τους έξη τόμους, όταν εφαίνετο ότι υπάρχει ενδιαφέρον. Την πρώτη εκείνη μέρα διέθεσα 59 μεγάλα βιβλία κι ο Αδελφός Ράις 37. Ελάβαμε και παραγγελίες βιβλίων για παράδοσι την προσεχή Δευτέρα. Αλλά πού ήσαν τα βιβλία μας; Ήσαν στο τυπογραφείο του Χάμμοντ, Ινδιάνα. Υπελογίσαμε και βρήκαμε ότι θα είχαμε ανάγκη 120 δολλαρίων, αλλ’ ο Αδελφός Ράις δεν είχε ένα τόσο ποσό· έστειλα, λοιπόν, μια επιταγή κατ’ ευθείαν στον Αδελφό Ρώσσελ, εξηγώντας ότι είχαμε ανάγκη των βιβλίων για παράδοσι την προσεχή Δευτέρα. Η Δευτέρα ήλθε, αλλά πού ήσαν τα βιβλία μας; Τελικά, απεφασίσαμε να μεταβούμε στο γραφείο επειγόντων και ιδού! εκεί ήσαν τα βιβλία μας. Ο Αδελφός Ρώσσελ διέταξε να σταλούν αμέσως, ως επείγοντα προπληρωμένα.
Διεθέσαμε 1.259 δεμένους τόμους στο Γκλενς Φωλς. Επί πέντε χρόνια υπηρέτησα ως σκαπανεύς, κι έλαβα σ’ αυτό το διάστημα 125 συνδρομές Σκοπιάς κι ωργανώσαμε εκκλησίες, που ελέγοντο τότε «τάξεις», στο Γκλενς Φωλς, Φορτ Έντουαρντ, Μεκάνικσβιλ και Χούσικ Φωλς, Νέας Υόρκης, και Πάουναλ Σέντερ, Βέρμοντ.
Ύστερ’ από πέντε χρόνια έργου σκαπανέως, ο Αδελφός Ρώσσελ με προσεκάλεσε να υπηρετήσω ως πίλγκριμ, που εσήμαινε να εξυπηρετήσω δρομολόγια επισκέψεων που είχαν καταρτισθή από την Εταιρία, να δίνω ομιλίες στις εκκλησίες και να διαφημίζω, επίσης, δημόσιες ομιλίες. Ευχαρίστως δέχθηκα αυτόν τον διορισμό και υπηρέτησα με αυτή την ιδιότητα σε κάθε πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών εκτός της Αριζόνας και του Νέου Μεξικού, και σε όλον τον Καναδά από το Ακρωτήριον Μπρέτον ως τη Νήσο Βανκούβερ, και σε περιωρισμένη κλίμακα στην Αγγλία και στη Σκωτία.
Στα έτη 1914 και 1915 είχα αναλάβει μια ομάδα από δεκαπέντε περίπου αδελφούς, στους οποίους είχε ανατεθή μέγα μέρος της Νέας Αγγλίας και ολόκληρη η Νέα Σκωτία με το Φωτόδραμα της Δημιουργίας, ένα τετραμερές κινηματογραφικό και χρωμο-διασκοπικό πρόγραμμα, συνοδευόμενο από φωνογραφικές Βιβλικές διαλέξεις. Εχρησιμοποιήθηκα να εξασφαλίσω τα θέατρα και να δώσω τις δύο Κυριακάτικες τελικές ομιλίες μετά το Φωτόδραμα. Οι ομιλίες αυτές ήσαν πάνω στα θέματα «Εξέτασις των Διδασκαλιών του Πάστορος Ρώσσελ» και «Η Δευτέρα Έλευσις του Χριστού· Γιατί, Πώς και Πότε;» Αυτό ήταν ένας συγκινητικός διορισμός, και μεγάλα πλήθη παρακολούθησαν το Φωτόδραμα και τις ομιλίες.
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΜΠΕΘΕΛ
Ύστερ’ από επτά χρόνια περίπου υπηρεσίας ως «πίλγκριμ», εκλήθηκα απροσδόκητα στο Μπέθελ, στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλυν, Νέας Υόρκης. Ήταν στο έτος 1918. Θρησκευτικοί διώκται, επωφελούμενοι από τον πόλεμο, διήγειραν το μίσος εναντίον της Εταιρίας. Ως αποτέλεσμα αυτού, ο πρόεδρος της Εταιρίας, Ι. Φ. Ρόδερφορδ, και άλλοι αξιωματούχοι συνελήφθησαν άδικα και παρεπέμφθησαν σε δίκη. Ήμουν παρών σ’ εκείνη τη δίκη, από την οποία οι αξιωματούχοι της Εταιρίας μετεφέρθησαν στις φυλακές. Ένα πρωί κατόπιν έλαβα μια πρόσκλησι από τον Αδελφό Ρόδερφορδ που με καλούσε να έλθω στον Σταθμό της Πενσυλβανίας, όπου οι αδελφοί ανέμεναν πολλές ώρες την κοινή αμαξοστοιχία για την Ατλάντα.
Οι κρατούμενοι μετεφέροντο στο σωφρονιστήριο της Ατλάντας. Ο Αδελφός Φρανκ Χορθ, η Αδελφή Βαν Άμπουργκ, η Αδελφή Φίσερ κι η Αδελφή Αγνή Χούτζιγκς, στενογράφος, κι εγώ εσπεύσαμε στο σταθμό. Εκεί ο Αδελφός Ρόδερφορδ μού έδωσε μερικές οδηγίες. Αν η αστυνομία μάς ενοχλούσε πάρα πολύ, θα πωλούσαμε το Μπέθελ και τη Σκηνή του Μπρούκλυν και θα μετακομίζαμε είτε στη Φιλαδέλφεια είτε στο Χάρρισμπουργκ είτε στο Πίττσμπουργκ, διότι το σωματείο μας ήταν στην Πενσυλβανία. Ένα τίμημα 60.000 δολλαρίων επροτάθη για το Μπέθελ, και 25.000 δολλαρίων για τη σκηνή. Όταν η αμαξοστοιχία ήταν έτοιμη, ο Αδελφός Ρόδερφορδ πήρε μαζί του τον Αδελφό Χορθ και την Αδελφή Χούτζιγκς. Εταξίδευσαν μαζί σε κάποια απόστασι, ενώ ο Αδελφός Ρόδερφορδ υπαγόρευσε μια επιστολή με οδηγίες στον Αδελφό Χορθ, αναθέτοντας σ’ αυτόν να πωλήση το Μπέθελ και τη Σκηνή. Η Αδελφή Χούτζιγκς, επιστρέφοντας στο Μπέθελ, μας έκαμε αντίγραφα της επιστολής αυτής με τις οδηγίες. Η Σκηνή επωλήθη, αν η μνήμη μου δεν σφάλλη, προς 16.000 δολλάρια μόνο. Αργότερα το Μπέθελ επωλήθη στο κράτος κι έγιναν όλες οι διευθετήσεις εκτός απ’ τη μεταβίβασι των μετρητών, όταν υπεγράφη η ανακωχή· αλλά κατά θείαν πρόνοιαν η πώλησις του Μπέθελ ποτέ δεν επραγματοποιήθη.
Στη διάρκεια της φυλακίσεως των αξιωματούχων της Εταιρίας, ωρίσθη μια επιτροπή από τον Αδελφό Ρόδερφορδ για να ενεργή στη θέσι του. Η επιτροπή εκείνη περιελάμβανε τον Αδελφό Γ. Ε. Σπιλ και τον Αδελφό Τζων Στήβενσον, μέλος της οικογενείας Μπέθελ, που είχε υπηρετήσει στο γραφείο του θησαυροφύλακος, ως βοηθός του Αδελφού Βαν Άμπουργκ· κι εγώ ήμουν το τρίτο μέλος της επιτροπής. Η εργασία κατενεμήθη μεταξύ μας ως εξής: Εγώ θα ήμουν στο γραφείο χειριζόμενος την αλληλογραφία και προετοιμάζοντας τη Σκοπιά για έκδοσι· ο Αδελφός Στήβενσον θα υπηρετούσε ως θησαυροφύλαξ κι ο Αδελφός Σπιλ θα εχειρίζετο όλες τις εξωτερικές υποθέσεις.
Υπήρχε πολλή αλληλογραφία, μέγα δε μέρος απ’ αυτήν ήταν τραχύ κι επικριτικό, αλλά και πολύ μέρος ήταν συμπαθητικό κι ενθαρρυντικό. Πολλοί, οι οποίοι είχαν δωρήσει χρήματα στην Εταιρία με την προϋπόθεσι ότι, αν τα εχρειάζοντο στο μέλλον, θα μπορούσαν να τ’ αποσύρουν ανά 50 δολλάρια κάθε μήνα, ζητούσαν επιστροφή των χρημάτων των. Έγιναν πολλές επιστροφές χρημάτων. Ήρχοντο όμως τακτικά και εισφορές, αλλά δεν είχαμε και μεγάλη ανάγκη χρημάτων, διότι όλο το έργον «πίλγκριμ» είχε παύσει και ήμεθα εντελώς αποκεκομμένοι απ’ όλα τα τμήματα του εξωτερικού.
Τα έντυπα, εκτός από τη Σκοπιά, είχαν απαγορευθή στις Ηνωμένες Πολιτείες, όλα δε τα έντυπα είχαν απαγορευθή στον Καναδά. Εξελέγησαν τέσσερα άτομα, από ένα στη Βοστώνη, στο Μπρούκλυν, στο Σικάγο και στη Σήατλ, κι ο καθένας έπρεπε να περιτυλίξη μια Σκοπιά σε μια ημερησία εφημερίδα και να την ταχυδρομήση σ’ ένα κατονομαζόμενο πρόσωπο στον Καναδά. Αυτές οι Σκοπιές διεβιβάζοντο, τα κύρια άρθρα επολυγραφούντο και μερικά ανετυπώνοντο, κι απεστέλλοντο σε όλες τις εκκλησίες του Καναδά. Πολλοί έγραψαν και είπαν ότι το αντίτυπό τους του βιβλίου Το Τετελεσμένον Μυστήριον, γνωστού, επίσης, ως εβδόμου τόμου των «Γραφικών Μελετών», είχε κατασχεθή, και ζητούσαν άλλο. Βρήκα ένα κιβώτιο βιβλίων σε μέγεθος τσέπης κι εταχυδρόμησα από ένα αντίτυπο σε όλα αυτά τα άτομα, που έγραψαν.
ΓΡΑΦΕΙΟΝ «ΠΙΛΓΚΡΙΜ» ΕΡΓΟΝ ΡΑΔΙΟΦΩΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΤΟΥ ΖΩΝΗΣ
Αφού απεφυλακίσθησαν οι αξιωματούχοι της Εταιρίας το 1919 και ηθωώθησαν, ανεχώρησα και πάλι ως «πίλγκριμ». Αλλ’ ύστερ’ από λίγα χρόνια, ο Αδελφός Ρόδερφορδ μ’ εκάλεσε πάλι στο Μπέθελ και με παρεκάλεσε ν’ αναλάβω το τμήμα «πίλγκριμ». Μετά τη λήξι του τμήματος «πίλγκριμ», το γραφείο μου εχρησιμοποιήθη σε συνδυασμό με το ραδιοφωνικό τμήμα. Το καθήκον μου ήταν να γράφω βραχείες ραδιοφωνικές ομιλίες 10, 15, 20 και 30 λεπτών, για να χρησιμοποιούνται σε εκατοντάδες ραδιοφωνικούς σταθμούς. Αυτές οι ομιλίες υπεβάλλοντο στον Αδελφό Ρόδερφορδ. Μετά τη σύνταξί των, ο Αδελφός Ντι Σέκκα τις πολυγραφούσε κι εστέλλοντο σε εκατοντάδες ραδιοσταθμούς. Είχα το προνόμιο να δίνω κι ο ίδιος ραδιοφωνικές ομιλίες, κατά καιρούς με συνδέσεις ραδιοσταθμών. Μου εζητήθη να δώσω μια ωριαία ομιλία δια ραδιοσυνδέσεως με θέμα περί Χριστουγέννων. Εδόθη στις 12 Δεκεμβρίου 1928, κι εδημοσιεύθη στο περιοδικό Ο Χρυσούς Αιών, φύλλον αριθ. 241 και ανεδημοσιεύθη μετά ένα έτος στο φύλλον αριθ. 268. Η ομιλία εκείνη ετόνιζε την ειδωλολατρική προέλευσι των Χριστουγέννων. Κατόπιν αυτού, οι αδελφοί του Μπέθελ ποτέ πια δεν εώρτασαν Χριστούγεννα.
Στο έτος 1935 διωρίσθηκα να υπηρετήσω ως υπηρέτης ζώνης σε τομέα από την Ούτικα ανατολικά ως το Ουέστφηλδ, Νέας Υόρκης, δυτικά, κι απ’ το Σεραντόν στα νότια ως τον Ποταμό Σαίντ Λώρανς στα βόρεια. Μεταφέρθηκα με τη σύζυγό μου στο αγρόκτημα της Εταιρίας κοντά στην Ίθακα κι επρόκειτο να υπηρετήσω στον τομέα μου απ’ εκείνο το σημείο. Υπηρετώντας εκείνο το έτος στο Ουίλλιαμσπορτ της Πενσυλβανίας, έλαβα επιστολή από τον Αδελφό Ρόδερφορδ, όπου έλεγε ότι η εκκλησία Συρακιούς αγόρασε ένα μεγάλο κτίριο κι εζήτησε από την Εταιρία να στείλη κάποιον εκεί ν’ αναλάβη το κτίριο. Με παρεκάλεσε να μεταβώ στη Συρακιούς και να υπηρετήσω ως υπηρέτης ζώνης ξεκινώντας απ’ εκείνο το σημείο.
Τώρα, σε ηλικία 96 ετών, δεν είμαι πια σε θέσι να κάνω κήρυγμα των αγαθών νέων από σπίτι σε σπίτι, αλλ’ αγαπώ την υπηρεσία του Ιεχωβά όπως πάντοτε, και περισσότερο ακόμη. Επί μερικά χρόνια μπορούσα να στέλλω τακτικά ταχυδρομικώς σαράντα περιοδικά τον μήνα, και, όταν εκδίδωνται ειδικά τεύχη, προσπαθώ να διπλασιάσω αυτόν τον αριθμό, αν είναι δυνατόν. Η μέθοδός μου είναι να χρησιμοποιώ τον κατάλογο συνδρομητών τηλεφώνου και να διαλέγω άτομα που κατοικούν στον τομέα μας, να τους στέλλω μια δακτυλογραφημένη επιστολή, δίνοντας την καλύτερη δυνατή μαρτυρία, λέγοντας τους τα οφέλη των περιοδικών Σκοπιάς και Ξύπνα! και ειδοποιώντας τους ότι τους στέλλω ένα δείγμα από το καθένα.
Όταν εξεδόθη το βιβλιάριο Αίμα, Ιατρική και ο Νόμος του Θεού, εταχυδρόμησα από ένα αντίτυπο σε όλους τους συγγενείς μου, στα νοσοκομεία της περιφερείας μου, στους δημοτικούς άρχοντας και στους κυριωτέρους δικηγόρους και γιατρούς. Μπορώ ακόμη να δίνω ομιλίες, αλλά χρειάζομαι ένα βραχίονα να με βοηθή ν’ ανέρχωμαι στην εξέδρα. Μολονότι η όρασίς μου γρήγορα εξασθενεί, μπόρεσα να διαβάσω κάθε λέξι από τα βιβλία “Έπεσε Βαβυλών η Μεγάλη!” Η Βασιλεία του Θεού Κυβερνά! και «Όλη η Γραφή Είναι Θεόπνευστος και Ωφέλιμος» και όλες τις εκθέσεις των Βιβλίων του Έτους· επίσης, συμβαδίζω πλήρως με τη Σκοπιά και το Ξύπνα!.
Πέρυσι ο Ιεχωβά μου έκαμε μια γλυκεία κι ευτυχή έκπληξι. Επί πολλά χρόνια επιθυμούσα να επισκεφθώ και πάλι το Μπέθελ, όπου είχα περάσει σχεδόν είκοσι χρόνια ευτυχισμένης υπηρεσίας, και να ιδώ με τα μάτια μου τη θαυμαστή επέκτασι, που έγινε εκεί από το έτος 1935, όταν είχα σταλή από εκεί ως υπηρέτης ζώνης. Αλλ’ η φυσική μου κατάστασις ήταν τέτοια ώστε ήξερα ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να διεξέλθω το Μπέθελ και το εργοστάσιο, ακόμη και με τη βοήθεια ράβδου. Γι’ αυτό είχα εγκαταλείψει κάθε ελπίδα του να ξαναϊδώ κάποτε το Μπέθελ. Μπορείτε να φαντασθήτε την έκπληξί μου, όταν ο ταχυδρομικός διανομεύς μού έφερε μια προσωπική πρόσκλησι από τον πρόεδρο της Εταιρίας, Αδελφό Νορρ, να επισκεφθώ το Μπέθελ; Γνωρίζοντας τη φυσική μου αναπηρία, η πρόσκλησις αυτή έλεγε: «Έχομε εδώ μια τροχοφόρο καρέκλα την οποία θα μπορούσατε να χρησιμοποιήσετε για να περιέλθετε τον οίκον Μπέθελ και το εργοστάσιο.»
Έτσι, τον Μάιο του 1964 τα μάτια μου ευφράνθηκαν από την ορατή επέκτασι του έργου του Ιεχωβά στο Μπέθελ. Και απήλαυσα την επίσκεψι; Λοιπόν, δεν μπορώ να εκφράσω τη χαρά μου με λόγια που θα μπορούσαν να μεταδώσουν την πραγματική μου ευχαρίστησι. Εκτός του ότι ευχαρίστησα τον Αδελφό Νορρ για την πρόσκλησι, θέλω να ευχαριστήσω και τον αδελφό που μου εξηγούσε κάθε χώρο και μηχανή και τη λειτουργία της και τον αδελφό, που προωθούσε εκείνη την τροχοφόρο καρέκλα και μου έκαμε, επίσης, τόσες άλλες καλωσύνες. Θαυμάζω την επέκτασι της οργανώσεως στα κεντρικά γραφεία. Ασφαλώς, ο Ιεχωβά έχει μια πολύ θαυμαστή οργάνωσι σε λειτουργία.
Απήλαυσα τα εβδομήντα σχεδόν χρόνια μου στην υπηρεσία του Ιεχωβά; Τα επόμενα Γραφικά εδάφια εκφράζουν καλά τη χαρά κι ευχαρίστησί μου: «Η ειρήνη του Θεού, η υπερέχουσα πάντα νουν, θέλει διαφυλάξει τας καρδίας σας και τα διανοήματά σας.» «Ειρήνην αφίνω εις εσάς, ειρήνην την εμήν δίδω εις εσάς· ουχί καθώς ο κόσμος δίδει.» «Αρκείσθε εις τα παρόντα.» (Φιλιππησ. 4:7· Ιωάν. 14:27· Εβρ. 13:5) Η πραγματική χαρά εμπερικλείει ένα ήρεμο, σεμνό αίσθημα αυταρκείας, ειρήνης νοός, ελευθερίας από φόβο, ανησυχία, γογγυσμό ή αιτιάσεις. Δεν εκδηλώνεται με ιλαρότητα, ευφυολογήματα ή φαιδρολογήματα· δεν περιέχει αγιοφάνειες. Περιέχει ισχυρή πίστι και σταθερή ελπίδα.
Αυτό απαντά στο ερώτημά μου. Εμφατικώτατα, απήλαυσα τη γνώσι της αληθείας και τα πολλά μου προνόμια υπηρεσίας. Ιδού, είμαι 96 ετών ηλικίας, ταλαντευόμενος, με ασθενή όρασι και υποτρέμοντα μέλη, αλλ’ ακόμη υπηρετώ τον Ιεχωβά όσο επιτρέπει η φυσική μου κατάστασις, ευτυχής κι ευχαριστημένος.